ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D360
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 71/2013)
14 Ιουλίου, 2016
[Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΣΟΛΩΝ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Aιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ
ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
---------------
Π. Αριστοτέλους για Κ. Ανδρέου, για τον Αιτητή.
Α. Κάρνου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η
Αίτηση.
---------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή του και επικυρώθηκε η απόφαση του Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την οποία θεωρήθηκε ως εργοδότης και κλήθηκε να καταβάλει εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων των υπαλλήλων της εταιρείας Βάσος Βαρωσιώτης Λτδ.
Ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης του 45% των μετοχών της εταιρείας Βάσος Βαρωσιώτης Λτδ, η οποία διαχειριζόταν εστιατόριο που τελούσε υπό διαχείριση μέχρι 25.1.2012 που παραιτήθηκε ο διαχειριστής.
Με επιστολή του, ημερομηνίας 27.3.2012, ο αιτητής ζήτησε από το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όπως καταβάλλει ο ίδιος τις εισφορές των υπαλλήλων της ψαροταβέρνας, οι οποίες προηγουμένως καταβάλλονταν από την εταιρεία Βάσος Βαρωσιώτης Λτδ. Παρατίθεται αυτούσια η εν λόγω επιστολή (διατηρείται η ορθογραφία του κειμένου):
«Προς: Κοινωνικές Ασφαλίσεις
Καν Αντρούλλα Παφίτου
Αγαπητή κυρία,
Εγώ ο Σόλων Χαραλάμπους ζητώ από το Γραφείο Εργασίας να γραφτώ στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις και να αλλάξω Αριθμό Μητρώου Εργοδότη και να περαστούν τα δικαιώματα των υπαλλήλων από την εταιρεία Βάσος Βαρωσιότης Λτδ στο Σόλων Χαραλάμπους, ο οποίος έχω το 45% των μετοχών αλλά δεν είμαι στο Διοικητικό Συμβούλιο, για να μπόρω να πληρώνω τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις, όμως έχω απορριφθεί προφορικά από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις και οι λόγοι είναι οι εξής:
1. Η Ψαροταβέρνα ήταν Υποδιαχείρηση από τον Κον Ελευθέριο Φιλίππου από τις 24/11/2010 - 25/1/2012 και όταν ο Κος Φιλίππου αποχώρησε, προσπάθησε να δώσει πίσω την εταιρεία στους δικαιούχους του Διοικητικού Συμβουλίου οι οποίοι είναι ο Πάμπος Χαμπή ( αρ. ταυτότητας 686076 ) και ο Άντρος Βαρωσιότης (αρ. ταυτότητας 703931), οι οποίοι όμως για κάποιους λόγος δικούς τους, δεν παίρνουν πίσω την Ψαροταβέρνα από τον κον Ελευθερίο Φιλίππου έτσι ώστε η εταιρεία να μείνει εκτεθειμένη και οι υπάλληλοι να κινδυνεύουν να χάσουν τα δικαιώματα τους.
2. Εγώ ο Σόλων Χαραλάμπους έχω πάει στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας και έχω ζητήσει να μου δώσουν νέον αριθμό εγγραφής στο μητρώο ΦΠΑ και με αποδέχτηκαν και ο νέος αριθμός είναι το 00533583Ζ και είναι γραμμένο στο όνομα μου για να μπόρω πληρώνω το ΦΠΑ κάθε τριμηνία. Το ίδιο έχω ζητήσει από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις και το δέχτηκαν σαν Σόλων Χαραλάμπους, και όταν είχα ζητήσει πληροφορίες από το λογιστή να με βοηθήσει για να κάνω σωστές δουλειές, δηλαδή να περάσω τα δικαιώματα των υπαλλήλων στον Σόλων Χαραλάμπους, μου είπε ότι πρέπει να υπογράψουν οι Διευθυντές της Εταιρείας Άντρος Βαρωσιότης και Πάμπος Χαμπή ότι μου το μεταβιβάζουν όμως αρνήθηκαν να μου υπογράψουν, και προσπάθησα να αλλάξω ΑΜΕ για να μπορώ να πληρώνω τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις των υπαλλήλων,
Παρακαλώ όπως εξετάσετε αυτή την προσπάθεια μας που προσπαθούμε να επιβιώσουμε σαν υπάλληλοι
Σας ευχαριστώ
Σόλων Χαραλάμπους
Μέτοχος 45%»
Η πιο πάνω επιστολή αποτέλεσε το έναυσμα για έρευνα από μέρους της Υπηρεσίας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Λήφθηκαν γραπτές καταθέσεις από τον αιτητή, από δύο εργαζόμενους στο εστιατόριο και δύο αξιωματούχους της εταιρείας Βάσος Βαρωσιώτης Λτδ.
Εκ μέρους του αιτητή λήφθηκαν δύο καταθέσεις. Στην πρώτη από αυτές, ημερομηνίας 29.3.2012, ο αιτητής, κοινοποιώντας την πρόθεσή του να αναλάβει την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, δήλωσε τα εξής:
«Ο υπογεγγραμμένος Σόλων Χαραλάμπους από Αμμόχωστο δηλώνω ότι είμαι μέτοχος 45% της εταιρείας Vasos Varoshiotis Ltd η οποία διαχειρίζεται ψαροταβέρνα στην οδό Πιαλέ Πασιά 7 στην Λάρνακα.
Μέχρι 25/01/2012 διαχειριστής ήταν ο κ. Ελευθέριος Φιλίππου μετά από εντολή δικαστηρίου και από 26/01/2012 ανέλαβα εγώ ως άτομο την διαχείριση του υποστατικού επειδή ακόμα εκκρεμεί η παράδοση της ψαροταβέρνας στους διευθυντές της εταιρείας λόγω δικαστικής διαμάχης.
Έχω εγγραφεί στο Φ.Π.Α. ως άτομο και από 26/01/2012 έχω πρόθεση ν αναλάβω τις πληρωμές των Κοινωνικών Ασφαλίσεων μέχρι να ενημερωθώ για την απόφαση του δικαστηρίου. Στο παρών στάδιο θα ετοιμάσω και επιστολή για το τμήμα σας που να αναφέρω ότι η απασχόληση των υπαλλήλων θα είναι συνεχόμενη για σκοπούς πλεονασμού»
Στην κατάθεσή του, ημερομηνίας 30.3.2012, ο αιτητής, περιγράφοντας τις συνθήκες υπό τις οποίες ανέλαβε ο ίδιος τη διαχείριση του εστιατορίου, ανέφερε τα ακόλουθα:
«Μετά από εντολή Δικαστηρίου από 1/12/2010 μέχρι 25/1/2012 την διαχείριση της εταιρείας την ανέλαβε ο κ. Ελευθέριος Φιλίππου. Την συγκεκριμένη περίοδο ο διαχειριστής με όρισε ως υπεύθυνο του εστιατορίου με αποτέλεσμα να ελέγχω τα πάντα μέσα στην επιχείρηση και επίσης να είμαι εγγεγραμμένος στον Κ.Ο.Τ. ως διευθυντής. Ήμουν υπεύθυνος για τη λειτουργία του εστιατορίου, όμως ο κ. Φιλίππου είχε τον οικονομικό έλεγχο της εταιρείας. Στη συνέχεια ο κ. Φιλίππου μετά από αίτηση του στο δικαστήριο αποχώρησε ως διαχειριστής της εταιρείας από 25/1/2012. Ο ίδιος ενημέρωσε γραπτώς τους διευθυντές και τους μετόχους για την αποχώρηση του αλλά οι διευθυντές δεν αποδέχθηκαν να παραλάβουν το εστιατόριο επειδή ο κ. Φιλίππου δεν τους είχε ενημερώσει αναλυτικά για τις ενέργειες του την περίοδο που ο ίδιος διαχειριζόταν την εταιρεία. Τον Φεβρουάριο /2012 ο κ. Φιλίππου αποφάσισε να καταθέσει αγωγή στους Διευθυντές για να τους αναγκάσει να αναλάβουν την διαχείριση του εστιατορίου. Από 26/01/2012 επειδή δεν υπήρχε κανένας για να αναλάβει το εστιατόριο αποφάσισα να προστατεύσω τα συμφέροντα των υπαλλήλων και τα δικά μου και προχώρησα στην διαχείριση του εστιατορίου. Από τότε μέχρι σήμερα είμαι μοναδικός υπεύθυνος τα ψαροταβέρνας και έχω αναλάβει όλες τις λειτουργίες και οικονομικές εργασίες του εστιατορίου. Εγώ πληρώνω τους υπαλλήλους, εγώ τους δίνω οδηγίες, εγώ τους ελέγχω και επίσης εγώ υπογράφω για τις άδειες ανάπαυσης τους. Όσον αφορά τις παραλαβές των προϊόντων αυτές τις κάμνω εγώ και πάντα πληρώνω μετρητά από τα έσοδα της ψαροταβέρνας που υπήρχαν από τις 26/01/2012 και μετά. Επίσης από τα ίδια έσοδα πληρώνονται και οι μισθοί των υπαλλήλων. Εγώ ως υπεύθυνος του εστιατορίου θέλω να πληρώνω κοινωνικές ασφαλίσεις κανονικά όμως ταυτόχρονα θέλω να διασφαλιστούν τα δικαιώματα όλων μας που απασχολούμασταν στην εταιρεία Vasos Varoshiotis Ltd. Παρακαλώ όπως ενημερωθώ για ότι αφορά την ορθή εγγραφή του εστιατορίου στο τμήμα σας».
(Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου).
Ο εκ των εργαζομένων στο εστιατόριο Παύλος Ζήνωνος κατέθεσε στις 29.3.2012 τα ακόλουθα:
«Εργάζομαι στην ψαροταβέρνα Βαρωσιώτης στην Λάρνακα ως μάγειρας. Απ' ότι γνωρίζω την εταιρεία την διαχειριζόταν ο κ. Ελευθέριος Φιλίππου μέχρι 25/01/12 μετά από δικαστική εντολή. Από 26/1/12 διευθυντής του εστιατορίου είναι ο Σόλων Χαραλάμπους και μόνο από αυτόν δέχομαι εντολές. Αυτός ελέγχει το εστιατόριο, τους υπαλλήλους, μας δίνει οδηγίες, μας πληρώνει και μας υπογράφει την άδεια ανάπαυσης μας. Δεν γνωρίζω πόσο χρονικό διάστημα θα κρατήσει αυτό όμως στο παρόν στάδιο μόνο ο Σόλων Χαραλάμπους διαχειρίζεται το εστιατόριο».
Σχεδόν πανομοιότυπη ήταν και η κατάθεση που λήφθηκε την ίδια μέρα από την Μαργαρίτα Καλογήρου, επίσης εργαζόμενη ως μάγειρας στο εστιατόριο.
Ο κατονομαζόμενος από τον αιτητή ως Παραλήπτης/Διαχειριστής της εταιρείας Βάσος Βαρωσιώτης Λτδ, με επιστολή του προς τον Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ημερομηνίας 11.5.2012, σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «υπεύθυνος για τη λειτουργία του εστιατορίου της εταιρείας κατά την περίοδο που ήμουν Παραλήπτης/Διαχειριστής παρέμεινε όπως και προηγουμένως ο κ. Σόλων Χαραλάμπους».
Κατόπιν έρευνας και συνεκτίμησης όλων των πιο πάνω στοιχείων, ο Διευθυντής πληροφόρησε τον αιτητή στις 4.9.2012 ότι είχε υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για λογαριασμό όλων των μισθωτών υπαλλήλων που απασχολούνταν στο εστιατόριο για την περίοδο από τις 26.1.2012 μέχρι την κατεδάφισή του. Όπως αναφέρεται στην επιστολή, η υποχρέωση πηγάζει κυρίως από τα εξής δεδομένα:
«1. Σε γραπτή σας κατάθεση ημερομηνίας 30/3/2012 σε Επιθεωρητή των Υπηρεσιών μας δηλώνετε ότι από τις 26/1/2012 αναλάβατε τη διαχείριση του εστιατορίου συμπεριλαμβανομένων όλων των λειτουργικών και οικονομικών εργασιών. Επιπρόσθετα, αναλάβατε την πληρωμή του προσωπικού, τον έλεγχο και καθοδήγηση τους καθώς και την υπογραφή των αδειών ανάπαυσης τους.
2. Σε γραπτές τους καταθέσεις, πρόσωπα τα οποία απασχολούνται στο εστιατόριο, υποδεικνύουν εσάς ως υπεύθυνο για τον έλεγχο κατά τη διάρκεια της εργασίας τους, πληρωμής των μισθών τους καθώς και της υπογραφής της άδειας ανάπαυσης τους.
3. Σύμφωνα με την επιστολή σας προς τις Υπηρεσίες μας ημερ. 27/3/2012 έχετε εγγραφεί στο μητρώο του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, αρ. 005335832, για να καταβάλλετε επ΄ ονόματι σας το ΦΠΑ για το εστιατόριο.»
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης του Διευθυντή, ο αιτητής υπέβαλε μέσω δικηγόρου, στις 10.10.2012, ιεραρχική προσφυγή στην Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δυνάμει του άρθρου 83 του περί Κοινωνικών Aσφαλίσεων Νόμου του 2010 (Ν.59(1)/2010, ως έχει τροποποιηθεί) - («ο Νόμος»), επικαλούμενος έλλειψη δέουσας έρευνας, νομική και πραγματική πλάνη σε σχέση με τις περιστάσεις υπό τις οποίες ανέλαβε την καταβολή των εισφορών και ισχυριζόμενος ότι ο ίδιος προέβη στην πληρωμή των εισφορών εκ μέρους των διευθυντών της εταιρείας και/ή του διορισμένου διαχειριστή, με σκοπό την προστασία των δικαιωμάτων του και των συναδέλφων του υπαλλήλων και ότι, κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, εργοδότης του προσωπικού του εστιατορίου δεν ήταν ο ίδιος, αλλά η εταιρεία η οποία, κατά την άποψή του, είχε τη σχετική νομική υποχρέωση καταβολής των εισφορών.
Με την επίδικη απόφασή της, ημερομηνίας 19.11.2012, η Υπουργός επικύρωσε ως ορθό το εύρημα του Διευθυντή ότι ο αιτητής ήταν ο εργοδότης του προσωπικού του εστιατορίου κατά τον ουσιώδη χρόνο και, ως εκ τούτου, απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή.
Ο αιτητής, κατ' επίκληση των ερμηνευτικών διατάξεων του Νόμου και ιδιαίτερα των όρων «ασφαλισμένος» και «μισθωτός», υποστηρίζει ότι η επίδικη απόφαση στερείται δέουσας έρευνας, είναι δε το αποτέλεσμα νομικής και πραγματικής πλάνης αναφορικά με το συμπέρασμα των καθ' ων η αίτηση για την ύπαρξη σχέσης εργοδότη και εργοδοτούμενου μεταξύ του ιδίου και των υπαλλήλων του εστιατορίου.
Ισχυρίζεται ότι δεν υπήρχε τέτοιου είδους σχέση στην παρούσα περίπτωση και ότι ο ίδιος ήταν υπάλληλος (servant), που ενεργούσε ως ο «μεσάζων» μεταξύ του εργοδότη, δηλαδή της εταιρείας και των υπαλλήλων της, ως υπεύθυνος προσωπικού, ο οποίος ασκούσε τον έλεγχο για λογαριασμό της.
Σημειώνει, περαιτέρω, ότι οι υπηρεσίες των υπαλλήλων παρέχονταν προς την εταιρεία στην οποία και ανήκαν τα κέρδη από τη λειτουργία του εστιατορίου, χωρίς να έχει οποιοδήποτε έλεγχο πάνω σ' αυτήν ο αιτητής.
Επιπρόσθετα, ο αιτητής αμφισβητεί την έρευνα που προηγήθηκε της λήψης της επίδικης απόφασης, χαρακτηρίζοντάς την ως «καθοδηγούμενη», αλλά και τις καταθέσεις των εργαζομένων του εστιατορίου, στις οποίες αποδίδει σκοπιμότητα.
Παράλληλα, ο αιτητής υποστηρίζει ότι δεν έχει παρουσιαστεί απόφαση οποιουδήποτε Δικαστηρίου για την παύση του διαχειριστή της εταιρείας Ε. Φιλίππου, ο οποίος δεν είχε δικαίωμα να εγκαταλείψει από μόνος του τα καθήκοντά του με βάση το άρθρο 337 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, και ότι, σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν ήταν δυνατή η παραίτηση του διαχειριστή, οι σχετικές υποχρεώσεις θα έπρεπε να επιβαρύνουν τους διευθυντές της εταιρείας.
Από την άλλη, οι καθ΄ων η αίτηση εισηγήθηκαν ότι, τόσο ο Διευθυντής, όσο και η Υπουργός, εφαρμόζοντας ορθά το Νόμο και τις σχετικές νομολογιακές αρχές, κατόπιν διεξαγωγής δέουσας έρευνας και αξιολόγησης όλων των σχετικών στοιχείων, αποφάσισαν ότι εργοδότης των υπαλλήλων της ψαροταβέρνας, μετά την παραίτηση του διαχειριστή, στις 25.1.2012 μέχρι τη λήξη των εργασιών της, ήταν ο αιτητής, εφόσον αυτός διαχειριζόταν όλες τις λειτουργικές και τις οικονομικές εργασίες του εστιατορίου, πλήρωνε, καθοδηγούσε, έλεγχε και υπέγραφε τις άδειες ανάπαυσης των υπαλλήλων.
Το άρθρο 81(1)(γ) του Νόμου προνοεί ως ακολούθως:
«81.-(1) Σε περίπτωση που προκύπτει οποιοδήποτε από τα ακόλουθα ζητήματα, αυτό επιλύεται, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, από το Διευθυντή-
................
(γ) ως προς το ποιος είναι ή ήταν ο εργοδότης μισθωτού,
................»
Σύμφωνα με τη νομολογία η ύπαρξη σχέσης εργοδότη - εργοδοτουμένου είναι πάντοτε ζήτημα πραγματικό και εξετάζεται υπό το πρίσμα του συνόλου των γεγονότων της υπόθεσης. Σχετικά είναι τα όσα αναφέρονται στην υπόθεση Tsapaco Catering Ltd v. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 796, στις σελίδες 800-803:
«Το άρθρο 2 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου αρ. 41/80 προνοεί ότι,
"'Μισθωτός' σημαίνει πρόσωπον ασκούν οιανδήποτε ασφαλιστέαν απασχόλησιν εκ των καθοριζομένων εν τω Μέρει Ι του Πρώτου Πίνακος εκτός εάν η απασχόλησις αυτού είναι εξαιρετέα δυνάμει του Μέρους ΙΙ του ρηθέντος Πίνακος."
Η κατηγορία των μισθωτών συμπεριλαμβάνει πρόσωπα των οποίων η απασχόληση καθορίζεται από σύμβαση εργασίας που παρέχεται κάτω από συνθήκες που υποδεικνύουν σχέση εργοδότη και εργοδοτουμένου (master and servant). Δεν υπάρχει συγκεκριμένος καθορισμός της σχέσης εργοδότη και εργοδοτουμένου και η ύπαρξή της εξαρτάται από διάφορα ενδεικτικά στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν σε εύρημα κατά πόσο ένα συμβόλαιο είναι συμβόλαιο που καθιερώνει τη σχέση εργοδότη-εργοδοτουμένου (master and servant) ή είναι ένα συμβόλαιο παροχής υπηρεσιών (contract of service). Μπορεί να λεχθεί ότι η σχέση εργοδότη-εργοδοτουμένου προϋποθέτει μεταξύ άλλων το δικαίωμα εκλογής του εργοδοτουμένου από τον εργοδότη, την απασχόληση για συγκεκριμένες ώρες σε συγκεκριμένο χώρο, την ύπαρξη κάποιου ελέγχου, τη διασφάλιση της συνέχισης της εργοδότησης και την καταβολή απολαβών. (Ίδε Chitty on Contracts (Specific Contracts), 27th Edition, p. 698.) Ο καθορισμός της ανταμοιβής για τις υπηρεσίες που προσφέρονται είναι ένα στοιχείο που μπορεί να υποστηρίξει την ύπαρξη της σχέσης εργοδότη και εργοδοτουμένου, χωρίς όμως από μόνο του να θεμελιώνει τη σχέση. Η σχέση μπορεί να αποδειχθεί κατά κύριο λόγο
(α) από την υποχρέωση του εργοδοτουμένου να παρέχει τις υπηρεσίες του και
(β) από το δικαίωμα του εργοδότη να ελέγχει την εργασία του εργοδοτουμένου.
Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα του Batt "The Law of Master & Servant" 5η Εκδοση, σ. 8,
"There are two essentials in the relation of master and servant, namely: (1) the servant must be under the duty of rendering personal services to the master or to the others on behalf of the master .................................................................................................. (2) the master must have the right to control the servant's work, either personally or by another servant or agent. It is this right of control or interference, of being entitled to tell the servant when to work (within the hours of service) or when not to work, and what work to do and how to do it (within the terms of such service), which is the dominant characteristic in this relation and marks off the servant from an independent contractor, or from one employed merely to give to his employer the fruits or results of his labour."
Στο σύγγραμμα των Τούση και Σταυρόπουλου "Εργατικό Δίκαιο", 1967, σ. 35 αναφέρεται ότι,
"Κριτήριον της ως άνω διαστολής μεταξύ της παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών και της ειδικώς υπό της κοινωνικής νομοθεσίας προστατευομένης συμβάσεως εργασίας αποτελεί η προσωπική εξάρτησις του εργαζομένου από τον εργοδότην, ήτοι το δικαίωμα του εργοδότου προς διεύθυνσιν και εποπτείαν της εργασίας του μισθωτού και η αντίστοιχος υποχρέωσις του τελευταίου τούτου να υπακούη εις τας οδηγίας του εργοδότου."
Τα ίδια κριτήρια ακολουθήθηκαν στην υπόθεση Performing Right Society, Limited v. Mitchell and Booker (Palais De Danse), Limited [1924] 1 K.B. 762 όπου σε αγωγή για παραβίαση δικαιώματος πνευματικής ευρεσιτεχνίας που αφορούσε συγκεκριμένα κομμάτια μουσικής, τα μέλη μιας ορχήστρας θεωρήθηκαν ότι ήταν εργοδοτούμενοι του ιδιοκτήτη του κέντρου στο οποίο εμφανίζονταν. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο Δικαστής McCardie J.,
"It seems, however, reasonably clear that the final test, if there be a final test, and certainly the test to be generally applied, lies in the nature and degree of detailed control over the person alleged to be a servant. This circumstance is, of course, one only of several to be considered, but it is usually of vital importance."
Οι πιο πάνω αποφάσεις υιοθετήθηκαν στην Κύπρο στην υπόθεση Prousi v. Redundant Employees Fund (1988) 1 C.L.R. 363 όπου τονίστηκε ότι,
"The question as to whether the relationship of employer and employee exists is always a question of fact and the facts of each particular case have to be taken into consideration. The only criterion for making a person an employee of another is not the payment of a salary for services rendered by him but also it has to be established that the employer can exercise control over the work of the other."
(Ίδε επίσης Γενικός Εισαγγελέας ν. Δήμου Λευκωσίας (1993) 2 A.A.Δ. 456.)»
Ως προς την έρευνα που έγινε από το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την πιο πάνω απόφαση:
«Η λήψη μιας διοικητικής απόφασης προϋποθέτει τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας. Η έκταση και η μορφή της έρευνας συνδέονται άμεσα με τα ιδιάζοντα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας συμπεριλαμβάνει τη συλλογή και αξιολόγηση όλων εκείνων των ουσιωδών στοιχείων που θα δημιουργούσαν τη βάση για ασφαλή συμπεράσματα. (Ίδε Νικολαΐδης και Άλλοι ν. Μηνά και Άλλων (1994) 3 Α.Α.Δ. 321 και Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζαμπόγλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270.)»
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μου και από το διοικητικό φάκελο, μετά την επιστολή του αιτητή ημερομηνίας 27.3.2012, έγινε έρευνα από το Τμήμα, η οποία ήταν εκτεταμένη. Λήφθηκαν επιπρόσθετες καταθέσεις από τον αιτητή, από τους εργαζόμενους στο εστιατόριο, καθώς και από τους δύο Διευθυντές της εταιρείας. Ο ισχυρισμός του αιτητή, όπως προβλήθηκε στην αγόρευση, ότι η έρευνα ήταν καθοδηγούμενη, παρέμεινε στη σφαίρα της γενικότητας και χωρίς τεκμηρίωση. Από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει κάτι τέτοιο. Άλλωστε, οι υπάλληλοι του εστιατορίου επιβεβαίωσαν τα όσα ο ίδιος ο αιτητής ανέφερε στη δική του κατάθεση.
Στα πλαίσια διερεύνησης της υπόθεσης λήφθηκαν επίσης στοιχεία που αφορούσαν το διορισμό και την παραίτηση του διαχειριστή της εταιρείας. Η θέση του αιτητή ότι ο διαχειριστής έπρεπε να προχωρήσει σύμφωνα με το άρθρο 337 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, για οδηγίες από το Δικαστήριο, δεν ευσταθεί, ούτε επηρεάζει καθ΄οιονδήποτε τρόπο την παρούσα υπόθεση. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της υπόθεσης, ο διαχειριστής, ο οποίος διορίστηκε από την τράπεζα Alpha Bank Cyprus Ltd, δυνάμει ομολόγου κυμαινόμενης επιβάρυνσης, υπέβαλε παραίτηση, η οποία έγινε αποδεκτή στις 16.1.2012 με ισχύ από τις 25.1.2012 και κοινοποιήθηκε στον Έφορο Εταιρειών και Επίσημο Παραλήπτη στις 26.1.2012.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό του αιτητή ότι κατά τον επίδικο χρόνο δεν εργοδοτούσε τους υπαλλήλους του εστιατορίου, αλλά εργαζόταν ως υπεύθυνος προσωπικού και έλεγχε τους υπαλλήλους για λογαριασμό της εταιρείας, δεν συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν από τον αιτητή. Σύμφωνα με την κατάθεση του αιτητή, ο ίδιος είχε την ευθύνη του εστιατορίου, ενεργώντας με δική του πρωτοβουλία, χωρίς να λαμβάνει οποιεσδήποτε οδηγίες από την εταιρεία, θέση η οποία επιβεβαιώνεται και από τις υπόλοιπες καταθέσεις.
Ο αιτητής αποφάσισε να αναλάβει ο ίδιος τη λειτουργία του εστιατορίου, την οποία δεν ανέλαβαν οι Διευθυντές μετά την παραίτηση του διαχειριστή με στόχο τη συνέχιση των εργασιών του εστιατορίου. Παραπέμπω στο περιεχόμενο της κατάθεσής του ημερομηνίας 30.3.2012, πιο πάνω, όπου αναφέρει όλες τις ενέργειες στις οποίες προέβαινε, σε συνάρτηση με τη λειτουργία του εστιατορίου. Σημειώνεται δε ότι, όπως αναφέρει ο ίδιος στην εν λόγω κατάθεση, πλήρωνε τόσο για τις παραλαβές των προϊόντων, όσο και τους μισθούς των υπαλλήλων «από τα έσοδα της ψαροταβέρνας που υπήρχαν από τις 26.1.12 και μετά».
Σημειώνεται ότι μετά την 1.1.2012 δεν έχουν δηλωθεί αποδοχές από κάποιο πρόσωπο σε σχέση με τους υπαλλήλους του εστιατορίου, ούτε έχουν γίνει πληρωμές από την εταιρεία.
Αποτελεί πάγια αρχή του διοικητικού δικαίου ότι το Δικαστήριο δεν εξετάζει, ούτε αποφασίζει πρωτογενώς γεγονότα, ούτε υποκαθιστά την κρίση της Διοίκησης, αλλά διερευνά κατά πόσο η Διοίκηση βασίστηκε σε ορθά δεδομένα, χωρίς να έχει εμφιλοχωρήσει πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο ή υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.
Έχω εξετάσει όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μου και, έλαβα υπόψη τις αντίστοιχες θέσεις των μερών. Θεωρώ ότι η έρευνα η οποία έχει διεξαχθεί ήταν, υπό τις περιστάσεις, και επαρκής και ενδελεχής σε βαθμό που επέτρεπε στο διοικητικό όργανο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια. Υπό το φως των αρχών που διέπουν το θέμα, τόσο κατά το στάδιο της εξέτασης της υπόθεσης από το Διευθυντή, όσο και από την Υπουργό, στα πλαίσια της ιεραρχικής προσφυγής που άσκησε ο αιτητής, η έρευνα που έγινε, όπως σημειώνεται πιο πάνω, ήταν επαρκής και δεν εμφιλοχώρησε καμία πλάνη ως προς τα πράγματα στην κρίση των καθ΄ων η αίτηση. Οι καθών η αίτηση ενήργησαν εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας και συνεκτίμησαν όλα τα ουσιώδη γεγονότα και στοιχεία. Η απόφαση του Διευθυντή ήταν εύλογα επιτρεπτή, υπό το φως των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν του, και η επιβεβαίωση της Υπουργού ήταν εντός των πλαισίων της νομιμότητας.
Συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.200 έξοδα εναντίον του αιτητή.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ