ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 1827
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση αρ. 90/2012).
25 Ιουλίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/64 KAI TO ΑΡΘΡΟ 19 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1960 (Ν 14/60) ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 10 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1970 (Ν 97/70)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤOY GEORGE SMITH - ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ, ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΜΕΣΟ, ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ 97/70 (ΕΚΔΟΣΗ ΦΥΓΟΔΙΚΟΥ) ΚΑΙ 95/70 (ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ - ΚΥΡΩΤΙΚΟΣ)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΚΑΙ/Ή ΤΟΝ ΑΡΧΗΓΟ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΟΥ ΜΕ ΑΡ. 2/12, ΗΜΕΡ. 8.6.2012, ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΑΝΩ SMITH-ΛΟΥΚΑ, ΕΚ ΛΕΜΕΣΟΥ-ΚΥΠΡΟΥ.
___________________________
Σ. Σωφρονίου, για τον Αιτητή.
Ολ. Σοφοκλέους (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Αιτητής παρών.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής ζητά τις ακόλουθες θεραπείες:
(α) Έκδοση εντάλματος της φύσης Habeas Corpus με το οποίο να διατάσσεται η προσαγωγή του αιτητή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης και έκδοσης του στη Νότιο Αφρική, ως η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στην Αίτηση Φυγοδίκου υπ΄ αρ. 2/12, ημερ. 8.6.2012.
(β) Έκδοση εντάλματος της φύσης Mandamus με το οποίο να διατάσσεται ο Πρωτοκολλητής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού να παρουσιάσει το φάκελο της Αίτησης 2/12 με αποστενογραφημένα τα πρακτικά της διαδικασίας.
(γ) Αποφυλάκιση του αιτητή μέχρι την τελική εκδίκαση της παρούσας αίτησης.
(δ) Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία, και
(ε) Έξοδα.
Ο φάκελος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στην Αίτηση 2/12, ήδη τέθηκε ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, με οδηγίες του δικαστηρίου τούτου.
Στην αίτηση του ο αιτητής ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων ότι, λόγω της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε από την κατ΄ ισχυρισμό ημερομηνία διάπραξης των αδικημάτων για τα οποία καταζητείται ο αιτητής (2006, 2007 και 2010), μέχρι την καταχώρηση της αίτησης για έκδοση φυγοδίκου τον Μάρτιο του 2012, και του μεγάλου χρονικού διαστήματος που παρήλθε, θα ήταν άδικο και καταπιεστικό μέτρο να εκδοθεί ο αιτητής στην Νότιο Αφρική όπου καταζητείται. Το πρωτόδικο δικαστήριο αρνήθηκε να εξετάσει το ζήτημα της καθυστέρησης και επομένως αυτό αποτελεί αντικείμενο εξέτασης στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. Ο αιτητής ισχυρίζεται επίσης ότι κατά την εκδίκαση της Αίτησης 2/12 από το πρωτόδικο δικαστήριο, το πρωτόδικο δικαστήριο παραγνώρισε τους ισχυρισμούς του αιτητή για παραβίαση των ανθρωπίνων του δικαιωμάτων από εκτέλεση δικαστικού εντάλματος εναντίον του στην Νότιο Αφρική. Ακόμα ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο βασίστηκε σε μη επαρκή μαρτυρία, σε μη αποδεκτή μαρτυρία και ότι η επίδοση των αναγκαίων εγγράφων προς υποστήριξη της αίτησης έκδοσης φυγοδίκου δεν έγινε μέσω της ορθής διπλωματικής οδού. Ακόμα θα έπρεπε η αίτηση να συνοδεύεται από «έκθεση πράξεων» ή «έκθεση γεγονότων» πράγμα που δεν συνέβηκε στην προκείμενη περίπτωση. Άλλος ισχυρισμός του αιτητή είναι ότι, εφόσον αυτός είναι και Κύπριος πολίτης, η έκδοση του στο εξωτερικό δεν είναι δυνατή επειδή η πέμπτη τροποποίηση του Συντάγματος, που έγινε στις 28.7.2006, παρέμεινε ανενεργή λόγω του ότι δεν τροποποιήθηκε και δεν απαλείφθηκε η επιφύλαξη που εμπεριέχεται στον Κυρωτικό Νόμο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Έκδοσης Φυγοδίκων του 1970 (Ν 95/70).
Την αίτηση υποστηρίζει ένορκη δήλωση της κας Αναστασίας Νεοφύτου, δικηγορικής υπαλλήλου, στο γραφείο του δικηγόρου του αιτητή.
Οι καθ΄ ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση στην οποίαν αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι στα πλαίσια διαδικασίας για Habeas Corpus η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι περιορισμένη, εν πάση όμως περιπτώσει, από την αντικειμενική θεώρηση της υπόθεσης υπάρχει επαρκής μαρτυρία για την έκδοση του αιτητή, η καθυστέρηση δεν δικαιολογεί τη μη έκδοση του, η εξουσιοδότηση του Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας ως αναπληρούντος τον Υπουργό Δικαιοσύνης, είναι κανονική, η οδός που ακολουθήθηκε για την αποστολή των σχετικών εγγράφων ήταν η ενδεδειγμένη και ο αιτητής, αν και Κύπριος πολίτης, μπορεί να εκδοθεί, μετά την πέμπτη τροποποίηση του Συντάγματος και εφόσον τα γεγονότα της υπόθεσης προέκυψαν μετά την έναρξη της ισχύος του Νόμου που επέφερε την πέμπτη τροποποίηση. Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της κας Αθηνάς Χατζηπαύλου, Βοηθού Γραμματειακού Λειτουργού στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας.
Μελέτησα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία. Το πρώτο ζήτημα που εγείρεται από τον αιτητή είναι αυτό της καθυστέρησης από την ημερομηνία της κατ΄ ισχυρισμό διάπραξης των αδικημάτων μέχρι την αίτηση έκδοσης φυγοδίκου. Τα αδικήματα για τα οποία εκζητείται ο αιτητής από τη Νότιο Αφρική είναι τέσσερα, για τα οποία εκδόθηκαν και τέσσερα διαφορετικά εντάλματα σύλληψης εναντίον του. Στην πρώτη περίπτωση, τον Νοέμβριο του 2006, σε συνεργασία με άλλα πρόσωπα φέρεται να παραβίασε αποθήκη και με βία να απέσπασε περιουσία συνολικής αξίας €154.000.- Στη δεύτερη περίπτωση, το Μάιο του 2007, ενώ ο αιτητής παρέμεινε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, φέρεται, παράνομα, να κατείχε σε αποθήκες που ενοικίαζε, κλοπιμαία περιουσία. Στην τρίτη περίπτωση, το Μάιο του 2010, με τη χρήση πυροβόλου όπλου φέρεται να πυροβόλησε και να σκότωσε τον Emmanuel Jackson. Στην τέταρτη περίπτωση φέρεται να εμπλέκεται σε υπόθεση διαφθοράς και χρηματισμού δημοσίου λειτουργού που συνέβηκε μεταξύ Ιουλίου του 2008 και Ιουλίου του 2010.
Το ζήτημα της καθυστέρησης στα πλαίσια αιτήσεων για Habeas Corpus εξετάστηκε πολύ πρόσφατα στην Πολιτική Έφεση αρ. 260/12, ημερ. 13.7.2012, από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην υπόθεση εκείνη ζητήθηκε η έκδοση γυναίκας στη Λευκορωσία για σκοπούς άσκησης ποινικής δίωξης για υποκίνηση χρηματισμού δημοσίου υπαλλήλου, η οποία κατ΄ ισχυρισμό διεπράχθη το 2005. Την 31.5.2012 διατάχθηκε η προφυλάκιση του εκζητουμένου προσώπου για σκοπούς έκδοσης του. Η Ολομέλεια, αφού εξέτασε το άρθρο 10 (3) του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970 (Ν 97/70), έκρινε ότι ο πρωτόδικος δικαστής δεν εξέτασε επαρκώς το ζήτημα της παρέλευσης του μεγάλου χρονικού διαστήματος των 7 ετών από την κατ΄ ισχυρισμό διάπραξη του αδικήματος μέχρι την απόφαση για έκδοση. Δεν εξέτασε επίσης και τη μεταβολή των συνθηκών της ζωής του εκζητουμένου προσώπου που είχε στο μεταξύ παντρευτεί ευρωπαίο πολίτη από τον οποίο απέκτησε και μια θυγατέρα, ενώ η οικογένεια ήταν νομίμως εγκατεστημένη στην Κύπρο. Η Ολομέλεια αναφέρθηκε στην απόφαση Kakis v. Government of the Republic of Cyprus (1978) 3 All E.R. 634, HL, όπου λέχθηκε ότι, αναφορικά με τη σημασία του χρόνου, δηλαδή της καθυστέρησης, το κριτήριο δεν είναι τόσο το μήκος του χρόνου όσο η ποιότητα του, με την έννοια, πρωτίστως, ότι η πάροδος μεγάλου χρονικού διαστήματος ενδέχεται να έχει επιφέρει τέτοιες διαφοροποιήσεις στις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του ζητουμένου προς έκδοση, που θα ήταν άδικο και καταπιεστικό να εκδοθεί με επακόλουθο την πλήρη ανατροπή των δεδομένων της ζωής του και των ευλόγων προσδοκιών του. Σχετική προς τούτο είναι και η σοβαρότητα του αδικήματος για το οποίο ζητείται η έκδοση, έστω και αν το αδίκημα δεν είναι ασήμαντης φύσης, με αναφορά στο άρθρο 10 (3) (α), αφού η μειωμένη σοβαρότητα του αδικήματος συνσταθμίζεται με τις συνέπειες της έκδοσης.
Στην προκείμενη περίπτωση ο αιτητής ζητείται για τέσσερα σοβαρά εγκλήματα εκ των οποίων το ένα αφορά στο σοβαρότατο έγκλημα του φόνου, το οποίο κατ΄ ισχυρισμό διαπράχθηκε το Μάιο του 2010. Από το 2010 μέχρι την υποβολή της αίτησης για έκδοση του αιτητή παρήλθαν περίπου 2 χρόνια και ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου επεξηγήθηκε από την αιτήτρια αρχή ότι υπήρχαν δυσκολίες στην ανεύρεση του καθ΄ ου η αίτηση-αιτητή στην παρούσα διαδικασία, ο οποίος χρησιμοποιούσε πέντε με έξι διαφορετικά ονόματα και ένεκα αυτού του γεγονότος προέκυψε η όποια καθυστέρηση. Αντίθετα, δεν προβλήθηκε από τον αιτητή οποιοσδήποτε λόγος αλλαγής των συνθηκών της ζωής του κατά τα τελευταία χρόνια κατά τρόπο που να καθίσταται άδικη και καταπιεστική η έκδοση του στην Νότιο Αφρική με σκοπό την εκδίκαση του για τα προαναφερόμενα σοβαρά εγκλήματα. Συναφώς παρατηρώ ότι ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου μαρτυρία έδωσε μόνον η αιτούσα αρχή αλλά όχι ο καθ΄ ου η αίτηση-αιτητής στην παρούσα διαδικασία. Με αυτά τα δεδομένα θεωρώ ότι το ζήτημα της καθυστέρησης δεν είναι τέτοιο που θα πρέπει να οδηγήσει το παρόν δικαστήριο σε συμπέρασμα ότι θα ήταν άδικο και καταπιεστικό για τον αιτητή να διαταχθεί η έκδοση του, δυνάμει της επιφύλαξης του προαναφερόμενου άρθρου 10 (3) του Ν 97/70, όπως έκρινε η Ολομέλεια στην Πολιτική Έφεση 260/12 (ανωτέρω). Σ΄ εκείνη την περίπτωση τα χρόνια που παρήλθαν ήταν επτά, το αδίκημα ήταν πολύ λιγότερο σοβαρό και είχαν επέλθει μεγάλες αλλαγές στη ζωή και την οικογένεια του εκζητουμένου προσώπου.
Όσον αφορά το ζήτημα της αποστολής των αναγκαίων εγγράφων θεωρώ ότι από τις εξηγήσεις που δόθηκαν, από τους αρμοδίους υπαλλήλους του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως και της Διεύθυνσης Προξενικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, φαίνεται ότι τα έγγραφα στάληκαν μέσω της διπλωματικής οδού. Στάληκαν δηλαδή στην Πρεσβεία της Νοτίου Αφρικής στην Αθήνα, η οποία καλύπτει και την Κύπρο.
Αναφορικά με το ζήτημα της έκθεσης γεγονότων που θα πρέπει να συνοδεύει την αίτηση έκδοσης φυγοδίκου, παρατηρώ ότι, στην προκείμενη περίπτωση, στάληκε από την Νότιο Αφρική ογκώδης φάκελος με έγγραφα στα οποία φαίνονται όλα τα γεγονότα που αφορούν στην έκδοση του αιτητή. Δεν είναι κατά την εκτίμηση μου απαραίτητο τα έγγραφα που συνοδεύουν την αίτηση να έχουν την επικεφαλίδα «Έκθεση Γεγονότων» ή «Έκθεση Πράξεων» νοουμένου όμως ότι σ΄ αυτά περιλαμβάνονται όλα τα σχετικά γεγονότα (Δέστε: Mechanov (Αρ. 2) (2001) 1 Α.Α.Δ. 1228 και Δημοκρατία ν. Kolesnikov (2008) 1 Α.Α.Δ. 594). Η ευπαίδευτη πρωτόδικος δικαστής αφού τα εξέτασε λεπτομερώς βρήκε ότι αυτά είναι επαρκή και περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και στοιχεία.
Όσον αφορά το επίπεδο απόδειξης που θα πρέπει να ικανοποιήσει η αιτήτρια αρχή, το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά επισήμανε ότι το δικαστήριο ακολουθεί, κατά το πλησιέστερο δυνατό, την ίδια διαδικασία όπως αυτήν της προανάκρισης και δεν προβαίνει σε διάγνωση των αδικημάτων ή υποχρεώσεων του φυγόδικου (Δέστε: Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 136). Ο περί Εκδόσεως Φυγοδίκων (Τροποποιητικός) Νόμος του 1990 (Ν 97/90) βεβαιώνει ότι το απαιτούμενο για τους σκοπούς έκδοσης αποδεικτικό υλικό, σε χώρες όπου ισχύει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση (όπως είναι η περίπτωση της Νοτίου Αφρικής και της Κύπρου) είναι εκείνο που προβλέπεται από τη Σύμβαση (Δέστε: Golov v. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (2001) 1 Α.Α.Δ. 1109).
Όπως παρατηρήθηκε στην υπόθεση Hachem v. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (1992) 1 Α.Α.Δ. 191 το κριτήριο, κατά την απόφαση έκδοσης φυγόδικου, δεν είναι το κατά πόσον το αδίκημα που αναφέρεται στο αλλοδαπό ένταλμα σύλληψης είναι ουσιαστικά παρόμοιο με αδίκημα του ημεδαπού δικαίου αλλά το κατά πόσον η συμπεριφορά του φυγόδικου, αν αυτή λάμβανε χώρα στο κράτος από το οποίο ζητείται η έκδοση, θα συνιστούσε αδίκημα σύμφωνα με το νόμο του κράτους αυτού.
Στην προκείμενη περίπτωση η ευπαίδευτη πρωτόδικος δικαστής, ορθά, κατά την κρίση μου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχε ενώπιον της επαρκής μαρτυρία σύμφωνα με την οποίαν ένα δικαστήριο προανάκρισης θα απεφάσιζε να παραπέμψει το επηρεαζόμενο πρόσωπο σε δίκη και επίσης ότι τα αδικήματα για τα οποία εκδόθηκαν εντάλματα συλλήψεως εναντίον του αιτητή και η ανάλογη συμπεριφορά του αιτητή συνιστούν αδικήματα και σύμφωνα με τον Νόμο της Κύπρου, για τα οποία χωρεί έκδοση του φυγόδικου.
Όσον αφορά την πέμπτη τροποποίηση του Συντάγματος το πρωτόδικο δικαστήριο έκαμε αναφορά στο άρθρο 11 (2) (στ) του Συντάγματος όπου αναγράφεται ότι η σύλληψη ή κράτηση πολίτη της Δημοκρατίας προς το σκοπό έκδοσης ή παράδοσης του, σύμφωνα με διεθνή σύμβαση που δεσμεύει τη Δημοκρατία, είναι δυνατή μόνον αναφορικά με γεγονότα που επεσυνέβησαν ή πράξεις που τελέστηκαν μετά τη δημοσίευση του περί της Πέμπτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμου του 2006. Στην προκείμενη περίπτωση η δημοσίευση του νόμου έγινε στις 28.7.2006 ενώ οι πράξεις που καταλογίζονται στον αιτητή έγιναν μεταξύ Νοεμβρίου του 2006 και Ιουλίου του 2010. Επομένως η έκδοση του αιτητή, αν και είναι Κύπριος πολίτης, είναι δυνατή, στην προκείμενη περίπτωση. Η παράλειψη ρητής τροποποίησης της ανάλογης πρόνοιας του Νόμου 95/70, είναι τυπικό θέμα, που δεν επηρεάζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της Πολιτείας και των πολιτών, δεδομένου ότι το Σύνταγμα υπερισχύει των Νόμων. Στην περίπτωση αυτή, η ανάλογη, τροποποίηση του Νόμου 95/70 θεωρείται ότι συντελείται εξυπακουόμενα.
Χρήσιμη αναφορά σε υποθέσεις Habeas Corpus στα πλαίσια διαδικασίας έκδοσης φυγοδίκων μπορεί να γίνει στο σύγγραμμα Πέτρος Αρτέμης, Προνομιακά Εντάλματα, στις σελ. 280-305, στις οποίες αναφέρονται σχετικές αποφάσεις όπως οι In re Hayek (1983) 1 C.L.R. 266 όπου τονίστηκε ότι η διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου είναι της φύσεως της προανάκρισης, και η Perpechidis (1998) 1 Α.Α.Δ. 483 όπου τονίστηκε ότι η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αιτήσεις Habeas Corpus είναι περιορισμένη και το Ανώτατο Δικαστήριο δεν μπορεί να αναθεωρήσει τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου που επιλήφθηκε της αίτησης έκδοσης ή να επέμβει στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, εφόσον αυτή κινήθηκε μέσα στα νόμιμα όρια της. Το ζήτημα της κατ΄ ισχυρισμό παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του αιτητή στη Νότιο Αφρική, καλύπτεται από τα γενικά ευρήματα και την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου δικαστηρίου στην οποία δεν επεμβαίνει το παρόν δικαστήριο, στην παρούσα διαδικασία.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω θεωρώ ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, στην προκείμενη περίπτωση, ενήργησε μέσα στα νόμιμα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, κατ΄ αναλογία προς ένα δικαστήριο που διενεργούσε προανάκριση, και ορθά ικανοποιήθηκε από τα ενώπιον του στοιχεία ότι ο αιτητής θα πρέπει να εκδοθεί στην Νότιο Αφρική κατά τον ίδιο τρόπο που αν διενεργείτο προανάκριση ο αιτητής θα έπρεπε να παραπεμφθεί σε δίκη ενώπιον Κακουργιοδικείου για τα κατ΄ ισχυρισμό εγκλήματα που διέπραξε. Τα υπόλοιπα θέματα της καθυστέρησης, της αποστολής των αναγκαίων εγγράφων μέσω της ορθής διαδικασίας, της νόμιμης εξουσιοδότησης από τον αρμόδιο Υπουργό και όλα τα υπόλοιπα που έθιξε ο αιτητής, είμαι ικανοποιημένος ότι δεν ευσταθούν.
Υπό τις περιστάσεις η αίτηση απορρίπτεται και η πρωτόδικη απόφαση και το διάταγμα επιβεβαιώνονται.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.