ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ερωτοκρίτου, Γεώργιος Κυριάκου Ε. Ρήγα (κα) για Α. Νεοκλέους, για την Αιτήτρια. Μ. Κοτσώνη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-10-07 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΕΛΕΑΝΑ ΦΟΙΤΙΔΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΤΙΤΛΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΚΥΣΑΤΣ), Υπόθεση Αρ. 2012/2012, 7/10/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D658

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 2012/2012)

 

7 Οκτωβρίου, 2015

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΕΛΕΑΝΑ ΦΟΙΤΙΔΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΤΙΤΛΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΚΥΣΑΤΣ),

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Ε. Ρήγα (κα) για Α. Νεοκλέους, για την Αιτήτρια.

Μ. Κοτσώνη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:  Προσβάλλεται η απόφαση των καθ' ων η αίτηση να μην αναγνωρίσουν τον τίτλο σπουδών της αιτήτριας Bachelor of Arts ο οποίος της απονεμήθηκε στις 16.12.2009 από το John Jay College of Criminal Justice, The City University of New York των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, ως τίτλου ισότιμου και αντίστοιχου προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο της Εγκληματολογίας.

 

Τα γεγονότα

Η αίτηση την οποία υπέβαλε η αιτήτρια στο ΚΥΣΑΤΣ με την απόκτηση του πιο πάνω τίτλου στάληκε στην αρμόδια Επιτροπή Κρίσεως για μελέτη και υποβολή εισηγήσεων προς το Συμβούλιο. Η Επιτροπή Κρίσεως εισηγήθηκε την αναγνώριση του πιο πάνω τίτλου σπουδών. Το ΚΥΣΑΤΣ στη συνεδρία του ημερ. 17.10.2011 αφού μελέτησε την εν λόγω εισήγηση, αποφάσισε την αποστολή της αίτησης πίσω στην Επιτροπή Κρίσεως για επανεξέταση ενόψει του δεδομένου ότι στο πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησε η αιτήτρια υπάρχει μεταφορά 24 πιστωτικών μονάδων από εξετάσεις A΄ Levels όταν, σύμφωνα με αποφάσεις πολιτικής του Συμβουλίου, το Συμβούλιο θα μπορούσε να αποδεχθεί μεταφορά πιστωτικών μονάδων από εξετάσεις A΄ Levels μέχρι και 10%  του συνολικού αριθμού των πιστωτικών μονάδων που απαιτούνταν για την απόκτηση του τίτλου Bachelor of Arts. Η Επιτροπή Κρίσεως προέβη σε νέα εισήγηση την οποία το ΚΥΣΑΤΣ αφού την έλαβε υπόψη στη συνεδρία του ημερ. 16.12.2011, αποφάσισε ότι για την αναγνώριση του εν λόγω τίτλου σπουδών απαιτείται η παρακολούθηση και η επιτυχής εξέταση σε δύο από τέσσερα συγκεκριμένα μαθήματα.

 

Η απόφαση του ΚΥΣΑΤΣ κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια στις 22.12.2011, η οποία με επιστολή της ημερ. 9.1.2012 ισχυρίστηκε ότι έχει ήδη παρακολουθήσει δύο από τα πιο πάνω υποδειχθέντα τέσσερα μαθήματα στο πλαίσιο των μεταπτυχιακών της σπουδών. Το ΚΥΣΑΤΣ μελέτησε τα όσα η αιτήτρια έθεσε υπόψη τους, εμμένοντας όμως στη θέση τους ως προς την ανάγκη παρακολούθησης και επιτυχούς εξέτασης σε δύο από τέσσερα μαθήματα. Η αιτήτρια ενημερώθηκε με σχετική επιστολή ημερ. 17.1.2012.

 

Η αιτήτρια επανήλθε στις 20.7.2012 μέσω του δικηγόρου της παραπέμποντας σε παρακολούθηση και επιτυχία στις εξετάσεις για Δόκιμους Αστυνομικούς στην Αστυνομική Ακαδημία Κύπρου, ώστε το εμπόδιο για την αναγνώριση του τίτλου να μην υφίσταται πλέον. Το ΚΥΣΑΤΣ σε συνεδρία του ημερ. 24.9.2012 αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα της αιτήτριας διότι:-

1.    Τα μαθήματα που υπέδειξε το Συμβούλιο θα πρέπει η αιτήτρια να τα παρακολουθήσει σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα Ανώτατης Εκπαίδευσης της Κύπρου ή του εξωτερικού. Η Αστυνομική Ακαδημία Κύπρου είναι αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα Ανώτερης Εκπαίδευσης της Κύπρου και όχι Ανώτατης.

2.    Το περιεχόμενο των μαθημάτων πρέπει να είναι αντίστοιχο με το περιεχόμενο των μαθημάτων του Πανεπιστημίου Κύπρου. Το περιεχόμενο των μαθημάτων που η αιτήτρια παρακολούθησε στα πλαίσια της Βασικής Σειράς Εκπαίδευσης Δοκίμων Αξιωματικών στην Αστυνομική Ακαδημία Κύπρου δεν είναι αντίστοιχο με το περιεχόμενο των μαθημάτων που της υπέδειξε το Συμβούλιο.

 

Η απόφαση του Συμβουλίου κοινοποιήθηκε στο δικηγόρο της αιτήτριας με επιστολή ημερ. 4.10.2012. Ο δικηγόρος της αιτήτριας ζήτησε με επιστολή του ημερ. 17.10.2012 την επανεξέταση της αίτησης εφόσον η αιτήτρια έχει παρακολουθήσει τα μαθήματα που της έχουν υποδειχθεί. Το ΚΥΣΑΤΣ με επιστολή ημερ. 30.10.2012 απάντησε στο δικηγόρο της αιτήτριας ότι έχει επανειλημμένα εξετάσει το αίτημα της αιτήτριας και απάντησε σχετικά τόσο με επιστολή του προς την αιτήτρια ημερ. 27.1.2012 όσο και με επιστολή του προς τον ίδιο ημερ. 4.10.2012.

 

 

Προδικαστική ένσταση

Οι καθ' ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση ισχυριζόμενοι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί πράξη πληροφοριακού χαρακτήρα και όχι πράξη εκτελεστή που να μπορεί να προσβληθεί. Κατά την εισήγηση, η επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερ. 4.12.2012 είναι πληροφοριακού χαρακτήρα εφόσον ο δικηγόρος της αιτήτριας πληροφορείται επί της πραγματικής κατάστασης και επί των προνοιών του Νόμου και των Κανονισμών. Υπονοεί μια υφιστάμενη ήδη κατάσταση η οποία ήταν σε γνώση της αιτήτριας. Η επιστολή αυτή εκφράζει την πρόθεση και όχι τη βούληση του ΚΥΣΑΤΣ εφόσον υποδεικνυόταν στην αιτήτρια ότι θα έπρεπε να παρακολουθήσει τα συμπληρωματικά μαθήματα.

 

Η κατάληξη

Κατ' αρχήν, ορθά επισημαίνει η αιτήτρια πως προσβαλλόμενη είναι η ενσωματωθείσα στην επιστολή ημερ. 4.10.2012 απόφαση των καθ' ων η αίτηση και πως δεν υπάρχει απόφαση ημερ. 4.12.2012 στην οποία οι καθ' ων η αίτηση αναφέρονται.

 

Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Τόσο με την επιστολή της ημερ. 9.1.2012 όσο και κατοπινά με την επιστολή του δικηγόρου της ημερ. 20.7.2012 η αιτήτρια υπέβαλε νέα στοιχεία για εξέταση από το ΚΥΣΑΤΣ, εστιαζόμενα μεν στο ίδιο θέμα, δηλαδή του κατά πόσον οι εξετάσεις στις οποίες πέτυχε ικανοποιούσαν την απαίτηση του ΚΥΣΑΤΣ για επιτυχία σε δύο περαιτέρω εξετάσεις, που ήταν και το ζητούμενο, αλλά διαφορετικά δε. Παρατηρείται πως με την πρώτη επιστολή της η αιτήτρια παρέπεμπε στα μαθήματα του μεταπτυχιακού της στο Cambridge και κατά πόσο αυτά τα μαθήματα ικανοποιούσαν την πιο πάνω απαίτηση ενώ στη συνακόλουθη επιστολή του δικηγόρου της γινόταν παραπομπή στις εξετάσεις των Δόκιμων Αξιωματικών της Αστυνομίας με την παράκληση εξέτασης του κατά πόσον αυτές πληρούσαν την εν λόγω απαίτηση.

 

Ορθά συνεπώς διαμαρτύρεται η αιτήτρια ότι πρόκειται περί εκτελεστής πράξης εφόσον είχαν τεθεί ενώπιον του ΚΥΣΑΤΣ νέα ουσιώδη στοιχεία τα οποία έχρηζαν νέας έρευνας από την οποία προέκυψε νέα απόφαση. Κατά τη γνώμη μου, η επικαλούμενη από τους καθ' ων η αίτηση Μάριος Αγαθοκλέους ν. ΚΥΣΑΤΣ, Υπόθ. Αρ. 572/06, ημερ. 13.9.2007 διαφοροποιείται καθότι εκεί ο αιτητής δεν είναι νέα προς εξέταση στοιχεία τα οποία υπέβαλε ενώπιον του ΚΥΣΑΤΣ αλλά «τη δική του αντίληψη της νομικής κατάστασης». Δεν υπήρχαν συνεπώς νέα πραγματικά στοιχεία τα οποία όφειλε το ΚΥΣΑΤΣ να εξετάσει και να τοποθετηθεί επ' αυτών, όπως εν προκειμένω.

 

Έχοντας τα πιο πάνω υπόψη, η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Νομικοί ισχυρισμοί

Η αιτήτρια προβάλλει τη θέση πως η σύνθεση του Συμβουλίου των καθ' ων η αίτηση είναι παράνομη καθότι ενώ κάποια μέλη απουσίαζαν από τις συνεδρίες, εν τούτοις δεν προκύπτει πως με τη συμμετοχή τους στις επόμενες συνεδρίες τα μέλη αυτά τύγχαναν ενημέρωσης των όσων αποφασίζονταν στην απουσία τους. Ούτε και φαίνεται κατά πόσον προσκλήθηκαν νομίμως στις συνεδρίες.

 

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν πως η δέουσα πρόσκληση των μελών τεκμαίρεται, ενώ η ενημέρωση των απόντων μελών, εφόσον δεν επρόκειτο περί συνεδριάσεων οι οποίες ασχολήθηκαν με προφορικές συνεντεύξεις ή μαρτυρίες, μπορούσε να γίνει και μέσω των πρακτικών.

 

Η κατάληξη

Τα προσκομισθέντα πρακτικά είναι ελλιπή. Αφήνονται αναπάντητα τα ερωτήματα όπως το κατά πόσο πράγματι ενημερώνονταν τα εκάστοτε απόντα μέλη για τα όσα αποφασίζονταν στις συνεδρίες κατά τις οποίες απουσίαζαν καθώς και κατά πόσο μέλος αντικαταστάθηκε με νόμιμη διαδικασία. Ούτε και προκύπτει από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία κατά πόσο τα απόντα μέλη είχαν προσκληθεί στις συνεδρίες από τις οποίες απουσίαζαν, ιδίως όπως η νομολογία απαιτεί, με αποδειχτικό της πράγματι αποστολής της καθαυτής πρόσκλησης (Sigma Radio Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 313/03, ημερ. 27.10.2004).

 

Κάτω από αυτά τα δεδομένα, διαπιστώνεται κακή σύνθεση των καθ' ων η αίτηση. Επειδή ακριβώς πρόκειται περί ζητήματος το οποίο ανατρέχει στη ρίζα της διαδικασίας, τα όσα ακολούθησαν στη συνέχεια καταρρέουν ώστε να μην υπάρχει και πεδίο εξέτασης των υπόλοιπων ισχυρισμών της αιτήτριας (Δημητρίου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2012) 3 ΑΑΔ 74), πλην ενός που άπτεται της σύνθεσης της Επιτροπής Κρίσεως, τον οποίο θα πρέπει επίσης να αποφασίσω.

 

Η αιτήτρια εισηγείται κακή σύνθεση (μάλλον εννοεί συγκρότηση) της Επιτροπής Κρίσεως καθώς τα μέλη της Επιτροπής ήταν γνωσιολογικά αναρμόδια.  Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 7 του Νόμου και του Κανονισμού 6 της ΚΔΠ 172/99 που ορίζουν ότι η Επιτροπή Κρίσεως αποτελείται από καθηγητές πανεπιστημίου ειδικούς στο υπό εξέταση θέμα. Εισηγείται επίσης, ότι το μέλος Τομπάζος ενώ στο πρακτικό της Επιτροπής κατά την επανεξέταση στις 28.11.2011 καταγράφεται ως παρών, εν τούτοις δεν έθεσε την υπογραφή του.

 

Το άρθρο 7 του περί Αναγνώρισης Τίτλων Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Προγραμμάτων Νόμου του 1996 (Ν. 68(Ι)/96 ως έχει τροποποιηθεί) έχει ως εξής:-

«7(1) Το Συμβούλιο καταρτίζει τριμελείς Επιτροπές Κρίσεως Τίτλων Σπουδών, όπου κρίνει τούτο αναγκαίο, με κύρια αρμοδιότητα τη μελέτη συγκεκριμένων θεμάτων και την υποβολή σχετικών εισηγήσεων στο Συμβούλιο για λήψη τελικής απόφασης.

 (2) Κάθε Επιτροπή αποτελείται από μέλη ακαδημαϊκού προσωπικού από τις βαθμίδες επίκουρου καθηγητή, αναπληρωτή καθηγητή και καθηγητή πανεπιστημίου της Κύπρου ή του εξωτερικού, ειδικούς στο υπό εξέταση θέμα.

 Νοείται ότι κάθε ειδικός συμμετέχει σε μια μόνο Επιτροπή Κρίσεως Τίτλων Σπουδών.

 (3) Η σύσταση και ο τρόπος λειτουργίας των Επιτροπών καθορίζονται με Κανονισμούς.»

 

Οι δε Κανονισμοί 6-8 των Κανονισμών ΚΔΠ 172/99 οι οποίοι καταρτίστηκαν δυνάμει του άρθρου 7(3) του Νόμου, προβλέπουν τα ακόλουθα σχετικά για τις Επιτροπές Κρίσεως Τίτλων Σπουδών:-

«6.-(1) Για τη μελέτη των αιτήσεων και την υποβολή σχετικών εισηγήσεων για τη λήψη τελικής απόφασης το Συμβούλιο καταρτίζει τριμελείς Επιτροπές Κρίσεως.

 

(2) Κάθε Επιτροπή Κρίσεως αποτελείται από καθηγητές πανεπιστημίου.

 

(3) Κάθε Επιτροπή Κρίσεως καλύπτει γνωστικά αντικείμενα σε επίπεδο πανεπιστημιακής σχολής ή ομάδας ομοειδών τμημάτων ή προγραμμάτων σπουδών.

 

(4) Το Συμβούλιο ορίζει ένα από τα μέλη κάθε Επιτροπής Κρίσεως ως συντονιστή.

 

(5) Η εισήγηση της Επιτροπής Κρίσεως θεωρείται ολοκληρωμένη, αν περιέχει τις απόψεις δύο τουλάχιστο μελών της.

 

...................».

 

Κατ' αρχάς παρατηρώ πως παρά την παραπομπή από τη δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση στο Παράρτημα Χ της Ένστασης ως φέρον την υπογραφή και του μέλους κ. Τομπάζου, τέτοια υπογραφή δεν φέρεται εφόσον στο εν λόγω Παράρτημα εμφαίνονται οι υπογραφές μόνο του Συντονιστή και του μέλους κ. Παπαδάκη αλλά πουθενά δεν εμφαίνεται η υπογραφή του κ. Τομπάζου. Εν πάση περιπτώσει, ενόψει του Καν. 6(5) πιο πάνω, σύμφωνα με τον οποίο «η εισήγηση της Επιτροπής Κρίσεως θεωρείται ολοκληρωμένη αν περιέχει τις απόψεις δύο τουλάχιστο μελών της» ο ισχυρισμός περί παρανομίας λόγω μη ύπαρξης της υπογραφής του δεύτερου μέλους δεν ευσταθεί.

 

Η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση προβάλλει τη θέση πως πέραν του ότι το Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών στο οποίο τα δύο μέλη είναι Καθηγητές, είναι άμεσα συνυφασμένο με την Εγκληματολογία, η αιτήτρια έχει παρακολουθήσει συναφή μαθήματα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, σύμφωνα με το πιστοποιητικό αναλυτικής της βαθμολογίας της. Εξάλλου, όμως, κατά τη δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση, η επιλογή των συγκεκριμένων μελών από το ΚΥΣΑΤΣ, ως τεχνικό θέμα, είναι ανέλεγκτη.

 

Παρά το ότι θα μπορούσε εύλογα να θεωρηθεί ότι η Εγκληματολογία είναι συνυφασμένη με τις κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες, για αυτό άλλωστε και το πτυχίο της αιτήτριας, όπως ακριβώς φανερώνεται από την αναλυτική της βαθμολογία, περιέχει και αριθμό μαθημάτων κοινωνιολογίας (sociology of violence, sociology of law, social deviance κ.α.), εν τούτοις το γεγονός παραμένει ότι η νομοθεσία (άρθρο 7(2) του Νόμου) απαιτεί την πράγματι κατοχή ειδικότητας όλων των μελών της Επιτροπής στο υπό εξέταση θέμα, εν προκειμένω την Εγκληματολογία. Το έχουμε πως μόνο ο Συντονιστής της Επιτροπής Κρίσεως κατείχε τέτοια ειδικότητα οπότε κρίνω ότι ευσταθεί ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι παραβιάζεται η πιο πάνω νομοθετική διάταξη αλλά και η νομολογιακή αρχή όπως προκύπτει από την επικαλούμενη από την αιτήτρια Σάββα ν. ΚΥΣΑΤΣ, Υπόθ. Αρ. 1402/05, ημερ. 8.3.2007, η οποία επιβεβαιώθηκε κατ' έφεση στην ΚΥΣΑΤΣ ν. Ελένης Σάββα (2009) 3 ΑΑΔ 461. Συνακόλουθα, ούτε ο ισχυρισμός των καθ' ων η αίτηση πως η επιλογή των μελών του Συμβουλίου Κρίσεως από το ΚΥΣΑΤΣ ως τεχνικό θέμα είναι ανέλεγκτη, δεν ευσταθεί.

 

Έχοντας αυτά υπόψη είναι φανερό ότι η συγκρότηση της Επιτροπής Κρίσεως δεν ήταν νόμιμη. Η εισήγηση της Επιτροπής Κρίσεως πως η αιτήτρια χρειαζόταν να πετύχει σε περαιτέρω εξετάσεις για να της αναγνωριστεί ο τίτλος ως τίτλος ισότιμος και αντίστοιχος προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο της Εγκληματολογίας, υιοθετήθηκε από το ΚΥΣΑΤΣ με αποτέλεσμα και η προσβαλλόμενη απόφαση να πάσχει.

 

Ενόψει των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.300 έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

 

 

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο