ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D643
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 6447/2013)
30 Σεπτεμβρίου 2015
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ,
Αιτητής
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση
----------------------------------------
Α. Γεωργίου για Π. Σαρρή, για τον Αιτητή.
Γ. Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Αιτητής παρών.
---------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η προσφυγή αφορά στην απόφαση των καθ΄ ων ημερ. 17.10.2013 να κρίνουν το γάμο του αιτητή με υπήκοο Κίνας, την Xuling Wang, ως εικονικό.
Η σύζυγος του αιτητή αφίχθηκε στη Δημοκρατία τον Δεκέμβριο του 2006 για να εργαστεί ως οικιακός βοηθός. Γεννήθηκε στην Κίνα στις 20.10.1976. Μετά από ανανέωση της άδειας προσωρινής παραμονής της υπέβαλε στις 7.2.2007 αίτηση ασύλου, η οποία και απερρίφθη στις 7.5.2009 από την Υπηρεσία Ασύλου. Διοικητική προσφυγή της ίδιας προς την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων ημερ. 12.6.2009, απεσύρθη στις 22.10.2009. Λίγες μέρες προηγουμένως, στις 15.10.2009, η Wang νυμφεύθηκε τον αιτητή στο Δημαρχείο Λύσης ο οποίος γεννήθηκε στις 17.11.1957. Αίτηση που η Wang υπέβαλε στη συνέχεια για άδεια προσωρινής παραμονής ως σύζυγος Κύπριου πολίτη εγκρίθηκε μέχρι τις 30.3.2011. Στη συνέχεια η άδεια ανανεώθηκε μέχρι τις 30.3.2013.
Στο μεταξύ η αστυνομία στα πλαίσια ελέγχου της διαπίστωσης της γνησιότητας του γάμου θεώρησε από τις πρώτες εξετάσεις της στις 2.10.2010 ότι όντως υπήρχε συμβίωση του ζεύγους. Το ίδιο διαπίστωσε και στις 19.10.2011 με τη σημείωση ότι, «Λόγω της μεγάλης διαφοράς ηλικίας των 19 ετών μεταξύ της Wang και του αιτητή, αλλά και το προβληματικό ιστορικό παραμονής της Wang στη Δημοκρατία επιβαλλόταν η συνέχιση της παρακολούθησης της περίπτωσης.».
Με βάση έκθεση που έγινε αργότερα από τις αρμόδιες υπηρεσίες προέκυψαν στοιχεία ότι η Wang μαζί με άλλη Κινέζα υπήκοο φερόταν να εκπορνεύεται σε διαμέρισμα στη Λευκωσία. Η αστυνομία θεώρησε ότι ο γάμος της αλλοδαπής είναι εικονικός, από δε το γάμο τόσο ο αιτητής, όσο και η σύζυγος του έχουν οικονομικό όφελος. Η Συμβουλευτική Επιτροπή Εικονικών Γάμων στη συνεδρία της, ημερ. 22.5.2013, έκρινε ότι ο γάμος ήταν όντως εικονικός, με αποτέλεσμα όταν η Wang υπέβαλε νέα αίτηση για ανανέωση της άδειας παραμονής της στις 3.3.2013, η Διευθύντρια, κρίνοντας το γάμο εικονικό, να την απορρίψει. Ιεραρχική προσφυγή που έγινε από το ζεύγος προς τον Υπουργό Εσωτερικών εναντίον της απόφασης του Τμήματος να κρίνει το γάμο εικονικό, απερρίφθη στις 14.10.2013. Εναντίον αυτής της απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Προβάλλονται διάφοροι λόγοι προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης που ανάγονται στην έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας διότι η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής στηρίχθηκε στην εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για εικονικούς γάμους και στην απόφαση της Διευθύντριας χωρίς οποιανδήποτε περαιτέρω έρευνα και χωρίς δέουσα αιτιολογία. Η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής βασίστηκε με τη σειρά της σε εικασίες περί εκπόρνευσης της συζύγου του αιτητή με αντιφατικές αστυνομικές εκθέσεις, οι οποίες ενώ αρχικά είχαν διαπιστώσει τη συμβίωση του ζεύγους, στην πορεία πληροφορίες έφεραν τη σύζυγο να εκδίδεται επί πληρωμή και παρόλον που έγιναν καταγγελίες για τη χρήση διαμερίσματος για παράνομους σκοπούς από γείτονες, η αστυνομία δεν προέβη σε κάποια ουσιαστική ενέργεια, ούτε και κατάφερε να εντοπίσει ή να συλλάβει την παρανομούσα, κατ΄ ισχυρισμόν, σύζυγο του αιτητή. Ακόμη και μετά, όπως απορρέει από τα στοιχεία του φακέλου, που συνεργάτης της αστυνομίας είχε διευθετήσει τηλεφωνικώς συνάντηση στο διαμέρισμα με σκοπό την επί πληρωμή σεξουαλική επαφή με τη σύζυγο του αιτητή και μια άλλη ομοεθνή της, εν τούτοις το σχετικό Παράρτημα 19 της ένστασης δεν αναφέρει το αποτέλεσμα αυτής της διευθετηθείσας συνάντησης. Ούτε η αστυνομία ζήτησε ουσιαστική συμβολή από τον αιτητή ως προς τις κινήσεις της συζύγου του, ούτε επεδίωξε να βρει τον ιδιοκτήτη του διαμερίσματος ή τον ενοικιαστή του και επομένως η θέση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι ο αιτητής είχε οικονομικά οφέλη από τη δήθεν παράνομη δραστηριότητα της συζύγου του, παρέμεινε χωρίς τεκμηρίωση.
Η όλη διερεύνηση από την αστυνομία ήταν ελλαττωματική, η Διευθύντρια δεν έλαβε υπόψη της κατά ορθό και δίκαιο τρόπο το ιστορικό, ούτε ο αιτητής και η σύζυγος του κλήθηκαν ποτέ να απαντήσουν στις κατηγορίες που ουσιαστικά τους προσάπτονταν. Σ΄ αυτό το πλαίσιο, η υπογράφουσα την απόφαση του Υπουργού επί της ιεραρχικής προσφυγής, Ανώτερη Διοικητική Λειτουργός του Υπουργείου Εσωτερικών που ετοίμασε και τη σχετική έκθεση επί της ιεραρχικής προσφυγής, ενήργησε χωρίς οποιανδήποτε περαιτέρω έρευνα, χωρίς να καλέσει σε συνέντευξη το ζεύγος κατά παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης, η τελευταία δε φορά που ο αιτητής κλήθηκε να δώσει συνέντευξη στο πλαίσιο της εξέτασης της γνησιότητας του γάμου του, ήταν στις 19.10.2011.
Ούτε ο ίδιος ο Υπουργός προσέφερε δικαίωμα ακρόασης, ούτε διερεύνησε περαιτέρω την υπόθεση αποφασίζοντας την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής χωρίς οποιαδήποτε ουσιαστικά στοιχεία, χωρίς η αλλοδαπή σύζυγος του αιτητή να κατηγορηθεί ποτέ για οποιοδήποτε αδίκημα, χωρίς ποτέ αυτή να συλληφθεί και όλα αυτά κατά παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας. Συνάγεται ότι έχουν παραβιασθεί οι αρχές της χρηστής διοίκησης και της εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη διοίκηση.
Η θέση των καθ΄ ων είναι ότι διά της αγορεύσεως του συνηγόρου του αιτητή προστίθενται γεγονότα, ενώ η έρευνα της αστυνομίας είναι δεδομένη, αμερόληπτη, προερχόμενη από πηγή αξιόπιστη και η αντιμετώπιση της από το συνήγορο του αιτητή υπό μορφή παράθεσης επιχειρημάτων και εικασιών, δεν μπορεί να αλλοιώσει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης. Η αιτιολογία είναι σαφής ως προς την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής, συμπληρώνεται δε όπου χρειάζεται από ολόκληρο το διοικητικό φάκελο και τα στοιχεία αυτού. Η έρευνα ήταν η ορθή και αναγκαία υπό τις περιστάσεις με δεδομένο ότι μια έρευνα αποτελεί πραγματικό γεγονός και ποικίλει ανάλογα με τα δεδομένα που είναι υπό διερεύνηση.
Δεν υπάρχει κατά τους καθ΄ ων αναρμοδιότητα του οργάνου που έλαβε την προσβαλλόμενη πράξη διότι η μεν Ανώτερη Διοικητική Λειτουργός μετέφερε την απόφαση του Υπουργού, ο οποίος συμφώνησε με την έκθεση που του υποβλήθηκε ούτως ώστε ολόκληρο το ιστορικό, η έρευνα και το συμπέρασμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής και η απόφαση της Διευθύντριας να υιοθετήθηκαν από αυτόν. Ούτε παραβιάστηκε οποιοδήποτε δικαίωμα του αιτητή σε προηγούμενη ακρόαση διότι το σχετικό άρθρο 7Α του Κεφ. 105, δεν επιβάλλει στη διοίκηση να τον καλεί σε κάθε ή σε οποιοδήποτε στάδιο σε ακρόαση, εφόσον αυτό που είναι αναγκαίο είναι η συλλογή στοιχείων και πληροφοριών από οποιοδήποτε από τους συζύγους. Το άρθρο 43 του Νόμου αρ. 158(Ι)/99 διασφαλίζει δικαίωμα ακρόασης στην περίπτωση δυσμενούς πράξεως ή που αφορά πειθαρχική φύση ή έχει τον χαρακτήρα κύρωσης. Οι καθ΄ ων ενήργησαν σύννομα κατά την παραγωγή της πράξης και δεν παραβίασαν κανένα απολύτως δικαίωμα του αιτητή ιδιαιτέρως έχοντας υπόψη ότι η κρίση περί της εικονικότητας ενός γάμου δεν είναι και δεν μπορεί να είναι στατική εφόσον η διερεύνηση της γνησιότητας του γάμου δύναται να λαμβάνει χώραν σε διάφορα χρονικά σημεία.
Εξετάζοντας την προσφυγή διαπιστώνεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη στηρίχθηκε σε δύο διατάξεις του άρθρου 7Α του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε. Σε σχέση με την εμβέλεια του άρθρου 7Α, μπορούν να καταγραφούν τα εξής ως προς τη νομική διάσταση του, όπως έχουν αναφερθεί στις υπόθεσεις Ilona Sarkisyan v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1107/2009, ημερ. 26.10.2010 και 1. Yavorov Solachki κ.ά. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 197/2012, ημερ. 28.11.2014:
«Το άρθρο 7Α του Νόμου που εισήχθηκε στη νομοθεσία με την τροποποίηση που έγινε με το Νόμο 22(Ι)/2001, επιτρέπει στη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης να απαγορεύσει σε αλλοδαπό να παραμείνει στη Δημοκρατία εφόσον διαπιστώσει με βάση τα στοιχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (3) ή και με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ότι ο αλλοδαπός συνήψε εικονικό γάμο. Το εδάφιο (3) περιλαμβάνει επτά περιπτώσεις, που δεν είναι βέβαια εξαντλητικές, ως στοιχεία που τείνουν να καταδείξουν την εικονικότητα ενός τέτοιου γάμου. Με βάση δε το εδάφιο (4), οι πληροφορίες που μπορούν να ληφθούν υπόψη μπορούν να προέρχονται από δηλώσεις οιουδήποτε των συζύγων ή από τρίτα πρόσωπα, έρευνες και συνεντεύξεις που διεξάγει η Διευθύντρια και έγγραφα που τίθενται ενώπιον του Λειτουργού Μετανάστευσης. Προϋπόθεση για οποιαδήποτε ενέργεια της Διευθύντριας, όπως αυτή περιλαμβάνεται στις υποπαρ. (α) και (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 7Α, είναι και η λήψη προηγούμενης συμβουλής από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία ιδρύθηκε δυνάμει του άρθρου 7Β του Νόμου. Οποιαδήποτε απόφαση της Διευθύντριας υπόκειται σε ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης δυνάμει του άρθρου 7Γ, ο οποίος και εκδίδει την απόφαση του εντός 90 ημερών από την ημερομηνία άσκησης της ιεραρχικής προσφυγής.»
Έχοντας υπόψη τα όλα δεδομένα της υπόθεσης, η προσφυγή δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη. Κατ΄ αρχάς, ως προς την αρμοδιότητα του οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αμέσως πρέπει να λεχθεί ότι δεν τίθεται βάσιμα το ζήτημα. Το Παράρτημα 25, η προσβαλλόμενη πράξη ημερ. 17.10.2013, σαφώς δεν είναι απόφαση της ίδιας της Διαμάντως Μαύρου, που υπογράφει την επιστολή, «Για Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών» ώστε να τίθεται θέμα δικής της αναρμοδιότητας. Είναι πρόδηλο ότι η κα Μαύρου ενήργησε καθ΄ εξουσιοδότηση, εξ ου και η απορριπτική της ιεραρχικής προσφυγής επιστολή προέρχεται από το Υπουργείο Εσωτερικών, Ανώτερη Διοικητική Λειτουργός του οποίου είναι η υπογράφουσα, όπως φανερώνεται από το προηγηθέν Παράρτημα 24, που είναι η έκθεση που ετοίμασε η λειτουργός αυτή ημερ. 19.9.2013. Ένα Υπουργείο, ως εκτελεστικό όργανο, ενεργεί ασφαλώς διά των λειτουργών που υπηρετούν εκεί, οι οποίοι και μεταφέρουν προς τα έξω και γνωστοποιούν τη βούληση του αρμοδίου διοικητικού οργάνου, που στην περίπτωση του άρθρου 7Α, είναι ο Υπουργός Εσωτερικών, ο οποίος και επιλαμβάνεται της ιεραρχικής προσφυγής που τίθεται ενώπιον του.
Μετέπειτα, η έκθεση που ετοίμασε με το Παράρτημα 24 η κα Δ. Μαύρου, τέθηκε αρμοδίως ενώπιον του Υπουργού προς απόφαση, μέσω του ιεραρχικά προϊστάμενου της του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου. Ουδέν βέβαια μεμπτόν επ΄αυτού. Και όχι μόνο αυτό, αλλά η έκθεση απευθύνθηκε και μέσω του Π.Δ.Λ., ο οποίος συμφώνησε με την εισήγηση για απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής, όπως συμφώνησε ωσαύτως και ο Γενικός Διευθυντής. Ο Υπουργός έθεσε τη δική του συμφωνία με την απλή λέξη «Συμφωνώ», μονογράφοντας και θέτοντας έναντι της μονογραφής του, την ημερομηνία 14.10.2013.
Με τη συμφωνία του Υπουργού, τεκμαίρεται κατά την αρχή δικαίου, ότι ο Υπουργός συμφώνησε προς όλα που τέθηκαν ενώπιον του υπό τύπο λεπτομερούς έκθεσης, ενεργώντας όχι ως να εξέταζε έφεση, αλλά επαναδιερευνώντας το σύνολο των γεγονότων ως πρόσθετη διοικητική αρχή, (Tsouloftas v. Republic (1983) 3 C.L.R. 426, Γ.Μ. Μακρή Λτδ ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (1994) 4 Α.Α.Δ. 817 και 1. Yavorov Solachki κ.ά. - ανωτέρω -). Η σύμφωνος γνώμη του Υπουργού δεν μειώνει την επάρκεια της αιτιολόγησης. Αντίθετα, ενσωματώνει ολόκληρη την έκθεση τους λειτουργού, την οποία υιοθέτησε χωρίς οποιαδήποτε διαφωνία, ή, διαφοροποίηση. Η απλή συμφωνία δεν εξυπακούει ότι ο Υπουργός δεν ασχολήθηκε με την ουσία του θέματος ή ότι απεμπόλησε την εξουσία του ή ότι επισφράγισε άνευ ετέρου τη γνώμη ή εισήγηση τρίτου, (Καρλεττίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 3074 και Svetoslav Stoyanov v. Υπουργείου Εσωτερικών, υπόθ. αρ. 718/12, ημερ. 26.2.2014), ECLI:CY:AD:2014:D151.
Στο πλαίσιο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων επί των οποίων υπάρχει μαχητό τεκμήριο, δεν νοείται ανατροπή του με τα όσα επιχειρηματολογεί ο αιτητής. Όπως λέχθηκε και στην Εμμανουήλ ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 29, όπου απερρίφθη παρόμοιο επιχείρημα, η ένθεση υπογραφής ή υπόδειξης ότι αυτή γίνεται «για», εκ μέρους δηλαδή προσώπου, δεν υποδηλώνει απεμπόληση εξουσίας. Η άσκηση εξουσιών γίνεται από οποιονδήποτε έχει εξουσιοδότηση, η δε υπογραφή αυτού του είδους, παραπέμπει στο ουσιαστικό όργανο που έλαβε την απόφαση από το οποίο και εκπορεύεται αυτή, χωρίς να ενέχει σημασία η ταυτότητα του προσώπου που υπέγραψε τη διοικητική πράξη, αλλά η ταυτότητα του προσώπου που έλαβε την απόφαση, (Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 576). Σύμφωνα με το τεκμήριο της νομιμότητας θεωρείται ότι η κατ΄ εξουσιοδότηση αποστολή επιστολής, και αυτό υποδηλώνει το «για», γίνεται εντός του πλαισίου της κανονικής λειτουργίας της διοίκησης, (Χρυστάλλα Σ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 13/07, ημερ. 5.5.2009 και Carlos Services Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 582/07, ημερ. 21.5.2009).
Ως προς την ουσία, οι αιτιάσεις περί ακύρωσης είναι αστήρικτες και αβάσιμες. Το άρθρο 7Α καθορίζει τα κριτήρια κήρυξης ενός γάμου ως εικονικού. Δεν είναι εξαντλητικά και ούτε η διερεύνηση τέτοιων περιπτώσεων μπορεί να εξισωθεί με αστυνομική διερεύνηση που χωρίς άλλο πρέπει να οδηγήσει σε σύλληψη, προσωποκράτηση ή ποινική δίωξη ενώπιον Δικαστηρίου. Υπό κρίση είναι διοικητική απόφαση και όχι οποιαδήποτε ποινική διερεύνηση, δίωξη ή επάρκεια αυτής.
Το ότι δεν είναι εξαντλητικά απορρέει από το ίδιο το λεκτικό του άρθρου 7Α(1), ότι η διαπίστωση της εικονικότητας συναρτάται προς τα στοιχεία που καθορίζει το εδάφιο (3) και τα οποία απαριθμούνται ως, «κυρίως τα ακόλουθα». Μεταξύ αυτών είναι και η παρ. (ζ) του εδαφίου (3), επί του οποίου στηρίχθηκε το πρώτον η κήρυξη του γάμου ως εικονικού. Τα προβλήματα διαμονής της αλλοδαπής συζύγου των αιτητών, που είναι η διαζευκτική πρόνοια του εδαφίου 3(ζ), απορρέουν αβίαστα από το διοικητικό φάκελο και τα όσα επισυνάφθηκαν στην ένσταση των καθ΄ ων. Το ιστορικό αποκαλύπτει ότι η Wang αφίχθηκε στη Δημοκρατία για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός το 2006 και συγκεκριμένα στις 13.12.2006, με λήξη της άδειας της στις 13.3.2007. Ένα μήνα προηγουμένως η αλλοδαπή υπέβαλε αίτηση ασύλου, η οποία απερρίφθη στις 7.5.2009. Διοικητική προσφυγή που υπεβλήθη στις 22.5.2009, απεσύρθη στις 22.10.2009. Λίγες μέρες προηγουμένως τέλεσε γάμο με τον αιτητή στο Δημαρχείο Λύσης.
Η θέση επομένως των καθ΄ ων ότι η αλλοδαπή σύζυγος του αιτητή αντιμετώπιζε προβλήματα με τη διαμονή της ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό το φως των δεδομένων που παρατέθηκαν πιο πάνω. Η Wang δεν αφίχθηκε στη Δημοκρατία με σκοπό να υποβάλει αίτηση ασύλου, αλλά ήρθε με κανονική άδεια εργασίας ως οικιακή βοηθός για να εργαστεί σε πρόσωπο άλλο από τον αιτητή. Η υποβληθείσα διοικητική προσφυγή απεσύρθη μετά την απόρριψη της αίτησης ασύλου, προφανώς λόγω του γάμου της με τον αιτητή.
Το γεγονός ότι κατά την αρχική διερεύνηση από τις αρμόδιες αρχές, διαπιστώθηκε συμβίωση του ζεύγους, δεν σημαίνει ότι ο γάμος δεν ήταν ή δεν μπορούσε στη συνέχεια να κριθεί εικονικός. Η θέση της Δημοκρατίας ότι η διαπίστωση της γνησιότητας ή της εικονικότητας, ανάλογα, δεν αφορά μια και μόνο χρονική στιγμή ή περίοδο, είναι ορθή. Είναι επιτρεπτή η διερεύνηση κατά χρονικά διαστήματα της γνησιότητας του γάμου που βεβαίως άπτεται μεν προσωπικού θεσμού, αλλά όπου συνδέεται ο γάμος με στοιχεία που εκ πρώτης όψεως παρουσιάζονται ύποπτα ή προβληματικά, όπως ότι ο γάμος γίνεται για να δοθεί άδεια παραμονής σε υπήκοο τρίτης χώρας, επιβάλλεται στις αρχές της Δημοκρατίας η διεξαγωγή έρευνας ώστε να μην παραμένουν στην επικράτεια της άτομα τα οποία χρησιμοποιούν μεθόδους που δεν είναι νόμιμες.
Τα στοιχεία για την εικονικότητα ενός γάμου λαμβάνονται όχι μόνο από δηλώσεις των ιδίων των μερών αλλά από το σύνολο των περιστάσεων περιλαμβανομένης και της συμπεριφοράς και των ενεργειών των ιδίων των ατόμων που τέλεσαν γάμο, τόσο πριν όσο και μετά τη σύναψη του γάμου, (Ureef Mohd Murof Jumil Ubdoth v. Δημοκρατίας (2008) 4 Α.Α.Δ. 215). Η διοίκηση οφείλει να αναδείξει εκείνα τα στοιχεία και γεγονότα, ο πυρήνας των οποίων οδηγεί σε εύλογα συμπεράσματα περί εικονικότητας. Ο Νόμος επιτρέπει να λαμβάνονται υπόψη πληροφορίες που προέρχονται και από έρευνες και συνεντεύξεις και όχι μόνο από αντιφάσεις που παρατηρούνται σε αυτές ή προερχόμενες από καταθέσεις των μερών, (Kateryna Telsenko κ.ά. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1902/08, ημερ. 14.5.2010). Αυτό προνοείται ρητά από το άρθρο 7Α(4) του Νόμου.
Στη βάση της πιο πάνω νομικής κατάστασης υπό το φως και της ερμηνείας που δόθηκε μέσα από τη νομολογία, η Συμβουλευτική Επιτροπή με το Τεκμήριο 20 στην ένσταση, έκρινε ότι τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον της οδηγούσαν στην εικονικότητα του γάμου της αλλοδαπής με τον αιτητή. Τεκμαίρεται ότι τα στοιχεία τα οποία τέθηκαν ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν όλα εκείνα τα οποία υπάρχουν στο διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε κατά τις διευκρινίσεις ως Τεκμήριο Α και περιλαμβάνει το σύνολο των δεδομένων που αφορούσαν τις σχέσεις του ζεύγους, τις αστυνομικές έρευνες και εκθέσεις και τις πληροφορίες που είχαν δοθεί. Στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπως καταγράφεται στα πρακτικά, ήταν παρών και ο εκπρόσωπος του Διοικητή της ΥΑΜ που παρουσίασε τα ευρήματα της Αστυνομίας για την κάθε περίπτωση, ενώ ο ίδιος ο αιτητής δεν γνώριζε γιατί το όχημα της συζύγου του βρισκόταν κάτω από πολυκατοικία σε εντελώς διαφορετικό μέρος από αυτό της κατοικίας τους. Η Συμβουλευτική Επιτροπή συμφώνησε επίσης ότι η αλλοδαπή, στη βάση των ίδιων στοιχείων, εκπορνευόταν σε διαμέρισμα στη Λευκωσία με άλλη ομοεθνή της.
Τα δεδομένα που οδήγησαν τη Συμβουλευτική Επιτροπή περιέχονται αναλυτικά στην έκθεση ημερ. 19.9.2012 του υπευθύνου κλιμακίου Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Λευκωσίας προς το Διοικητή της Υπηρεσίας. Τα στοιχεία που εκεί περιλαμβάνονται δημιουργούσαν την εύλογη αμφιβολία για τους λόγους παραμονής της αλλοδαπής στη Δημοκρατία και το γάμο της με τον αιτητή. Οι πληροφορίες αυτές που πιστοποιούνταν και από κατ΄ ιδίαν διαπιστώσεις από άτομα που επισκέπτονταν την αλλοδαπή και την ομοεθνή της στο διαμέρισμα, συνέτειναν στο ότι υπήρχε χρήση του διαμερίσματος για παράνομους σκοπούς. Δεν υπάρχει οτιδήποτε το internum ή απόρρητο στις πληροφορίες που περιέχονται στην έκθεση ημερ. 19.9.2012. Το είδος και η φύση της διερεύνησης σε τέτοιες περιπτώσεις είναι τέτοια που χρειάζεται σχετική προσοχή και διακριτικότητα. Ούτε και ήταν ανάγκη να δοθεί συνέχεια από την επίσκεψη συνεργάτη της αστυνομίας. Αυτό αφορούσε ενδεχομένως την ποινική πτυχή της υπόθεσης που δεν αποτελεί αντικείμενο εξέτασης εδώ.
Οι πληροφορίες όμως ήταν τέτοιες που οδηγήσαν την αστυνομία να αιτηθεί και να εκδώσει δικαστικό ένταλμα έρευνας το οποίο προσπάθησαν να εκτελέσουν στη συγκεκριμένη οδό όπου ήταν το διαμέρισμα, πλην όμως η αλλοδαπή απουσίαζε στη χώρα της. Την αναζήτησαν στη διεύθυνση διαμονής του συζύγου της σε εντελώς άλλη περιοχή της Λευκωσίας, ο οποίος και δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί το όχημα της συζύγου του ήταν σταθμευμένο σε άλλο χώρο.
Εδώ πρέπει να συμπληρωθεί ότι λανθασμένα γίνεται λόγος στην αγόρευση του αιτητή, στις διευκρινίσεις, ότι ο αιτητής διέμενε με τη σύζυγο του στην οδό Κατσώνη, διαμέρισμα 402 και αυτό το γνώριζαν οι καθ΄ ων και είναι και σαφές από τα τεκμήρια. Όμως στα τεκμήρια ενώπιον του Δικαστηρίου, και συγκεκριμένα τα υπ΄ αρ. 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17 και 18, η δεδηλωμένη διεύθυνση του αιτητή και της αλλοδαπής συζύγου του, είναι η Βουκουρεστίου 24, Άγιος Δομέτιος.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή συμφωνώντας ότι τα στοιχεία έδειχναν εικονικότητα του γάμου ενήργησε στη βάση της δικής της αρμοδιότητας σύμφωνα με το άρθρο 7Β του Νόμου, Κεφ. 105, να συμβουλεύει δηλαδή τον Διευθυντή για τις περιπτώσεις ύπαρξης εικονικού γάμου. Η Διευθύντρια στις 30.5.2013, Τεκμήριο 22 στην ένσταση, βασιζόμενη στη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής την οποία και είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψη δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 7Α, θεώρησε το γάμο εικονικό και πληροφόρησε σχετικά το ζεύγος περί της απόφασης και του δικαιώματος υποβολής ιεραρχικής προσφυγής. Η ιεραρχική προσφυγή απερρίφθη για τους λόγους που έχουν αναφερθεί προηγουμένως και το δεύτερο σκέλος της απόρριψης ότι δηλαδή υπάρχει έλλειψη κατάλληλης συμβολής στην αντιμετώπιση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το γάμο, που είναι ένας από τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 7Α, παραπέμπει ακριβώς στα μνημονευθέντα ανωτέρω στοιχεία και πληροφορίες που έδειχναν ότι η αλλοδαπή δεν είχε νόμιμους πόρους από εργασία της στη Δημοκρατία. Η αναφορά στο εδάφιο (3)(γ) περί έλλειψης κατάλληλης συμβολής στις υποχρεώσεις του γάμου, δεν μπορεί να ερμηνεύεται με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εκτός από νόμιμη συμβολή στην αντιμετώπιση των υποχρεώσεων αυτών. Επομένως, οικονομικά οφέλη που εκπορεύονται από την παράνομη δραστηριότητα εμπίπτουν στην πρόνοια του εδαφίου 3(γ).
Ο αιτητής διατείνεται ότι η διαδικασία ενώπιον του Υπουργού έπασχε λόγω μη κλήσης του ζεύγους για συνέντευξη ή εξηγήσεις και λόγω μη αιτιολόγησης της απόφασης στην ιεραρχική προσφυγή. Το άρθρο 7Γ δεν επιβάλλει την ενώπιον του Υπουργού κλήση οποιουδήποτε για να δώσει κατάθεση ή συνέντευξη ή οποιεσδήποτε εξηγήσεις. Όπως ήδη αναφέρθηκε, κατά την ιεραρχική προσφυγή ο Υπουργός δεν εξετάζει την περίπτωση ως να είχε ενώπιον του έφεση, αλλά επαναδιερευνά τα δεδομένα. Δεν είναι όμως υπόχρεος να διεξάγει νέα έρευνα εάν από τα στοιχεία που τίθενται ενώπιον του κρίνει ότι υπήρξε ήδη επαρκής έρευνα η οποία, κατά τη νομολογία, θεωρείται δέουσα όταν έχουν ληφθεί υπόψη όλα τα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης. Στερεότυπες μορφές έρευνας δεν υπάρχουν και εκείνο που έχει σημασία είναι η επάρκεια της εφόσον τα δεδομένα εξετάζονται στο σύνολο τους, (Motorways Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447, Τσιαττάλα ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1037/2011, ημερ. 9.7.2013 και Ηροδότου ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 220).
Ο αιτητής είχε τη δυνατότητα μέσα από την κατάθεση της ιεραρχικής προσφυγής του να θέσει οτιδήποτε ήθελε υπόψη του Υπουργού και το δικαίωμα ακρόασης δεν επεκτείνεται σε οποιαδήποτε περαιτέρω προφορική παράσταση ενώπιον του Υπουργού, (Inge v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1640/2010, ημερ. 26.9.2013 και Mikhaiel v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1586/2009, ημερ. 21.3.2011). Το άρθρο 43(1) του Νόμου αρ. 158(Ι)/99 είναι γενικότερης φύσεως και είναι συμπληρωματικού χαρακτήρα, με εφαρμογή των προνοιών του στην απουσία εξειδικευμένων νομοθετικών προνοιών, όπως υπάρχουν στην υπό κρίση περίπτωση. Εν πάση περιπτώσει, η απόφαση του Υπουργού να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή δεν είναι δυσμενής υπό την έννοια του άρθρου 43 εφόσον πρόκειται για μια διοικητική απόφαση που θα πρέπει να ιδωθεί μέσα στο ευρύτερο πνεύμα του κυρίαρχου δικαιώματος της Δημοκρατίας να ελέγχει τη διαμονή αλλοδαπών στο έδαφος της, (Edine v. Δημοκρατίας (2005) 4 Α.Α.Δ. 561, Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203 και Yankova v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 5648/13, ημερ. 25.6.2015), ECLI:CY:AD:2015:D451. Με την προϋπόθεση ότι η διοίκηση ενεργεί στο θέμα καλόπιστα, η διακριτική της ευχέρεια δεν ελέγχεται, ούτε υποκαθίσταται από το αναθεωρητικό Δικαστήριο, (Ananda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583). Η κάθε υπόθεση έχει βεβαίως τα δικά της γεγονότα και επ΄ αυτού διαφοροποιείται πλήρως η απόφαση στην Royab Rabie Abdel Fattah Mabrok v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1813/12, ημερ. 28.5.2015, στην οποία έκαμε αναφορά ο συνήγορος του αιτητή.
Η απόφαση του Υπουργού, η οποία είναι αυτή που προσβάλλεται, είναι αιτιολογημένη και συμπληρώνεται με πλήρη επάρκεια από τα στοιχεία του φακέλου κατά τα προνοούμενα από την κωδικοποιημένη αρχή που περιέχεται στο άρθρο 29 των περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(1)/99. Αναφέρεται στο σύγγραμμα του Ε. Π. Σπηλιωτόπουλου: Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 12η έκδ. (2006), Τόμος ΙΙ, σελ. 143-145, και ιδιαίτερα στην παρ. 517, ότι η αιτιολογία μπορεί να συμπληρωθεί από στοιχεία και εξηγήσεις της διοίκησης που αναφέρονται σε γεγονότα προγενέστερα της πράξης και προκύπτουν βεβαίως από τα στοιχεία του φακέλου. Στο δε σύγγραμμα του Μ. Στασινόπουλου: Δίκαιο Διοικητικών Διαφορών, 3η έκδ., σελ. 227-228, η αναπλήρωση της αιτιολογίας από το φάκελο είναι επιτρεπτή, συμπληρώνοντας έτσι τη δοσμένη ρητή αιτιολογία, έχει δε επικουρικό χαρακτήρα υπό την προϋπόθεση πάντοτε ότι τα αναπληρούντα στοιχεία προϋπήρχαν της πράξης και δεν δημιουργήθηκαν μεταγενέστερα. Εδώ, όλα στα στοιχεία προϋπήρχαν της έκδοσης της πράξης και την αιτιολογούν πλήρως. Δεν διαπιστώνεται επομένως παράβαση ουσιώδους τύπου, ως ο ισχυρισμός του συνηγόρου της αιτήτριας.
Δεν διαπιστώνεται λόγος παρέμβασης του Δικαστηρίου. Οι καθ΄ ων ενήργησαν στο πλαίσιο της νομιμότητας με επαρκή αιτιολογία και μέσα από δέουσα έρευνα, δίδοντας στον αιτητή το δικαίωμα να αναθεωρήσει την αρχική απόφαση με την κατάθεση ιεραρχικής προσφυγής.
Η προσφυγή συνεπώς απορρίπτεται με €1.300 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων. Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ