ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 1 ΑΑΔ 917

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 365/2006)

 

14 Ιουλίου, 2009

 

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]

 

 

EL  RANCHO  TEX-MEX  RESTAURANT  LIMITED,

 

Εφεσείουσα-Ενάγουσα,

ν.

 

 

1.  ΑΝΤΩΝΗ  ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

2.  ΣΤΑΛΑΣ  ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

 

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

________________________

 

Γ. Παπαθεοδώρου, για την Εφεσείουσα.

Ανδρέας Ι. Κίτσιος, για τους Εφεσίβλητους.

________________________

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

_________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Με την παρούσα έφεση, αμφισβητείται η ορθότητα απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στην υπ' Αρ. 8023/00 αγωγή, με την οποία αξίωση των εφεσειόντων για αποζημιώσεις απορρίφθηκε. 

 

Οι εφεσείοντες - ενάγοντες, με την αγωγή τους, αξίωναν από τους εφεσίβλητους - εναγόμενους αποζημιώσεις λόγω παράβασης ενοικιαστηρίου εγγράφου, ημερομηνίας 15/6/1996.  ΄Ηταν η θέση τους ότι οι εφεσίβλητοι, από τους οποίους ενοικίασαν επί του συγκροτήματος Chrysanto Complex, στην οδό Κολωνακίου, στον Ποταμό Γερμασόγειας, τρία καταστήματα, για να τα χρησιμοποιούν ως εστιατόριο, καφετέρια και ταβέρνα, για περίοδο δέκα χρόνων - (1/7/1996 - 30/6/2006), παρέλειψαν να τους εξασφαλίσουν συνθήκες απρόσκοπτης κατοχής και χρήσης των καταστημάτων αυτών.  Συγκεκριμένα, υπήρχαν δυσκολίες στην εξασφάλιση των αδειών λειτουργίας της επιχείρησης και προβλήματα, επειδή οι εφεσίβλητοι ενοικίασαν τον υπόγειο χώρο του κτηρίου για να λειτουργεί ως γυμναστήριο, αντί ως χώρος στάθμευσης.  Επίσης, η ανανέωση των αδειών λειτουργίας της επιχείρησής τους ήταν αδύνατη, λόγω μη εξασφάλισης πιστοποιητικού τελικής έγκρισης του κτηρίου.  Αναγκάστηκαν, διατείνονται, λόγω των προβλημάτων από τις παραλείψεις των εφεσιβλήτων, στις 13/9/2000, να τερματίσουν την ενοικίαση και, στις 4/10/2000, να παραδώσουν τα καταστήματα στους εφεσίβλητους.  Αποτέλεσμα του πρόωρου αυτού τερματισμού της ενοικίασης ήταν να απολέσουν ποσό πέραν των £80.000,00 - (έξοδα για τη διαμόρφωση των καταστημάτων, κέρδη που θα είχαν για το υπόλοιπο της ενοικίασης - (£4.000,00, περίπου, το μήνα) - και διάφορα άλλα ποσά που δαπάνησαν για επαναφορά των καταστημάτων στην κατάσταση που αυτά είχαν όταν τα παρέλαβαν).    

 

Εντελώς διαφορετική ήταν η θέση των εφεσιβλήτων, οι οποίοι όχι μόνο απέρριπταν τους ισχυρισμούς και τις αξιώσεις των εφεσειόντων αλλά ανταπαιτούσαν διάφορα ποσά, που εξειδίκευαν ως εξής:  £101,81, ποσό το οποίο κατέβαλαν στην υδατοπρομήθεια, £710,00 υπόλοιπο ενοικίων και £1.110,71 απαιτούμενα έξοδα για επαναφορά των καταστημάτων στην αρχική τους κατάσταση, περιλαμβανομένων των εξόδων εκτίμησης.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού άκουσε τη μαρτυρία που προσφέρθηκε και από τις δύο πλευρές, απέρριψε τη μαρτυρία των εφεσειόντων ως αναξιόπιστη και αποδέχθηκε εκείνη των εφεσιβλήτων.  Ανέφερε, συγκεκριμένα, τα εξής:-

 

«΄Εχω εξετάσει με μεγάλη προσοχή τη μαρτυρία που έχει δοθεί την οποία αντιπαράθεσα και με τα Τεκμήρια που έχουν κατατεθεί.  Από τις δύο εκδοχές που έθεσαν ενώπιον μου οι διάδικοι στα αμφισβητούμενα σημεία βασικά προτιμώ αυτή των Εναγομένων για τους εξής λόγους:

 

Ο Εναγόμενος 1 μου έκαμε καλή εντύπωση ότι ήταν πρόσωπο που είπε την αλήθεια.  ΄Εδινε σαφείς και θετικές απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις που του υποβάλλοντο χωρίς η μαρτυρία του να κλονιστεί σε κανένα σημείο κατά την αντεξέταση.  Η μαρτυρία του στο μεγαλύτερο της μέρος επιβεβαιώνεται και με τα τεκμήρια.

 

Αντίθετα, καθόλου καλή εντύπωση μου έκαμε ο Μ.Ε.1

 

΄Ηταν φανερή η προσπάθεια του να ρίξει το φταίξιμο στους Εναγόμενους για τον τερματισμό της ενοικίασης των καταστημάτων.  Θα αναφέρω ορισμένα παραδείγματα από τη μαρτυρία του που τείνουν προς αυτή την κατεύθυνση.  Δεν υπήρχε κανένας λόγος να αποστείλει επιστολή στο Δήμο Γερμασόγειας στις 10.2.2001 και να ζητά πιστοποιητικό τελικής έγκρισης εφόσον είχεν ήδη εγκαταλείψει τα καταστήματα από τις 4.10.2000.  Οπότε εγείρεται εύλογα το ερώτημα σε τι αποσκοπούσε η ενέργεια του αυτή.  Μήπως ήταν μέρος του όλου σχεδίου του;  Ασφαλώς δεν μπορεί να γίνει πιστευτή η απάντηση που έδωσε ότι δηλαδή τον απασχολούσαν αυτά τα πράγματα και μετά που έφυγε. 

 

Ο Μ.Ε.1 πρόβαλε τη θέση ότι ενώ μέχρι και το 2000 είχε όλες τις αναγκαίες άδειες για να λειτουργήσει το εστιατόριο του, ήταν σίγουρος ότι για το 2001 και μετά θα είχε πρόβλημα γιατί δεν εκδόθηκε πιστοποιητικό τελικής έγκρισης για την όλη οικοδομή.  ΄Ομως η θέση του αυτή έμεινε μετέωρη εφόσον καμιά μαρτυρία προσκόμισε που να επιβεβαιώνει τέτοια θέση όπως των αρμοδίων αρχών ή των προσώπων με τα οποία είχε επαφή και του έδωσαν αυτή την πληροφορία.  Αντίθετα, ο Δήμος Γερμασόγειας με την επιστολή του ημερομηνίας 28.2.2002 (Τεκμήριο 48) πληροφορούσε τους Εναγόμενους ότι καμιά αίτηση υποβλήθηκε για ανανέωση της άδειας λειτουργίας του εστιατορίου των Εναγόντων για το 2001.

 

Σχετική για το θέμα αυτό βέβαια είναι και η μαρτυρία της αρχιτεκτόνισσας (Μ.Ε.3) που όμως δεν ήταν απόλυτα σαφής και τεκμηριωμένη.  Απλά ανάφερε ότι πιθανόν να είχε πρόβλημα ο Μ.Ε.1 για το 2001 με τις άδειες και είναι σωστό να βγαίνουν και τα πιστοποιητικά τελικής έγκρισης.  ...

 

Γενικά από την όλη μαρτυρία του Μ.Ε.1 ένα πράγμα είναι βέβαιο ότι η επιχείρηση του εστιατορίου των Εναγόντων δεν πήγαινε καθόλου καλά από την αρχή και αυτό φαίνεται και από τα τεκμήρια που κατέθεσε.  Οι Ενάγοντες είχαν ενημερωθεί εκ των προτέρων και από τον ΚΟΤ με την επιστολή του ημερομηνίας 19.6.1997 (Τεκμήριο 43) για το ενδεχόμενο προβλημάτων βιωσιμότητας του εστιατορίου λόγω της παρουσίας πολλών κέντρων αναψυχής στην ίδια περιοχή.  Με αυτά τα δεδομένα οι Ενάγοντες αποφάσισαν όχι μόνο να προχωρήσουν στη δημιουργία της επιχείρησης του εστιατορίου αλλά συνέχισαν να επενδύουν μεγάλα ποσά χρημάτων στην επιχείρηση αυτή, όπως ο Μ.Ε.1 ισχυρίζεται, με τις διάφορες ανακαινίσεις γιατί δήθεν ο Μ.Ε.1 έβλεπε μακροπρόθεσμα.  ...

 

.................................................................................................................

 

...  Οι Ενάγοντες είχαν το δικαίωμα να τερματίσουν το ενοικιαστήριο έγγραφο στις 31.6.1999[1] δυνάμει και σύμφωνα με τον όρο 2(β) αυτού, δικαίωμα που δεν το άσκησαν άνκαι σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μ.Ε.1 τα ίδια προβλήματα όσον αφορά το γυμναστήριο υπήρχαν και τότε.  Και ήταν το 1999 που έγινε η πιο δαπανηρή αναβάθμιση και ανακαίνιση του εστιατορίου.  Θα πρέπει εδώ να τονιστεί ότι σύμφωνα με το ενοικιαστήριο έγγραφο (Τεκμήριο 49) ο υπόγειος χώρος ενοικιάστηκε ως γυμναστήριο την 1.11.1997 και σύμφωνα με τον Μ.Ε.1 τα προβλήματα φάνηκαν από την αρχή της ενοικίασης.  Επιπλέον ούτε στις 31.6.19991 υπήρχε πιστοποιητικό τελικής έγκρισης για την όλη οικοδομή, αλλά ούτε αυτό τους εμπόδισε να προχωρήσουν με ανακαίνιση. 

 

Το γεγονός ότι ο Μ.Ε.1 δεν ήταν ειλικρινής φάνηκε και από το ότι δεν ήταν σταθερός και συνεπής στις θέσεις που πρόβαλε.  Από τη μια στη μαρτυρία του ισχυρίστηκε ότι ο λόγος που τερμάτισε την ενοικίαση ήταν γιατί δεν θα του ανανέωναν τις αναγκαίες άδειες του εστιατορίου για το 2001 λόγω του ότι δεν είχε εξασφαλιστεί πιστοποιητικό τελικής έγκρισης για την όλη οικοδομή και από την άλλη γιατί οι πελάτες του γυμναστηρίου δημιουργούσαν πρόβλημα στην επιχείρηση του είτε με τις φωνές, τον ιδρώτα και τα βάρη που σήκωναν είτε με την κατάληψη του χώρου στάθμευσης μπροστά από το εστιατόριο.  ΄Οσον αφορά το θέμα του γυμναστηρίου σχετική είναι η μαρτυρία της Μ.Υ.2, ενοικιάστριας του διπλανού ακριβώς καταστήματος που ανάφερε ότι οι πελάτες του γυμναστηρίου κανένα πρόβλημα της δημιουργούσαν είτε με το χώρο στάθμευσης είτε με οσμές.  Μάλιστα σε μια περίπτωση που επισκέφθηκε για φαγητό το εστιατόριο των Εναγόντων, δεν αισθάνθηκε άλλες οσμές από εκείνες του εστιατορίου και δεν αντιλήφθηκε το γυμναστήριο να προκαλούσε οχληρία.  Η Μ.Υ.2 μου φάνηκε ειλικρινής και δέχομαι τη μαρτυρία της στο σύνολό της. 

 

.........................................................................................................................

 

Επίσης ο Μ.Ε.1 παραδέχθηκε ότι τον Ιούνη του 2000 προέβη σε δημοσίευση στον τύπο (Τεκμήριο 53) για να πωλήσει την επιχείρηση του εστιατορίου στα καταστήματα.  ΄Εδωσε όμως τη δικαιολογία για το σχετικό δημοσίευμα ότι αυτό έγινε για σκοπούς στρατηγικής για να πάρει τιμές.  Είναι νομίζω εμφανές γιατί ισχυρίζεται κάτι τέτοιο σήμερα ο Μ.Ε.1, εφόσον στο δημοσίευμα περιέχετο βεβαίωση ότι το εστιατόριο λειτουργεί με όλες τις άδειες και με μεγάλες προοπτικές.  Ασφαλώς τέτοιοι αόριστοι ισχυρισμοί σε καμιά περίπτωση μπορούν να γίνουν δεκτοί από το Δικαστήριο έχοντας κατά νου και την υπόλοιπη μαρτυρία γι' αυτό και απορρίπτονται.»

 

 

 

Και κατέληξε ότι:-

 

«... η ενοικίαση τερματίστηκε στις 4.10.2000 με τα Τεκμήρια 34Α, 34Β και Τεκμήριο 36 και όχι στις 30.6.2006, ως η σχετική πρόνοια του ενοικιαστηρίου εγγράφου, όχι εξ υπαιτιότητας των Εναγομένων για τους λόγους που εισηγήθηκαν οι Ενάγοντες, αλλά για άλλους λόγους που αφορούν τους Ενάγοντες, όπως οικονομικοί, που δεν έχουν καμία σχέση με τους Εναγόμενους.»

 

 

 

Ακολούθως, αφού καθοδηγήθηκε από τη νομολογία[2] σε σχέση με το ύψος των αποζημιώσεων που δικαιούνται οι εφεσίβλητοι, ως το αναίτιο μέρος του τερματισμού της ενοικίασης, και αφού διαπίστωσε ότι αυτοί, μετά τον τερματισμό, δεν επέδειξαν αμέλεια στον περιορισμό των ζημιών, τους επιδίκασε £811,81 οφειλόμενα ενοίκια μέχρι 15/10/2006, που τα καταστήματα ενοικιάστηκαν σε νέους ενοικιαστές, £101,81 δικαιώματα υδατοπρομήθειας για το διάστημα που οι εφεσείοντες τα κατείχαν, τα οποία, σύμφωνα με το ενοικιαστήριο έγγραφο, ήταν δική τους υποχρέωση να καταβάλουν, και £1.100,71 για ζημιές που προκλήθηκαν στα καταστήματα, άλλες από φυσική φθορά.  Σε σχέση με το τελευταίο ποσό ανέφερε τα εξής:-

 

«Σύμφωνα με την παράγραφο 10 του ενοικιαστηρίου εγγράφου οι Ενάγοντες όφειλαν κατά τη λήξη της ενοικίασης να παραδώσουν τα καταστήματα στην ίδια καλή κατάσταση τα παρέλαβαν εξαιρουμένης της φυσικής φθοράς.  Ο Μ.Ε.1 πρόβαλε το γενικό ισχυρισμό κατά τη μαρτυρία του ότι εκείνα που αναφέρει ο Εναγόμενος 1 στην Υπεράσπισή του ως ζημιές στην ουσία αποτελούν φυσική φθορά.  Οι ζημιές που περιγράφονται στην έκθεση εκτίμησης (Τεκμήριο 40) αναλύονται και στην Υπεράσπιση στην παράγραφο 13.  Ο εναγόμενος 1 ήταν κατηγορηματικός στη μαρτυρία του ότι αυτές δεν οφείλονταν σε φυσική φθορά ως εκ της φύσης τους, κάτι που επιβεβαιώνει και ο επιμετρητής ποσοτήτων Αντρέας Αθανασίου, με την εκτίμησή του (Τεκμήριο 40) ότι δηλαδή είναι ζημιές που προκλήθηκαν από τον ενοικιαστή.  Αν και ο Εναγόμενος 1 αντεξετάστηκε όσον αφορά την κάθε ζημιά, εντούτοις δεν έγινε το ίδιο και για το κόστος για επιδιόρθωση των ζημιών αυτών, οπότε το ποσό των ΛΚ1.100,71 για αποκατάστασή τους παραμένει αναντίλεκτο.»

 

 

 

Οι εφεσείοντες, με τρεις λόγους έφεσης, αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σε όλη της την έκταση.  Ο πρώτος και ο δεύτερος λόγος έφεσης αφορούν στην αξιολόγηση της μαρτυρίας.  Ισχυρίζονται ότι η αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι από τις δύο εκδοχές προτιμά αυτή των εφεσιβλήτων φανερώνει το λανθασμένο κριτήριο στο οποίο αυτό στηρίχθηκε κατά την αξιολόγησή της.  Επικαλούμενος ο συνήγορός τους την υπόθεση Αθανασίου κ.ά. ν. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614, όπου εξηγείται η διαφορά μεταξύ αξιοπιστίας και βάρους απόδειξης, εισηγήθηκε ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας των εφεσειόντων, στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, εκθεμελιώνει τα ευρήματα του Δικαστηρίου.  Επίσης, εισηγήθηκε ότι, κατά την εξέταση της ανταξίωσης των εφεσιβλήτων, σε σχέση με το ποσό των £1.100,71, το πρωτόδικο Δικαστήριο χρησιμοποίησε κριτήρια άλλα από εκείνα που χρησιμοποίησε για την εξέταση της αξίωσης των εφεσειόντων.  Θεώρησε - και αυτό παρά το γεγονός ότι ο μάρτυρας των εφεσιβλήτων αντεξετάστηκε τόσο σε σχέση με το είδος και τη φύση των ζημιών όσο και σε σχέση με την αξία τους - ότι η μαρτυρία του ως προς την αξία παρέμεινε αναντίλεκτη.    

 

΄Εχουμε εξετάσει τα όσα οι εφεσείοντες προώθησαν σε σχέση με την αξιολόγηση της μαρτυρίας, δε βρίσκουμε, όμως, αυτά να ευσταθούν.  Τα αποφασισθέντα στην Αθανασίου κ.ά. ν. Κουνούνη, (πιο πάνω), τα οποία αποτελούν τη νομολογιακή αρχή - ότι, δηλαδή, δεν τίθεται θέμα σύμπλεξης της αξιοπιστίας των μαρτύρων με το βάρος απόδειξης - δεν εφαρμόζονται στην παρούσα περίπτωση.  Καίτοι δε θα λέγαμε ότι η αναφορά του Δικαστηρίου πως από τις δύο εκδοχές προτιμά εκείνη των εφεσιβλήτων ήταν επιτυχής, αυτή δεν επιδρά με οποιοδήποτε τρόπο στην καθ' όλα ορθή αξιολόγηση της μαρτυρίας, η οποία με σαφήνεια διατυπώνεται στην απόφαση.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, προτού απορρίψει τη μαρτυρία των εφεσειόντων και αποδεχθεί εκείνη των εφεσιβλήτων, εξέτασε τη μαρτυρία, ως είχε καθήκον, στο σύνολό της, την αντιπαρέβαλε με τα ενώπιόν του έγγραφα και έδωσε αιτιολογημένους και πειστικούς λόγους για την απόρριψή της.  Εξέτασε κάθε σημείο της μαρτυρίας των εφεσειόντων και εξήγησε χωριστά γιατί δεν αποδέχεται τον κάθε ισχυρισμό τους.  Ανάλογα έπραξε για την αποδοχή της μαρτυρίας των εφεσιβλήτων.  Στα αποσπάσματα που έχουμε παραθέσει πιο πάνω φαίνονται με σαφήνεια οι λόγοι τόσο της απόρριψης της μαρτυρίας των εφεσειόντων όσο και της αποδοχής της μαρτυρίας των εφεσιβλήτων.

 

Ούτε τα όσα επικαλούνται οι εφεσείοντες σε σχέση με το ποσό των £1.100,71 ευσταθούν.  ΄Εχουμε διεξέλθει τη μαρτυρία που παρουσιάστηκε σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα και συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι οι εφεσείοντες, στους οποίους είχε αποσταλεί το Τεκμήριο 40 - (εκτίμηση ζημιών) - πριν ακόμη την καταχώριση της αγωγής, κατά τη δίκη, δεν αντεξέτασαν το μάρτυρα των εφεσιβλήτων ως προς την αξία για την αποκατάσταση των ζημιών και ούτε παρουσίασαν αντίθετη μαρτυρία.  Δεδομένης της αποδοχής της μαρτυρίας των εφεσιβλήτων ότι οι ζημιές του Τεκμηρίου 40 δεν αποτελούν φυσική φθορά αλλά ζημιές που προκάλεσαν οι εφεσείοντες, η επιδίκαση της αξίας τους ήταν αναπόφευκτη. 

 

Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης, υποστηρίζεται ότι οι συνεχείς και σε βάρος των εφεσειόντων παρεμβάσεις του Δικαστηρίου δικαιολογούν ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης και/ή διαταγή για επανεκδίκαση της υπόθεσης. 

 

Ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί.  ΄Εχουμε διεξέλθει μία προς μία τις 41 περιπτώσεις, στις οποίες ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων μας παρέπεμψε, με σκοπό να στηρίξει τον πιο πάνω λόγο έφεσης.  Τα όσα εισηγείται δεν υποστηρίζονται από τα πρακτικά.  ΄Ολες οι ερωτήσεις που υπέβαλε το Δικαστήριο κάθε άλλο παρά επιβλαβείς παρεμβάσεις για τους εφεσείοντες μπορούν να χαρακτηριστούν.  Πρόκειται για καθαρά διευκρινιστικού χαρακτήρα ερωτήσεις, οι οποίες σκοπό είχαν να αντιληφθεί το Δικαστήριο τα γεγονότα της υπόθεσης.  ΄Ολες οι ερωτήσεις αφορούσαν σε γεγονότα, που δεν επηρέαζαν, καθ' οιονδήποτε τρόπο, κρίσιμα για τα επίδικα θέματα σημεία.

 

Η έφεση απορρίπτεται, με €1.700,00 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ των εφεσιβλήτων.

 

 

 

 

 

 

 

                                                                         Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

 

 

 

 

 

                                                                         Ε. Παπαδοπούλου, Δ.

 

 

 

 

 

                                                                         Κ. Κληρίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΠ



[1]  Ασφαλώς πρόκειται περί λάθους, το οποίο άρχισε από το ενοικιαστήριο έγγραφο.  Η ορθή ημερομηνία δεν μπορεί να είναι άλλη από 30/6/1999.

 

[2]  G. Charalambous Ltd ν. Kalos Kafes Ltd κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 199· Χ"Κυριάκου (Φρου-Φρου) Λτδ ν. Χ"Ευσταθίου (1997) 1 Α.Α.Δ. 305, στη σελ. 309


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο