ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 952
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9678
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Π. ΑΡΤΕΜΗ, Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΔΔ.1. Χρύσω Αχιλλέως από Πάφο,
2. Αχιλλέας Αχιλλέως από Πάφο,
Εφεσείοντες-εναγόμενοι,
και
Γρηγόρη Αλέξη, από Λεμεσό,
Εφεσίβλητου-ενάγοντα.
- - - - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:
18.5.98ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για τους εφεσείοντες: κ. Α. Ζαχαρίου
Για τον εφεσίβλητο: κ. Ηλ. Ηλία για κ. Α. Λεμή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:
Βάση για την αγωγή και κατ΄ακολουθία για την παρούσα έφεση αποτέλεσε τροχαίο ατύχημα που συνέβη στις 6.1.92 γύρω στις 5.30 μ.μ. στον υπεραστικό δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού. Σε αυτό ενείχοντο το αυτοκίνητο AAU 200 που οδηγούσε ο εφεσίβλητος-ενάγων και το TRR 636 ιδιοκτησίας του εφεσείοντα-εναγομένου 2, που οδηγούσε η σύζυγος του, εφεσείουσα-εναγομένη 1.Το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου-ενάγοντα οδηγείτο στην αριστερή λωρίδα του δρόμου με κατεύθυνση προς τη Λεμεσό, ακολουθούμενο από το όχημα των εφεσειόντων-εναγομένων, που οδηγείτο προς την ίδια κατεύθυνση. Ενώ το τελευταίο οδηγήθηκε στη δεξιά λωρίδα με σκοπό να προσπεράσει το όχημα του εφεσίβλητου-ενάγοντα, συγκρούστηκε με αυτό και ακολούθως εκτός ελέγχου οδηγήθηκε στην αντίθετη πλευρά κυκλοφορίας, με αποτέλεσμα να συγκρουσθεί και με άλλα οχήματα.
Η αγωγή, η απόφαση της οποίας εφεσιβάλλεται με την παρούσα έφεση, αφορά την πρώτη σύγκρουση μόνο. Σε αυτή είχαν συμφωνηθεί τα ποσά των αποζημιώσεων και παρέμεινε μόνο το θέμα της ευθύνης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού εξέτασε τη μαρτυρία και προέβηκε στα ευρήματα του θεώρησε την εφεσείουσα-εναγομένη 1 αποκλειστικά υπεύθυνη για το ατύχημα.
Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι εφεσίβαλαν την απόφαση με βάση τους πιο κάτω λόγους έφεσης: Πρόβαλαν ότι το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η σύγκρουση επεσυνέβη στο σημείο Χ1 επί του σχεδίου, το οποίο βρισκόταν 75 εκ. από τη διαχωριστική γραμμή των λωρίδων κυκλοφορίας και εντός της αριστερής λωρίδας που οδηγείτο το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου-ενάγοντα, ήταν λανθασμένο και δεν υποστηριζόταν από τη μαρτυρία. Περαιτέρω, υπεβλήθη ότι και με βάση τα ευρήματα του Δικαστηρίου το συμπέρασμα ευθύνης δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού ανέλυσε τη μαρτυρία, δέχθηκε το σημείο Χ1 ή κάπου πλησίον ως σημείο συγκρούσεως, ασχέτως του αν υπεδείχθη ή όχι από τον εφεσείοντα-ενάγοντα, γιατί όπως είπε, υποστηριζόταν από την πραγματική μαρτυρία και συγκεκριμένα το γεγονός ότι περίπου εκεί άρχιζαν τα τριψίματα των τροχών του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου-ενάγοντα. Το Δικαστήριο αναφέρθηκε και στην απόφαση Κυριακίδου ν. Νικολάου (1993) 1 Α.Α.Δ. 45, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:
".... ένα αντικειμενικό εύρημα ενέχει αποδεικτική δυναμική όταν κατά την αντιπαραβολή προς αυτό των αντικρουομένων εκδοχών, είναι εγγενώς αποκαλυπτικό της εξέλιξης των πραγμάτων."
Βρίσκουμε ότι το εύρημα αυτό του Δικαστηρίου ήταν απόλυτα δικαιολογημένο και υποστηριζόταν από την υπάρχουσα πραγματική μαρτυρία και ως εκ τούτου δεν χωρεί καμμιά επέμβαση εκ μέρους μας.
Τα ουσιαστικά ευρήματα του Δικαστηρίου αναφορικά με το πώς επεσυνέβη το ατύχημα που προέκυψαν αφού αναλύθηκαν οι δύο διαφορετικές εκδοχές ήταν κατά λέξη τα πιο κάτω:
"Στις 6.1.92 γύρω στις 17.40 η εναγόμενη 1 οδηγούσε το αυτοκίνητο ιδιοκτησία του εναγόμενου 2 TRR 636 στον υπεραστικό δρόμο Λευκωσίας - Λεμεσού με κατεύθυνση προς Λεμεσό ενώ ταυτόχρονα οδηγείτο προπορευόμενο το αυτοκίνητο του ενάγοντα AAU 200 στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας. Η εναγομένη αρ. 1 που αρχικά οδηγούσε στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας μετακινήθηκε στη δεξιά με σκοπό να προσπεράσει. Η ταχύτητα και των δύο οχημάτων δεν μπορεί να ήταν αυτή που κατέθεσαν δηλαδή των 80 χιλιομέτρων και αυτό λαμβάνοντας υπόψη τις πορείες και την απόσταση που κάλυψαν ειδικότερα το όχημα των εναγομένων που άφησε ίχνη στην άσφαλτο 48 μ. και 53 μ. των δεξιών και αριστερών αντίστοιχα - προτού συγκρουσθεί στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας και αναποδογυριστεί. Η εναγομένη αρ. 1 προσπερνούσε το αυτοκίνητο του ενάγοντα πολύ πλησίον στην διακεκομμένη γραμμή που χωρίζει τις δύο λωρίδες κυκλοφορίας. Ενώ η εναγομένη 1 προχωρούσε φαίνεται ότι το αυτοκίνητο του ενάγοντα κινήθηκε δεξιότερα μέσα πάντοτε στη λωρίδα κυκλοφορίας του με αποτέλεσμα να κτυπηθεί στη δεξιά πλευρά. Μετά την πρώτη αυτή σύγκρουση σπρώχθηκε αριστερά, κτύπησε στο σιδερένιο κιγκλίδωμα και σταμάτησε στην αριστερή πλευρά του δρόμου αφήνοντας άλλοτε ίχνη πλάγιας ολίσθησης και άλλοτε ίχνη τροχών."
Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στο γεγονός ότι ο εφεσίβλητος-ενάγοντας δεν οδηγούσε στην αριστερή άκρη της λωρίδας του και επίσης ότι δεν αντιλήφθηκε το αυτοκίνητο της εφεσείουσα-εναγομένης, αλλά αυτά, σε σχέση με το ότι η κίνηση του προς τα δεξιά έγινε εντός της δικής του λωρίδας κυκλοφορίας, δεν αποτελούσαν κατά το εύρημα του αμέλεια, που είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση του ατυχήματος.
Αφού εξετάσαμε το σημείο αυτό με μεγάλη προσοχή, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι είναι περίπτωση όπου το Εφετείο θα πρέπει να επέμβει στο συμπέρασμα αυτό του Δικαστηρίου γιατί, κατά τη γνώμη μας, δεν υποστηρίζεται από τα ευρήματα του ιδίου του Δικαστηρίου. Το γεγονός ότι το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου-ενάγοντα κινήθηκε δεξιότερα έστω και εντός της λωρίδας του τη στιγμή που θα το προσπερνούσε το άλλο όχημα σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος-ενάγοντας δεν πρόσεξε καθόλου την ύπαρξη του οχήματος που τον προσπερνούσε, αποτελεί κατά τη γνώμη μας αμέλεια που συνέτεινε στην πρόκληση της σύγκρουσης των δύο οχημάτων. Παρόλον τούτο κρίνουμε ότι το μεγάλο μέρος της αμέλειας φέρει η οδηγός του άλλου οχήματος που ώφειλε να λάβει όλα εκείνα τα αναγκαία μέτρα, ούτως ώστε η προσπέραση να καταστεί ασφαλής. Δηλαδή έπρεπε να τηρεί ασφαλή απόσταση από την πλευρά του οχήματος που προσπερνούσε, τέτοια που να της επέτρεπε να προσπεράσει με ασφάλεια. με άλλα λόγια θα έπρεπε να οδηγήσει όσο δεξιότερα μπορούσε εντός της εξωτερικής λωρίδας του δρόμου. Τούτο όπως φαίνεται απέτυχε να πράξει η εφεσείουσα-ενάγουσα γιατί προφανώς οδηγήσε το αυτοκίνητο της πολύ πλησίον του οχήματος που προσπερνούσε και κοντά στη διαχωριστική γραμμή αν όχι και εν μέρει εντός της αριστερής λωρίδας του δρόμου.
Οι αρχές καταμερισμού της ευθύνης, όπως τονίστηκε και στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Γρηγορίου (1989) 1 Α.Α.Δ. Ε 178 είναι η υπαιτιότητα που συναρτάται με την εκπλήρωση των καθηκόντων του κάθε οδηγού για την ασφάλεια του άλλου και η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της αμέλειας των δύο οδηγών και της ζημιάς που προκαλείται. Διαφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι οι ενέργειες του εφεσίβλητου-ενάγοντα μόνο αν εξετάζονταν μικροσκοπικά θα εδικαιολογούσαν ευθύνη. Πιστεύουμε ότι είναι καθαρή περίπτωση όπου και με μία συνεκτίμηση από την πλατειά γωνία του μέσου συνετού πολίτη, όπως αναφέρθηκε στην Χριστοδούλου ν. Γρηγορίου (πιο πάνω), προκύπτει σαφώς ευθύνη και εκ μέρους του εφεσίβλητου-ενάγοντα.
Ως συνέπεια των πιό πάνω ανατρέπουμε την πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με την ευθύνη και την επιμερίζουμε σε 80% σε βάρος της εφεσείουσας-εναγομένης και 20% σε βάρος του εφεσίβλητου-ενάγοντα.
Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων-εναγομένων.
Δ. Δ. Δ.
/Χ.Π
.