ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D293
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 6328/2013)
17 Iουνίου, 2016
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
NAZ IRFAN,
Aιτητής,
-ΚΑΙ-
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
Καθ' ων η αίτηση.
----------------------
Μιχάλης Παρασκευάς, για τον Αιτητή.
Διονύσης Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
----------------------
A Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:- Ο αιτητής που κατάγεται από το Πακιστάν, ήρθε στην Κύπρο στις 9.10.2006 με θεώρηση εισόδου για να φοιτήσει στο Frederick Institute of Technology και του παραχωρήθηκε, ακολούθως, άδεια παραμονής και φοίτησης με ισχύ μέχρι τις 30.9.2007. Στις 16.4.2007 υπέβαλε αίτημα για πολιτικό άσυλο. Ακολούθως, στις 28.7.2007 συνελήφθη από το Τμήμα Μικροπαραβάσεων Λάρνακας να απασχολείται παράνομα, κατηγορήθηκε γραπτώς και αφέθηκε ελεύθερος. Στις 3.8.2007, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας επέβαλε στον αιτητή ποινή προστίμου για παραβίαση των όρων άδειας εισόδου του και παράνομη απασχόληση (Ποινική Υπόθεση 13300/07).
Ο αιτητής στις 25.7.2008 τέλεσε πολιτικό γάμο με την Κύπρια Πολυξένη Χαραλάμπους και απέσυρε στη συνέχεια το αίτημα του για πολιτικό άσυλο. Ακολούθως αποτάθηκε και εξασφάλισε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας ως σύζυγος Κύπριας υπηκόου από 12.9.2008, η οποία ανανεωνόταν μέχρι τις 10.9.2010. Το ζεύγος απέκτησε επίσης ένα γιο στις 2.2.2009. Στις 13.11.2009 η σύζυγος του αιτητή δήλωσε στο Κλιμάκιο της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Λάρνακας ότι βρισκόταν σε διάσταση με τον σύζυγο της από τον Αύγουστο του 2009 και ότι υπέβαλε αίτηση για νομική αρωγή για εξασφάλιση διαζυγίου και διατάγματος αποκλειστικής γονικής μέριμνας. Κατόπιν δε αιτήματος του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ετοιμάστηκε κοινωνικοοικονομική έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, σύμφωνα με την οποία ο αιτητής διαμένει σε άγνωστη διεύθυνση, δεν συνεργάστηκε για την ετοιμασία της έκθεσης, ενώ επισκέπτεται το σπίτι της συζύγου του για να δει το γιο του, σύμφωνα με δικαστικό διάταγμα, αλλά η σύζυγος του φοβάται μήπως πάρει το παιδί και φύγει. Περαιτέρω, όπως η ίδια ανέφερε, ο αιτητής γίνεται βίαιος λόγω προβλήματος με το αλκοόλ.
Με επιστολή της ημερομηνίας 18.4.2012 προς τον καθ΄ ου η αίτηση 3, η σύζυγος του αιτητή κατάγγειλε τον τελευταίο για βίαιη συμπεριφορά, εκφράζοντας φόβους για τη δική της ζωή και του παιδιού. Στις 16.5.2012 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, στα πλαίσια υπόθεσης εναντίον του αιτητή για εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων, εξέδωσε ένταλμα φυλάκισης για την είσπραξη χρηματικής ποινής στη βάση του οποίου διατάχθηκε η φυλάκιση του για περίοδο 12 μηνών, εκτός αν το ποσό των 2.215,061 πληρωθεί το συντομότερο. Το Frederick Institute of Technology, με επιστολή του ημερομηνίας 4.10.2012, ειδοποίησε το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ότι ο αιτητής είχε διακόψει την φοίτηση του. Με νέα δε επιστολή της, ημερομηνίας 22.11.2012 η σύζυγος του αιτητή, κατήγγειλε εκ νέου ότι δεχόταν απειλές κατά της ζωής της από τον αιτητή. Στις 12.12.2012 εξεδόθη διαζύγιο.
Ο αιτητής συνελήφθη στην Πάφο από μέλη της ΥΑΜ Πάφου και στις 2.3.2013 εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης για παράνομη παραμονή, τα οποία στη συνέχεια ακυρώθηκαν, αφού συνελήφθη ξανά στις 13.3.2013, δυνάμει εντάλματος φυλάκισης με αρ. 6075/12, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, το οποίο εκκρεμούσε. Ο αιτητής μεταφέρθηκε στις Κεντρικές Φυλακές όπου κρατήθηκε μέχρι τις 7.8.2013 και απολύθηκε. Την ίδια μέρα, 7.8.2013, εκδόθηκαν εναντίον του νέα διατάγματα κράτησης και απέλασης με το εξής περιεχόμενο:
«ΕΠΕΙΔΗ ο/η NAZ IRFAN υπήκοος Πακιστάν καταδικάστηκε για ποινικό αδίκημα και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης,
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ ο/η προαναφερόμενη/ος θεωρήθηκε από εμένα ως ανεπιθύμητος μετανάστης και ως εκ τούτου απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει της παραγράφου (Δ), (Κ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105.
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ με διάταγμα απέλασης ημερομηνίας 7 Αυγούστου 2013 που εκδόθηκε δυνάμει των εξουσιών που δίνει στον Υπουργό Εσωτερικών το άρθρο 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105, και το ’ρθρο 188(3)(γ) του Συντάγματος και οι οποίες εξουσίες εκχωρήθηκαν σε εμένα, διατάχθηκε όπως ο προαναφερόμενος απελαθεί από την Δημοκρατία του συντομότερο δυνατό και στη συνέχεια να παραμείνει εκτός της Δημοκρατίας.
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ θεώρησα ότι είναι αναγκαίο ο/η NAZ IRFAN να παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί στο Πακιστάν.»
Η έκδοση των διαταγμάτων κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 7.8.2013, την οποία αρνήθηκε να παραλάβει. Με την επιστολή εκαλείτο επίσης όπως προβάλει στους καθ' ων η αίτηση οποιαδήποτε ένσταση εναντίον της απέλασης του.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει «το διάταγμα κράτησης με σκοπό την απέλαση του» και την απόφαση των καθ' ων η αίτηση, όπως του κοινοποιήθηκε με την πιο πάνω επιστολή. Με μονομερή αίτηση, ημερομηνίας 30.10.2013, ο αιτητής ζήτησε την αναστολή της απέλασης του, η οποία θα πραγματοποιείτο την ίδια ημέρα. Κρίνοντας ότι δεν δικαιολογείτο η εξέταση της αίτησης στην απουσία των καθ΄ ων η αίτηση, το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες για την επίδοση της. Επιδόθηκε τελικά και διαβιβάστηκε στο Τμήμα Αρχείου Αλλοδαπών και Μετανάστευσης την 1.11.2013. Όπως οι καθ' ων η αίτηση παραδέχονται, παρόλο που η Διευθύντρια του Τμήματος έλαβε γνώση της αίτησης στις 30.10.2013 και ώρα 13:55, και ενώ η πτήση του αιτητή θα αναχωρούσε στις 13:50, έδωσε οδηγίες όπως προωθηθεί η απέλαση του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό της παραμονής του. Η αίτηση αναστολής, ενόψει της απέλασης του αιτητή, αποσύρθηκε τελικά στις 17.1.2014.
Ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, με τη γραπτή του αγόρευση ήγειρε θέμα λυσιτέλειας της προσφυγής και θέμα έλλειψης εννόμου συμφέροντος του αιτητή, αφού το διάταγμα απέλασης εκτελέστηκε ήδη και δεν υφίσταται κράτηση.
Μετά την καταχώρηση της υπό κρίση προσφυγής και ενώ, όπως προαναφέρθηκε, εκκρεμούσε αίτηση για προσωρινό διάταγμα αναστολής των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ο αιτητής απελάθηκε στη χώρα του. Το γεγονός αυτό, όμως, δεν αίρει τον άμεσο και ενεστώτα χαρακτήρα του εννόμου συμφέροντος του αιτητή, ενόψει του ότι έχει ένα γιο στην Κύπρο και προβάλλει ως κεντρικό επιχείρημα την παραβίαση της οικογενειακής του ζωής, σύμφωνα με το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ), και την παραβίαση του ’ρθρου 13(2)(α) της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ, που ορίζει για το δικαίωμα διαμονής από μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, σε περίπτωση διαζυγίου. Εξάλλου, εφόσον η προσφυγή έχει θετικό αποτέλεσμα, η απέλαση του αιτητή θα θεωρείται άκυρη και θα επανέλθουν τα πράγματα στην πρότερα κατάσταση. Δεν θα υποχρεούται πλέον να παραμείνει εκτός Δημοκρατίας, αλλά θα μπορεί να επανέλθει υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις (βλ. σχετικά Υπόθεση αρ. 908/2006, Olga Kuznetsova v. Δημοκρατίας ημερομηνίας 25.9.2007 και Υπόθεση αρ. 2789/13, Romeo Rex S. Salvacion ν. Δημοκρατίας, 29.9.2015). Η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Mohamed ν. Δημοκρατίας (2013) 3 ΑΑΔ, 753, που επικαλείται ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, προς υποστήριξη της θέσης του ότι η έφεση έχει καταστεί χωρίς αντικείμενο, διακρίνεται από την παρούσα αφού εκεί τα διατάγματα κράτησης και απέλασης είχαν ανακληθεί από τη διοίκηση αμέσως μετά την έκδοση απόφασης σε αίτηση Habeas Corpus, με την οποία εκδόθηκε διάταγμα απελευθέρωσης της εκεί εφεσείουσας και η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου θα ενεργούσε επί ματαίω.
Ο αιτητής επικαλείται παραβίαση του ’ρθρου 13 της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ. Είναι ο ισχυρισμός του ότι εφόσον παντρεύτηκε Κύπρια από τις 25.7.2008, είχε θεμελιώσει ήδη από τις 25.7.2011 δικαίωμα παραμονής ακόμα και στην περίπτωση που θα έπαιρνε διαζύγιο, όπως και έγινε το Δεκέμβριο του 2012. Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης που προβλήθηκαν από τον αιτητή παρέμειναν αναντίλεκτοι από τους καθ' ων η αίτηση.
Ο ισχύων στην Κύπρο εναρμονιστικός της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ Νόμος είναι ο περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να κυκλοφορούν ελεύθερα στην Επικράτεια της Δημοκρατίας Νόμος, Ν. 7(I)/2007, ο οποίος όμως δεν έχει εφαρμογή εδώ. Η εν λόγω Οδηγία και ο Νόμος δεν εφαρμόζονται σε πολίτες της Δημοκρατίας που ήδη διαμένουν νόμιμα στη Δημοκρατία, αλλά αφορούν στο δικαίωμα εγκατάστασης και ελεύθερης κυκλοφορίας σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλες από τη χώρα καταγωγής του πολίτη της Ένωσης. Αυτό προκύπτει με σαφήνεια από το πεδίο εφαρμογής του Ν. 7(Ι)/2007, όπως αναφέρεται στο ’ρθρο 4(1) αυτού, το οποίο προνοεί ότι ο Νόμος εφαρμόζεται:
«. σε κάθε πολίτη της Ένωσης, ο οποίος αφίκνειται ή διαμένει στη Δημοκρατία καθώς και στα μέλη της οικογένειάς του, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, που τον συνοδεύουν κατά τη μετάβασή του στη Δημοκρατία ή που αφίκνεινται στη Δημοκρατία για να τον συναντήσουν.»
Η σύζυγος του αιτητή, επομένως, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Νόμου αρ. 7(Ι)/2007, ώστε να επωφελείται κατ΄ επέκταση και ο αιτητής. Ούτε, βέβαια, ο αιτητής αφίχθηκε στην Δημοκρατία για να την συναντήσει, ούτε φαίνεται από τα γεγονότα και το διοικητικό φάκελο να είχε εκδοθεί «δελτίο δια΅ονής ΅έλους της οικογένειας πολίτη της Ένωσης που δεν είναι υπήκοος κράτους ΅έλους της Ένωσης». Αντιθέτως, ο αιτητής ανανέωνε άδειες παραμονής και εργασίας του ως σύζυγος Κυπρίας υπηκόου.
Για τους πιο πάνω λόγους, οι θέσεις και εισηγήσεις του συνηγόρου του αιτητή, που αναλύονται στις παραγράφους 17-37 της γραπτής του αγόρευσης και αφορούν σε παραβιάσεις διατάξεων της παραπάνω Οδηγίας δεν μπορούν να ευσταθήσουν.
Οι δε εισηγήσεις του συνηγόρου του αιτητή, αναφορικά με την ερήμην καταδίκη του αιτητή στην ποινική υπόθεση και την ουσιαστική ανάμιξη της πρώην συζύγου του στο θέμα της επίδοσης του κατηγορητηρίου, αφορούν σε θέματα που δεν ενδιαφέρουν στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ούτε μπορούν να εξεταστούν παρεμπιπτόντως.
Ο αιτητής στη συνέχεια προβάλλει ότι παραβιάστηκε το άρθρο 18ΟΘ του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου Κεφ. 105 (στο εξής «ο Νόμος»), το οποίο προνοεί για την έκδοση απόφασης επιστροφής με την οποία ο Διευθυντής χορηγεί χρονικό διάστημα οικειοθελούς αναχώρησης. Πράγματι τα άρθρα 18ΟΔ μέχρι 18ΠΘ του Νόμου εφαρμόζονται στους παρανόμως παραμένοντες υπηκόους τρίτης χώρας, όπως ήταν ο αιτητής, του οποίου η άδεια παραμονής είχε λήξει από το Σεπτέμβριο του 2010, ενώ είχε καταστεί απαγορευμένος μετανάστης, λόγω παράνομης παραμονής, ήδη από 2.3.2013 (ερυθρό 149), απόφαση που δεν φαίνεται να προσέβαλε.
Όπως προκύπτει από τα έγγραφα στον διοικητικό φάκελο, μεταξύ της απόφασης της Διευθύντριας του Τμήματος, ημερομηνίας 7.8.2013, ότι ο αιτητής ήταν ανεπιθύμητος μετανάστης λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων για τα οποία καταδικάστηκε (ερυθρό 234), και της έκδοσης και κοινοποίησης των προσβαλλόμενων αποφάσεων, δεν μεσολάβησε οποιαδήποτε άλλη απόφαση των καθ' ων η αίτηση και δεν τηρήθηκε η διαδικασία που προβλέπεται από τα άρθρα 18ΟΖ -18ΟΘ του Νόμου[1]. Τα άρθρα 18ΟΔ μέχρι 18ΠΘ εναρμονίζουν την Οδηγία 2008/115/ΕΚ, η οποία θεσπίζει τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Στην Κύπρο η Οδηγία δεν εφαρμόζεται σε υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίες υπόκεινται σε απόφαση επιστροφής ως ποινική κύρωση ή ως συνέπεια ποινικής κύρωσης, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο (βλ. ’ρθρο 18ΟΕ του Νόμου και ’ρθρο 2 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ). Στην προκειμένη περίπτωση ο αιτητής απελάθηκε και βάσει του άρθρου 6(δ), ως συνέπεια δηλαδή ποινικής κύρωσης, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο. Ως εκ τούτου, η περίπτωση του εξαιρείτο δυνάμει του άρθρου 18ΟΕ του Νόμου, από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων 18ΟΔ μέχρι 18ΠΘ.
Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακύρωσης ότι ο αιτητής στερήθηκε του δικαιώματος ουσιαστικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη όπως αυτό απορρέει από το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου 7 της ΕΣΔΑ, το οποίο ορίζει για τις ελάχιστες διαδικαστικές εγγυήσεις που πρέπει να παρέχονται σε αλλοδαπούς πριν την απόφαση απέλασης τους. Επειδή οι λόγοι για τους οποίους ο αιτητής εντάχθηκε στους «απαγορευμένους μετανάστες», δεν είναι άλλοι από τους προβλεπόμενους στο ’ρθρο 6(1)(δ) και (κ) του Νόμου, το εν συνεχεία εκδοθέν διάταγμα απέλασης θα μπορούσε να κριθεί αναγκαίο για το συμφέρον της δημόσιας τάξης ώστε να τυγχάνει εφαρμογής η δεύτερη παράγραφος του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου, σύμφωνα με την οποία αλλοδαπός μπορεί να απελαθεί και πριν από την άσκηση των δικαιωμάτων (δυνατότητα πρότασης επιχειρημάτων κατά της απέλασης και επανεξέτασης), όταν η απέλαση είναι αναγκαία για του συμφέρον της δημοσίας τάξης ή για λόγους εθνικής ασφάλειας.[2]
Στην Baloch Rizwan Bashir v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 721/2004, ημερομηνίας 25.5.2006, όπου τέθηκε το ίδιο ζήτημα, ο Νικολάου, Δ., ανέφερε σχετικά τα ακόλουθα:
«Η εν συνεχεία έκδοση του διατάγματος απελάσεως, κατ' επίκληση του άρθρου 6(1)(κ) παρέπεμπε, με την ευρύτητα που χαρακτηρίζει την παράγραφο (κ), στην εν λόγω δημιουργηθείσα κατάσταση η οποία, ας σημειωθεί, δικαιολογούσε εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Έβδομου Πρωτόκολλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.»
Ο αιτητής επικαλείται περαιτέρω στην ίδια βάση, το άρθρο 13 της ΕΣΔΑ (δικαίωμα πραγματικής προσφυγής) αλλά και το άρθρου 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διασφαλίζει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου σε περίπτωση παραβίασης ενωσιακού δικαιώματος και ελευθερίας.
Εν προκειμένω, ο αιτητής δεν αποστερήθηκε της δυνατότητας πρόσβασης στη δικαιοσύνη αφού έλαβε γνώση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του γραπτώς και ήταν ελεύθερος να προσφύγει, όπως και έκανε, τόσο μονομερώς για έκδοση προσωρινού διατάγματος αναστολής του διατάγματος απέλασης όσο και με την παρούσα προσφυγή.
Παραπέμπει ακόμα, ο συνήγορος του αιτητή, σε πλούσια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε σχέση με την παραβίαση του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής από διοικητικές και δικαστικές αρχές, αλλά και σε νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το δικαίωμα αποζημίωσης από κράτος που παραβιάζει ενωσιακό δίκαιο λόγω παράλειψης ενσωμάτωσης ή μη ορθής εφαρμογής Οδηγίας. Ωστόσο, όπως ήδη έχω συμπεράνει, δεν στοιχειοθετείται οποιαδήποτε παραβίαση των Οδηγιών 2004/38/ΕΚ και 2008/115/ΕΚ στην προκειμένη περίπτωση από τα γεγονότα και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ενώ ο αιτητής απέτυχε να καταδείξει ότι τα εν λόγω διατάγματα και η διαδικασία έκδοσης τους παραβίαζαν οποιαδήποτε πρόνοια ενωσιακού δικαίου, ώστε να γεννάται αγώγιμο δικαίωμα αποζημίωσης.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή, εκτός εάν συμφωνηθούν μεταξύ των διαδίκων.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
/ΣΓεωργίου
[1] «18ΟΘ.(1) Η απόφαση επιστροφής προβλέπει κατάλληλο χρονικό διάστημα για την οικειοθελή αναχώρηση που κυμαίνεται μεταξύ επτά και τριάντα ημερών, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στα εδάφια (2) και (4). Το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στο παρόν εδάφιο δεν αποκλείει τη δυνατότητα των υπηκόων τρίτων χωρών να αναχωρήσουν ενωρίτερα.»
[2] «1. Αλλοδαπός ο οποίος είναι νόμιμος κάτοικος στην επικράτεια του Κράτους δεν απελαύνεται από αυτό εκτός προς εφαρμογή απόφασης η οποία λήφθηκε σύμφωνα με το νόμο και επιτρέπεται σε αυτό
α να υποβάλει λόγους εναντίον της απέλασης του,
β όπως η υπόθεση του τύχει αναθεώρησης, και
γ να αντιπροσωπευθεί για τους σκοπούς αυτούς ενώπιον της αρμόδιας αρχής ή προσώπου ή προσώπων τα οποία κατονομάζονται από την αρχή αυτή.
2. Αλλοδαπός δυνατόν να απελαθεί πριν από την άσκηση των δικαιωμάτων του βάσει της παραγράφου Ια, β και γ του ’ρθρου αυτού, όταν η απέλαση είναι αναγκαία προς το συμφέρον της δημόσιας τάξης ή βασίζεται σε λόγους εθνικής ασφάλειας.»