ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεστάνας Πέτρος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 213
Moδίτης Ιωάννης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695
Χρυσάνθου Αντρέας και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 3 ΑΑΔ 494
Τσουδερός Ξενοφών ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 189
Πατσαλίδης Σωφρόνης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 738
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2016:D179
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1492/2011)
29 Μαρτίου, 2016
[Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΛΟΥΗΣ ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Νικ. Χαραλαμπίδου, για τον Αιτητή.
Μ. Σπηλιωτοπούλου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους
Καθ' ων η Αίτηση.
Ντ. Πασπαλλίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: O αιτητής, ο οποίος κατέχει τη θέση Συμβούλου ή Γενικού Προξένου Α΄ (Εξωτερικές Υπηρεσίες) προσβάλλει την προαγωγή της Θεοδώρας Κωνσταντινίδου - Μάρκου (ΕΜ) στη μόνιμη θέση Πληρεξούσιου Υπουργού.
H διαδικασία προαγωγής μιας θέσης Πληρεξούσιου Υπουργού, Εξωτερικές Υπηρεσίες («η επίδικη θέση») τροχιοδρομήθηκε αυτεπάγγελτα από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας («η ΕΔΥ») στις 19.4.2011 όταν διαπιστώθηκε ότι αυτή παρέμενε κενή από 1.9.2010, λόγω πρόωρης αφυπηρέτησης του κατόχου της, χωρίς η αρμόδια Αρχή να προβαίνει στα αναγκαία διαβήματα για την πλήρωσή της.
Το Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης, καθόριζε ως απαιτούμενα προσόντα την (α) «τριετή τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Συμβούλου ή Γενικού Προξένου Α΄» και (β) «ακεραιότητα χαρακτήρα, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία».
Προέβλεπε, επίσης, τα ακόλουθα πλεονεκτήματα:
(α) «Καλή γνώση ξένης γλώσσας, κατά προτίμηση της γαλλικής», και
(β) «Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος σχετικός με τις αρμοδιότητες και την αποστολή του Υπουργείου Εξωτερικών».
Κατά την προκαταρκτική συνεδρία της, η οποία έλαβε χώρα στις 31.5.2011, η ΕΔΥ εξέτασε την κατοχή των απαιτούμενων προσόντων και αποφάσισε ότι τόσο ο αιτητής όσο και το ΕΜ κατείχαν το πλεονέκτημα της καλής γνώσης της Γαλλικής. Επιπρόσθετα, η ΕΔΥ διαπίστωσε ότι ο μεν αιτητής διέθετε και το προσόν της καλής γνώσης της Γερμανικής, το δε ΕΜ της Ιταλικής.
Ακολούθως, στην κρίσιμη συνεδρία της, ημερομηνίας 21.7.2011, η ΕΔΥ, αφού επιβεβαίωσε την πιο πάνω απόφασή της αναφορικά με το πλεονέκτημα της καλής γνώσης της Γαλλικής γλώσσας και διαπίστωσε ότι οι διάδικοι κατείχαν και το επίσης προβλεπόμενο, ως πλεονέκτημα, μεταπτυχιακό προσόν σχετικά με τις αρμοδιότητες και την αποστολή του Υπουργείου Εξωτερικών, έλαβε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών («ο Διευθυντής»), ο οποίος πρότεινε για προαγωγή το ΕΜ.
Αιτιολογώντας την προτίμησή του, ο Διευθυντής ανέφερε τα εξής:
«Η Μάρκου - Κωνσταντινίδου Θεοδώρα υπερέχει ή/και δεν υστερεί σε αξία των λοιπών υποψηφίων, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση αυτές των τελευταίων χρόνων, αξιολογηθείσα ως καθόλα εξαίρετη. Διαθέτει το πλεονέκτημα της καλής γνώσης της Γαλλικής και Ιταλικής Γλώσσας καθώς επίσης και μεταπτυχιακό δίπλωμα Σ΄ ό,τι αφορά την αρχαιότητα στην παρούσα θέση, υστερεί του υποψηφίου με α/α 1 κατά τέσσερα χρόνια και έξι μήνες, των υποψηφίων με α/α 2-3 κατά δύο χρόνια και ένα μήνα, του υποψηφίου με α/α 5 κατά ένα χρόνο και δέκα μήνες και ισοδυναμεί με τον υποψήφιο με α/α 6, οι οποίοι όμως υστερούν η δεν υπερέχουν σε αξία. Σ΄ ότι αφορά την ημερομηνία πρώτου διορισμού, που είναι απομακρυσμένης σημασίας, υπερέχει σε αρχαιότητα όλων των υποψηφίων, έναντι των οποίων υπερέχει ή/και δεν υστερεί σε αξία».
(Σημειώνεται ότι ο πιο πάνω αναφερόμενος ως υποψήφιος με α/α 6 είναι ο αιτητής).
Στη συνέχεια, η ΕΔΥ προέβη στη δική της αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων, με βάση τα στοιχεία των φακέλων και των υπηρεσιακών εκθέσεων αναφορικά με τα καθιερωμένα κριτήρια και, αφού έλαβε υπόψη τη σύσταση του Διευθυντή, την οποία και υιοθέτησε, επέλεξε για προαγωγή το ΕΜ με το πιο κάτω σκεπτικό:
«Η Μάρκου-Κωνσταντινίδου Θοδώρα ουδενός υστερεί ή και υπερέχει σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σ' αυτές των τελευταίων ετών, στις οποίες αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, είναι ίση ή/και υπερέχει σε προσόντα, αφού διαθέτει και τα δύο πλεονεκτήματα που προβλέπει το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας και ακόμη την καλή γνώση μιας άλλης ξένης γλώσσας, της Ιταλικής, και υπερέχει σε αρχαιότητα έναντι των υποψηφίων, εκτός από τους Φιλίππου, Παναγή, Κρητιώτη, Ζαχαρίογλου και Τηλεμάχου, από τους οποίους όμως υπερέχει σε αξία, πλην του Ζαχαρίογλου, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων ετών στις οποίες αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, και έναντι των Παναγή και Κρητιώτη υπερέχει και σε προσόντα, αφού αυτοί δεν κατέχουν το προβλεπόμενο από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα του μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου σχετικού με τις αρμοδιότητες και την αποστολή του Υπουργείου Εξωτερικών. Επίσης, η επιλεγείσα διαθέτει το πλεονέκτημα της καλής γνώσης της Γαλλικής γλώσσας, που είναι η προτίμηση του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας, και της Ιταλικής γλώσσας ενώ ο Ζαχαρίογλου μόνο της Ιταλικής. Τέλος η επιλεγείσα διαθέτει την υπέρ της σύσταση του Γενικού Διευθυντή».
Αξιώνοντας την ακύρωση της προαγωγής του ΕΜ στην επίδικη θέση, ο αιτητής υποστηρίζει ότι:
(α) Η σύσταση του Διευθυντή είναι πάσχουσα,
(β) Συντρέχει πλάνη και έλλειψη δέουσας έρευνας της ΕΔΥ αναφορικά με τα κριτήρια της αξίας, πείρας και αρχαιότητας και ότι,
(γ) Η απόφαση της ΕΔΥ είναι αναιτιολόγητη.
Είναι η θέση του αιτητή, ότι η σύσταση στην παρούσα περίπτωση δεν είναι αιτιολογημένη, γεγονός που παραβιάζει το άρθρο 35 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν.1/90 ως έχει τροποποιηθεί), το οποίο επιβάλλει την αιτιολόγηση της σύστασης, όταν η διοικητική διεργασία αφορά πλήρωση θέσης προαγωγής. Ο αιτητής συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι η καταγγεγραμμένη εντύπωση του Διευθυντή δε συνοδεύεται με σαφή παράθεση αιτιολογικών στοιχείων και επεξηγηματικών παρατηρήσεων αναφορικά με τη συνολική αξία, αρχαιότητα και προσόντα, που να στοιχειοθετούν την κρίση του για την καταλληλότητα του ΕΜ. Περαιτέρω, η σύσταση δεν περιέχει οποιαδήποτε σύγκριση των δύο υποψηφίων και δεν αποκαλύπτει την βάση της προτίμησης του Διευθυντή.
Δεδομένης της ουσιαστικής ισοβαθμίας τους σε βαθμολογημένη αξία, τονίζει ο αιτητής, η σύσταση καθίσταται ατεκμηρίωτη, εφόσον δεν περιέχει οποιοδήποτε στοιχείο που να επεξηγεί τη διαφοροποίηση και την επιλογή του κατά τα άλλα ίσου ΕΜ.
Η πλευρά των καθ' ων η αίτηση απαντά ότι η σύσταση είναι επαρκώς αιτιολογημένη και συνάδουσα με το περιεχόμενο των φακέλων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο Διευθυντής περιορίστηκε σε απλή αναπαραγωγή των εν λόγω στοιχείων.
Εν προκειμένω, οι διάδικοι, με βάση τις υπηρεσιακές εκθέσεις, βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο από την άποψη της βαθμολογημένης αξίας, έχοντας βαθμολογηθεί ως εξαίρετοι σε όλα τα στοιχεία της πιο πρόσφατης πενταετίας 2006 -2010. Η διαφορά που παρατηρείται στη βαθμολογία του 2010, στο στοιχείο της Διευθυντικής/Διοικητικής Ικανότητας, όπου ο αιτητής έχει αξιολογηθεί με «πολύ ικανοποιητικά», δεν στοιχειοθετεί οποιοδήποτε προβάδισμα υπέρ του ΕΜ και, σύμφωνα με τη νομολογία, σε μια τέτοια περίπτωση οι υποψήφιοι θα πρέπει να θεωρούνται ως ίσοι (βλ. Πατσαλίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (2011) 3(Β) ΑΑΔ 738, Αττάς κ.ά. v. Δημοκρατίας (Αρ.2) (2012) 3 ΑΑΔ 438).
Η εικόνα της ισοδυναμίας των διαδίκων επεκτείνεται και στο κριτήριο των προσόντων. Αμφότεροι κατείχαν βέβαια τα απαιτούμενα του Σχεδίου Υπηρεσίας και, πέραν τούτων, τα καθοριζόμενα ως πλεονεκτήματα της καλής γνώσης της Γαλλικής και του μεταπτυχιακού τίτλου σχετικού με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Εξωτερικών. Επιπρόσθετα, όπως διαπιστώθηκε από το Διευθυντή, διέθεταν, ο μεν αιτητής καλή γνώση της Γερμανικής, το δε ΕΜ, καλή γνώση της Ιταλικής.
Αναφορικά με την αρχαιότητα, οι διάδικοι πρωτοδιορίστηκαν στις Εξωτερικές Υπηρεσίες, στη θέση Ακόλουθου, την 4.6.1996, και προήχθησαν διαδοχικά στις θέσεις Γραμματέα Β΄ ή Υποπρόξενου την 15.9.2000, Γραμματέα Α΄ ή Πρόξενου την 1.10.2002, Σύμβουλου ή Γενικού Πρόξενου Β΄ την 1.7.2005 και, τέλος, στη θέση Σύμβουλου ή Γενικού Πρόξενου Α΄, η οποία είναι η αμέσως προηγούμενη της επίδικης και, ως εκ τούτου, ιδιαίτερης σημασίας για σκοπούς στάθμισης, την 1.7.2007.
Η προηγούμενη απομακρυσμένη υπηρεσία του αιτητή ως Λειτουργού Διεθνών Σχέσεων και του ΕΜ ως Τελωνειακού Λειτουργού, όπως και η εξ' αυτών προερχόμενη πείρα, δεν μπορούσε να προσλάβει, υπό τις περιστάσεις, αποφασιστική σημασία και ορθώς ο Διευθυντής θεώρησε ότι επρόκειτο για ισοδύναμους σε αρχαιότητα υποψηφίους (βλ. Μεστάνας v. Δημοκρατίας (2001) 3(Α) ΑΑΔ 213, Τσουδερός v. Δημοκρατίας (2011) 3(Α) ΑΑΔ 189).
Οι απλές διαπιστώσεις του Διευθυντή αναφορικά με τα καθιερωμένα κριτήρια δεν είναι αρκετές για να στηρίξουν την επιλογή του. Τα στοιχεία που συμπεριέλαβε στη σύστασή του προέκυπταν άμεσα από το φάκελο και δε θα είχε νόημα η απλή επανάληψή τους, όταν το ζητούμενο είναι οι λόγοι της επιλογής του, υπό το πρίσμα της ισοδυναμίας που αναδείκνυαν τα υπηρεσιακά δεδομένα.
Στην απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Μοδίτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695, η οποία αποτελεί καθοδηγητική αυθεντία, αναφορικά με το ορθό πλαίσιο μιας σύστασης, το θέμα τέθηκε ως εξής (σελίδα 719):
«Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δεν συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποίαν αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι. Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ' αυτού προκύπτει και ο ρόλος του. Να επισημάνει τι από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος. Οπότε κα στην περίπτωση που η ΕΔΥ έχει άλλη άποψη ως προς το ποιος είναι ο καταλληλότερος, να χρειάζεται να αιτιολογήσει αυτή την απόκλιση ειδικά.»
Στην υπόθεση Χρυσάνθου κ.ά. v. Δημοκρατίας (2003) 3 ΑΑΔ 494, (σελ. 501), η Ολομέλεια επανέλαβε την αναγκαιότητα επισήμανσης στη σύσταση κάποιου συγκεκριμένου κριτηρίου ή στοιχείου στη σταδιοδρομία του υποψηφίου που συστήνεται, ώστε να δημιουργείται μια συγκεκριμένη διαφορά από τους υπόλοιπους υποψηφίους και να δικαιολογείται πειστικά η επιλογή του προϊσταμένου:
«Στην παρούσα περίπτωση είναι εμφανές ότι η σύσταση του Διευθυντή παραβιάζει τις καθοδηγητικές γραμμές που καθορίστηκαν στην απόφαση Μοδίτης v. Δημοκρατίας (πιο πάνω). Δεν επισημαίνεται στο κείμενο της σύστασης κάποιο συγκεκριμένο κριτήριο ή ένα συγκεκριμένο στοιχείο στη σταδιοδρομία των προαχθέντων που θα δικαιολογούσε πειστικά την επιλογή.
...............................
Η έμφαση στα συγκεκριμένα αξιολογικά σημεία που έδωσε ο Διευθυντής δεν καθιστά ορατή και ελεγχόμενη την υπεροχή που αποδίδεται στους συστηθέντες. Η σύσταση δεν ξεφεύγει από τα ήδη αξιολογημένα και για το λόγο αυτό δεν μπορεί να είναι έγκυρη».
Η σύσταση του Διευθυντή, στην παρούσα περίπτωση, αρκούμενη στην παρουσίαση η οποία ουσιαστικά κατέληγε σε αναπαραγωγή των καταγεγραμμένων υπηρεσιακών στοιχείων των φακέλων, δεν περιέχει δεδομένα που να δημιουργούν την ειδοποιό διαφορά και να δικαιολογούν προβάδισμα. Δεν επισημαίνεται οποιοδήποτε στοιχείο που να σχετίζεται με τις ιδιότητες ή ικανότητες του ΕΜ, ή κάποιο συγκεκριμένο έργο ή απτό στοιχείο από τη σταδιοδρομία της, ούτως ώστε να δικαιολογείται πειστικά η επιλογή της ως καταλληλότερης.
Ενόψει των πιο πάνω, η σύσταση η οποία αποτέλεσε ουσιώδες στοιχείο κρίσης, πάσχει και συμπαρασύρει σε ακυρότητα την επίδικη απόφαση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.200 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ του αιτητή. Η επίδικη πράξη ακυρώνεται.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ