ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 1 ΑΑΔ 1438

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 72/98.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 155.4 του Συντάγματος και τα άρθρα 3 και 9

του Περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του

1964 (Ν 33/64)

- και -

Αναφορικά με την Απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας στην

Αγωγή αρ. 1070/98, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, στις 15.7.98,

να μη εκδώσει την επιφυλαχθείσα Ενδιάμεση Απόφαση του στην Αίτηση

του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, ως Εναγομένων στην εν λόγω

Αγωγή, για αναστολή του Διατάγματος του με ημερ. 1.7.98

- και -

Αναφορικά με Αίτηση των Εναγομένων στην πιο πάνω Αγωγή για ΄Αδεια

να καταχωρήσουν Αίτηση για έκδοση Ενταλμάτων της φύσεως CERTIORARI, PROHIBITION και MANDAMUS εναντίον της προαναφε-

ρόμενης Απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας.

________________

4 Αυγούστου, 1998.

Για τους Αιτητές: Μ. Τριανταφυλλίδης με Δ. Παυλίδη.

_______________

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Στις 15.7.98 Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας επρόκειτο να εκδώσει την επιφυλαχθείσα απόφαση του στην αίτηση των αιτητών για αναστολή εκτέλεσης του διατάγματος του δικαστηρίου, ημερ. 1.7.98, εν όψει έφεσης που είχαν καταχωρήσει κατά του διατάγματος. Η ενδιάμεση του απόφαση ήταν έτοιμη. Δεν την εξέδωσε για τους λόγους που φαίνονται στην απόφαση του ημερ. 15.7.98 ("η επίδικη απόφαση") από την οποία μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:

"...............................................................................................

Η ενδιάμεση απόφαση είναι έτοιμη. Δεν πρόκειται όμως να εκδοθεί. Ο λόγος είναι γιατί έχει περιέλθει σε γνώση μου επιστολή η οποία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Cyprus Mail την Κυριακή 12.7.98. Η επιστολή αυτή υπογράφεται από κάποιο George Georgiou ο οποίος φαίνεται να ενεργεί εκ μέρους του ΚΟΤ και στην οποία επιστολή χαρακτηρίζεται η απόφαση του Δικαστηρίου που εκδόθηκε στην αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο ως εκπληκτική (surprising) και αναφέρεται περαιτέρω ότι εντός 24 ωρών από την έκδοση της απόφασης έχει εκδοθεί απαγορευτικό διάταγμα (injunction) εναντίον της απόφασης αυτής. Το τελευταίο δε είναι ένα χοντρό ψέμα. Αν οι αιτητές θεωρούν την απόφαση μου εκπληκτική και έχουν επιλέξει να χρησιμοποιήσουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να ασκήσουν κριτική εναντίον της απόφασης μου τότε δεν μπορώ να αντιληφθώ γιατί παράλληλα χρησιμοποιούν και τα Δικαστήρια για να πετύχουν την ανατροπή της όπως έχουν κάθε δικαίωμα να επιδιώξουν. Πιθανόν όμως ν΄αποτελεί περιφρόνηση του Δικαστηρίου εκ πρώτης όψεως το να χρησιμοποιούν τέτοιους χαρακτηρισμούς και να περιφέρουν ψευδή γεγονότα στον εγχώριο τύπο ενώ εκκρεμεί επιφυλαχθείσα απόφαση για το ίδιο θέμα.

΄Εχοντας υπόψη μου την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην γνωστή πλέον υπόθεση του Αλέκου Κωνσταντινίδη θεωρώ ότι είναι καθήκον μου να μην εκδώσω την επιφυλαχθείσα ενδιάμεση απόφαση μέχρις ότου αρθεί η περιφρόνηση που έχει επιδειχθεί προς το Δικαστήριο και απολογηθούν οι αιτητές προς το Δικαστήριο του οποίου την δικαιοδοσία επικαλούνται για να επιλύσουν τη διαφορά που έχουν με τον ενάγοντα.

Θα ορίσω λοιπόν την υπόθεση για τις 18.8.98 και μέχρι τότε θα αναμένω να δω ποιά θα είναι η αντίδραση των αιτητών.................................................................................."

 

Με την παρούσα αίτηση, η οποία καταχωρήθηκε στις 28.7.98, οι αιτητές ζητούν τις πιο κάτω θεραπείες:

"1. Για άδεια να καταχωρηθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο Αίτηση για έκδοση (α) Εντάλματος της φύσεως Certiorari, με το οποίο να ακυρωθεί η Απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, στην πιο πάνω Αγωγή, στις 15.7.1998, να μη εκδώσει την επιφυλαχθείσα Ενδιάμεση Απόφαση του στην Αίτηση των Εναγομένων στην Αγωγή για αναστολή εκτελέσεως του Διατάγματος με ημερομηνία 1.7.1998, και (β) Εντάλματος της φύσεως Prohibition με το οποίο να απαγορεύεται η περαιτέρω αναβολή της έκδοσης της εν λόγω Ενδιάμεσης Απόφασης του Δικαστηρίου και, (γ) Εντάλματος της φύσεως Mandamus με το οποίο να διατάττεται η έκδοση της Ενδιάμεσης Απόφασης αυτής.

2. Σε περίπτωση που θα δοθεί η αιτούμενη Άδεια οι Αιτητές αιτούνται και την έκδοση Διατάγματος που να αναστέλλει μέχρι την καταχώρηση της Αίτησης για Εντάλματα της φύσεως Certiorari, Prohibition, και Mandamus και, μετέπειτα, μέχρι την Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου σχετικά με την έκβαση της Αίτησης αυτής, την περαιτέρω διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, η οποία ορίστηκε στις 18.8.1998 με την Απόφαση του Δικαστηρίου με ημερομηνία 15.7.98."

Οι λόγοι οι οποίοι στηρίζουν την αίτηση έχουν ως εξής:

"1. Η άρνηση του Επαρχιακού Δικαστηρίου να εκδώσει την επιφυλαχθείσα

Ενδιάμεση Απόφαση του, παρά το γεγονός ότι ήτο έτοιμη, αντιβαίνει

προς την παράγραφο 2 του ΄Αρθρου 30 του Συντάγματος.

2. Η εν λόγω άρνηση, την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο εβάσισε στην

άποψη ότι υπήρχε πιθανότης να είχε διαπραχθεί εκ μέρους των

Εναγομένων περιφρόνηση του Δικαστηρίου, στηρίχτηκε σε διαπιστώσεις

του Δικαστηρίου οι οποίες έγιναν χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στους

Εναγομένους να ακουστούν σχετικά, και τούτο συνεπάγεται παράβαση

της παραγράφου 3 του ΄Αρθρου 30 του Συντάγματος.

3. Το Επαρχιακό Δικαστήριο ενήργησε υπό το κράτος πλάνης περί το

περιεχόμενο του δημοσιεύματος, με ημερομηνία 12.7.98, το οποίο το

Δικαστήριο θεώρησε ότι πιθανώς αποτελεί περιφρόνηση του Δικαστηρίου,

διότι δεν αναφέρεται στο δημοσίευμα τούτο ότι η απόφαση του

Δικαστηρίου ήτο 'surprising' αλλά μόνο ότι ήτο 'totally unexpected',

και η λέξη 'injunction' χρησιμοποιήθηκε με έννοια η οποία παρερμηνεύ-

θηκε πλήρως από το Δικαστήριο.

4. Εν πάση περιπτώσει, το περιεχόμενο του δημοσιεύματος αυτού δεν

δικαιολογούσε, οποιαδήποτε και αν ήταν η ερμηνεία του, το συμπέρασμα

ότι ήτο δυνατό να αποτελεί περιφρόνηση του Δικαστηρίου, και, ως εκ

τούτου, η Απόφαση του Δικαστηρίου με ημερομηνία 15.7.1998 είναι

έκδηλα νομικά εσφαλμένη.

5. Είναι επιτακτικό, δυνάμει και του΄Αρθρου 35 του Συντάγματος, να

εμποδιστεί το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας από του να συνεχίσει

να ενεργεί κατά παράβαση των προαναφερομένων διατάξεων του

Συντάγματος.

6. Επιβάλλεται να διαταχθεί το Επαρχιακό Δικαστήριο να εκδώσει την

επιφυλαχθείσα Ενδιάμεση Απόφαση του, εκτελώντας το δικαστικό

καθήκον που του επιβάλλει η παράγραφος 2 του ΄Αρθρου 30 του

Συντάγματος."

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών υποστήριξε:

(1) Εφόσο η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ήταν έτοιμη έπρεπε να είχε δοθεί. Η μη έκδοση της προάγει την καθυστέρηση στην εκδίκαση της υπόθεσης κατά παράβαση του άρθρου 30.2 του Συντάγματος. Τόνισε ότι η καθυστέρηση αποκτά μεγάλη σημασία γιατί επρόκειτο για αίτηση για αναστολή εκτέλεσης απόφασης και δυνάμει της Δ.35 θ.19 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών πρέπει να προηγηθεί απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου για να ακολουθήσει παρόμοια αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο.

(2) Το πρωτόδικο δικαστήριο με το να ορίσει την υπόθεση στις 18.8.98 για να δει ποιά θα είναι η αντίδραση των αιτητών διατήρησε σε ισχύ το επίδικο διάταγμα χωρίς να είχε πρώτα ακούσει τους αιτητές για πιθανή περιφρόνηση του δικαστηρίου όπως είχε συμβεί στην υπόθεση Constantinides v. Ekdodiki Eteria Vima Ltd and Others (1983) 1 C.L.R. 348, στην οποία το Εφετείο άκουσε δια μακρόν σχετική επιχειρηματολογία αναφορικά με το κατά πόσο είχε σημειωθεί περιφρόνηση του Δικαστηρίου. Με το να μην ακουσθούν οι αιτητές τους έχει στερηθεί το δικαίωμα που διασφαλίζεται από το άρθρο 30.3 του Συντάγματος

(3) Το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε υπό το κράτος πλάνης ως προς το περιεχόμενο του δημοσιεύματος. Τόνισε ότι στην επίδικη απόφαση το δημοσίευμα φέρεται να κάμνει αναφορά σε "εκπληκτική" ("surprising") απόφαση ενώ στο επίδικο δημοσίευμα δεν υπάρχει καθόλου αναφορά στον όρο "surprising". Η πλάνη ως προς το περιεχόμενο του δημοσιεύματος συνιστά έκδηλο νομικό λάθος.

Υποστήριξε, επίσης, ότι είναι καθήκον αυτού του δικαστηρίου, δυνάμει του άρθρου 35 του Συντάγματος, να διασφαλίζει σεβασμό προς τα ανθρώπινα δικαιώματα των αιτητών, τα οποία έχουν παραβιασθεί. Τελικά, τόνισε ότι πρόκειται για έκδηλο λάθος νόμου και παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.

Στην Constantinides (πιο πάνω) ο εφεσείων, εκκρεμούσης της ακρόασης της έφεσης του, δημοσίευσε διάφορα άρθρα με τα οποία αμφισβητείτο η εντιμότητα και αμεροληψία των δικαστών οι οποίοι είχαν εκδικάσει πρωτόδικα την υπόθεση του. Ο εφεσίβλητος εισηγήθηκε ενώπιον του Εφετείου ότι τα πιο πάνω άρθρα αποτελούσαν καταφρόνηση του πρωτόδικου δικαστηρίου και της Δικαστικής Εξουσίας στο σύνολο της. Εισηγήθηκε, επίσης, ότι ο εφεσείων δεν έπρεπε να ακουστεί προτού τα ανακαλέσει με τρόπο που να αποκαθιστά την αξιοπρέπεια και το κύρος των δικαστηρίων. Το Εφετείο έκαμε δεκτή την εισήγηση. Τόνισε ότι τα δικαστήρια έχουν συμφυή εξουσία να ανακόπτουν όχι μόνο την συμπεριφορά η οποία μειώνει το κύρος και τον συνταγματικό ρόλο τους, αλλά και την άσκηση δικαιωμάτων που παρέχονται από το Νόμο, όταν η άσκηση τους καθοδηγείται από αλλότρια κίνητρα. Τόνισε, επίσης, ότι ένας διάδικος δεν μπορεί να επιδιώκει την επέμβαση του δικαστηρίου προς το συμφέρον της δικαιοσύνης ενώ ταυτόχρονα αμφισβητεί την αμεροληψία του. Η άσκηση του νόμιμου δικαιώματος έφεσης "καθ΄ ον χρόνον" αφισβητείται η αμεροληψία της δικαστικής εξουσίας ισοδυναμεί με κατάφωρη κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, κατέληξε το Εφετείο, αυτό που πρέπει να αποφασίζεται είναι κατά πόσο τα σχετικά γεγονότα δικαιολογούν επέμβαση του δικαστηρίου, και αν ναί, κατά πόσο δικαιολογούν τις θεραπείες που εισηγήθηκε ο εφεσίβλητος.

Η περίπτωση καταφρόνησης δικαστηρίου, όπως έχει επεξηγηθεί στην Constandinides (πιο πάνω), προσομοιάζει με την περίπτωση κατά την οποία διάδικος παραλείπει να συμμορφωθεί με δικαστικό διάταγμα. Η θέση της νομολογίας συνοψίζεται στην απόφαση του Πική, Δ. - όπως ήταν τότε - στην Smith v. Paphos Stone Estates (1989) 1E Α.Α.Δ. 499, 502:

"Είναι θέμα διακριτικής ευχέρειας αν θα επιτρέψει το Δικαστήριο να ακουστεί διάδικος ο οποίος κατηγορείται για ανυπακοή διατάγματος δικαστηρίου που δόθηκε στη συγκεκριμένη υπόθεση." (Βλ. Mavrommatis and Others v. Cyprus Hotels Co. Ltd (1967) 1 C.L.R. 266, Mouzouris and Another v. Xylophagou Plantations Ltd. (1977) 1 C.L.R. 287 και Chr. Karaolis Dev. Ltd (1990) 1 Α.Α.Δ. 1004).

Προκύπτει σαφώς από την Constantinides (πιο πάνω) ότι το δικαστήριο έχει εξουσία να αναστείλει μια διαδικασία σε περίπτωση που η συμπεριφορά ενός διάδικου συνιστά καταφρόνηση του δικαστηρίου. Το κατά πόσο θα αναστείλει ή όχι τη διαδικασία είναι ζήτημα που εμπίπτει εντός της διακριτικής του ευχέρειας.

Παραβίαση του άρθρου 30.3 του Συντάγματος.

Οι αιτητές παραπονούνται ότι η επίδικη απόφαση έχει απολήξει σε παραβίαση του πιο πάνω άρθρου γιατί στερήθηκαν του δικαιώματος τους να προβάλουν τους ισχυρισμούς τους ενώπιον του δικαστηρίου το οποίο διασφαλίζεται από το πιο πανω άρθρο. Ωστόσο, όπως προκύπτει από αυτή τούτη την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση των αιτητών, στις 15.7.98 ο συνήγορος των αιτητών - κ. Παυλίδης - ειδοποιήθηκε να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου "το ταχύτερο δυνατό και να ειδοποιήσει και τον κ. Τριανταφυλλίδη". Επομένως δόθηκε η ευκαιρία στους αιτητές να προβάλουν τους ισχυρισμούς τους ενώπιον του δικαστηρίου, όπως ορίζεται από το άρθρο 30.3 (β) του Συντάγματος.

Εν όψει της παράλειψης των αιτητών να εμφανισθούν κατά την ώρα που άρχισε η συνεδρία του πρωτόδικου δικαστηρίου, υπήρχαν τρεις επιλογές ενώπιον του:

(α) Να αναβάλει την συνεδρία σε άλλη ημερομηνία.

(β) Να περιμένει την έλευση των δικηγόρων των αιτητών.

(γ) Να προχωρήσει στην απουσία τους.

Το πως θα ενεργούσε το πρωτόδικο δικαστήριο αποτελεί καθαρά ζήτημα διακριτικής ευχέρειας. Το γεγονός ότι ενδεχομένως από άλλο δικαστή ή από αυτό το δικαστήριο θα ασκείτο διαφορετικά η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου δεν μεταβάλλει τα όρια της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου (Βλ. Smith, πιο πάνω, σελ. 503). Πρέπει ωστόσο να υπομνησθεί, σε σχέση με το παράπονο για παραβίαση του άρθρου 30.3 του Συντάγματος, ότι δεν μπορεί να οικοδομηθεί υπόθεση για αντισυνταγματικό τρόπο διεξαγωγής της δίκης πάνω στις ίδιες τις παραλείψεις των ενδιαφερομένων (Βλ. Θεοδώρου ν. Θεοδώρου, ΄Εφεση αρ. 56/23.1.96 - απόφαση Νικήτα, Δ.).

Το τί ακολούθησε μετά την παράλειψη των συνηγόρων των αιτητών να εμφανιστούν, συνιστά δικαστική πράξη που λήφθηκε στα πλαίσια άσκησης δικαστικής διακριτικής ευχέρειας. Καθώς έχει νομολογηθεί, ο τρόπος με τον οποίο ασκείται η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στο δικαστήριο δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα αλλά μπορεί να αναθεωρηθεί στα πλαίσια έφεσης (Βλ. Smith και Karaolis Dev. Ltd (πιο πάνω), Μαρκέζα, Αίτηση 64/96/10.7.96, Πογιατζή (1995) 1 Α.Α.Δ. 574).

Παραβίαση του άρθρου 30.2 του Συντάγματος.

Εφόσο τα δικαστήρια έχουν εξουσία να αναστείλουν μια διαδικασία σε περίπτωση που συντρέχουν οι περιστάσεις που προδιαγράφονται στην Constantinides (πιο πάνω) δεν εγείρεται θέμα παραβίασης του άρθρου 30.2 του Συντάγματος. Η άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου για περιστολή της κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας αποτελεί θέμα ύψιστου δημοσίου συμφέροντος, το οποίο επικρατεί του ατομικού δικαιώματος που διασφαλίζεται από το άρθρο 30.2 του Συντάγματος.

Η επίκληση της συμφυούς εξουσίας του δικαστηρίου για αναστολή μιας διαδικασίας αποτελεί - και αυτή - δικαστική πράξη στα πλαίσια άσκησης διακριτικής ευχέρειας η οποία, όπως υποδεικνύεται πιο πάνω, δεν ελέγχεται με ένταλμα Certiorari αλλά μπορεί να αναθεωρηθεί στα πλαίσια έφεσης.

Πλάνη ως προς το περιεχόμενο του δημοσιεύματος.

Το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολογώντας τα στοιχεία που είχε υπόψη του, έκρινε πως πιθανόν η συμπεριφορά των αιτητών να αποτελεί "περιφρόνηση του δικαστηρίου".

Είναι αλήθεια πως το δημοσίευμα - Τεκ. 1 στην ένορκη δήλωση των αιτητών - δεν κάμνει αναφορά στον όρο που έχει χρησιμοποιηθεί από το πρωτόδικο δικαστήριο - εκπληκτική ("surprising") - αλλά στη φράση "totally unexpected decision". Ωστόσο, καθώς έχει νομολογηθεί, το δικαστήριο αυτό, σε διαδικασία αυτής της φύσης, δεν μπορεί να εκφέρει κρίση πάνω στην ουσία των στοιχείων που είχε ενώπιον του το πρωτόδικο δικαστήριο και να το υποκαταστήσει αποφαινόμενο πρωτογενώς πάνω σε θέμα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του πρωτόδικου δικαστηρίου (Βλ. Αίτηση 65/96/29.4.96 - απόφαση Κωνσταντινίδη, Δ.).

Εναπόκειται στους αιτητές να θέσουν ενώπιον του δικαστηρίου κατά τη δικάσιμη της 18.8.98 την εκδοχή τους αναφορικά με το ακριβές περιεχόμενο και νόημα του σχετικού δημοσιεύματος και να επιχειρηματολογήσουν υπέρ των θέσεων τους.

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο