ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημοκρατία ν. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3 ΑΑΔ 3835
Παναγιωτίδης Xρίστος ν. Yπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων και Άλλων (1998) 3 ΑΑΔ 342
Θεόδωρος Xριστοφή & Σία Λτδ ν. Yπουργού Oικονομικών και Άλλου (1998) 3 ΑΑΔ 427
Τριλλίδου Ηρώ ν. Δημοτικού Συμβουλίου Στροβόλου (1999) 3 ΑΑΔ 284
Motorways Ltd ν. Υπουργού Οικονομικών και Άλλου (1999) 3 ΑΑΔ 447
Ράφτης Αντώνης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας και Άλλων (2002) 3 ΑΑΔ 345
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
Ν. 95(I)/2006 - Ο περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμος του 2006
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:D789
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 6369/2013)
27 Νοεμβρίου, 2015
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΙΩΣΗΦ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 5.9.2014
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΙΩΣΗΦ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
A. Παπαδοπούλου για Ερωτοκρίτου και Συνεργάτες, για τον Αιτητή.
Μ. Στυλιανού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η
Αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Διευθύντριας Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την οποία, αφού κρίθηκε ότι η περίπτωσή του δεν ενέπιπτε στον όρο ‟ανάπηρος" του άρθρου 2 του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου, απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση δημοσίου βοηθήματος.
Ο αιτητής, ο οποίος είναι 22 ετών, υπέστη στις 11.11.2007 σοβαρό τραυματισμό συνεπεία ατυχήματος όταν, κατά τη διάρκεια κυνηγετικής εξόρμησης, εκπυρσοκρότησε το πυροβόλο όπλο του πατέρα του, με αποτέλεσμα τα σφαιρίδια να τον πλήξουν από κοντινή απόσταση στο αριστερό κάτω άκρο.
Προς αντιμετώπιση του τραύματός του ο αιτητής παραπέμφθηκε, από το Τμήμα Πρώτων Βοηθειών του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, στο Ιπποκράτειο Ιδιωτικό νοσοκομείο, όπου υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση και, ακολούθως, μετέβη για περαιτέρω θεραπεία και τοποθέτηση ενδονάρθηκα (Stent) στην αριστερή ιγνυακή αρτηρία, στο νοσοκομείο Hadassah του Ισραήλ.
Στις 7.8.2008 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για παροχή δημοσίου βοηθήματος σε ανήλικα ανάπηρα άτομα, η οποία εγκρίθηκε για ένα χρόνο από 1.10.2008, πάνω στη βάση σχετικής ιατρικής γνωμάτευσης του θεράποντος ιατρού του και έκθεσης αρμόδιας Λειτουργού, η οποία επισκέφθηκε τον αιτητή στην κατοικία του.
Τρία και πλέον χρόνια αργότερα, στις 26.9.2011, στα πλαίσια επαναξιολόγησης της περίπτωσης του αιτητή, διενεργήθηκε νέα συνάντηση της Λειτουργού με τον αιτητή υπό το φως νέων γνωματεύσεων, σύμφωνα με τις οποίες παρουσίαζε «κάκωση κνημιαίου και περονιαίου νεύρου» και «έλλειψη κινητικότητας και αισθητικότητας του κάτω άκρου, μυϊκή ατροφία κάτω άκρου», προβλήματα τα οποία οδήγησαν και στην προσωρινή απόλυση του αιτητή από την Εθνική Φρουρά ως ακατάλληλου για στράτευση λόγω «εκτεταμένης μετατραυματικής ουλής στην αρ. ιγνυακή χώρα με σοβαρές λειτουργικές διαταραχές».
Λήφθηκε, επίσης, υπόψη πιστοποιητικό κυβερνητικού γιατρού, σύμφωνα με το οποίο ο αιτητής έπασχε από «περιφερική αγγειοπάθεια (διαλείπουσα χωλότητα στο αριστερό) έπειτα από τραυματισμό από πυροβόλο όπλο».
Κατά τη συνάντηση και σύμφωνα με την έκθεση, ο αιτητής ανέφερε ότι για να μπορεί να περπατά φυσιολογικά χρησιμοποιεί πατάκι, ότι δεν μπορούσε να κινήσει τα δάκτυλα του κάτω αριστερού άκρου του και ότι το αριστερό κάτω άκρο του δεν είχε αίσθηση. Ανέφερε, επίσης, ότι δεν μπορούσε να περπατήσει σε μεγάλη απόσταση επειδή κουραζόταν και πονούσε το πόδι του και ότι δεν μπορούσε να ασχοληθεί με αθλητικές δραστηριότητες. Δήλωσε, περαιτέρω, ότι είχε εγγραφεί σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο, ότι ζούσε πλέον μόνος του και ότι μπορούσε να φροντίσει τον εαυτό του.
Με βάση το σύνολο των πιο πάνω στοιχείων και τα ευρήματα της επιτόπιας επίσκεψής της, η Λειτουργός κατέληξε ότι ο αιτητής δεν παρουσίαζε ουσιώδη μείωση της λειτουργικότητάς του κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου του 2006 (Ν.95(Ι)/2006 ως έχει τροποποιηθεί) - (στο εξής «ο Νόμος») και εισηγήθηκε τη διακοπή των αναπηρικών ωφελημάτων.
H πιο πάνω εισήγηση υιοθετήθηκε από την Προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, η οποία με επιστολή της ημερομηνίας 17.1.2012 ενημέρωσε τον αιτητή για τη διακοπή του δημόσιου βοηθήματός του.
Με ένστασή του, η οποία υποβλήθηκε στις 6.2.2012, ο αιτητής ζήτησε την επανεξέταση της αίτησής του από τη Συμβουλευτική Πολυθεματική Ομάδα (ΣΠΟ) σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 3(13) του Νόμου.
Η ΣΠΟ εξέτασε τον αιτητή στις 13.6.2012 και έκρινε ότι για το σκοπό λήψης τελικής απόφασης ήταν αναγκαίο να προσκομιστεί λεπτομερής ιατρική έκθεση από ειδικό ορθοπεδικό.
Για το σκοπό αυτό, η Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας αποτάθηκε στο Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών, με ενέργειες του οποίου ο αιτητής εξετάστηκε στα Εξωτερικά Ιατρεία της Ορθοπεδικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού στις 27.11.2012 από το Δρ. Κ. Ζωδιάτη, Ορθοπεδικό Χειρούργο.
Σύμφωνα με την έκθεση του Δρος Ζωδιάτη, κατά την κλινική εξέταση του αριστερού κάτω άκρου του αιτητή, προέκυψαν τα εξής:
«•Έλλειμμα παθητικής ραχιαίας έκτασης του αριστερού άκρου ποδός λόγω βράχυνσης του γαστροκνημίου μυός.
• Εκτεταμένη ουλή στον ιγνυακό βόρθρο αριστερά.
• Υπαισθησία κατανομής του κοινού περονιαίου νεύρου.
• Η κινητικότητα της άρθρωσης του γόνατος ελέγχεται χωρίς
• ελλείμματα
• Η μυϊκή ισχύς των μυϊκών ομάδων κάτωθεν του γόνατος ελέγχεται
φυσιολογική.
Ο ασθενής αναφέρει διαλείπουσα χωλότητα κατά τη βάδιση συνεπεία τραυματισμού της ιγνυακής αρτηρίας.
Συνεστήθη στον ασθενή η επίσκεψη σε αγγειοχειρούργο για έλεγχο αγγειακής επάρκειας του αριστερού κάτω άκρου».
Υπό το φως των πιο πάνω πορισμάτων, η ΣΠΟ, η οποία συνεδρίασε εκ νέου στις 27.5.2013, αποφάνθηκε ότι η κλινική κατάσταση του αιτητή δεν επηρέαζε ουσιωδώς τη λειτουργικότητά του και, ως εκ τούτου, ο αιτητής δεν πληρούσε σωρευτικά τα κριτήρια του όρου «ανάπηρος», με βάση το άρθρο 2 του Νόμου.
Η Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας συμφώνησε με την άποψη της ΣΠΟ και ενημέρωσε την Προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Λεμεσού η οποία, με την επίδικη απόφασή της, ενημέρωσε τον αιτητή ότι η περίπτωσή του δεν ενέπιπτε στον όρο «ανάπηρος».
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου «ανάπηρος», σημαίνει «άτομο το οποίο εκ γενετής ή λόγω γεγονότος που του συνέβηκε πριν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του, παρουσιάζει οποιασδήποτε μορφής ανεπάρκεια ή μειονεξία, η οποία προκαλεί μόνιμο ή απροσδιόριστης διάρκειας σωματικό, διανοητικό ή ψυχικό περιορισμό σ΄ αυτό και η οποία, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και άλλα προσωπικά στοιχεία του εν λόγω ατόμου, μειώνει ουσιωδώς ή αποκλείει τη δυνατότητα εκτέλεσης μιας ή περισσοτέρων δραστηριοτήτων ή λειτουργιών που θεωρούνται ως φυσιολογικές και ουσιώδεις για την ποιότητα ζωής κάθε ατόμου της ίδιας ηλικίας που δεν παρουσιάζει τέτοια ανεπάρκεια ή μειονεξία».
Επιδιώκοντας την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, ο αιτητής προβάλλει τους ακόλουθους λόγους:
(α) Έλλειψη δέουσας και επαρκούς έρευνας,
(β) Πλάνη περί τα πράγματα,
(γ) Εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία του Νόμου, κακή άσκηση διακριτικής εξουσίας και/ή κατάχρηση εξουσίας και/ή υπέρβαση εξουσίας, και,
(δ) Έλλειψη αιτιολογίας.
Είναι η θέση του αιτητή ότι οι καθ' ων η αίτηση δε διενήργησαν τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα, πριν από την έκδοση της επίδικης απόφασής τους, κατά παράβαση του άρθρου 45 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν.158(Ι)/99).
Εξειδικεύοντας τον πιο πάνω ισχυρισμό του ο αιτητής υποστηρίζει ότι ο χρόνος που διέρρευσε από την εξέτασή του από το Δρα Ζωδιάτη στις 27.11.2012 μέχρι την κοινοποίηση της επίδικης επιστολής των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 21.8.2013, ήταν ένα σημαντικό διάστημα κατά το οποίο υπήρχε πιθανότητα μεταβολής των συνθηκών και γι' αυτό θα έπρεπε να διερευνηθεί το κατά πόσον η κατάστασή του παρέμενε στο μεταξύ αναλλοίωτη, ούτως ώστε οι καθ' ων η αίτηση κατά το χρόνο λήψης της απόφασής τους να γνώριζαν όλα τα πραγματικά γεγονότα και περιστάσεις του αιτητή.
Επιπρόσθετα, δε διερευνήθηκε το κατά πόσον ο αιτητής είχε ακολουθήσει τη σύσταση του Δρος Ζωδιάτη να επισκεφθεί Αγγειοχειρούργο για σκοπούς ελέγχου της αγγειακής επάρκειας του αριστερού κάτω άκρου, ούτως ώστε να λαμβάνονταν υπόψη και τα αποτελέσματα αυτών των εξετάσεων από τους καθ' ων η αίτηση.
Επίσης, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, οι καθ' ων η αίτηση καθ' υπέρβαση των καθηκόντων τους, προέβησαν σε λανθασμένη ερμηνεία της έκθεσης του Δρα Ζωδιάτη, συμπεραίνοντας με βάση τα εκεί καταγεγραμμένα ευρήματα του, ότι τα προβλήματα υγείας του αιτητή δεν επηρέαζαν ουσιωδώς τη λειτουργικότητά του, με αποτέλεσμα να μην θεωρείται ως ανάπηρος, δυνάμει του άρθρου 2 του Νόμου.
Εφόσον δε ούτε στην ως άνω ιατρική έκθεση, ούτε και σε οποιοδήποτε άλλο ιατρικό πιστοποιητικό που περιέχεται στο φάκελο, δε συμπεριλαμβάνεται εύρημα για μη ουσιαστικό επηρεασμό της λειτουργικότητας του αιτητή, η περί του αντιθέτου απόφαση της Διευθύντριας Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, η οποία στερείται εξειδικευμένων ιατρικών γνώσεων, συνιστά υπέρβαση εξουσίας και πρόσθετο λόγο ακύρωσης.
Επαρκής έρευνα θεωρείται κατά τη νομολογία εκείνη που δείχνει τη διερεύνηση κάθε σχετιζόμενου με την υπόθεση γεγονότος (Motorways Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 447). Η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα και δεν υπάρχει στερεότυπος τρόπος που καλύπτει κάθε περίπτωση. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που ευλόγως επέλεξε η Διοίκηση να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (Kαμηλάρης v. Δημοκρατίας (1991) 4 ΑΑΔ 725 και Δημοκρατία v. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3 (Ε) ΑΑΔ 3835). Σημασία έχει η συλλογή και η αξιολόγηση όλων των ουσιωδών στοιχείων να έχουν δημιουργήσει τη βάση για ασφαλή συμπεράσματα (Ράφτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 345). Περαιτέρω, θέματα ειδικών γνώσεων, είναι κατά κανόνα ανέλεγκτα από το αναθεωρητικό Δικαστήριο (Pamela Edward Storey v. Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 113).
Στην παρούσα περίπτωση, αποδεικνύεται από τα έγγραφα που έχουν παρουσιαστεί, ότι όλα τα ουσιώδη στοιχεία διερευνήθηκαν. Λήφθηκαν υπόψη οι ιατρικές βεβαιώσεις που προσκομίστηκαν από τον αιτητή και η έκθεση του κυβερνητικού γιατρού, Δρα Ζωδιάτη, την οποίαν είχε ζητήσει η ΣΠΟ. Λήφθηκε, επίσης, υπόψη η έκθεση της Λειτουργού των καθ' ων η αίτηση, μετά την κατ' ιδία συνάντησή της με τον αιτητή. Με βάση το περιεχόμενο της έκθεσης, το οποίο δεν έχει αμφισβητηθεί, ο αιτητής, όπως ήδη σημειώθηκε, ανέφερε ότι φοιτούσε σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο, ζούσε μόνος του και μπορούσε από μόνος του να φροντίζει τον εαυτό του. Δήλωσε επίσης ότι οδηγούσε αυτόματο αυτοκίνητο.
Έχοντας δε ενώπιόν της και την έκθεση του Δρ. Ζωδιάτη, η ΣΠΟ, η οποία έχει τη σχετική γνωμοδοτική αρμοδιότητα δυνάμει του άρθρου 3(13) και στη σύνθεση της οποίας συμμετείχε εκπρόσωπος της Κυπριακής Συνομοσπονδίας Οργανώσεων Αναπήρων (ΚΥΣΟΑ), αποφάνθηκε ότι η κατάσταση του αιτητή δεν επηρέαζε ουσιωδώς τη λειτουργικότητά του. Επρόκειτο για ένα εύλογο συμπέρασμα, το οποίο ασπάστηκε και η Διευθύντρια, καταλήγοντας στην επίδικη απόφασή της.
Μέσα σ' αυτά τα πλαίσια, η αξιολόγηση της έκθεσης του Δρ. Ζωδιάτη και οι εκτιμήσεις της ΣΠΟ αφορούν θέματα ειδικών γνώσεων, σε σχέση με τα οποία το Δικαστήριο, όπως ήδη λέχθηκε, δεν επεμβαίνει, ούτε και υποκαθιστά την κρίση του με αυτήν της Διοίκησης.
Αναφορικά με το διαρρεύσαντα χρόνο και την πιθανότητα μεταβολής των συνθηκών, εναπόκειτο στον ίδιο τον αιτητή σε μια τέτοια περίπτωση να προσκομίσει τα σχετικά πιστοποιητικά στις αρμόδιες υπηρεσίες και να ζητήσει την επανεξέταση του αιτήματός του.
Με τον επόμενο λόγο ακυρότητας, ο αιτητής προβάλλει ότι υπήρξε πλάνη αναφορικά με ουσιώδη γεγονότα τα οποία επηρέασαν την επίδικη απόφαση. Η πλάνη κατά τον αιτητή εστιάζεται στα συμπεράσματα που καταγράφηκαν στην έκθεση της αρμόδιας Λειτουργού των καθ' ων η αίτηση και, κυρίως, στη διαπίστωση ότι ο αιτητής «ζει μόνος του και μπορεί από μόνος του να φροντίζει τον εαυτό του».
Δεδομένου, λέγει ο αιτητής, ότι κατά το χρόνο της επίσκεψης της Λειτουργού, ο ίδιος βρισκόταν σε ένα χώρο εντελώς οικείο, διαμορφωμένο με τρόπο ώστε να του προσφέρει άνεση, η πιο πάνω πρόχειρη διατύπωση δε θα μπορούσε να αποτελέσει βάση για ασφαλή συμπεράσματα, ούτε και να προσφέρει αιτιολογημένες ενδείξεις βελτίωσης της κατάστασής του.
Παράλληλα, δε φαίνεται να έγινε οποιαδήποτε έρευνα στο περιβάλλον του Πανεπιστημίου στο χώρο του οποίου αναγκαστικά ο αιτητής μετακινείται με τα πόδια, για να διαπιστωθεί κατά πόσον αυτός μειονεκτούσε σε ποιότητα ζωής συγκρινόμενος με συνομήλικούς του, όπως καθορίζεται στο άρθρο 2 του Νόμου.
Η έκθεση της Λειτουργού βασίσθηκε στην ιατρική έκθεση (Υ.Κ.Ε. 73) του Αγγειοχειρούργου Χ. Μπέκου του Γ.Ν. Λευκωσίας, ημερομηνίας 28.12.2011, ο οποίος διέγνωσε «περιφερειακή αγγειοπάθεια (διαλείπουσα χωλότητα στα 200 mt)» και στα όσα ανέφερε ο ίδιος ο αιτητής κατά τη συνάντησή τους. Μεταξύ άλλων, ο αιτητής είχε δηλώσει ότι μπορούσε να περπατά φυσιολογικά χρησιμοποιώντας πατάκι. Το πιο πάνω στοιχείο καταγράφηκε στην έκθεση, όπως επίσης και η δήλωση του αιτητή ότι δεν μπορούσε να περπατήσει σε μεγάλη απόσταση, λόγω κόπωσης και πόνου, ότι δεν μπορούσε να ασχοληθεί με αθλητικές δραστηριότητες και ότι δεν μπορούσε να οδηγήσει αυτοκίνητο με ταχύτητες, ενώ ήταν ικανός και οδηγούσε αυτόματο αυτοκίνητο. Νοουμένου ότι, δεν είχε τεθεί από τον ίδιο τον αιτητή, κάποιο ιδιαίτερο ζήτημα ή δυσκολία που να σχετίζεται με τη δυνατότητα παρακολούθησης του προγράμματος σπουδών του, ο ισχυρισμός για εμφιλοχώρηση πλάνης στην έκθεση και, συνακόλουθα, στο συμπέρασμα της Λειτουργού, δεν ευσταθεί και θα πρέπει να απορριφθεί.
Ο αιτητής, επικαλούμενος τους προηγούμενους λόγος ακυρότητας, υποστηρίζει ότι, στην περίπτωσή του, η διακριτική ευχέρεια που εναποτίθεται στους καθ' ων η αίτηση, δυνάμει του άρθρου 5 του Νόμου, αναφορικά με την απόφαση κατά πόσο κάποιο πρόσωπο πληροί τους όρους για παροχή δημόσιου βοηθήματος, δεν ασκήθηκε με τον προσήκοντα τρόπο, με αποτέλεσμα να συντρέχει υπέρβαση των άκρων ορίων αυτής και τελικά κατάχρηση εξουσίας.
Όπως έχει νομολογηθεί, οι ισχυρισμοί για υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας δεν εξετάζονται αφηρημένα ή ακαδημαϊκά, αλλά με βάση τα συγκεκριμένα γεγονότα της κάθε υπόθεσης. Κατάχρηση εξουσίας υπάρχει όταν η Διοίκηση στην άσκηση της διακριτικής της εξουσίας παραβαίνει το σκοπό του γράμματος και του πνεύματος του Νόμου (Theodoros G. Papapetrou v. The Republic 2 RSCC 61, Τριλλίδου v. Δημοτικού Συμβουλίου Στροβόλου (1999) 3 ΑΑΔ 284).
Λαμβανομένων υπόψη των πιο πάνω νομολογιακών αρχών, ο αιτητής στην παρούσα υπόθεση δεν απέδειξε κατάχρηση εξουσίας.
Με άλλο σκέλος της εισήγησής του, ο αιτητής εγείρει λανθασμένη εφαρμογή του Νόμου και, ειδικότερα, των προβλεπόμενων στα άρθρα 3(13) και 29 αυτού, περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών (Σύσταση Συμβουλευτικής Πολυθεματικής Ομάδας) Κανονισμών του 2006 (Κ.Δ.Π. 319/2006) σε ότι αφορά τη σύνθεση της ΣΠΟ.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των πιο πάνω Κανονισμών:
«2. Η Συμβουλευτική Πολυθεματική Ομάδα που αναφέρεται στο άρθρο 3(13) του Νόμου απαρτίζεται από -
(α) έναν εκπρόσωπο του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ο οποίος θα προεδρεύει των συνεδριάσεων της·
(β) τον Προϊστάμενο Δημόσιων Βοηθημάτων, Ηλικιωμένων και αναπήρων ή εκπρόσωπό του·
(γ) το Λειτουργό Ευημερίας ο οποίος έχει την ευθύνη εξέτασης του αιτήματος που εξετάζει η Συμβουλευτική Πολυθεματική Ομάδα·
(δ) ένα ή περισσότερους από τους ακόλουθους που θα θεωρούνται ως ειδικοί, ανάλογα με τη φύση του προβλήματος υγείας που εξετάζεται, όπως ήθελε αποφασίσει ο Διευθυντής:
(i) ο Διευθυντής των Ιατρικών Υπηρεσιών ή εκπρόσωπός του.
(ii) o Διευθυντής Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας ή εκπρόσωπός του·
(iii) o Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας
του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ή εκπρόσωπός του·
και
(ε) έναν εκπρόσωπο της Κυπριακής Συνομοσπονδίας Οργανώσεων Αναπήρων (ΚΥΣΟΑ)».
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 4:
«Τέσσερα από τα μέλη της Συμβουλευτικής Πολυθεματικής Ομάδας, περιλαμβανομένου πάντοτε του ειδικού όπως αναφέρεται στον Κανονισμό 2(δ), αποτελούν απαρτία. Σε περίπτωση υποψηφίας, ο Πρόεδρος έχει τη νικώσα ψήφο».
Ο αιτητής υποστηρίζει ότι η σύνθεση της ΣΠΟ, κατά την συνεδρίαση ημερομηνίας 27.5.2013, δεν ήταν νόμιμη, λόγω απουσίας της εκπροσώπου του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας & Κοινωνικών Ασφαλίσεων, κας Μάλβως Κολέττα, η οποία σύμφωνα με τα πρακτικά ήταν και η Πρόεδρος της ΣΠΟ, χωρίς μάλιστα να καταγράφονται οι λόγοι της απουσίας της.
Επίσης, ότι σημειώθηκε διαφοροποίηση των συμμετεχόντων σε σχέση με την προηγούμενη συνεδρίαση της 13.6.2012, στην οποία συμμετείχε η κα Μαρίλια Παντζιαρή, ως Εκπρόσωπος της Υπηρεσίας Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας του Υπουργείου Παιδείας. Η κα Παντζιαρή δε συμμετείχε στην κρίσιμη συνεδρία της 27.5.2013 και, αντί αυτής, εμφανίστηκε η Δρ. Παναγιώτα Παπαδοπούλου, με την ιδιότητα της Εκπροσώπου του Διευθυντή Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας.
Από τα πρακτικά που έχουν παρουσιαστεί, διαπιστώνεται ότι στη συνεδρίαση της 13.6.2012, κατά την οποίαν η Σ.Π.Ο. δεν αποφάνθηκε επί της κατάστασης του αιτητή, αλλά αποφάσισε να ζητήσει λεπτομερή ιατρική έκθεση, συμμετείχαν τα ακόλουθα πρόσωπα: η Μάρα Νικολαΐδου, ως εκπρόσωπος του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Πρόεδρος ΣΠΟ) και οι Ευτύχιος Χατζηχριστοδούλου (Προϊστάμενος Τομέα Δημοσίων Βοηθημάτων και Αναπήρων), Δρ. Κυριάκος Χατζηοδυσσέως (Εκπρόσωπος Διευθυντή Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας), Μαρίλια Παντζιαρή (Εκπρόσωπος Υπηρεσίας Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας Υπ. Παιδείας και Πολιτισμού), Σωτήρης Ξιούρος (Εκπρόσωπος Κυπριακής Συνομοσπονδίας Οργανώσεων Αναπήρων [ΚΥΣΟΑ]) και Θεοπίστη Κωνσταντίνου (Λειτουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών).
Κατά την επόμενη συνεδρίαση της 27.5.2013 συμμετείχαν οι Ε. Χατζηχριστοδούλου (Προϊστάμενος Τομέα Δημοσίων Βοηθημάτων και Αναπήρων), Δρ. Παναγιώτα Παπαδοπούλου (Εκπρόσωπος Διευθυντή Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας), Σ. Ξιούρος (Εκπρόσωπος Κυπριακής Συνομοσπονδίας Οργανώσεων Αναπήρων [ΚΥΣΟΑ]) και Θ. Κωνσταντίνου (Λειτουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών).
Παρατηρείται ότι στη δεύτερη συνεδρία, η οποία ήταν και η καθοριστική, συμμετείχαν συνολικά τέσσερα μέλη, συμπεριλαμβανομένης της ειδικού, η οποία στην περίπτωση αυτή ήταν η Δρ. Π. Παπαδοπούλου. Το εν λόγω πρόσωπο, παρόλο που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνεδρία, παρίστατο κανονικά, χωρίς να ήταν αναγκαία η επανάληψη εξ' αρχής της διαδικασίας, εφόσον η συνεδρία της 13.6.2012 είχε ασχοληθεί με προκαταρκτικά θέματα (βλ. άρθρο 22 του Ν.158(Ι)/99). Δεδομένου ότι τα τέσσερα παρόντα μέλη συνιστούσαν απαρτία, προκύπτει ότι τηρήθηκε ο Κανονισμός 4 (πιο πάνω), ενώ σύμφωνα με έγγραφο που παρουσιάστηκε από πλευράς των καθ' ων η αίτηση, για τη συνεδρία της 27.5.2013, τα παρόντα μέλη όρισαν ως Πρόεδρος τον Ε. Χατζηχριστοδούλου.
Αναφορικά με τη Μάλβω Κολέττα, η θέση των καθ' ων η αίτηση είναι ότι δε συμμετείχε στη συνεδρία της 27.5.2013, καθότι δεν είχε λάβει μέρος στην προηγηθείσα συνεδρία της 13.6.2012, αφού η εξουσιοδότησή της να εκπροσωπεί στη ΣΠΟ το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας & Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δόθηκε σε μεταγενέστερο χρόνο (9.1.2013).
Ανεξαρτήτως τούτου, εφόσον με τα υπόλοιπα παρόντα μέλη, τηρήθηκε, όπως ήδη επισημάνθηκε, ο κανόνας της απαρτίας και ορίστηκε ένας εξ΄αυτών ως Πρόεδρος, η απουσία της Κολέττα δεν επηρέασε τη νομιμότητα της σύνθεσης της ΣΠΟ.
Με τον τελευταίο προβαλλόμενο λόγο, ο αιτητής αμφισβητεί την επάρκεια της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Εισηγείται, συναφώς, ότι η αιτιολογία στην παρούσα περίπτωση, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της επίδικης επιστολής των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 21.8.2013, περιορίζεται στη φράση ότι ο αιτητής «δεν εμπίπτει στον όρο ανάπηρος». Πρόκειται για μια γενική και αόριστη αιτιολογία, η οποία δεν αποκαλύπτει τα στοιχεία με βάση τα οποία διαμορφώθηκε η σχετική διοικητική κρίση. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι η απλή επανάληψη των νομοθετικών προνοιών, δηλαδή του άρθρου 2 του Νόμου, στο οποίο αναφέρεται η πιο πάνω επιστολή, ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία.
Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Η παρούσα δεν αποτελεί περίπτωση όπου δεν παρέχεται η δυνατότητα στο Δικαστήριο να αντιληφθεί επί τη βάση ποιων στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό. Σύμφωνα δε με το άρθρο 29 του Ν.158(Ι)/99 και την πάγια νομολογία, η αιτιολογία μιας πράξης μπορεί να συμπληρωθεί ή αναπληρωθεί από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, όπως και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας. Νοουμένου, όμως, ότι τα απαιτούμενα στοιχεία προκύπτουν από το φάκελο, κατά τρόπο βέβαιο και αναντίλεκτο (Παναγιωτίδης v. Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 342, Θ. Χριστοφή & Σία Λτδ v. Yπουργού Οικονομικών κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 427).
Παρά τη λακωνικότητα της επιστολής της Προϊσταμένης, ημερομηνίας 21.8.2013, η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης συμπληρώνεται άνετα από το σύνολο των εγγράφων του φακέλου και, κυρίως, από τα ιατρικά πιστοποιητικά που παρουσιάστηκαν, την υπηρεσιακή αλληλογραφία και τις εκθέσεις της ΣΠΟ και των αρμόδιων Λειτουργών που χειρίστηκαν την υπόθεση του αιτητή.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται με €500 έξοδα εναντίον του αιτητή.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται με βάσει το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ