ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D12
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 14/2014)
13 Ιανουαρίου 2016
[T.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1Α, 11, 12, 15, 28, 30, 33, 35, 54, 61, 136, 152, 169(3), 179 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2004/38/ΕΚ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΜΕΝΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΚΑΙ ΤΟ Ν. 7(Ι)/2007 ΚΑΙ ΑΡΘΡΟ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΡΘΡΟ 5 ΚΑΙ 8 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
POOR AKBAR ALI REZA (ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΧΑΣΑΝ) ΑΠΟ ΤΟ ΙΡΑΝ (ΠΕΡΣΙΑ) ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΣ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΑΡΑΔΙΠΠΟΥ
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθ΄ου η Αίτηση.
_________
Γ. Πολυχρόνης, για τον αιτητή.
Μ. Δρυμιώτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για το Καθ΄ου η Αίτηση.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ: Η διασύνδεση του αιτητή, υπηκόου του Ιράν, με την Κύπρο, φαίνεται να αρχίζει από το 2004, εφόσον τότε αφίχθηκε παρανόμως στη Δημοκρατία μέσω των κατεχομένων περιοχών. Συνελήφθη και στις 20.5.2004 απελάθηκε δυνάμει διαταγμάτων σύλληψης και απέλασης. Εισήλθε, όμως, εκ νέου παράνομα στη Δημοκρατία και υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο την οποία ακολούθως απέσυρε. Εν τω μεταξύ τέλεσε γάμο με ευρωπαία υπήκοο το 2005 και στις 22.11.2007 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους. Η αίτηση εκείνη απερρίφθη. Στις 27.10.2009 υπέβαλε νέα αίτηση η οποία επίσης απερρίφθη με επιστολή που φέρεται ως κοινοποιηθείσα στον αιτητή, ημερομηνίας 11.5.2012.
Ο αιτητής συνέχισε να παραμένει στη Δημοκρατία παράνομα μέχρι την 31.12.2013 όταν η αστυνομία ασχολήθηκε μαζί του, κατόπιν καταγγελίας που έλαβε εναντίον του σε σχέση με ισχυρισμούς για περιστατικό βίας. Την ίδια ημέρα εκδόθηκαν τα προσβαλλόμενα δια της παρούσης προσφυγής διατάγματα κράτησης και απέλασης, ως απαγορευμένος μετανάστης.
Όπως προκύπτει από το διοικητικό φάκελο, κατ΄εκτέλεση των προσβαλλομένων τώρα διαταγμάτων, στις 31.12.2013 συνελήφθη και στις 10.1.2014 απελάθηκε εκ νέου στη χώρα του και τα στοιχεία του τέθηκαν στο stop list, ως απαγορευμένος μετανάστης. Σε μεταγενέστερα της προσφυγής γεγονότα δεν θα επεκταθώ, πέραν του ότι επέστρεψε, παρά ταύτα και πάλιν στην Κύπρο και απελάθηκε ξανά.
Η Δημοκρατία εγείρει προδικαστική ένσταση λέγοντας ότι, εφόσον ο αιτητής δεν προσέβαλε την απόρριψη της πρώτης αίτησης στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλλει τα εν λόγω διατάγματα, εφόσον υπόβαθρο για την έκδοσή τους αποτέλεσε η εν λόγω απόρριψη της πρώτης αίτησης και η συνεπακόλουθη παράνομη έκτοτε παραμονή του στη Δημοκρατία. Η άλλη πλευρά δεν αμφισβήτησε την πάγια νομολογιακή αρχή ότι δεν είναι θεμιτή η προσβολή διαταγμάτων κράτησης και απέλασης αν δεν πάσχουν αυτοτελώς, με σκοπό κατ΄ουσίαν την ακύρωση της απόφασης επί της οποίας η έκδοσή τους στηρίχθηκε και η οποία δεν προσεβλήθη με προσφυγή (Kedoum v. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 505). Το ζήτημα που ήγειρε ήταν ότι ο αιτητής δεν έλαβε γνώση της φερόμενης ως κοινοποιηθείσας σ΄αυτόν, στις 11.5.2012, απόφασης ώστε να ήταν σε θέση να την προσβάλει.
Διαπιστώνεται ως εκ των άνω, ότι ενώ η πλευρά της Δημοκρατίας έθεσε ως βάση της ένστασής της την πρώτη απορριπτική απόφαση, η πλευρά του αιτητή απάντησε σε σχέση με τη δεύτερη απορριπτική απόφαση. Εάν κρίσιμη είναι η πρώτη απόφαση, δεν μπορεί παρά ο αιτητής να είχε γνώση, όπως προκύπτει με ασφάλεια εκ του γεγονότος ότι υπέβαλε τη δεύτερη αίτηση. Εν πάση περιπτώσει, η δεύτερη απόρριψη φέρεται, στο σώμα της επιστολής, να του κοινοποιήθηκε στη διεύθυνση την οποία ο ίδιος είχε δώσει ως διεύθυνση του κατά την υποβολή της αίτησης του. Υπ΄αυτές τις περιστάσεις δεν θεωρώ ότι είναι αρκετός ο ισχυρισμός και μόνο στην αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή ότι «ο αιτητής αμφισβητεί ότι του επιδόθηκε οποτεδήποτε το έγγραφο που αναφέρεται ως τεκμήριο 19[1] και προς τούτο δεν υπήρξε εξωτερίκευση της εν λόγω διοικητικής πράξης ως αναγκαίος όρος για την τελείωση της». Δεν τέθηκε ή δεν ζητήθηκε καθόλου να τεθεί με αναφορά σε γεγονότα γιατί «αμφισβητεί» τη γνωστοποίηση της επιστολής, ως λ.χ. επικαλούμενος αλλαγή διεύθυνσης ή άλλο κώλυμα. Η γενικότητα και η αοριστία με την οποία τίθεται το θέμα δεν δημιουργεί βάσιμη και επαρκή αμφιβολία περί της γνώσης του η οποία, κατά τ΄άλλα, προκύπτει από το φάκελο.
Ως εκ των άνω, η προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει και η προσφυγή απορρίπτεται με €800 έξοδα υπέρ της Δημοκρατίας.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
/ΚΧ¨Π
[1] Προφανώς εννοείται το τεκμήριο 20 στην ένσταση.