ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 1 ΑΑΔ 889

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΝΑΥΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 18/2003)

30 Ιουνίου, 2003

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΒΛΑΔΕΝΙΔΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ,

Ενάγων,

και

ΤΟ ΡΥΜΟΥΛΚΟ «THALASO POROS" ΥΠΟ ΣΗΜΑΙΑ ΟΝΔΟΥΡΑΣ

ΠΟΥ ΤΩΡΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΕΛΛΙΜΕΝΙΣΜΕΝΟ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ

ΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,

Εναγόμενος .

__________

Αίτηση ημερ. 20.5.2003 για σύλληψη του πλοίου.

A. Γιωρκάτζης, για τον Ενάγοντα-Αιτητή.

M. Βορκάς, για το εναγόμενο σκάφος-καθ΄ου η αίτηση.

___ _______

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Στι ς 21.5.2003 εκδόθηκε, ύστερα από αίτηση του ενάγοντα, διάταγμα σύλληψης του ρυμουλκού «Thalasoporos» που βρίσκεται στο λιμάνι Λεμεσού. Η αγωγή αφορά αξίωση για δεδουλευμένους μισθούς του ενάγοντα ως ναύτη, από 18.2.03-10.5.03. Οι πλοιοκτήτες αμφισβήτησαν το εκδοθέν διάταγμα και στη διαδικασία που ακολούθησε υποστήριξαν ότι το ένταλμα θα έπρεπε, για σειρά λόγων, να ακυρωθεί.

Το κύριο τους επιχείρημα ήταν ότι το πλοίο είχε ναυλωθεί στην εταιρεία Pelling Trading Co, από τη Λιβερία, με σύμβαση χρονοναύλωσης για περίοδο ενός έτους από το Γενάρη του 2003. Το εναγόμενο πλοίο παραδόθηκε χωρίς πλήρωμα στους ναυλωτές που ανέλαβαν να το επανδρώσουν επιβαρυνόμενοι με την καταβολή των αμοιβών των ατόμων που θα προσλαμβάνονταν. Ισχυρίζονται ακόμα ότι μετά την παράδοση του ρυμουλκού στους ναυλωτές έχασαν επαφή μαζί τους, κανένας δε ναύλος δεν τους έχει καταβληθεί μέχρι σήμερα.

Αντ ίθετα, ο ενάγων, τόσο στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτησή του, όσο και στην επ΄ ακροατηρίω διαδικασία, ισχυρίστηκε ότι εργοδοτήθηκε ως ναύτης στο πλοίο από τον κ. Γεώργιο Πόρτολο, πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου της πλοιοκτήτριας εταιρείας.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των πλοιοκτητών υποστήριξε ότι η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί γιατί στο πλαίσιο της νομικής βάσης που ο ενάγων-αιτητής ήταν υποχρεωμένος να θέσει, δεν αναφέρεται η κατάλληλη διάταξη. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 237 του περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1893 (Cyprus Admiralty Jurisdiction Order, 1893), σε όλες τις περιπτώσεις που δεν ρυθμίζονται από τους κανονισμούς, εφαρμόζεται η ακολουθούμενη από το Ναυτοδικείο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας πρακτική. Ο κ. Βορκάς υποστήριξε ότι ο αιτητής παρέλειψε να αναφέρει την πρόνοια επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοσία του δικαστηρίου, δηλαδή παρέλειψε να αναφερθεί στη σχετική πρόνοια του αγγλικού νόμου, The Administration of< span style='font-family:Arial; mso-ansi-language:EL'> Justice Act του 1956 (βλέπε άρθρο 29 (2) (α) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/60).

Το επιχείρημα δεν ευσταθεί. Ο αιτητής στην αίτησή του σαφώς αναφέρει τους Κανονισμούς 50-59 του περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικού Κανονισμού, οι οποίοι ρυθμίζουν ακριβώς τη διαδικασία έκδοσης εντάλματος σύλληψης πλοίου. Περιλήφθηκαν ακόμα και οι Κανονισμοί 203-212 που αναφέρονται στον τρόπο υποβολής αίτησης. H αναφορά στη νομοθεσία επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, δεν κρίνεται, για σκοπούς αίτησης όπως η παρούσα, αναγκαία. Δεν παρατηρείται, συνεπώς, στην παρούσα περίπτωση παράλειψη αναφοράς στο θεσμό που στοιχειοθετεί το νομικό υπόβαθρο της αίτησης και συνεπώς δεν τυγχάνει εφαρμογής η υπόθεση Μαχλουζαρίδης ν. Ιωαννίδη κ.α. (1990) 1 Α.Α.Δ. 965 που αναφέρθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο των πλοιοκτητών.

Ο κ. Βορκάς υποστήριξε επίσης ότι ο ενάγων θα μπορούσε να καταχωρήσει αγωγή εναντίον του πλοίου δυνάμει του άρθρου 1 (1) (ο) του Administration of Justice Act του 1956 και αίτηση σύλληψής του, μόνο αν κατά τον ουσιώδη χρόνο της δημουργίας του αγώγιμου δικαιώματος, όχι μόνο η ιδιοκτησία του πλοίου ανήκε στον πελάτη του, αλλά και αν ο ενάγων είχε προσωποπαγή αξίωση (in personam) εναντίον των πλοιοκτητών. Οι πλοιοκτήτες δεν ήταν οι εργοδότες του και συνεπώς δεν δημιουργείται προσωποπαγής αξίωση εναντίον τους.

Το επιχείρημα στηρίζεται στο άρθρο 3 (4) του Νόμου σύμφωνα με το οποίο η δικαιοδοσία Ναυτοδικείου ασκείται στις περιπτώσεις εκείνες που το πρόσωπο που θα ήταν υπεύθυνο για την αξίωση σε προσωποπαγή αγωγή ήταν, κατά τη δημουργία του αγώγιμου δικαιώματος ο ιδιοκτήτης ή ναυλωτής ή κάτοχος ή το πρόσωπο που είχε τον έλεγχο του πλοίου και νοουμένου ότι επίκληση της δικαιοδοσίας μπορεί να γίνει με πραγματοπαγή αγωγή (in rem) εναντίον του πλοίου.

Κάθ ε ναύτης έχει ναυτικό δικαίωμα επίσχεσης επί του πλοίου και του φορτίου για τους μισθούς του. Το δικαίωμα αυτό υφίσταται ακόμα κι΄ αν το πρόσωπο που τον προσέλαβε έχει δόλια αποκτήσει την κατοχή του πλοίου κι΄ αυτό γιατί το δικαίωμα επίσχεσης εδράζεται στις παρασχεθείσες στο πλοίο υπηρεσίες (The Edwin, Br< span lang=EL style='font-family:Arial;mso-ansi-language:EL'>. & L. 281. Βλέπε επίσης Williams & Bruce, Jurisdiction and Practice of the English Courts in Admiralty Actions and Appeals, σελ.216. Βλέπε ακόμα Halsbury΄s Laws of England, 4η ΄Εκδοση, Τόμος 43, σελ .778, παραγρ. 1137).

Ο όρος «ναυτικός» περιλαμβάνει κάθε πρόσωπο εκτός του πλοιάρχου και των πλοηγών που εργοδοτείται υφ΄ οιανδήποτε ιδιότητα επί πλοίου και η δικαστική πρακτική επιτρέπει σε οιονδήποτε πρόσωπο που έχει εργαστεί επί του πλοίου επ΄ αμοιβή να ενάγει ως ναυτικός για το μισθό του (N. Meeson , Admiralty Jurisdiction and Practice< b>, Lloyd< i>΄s of< span style='font-family:Arial;mso-ansi-language:EL'> London Press Ltd , 1993, σελ. 45).< o:p>

Εκε ίνο που δημιουργεί το δικαίωμα επίσχεσης ναυτικού για τους μισθούς του και ενεργοποιεί την εξασφάλισή του από το ίδιο το πλοίο, είναι η υπηρεσία του επί του σκάφους και όχι η σύμβαση εργοδότησης (Wells< i> v. Osman (1704) 2 Ld. Ray . 1044. Βλέπε επίσης Thomas, British Shipping Laws, Maritime Liens, Volume 14, παραγρ. 311 ).

Η αξίωση του ναυτικού για τους μισθούς του είναι πραγματοπαγής (in rem) και το δικαίωμα επίσχεσης υφίσταται, ανεξάρτητα από την προσωπική ευθύνη του πλοιοκτήτη (The Castlegate (1893) Α.C. 38, 52). Ναυτικός συνεχίζει να έχει δικαίωμα επίσχεσης επί του πλοίου, ακόμα και όταν έχει, κατ΄ ισχυρισμόν, εργοδοτηθεί από πρόσωπο που απέκτησε δολίως την κατοχή του πλοίου (The Edwin< i> (1864) B. & L. 281) ή ακόμα από κάποιο που έκλεψε το πλοίο (The Ferret (1883) 8 App. Cas . 329) ή που έχει απλώς κατοχή του πλοίου, χωρίς νόμιμο τίτλο επ΄ αυτού (Wells< i> v. Osman< i>, ανω τέρω).< o:p>

Το δικαίωμα επίσχεσης του ναυτικού συνεχίζει ακόμα να είναι προσκολλημένο επί του πλοίου, παρά το ότι το σκάφος τελεί υπό ναύλωση, σύμφωνα με τους όρους της οποίας ο ναυτικός εργοδοτείται και πληρώνεται από το ναυλωτή (βλέπε Thomas , ανω τέρω, σελ. 176, υποσημείωση 71). Το πλοίο ευθύνεται ακόμα κι΄ αν ο ναυτικός δεν έχει προσωποπαγή αξίωση (in personam) εναντίον του πλοιοκτήτη.

Και όλα αυτά ανεξάρτητα από το ότι η διατύπωση των άρθρων 1 και 3 του Administration of Justice Act του 1956 δεν δικαιολογεί τη σχετική επιχειρηματολογία του κ. Βορκά.

Αφο ύ, όπως είδαμε, το αποτέλεσμα δεν επηρεάζεται έστω κι΄ αν το πλοίο ήταν ναυλωμένο, δεν χρειάζεται να ασχοληθώ με το περιεχόμενο του ισχυρισμού των δύο μαρτύρων και να καταλήξω σε διαπιστώσεις επί γεγονότων τα οποία δυνατόν να άπτονται της ουσίας της υπόθεσης.

Οι πλοιοκτήτες δεν έχουν δείξει λόγο γιατί το ένταλμα σύλληψης του πλοίου να μην παραμείνει σε ισχύ. Καταλήγω ότι θα εξέδιδα το διάταγμα σύλληψης. Διατάσσεται η διατήρηση της εγγύησης που παρασχέθηκε με τους ίδιους όρους.

Τα έξοδα θα βαρύνουν το εναγόμενο πλοίο.

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο