ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D873
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 426/15
31 Δεκεμβρίου 2015
[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Μεταξύ:
Δάφνης Κακουλλή, Απόλλωνος 20, Λύμπια
ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ
ν.
Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων
(Τμήμα Κοινωνικών Υπηρεσιών)
Καθ' ου η αίτηση
--------------------------
Αιτήτρια παρούσα
Τ. Ιακωβίδου, για τον Καθ΄ ου η Αίτηση
-------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή της η Αιτήτρια προσβάλει την απόφαση των Καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 9.3.15 με την οποία πληροφορείτο ότι της απεκόπη η παροχή Δημόσιου Βοηθήματος από 1.1.2015, λόγω ύπαρξης αποταμιεύσεων στο όνομα της, πέραν των ορίων που προνοεί η ισχύουσα νομοθεσία. Σύμφωνα με την Αιτήτρια η άνω απόφαση λήφθηκε καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και χωρίς τη δέουσα έρευνα.
Η υπόθεση ορίστηκε αρχικά στις 8.6.15 και κατόπιν αιτήματος της δικηγόρου για τους Καθ΄ ων η αίτηση δόθηκε χρόνος 6 βδομάδων δια την καταχώριση της ένστασής τους. Στις 10.9.15, ότε ορίστηκε, ζητήθηκε εκ νέου από τους Καθ΄ ων η αίτηση χρόνος 4 βδομάδων για τον ίδιο σκοπό. Δόθηκε από το Δικαστήριο χρόνος μέχρι την 2.11.15 ώστε να καταχωρηθεί η ένσταση των Καθ΄ ων η αίτηση. Δυστυχώς και πάλι δεν καταχώρησαν την ένστασή τους με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να την ορίσει στις 7.12.15 δια καταχώριση της ένστασης με παράλληλη προειδοποίηση ότι σε περίπτωση μη καταχώρησης της το Δικαστήριο θα όριζε την αίτηση για διευκρινίσεις. Παρόλη την προειδοποίηση του Δικαστηρίου και πάλι οι Καθ΄ ων η αίτηση επέδειξαν αδιαφορία και δεν καταχώρισαν ένσταση με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να υποχρεωθεί να την ορίσει για διευκρινίσεις την 9.12.15 ότε και άρχισε η ακρόαση της προσφυγής και ολοκλήρωση της στις 11.12.15. Ενώπιον του Δικαστηρίου κατετέθη ως Τεκμήριο 1, ο Διοικητικός Φάκελος, που αφορά την Αιτήτρια από όπου το Δικαστήριο άντλησε την κάτωθι πληροφόρηση αναφορικά με τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση.
Παρενθετικά αναφέρω ότι η συμπεριφορά που επεδείχθη από τη Νομική Υπηρεσία, προκειμένου να καταχωρηθεί η ένσταση, κρίνεται τουλάχιστον αδικαιολόγητη. Η προσφυγή έχει ως αντικείμενο ένα ευαίσθητο θέμα, αφορά επίδομα ανίκανου προσώπου και αναμένετο περισσότερη ευαισθησία. Παρ' ότι δόθηκε ικανός χρόνος προς τούτο, με τη συγκατάθεση της άλλης πλευράς, εντούτοις δεν κατεχωρήθη η ένσταση εκ μέρους της Νομικής Υπηρεσίας, αφήνοντας το Δικαστήριο από μόνο του να διαχειριστεί το θέμα.
Η Αιτήτρια γεννήθηκε στις 17.9.1994. Το 1999 ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα και υπέστη σοβαρή κρανιοεγκεφαλική κάκωση και μόνιμη εγκεφαλική βλάβη. Σύμφωνα με ιατρική βεβαίωση που περιέχεται στο φάκελο αυτή υπέστη:
(α) Σοβαρές νευρολογικές διαταραχές από το Κεντρικό νευρικό σύστημα
(β) Αταξική εγκεφαλική παράλυση με σοβαρές κινητικές διαταραχές που την καθιστούν εξαρτημένο άτομο
(γ) Δυσφρασία-Δυσαρθρία και σιτιστικές δυσκολίες.
(δ) Ασυντόνιστες ακούσιες κινήσεις
(ε) Σιελόρροια λόγω στοματοφαρυγγικής δυσπραξίας.
(στ) Υπερκινητικότητα, μειωμένη ικανότητα για συγκέντρωση και παρορμητική συμπεριφορά.
(ζ) Γενικές μαθησιακές δυσκολίες.
(η) Διαταραχές όρασης.
Στις 19.1.2000 της εγκρίθηκε «αναπηρικό» επίδομα και στις 25.11.12002 εγκρίθηκε ως ανάπηρο πρόσωπο «επ' αόριστο» από 31.12.2001. Έκτοτε συνεχίζετο αδιάκοπα η παροχή επιδόματος στην Αιτήτρια.
Η Αιτήτρια διαμένει με την μητέρα της που είναι χήρα, μονογονιός και με €700, μηνιαία έσοδα. Τρία μεγαλύτερα αδέλφια της αντιμετωπίζουν τα δικά τους προβλήματα.
Στις 28.1.15, όπως φαίνεται από το Διοικητικό Φάκελο, κυανούν 50, οι Καθ΄ ων η αίτηση έλαβαν την απόφαση να διακόψουν την παροχή του επιδόματος προς την Αιτήτρια από 1.2.15 λόγω αποταμιεύσεων πέραν των ορίων που προνοεί η Νομοθεσία. Να σημειωθεί ότι η επιταγή που αφορούσε το επίδομα για το μήνα Ιανουάριο ακυρώθηκε. Όπως φαίνεται από το ίδιο έγγραφο, η Αιτήτρια παρουσιάζεται με καταθέσεις ύψους €140.000 που είναι το υπόλοιπο του ποσού των €435.693,37 (£255.000) που της δόθηκε υπό μορφή αποζημίωσης τον Ιούλιο 2007 λόγω κακώσεων, βλαβών και απωλειών που υπέστη συνεπεία του τροχαίου δυστυχήματος που είχε το έτος 1999. Η Αιτήτρια, σύμφωνα πάντοτε με τα γεγονότα που φαίνονται από το φάκελο Τεκμήριο 1, υπέβαλε το 2014 αίτηση για παροχή εις αυτήν του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (Ε.Ε.Ε.) βάσει του Ν.109(Ι)/2014. Κατά την εξέταση της αίτησης της, οι Καθ΄ ων η αίτηση, διεπίστωσαν από τα υποβληθέντα με την αίτηση στοιχεία ότι αυτή είχε αποταμιεύσεις €140.000 που κατά τη γνώμη τους ήταν πέραν των ορίων που προβλέπει η νομοθεσία. Ως αποτέλεσμα έλαβαν την απόφαση για αποκοπή του επιδόματος ως έχει αναφερθεί ενωρίτερα στην απόφαση.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ΄ ων η αίτηση στήριξε όλη την αγόρευση της στα Άρθρα 13(β) και 39(1) του Ν.109/2014 και Άρθρο 9(1)(δ) του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου του 2006 (Ν.95(Ι)/2006) πάνω στα οποία στηρίχθηκε και η απόφαση δι΄ αποκοπή του επιδόματος στην Αιτήτρια λόγω του ότι είχε αποταμιεύσεις πέραν του επιτρεπόμενου ορίου.
Το Άρθρο 39(1) του περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα Περί Κοινωνικών Παροχών Νόμος του 2014 (Ν.109(Ι)/2014) προβλέπει:
«39(1) Από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της νομοθεσίας, τερματίζεται η παροχή δημόσιου βοηθήματος σε οποιοδήποτε λήπτη δημόσιου βοηθήματος, με βάση τις διατάξεις του περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου:
Νοείται ότι το δικαίωμα λήπτη δημόσιου βοηθήματος συνεχίζει να υφίσταται στην περίπτωση κατά την οποία υποβληθεί αίτηση για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος από το πρόσωπο αυτό ή από μέλος της οικογενειακής μονάδας εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της νομοθεσίας με δικαίωμα παράτασης από τον Υπουργό για ακόμα τριάντα (30) ημέρες:
Νοείται περαιτέρω ότι το δικαίωμα σε δημόσιο βοήθημα με βάση τον περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμο συνεχίζει να υφίσταται μόνο-
(i) μέχρι την ημερομηνία λήψης της τελικής απόφασης σχετικά με την αίτηση για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος·
(ii) υπό την προϋπόθεση ότι για τον ίδιο ημερολογιακό μήνα δε θα καταβληθεί ταυτόχρονα το δημόσιο βοήθημα και το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.»
Το εδάφιο (4) του ιδίου Άρθρου προβλέπει ότι «οι διατάξεις του Περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου συνεχίζουν να ισχύουν, νοουμένου ότι αυτές δε συγκρούονται ή/και δεν καλύπτονται με άλλο τρόπο από τις διατάξεις της Νομοθεσίας.»
Το Άρθρο 13(β) του Ν.109(Ι)/2014, προβλέπει ότι:
«13. Δεν καθίσταται δικαιούχο για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος οποιοδήποτε πρόσωπο ή αιτητής-
(α) ........................
(β) είτε κατέχει χρηματοοικονομικά στοιχεία ο ίδιος ή/και οποιοδήποτε άλλο μέλος της οικογενειακής μονάδας και το ύψος των καταθέσεων υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (€5.000) αυξανόμενο κατά χίλια ευρώ (€1.000) για κάθε πρόσθετο μέλος της οικογενειακής μονάδας είτε η αξία των λοιπών χρηματοοικονομικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (€5.000).»
Το Άρθρο 9(1)(δ) του Ν.95(Ι)/2006 προβλέπει ότι:
9-(1) Τα ακόλουθα εισοδήματα και οικονομικοί πόροι ενός αιτητή ή λήπτη δε λαμβάνονται υπόψη για την παροχή δημόσιου βοηθήματος ή για τον καθορισμό του ύψους τέτοιου βοηθήματος:
(α) ..................
(β) ..................
(γ) ..................
(δ) αποταμιεύσεις του αιτητή ή λήπτη μέχρι του ποσού των δύο χιλιάδων λιρών και αποταμιεύσεις οποιουδήποτε μέλους της οικογένειάς του, το οποίο έχει νομική ευθύνη να τον συντηρεί, μέχρι του ποσού των χιλίων λιρών, νοουμένου ότι το ανώτατο ποσό αποταμιεύσεων για όλα τα μέλη της οικογένειάς του δε θα υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες·»
Εξέτασα με προσοχή το υλικό ενώπιον μου και διαπιστώνω ότι διέφυγε και δεν εξετάσθησαν υπό των Καθ΄ ων η αίτηση οι κάτωθι πρόνοιες των δύο νόμων επί των οποίων στηρίχθηκαν προκειμένου να λάβουν την προσβαλλόμενη απόφαση ιδιαίτερα τα δύο άρθρα υπό αναφορά τα οποία έχουν επιφύλαξη και εξαιρούν αποζημιώσεις που λήφθηκαν ως αποτέλεσμα βλάβης ή ζημιάς από ατύχημα.
(1) Νόμος 109(Ι)/2014 άρθρο 13(β):
«13. Δεν καθίσταται δικαιούχο για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος οποιοδήποτε πρόσωπο ή αιτητής-
(α) ........................
(β) είτε κατέχει χρηματοοικονομικά στοιχεία ο ίδιος ή/και οποιοδήποτε άλλο μέλος της οικογενειακής μονάδας και το ύψος των καταθέσεων υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (€5.000) αυξανόμενο κατά χίλια ευρώ (€1.000) για κάθε πρόσθετο μέλος της οικογενειακής μονάδας είτε η αξία των λοιπών χρηματοοικονομικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (€5.000).
Νοείται ότι δε θα λαμβάνονται υπόψη οποιεσδήποτε αποζημιώσεις που λήφθηκαν ως αποτέλεσμα βλάβης ή ζημίας από ατύχημα.»
(2) Νόμος 95(Ι)/2006 Άρθρο 9(ι)(ιβ):
«9-(1) Τα ακόλουθα εισοδήματα και οικονομικοί πόροι ενός αιτητή ή λήπτη δε λαμβάνονται υπόψη για την παροχή δημόσιου βοηθήματος ή για τον καθορισμό του ύψους τέτοιου βοηθήματος:
..............................................
(ιβ) οποιεσδήποτε αποζημιώσεις που λήφθηκαν ως αποτέλεσμα βλάβης ή ζημιάς από ατύχημα, εξαιρουμένων των τόκων από τις εν λόγω αποζημιώσεις.»
Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης ξεκάθαρα φαίνεται ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν διερεύνησαν το θέμα κατά πόσο η Αιτήτρια ενέπιπτε στις άνω εξαιρέσεις και ενήργησαν επί λανθασμένου πραγματικού και νομικού υποβάθρου.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με €150 πραγματικά έξοδα εις βάρος των Καθ΄ ων η αίτηση.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
/γκ