ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 1 ΑΑΔ 766
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Γενική Αίτηση Αρ. 49/2003)
10 Ιουνίου, 2003
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ
ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
- και -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ G.M.P. KATSAMBAS LTD. ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ
ΝΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΙ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI,
- και -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ TΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ
ΗΜΕΡ. 7/5/03 ΚΑΙ/Ή 3/3/03 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗΝ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ ΜΕ ΑΡ. 1374/90, Ε. Δ. ΠΑΦΟΥ.
Χρ. Γεωργιάδης, για τους Αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτητές με την παρούσα ζητούν άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari. Ζητείται συγκεκριμένα η ακόλουθη θεραπεία:-
«Παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari για μεταφορά και παρουσίαση στο Ανώτατο Δικαστήριο όλων των πρακτικών ημερ. 7/5/03 και/ή 3/3/03 της πολιτικής υπόθεσης αρ. 1374/90 Ε. Δ. Πάφου και την ακύρωση της επί της εν λσγω υπόθεσης απόφανσης του Δικαστηρίου ημερ. 7/5/03 και/ή 3/3/03 με την οποία απορρίφθηκε η ένσταση των αιτητών ενάντια στην προσαγωγή μαρτυρίας αναφορικά με γεγονότα που είχαν ήδη γίνει παραδεκτά στις 31/10/02.»
Οι αιτητές είναι ενάγοντες στην αγωγή του Ε. Δ. Πάφου με αρ. 1374/90 η οποία αφορά απαιτήσεις που πηγάζουν από συμφωνία εργολαβίας. Στις 31.10.2002 οι διάδικοι στην πιο πάνω αγωγή συμφώνησαν παραδεκτά γεγονότα τα οποία και δήλωσαν στο Δικαστήριο. Στις 3.3.2003 και 7.5.2003 οι εναγόμενοι προσήγαγαν μαρτυρία κατά την ακροαματική διαδικασία η οποία, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των αιτητών στην παρούσα διαδικασία - και εναγόντων στην πιο πάνω αγωγή - ήταν απαράδεκτη γιατί ανέτρεπε τα παραδεκτά γεγονότα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη σχετική ένσταση των αιτητών δίδοντας τη δική του ερμηνεία στη δήλωση των παραδεκτών γεγονότων και προχώρησε να ακούσει τη μαρτυρία που προσήγαγαν οι εναγόμενοι.
Με την παρούσα αίτηση οι αιτητές επιδιώκουν την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για διάταγμα Certiorari προς ακύρωση των ενδιάμεσων αποφάσεων με τις οποίες κρίθηκε, ως αποδεκτή μαρτυρία, η μαρτυρία που παρουσίασαν οι εναγόμενοι.
Ως λόγους για την παραχώρηση της άδειας, οι αιτητές προβάλλουν ότι, όπως ισχυρίζονται, το Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα το οποίο είναι εμφανές από το πρακτικό, ότι παραβιάζεται η αρχή της ισότητας των όπλων και τέλος ότι παραβιάζεται το δικαίωμα των αιτητών να διαγνωσθεί η διαφορά τους με τους εναγομένους σε εύλογο χρόνο.
Είναι νομολογημένο ότι το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στο παρόν στάδιο στην ουσία της αίτησης. Είναι ικανοποιητικό για την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari να φαίνεται στην αίτηση και την ένορκη δήλωση που την υποστηρίζει, καθώς και στο περιεχόμενο των εγγράφων ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση για συζήτηση ώστε να δοθεί άδεια. (Βλέπε:
In re Nina Panaretou (1972) 1 C.L.R. 165, In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250 και In re Βιολάρης, Αίτηση αρ. 197/96, ημερ. 18.12.1996)Οι λόγοι για τους οποίους εκδίδονται εντάλματα της φύσεως Certiorari για ακύρωση απόφασης κατώτερου Δικαστηρίου περιλαμβάνουν υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας, έκδηλη παρανομία, προκατάληψη ή συμφέρον από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την απόφαση, δόλο ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης και παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.
Το ένταλμα Certiorari παρέχει τη δυνατότητα άσκησης ελέγχου κατώτερου Δικαστηρίου, είτε όπου ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του, είτε όπου την υπερέβη, είτε όπου προκύπτει από το πρακτικό προφανές νομικό ελάττωμα. Δεν επιτρέπει όμως αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης, αλλά της νομιμότητας της. (Βλέπε: In re Gennaro Perella (1995) 1 Α.Α.Δ. 356 και Αναφορικά με την αίτηση Mareware Shipping & Trading Company Ltd. (1992) 1 A.A.Δ. 116
).Από την επιχειρηματολογία του ευπαιδεύτου συνηγόρου, τα γεγονότα όπως περιγράφονται στην αίτηση και την ένορκη δήλωση που τα επιβεβαιώνει προκύπτει ότι οι αιτητές δεν επικαλούνται συγκεκριμένη υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας ή έκδηλη παρανομία στην όψη του πρακτικού εκ μέρους του Δικαστηρίου. Επικαλούνται απλώς ότι υπήρξε νομικό σφάλμα στην ερμηνεία της δήλωσης των παραδεκτών γεγονότων.
Στην παρούσα περίπτωση δεν έχω πεισθεί ότι το Δικαστήριο υπέπεσε σε προφανές νομικό σφάλμα, το οποίο είναι εμφανές στην όψη του πρακτικού, το οποίο μπορεί να διαγνωσθεί χωρίς περαιτέρω εξέταση και έρευνα. Εξήσκησε τη δικαιοδοσία που του παρέχει ο νόμος και κατέληξε στα συμπεράσματα του. Είναι ορθό ότι το ένταλμα της φύσεως Certiorari μπορεί να εκδοθεί όταν έχει εμφιλοχωρήσει νομικό ελάττωμα εμφανές στην όψη του πρακτικού, η ευχέρεια όμως αυτή δεν καλύπτει και τις νομικά εσφαλμένες αποφάσεις. Όταν το Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας να αποφασίσει ένα θέμα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπερέβη ή έκανε κατάχρηση της δικαιοδοσίας του, απλώς και μόνο γιατί ερμήνευσε λανθασμένα νομοθέτημα ή, όπως στην παρούσα περίπτωση, το κείμενο των παραδεκτών γεγονότων. (Βλέπε: Halsbury΄s Laws of England, 3η Έκδοση, Τόμος ΙΙ, παράγρ. 119 και Αναφορικά με το Μάριο Χρίστου, Αίτηση αρ. 25/96, ημερ. 9.4.1996
).Πάγια επίσης νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου υποδεικνύει ότι δεν είναι επιτρεπτή η έκδοση προνομιακού εντάλματος με σκοπό την υπαγόρευση στο πρωτόδικο Δικαστήριο του τρόπου με τον οποίο θα πρέπει να αποφασίσει σε σχέση με θέμα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του. (Βλέπε:
In re Malikides and Others (1980) 1 C.L.R. 472, In re Aeroporos and Others (1988) 1 C.L.R. 302 και Αναφορικά με την αίτηση της Mareware Shipping & Trading Company Ltd. (1992) 1 Α.Α.Δ. 116).Στην υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση Ανδρέα Κωνσταντινίδη κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 847 στην οποία ζητείτο άδεια για καταχώρηση αίτησης για Certiorari προς ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου με την οποία κρίθηκαν οι γραπτές καταθέσεις προς την αστυνομία ως αποδεκτή μαρτυρία (σε ποινική υπόθεση) ο Κωνσταντινίδης, Δ. μετά από παράθεση της σχετικής νομολογίας κατέληξε ως εξής:-
«Στην παρούσα υπόθεση επιδιώκεται, ευθέως πλέον, η ανατροπή της ενδιάμεσης απόφασης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ως εσφαλμένης, για να αποκλειστεί ό,τι επετράπη να προσαχθεί ως μαρτυρία. Κατά τα πιο πάνω, τα οποία υιοθετώ, δεν παρέχεται η δυνατότητα για τέτοια παρέμβαση.»
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών εισηγήθηκε ότι στην υπόθεση Τζεννάρο Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692 η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ανέτρεψε την προηγούμενη νομολογία και επέτρεψε την έκδοση του εντάλματος Certiorari και για απλά νομικά σφάλματα του Δικαστηρίου.
Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή. Έχω μελετήσει προσεκτικά το κείμενο της πιο πάνω απόφασης και δεν προκύπτει ότι ανέτρεψε ή διαφοροποιήθηκε από προηγούμενη νομολογία. Αντίθετα επιδοκίμασε την προηγούμενη νομολογία καθώς και την Αγγλική αναφέροντας και τα εξής:-
«Η εμβέλεια του προνομιακού εντάλματος certiorari, όπως την αναγνώρισε τελικά η σύγχρονη αγγλική νομολογία, παρέχει δυνατότητα για άσκηση ελέγχου από ανώτερο προς κατώτερο δικαστήριο - όχι όμως αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου - με προοπτική την επέμβαση, είτε όπου το κατώτερο δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη είτε όπου προκύπτει στην όψη του «πρακτικού» της απόφανσης του κατώτερου δικαστηρίου προφανές νομικό λάθος έστω και αν αυτό δεν άπτεται της δικαιοδοσίας.»
Κατά συνέπεια καταλήγω ότι ο αιτητής δεν απέδειξε εκ πρώτης όψεως υπόθεση που να δικαιολογεί την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για Certiorari.
Η αίτηση απορρίπτεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ