ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 537
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9981
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/ΣΤΩΝ
ΑΝΝ - CLAIR DEVELOPMENTS LTD, από την Πάφο
Εφεσείοντες-Εναγόμε νοι
ν
Στέλιου Κυριακίδη, από την Πάφο
Εφεσιβ λήτου-Ενάγοντος
-------------------
26.4.99
Για τους εφεσείοντες: Χρ. Κιτρομηλίδης.
Για τον εφεσίβλητο: Α. Λαδάς και Χρ. Ιερείδης.
-------------------
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Αφού συμπληρώθηκαν οι έγγραφες προτάσεις η αγωγή ορίστηκε για ακρόαση στις 11.9.96. Η ημερομηνία γνωστοποιήθηκε στους διαδίκους με κατάλληλη ειδοποίηση στο γραφείο επίδοσής τους.
Στις 11.9.96 εκπροσωπήθηκε μόνο ο εφεσίβλητος - ενάγων. Με αίτημά του η αγωγή ορίστηκε για απόδειξη στις 18.9.96 και, στη συνέχεια, προς συμπλήρωσή της, στις 20.9.96
. οπότε και εκδόθηκε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων και απορρίφθηκε η ανταπαίτησή τους.Στις 8.10.96 καταχωρίστηκε αίτηση για παραμερισμό της απόφασης και το πρωτόδικο δικαστήριο την απέρριψε. ΄Εκρινε πως ήταν εκπρόθεσμη αφού είχαν παρέλθει οι 15 μέρες από τη δίκη, μέσα στις οποίες ήταν επιτρεπτή η καταχώριση της, όπως προβλέπει η Δ.33 θ. 5 των Θεσμών περι Πολιτικής Δικονομίας. Διατυπώθηκαν τρεις λόγοι έφεσης, ως εξής:
1. Ενώ είναι ορθό πως οι εφεσείοντες ειδοποιήθηκαν κατάλληλα για τις 11.9.96, άλλο αν το γραφείο επίδοσής τους δεν μεταβίβασε την πληροφορία στο δικηγόρο που χειριζόταν την υπόθεση, αυτό δεν αρκούσε. Θα έπρεπε να τους είχε γνωστοποιηθεί και η ημερομηνία που ορίστηκε για την απόδειξη της υπόθεσης του εφεσίβλητου. Η παράλειψη τέτοιας γνωστοποίησης τους νομιμοποιούσε στην καταχώριση αίτησης για παραμερισμό, χωρίς το χρονικό περιορισμό της Δ.33 θ.5. Η προθεσμία που τάσσεται ισχύει μόνο εφόσον τηρείται η προϋπόθεση της Δ.33 θ. 3 σύμφωνα με την οποία απαιτείται απόδειξη πως η ημερομηνία που ορίστηκε γνωστοποιήθηκε. Σύμφωνα με τις υποθέσεις
2. Παρά τη Δ.33, κάλυπτε την περίπτωση και η Δ.26 θ. 14. Προβλέπει δυνατότητα παραμερισμού απόφασης χωρίς να τάσσει προθεσμία και αφού εφαρμόζεται, όπως ρητά ορίζεται, σε περιπτώσεις παράλειψης όχι μόνο σύμφωνα με την ίδια αλλά και σύμφωνα με οποιαδήποτε άλλη από τους Κανονισμούς, καλύπτει και την παράλειψη εμφάνισης κατά την ημέρα της δίκης. Επικαλέστηκε και ως προς αυτή τη θέση την Εvagorou v. Christodoulou and Others (ανωτέρω).
3. Σε κάθε περίπτωση, θα έπρεπε να λειτουργήσει η Δ.64 σύμφωνα με την οποία δεν επέφερε ακυρότητα η μή συμμόρφωση προς τους Κανονισμούς. Εν προκειμένω, ως προς την προθεσμία, αφού το Δικαστήριο είχε αναγνωρίσει ότι στοιχειοθετήθηκε εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση.
Ο εφεσίβλητος υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση. Διείπε την περίπτωση η Δ.33 και όχι η Δ.26 θ. 14, δεν επιβαλλόταν η εκ νέου ειδοποίηση του εφεσείοντα σε σχέση με την ημερομηνία που ορίστηκε για την απόδειξη και η αίτηση για παραμερισμό ήταν εκπρόθεσμη. Η υπόθεση Εvagorou δεν βοηθά τον εφεσείοντα ενώ, αντίθετα, η Αθανασιάδη ν. Αλεξάνδρου (1991) 1 ΑΑΔ 945 παρείχε την απάντηση στην εισήγηση πως θα ήταν δυνατό να παρακαμφθεί η προθεσμία δια μέσου της Δ.64. ΄Οπως και οι υποθέσεις Μιχάλης Μιχαηλίδης ν. Σωτήρης Χρίστου Πολ. Εφ. 9626 ημερομηνίας 25.11.96 και Remedica Ltd v. Bayer Aktiengellshaft Πολ. ΄Εφ. 9998, ημερομηνίας 29.9.98.
Η Δ.33 θ. 3 περιέχει την ειδική ρύθμιση σε σχέση με τις επιπτώσεις και, ακολούθως, τις δυνατότητες όταν κατά την ημέρα της δίκης δεν εμφανίζεται ο εναγόμενος. Η εμπλοκή της Δ.26 θ. 14 στην περίπτωση, δεν είναι ορθή. Η αντίληψη πως η Εvagorou παρέχει έρεισμα για την αντίθετη άποψη, είναι λανθασμένη. Δεν αφορούσε απόφαση λόγω παράλειψης εμφάνισης κατά την ημέρα της δίκης αλλά απόρριψη αγωγής, λόγω μή προώθησης της, κατά το μηχανισμό της Δ.17 θ. 14. Κρίθηκε πως η πρόνοια της Δ.17 θ. 14(2) πως τέτοια απόρριψη δεν επηρεάζει την έγερση νέας αγωγής, δεν απέκλειε την εφαρμογή της Δ.26 θ. 14. Στην προκείμενη περίπτωση, η Δ.33 θ. 5 είναι σαφής. Η απόφαση που εκδίδεται όταν ένας από τους διαδίκους δεν εμφανιστεί κατά τη δίκη, μπορεί να παραμεριστεί μετά από αίτηση υποβαλλόμενη μέσα σε 15 μέρες από τη δίκη. Δεν παρέχεται περιθώριο για εφαρμογή άλλης δικονομικής διάταξης στην περίπτωση. Το αντίθετο θα σήμαινε πως για το ίδιο θέμα ένας θεσμός προβλέπει προθεσμία και άλλος όχι.
Οι εφεσείοντες, υποστηρίζοντας ουσιαστικά πως ως ημερομηνία δίκης πρέπει να θεωρείται εκείνη κατά την οποία η υπόθεση ορίστηκε για απόδειξη, εκλαμβάνουν πως οποτεδήποτε τίθεται ζήτημα μή παροχής ειδοποίησης για την ημερομηνία της δίκης, είναι επιτρεπτή η υποβολή αίτησης για παραμερισμό, χωρίς περιορισμό από προθεσμία, έξω από το πλαίσιο της Δ.33 θ. 5. Σε τέτοια περίπτωση θα έπρεπε να συζητηθεί το δικονομικό έρεισμα τέτοιας αίτησης και, συνακολούθως, το δικαιοδοτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα παραμεριζόταν τέτοια απόφαση. Δεν παρίσταται ανάγκη να επεκταθούμε σ΄αυτά γιατί, όπως θα εξηγήσουμε, λείπει η προϋπόθεση στην οποία στηρίζεται η εισήγηση του εφεσείοντα. Σημειώνουμε όμως την αναφορά στο Αnnual Practice του 1956 σελ. 614, σε σχέση με αγγλική νομολογία ως προς το διαθέσιμο και του ένδικου μέσου της έφεσης στις περιπτώσεις έκδοσης απόφασης λόγω παράλειψης εμφάνισης κατά τη δίκη. (Βλ. Γιαννάκης Χρυσάνθου κ.α. ν. Μariala Constructions Limited Πολ. Εφ. 9153 ημερομηνίας 31.10.96).
Μια ήταν η ημερομηνία που ορίστηκε για τη δίκη και αυτή ήταν η 11.9.96. Ο εφεσείων ειδοποιήθηκε κανονικά και η παράλειψη εμφάνισης του ενεργοποίησε τις πρόνοιες της Δ.33 θ. 3. Ο εφεσίβλητος είχε το δικαίωμα να αποδείξει την υπόθεση, στο βαθμό που το βάρος απόδειξης ήταν στους ώμους του, και μπορούσε να εκδοθεί απόφαση ανάλογα. Στις 11.9.96 συντελέστηκε πλήρως η μή εμφάνιση κατά την ορισθείσα ημερομηνία και όσα ακολούθησαν δεν μπορούσαν να ταξινομούνται ως δίκη, με την έννοια του όρου στο πλαίσιο της Δ.33 θ. 3. Με τροχιοδρομημένη πλέον τη διαδικασία της απόδειξης, την οποία ρητά προσδιορίζει ο Κανονισμός ως ξεχωριστή έννοια, θα μπορούσε να είχε προσαχθεί η οποιαδήποτε μαρτυρία χρειαζόταν αυθημερόν ή σε περισσότερες της μιας ημερομηνίες, ή σε άλλη ημερομηνία, ανάλογα με τις ανάγκες της περίπτωσης. Ο ορισμός νέας ημερομηνίας για απόδειξη, κατά ενάσκηση διακριτικής εξουσίας από το Δικαστήριο, ή ακόμα το γεγονός της μή συμπλήρωσης της απόδειξης σε μια ημερομηνία, δεν την αποχαρακτηρίζει για να τη μεταβάλει σε "δίκη" με την έννοια της Δ.33 θ.3.
΄Εχουμε υπόψη μας την απόφαση στην Κυριακή Μαυρομιχάλη και άλλη ν. Γενικού Εισαγγελέα, Πολιτική ΄Εφεση 8848 ημερομηνίας 21.5.96 στην οποία ο ορισμός της υπόθεσης για "απόδειξη" κρίθηκε πως εξυπάκουε ορισμό της για "ακρόαση". Διακρίνεται η υπόθεση εκείνη. Το Δικαστήριο, αφού είχαν συμπληρωθεί οι γραπτές προτάσεις, για να δώσει στο δικηγόρο των εναγομένων η οποίοι βρίσκονταν στο εξωτερικό ακόμα μια ευκαιρία να επικοινωνήσει μαζί τους, όρισε την υπόθεση για "απόδειξη". Κατά την ορισθείσα ημερομηνία δεν εμφανίστηκαν ούτε οι εναγόμενοι ούτε ο δικηγόρος τους, προσάχθηκε μαρτυρία από τους ενάγοντες και εκδόθηκε απόφαση υπέρ τους. Το παράπονο πως η υπόθεση θα έπρεπε να είχε οριστεί για "ακρόαση" και όχι για "απόδειξη", απορρίφθηκε ως στερούμενο ερείσματος. ΄Οπως εξηγείται στην απόφαση του Εφετείου που εξέδωσε ο Πικής Π.,
"ο ορισμός της υπόθεσης για απόδειξη, εξυπακούει ότι, κατά την ορισθείσα ημερομηνία, το Δικαστήριο θα ακούσει μαρτυρία για την απόδειξή της, που είναι και ο σκοπός για τον οποίο η υπόθεση ορίζεται για ακρόαση".
Στην παρούσα περίπτωση, η νέα ημερομηνία αφορούσε στην απόδειξη, όρος που στο πλαίσιο της Δ.33 θ. 3 ενέχει την έννοια της προσαγωγής μαρτυρίας από τον ένα μόνο από τους διαδίκους. τον ενάγοντα που εμφανίστηκε κατά την ημερομηνία που ορίστηκε για τη δίκη.
΄Οπως αποφασίστηκε στην υπόθεση Αθανασιάδη ν. Αλεξάνδρου (ανωτέρω) και τις άλλες που αναφέρθηκαν δεν ήταν δυνατό να παρακαμφθεί το γεγονός ότι η αίτηση για παραμερισμό ήταν εκπρόθεσμη, κατ΄επίκληση της Δ.64. Το γεγονός ότι είχε παρέλθει ελάχιστος χρόνος από την εκπνοή της προθεσμίας, όπως παρατηρήθηκε και στην πιο πάνω υπόθεση, θα μπορούσε να ήταν σχετικός παράγοντας στο πλαίσιο αίτησης για παράταση της προθεσμίας. Θα σημειώναμε εδώ και την πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση Εvand Promotions κ.α. ν. Frank Rutman Πολ. ΄Εφ. 9397 ημερομηνίας 16.11.98 σε σχέση με τις αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής εξουσίας για παράταση. Αφορούσε σε προθεσμία για αναθεώρηση ψήφισης εξόδων που παρατάθηκε αφού κρίθηκε πως το σφάλμα του δικηγόρου αναφορικά με τα ένδικα μέσα που προσφέρονταν, δεν θα έπρεπε να αποβεί μοιραίο.
Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.
/Μσι.