ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 140
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9511
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Π. ΑΡΤΕΜΗ, Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΔΔ.M.C. MICHAEL DEVELOPMENTS LTD,
Εφεσείοντε ς-εναγόμενοι,
και
Λυδία Δημητριάδου,
Εφεσίβλητη -ενάγουσα.
- - - - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:
29.1.99ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για τους εφεσείοντες: κ. Ντ. Παπαδόπουλος για κ. Λ. Παπαφιλίππου.
Για την εφεσίβλητη: κ. Σπ. Σπυριδάκις.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:
Η απαίτηση της εφεσίβλητης-ενάγουσας στην αγωγή ήταν για συνολικό ποσό £1.131 ως αποζημιώσεις δυνάμει συμφωνίας, ή δυνάμει παράνομης επέμβασης, ή δυνάμει αμέλειας. Η εκδοχή της εφεσίβλητης, όπως προκύπτει από την έκθεση απαίτησης ήταν σε συντομία η ακόλουθη.Η εφεσίβλητη είναι ιδιοκτήτρια ακίνητης περιουσίας στη Λευκωσία, που εφάπτεται σε ακίνητη περιουσία, επί της οποίας οι εφεσείοντες που ασχολούνται με την ανέγερση οικοδομών, ανήγειραν πολυκατοικία. Επειδή για την ανέγερση της πολυκατοικίας οι εφεσείοντες έκριναν ότι ήταν ανάγκη να χαλάσουν περιτοίχισμα που βρισκόταν στην ακίνητη περιουσία της εφεσίβλητης, συμφώνησαν περί το τέλος του 1987 να τους επιτρέψει να χαλάσουν το περιτοίχισμα, αφού ανέλαβαν την υποχρέωση να το κτίσουν εκ νέου και να διορθώσουν ότι άλλες ζημιές θα προκαλούσαν στον κήπο και το αποχετευτικό σύστημα της ακίνητης περιουσίας της εφεσίβλητης.
Κατά τη διάρκεια των εργασιών ανεγέρσεως της οικοδομής, οι εφεσείοντες προκάλεσαν ζημιές στο περιτοίχισμα, στο υπόστεγο της εφεσίβλητης, στο παραδεξάμενο του αποχετευτικού της συστήματος, στο διαχωρισμό του κήπου και της αυλής και στον ίδιο τον κήπο. Μετά από την επανατοποθέτηση του αποχετευτικού από τους εφεσείοντες προέκυψαν προβλήματα και προκαλούνταν αναθυμιάσεις και κατέστη αναγκαίο όπως το αποχετευτικό σύστημα χαλαστεί ξανά και επαναδιορθωθεί. Μετά από συνάντηση τον Οκτώβριο του 1989, στην οποία ήταν παρών εκπρόσωπος των εφεσειόντων και αφού ο ίδιος πρόβαλε την εκτίμηση ότι δεν μπορούσε να γίνει οτιδήποτε περαιτέρω με το αποχετευτικό, συμφώνησε ότι, αν η εφεσίβλητη το διόρθωνε η ίδια, ούτως ώστε να το επαναφέρει στην αρχική του κατάσταση, οι εφεσείοντες θα κατέβαλλαν τα έξοδα. Όταν εκτέλεσε η εφεσίβλητη την αναγκαία εκσκαφή και επιδιορθώσεις, διαπιστώθηκε ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν καλύψει τις σωλήνες με μπετόν, με αποτέλεσμα να υποστούν καθίζηση και διαπιστώθηκε ότι το φρεάτιο δεν είχε την κανονική κλίση, καθώς και η ύπαρξη άλλων ατελειών που δημιουργούσαν προβλήματα.
Οι εφεσείοντες στην υπεράσπιση τους ανέφεραν ότι η ανέγερση της πολυκατοικίας ανατέθηκε σε εργοληπτική εταιρεία και αρνήθηκαν ότι έγινε οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ της εφεσίβλητης και των ιδίων, αρνούμενοι επίσης οποιαδήποτε ευθύνη.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέθεσε τη μαρτυρία που είχε ενώπιον του και αφού την ανέλυσε κατέληξε στα ευρήματα του. Επεσήμανε ότι το πρώτο επίδικο θέμα ήταν κατά πόσο είχε συναφθεί οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ των εφεσειόντων και της εφεσίβλητης, απαντώντας το ερώτημα καταφατικά. Ακολούθως, παρατήρησε ότι η εφεσίβλητη ισχυριζόταν ότι είχαν προκληθεί τέσσερις κατηγορίες ζημιών, ήτοι (α) στο αποχετευτικό, (β) στο περιτοίχισμα, (γ) σε υπόστεγο και διαχωριστικό και (δ) σε αλλαγή χώματος του κήπου.
Αναφορικά με το (β) ανωτέρω, το Δικαστήριο απέρριψε την απαίτηση της εφεσίβλητης κρίνοντας ότι απέτυχε αυτή να αποδείξει ότι το περιτοίχισμα βρισκόταν μέσα στη δική της περιουσία. Αναφορικά με τη ζημιά στο αποχετευτικό (α) ανωτέρω, έκρινε ότι είχε αποδειχθεί η υπόθεση και δέχθηκε ότι το κόστος επιδιόρθωσης του αποχετευτικού ανήλθε σε £450. Από τις δύο υπόλοιπες κατηγορίες δέχθηκε μόνο ότι είχε αποδειχθεί ζημιά ύψους £60 και κατά συνέπεια επεδίκασε ποσό £510 υπέρ της εφεσίβλητης.
Εφεσιβάλλοντας την απόφαση οι εφεσείοντες βάσισαν την έφεση τους σε δύο κυρίως λόγους: Πρώτον, ότι το εύρημα του Δικαστηρίου ότι υπήρξε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων ήταν εσφαλμένο, γιατί αυτό βασίστηκε σε εξ ακοής μαρτυρία και δεύτερο, ότι το Δικαστήριο δεν αξιολόγησε, η κακώς αξιολόγησε τη μαρτυρία ενώπιον του, που σε πολλά σημεία ήταν αντιφατική αναφορικά με τους μάρτυρες της εφεσίβλητης.
Έχοντας εξετάσει με προσοχή το επιχείρημα ότι για να καταλήξει το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι υπήρχε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων είχε βασισθεί σε εξ ακοής μαρτυρία, κρίνουμε ότι αυτό είναι ανεδαφικό. Υπήρξε μαρτυρία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ενώ η συμφωνία αρχικά είχε γίνει με τον πατέρα της εφεσίβλητης, ακολούθως υπεισήλθε στη συμφωνία και ο σύζυγος της, ο οποίος ήταν γνώστης των γεγονότων και στον οποίο ο εκπρόσωπος των εφεσειόντων επαναβεβαίωσε την υποχρέωση που ανέλαβαν για να επιδιορθώσουν οποιεσδήποτε ζημιές. Ως εκ τούτου δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι το Δικαστήριο βασίστηκε σε εξ ακοής μαρτυρία και το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε για την ύπαρξη δεσμευτικής συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων ήταν επιτρεπτό, εν όψει της μαρτυρίας.
Ούτε ευσταθεί, κατά τη γνώμη μας, η προσβολή της αξιολόγησης της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο εκ μέρουςτων εφεσειόντων. Οι αρχές με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει σε ευρήματα γεγονότων και αξιοπιστίας μαρτύρων έχει επανειλημμένα αποτελέσει το αντικείμενο απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην υπόθεση Σπύρου ν. Χ" Χαραλάμπους (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 298 τονίστηκε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι η αιτιολογία είναι ανεπαρκής, ή ότι τα ευρήματα δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία θεωρούμενη στο σύνολο της. Επέμβαση γίνεται μόνο στις περιπτώσεις όπου η δικαιοσύνη το απαιτεί λόγω του ότι τα ευρήματα δεν είναι εύλογα επιτρεπτά. Ανάλογες αρχές ισχύουν και για την αξιοπιστία των μαρτύρων, όπως τονίστηκε μεταξύ άλλων και στην υπόθεση Teklima Ltd v. Salamis Tours Ltd (1995) 1 Α.Α.Δ. 371.
Έχοντας εξετάσει με προσοχή τη μαρτυρία στην υπόθεση αυτή, καθώς και την ανάλυση που έκαμε το Δικαστήριο και την κατάληξη του, κρίνουμε ότι δεν χωρεί επέμβαση μας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέλυσε με προσοχή τη μαρτυρία και ενδεικτικό της προσοχής αυτής είναι και το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της απαίτησης της εφεσίβλητης απορρίφθηκε, γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι επί των σημείων εκείνων δεν υπήρχε ικανοποιητική μαρτυρία. Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας το πρωτόδικο Δικαστήριο, περαιτέρω, έλαβε υπόψη του έγγραφα, τα οποία κατατέθηκαν ως τεκμήρια ενώπιον του, που υποστήριζαν την προφορική μαρτυρία που αποδέχθηκε ως ορθή. Δεν υπάρχει οτιδήποτε από τους ισχυρισμούς των εφεσειόντων που να μας ικανοποιεί ότι το Δικαστήριο εσφαλμενα έκαμε τα ευρήματα του και αξιολόγησε τη μαρτυρία ώστε να δικαιολογεί την εκ μέρους μας ανατροπή των ευρημάτων και συμπερασμάτων του. Αναφορικά δε με το ύψος των ζημιών στο αποχετευτικό, είχε ικανοποιητική μαρτυρία ενώπιον του για να βασίσει το εύρημα του, δηλαδή εκείνη του Μ.Ε.3.
Με βάση τα πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων.
Δ. Δ. Δ.
/Χ.Π.