ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Αργυρού Παναγιώτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 639
Nαζίρης Pένος ν. Pαδιοφωνικού Iδρύματος Kύπρου (2007) 3 ΑΑΔ 38
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
ΚΕΦ.224 - Immovable Property (Tenure, Registration and Valuation) Law
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:D824
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1844 /2012)
15 Δεκεμβρίου, 2015
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δικαστής]
Αναφορικά με τo ΄Αρθρo 146 του Συντάγματος
1. Μαρίνας Λοΐζου
2. Χρυστάλλας Ψαρά Μαζέρη
Aιτητριών,
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου
Καθ΄ων η αίτηση.
----------------------------------
Α.Σ.Αγγελίδης, για τις Αιτήτριες
Ελ.Γαβριήλ, (κα.), για τους Καθ΄ων η αίτηση, για Γενικό Εισαγγελέα
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, οι Αιτήτριες ζητούν από το Δικαστήριο την ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερ. 17.9.12, με την οποία ο καθ' ου η αίτηση κατόπιν επανεξέτασης μετά από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (υπόθεση αριθμ. 442/09) απέρριψαν εκ νέου την ιεραρχική προσφυγή που υπέβαλαν οι αιτήτριες εναντίον της τότε απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής, η οποία απέρριψε την αίτηση τους για Πολεοδομική άδεια ανέγερσης κατοικίας στο τεμάχιο τους αρ. 666 Φ/Σχ. 2-289-376 που ευρίσκεται στο Παραλίμνι.
Οι Αιτήτριες είναι συνιδιοκτήτριες του τεμαχίου με αρ. 666 Φ/Σχ. 2-289- 376 το οποίο βρίσκεται στο Παραλίμνι. Στις 11.05.2006, υπέβαλαν στην αρμόδια Πολεοδομική Αρχή, ήτοι στο Επαρχιακό Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως Αμμοχώστου, την αίτηση με αριθμό ΑΜΧ/0329/2006 για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση κατοικίας, στο τεμάχιο με αρ. 666, Φ/Σχ. 2-289-376, Τμήμα 02, στο Παραλίμνι.
Η Πολεοδομική Αρχή, στις 14.12.2006 αποφάσισε να απορρίψει την υποβληθείσα αίτηση (ΑΜΧ/0329/2006) με τον ακόλουθο λόγο άρνησης:
"(500) Δεν ικανοποιούνται οι πρόνοιες της υποπαραγράφου 1 (δ) (ΐ) της Πολιτικής 9 (Γ) (β) της Δήλωσης Πολιτικής. Συγκεκριμένα, το αρχικό τεμάχιο, από το διαχωρισμό του οποίου προέκυψε το προς ανάπτυξη τεμάχιο (ο αναφερόμενος διαχωρισμός έγινε μετά την 1η Δεκεμβρίου 1990, δυνάμει του Νόμου Κεφ.224), δεν εφαπτόταν σε δημόσιο δρόμο πλάτους 4,00 μέτρων, όπως απαιτείται με βάση τις πρόνοιες της προαναφερθείσας υποπαραγράφου.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Λόγω του πιο πάνω σοβαρού προβλήματος που χαρακτηρίζει την προτεινόμενη ανάπτυξη, η αίτηση δεν μελετήθηκε στη λεπτομέρεια της".
Οι Αιτήτριες, εναντίον της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, υπέβαλαν στις 02.02.2007 Ιεραρχική Προσφυγή με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, Νόμος 90/1972, στο εξής «ο Νόμος», προβάλλοντας τα πιο κάτω επιχειρήματα:
(α) Το τεμάχιο βρίσκεται στο Παραλίμνι, στο οποίο η Δήλωση Πολιτικής εφαρμόστηκε το 2003 και όχι την 1η Δεκεμβρίου του 1990 που εφαρμόστηκε στις άλλες περιοχές.
(β) Το τεμάχιο έχει εμβαδόν 8,973 τ.μ. και προέκυψε από διαχωρισμό μεγαλύτερου τεμαχίου το 1999. Κατά την ημερομηνία διαχωρισμού του, αλλά και μετά, δεν υπήρχε κώλυμα στην ανέγερση κατοικίας σύμφωνα με τις τότε υφιστάμενες ζώνες και τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο που ίσχυε στο Δήμο Παραλιμνίου. Για τον πιο πάνω λόγο οι αιτήτριες, αφού έκαναν την απαραίτητη έρευνα, αγόρασαν το εν λόγω τεμάχιο.
(γ) Επειδή η ημερομηνία 01.12.1990 που αναφέρεται στις παραγράφους της Δήλωσης Πολιτικής είχε σκοπό να μην εγκλωβίσει και αδικήσει τυχόν ιδιοκτήτες που είχαν προηγουμένως διαχωρίσει τα τεμάχια τους στην Γεωργική περιοχή, όσον αφορά το Δήμο Παραλιμνίου, η ημερομηνία αυτή πρέπει να αντικατασταθεί με την ημερομηνία που εφαρμόστηκε η Δήλωση Πολιτικής στο Δήμο Παραλιμνίου, δηλαδή το 2003.
Ακολούθως η αρμόδια Υπουργική Επιτροπή σε συνεδρία της στις 18.12.2008, σύμφωνα με απόφαση της «αφού εξέτασε τα πραγματικά γεγονότα και νομικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την πολεοδομική αίτηση με αρ. ΑΜΧ/0329/2006, την απόφαση και τα επιχειρήματα της Πολεοδομικής Αρχής, τις απόψεις του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Δήμου Παραλιμνίου, καθώς και τους λόγους που επικαλέστηκαν οι αιτητές για υποστήριξη της Ιεραρχικής Προσφυγής, ενεργώντας σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 31 του Νόμου, αποφάσισε ομόφωνα να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή, κρίνοντας ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής είναι ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας και της Δήλωσης Πολιτικής και τροποποιήσει το λόγο άρνησης χορήγησης πολεοδομικής άδειας ώστε αυτός να αφορά στη μη διασφάλιση ικανοποιητικής προσπέλασης, παρά στη σύγκρουση της αίτησης με την υποπαράγραφο 1(δ)(ί) της Πολιτικής 9(Γ)(β) της Δήλωσης Πολιτικής που ίσχυε στην περιοχή Παραλιμνίου κατά την υποβολή και εξέταση της αίτησης».
Εναντίον της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής οι αιτήτριες υπέβαλαν την Προσφυγή με αρ.442/2009 στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Στις 05.10.2011 το Δικαστήριο (Πασχαλίδης, Δ.) εξέδωσε ακυρωτική απόφαση, με το κύριο αιτιολογικό ότι η Υπουργική Επιτροπή όφειλε να διερευνήσει το γεγονός ότι ο Δήμος Παραλιμνίου δεν έφερε ένσταση στη χορήγηση της αιτούμενης πολεοδομικής άδειας, αιτιολογώντας την απόκλιση της από την εισήγηση του Δήμου, καθώς και το γεγονός ότι η προσπέλαση που διαθέτει το τεμάχιο της προτεινόμενης ανάπτυξης είχε κριθεί στο παρελθόν ικανοποιητική για σκοπούς χορήγησης οικοδομικών και πολεοδομικών αδειών για ανάλογες αναπτύξεις.
Ενόψει της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το Υπουργείο Εσωτερικών, αφού έλαβε υπόψη εκθέσεις της Πολεοδομικής Αρχής και της Αν. Διευθύντριας Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ετοίμασε σχετικό Σημείωμα με αρ. 87/28, το οποίο υπέβαλε στην αρμόδια Υπουργική Επιτροπή. (βλ. Παραρτήματα 1-3 επί της ένστασης).
Στη συνέχεια η Υπουργική Επιτροπή σε συνεδρία της στις 17.09.2012, αφού εξέτασε τα πραγματικά και νομικά γεγονότα τα οποία σχετίζονται με την υποβληθείσα αίτηση, την απόφαση και τα επιχειρήματα της Πολεοδομικής Αρχής, τις απόψεις της Αν. Διευθύντριας Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Δήμου Παραλιμνίου, το περιεχόμενο της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου με ημερομηνία 05.10.2011 στην Προσφυγή με αρ.442/2009, τις θέσεις της Πολεοδομικής Αρχής και της Αν. Διευθύντριας Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως αναφορικά με τον τρόπο αδειοδότησης άλλων κατοικιών στην περιοχή, καθώς και τους λόγους που επικαλέστηκαν οι αιτητές για υποστήριξη της Ιεραρχικής Προσφυγής, ενεργώντας σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 31 του Νόμου, αποφάσισε ομόφωνα να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή, κρίνοντας ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής είναι ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας και της Δήλωσης Πολιτικής που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο λήψης της απόφασης και τροποποιήσει την απόφαση της με ημερομηνία 18.12.2008 υιοθετώντας αυτούσιο τον αρχικό λόγο άρνησης χορήγησης πολεοδομικής άδειας.
Η Υπουργική Επιτροπή, να σημειωθεί ότι, με βάση το Σημείωμα που υποβλήθηκε στην Υπουργική Εσωτερικών και λαμβάνοντας υπόψη την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με ημερομηνία 05.10.2011, έκρινε πως δεν έχει υποχρέωση να αιτιολογεί σε κάθε απόφαση της τους λόγους για τους οποίους δεν υιοθετεί τις εισηγήσεις κάθε Αρχής με την οποία διαβουλεύεται κατά τη διαδικασίας εξέτασης Ιεραρχικής Προσφυγής. Αντίθετα, η απόφαση της Επιτροπής αφορά κρίση αναφορικά με την ορθότητα της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής, με βάση τις πρόνοιες της νομοθεσίας και του ισχύοντος Σχεδίου Ανάπτυξης. Η αναφορά του Δήμου Παραλιμνίου στις απόψεις του για την Ιεραρχική Προσφυγή ότι στην ίδια περιοχή με το προς ανάπτυξη τεμάχιο υφίστανται αδειούχες οικοδομές που έχουν ως προσπέλαση το δημόσιο δρόμο στον οποίον καταλήγει το δικαίωμα διάβασης που διαθέτει προς όφελος του το τεμάχιο των αιτητριών, είναι μεν, όπως επιβεβαιώνεται από την Πολεοδομική Αρχή, ορθή, αλλά δεν αποτελεί επαρκή λόγο για έγκριση της αίτησης, αφού δεν τηρείται η προϋπόθεση (ί) της παραγράφου 1(δ) της Πολιτικής 9(Γ)(β) της Δήλωσης Πολιτικής. Οι απόψεις της Τοπικής Αρχής έχουν συμβουλευτικό ή επικουρικό χαρακτήρα στη λήψη πολεοδομικής απόφασης, ειδικά σε θέματα άσκησης διακριτικής εξουσίας. Στην προκειμένη περίπτωση, αρμοδιότητα και ευθύνη για λήψη απόφασης επί της υποβληθείσας αίτησης έχει η Πολεοδομική Αρχή. Στον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο που ίσχυε πριν την εφαρμογή του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου στη διοικητική περιοχή Παραλιμνίου, δεν καθορίζεται ελάχιστο πλάτος εγγεγραμμένων δημόσιων δρόμων για σκοπούς έκδοσης άδειας οικοδομής για οποιαδήποτε ανάπτυξη, γεγονός που ερμηνεύει την πιο πάνω θέση του Δήμου Παραλιμνίου.
Ο λόγος άρνησης που τέθηκε από την Πολεοδομική Αρχή στην γνωστοποίηση χορήγησης πολεοδομικής άδειας, αναφερόταν στη μη τήρηση των προνοιών της υποπαραγράφου 1(δ)(ί) της Πολιτικής 9(Γ)(β) της δημοσιευμένης με την Κ.Δ.Π. 349/2003 Δήλωσης Πολιτικής, που αποτελεί μια από τις βασικές προϋποθέσεις χορήγησης πολεοδομικής άδειας για την ανέγερση μεμονωμένης κατοικίας σε τεμάχια που προέκυψαν μετά την 01.12.1990 από υποδιαίρεση μεγαλύτερου τεμαχίου που ήταν εγγεγραμμένο στο μητρώο του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας πριν την πιο πάνω ημερομηνία. Συγκεκριμένα, για τέτοιες περιπτώσεις απαιτείται όπως το αρχικό τεμάχιο εφαπτόταν και εξακολουθούσε πριν το διαχωρισμό του να εφάπτεται σε δημόσιο δρόμο ελάχιστου πλάτους 4,00 μ. πριν την πιο πάνω ημερομηνία. Στην προκειμένη περίπτωση το αρχικό τεμάχιο με αρ. 90, Φ/Σχ. XLII.5.E1 & Ε2, που ήταν εγγεγραμμένο στο μητρώο του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας πριν την 01.12.1990 και από το οποίο προέκυψε το τεμάχιο της αίτησης μαζί με το τεμάχιο με αρ. 665, δεν εφαπτόταν πριν το διαχωρισμό του το 1999, σε εγγεγραμμένο δημόσιο δρόμο πλάτους τουλάχιστον 4,00 μ. Το αρχικό τεμάχιο, το οποίο ενεγράφη το 1974 με το φάκελο με αρ. 83/70, ήταν, μέχρι και το διαχωρισμό του το 1999, περίκλειστο, αφού δεν διέθετε προς όφελος του ούτε δικαίωμα διάβασης που να καταλήγει στον υπό αναφορά εγγεγραμμένο δημόσιο δρόμο. Η εγγραφή του δικαιώματος διάβασης έγινε το 2004 με το φάκελο με αρ. ΑΕΔ17/2004, προς όφελος, όχι του αρχικού τεμαχίου, αλλά του τεμαχίου με αρ. 666, Φ/Σχ.2-289-376 που προέκυψε από το διαχωρισμό. Έχοντας υπόψη το γεγονός ότι το αρχικό τεμάχιο δεν εφαπτόταν σε δημόσιο δρόμο, δεν τίθετο κατά τον ουσιώδη χρόνο θέμα διερεύνησης από την Πολεοδομική Αρχή των οικοδομικών και πολεοδομικών αδειών που είχαν χορηγηθεί στο παρελθόν με προσπέλαση το δημόσιο δρόμο.
Οι αιτήτριες ενημερώθηκαν για την απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής με σχετικές επιστολές του Υπουργείου Εσωτερικών προς τον πολιτικό τους μηχανικό, κ. Ξενάκη Χατζηρακλέους και το δικηγόρο των Αιτητριών με ημερομηνία 17.10.2012. (παρ.5).
Τα πρακτικά της επίδικης απόφασης που ενδιαφέρουν, ξεχωρίστηκαν και στις διευκρινίσεις με αριθμούς Ι, ΙΙ και ΙΙΙ.
Οι Αιτήτριες προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης προέβαλαν 5 λόγους ακύρωσης (1) Η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης και είναι αποτέλεσμα μη δέουσας αιτιολογίας, πλάνης περ τα πράγματα και έλλειψη αιτιολογίας, (2) Παραβιάζει το δικαίωμα προηγουμένης ακροατής, (3) Παραβιάζει τις ράχες της ισότητας και της ίσης μεταχείρισης και (4) Παραβιάζει τις ράχες της κήλης άπιστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το Κράτος Δίκαιου.
Θα εξεταστεί στη συνέχεια ο πρώτος λόγος ακύρωσης. Ο συνήγορος των Αιτητριών συγκεκριμένα προβάλλει τον ισχυρισμό ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση τους, επιμένουν να υιοθετούν το περιεχόμενο της προηγουμένης απόφασης τους, κατά παραβίαση του δε δικασμένου ακυρωτικής απόφασης στην υπ. Αρ. 442/09.
Ο ισχυρισμός περί παραβίασης του δεδικασμένου εξετάζεται πάντα σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της απόφασης του Δικαστηρίου για την οποία αναφέρεται αυτό και συγκεκριμένα μόνο σε σχέση για αυτά τα οποία το Δικαστήριο εξέτασε και αποφάσισε. Μόνο για αυτά υπάρχει η δέσμευση του δεδικασμένου και η διοίκηση είναι υποχρεωμένη κατά την επανεξέταση να τα λάβει υπόψη και να συμμορφωθεί πλήρως ως προς το περιεχόμενο τους. Στην απόφαση της Ολομελειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349), επισημάνθηκε, μεταξύ άλλων, ότι:
''Το δεδικασμένο προϋποθέτει κατ' αρχήν τη δικαστική απόφανση επί της ουσίας εγειρομένης διαφοράς και όχι επί καταλήξεων όταν αυτές είναι αποτέλεσμα της έλλειψης των προϋποθέσεων για την εξέταση της ουσίας. Έπειτα, ως προς το περιεχόμενο του, το δεδικασμένο συνίσταται σε ό,τι καλύτει η απόφανση είτε ρητά είτε ως αναπόφευκτο συμπέρασμα: βλ. Πιερής ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω). Η δικαστική απόφανση, όπως χρησιμοποιούμε τον όρο, δεν περιορίζεται σε μόνο το διατακτικό αλλά εκτείνεται και στην όποια διαπίστωση του Δικαστηρίου επί επίδικου θέματος, πραγματικού ή νομικού, στο βαθμό που απαιτείται για την κατάληξη την οποία εκφράζει το διατακτικό. Αυτή η αντίκρυση του θέματος λαμβάνει υπόψη τόσο τις αγγλικές αρχές επί του θέματος - οι πιο σημαντικές αποφάσεις εκτίθενται στην Πιερής ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) - αλλά και τις αρχές που επικράτησαν στην Ελλάδα κατά την ερμηνεία σχετικής διαταγής αναφορικά με τον προσδιορισμό του κριθέντος θέματος. Συνοψίζονται στο σύγγραμμα "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου" του Επ. Σπηλιωτόπουλου, 6η Έκδ. στη σελ. 548..''
Περαιτέρω είναι ορθό ότι η διοίκηση δεσμεύεται κατά την επανεξέταση να θεραπεύει μόνο το σημείο που κρίθηκε τρωτό από το ακυρωτικό Δικαστήριο (βλ. Αργυρού ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 639, Ναζίρης ν. ΡΙΚ (2007)3 Α.Α.Δ. 38).
Συγκεκριμένα το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης του Δικαστηρίου είναι το ακόλουθο:
«Στην παρούσα περίπτωση απλή εξέταση των γεγονότων είναι αρκετή για να καταδείξει ότι η θέση των αιτητριών ότι η αρμόδια αρχή για την έκδοση αδειών, δηλαδή ο Δήμος Παραλιμνίου, είχε εκδώσει άδειες για ανέγερση κατοικιών επί άλλων τεμαχίων στην περιοχή, παρά το γεγονός ότι και στις περιπτώσεις εκείνες η προσπέλαση επιτυγχανόταν μέσω του ίδιου δρόμου ο οποίος παρείχε προσπέλαση στο δικό τους τεμάχιο, ούτε ερευνήθηκε αλλά ούτε και η σχετική απόφαση επ' αυτού έχει αιτιολογηθεί. Έχω την άποψη ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι καθ'ων η αίτηση όφειλαν, υπό το φως μάλιστα του γεγονότος ότι ο Δήμος Παραλιμνίου δεν ενίστατο στην έγκριση της αίτησης, αλλά σύστηνε την παροχή πολεοδομικής άδειας, να ερευνήσουν όχι μόνο τη θετική για τις αιτήτριες προσέγγιση του Δήμου, αλλά και τη θέση τους, θέση την οποία συμμεριζόταν και ο Δήμος, ότι η προσπέλαση που το τεμάχιο τους διέθετε, ήταν για σκοπούς χορήγησης πολεοδομικής άδειας, ικανοποιητική, ενόψει μάλιστα του γεγονότος ότι είχε κριθεί ικανοποιητική για σκοπούς χορήγησης πολεοδομικής άδειας σε αριθμό άλλων περιπτώσεων που αφορούσαν τεμάχια στην περιοχή.
Στην παρούσα υπόθεση η εισήγηση του Δήμου βρισκόταν ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής. Η απόκλιση από την εισήγηση δεν έχει αιτιολογηθεί. Η αιτιολόγηση ήταν αναγκαία ενόψει και των προνοιών του άρθρου 26(1)(β) του Νόμου 158(Ι)/99, σύμφωνα με τις οποίες:
"26.-(1) Οι διοικητικές πράξεις οι οποίες εκδίδονται έπειτα από άσκηση διακριτικής εξουσίας πρέπει να είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένες, ιδίως όταν πρόκειται για πράξεις οι οποίες -
(α) ......................................................
(β) είναι αντίθετες ως προς το περιεχόμενό τους με προηγηθείσα γνωμοδότηση, πρόταση, εισήγηση ή έκθεση αρμόδιου οργάνου ή με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου."
Περαιτέρω, σύμφωνα με το Σύγγραμμα Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, του Π. Δαγτόγλου, 3η Έκδοση, παρ. 642(δ), είναι αιτιολογητέες εκ φύσεως «πράξεις που αποκλίνουν από προηγούμενες γνώμες συμβουλευτικών οργάνων ....». Στην περίπτωση μας, ο ρόλος του Δήμου Παραλιμνίου ήταν συμβουλευτικός. Συνεπώς η απόκλιση από την εισήγηση του Δήμου θα έπρεπε να είχε αιτιολογηθεί, πράγμα όμως που δεν έγινε.
Η κα Ουστά παραπέμποντας στην απόφαση στην Υπόθεση 1320/2007, Hydria Land Developers Ltd. πρώην Hydria Tourist Enterprises Ltd. v. Υπουργείου Εσωτερικών κ.ά., ημερομηνίας 23/2/2009, υπέβαλε ότι το γεγονός ότι στην ίδια περιοχή εκδόθηκαν άδειες οικοδομής για άλλα τεμάχια τα οποία είχαν την ίδια προσπέλαση με αυτή που διέθετε το τεμάχιο των αιτητριών, «απαραδέκτως προβάλλεται με την παρούσα αγόρευση αφού δεν είχε προβληθεί ως λόγος ένστασης στην ιεραρχική προσφυγή». Με όλο το σέβας προς την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ'ων η αίτηση, η θέση αυτή δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η υπόθεση Hydria Land Developers Ltd., στην οποία παραπέμπει, διαφέρει ουσιωδώς από την περίπτωση μας, ως προς τα γεγονότα. Σε εκείνη την υπόθεση πρόκειτο για πολύ μικρό αριθμό περιπτώσεων, για τις οποίες είτε δεν είχε εξασφαλιστεί πολεοδομική άδεια, αφορούσαν δηλαδή παράνομες οικοδομές, είτε αφορούσαν άδειες οικοδομής που είχαν εκδοθεί με βάση τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο, Κεφ. 96, μέσα στα πλαίσια του οποίου είχε ερμηνευθεί η καταλληλότητα της προσπέλασης από το Δήμο Παραλιμνίου. Όλες οι εν λόγω περιπτώσεις είχαν εξεταστεί μέχρι τις αρχές του 2004, αφορούσαν δε πολεοδομικές άδειες σε αιτήσεις με παρόμοια χαρακτηριστικά δρόμων και όχι πολεοδομικές άδειες σε αιτήσεις όπως η παρούσα περίπτωση, όπου η αυτή προσπέλαση, ενώ στην περίπτωση τρίτων κρίθηκε ικανοποιητική, στην περίπτωση των εδώ αιτητριών κρίθηκε μη ικανοποιητική. Πέραν τούτου, σε εκείνη την υπόθεση ενώ γινόταν μνεία στο έγγραφο της πολεοδομικής αρχής προς το Υπουργείο Εσωτερικών τριών παρόμοιων περιπτώσεων απόρριψης λόγω μη ικανοποιητικής προσπέλασης, το τεμάχιο 514 που η εκεί αιτήτρια επικαλείτο στα πλαίσια της απαντητικής αγόρευσης της ως το τεμάχιο για το οποίο χορηγήθηκε πολεοδομική άδεια, δεν περιλαμβανόταν στην ιεραρχική προσφυγή της. Στην παρούσα περίπτωση όμως, ήταν, όπως έχω ήδη αναφέρει, ενώπιον των καθ'ων η αίτηση κατά τον ουσιώδη χρόνο εξέτασης της προσφυγής, το γεγονός ότι με κριτήριο ότι η συγκεκριμένη προσπέλαση είναι ικανοποιητική, χορηγήθηκαν πολεοδομικές άδειες. Αυτό ήταν αρκετό για να πυροδοτήσει την υποχρέωση των καθ'ων η αίτηση, να προβούν στη δέουσα έρευνα για σκοπούς διακρίβωσης των γεγονότων που περιέβαλλαν το ζήτημα και με βάση το αποτέλεσμα της έρευνας τους να αιτιολογήσουν την απόφαση τους και ιδιαίτερα την απόκλιση τους από την εισήγηση του Δήμου Παραλιμνίου, πράγμα όμως που, όπως έχω ήδη επισημάνει, δεν έπραξαν. Απλά περιορίστηκαν στο να υιοθετήσουν ουσιαστικά ως αιτιολογία τις προγενέστερες θέσεις της πολεοδομικής αρχής οι οποίες βασίστηκαν όμως σε ελλιπή γεγονότα. Η απουσία στοιχείων που να συγκεκριμενοποιούν την ταυτότητα των τεμαχίων προς όφελος των οποίων είχε στο παρελθόν χορηγηθεί πολεοδομική άδεια, ουδόλως απάλλαττε τους καθ'ων η αίτηση από μια τέτοια υποχρέωση".
Από τη συσχέτιση του ιδίου του περιεχομένου της επίδικης απόφασης των καθ' ων η αίτηση στην οποία, αναφέρουν χαρακτηριστικά πως υιοθετούν, «.αυτούσιο τον αρχικό λόγο άρνησης χορήγησης πολεοδομικής αδείας» του περιεχομένου του δεδικασμένου όπως καταγράφεται αμέσως πιο πιάνω, κατά την κρίση μου, προκύπτει για ότι πρόκειται για προφανή περίπτωση παραβίασης του δεδικασμένου και έλλειψης συμμόρφωσης της διοίκησης προς το περιεχόμενο της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου. (βλ. Παράρτημα 4 επί της ένστασης, πρακτικό ημερ. 17.9.2012).
Η προηγηθείσα απλή αναφορά στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου γίνεται με τρόπο εντελώς γενικό και χωρίς συσχετισμό με ο,τιδήποτε που θα έπειθε ότι έγινε έρευνα ή ό,τι άλλο. Σίγουρα δε η γενικότητα αυτή δεν συνιστά αιτιολογία. Περαιτέρω τα ερωτήματα που έθεσε ευθέως το Δικαστήριο στην απόφαση του ημερ. 5.10.2011 δεν απαντήθηκαν δια νέας έρευνας ως οφείλετο, αλλά έγινε ουσιαστικά επανάληψη του ίδιου λεκτικού με επισήμανση απλώς ότι η άποψη της τοπικής αρχής έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα. Δεν έχει προσεχθεί βέβαια ότι το ίδιο είχε αναφέρει και το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση του τονίζοντας όμως παράλληλα ότι είναι αναγκαίο να αιτιολογείται η απόκλιση (βλ. πιο πάνω στο εν λόγω απόσπασμα). Και ειδικότερα αυτό σε συσχετισμό με το γεγονός ότι σε άλλα τεμάχια με παρόμοια προσπέλαση χορηγήθηκε άδεια. Είναι επίσης αλήθεια αυτό που επεσήμανε ο κ.Αγγελίδης ότι η αναφορά σε «διευκρινίσεις» που έγιναν ή δόθηκαν, όπως αορίστως τίθενται στην επίδικη απόφαση (σημεία Ι, ΙΙ και ΙΙΙ ανωτέρω), ουδόλως παρέχουν τον τρόπο διεργασίας και τα δεδομένα που είχαν κατά νου οι αποφασίζοντες, με κατάληξη και πάλι τη διαπίστωση του ιδίου φαινομένου ανεπαρκούς έρευνας και αιτιολογίας, κατά παράβαση του σαφούς δεδικασμένου της πρώτης απόφασης.
Η αποδοχή λοιπόν του πρώτου λόγου ακύρωσης, λόγω της φύσης του ως υποχρέωσης τήρησης από την Διοίκηση των ακυρωτικών αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστηρίου στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας του όπως αυτή προνοείται στο ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος, κρίνει τελικά την παρούσα προσφυγή και ως εκ τούτου είναι άνευ αντικειμένου η εξέταση των υπολοίπων λόγων ακύρωσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλομένη απόφαση ακυρώνεται. ΄Εξοδα εκ ποσού €1,200 πλέον ΦΠΑ υπέρ των αιτητριών.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου,
Δ.