ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή. Λαμπρινή Λάμπρου - Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2016-08-25 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑΣ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ, Υπόθεση Αρ. 82/2012, 25/8/2016 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2016:D409

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 82/2012)

 

25 Αυγούστου, 2016

 

[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23, 26, 28, 35 ΚΑΙ 146

ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑΣ

ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ,

Καθ' ων η Αίτηση.

_________________________

 

Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Λαμπρινή Λάμπρου - Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

_________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής ζητά:-

 

«Α.  Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ' ου η αίτηση που περιέχεται σε επιστολή ημερ. 28.11.2011 του Διευθυντή Κτηματολογίου και Χωρομετρίας και με την οποία ενημέρωσε τον Αιτητή ότι ο καθ' ου η αίτηση δεν έδωσε τη συγκατάθεση του για αποδοχή του αγοραπωλητηρίου εγγράφου και μεταβίβαση των κτημάτων με αριθμό εγγραφής 0/16852 και 0/33917 που ευρίσκονται στην κοινότητα Αγίου Θεοδώρου της Επαρχίας Πάφου στον Αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και πως ό,τι παραλείφθηκε να διαταχθεί να γίνει.»

 

 

 

΄Οπως προκύπτει από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της υπόθεσης, ο αιτητής, στις 10.4.2007, προέβη στην αγορά της αναφερόμενης στο αιτητικό ακίνητης περιουσίας, ιδιοκτησία Τουρκοκύπριας γυναίκας, η οποία, κατά το χρόνο του θανάτου της, στις 19.1.1991, είχε τη μόνιμη κατοικία της στην Πάφο, ενώ, από το 1974 και μετά, κατοίκησε, για μακρές περιόδους, στην Αγγλία.  Η πωλητήρια συμφωνία συνομολογήθηκε με το,  δυνάμει δικαστικού διατάγματος, διαχειριστή της εν λόγω περιουσίας και κατεγράφη σε συγκεκριμένο έγγραφο.  ΄Οταν δε, στις 19.4.2007, αυτό προσκομίστηκε στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου για κατάθεση, σύμφωνα με τον περί Πώλησης Γης (Ειδική Εκτέλεση) Νόμο, Κεφ. 232, τέθηκε θέμα κατά πόσο η αίτηση προς τούτο έπρεπε ή όχι να εγκριθεί.  Να σημειωθεί, σχετικά, πως, δεδομένου του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, ανωτέρω, της εν λόγω ακίνητης περιουσίας, η πώλησή της ενέπιπτε στις πρόνοιες του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και ΄Αλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου του 1991, (Ν. 139/1991), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί.  ΄Επρεπε, για τούτο, να ληφθεί η συγκατάθεση του Κηδεμόνα των Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, (ο «Κηδεμόνας»), ως του διαχειριστή αυτής, ιδιότητα την οποία κατέχει, με βάση το Ν. 139/1991, ο Υπουργός Εσωτερικών. 

 

Υπό το φως, λοιπόν, της αίτησης για κατάθεση, ως ανωτέρω, της εν λόγω πωλητήριας συμφωνίας, ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας προώθησε το θέμα ενδοϋπηρεσιακά, για να οδηγηθεί, τελικά, αυτό ενώπιον του Κηδεμόνα, προς λήψη οριστικής απόφασης.  Η ληφθείσα απόφαση κοινοποιήθηκε, με επιστολή ημερομηνίας 9.8.2011, στο τμήμα, από όπου είχε, αρχικά, προέλθει το θέμα, πληροφορώντας το Διευθυντή του τα εξής:-

 

«Πληροφορείσθε ότι η αίτηση έχει μελετηθεί με βάση τις πρόνοιες της περί Τ/Κ Περιουσιών Νομοθεσίας, Ν. 139/1991 έως 39(Ι)/2010 και την ακολουθούμενη πολιτική, πλην όμως ο Κηδεμόνας Τ/Κ Περιουσιών αποφάσισε ότι δεν είναι δυνατό να χορηγηθεί η συγκατάθεσή του για αποδοχή του αγοραπωλητηρίου και κατ' επέκταση της δήλωσης μεταβίβασης.  Εξάλλου επηρεάζονται δυσμενώς εκτοπισμένοι οι οποίοι θα έχουν και αγώγιμο δικαίωμα για αποζημιώσεις σε περίπτωση πώλησης της εν λόγω τ/κ περιουσίας.»

 

 

 

Ο αιτητής ενημερώθηκε για την πιο πάνω απόφαση με επιστολή ημερομηνίας 28.11.2011, η οποία τον πληροφορούσε, μεταξύ άλλων, τα εξής:-

 

«(α)  Δυνάμει των προνοιών των Περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμων αρ. 139/91 έως 39(Ι)/2010, όλες οι Τ/Κ Περιουσίες που βρίσκονται στις ελεύθερες περιοχές, βρίσκονται υπό την κηδεμονία του Κηδεμόνα Τ/Κ περιουσιών και ενόσω διαρκεί η έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο, λόγω Τουρκικής Εισβολής και κατοχής, οι ιδιοκτήτες των περιουσιών αυτών, αποκλείονται της άσκησης οποιωνδήποτε περιουσιακών δικαιωμάτων, χωρίς την αναγκαία προς τούτο άδεια του Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσιών.

 

(β)  Ο Κηδεμόνας Τ/Κ Περιουσιών, ενώπιον του οποίου τέθηκε το όλο θέμα, αφού έλαβε υπόψη όλα τα δεδομένα και περιστατικά που διέπουν την ως άνω αγοραπωλησία, δεν έδωσε τη συγκατάθεση του για αποδοχή του αγοραπωλητηρίου εγγράφου ενόσω διαρκεί η έκρυθμη κατάσταση που δημιουργήθηκε στην Κύπρο λόγω της Τουρκικής Εισβολής και κατοχής επειδή:

 

Επηρεάζονται δυσμενώς εκτοπισμένοι οι οποίοι θα έχουν αγώγιμο δικαίωμα για αποζημιώσεις σε περίπτωση πώλησης της εν λόγω τ/κ περιουσίας.  ...»

 

 

 

Ο αιτητής προβάλλει, μεταξύ άλλων, ως λόγο για την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης, ότι αυτή:  «Στερείται δέουσας έρευνας και/ή αιτιολογίας».  Ο Κηδεμόνας αποφάσισε τη συγκεκριμένη περίπτωση στη βάση του Ν. 139/1991, όπως αναφέρεται στην επιστολή ημερομηνίας 9.8.2011, ανωτέρω.  Επομένως, σχετικές, ως προς τούτο, είναι οι πρόνοιες του άρθρου 3 του εν λόγω Νόμου και, ειδικά, αυτές στις οποίες αναφέρονται οι επιφυλάξεις που έχουν εισαχθεί σε αυτό με τον ομώνυμο Τροποποιητικό Νόμο 39(Ι)/2010.  Προβλέπουν τα εξής:-

 

«Νοείται ότι στα πλαίσια άσκησης της πιο πάνω εξουσίας του να διαχειρίζεται Τουρκοκυπριακές περιουσίες διαρκούσης της έκρυθμης κατάστασης, ο Υπουργός έχει επίσης εξουσία ως διαχειριστής, να άρει με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του και υπό τους κατά την κρίση του κατάλληλους όρους τη διαχείριση συγκεκριμένης Τουρκοκυπριακής περιουσίας ή μέρους αυτής, αφού λάβει υπόψη σε σχέση με τη διαχείριση τις συνθήκες και περιστάσεις της κάθε περίπτωσης και σταθμίσει όλους τους σχετικούς με το θέμα αυτό παράγοντες, περιλαμβανομένου του κατά πόσο ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας ή οι κληρονόμοι ή οι διάδοχοί του στον τίτλο, ανάλογα με την περίπτωση, κατέχουν περιουσία που ανήκει σε Ελληνοκύπριο στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές:

 

Νοείται περαιτέρω ότι προσμετρούν θετικά σε άρση της διαχείρισης Τουρκοκυπριακής περιουσίας, μεταξύ άλλων, οι πιο κάτω παράγοντες:

 

(α)  ΄Οτι πρόκειται για τη διαχείριση περιουσίας που όταν περιήλθε στο καθεστώς διαχείρισής της από τον Κηδεμόνα ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας είχε τη συνήθη διαμονή του στο εξωτερικό όπου είχε μεταβεί οποτεδήποτε πριν ή μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και ο εν λόγω ιδιοκτήτης συνεχίζει να διαμένει εκεί ή επέστρεψε ή επιστρέφει από το εξωτερικό για μόνιμη εγκατάσταση στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, ή προτίθεται να επιστρέψει στις εν λόγω περιοχές,

 

(β)  ότι πρόκειται για τη διαχείριση περιουσίας που σε οποιοδήποτε χρόνο μετά που περιήλθε στο καθεστώς διαχείρισής της από τον Κηδεμόνα ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας εγκαταστάθηκε μόνιμα και συνεχίζει αδιάλειπτα να είναι μόνιμα εγκατεστημένος στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές,

 

(γ)  ότι η υπό διαχείριση περιουσία αφορά κατοικία στην οποία διέμενε ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης και κάτοχός της πριν την τουρκική εισβολή του 1974 και στην οποία προτίθεται να κατοικήσει προσερχόμενος από τις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές για μόνιμη εγκατάσταση στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές.»

 

 

 

Με την αίτηση για κατάθεση της πωλητήριας συμφωνίας, τέθηκε, ουσιαστικά, θέμα άρσης της διαχείρισης της πωληθείσας ακίνητης περιουσίας, όπως αυτή υφίστατο δυνάμει του Ν. 139/1991.  Επομένως, η απόφαση του Κηδεμόνα επί του εν λόγω θέματος έπρεπε να ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και να συνοδευόταν από δέουσα αιτιολογία, σύμφωνα με τις σχετικές αρχές του διοικητικού δικαίου, (βλ. άρθρα 45 και 28, αντίστοιχα, του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/1999)). 

 

Στην προκειμένη περίπτωση, ο Κηδεμόνας είχε ενώπιόν του όλα τα γεγονότα που αφορούσαν το ιδιοκτησιακό καθεστώς της υπό αναφορά ακίνητης περιουσίας, καθώς, επίσης, τα γεγονότα που αφορούσαν το καθεστώς κατοχής και χρήσης της κατά τον ουσιώδη χρόνο∙ χρησιμοποιείτο από εκτοπισθέντες.  Περαιτέρω, με βάση τα στοιχεία που, προφανώς, είχε προσκομίσει ο διαχειριστής της εν λόγω περιουσίας, όπως αυτός είχε, άλλωστε, υποχρέωση να πράξει, ήταν εύλογο και το συμπέρασμά του ότι η αποβιώσασα ιδιοκτήτρια της εν λόγω περιουσίας είχε εγκατασταθεί στην Αγγλία κατά το 1974, μετά την τουρκική εισβολή.  Σύμφωνα, όμως, με το διάταγμα διαχείρισης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, όταν αυτή απεβίωσε, στις 19.1.1991, «είχε τη μόνιμη κατοικία της στην Πάφο». 

 

Στην επιστολή προς το Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, ημερομηνίας 9.8.2011, αναφέρεται, ως αιτιολόγηση της απόφασης του Κηδεμόνα, ότι αυτή λήφθηκε, αφού η αίτηση για κατάθεση της πωλητήριας συμφωνίας μελετήθηκε «με βάση τις πρόνοιες της περί Τ/Κ Περιουσιών Νομοθεσίας, Ν. 139/1991 έως 39(Ι)/2010 και την ακολουθούμενη πολιτική».  Η αιτιολογία αυτή, ομολογουμένως, δε θα μπορούσε να ήταν πιο γενική και αόριστη.  Ουδεμία αναφορά γίνεται στους παράγοντες που ορίζονται στις επιφυλάξεις του άρθρου 3 του Ν. 139/1991, ως, ιδιαιτέρως, σχετικοί στο πλαίσιο εξέτασης άρσης της διαχείρισης τουρκοκυπριακής περιουσίας.  Δευτερευόντως δε, είναι που γίνεται αναφορά σε δυσμενή επηρεασμό εκτοπισμένων, αφού η αιτιολογία αυτή, όπως φαίνεται στην προαναφερθείσα επιστολή ημερομηνίας 9.8.2011, η οποία παρατίθεται πιο πάνω, εισάγεται με το επίρρημα «εξάλλου», τονίζοντας, έτσι, έτι περαιτέρω, ότι σημασία δόθηκε, πρωτίστως, στις πρόνοιες του Ν. 139/1991.

 

Στην επιστολή ημερομηνίας 28.11.2011, η οποία απευθύνεται, μεταξύ άλλων, και προς τον αιτητή, παρατίθεται, ως μοναδική αιτιολογία, εκείνη που διαπιστώνεται, πιο πάνω, ως δευτερεύουσα.  Αυτή δε έχει ως εξής: «Επηρεάζονται δυσμενώς εκτοπισμένοι οι οποίοι θα έχουν αγώγιμο δικαίωμα για αποζημιώσεις σε περίπτωση πώλησης της εν λόγω τ/κ περιουσίας».  Τίθεται δε εύλογα το ερώτημα:  Είναι, τελικώς, αυτή η αιτιολογία για την απόφαση του Κηδεμόνα;  Μάλλον όχι, αφού, με αυτή, δεν αίρονται τα όσα γενικά και αόριστα αναφέρονται ως αιτιολογία για την προσβαλλόμενη απόφαση στην προαναφερθείσα επιστολή ημερομηνίας 9.8.2011.  Επιπρόσθετα, αυτό που δεν είναι κατανοητό σε σχέση με τη συγκεκριμένη εξήγηση είναι η σημασία της αναφοράς στο δικαίωμα για αποζημιώσεις, ώστε δεν είναι δυνατό να γίνει αντιληπτή, εν πάση περιπτώσει, η συγκεκριμένη δευτερευούσης σημασίας αιτιολογία.  Στην υπόθεση Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, λέχθηκαν, στη σελίδα 365, σχετικά, τα εξής:-

 

«Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό Δικαστή η δυνατότης να αντιληφθεί επί τη βάσει ποιων στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130).»

 

 

 

Αυτό είναι το δίλημμα το οποίο προκύπτει, εν προκειμένω,  συνεπεία της, κατά πρώτο λόγο, ελλιπούς αιτιολογίας, όσον αφορά την εφαρμογή των προνοιών του Ν. 139/1991, και, κατά δεύτερο λόγο, της ασαφούς εξήγησης που δίδεται σε σχέση με τις επιπτώσεις, που τυχόν να προκύψουν από την παρουσία εκτοπισμένων στην υπό αναφορά ακίνητη ιδιοκτησία.  Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω παρατηρήσεων, η προσβαλλόμενη απόφαση κρίνεται ως μη δεόντως αιτιολογημένη και, ως εκ τούτου, υπόκειται σε ακύρωση.

 

Επομένως, για τους λόγους ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση κηρύσσεται άκυρη και εστερημένη οποιουδήποτε αποτελέσματος, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.  Επιδικάζονται €1.000,00 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ' ων η αίτηση.

 

 

                                                             Γ.Ν. Γιασεμής,

                                                                       Δ.

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο