ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ATHOS G. GEORGHIADES AND OTHERS ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1967) 3 CLR 653
Kωνσταντινίδης Mιχαήλ και Άλλοι ν. Συμβουλίου Bελτιώσεως Στροβόλου και Άλλου (1990) 3 ΑΑΔ 1544
Χατζηχάννας Βραχίμης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1999) 3 ΑΑΔ 216
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Xριστάκη Γεωργίου και Άλλων (2004) 3 ΑΑΔ 703
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2016:D189
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 872/2011)
7 Απριλίου, 2016
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΙΛΟΘΕΗ Μ. ΜΟΥΡΤΖΗ,
Αιτήτρια
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Ξ. Ευγενίου (κα) για Α.Σ. Αγγελίδη, για την Αιτήτρια.
Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Σ. Ανδρέου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 1 και 2.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια στρέφεται εναντίον της προαγωγής των ενδιαφερόμενων μερών στη θέση Πρώτης Λειτουργού Επισκεπτριών Υγείας (Κλάδος Επισκεπτριών Υγείας), Υπουργείο Υγείας, (Θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής). Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα επανεξέτασης κατόπιν διαδοχικών ακυρωτικών αποφάσεων.
Με την τελευταία ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή αρ. 577/2008 η προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών ακυρώθηκε επειδή η Συμβουλευτική Επιτροπή έθεσε νέα κριτήρια και έλαβε υπόψη της νέους παράγοντες χωρίς να αιτιολογήσει αυτή την ενέργεια, κατά παράβαση του δεδικασμένου που είχε δημιουργηθεί με προηγούμενη ακυρωτική απόφαση.
Οι καθ'ων η αίτηση μετά την ακυρωτική απόφαση προέβηκαν σε επανεξέταση της υπόθεσης και στις 15 Μαρτίου 2010 αποφάσισαν όπως αποστείλουν το θέμα στις Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, για τη σύσταση νέας Συμβουλευτικής Επιτροπής, και την υποβολή νέας αιτιολογημένης έκθεσης αναφορικά με την αξιολόγηση των υποψηφίων.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία είχε συσταθεί, απέστειλε στις 15 Μαρτίου 2011, νέα έκθεση με την οποία σύστηνε επτά υποψήφιες, μεταξύ των οποίων την αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η αιτήτρια είχε αξιολογηθεί ως «Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλή», ενώ τα ενδιαφερόμενα μέρη ως «Εξαίρετα».
Οι καθ'ων η αίτηση σε συνεδρία τους στις 13 Απριλίου 2011, έλαβαν υπόψη τους τη σύσταση της Διευθύντριας των Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, στην οποία είχε προβεί στη συνεδρία των καθ'ων η αίτηση στις 23 Ιανουαρίου 2008, με την οποία σύστηνε τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αποφάσισαν ότι η σύσταση διασώζεται και λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς επανεξέτασης αφού στην προσφυγή αρ. 133/2002 δεν κρίθηκε ως πάσχουσα από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Έλαβαν επίσης υπόψη τη νέα έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης και το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των Υποψηφίων.
Στη συνέχεια, αφού προέβηκαν σε συνεκτίμηση όλων των νόμιμων κριτηρίων, αξία, προσόντα, αρχαιότητα, έκριναν ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν των άλλων υποψηφίων και τα επέλεξαν για προαγωγή στην επίδικη θέση.
Το ενδιαφερόμενο μέρος προβάλλει προδικαστική ένσταση ότι η αιτήτρια στερείται έννομου συμφέροντος, καθότι έχει τερματιστεί η υπηρεσία της μετά από πειθαρχική δίκη. Η πιο πάνω ένσταση δεν ευσταθεί. Η πειθαρχική απόφαση προέβλεπε για αναγκαστική αφυπηρέτηση της αιτήτριας από τις 19 Μαρτίου 2003, μεταγενέστερα του ουσιώδους χρόνου.
Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως η αιτήτρια προβάλλει ότι η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής παραβιάζει το δεδικασμένο, είναι αναιτιολόγητη, είναι αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας και κατ' επέκταση εκδόθηκε υπό πλάνη.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί παραβίασης του δεδικασμένου σε σχέση με την έλλειψη αιτιολογίας της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, κρίνω σκόπιμο όπως ανατρέξω στις προηγούμενες ακυρωτικές αποφάσεις ως προς το θέμα.
Η αιτήτρια είχε καταχωρίσει την προσφυγή αρ. 133/2002 εναντίον της προαγωγής των ενδιαφερόμενων μερών, κατόπιν επανεξέτασης. Το Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 26 Νοεμβρίου 2003 ακύρωσε την προαγωγή, λόγω έλλειψης αιτιολογίας της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση:
″Αφού για την κάθε υποψήφια η Συμβουλευτική Επιτροπή στην ουσία καταγράφει τα στοιχεία που υπήρχαν στο φάκελο της κάθε μιας προβαίνει σε μια γενικόλογη αιτιολογία για την προτίμηση που είχε για τις επτά υποψήφιες χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση της αξιολόγησης για την κάθε μια χωριστά. Δυστυχώς η απόφαση της Επιτροπής που στηρίχθηκε στην έκθεση της Συμβουλευτικής πάσχει και θα πρέπει να ακυρωθεί για ακόμη μια φορά. Χρησιμοποίησα πιο πάνω τη λέξη «δυστυχώς» διότι όντως είναι ατυχές το γεγονός ότι από το 1991 τόσο η αιτήτρια όσο και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα δεν γνωρίζουν οριστικά ποιά είναι η θέση τους στη Δημόσια Υπηρεσία. Όμως δεν υπάρχει άλλη επιλογή για το Δικαστήριο παρά να εφαρμόσει το Νόμο και τη νομολογία.″
Ακολούθησε επανεξέταση της υπόθεσης από τους καθ'ων η αίτηση και υποβολή νέας έκθεσης από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Οι καθ'ων η αίτηση σε συνεδρία τους στις 14 Ιανουαρίου 2005 αποφάσισαν την προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών.
Η αιτήτρια καταχώρισε και πάλι προσφυγή (Υπ. Αρ. 357/2005, Μουρτζή ν. Δημοκρατίας, ημερ. 29 Μαρτίου 2007), η οποία είχε επιτυχή κατάληξη αφού η Συμβουλευτική Επιτροπή αντί να προβεί σε αιτιολόγηση της έκθεσης της είχε προβεί σε προφορικές συνεντεύξεις κατά παράβαση του δεδικασμένου. Το Δικαστήριο ανέφερε στην απόφαση του τα ακόλουθα:
″Στην παρούσα περίπτωση εκείνο που αναμενόταν ήταν η δέουσα αιτιολόγηση της αξιολόγησης της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής με βάση τα υφιστάμενα στοιχεία και όχι η δημιουργία νέων στοιχείων με την επανάληψη της προφορικής εξέτασης μετά παρέλευση 13 χρόνων από τον ουσιώδη χρόνο, χωρίς αυτό να προκύπτει από το ακυρωτικό αποτέλεσμα. Το πλαίσιο της επανεξέτασης είχε προσδιοριστεί στην ακυρωτική απόφαση.
Οι καθ'ων η αίτηση προχώρησαν σε νέα επανεξέταση και υποβλήθηκε νέα έκθεση της συμβουλευτικής επιτροπής. Στις 23 Ιανουαρίου 2008 οι καθ'ων η αίτηση προάξαν και πάλι τα ενδιαφερόμενα μέρη.″
Προσφυγή που καταχωρήθηκε από την αιτήτρια είχε και πάλι ως αποτέλεσμα την ακύρωση της προαγωγής των ενδιαφερόμενων μερών. (Υπ. Αρ. 577/2008, Μουρτζή ν. Δημοκρατίας, ημερ. 29 Ιανουαρίου 2010).
Το Δικαστήριο ακυρώνοντας την απόφαση ανέφερε ότι:
″Η εικόνα δηλαδή η οποία διαφαίνεται είναι ότι κατά τη διαδικασία επανεξέτασης του θέματος πλήρωσης των επίδικων θέσεων η Επιτροπή, αντί να περιορισθεί στο να διορθώσει εκείνο που εντοπίστηκε στην ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου ως κακώς έχον, ήρθε μετά από 17 σχεδόν χρόνια, ως προς τον ουσιώδη χρόνο άσκησης κρίσης, να θέσει νέα κριτήρια και να λάβει υπόψη της νέους παράγοντες, χωρίς να αιτιολογήσει αυτή της την ενέργεια. Και έθεσε νέα στοιχεία κρίσης τα οποία είτε ήσαν γενικά και αόριστα, είτε δεν τα τήρησε η ίδια σε κάποιες περιπτώσεις. Όπως επισημάνθηκε μεταξύ άλλων και στην υπόθεση Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1999) 3 ΑΑΔ 216, οι όποιες παρεκκλίσεις και διαφοροποιήσεις ή αντιφάσεις με προηγούμενη κρίση διοικητικού οργάνου, καθιστούν ακόμα πιο αυστηρή την απαίτηση για επαρκή αιτιολογία. (Βλ. επίσης Georghiades and Others v. Republic (1967) 3 CLR 653, Κωνσταντινίδης κ.ά. ν. Συμβούλιο Βελτιώσεως Στροβόλου κ.ά. (1990) 3 ΑΑΔ 1544).
Στην παρούσα δε επανεξέταση, η Επιτροπή παραβίασε το δεδικασμένο με τα νέα στοιχεία που εισήγαγε, ενώ με τον τρόπο που τα εφάρμοσε και με την έλλειψη αιτιολογίας που καθηκόντως όφειλε να δώσει, κατέστησε τόσο τη δική της αξιολόγηση όσο και την προσβαλλόμενη απόφαση των καθ'ων η αίτηση η οποία βασίστηκε σ' αυτήν, πάσχουσα νομικά.″
Οι καθ'ων η αίτηση σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση προέβηκαν σε επανεξέταση και ζήτησαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή την ετοιμασία και υποβολή νέας αιτιολογημένης έκθεσης. Η Συμβουλευτική Επιτροπή απέστειλε την έκθεση της και οι καθ'ων η αίτηση σε συνεδρία τους ημερ. 13 Απριλίου 2011, αφού έλαβαν υπόψη τους και την έκθεση, προχώρησαν στην προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών.
Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής έχει ως ακολούθως:
Για την αιτήτρια:
″Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλή.
Η υποψήφια Μουρτζή Φιλοθέη είναι περίπου ίση σε αξία με τις υπόλοιπες υποψήφιες πλην της Δημητρίου Παναγιώτας και της Χαραλάμπους Μαρίας, έναντι των οποίων υστερεί, δεν υστερεί σε προσόντα έναντι των ανθυποψηφίων της ενώ όσον αφορά στην αρχαιότητα υστερεί έναντι όλων.″
Για το ενδιαφερόμενο μέρος 1:
″Εξαίρετη.
Όσον αφορά το στοιχείο της αξίας η Λάμπρου είναι περίπου ίση με τις ανθυποψήφιες της, πλην της Δημητρίου Παναγιώτας και της Χαραλάμπους Μαρίας, οι οποίες υπερέχουν σε αξία. Αναφορικά με την αρχαιότητα η Λάμπρου υπερέχει έναντι όλων των ανθυποψηφίων της, βάσει της θέσης που κατέχει, η οποία είναι ιεραρχικά ανώτερη, ενώ υστερεί έναντι της Χαραλάμπους Μαρίας. Η Λάμπρου Ελένη δεν υστερεί σε προσόντα έναντι των ανθυποψηφίων της.″
Για το ενδιαφερόμενο μέρος 2:
″Εξαίρετη.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε ότι αυτή υπερέχει έναντι όλων των ανθυποψηφίων της σε αξία αξιολογούμενη ως καθόλα εξαίρετη κατά τα έτη 1986 - 1989, ενώ για το έτος 1990 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας αποφάσισε η βαθμολογία της να μη ληφθεί υπόψη σε βαθμό που να την επηρεάζει αρνητικά. Η Συμβουλευτική Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι η Δημητρίου δεν υστερεί σε προσόντα. Αναφορικά με την αρχαιότητα, η Δημητρίου υστερεί έναντι της Χαραλάμπους Μαρίας και της Λάμπρου Ελένης, οι οποίες κατέχουν θέσεις ιεραρχικά ανώτερες έναντι των οποίων όμως υπερέχει σε αξία.″
Η αιτήτρια εισηγήθηκε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν δίδει καμία αιτιολογία γιατί, στη βάση των στοιχείων των φακέλων, αξιολόγησε τα ενδιαφερόμενα μέρη ως Εξαίρετα και την αιτήτρια ως Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλή. Περαιτέρω, ότι δεν αιτιολογεί συγκριτικά και συγκεκριμένα γιατί, ενώ, όπως αναφέρει η Συμβουλευτική Επιτροπή, είναι ίση σε προσόντα και αξία με το ενδιαφερόμενο μέρος 1, αυτή αξιολογήθηκε τρεις βαθμίδες χαμηλότερα.
Είμαι της γνώμης ότι αυτός ο λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.
Στη βάση του δημιουργηθέντος δεδικασμένου με την προσφυγή αρ. 133/2002, οι καθ'ων η αίτηση είχαν υποχρέωση, όπως ενεργήσουν στο πλαίσιο αιτιολογημένης έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής στερείται της αναγκαίας αιτιολογίας. Αναφορά στα προσόντα των υποψηφίων, στην αξία και αρχαιότητα τους γίνεται, πλην, όμως, πουθενά δεν επεξηγείται το σκεπτικό που οδήγησε στη συγκεκριμένη αξιολόγηση. Η αναγκαιότητα αιτιολόγησης, προσφέρει, όπως νομολογιακά επαναλήφθηκε, τη δυνατότητα άσκησης δικαστικού ελέγχου. Η απλή αναφορά που απολήγει σε κοινότυπες εκφράσεις δεν αποτελεί αιτιολογία, παράλληλα η απλή απαρίθμηση των κριτηρίων που λήφθηκαν υπόψη δεν μπορεί ν' αποτελέσει πληροφόρηση ως προς τα δεδομένα που οδήγησαν στη διαμόρφωση της απόφασης (Υπ. Αρ. 332/2002, Κωνσταντίνου ν. ΑΗΚ, ημερ. 10 Απριλίου 2003). Σημειώνεται ότι, το ίδιο σφάλμα που έγινε προηγουμένως, επαναλήφθηκε και κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, παρά το δεδικασμένο.
Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Γεωργίου κ.ά. (2004) 3 Α.Α.Δ. 703:
″Το πρωτόδικο δικαστήριο λακωνικά αναφέρει ότι βρίσκει την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής πλημμελή. Συμφωνούμε με την κατάληξη αυτή. Παρατηρούμε ότι η αιτιολογία της Συμβουλευτικής Επιτροπής για όλους τους υποψήφιους χρησιμοποιεί ουσιαστικά την ίδια διατύπωση για να καταλήξει να αξιολογήσει στο τέλος άλλους ως «εξαίρετους» και άλλους ως «πολύ καλούς», χωρίς οποιεσδήποτε επεξηγήσεις, χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία. Κάτω από τις περιστάσεις, δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής μπορεί να θεωρηθεί ως επαρκώς αιτιολογημένη.″
Με γνώμονα τα πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται, με €1.600 έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ'ων η αίτηση.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ