ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 1 ΑΑΔ 542
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 272/2006)
22 Απριλίου, 2008
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
1. ΕΠΙΣΗΜΟΣ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ ΩΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ PREMIXCO ASPHALTING CO LTD,
2. ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
3. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι 2 και 3,
ν.
POLYMACHINE LTD,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
________________________
Αιμίλιος Λεμονάρης, για τους Εφεσείοντες.
Γ. Παπαθεοδώρου, για τους Εφεσίβλητους.
________________________
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, σε αγωγή που καταχώρισαν εναντίον των εφεσειόντων - (εναγομένων 2 και 3) - και της Επίσημης Παραλήπτριας, ως προσωρινής εκκαθαρίστριας της περιουσίας της εταιρείας Premixco Asphalting Co. Ltd., εξασφάλισαν απόφαση για συγκεκριμένο ποσό, οφειλόμενο δυνάμει συναλλαγματικών, πλέον τόκους. Η απόφαση εναντίον των εφεσειόντων παραμερίστηκε. Στη συνέχεια και μετά από ακροαματική διαδικασία, εκδόθηκε εναντίον τους, η υπό έφεση απόφαση, με την οποία διατάχθηκαν όπως καταβάλουν το ποσό των Κ£12.201,31 (οφειλόμενο δυνάμει 25 συναλλαγματικών), πλέον τόκους προς 8,5%, ετησίως, από της ημερομηνίας πληρωμής εκάστης συναλλαγματικής μέχρι εξοφλήσεως.
Με την ΄Εκθεση Απαίτησής τους, οι εφεσίβλητοι ισχυρίζονται ότι οι εφεσείοντες, στις 20/9/1996, εγγυήθηκαν την πληρωμή του ποσού μιας εκάστης των συναλλαγματικών, οι οποίες εκδόθηκαν από την εταιρεία Premixco Asphalting Co. Ltd. Οι συναλλαγματικές δεν τιμήθηκαν, καίτοι παρουσιάστηκαν στους εκδότες, αλλά ούτε και εξοφλήθηκαν από τους εφεσείοντες, όταν τους ζητήθηκε.
Οι εφεσείοντες, με την Υπεράσπισή τους, αντιτείνουν ότι, δυνάμει συμφωνίας ημερομηνίας 15/5/1992, μεταξύ των Αντωνάκη Χρ. Σολομωνίδη και της εταιρείας Premixco Beton Co. Ltd., πωλήθηκαν από τον πρώτο στη δεύτερη μηχανήματα αξίας £35.000,00, η αποπληρωμή των οποίων συμφωνήθηκε να γίνει, για το ποσό των £15.000,00, μέσω οργανισμού χρηματοδότησης, για δε το υπόλοιπο, με έκδοση συναλλαγματικών επ' ονόματι του πωλητή ή με εκτέλεση εργασίας διαχωρισμού οικοπέδων του. Η εν λόγω συμφωνία, με μνημόνιο ημερομηνίας 21/6/1994, μεταβιβάστηκε από τον Α. Σολομωνίδη στους εφεσίβλητους και από την εταιρεία Premixco Beton Co. Ltd. στην Premixco Asphalting Co. Ltd. Οι εφεσείοντες ουδέποτε αποδέχτηκαν τη μεταβίβαση, αφού, κατά το χρόνο που αυτή έγινε, η Premixco Asphalting Co. Ltd. ήταν αφερέγγυος. Οι εφεσείοντες αποδέχονται ότι υπέγραψαν τις συναλλαγματικές κάτω από τη λέξη «εγγυητές», ποτέ, όμως, ισχυρίζονται, δεν προσδιορίστηκε η υποχρέωση την οποία αναλάμβαναν, ώστε να δεσμεύονται. Για την υπογραφή τους, στηρίχτηκαν στις παραστάσεις των εφεσιβλήτων ότι η εγγύηση αφορούσε την εταιρεία Premixco Beton Co. Ltd. Ισχυρίζονται, περαιτέρω, ότι, μετά την υπογραφή των συναλλαγματικών, δυνάμει εγγράφου μνημονίου, οι εφεσίβλητοι αποδέχτηκαν όπως το υπόλοιπο της αξίας των μηχανημάτων πληρωθεί με εργασία ασφαλτόστρωσης οικοπέδων τους.
Η κάθε πλευρά, προς υποστήριξη της θέσης της, κάλεσε ένα μάρτυρα, κατατέθηκαν δε στο Δικαστήριο οι επίδικες συναλλαγματικές - Τεκμήριο 1, αντίγραφο της συμφωνίας ημερομηνίας 15/5/1992 - Τεκμήριο 2, ως και αντίγραφο της απόφασης στην αγωγή υπ' Αρ. 3663/99, η οποία αφορά στο ποσό των Κ£20.000,00 - Τεκμήριο 3.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία η οποία παρουσιάστηκε, έκρινε τη μαρτυρία των εφεσιβλήτων αξιόπιστη, σε αντίθεση με εκείνη των εφεσειόντων, για το μάρτυρα των οποίων ανέφερε ότι:-
«..., ήταν έκδηλη η πρόθεση του ότι προσήλθε στο Δικαστήριο με μοναδικό σκοπό την απαλλαγή από τις τυχόν συμβατικές του υποχρεώσεις.»
Διαπίστωσε, μεταξύ της μαρτυρίας των εφεσειόντων, της δικογραφημένης Υπεράσπισής τους και των υποβολών που τέθηκαν στο μάρτυρα των εφεσιβλήτων, αντιθέσεις, οι οποίες δεν του επέτρεπαν να στηριχθεί στη μαρτυρία τους. Περαιτέρω, για τους ισχυρισμούς που πρόβαλε ο Μ.Υ.1 και δεν λήφθηκαν υπόψη, ανέφερε τα εξής:-
«..., ακόμη και αν υπήρχε η δυνατότητα να κριθούν, αξιολογούνται όχι απλά φτωχοί, όσο μυθώδεις και αδιαχώριστοι της φαντασίας. ΄Οταν ερωτήθηκε ο ΜΥ1 εάν η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας αντιπροσωπεύει το αναφερόμενο στο τεκμήριο 2 ποσό των Λ.Κ. 20.000, είπε ότι δεν γνώριζε, σε άλλες όμως ερωτήσεις σχετικά με τι αντιπροσώπευαν οι συναλλαγματικές, ήταν βέβαιος ότι αφορούσαν εκτέλεση εργασίας και όχι χρηματοδότηση. ΄Οταν μάλιστα ερωτήθηκε να εξηγήσει γιατί δεν ζήτησε να μπει ως όρος στη συμφωνία τεκμήριο 2 αυτό που ο ίδιος ισχυρίστηκε, ότι δηλαδή αν δεν του έδιδαν δουλειά δεν θα αγόραζε τα μηχανήματα, είπε ότι με τον κον Σολομωνίδη ήταν φίλοι και του είχε εμπιστοσύνη. ... Ο ισχυρισμός ότι το τεκμήριο 1 εκδόθηκε για να εξοφληθεί με εκτέλεση εργασίας κρίνεται ανυπόστατος, εφόσον ήδη από το 1994 οι διάδικοι είχαν μετατρέψει το τεκμήριο 2 επ' ονόματι της Εναγομένης 1. Γιατί η Εναγομένη 1 δεν εκτέλεσε εργασία εντός των δύο αυτών ετών (1994 έως 20/9/96); Η δικαιολογία του μάρτυρα είναι ότι εκείνοι (δηλαδή οι Εναγόμενοι) ανέμεναν να τους δώσουν εργασία. Περαιτέρω, εάν ευσταθούσε στη λογική ο ισχυρισμός της αναμονής, γιατί ο όρος περί εκτέλεσης εργασίας δεν αναφέρθηκε είτε στο τεκμήριο 2 το 1994, είτε στο τεκμήριο 1 αργότερα; Η μόνη δικαιολογία που προβάλλει ο ΜΥ1 είναι η εμπιστοσύνη του στο πρόσωπο του κου Σολομωνίδη και η ανιδιοτελής βοήθεια που του παρείχαν με την υπογραφή του τεκμηρίου 1.»
Με την απόρριψη της μαρτυρίας των εφεσειόντων, το Δικαστήριο κατέληξε ως εξής:-
«... το τεκμήριο 1 το οποίο εκδόθηκε στις 20/9/96 αντιπροσωπεύει μέρος της οφειλής που δημιουργήθηκε με το τεκμήριο 2, συγκεκριμένα του ποσού των Λ.Κ. 15.000 και η οποία (οφειλή) αργότερα μεταβιβάστηκε στην Εναγομένη 1 ως η επιπρόσθετη συμφωνία στο τεκμήριο 2, ημερομηνίας 21/6/94. Βρίσκω περαιτέρω ότι το τεκμήριο 1 οι Εναγόμενοι 2 και 3 το υπέγραψαν ως εγγυητές. Τούτο συνάγεται τόσο από την υπεράσπιση τους (σχετικά με την υπογραφή) όσο και από τη μαρτυρία της ΜΕ1. Περαιτέρω, από εξέταση του εν λόγω τεκμηρίου προκύπτει ότι κάθε μια των 25 συναλλαγματικών που αποτελούν το τεκμήριο 1, έχει λήξει. Επιπλέον, κρίνω ότι οι εν λόγω συναλλαγματικές δεν έχουν εξοφληθεί, άλλωστε τούτο παραδέχθηκε και ο ΜΥ1. Κρίνω επίσης ότι για τις εν λόγω συναλλαγματικές (τεκμήριο 1) δεν υπήρξε άλλη συμφωνία σε σχέση με τον τρόπο εξόφλησης τους. Τέλος, αποδέχομαι τη θέση της ΜΕ1 ότι οι εν λόγω συναλλαγματικές παρουσιάστηκαν στην Εναγομένη 1 και δεν τιμήθηκαν και ότι περαιτέρω ζητήθηκε από τους Εναγομένους 2 και 3 να τις εξοφλήσουν, οι οποίοι όμως αρνήθηκαν. Περαιτέρω, η εξέταση του τεκμηρίου 1 ως και η διαπίστωση της παρέλευσης του χρόνου τίμησης του, αποκαλύπτει ότι το εν λόγω τεκμήριο φέρει τόκο προς 8,5% ως στην παράγραφο 7 της έκθεσης απαίτησης, αναφέρεται. ΄Αλλωστε, αυτός ο ισχυρισμός δεν αντικρούστηκε από τους Εναγόμενους 2 και 3 κατά την ακροαματική διαδικασία (βλ. Adidas {πιο πάνω}[1]).
Σημειώνω εδώ ότι το τεκμήριο 1 σε κανένα στάδιο δεν αμφισβητήθηκε ότι αποτελεί συναλλαγματική, εν πάση όμως περιπτώσει κατόπιν σχετικής εξέτασης του εν λόγω τεκμηρίου διαπιστώνω ότι πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Συναλλαγματικών Νόμου, Κεφ. 262 και της νομολογίας (βλ. D&G Products Ltd v. Αναστασίου (2002) 1 Α.Α.Δ. 1400). Ενόψει αυτής της διαπίστωσης, η εισήγηση του κου Παπαθεοδώρου περί εξέτασης εναλλακτικής βάσης αγωγής καθίσταται θεωρητικής μόνο σημασίας και συνεπώς αχρείαστη.»
Ακολούθως, το Δικαστήριο ασχολήθηκε με τη νομική σημασία της υπογραφής από τους εφεσείοντες των συναλλαγματικών και την απουσία υπογραφής από τον εφεσείοντα 2 του Τεκμηρίου 2, για να διαπιστώσει ότι η υπογραφή των συναλλαγματικών προκύπτει τόσο από τη μαρτυρία των εφεσιβλήτων όσο και από την παραδοχή για την υπογραφή των συναλλαγματικών στην Υπεράσπιση. Ως προς τη μη αποδοχή της μεταβίβασης της συμφωνίας - Τεκμήριο 2 - αυτή, διαπίστωσε, παρέμεινε απλός ισχυρισμός.
Η ορθότητα της απόφασης αμφισβητείται με τέσσερις λόγους έφεσης. Με τους δύο πρώτους, οι οποίοι συμπλέκονται, αμφισβητείται η ορθότητα της αξιολόγησης της μαρτυρίας και, συνακόλουθα, η απόρριψη της θέσης των εφεσειόντων ότι η αξία των μηχανημάτων, με βάση τη συμφωνία της 15/5/1992, θα πληρωνόταν με την προσφορά εργασίας από αυτούς.
Είναι καλά γνωστό ότι το εφετείο σπάνια επεμβαίνει στις διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου, είτε αυτές αφορούν γεγονότα, είτε αναφέρονται στην αξιοπιστία των μαρτύρων. Επέμβαση δικαιολογείται μόνο, αν τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική, ή δε δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματά του - (βλ. Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 C.L.R. 321 και Αντωνίου ν. Γεστάμη και Σία Λτδ κ.ά. (2002) 1 Α.Δ.Δ. 1070.
΄Εχουμε μελετήσει όλα όσα ο συνήγορος των εφεσειόντων ανέπτυξε προς υποστήριξη της θέσης τους, αλλά και τη μαρτυρία στο σύνολό της. Δεν εντοπίσαμε ο,τιδήποτε, το οποίο να δικαιολογεί να επέμβουμε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας ή στα συνακόλουθα ευρήματα και συμπεράσματα, στα οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε. Οι διαπιστώσεις πρωτοδίκως, στη βάση της μαρτυρίας που έγινε αποδεχτή ως αξιόπιστη, ήταν εύλογα επιτρεπτές. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε με κάθε ένα ισχυρισμό που οι εφεσείοντες πρόβαλαν και έδωσε πειστικό λόγο, γιατί δεν τον αποδέχεται ή δεν τον εξετάζει.
Οι λόγοι έφεσης που αφορούν στην αξιολόγηση της μαρτυρίας δεν ευσταθούν.
Με τους λόγους έφεσης 3 και 4, αμφισβητείται η ορθότητα της κατάληξης ότι, με την υπογραφή των συναλλαγματικών κάτω από τη λέξη «εγγυητής» και χωρίς άλλη αναφορά που να εξειδικεύει τις υποχρεώσεις των εφεσειόντων, αυτοί ανέλαβαν τις υποχρεώσεις του εκδότη των συναλλαγματικών. Η ασάφεια, ισχυρίζονται οι εφεσείοντες, και η έλλειψη προσδιορισμού των υποχρεώσεων θα έπρεπε να επενεργήσει προς όφελός τους. Περαιτέρω, η έλλειψη ισχυρισμού στη δικογραφία των εφεσιβλήτων - ότι ο πρωτοφειλέτης παρέλειψε να τιμήσει τις υποχρεώσεις του - δε δημιουργεί υποχρέωση στους εφεσείοντες για καταβολή των ποσών των συναλλαγματικών.
Ούτε αυτοί οι λόγοι έφεσης ευσταθούν.
Η υπογραφή των συναλλαγματικών κάτω από τη λέξη «εγγυητής», η οποία είναι παραδεκτή από τους εφεσείοντες, μαζί με τη μαρτυρία των εφεσιβλήτων ότι αυτοί εγγυήθηκαν την πληρωμή των συναλλαγματικών και υπέγραψαν στην παρουσία της μάρτυρος Σολομωνίδου δεν αφήνουν περιθώρια άλλης κατάληξης από την πρωτόδικη.
Ούτε τα περί μη δικογράφησης της θέσης ότι ο πρωτοφειλέτης παρέλειψε να τιμήσει τις συναλλαγματικές ευσταθούν. Υπάρχει ρητή αναφορά στην ΄Εκθεση Απαίτησης και αξιόπιστη μαρτυρία, στην οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο στηρίχτηκε.
Η έφεση απορρίπτεται, με €1.700,00 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ των εφεσιβλήτων.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΜΠ