ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 1 ΑΑΔ 1974
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αίτηση αρ. 135/02
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.
Εξ πάρτε αίτηση του Μιχάλη Επιφανίου από τη Λευκωσία
για άδεια υποβολής αίτησης διά κλήσεως για έκδοση εντάλματος
certiorari και/ή prohibition
- και -
Αναφορικά με την αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο
Λευκωσίας αρ. 90/02 της Συνεργατικής Εταιρείας Κυπερούντας
(Αιτητές) για έκδοση διατάγματος παραλαβής εναντίον του
Μιχάλη Επιφανίου (καθού η αίτηση) αιτητή στην παρούσα
αίτηση certiorari
- και -
Αναφορικά με ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου
Λευκωσίας ημερ. 28/11/02 στην αίτηση υπ' αρ. 90/02 με την οποία
απέρριψε το αίτημα του αιτητή και καθού η αίτηση στην αίτηση
90/02 όπως το Δικαστήριο εξετάσει τη γνησιότητα του
ανταλλάγματος για το οποίο εκδόθηκε η διαιτητική απόφαση
ημερ. 29/6/00
- και -
Αναφορικά με Διάταγμα/Απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου
Λεμεσού, ημερ. 26/3/01 που εκδόθηκε στη Γενική Αίτηση χωρίς
ειδοποίηση της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας
Κυπερούντας με την οποία δέχθηκε την εγγραφή, ώστε να
καταχωριστεί ως δικαστική απόφαση και να εκτελεστεί
η απόφαση, που εκδόθηκε από διαιτητή στις 29/6/00 σε
βάρος του αιτητή στην παρούσα αίτηση certiorari
- και -
Αναφορικά με τη στέρηση του φυσικού δικαιώματος του
αιτητή να ακουστεί στην αίτηση ενώπιον του Επαρχιακού
Δικαστηρίου, προτού το Δικαστήριο δεχτεί την εγγραφή
και προτού να καταχωριστεί από το Δικαστήριο ως
δικαστική απόφαση και να εκτελεστεί ως απόφαση, που
εκδόθηκε από διαιτητή στις 29/6/00 σε βάρος του αιτητή
στην παρούσα αίτηση certiorari
- και -
Απαιτούμενης της άδειας του Δικαστηρίου για την εγγραφή της
διαιτητικής (εφόσον είναι νόμιμη) απόφασης ως δικαστικής
για να εκτελεστεί, το Δικαστήριο παρέλειψε να ακούσει την
ένσταση και τους λόγους που θα προβληθούν από τον αιτητή
ως άτομο εναντίον του οποίου εκδόθηκε η δικαστική απόφαση
- και -
Αναφορικά με την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων
άρθρ. 155.4 και άρθρ. 23, 28, 33, 35 του Συντάγματος και
άρθρ. 3, 9, 11 και 15 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης
(Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964) (Ν. 33/64) και τα άρθρ. 19,
29, 30, 31, 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60)
------------------------------
Ημερομηνία:
19 Δεκεμβρίου, 2002Για τον αιτητή: Κ. Ευσταθίου
-------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Αντικείμενο της αίτησης, που είναι ενώπιον μου, είναι η παραχώρηση άδειας για να επιδιωχθεί η ακύρωση, με τη νενομισμένη διαδικασία, με την έκδοση διατάγματος certiorari, η απόφαση ή διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ημερ. 26/3/01. Όπως διατείνεται ο αιτητής στην ένορκη του δήλωση, το διάταγμα διατάσσει την εγγραφή διαιτητικής απόφασης, ημερ. 29/6/00, ως δικαστικής απόφασης για σκοπούς εκτέλεσης της. Η απόφαση ήταν υπέρ της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Κυπερούντας (Συνεργατική ή Δανείστρια) και εναντίον του αιτητή. Άλλες λεπτομέρειες ελλείπουν. Η απόφαση εκδόθηκε στην παρουσία του αιτητή, αφού ακούστηκε ο δικηγόρος του (βλ. ενδιάμεση απόφαση, τεκμ. 1, συνημμένη στην αίτηση). Όμως, όπως είναι το παράπονο του αιτητή, η διαιτητική απόφαση είχε εγγραφεί ύστερα από μονομερή αίτηση της Δανείστριας.
Ο αιτητής αναφέρει περαιτέρω στην ένορκη του δήλωση ότι η Δανείστρια τού επέδωσε ειδοποίηση πτώχευσης με αρ. 911/01 και στη συνέχεια την αίτηση πτώχευσης με αρ. 90/02. Δε διαφωτίζει ο αιτητής πότε λήφθηκαν αυτά τα μέτρα για να εξεταστεί κατά πόσον υπήρχε προοπτική να αποταθεί στο δικαστήριο για θεραπεία από τότε. Εν πάση περιπτώσει, τέθηκε από το δικηγόρο του αιτητή, κατά την ακρόαση της αίτησης πτώχευσης, ότι το χρέος του προς τη Συνεργατική ήταν, εν γνώσει της, εικονικό.
Ο δικαστής που επιλήφθηκε της αίτησης πτώχευσης επισήμανε ότι ο χρεώστης (αιτητής) δεν ήγειρε τέτοιο θέμα παρόλο που εμφανίστηκε γιαυτόν δικηγόρος. Παραπέμποντας στις υποθέσεις Re Debtor (Νο. 27 of 1927) (1928) All E.R. Rep. 501 και Re Newey, Ex p. Whiteman (1912) 107 LT 832, απέκλεισε τη δυνατότητα εξέτασης θέματος εικονικότητας του χρέους αφού, σύμφωνα με την πρώτη αυθεντία, δεν είχαν τεκμηριωθεί με μαρτυρία "οι υπόνοιες για άδικες ή ανάρμοστες περιστάσεις" και με βάση τη δεύτερη, δεν υπάρχει ισχυρισμός εναντίον του διαιτητή για δόλο ή ανάρμοστη συμπεριφορά. Η ενδιάμεση απόφαση για το εν λόγω ζήτημα δόθηκε στις 28/11/02 και είναι το μόνο τεκμήριο, που προσκομίστηκε στο δικαστήριο ως τεκμ. 1.
Την απόρριψη του αιτήματος αναφορικά με τη γνησιότητα του χρέους, ακολούθησε η κρινόμενη αίτηση για άδεια για certiorari, καθώς επίσης και για προσωρινή αναστολή με την έκδοση διατάγματος prohibition με το οποίο να απαγορεύεται η περαιτέρω εκδίκαση της αίτησης πτώχευσης, μέχρις ότου γνωσθεί η τύχη του παρόντος διαβήματος. Η θέση του δικηγόρου του αιτητή είναι ότι η μονομερής διαδικασία στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα εγγραφής της διαιτητικής απόφασης αποστέρησε τον αιτητή του θεμελιακού δικαιώματος της ακρόασης, με αποτέλεσμα να είναι εξ υπαρχής άκυρο. Για να υποστηρίξει τη θέση του αναφέρθηκε στην απόφαση του Κωνσταντινίδη Δ., στην αίτηση αρ. 152/99 Βασούλας Τάσου (Κακουρή) ημερ. 11/8/00, την οποία ακολούθησε ο Αρτεμίδης Δ., στην αίτηση αρ. 101/01 του Χριστόδουλου Πιττάκα ημερ. 5/12/01.
Πρέπει να παρατηρήσω ότι η απόφαση ή διάταγμα της 26/3/01 που, όπως διευκρίνισε και προφορικά ο κ. Ευσταθίου, είναι το αντικείμενο της αίτησης για άδεια, δεν έχει προσαχθεί στο δικαστήριο. Μου έχει μάλιστα λεχθεί ότι δεν εντοπίστηκε ο αριθμός της αίτησης ή άλλης διαδικασίας στην οποία εκδόθηκε το διάταγμα. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του δικαστηρίου η προσκόμιση δικαστικής απόφασης
ή διατάγματος αποτελεί προϋπόθεση για να εξεταστεί αίτημα αναθεώρησης της. Στην υπόθεση Π. Ευθυμίου (1990) 1 Α.Α.Δ. 1 στις σελ. 4 και 5 έχει λεχθεί από τον Πική, Δ. (όπως ήταν τότε):"Το διάταγμα που εκδόθηκε βάσει της απόφασης της 10/12/86 (drawn-up order) που συνιστά το δηλωτικό της απόφασης δεν επισυνάφθηκε. Επισημαίνω ότι η παράλειψη δεν αφορά επουσιώδες θέμα. Το συνταγμένο διάταγμα (drawn-up order) καθιστά την απόφαση εκτελεστή και συνιστά την επισφράγιση της δικαστικής πράξης. Αποτελεί το αυθεντικό κείμενο της απόφασης και των στοιχείων που περιστοιχίζουν την έκδοση της περιλαμβανομένων και των εμφανίσεων και της εκπροσώπησης των διαδίκων (Δ.34 κ.3 - Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας).
Η διαδικασία η οποία ισχύει για την έκδοση προνομιακών διαταγμάτων είναι εκείνη που τυγχάνει εφαρμογής στις αντίστοιχες διαδικασίες στην Αγγλία όπως αναγνωρίστηκε στις υποθέσεις In Re Charalambos Aeroporos & Others (1988) 1 C.L.R. 302), και Ellinas v. Republic (1989) (A) 1 C.L.R. 17.
Σύμφωνα με την αγγλική πρακτική η προσαγωγή του διατάγματος το οποίο ενσωματώνει την απόφαση του δικαστηρίου αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για την αναθεώρηση της απόφασης με σκοπό την ακύρωση της δικαστικής βούλησης στην συγκεκριμένη περίπτωση. Η προσαγωγή του κειμένου της τελικής απόφασης από τους καθ' ων η αίτηση ενδεχομένως θεραπεύει το κενό (χωρίς να εκφέρω τελεσίδικη άποψη στο θέμα) και επιτρέπει στο δικαστήριο να επιληφθεί της αίτησης."
Περαιτέρω στην απόφαση Γεωργιάδου (αρ. 2) (1990) 1 Α.Α.Δ. 382, στη σελ. 386, ο ίδιος δικαστής είπε τα εξής:
"Τα εντάλματα σύλληψης της αιτήτριας, των οποίων επιδιώκεται η ακύρωση, δεν έχουν παρουσιαστεί και συνεπώς δεν έχει τεθεί το θεμέλιο του αιτήματος για αναθεώρηση. Η προσκόμιση του εντάλματος, ή της απόφασης της οποίας επιδιώκεται η ακύρωση, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την αναθεώρηση τους όπως επεξηγείται στην
(Βλ. επίσης In Re Papadopoullou (1980) 1 C.L.R. 431, in re Aeroporos & Another (1988) 1 C.L.R. 302, Γενικός Εισαγγελέας (αρ. 2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 761, Καρατζαφέρης (1993) 1 Α.Α.Δ. 607, Ροδοθέου (1997) 1 Α.Α.Δ. 602, Γιάγκου (αρ. 1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265 και αίτηση αρ. 68/99 Ευαγγέλου ημερ. 17/6/99).
Δεν μπορούσε επί του θέματος να υπήρχε άλλη τοποθέτηση της νομολογίας. Χωρίς την απόλυτη βεβαιότητα για το ακριβές περιεχόμενο του διατάγματος ή απόφασης και τη συγκεκριμένη διαδικασία στην οποία έχουν εκδοθεί, θα ήταν τουλάχιστον επιπόλαιη και μάταιη η αναθεώρηση που θα στηριζόταν σε υποθέσεις, οσοδήποτε λογικές, αναφορικά με την ύπαρξη και το περιεχόμενο τους.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Σ. Νικήτας, Δ.
/Κασ