ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 1 ΑΑΔ 903
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑP. 10638
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.Δ.
Μεταξύ
:Ανδρέα Παπαϊωάννου, από τα Σπήλια,
Εφεσείοντος
- και -
Ελένης Ανδρέου, από τα Σπήλια,
Εφεσίβλητης
---------------------------
26 Ιουνίου 2001
Για τον εφεσείοντα: Λ. Κληρίδης, γι΄ αυτόν Θ. Σπανού.
Για την εφεσίβλητη: Κ. Χατζηϊωάννου.
---------------------------
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο Παπαϊωάννης Ματθαίου ήταν από το 1919 ιδιοκτήτης κτήματος στα Σπήλια, αποτελούμενο από αριθμό τεμαχίων συνολικής έκτασης 12 στρ.-3 πρ.-3000 τ.π.. Το 1921 το κτήμα αγοράστηκε από τη Μαρίκα Λ. Κάσινου σε πλειστηριασμό και ενεγράφη επ΄ ονόματί της. Φαίνεται όμως να μην έλαβε κατοχή και συνάγεται πως η πράξη προοριζόταν κατ΄ ουσίαν για εξασφάλιση χρέους του Παπαϊωάννη προς αυτήν, με προοπτική την εν καιρώ επαναμεταβίβαση του κτήματος αν εξοφλείτο το χρέος. Ενόψει δε αυτής της προοπτικής, ο Παπαϊωάννης διαμοίρασε το κτήμα σε έξι από τα παιδιά του, ήτοι, στους Αγησίλαο, Κλειώ, Δεσποινού, Χρυσή, Κώστα και Ανδρέα (που είναι ο εφεσείων), ενώ στα άλλα τρία του παιδιά, έδωσε άλλη περιουσία. Στην Κλειώ, μητέρα της εφεσίβλητης, ο Παπαϊωάννης παραχώρησε μέρος του κτήματος όταν, κατά το 1935, εκείνη παντρεύτηκε. Η Κλειώ με τη σειρά της το έδωσε στην εφεσίβλητη όταν αυτή τέλεσε γάμο το 1956. Πριν από την τελευταία εξέλιξη ο γιος του Παπαϊωάννη, Κώστας Παπαϊωάννου, εξόφλησε το χρέος που οφειλόταν στη Μαρίκα Λ. Κάσινου που ήταν νονά του. Επειδή όμως δεν είχε ο ίδιος τον χρόνο να μεταβεί στο Κτηματολόγιο για την επ΄ ονόματι του μεταβίβαση, διευθετήθηκε να γίνει η μεταβίβαση στο όνομα του αδελφού του, του εφεσείοντος, ώστε να φροντίσει για δίκαιη κατανομή βάσει του διαμοιρασμού που είχε κάμει ο Παπαϊωάννης. Η μεταβίβαση του κτήματος επ΄ ονόματι του εφεσείοντος έγινε στις 24 Σεπτεμβρίου 1952, αφού στο μεταξύ ενοποιήθηκαν τα τεμάχια που το συνέθεταν και επήλθε νέα εγγραφή. Πρόκειται για το κτήμα με αρ. τεμαχίου 521 του Φ/Σ 37/30, αρ. εγγραφής 5691.
Σύμφωνα με την εφεσίβλητη, το μέρος του κτήματος που της είχε δοθεί και που κατείχε και που επομένως της αναλογούσε είχε έκταση 2 στρέμματα και 2 προστάθια. Ο εφεσείων, ο οποίος αναγνώριζε ευθύνη για διανομή του κτήματος σύμφωνα με τα όσα είχε πράξει ο πατέρας του, προέβαλε ότι το μερίδιο της εφεσίβλητης είχε έκταση μόνο 1 στρέμμα και 2 προστάθια. Υπέβαλε δε αίτηση στο Κτηματολόγιο για διαχωρισμό του κτήματος σε οκτώ μέρη διότι, καθώς ισχυρίστηκε, ο Παπαϊωάννης είχε διαμοιράσει το κτήμα σε οκτώ από τα παιδιά του, όχι σε έξι.
Ως αποτέλεσμα αυτής της διαφοράς η εφεσίβλητη διεκδίκησε, με αγωγή εναντίον του εφεσείοντος, το μέρος του κτήματος το οποίο της ανήκε. Αυτό το μέρος υποδείχθηκε από την εφεσίβλητη στο Βοηθό Κτηματολογικό Λειτουργό κ. Παντελή Γεωργιάδη, στην παρουσία του εφεσείοντος όταν ο κ. Γεωργιάδης διενήργησε, κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου, επιτόπια έρευνα. Ο
κ. Γεωργιάδης σημείωσε αυτό το μέρος σε τοπογραφικό σχέδιο το οποίο παρουσίασε ως τεκμήριο. Πρόκειται για το τεκμήριο 1.Το Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία που προσήχθη προς υποστήριξη της απαίτησης της εφεσίβλητης και απέρριψε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία του εφεσείοντος. Κατέληξε ότι στοιχειοθετήθηκε αιτία εμπιστεύματος, όχι όμως και εχθρικής κατοχής. Κατ΄ ακολουθίαν εξέδωσε δήλωση ότι η εφεσίβλητη δικαιούται να εγγραφεί ως ιδιοκτήτρια εκείνου του μέρους του κτήματος το οποίο είχε σημειωθεί στο τοπογραφικό σχέδιο, τεκμήριο 1, αλλά και διάταγμα για την επ΄ ονόματι της εγγραφή του αναφερθέντος μέρους. Επεδίκασε δε στην εφεσίβλητη το ήμισυ των εξόδων της.
Με την έφεση η πρωτόδικη απόφαση τίθεται υπό αμφισβήτηση σε σχέση (α) με την αναγνώριση του ουσιαστικού δικαιώματος της εφεσίβλητης
· (β) την παρασχεθείσα θεραπεία· και (γ) τη διαταγή για έξοδα. Προβάλλεται, ως προς το πρώτο, ότι εσφαλμένα κρίθηκε πως η εφεσίβλητη είχε αποκτήσει οποιοδήποτε δικαίωμα αφού, όταν το 1935 ο Παπαϊωάννης παραχώρησε το επίδικο μέρος στην Κλειώ, το κτήμα ήταν εγγεγραμμένο επ΄ ονόματι της Μαρίκας Λ. Κάσινου και όταν το 1956 η Κλειώ το παραχώρησε στην εφεσίβλητη το κτήμα ήταν εγγεγραμμένο επ΄ ονόματι του εφεσείοντος και, επομένως, δεν ήταν δυνατόν να δημιουργηθούν δικαιώματα από τρίτους προς τρίτους σε κτήμα άλλου. Επίσης προβάλλεται, ως προς το πρώτο, ότι η βάση αγωγής της εφεσίβλητης ήταν η εχθρική κατοχή και όχι το εμπίστευμα και εσφαλμένα το Δικαστήριο το εισήγαγε ως βάση. Ως προς την παρασχεθείσα θεραπεία, προβάλλεται ότι δεν θα έπρεπε να είχε εκδοθεί αναγνωριστική δήλωση και διάταγμα για την εγγραφή ".... κτήματος η έκταση του οποίου δεν καθορίζεται ....." σε αυτά. Αναφορικά με τα έξοδα, προβάλλεται ότι η διαταγή ήταν εσφαλμένη διότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη πως ο εφεσείων ".... εδέχθη να προβεί εις την διανομήν κτήματος επ΄ ονόματι των κληρονόμων καλή τη πίστει και απέτυχε διότι το κτήμα δεν χωρίζεται δυνάμει του άρθρου 27 του Κεφ. 224".Αναφορικά με το ουσιαστικό δικαίωμα παρατηρούμε κατ΄ αρχάς πως, αντίθετα με ό,τι προέβαλε ο εφεσείων, η αγωγή δεν είχε μόνο ως βάση την εχθρική κατοχή, αλλά και το εμπίστευμα. Διατυπώθηκε ο ισχυρισμός - στην παράγραφο 8 της ειδικά οπισθογραφημένης έκθεσης απαίτησης - ότι ".... ο εναγόμενος κρατεί το επίδικον επί εξυπακουομένω εμπιστεύματι προς όφελος της εναγούσης ως κατ΄ αποκλειστικότητα δικαιουμένης στη μοίραν της μητέρας της επί του κτήματος". Παρά δε την κάποια ανακρίβεια στην περιγραφή των περιστάσεων υπό τις οποίες προέκυψε το εμπίστευμα και επακόλουθα στην ταξινόμησή του, εν τούτοις παρείχετο δικονομικό έρεισμα για την απόδοση τέτοιου δικαιώματος. Αναφορικά δε με το κατά πόσο τα γεγονότα δικαιολογούσαν την πρωτόδικη κατάληξη για εμπίστευμα, η απάντηση είναι νομίζουμε προφανής. Ο εφεσείων δέχθηκε την εγγραφή του κτήματος επ΄ ονόματι του κατόπιν παράκλησης του Κώστα Παπαϊωάννου, ο οποίος είχε πληρώσει και θα είχε δικαίωμα να εγγραφεί ο ίδιος ως κύριος, για να το διανείμει σύμφωνα με ό,τι είχε ορίσει ο πατέρας τους, ο Παπαϊωάννης. Γεγονός το οποίο ο εφεσείων δεν αμφισβήτησε. Ήταν μάλιστα έτοιμος να μεταβιβάσει, κατόπιν διαχωρισμού, μέρος του κτήματος αλλά μικρότερης έκτασης. Εν συνεχεία, με τη διατυπωθείσα υπεράσπιση, προέβαλε ότι η εφεσίβλητη εδικαιούτο μόνο το 1/4 μερίδιο αφού είχε και τρία αδέλφια τα οποία επίσης θα έπρεπε να πάρουν από το
μερίδιο της μητέρας τους, της Κλειώς. Πάντως κατά τη δίκη δηλώθηκε από τα αδέλφια της εφεσίβλητης ότι το εν λόγω μερίδιο ανήκε αποκλειστικά σε αυτή, αφού της το είχε δώσει η μητέρα τους, και δεν είχαν οποιαδήποτε απαίτηση. Μοιάζει λοιπόν περίεργη η θέση του εφεσείοντος, όπως διατυπώθηκε με την έφεση του, ότι η εφεσίβλητη δεν είχε οποιοδήποτε δικαίωμα επί του κτήματος.Υπήρχε εν προκειμένω εμπίστευμα βάσει του οποίου ο εφεσείων αποδέχθηκε την τυπική κυριότητα και κρατούσε το κτήμα. Επρόκειτο περί εμπιστεύματος εξ επαγωγής: βλ. Θ. Χριστοφόρου ν. Ελένης Χρυσοστόμου, Πολ. Έφ. 8659 ημερ. 22 Σεπτεμβρίου 1998. Το συμφέρον της εφεσίβλητης στο εμπίστευμα το επιβεβαίωσε με τη μαρτυρία του ο ίδιος ο Κώστας Παπαϊωάννου, ο οποίος παρέσχε στον εφεσείοντα την τυπική κυριότητα, τη δε έκταση του συμφέροντος της εφεσίβλητης την προσδιόρισε εν τέλει με εύρημά του το Δικαστήριο. Επομένως δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τη θέση του εφεσείοντος ότι η εν λόγω έκταση δεν καθορίστηκε. Η έλλειψη αριθμητικής εξειδίκευσης της έκτασης
δεν σημαίνει έλλειψη καθορισμού της. Ο καθορισμός έγινε επί του τοπογραφικού σχεδίου που πρόσφερε και τη δυνατότητα γεωμετρικού υπολογισμού.Κατά τη συζήτηση της έφεσης θέσαμε ζήτημα αναφορικά με το κατά πόσο δεν θα έπρεπε να είχαν προστεθεί ως διάδικοι όλοι όσοι θα μπορούσαν να διεκδικήσουν συμφέρον βάσει του εμπιστεύματος. Τελικά, αφού λάβαμε υπόψη τη Δ.9 θ. 8 που προνοεί για τα μέρη σε αγωγή αναφορικά με εμπίστευμα, σε συνδυασμό με το ότι εν προκειμένω το εμπίστευμα αφορά σε χωριστή, συγκεκριμένη έκταση για τον κάθε δικαιούχο, καταλήξαμε πως θα ήταν άτοπη η ανάπτυξη από μέρους μας οποιασδήποτε πρωτοβουλίας μετά τη δικαστική διαπίστωση περί της έκτασης του δικαιώματος της εφεσίβλητης. Η εφεσίβλητη έχει λοιπόν δικαίωμα επί του μέρους που σημειώθηκε στο τοπογραφικό σχέδιο, τεκμήριο 1.
Η έφεση ευσταθεί όμως σε ένα σημείο. Αυτό αφορά την αναγωγή του δικαιώματος, βάσει εμπιστεύματος, σε αυτόματο δικαίωμα εγγραφής. Η εγγραφή προϋποθέτει εδώ το διαχωρισμό. Ο οποίος ρυθμίζεται νομοθετικά. Το κατά πόσο καθίσταται εφικτός ο διαχωρισμός θα διαπιστωθεί μόνο εφόσον τεθεί σε λειτουργία ο μηχανισμός για μια τέτοια κτηματολογική μεταβολή. Κι αυτό ανήκει στο μέλλον. Επομένως, το διάταγμα για εγγραφή θα πρέπει να παραμεριστεί.
Ως προς τη διαταγή για έξοδα, το παράπονο του εφεσείοντος στηρίζεται σε βάση άλλη από εκείνη που τέθηκε με τα πρωτόδικα ευρήματα. Θεωρούμε την πρωτόδικη διαταγή εξ αντικειμένου δικαιολογημένη.
Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς. Το διάταγμα εγγραφής παραμερίζεται. Επιδικάζεται υπέρ του εφεσείοντος το ήμισυ των εξόδων της έφεσης.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΘ