ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D570
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1718/2011 και 1719/2011
4 Σεπτεμβρίου, 2015
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπóθεση Αρ. 1718/2011)
AGS AGROTRADING LTD.,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ,
ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
(Υπóθεση Αρ. 1719/2011)
AGS AGROTRADING LTD.,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ,
ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Χ. Κυριακίδης, για την Αιτήτρια.
Δ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ασχολούνται, μεταξύ άλλων, με την εμπορία σιτηρών και πρώτων υλών για την παραγωγή ζωοτροφών.
Τον Οκτώβριο του 2011 εισήξαν φορτίο Εκχυλισμένου Καβουρδισμένου Αποφλοιωμένου Σογιάλευρου από την Αργεντινή.
Με την άφιξη του πλοίου το φορτίο του δεσμεύτηκε, λόγω υπόνοιας μη συμμόρφωσης με τους περί Ζωοτροφών και Προσθετικών των Ζωοτροφών (Έλεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Χρήσεως) Νόμων του 1993 έως 2007. Κατά την εκφόρτωση του πλοίου, στις 13 και 14 Οκτωβρίου 2011, λήφθηκαν, από Επιθεωρητή Ζωοτροφών, τέσσερα δείγματα (ένα στις 13 και τρία στις 14).
Τα δείγματα αποστάληκαν στο εργαστήριο για εξετάσεις, οι οποίες έδειξαν θετικό αποτέλεσμα στην ανίχνευση σαλμονέλας, σε ένα από τα τέσσερα δείγματα.
Με επιστολή ημερομηνίας 19 Οκτωβρίου 2011, οι καθ'ων η αίτηση πληροφόρησαν τους αιτητές, περί της ύπαρξης σαλμονέλας σε ένα από τα δείγματα, καλώντας τους να μην την διαθέσουν για κατανάλωση από ζώα. Ταυτοχρόνως, τους καλούσαν όπως μεριμνήσουν ώστε η επιμόλυνση να μην εξαπλωθεί σε άλλους χώρους και περαιτέρω να ανακαλέσουν οποιεσδήποτε ποσότητες είχαν, στο μεταξύ, διατεθεί στην αγορά.
Ως συνέπεια των πιο πάνω αποτελεσμάτων δεσμεύτηκε, ολόκληρο το φορτίο, με σκοπό να καταστραφεί ή να επανεξαχθεί στη χώρα προέλευσης του ή άλλη τρίτη χώρα εντός 60 ημερών.
Οι αιτητές, με επιστολή ημερ. 19 Οκτωβρίου 2011, αμφισβήτησαν τα αποτελέσματα των εξετάσεων ζητώντας την επανάληψη της δειγματοληψίας από ανεξάρτητο λειτουργό και επανάληψη των αναλύσεων από ανεξάρτητο χημείο.
Στις 20 Οκτωβρίου 2011 η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, διόρισε Υγειονομική Λειτουργό των Υγειονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας, για την πραγματοποίηση επιθεώρησης και δεύτερης δειγματοληψίας στο υπό δέσμευση φορτίο.
Οι αιτητές παρέλαβαν τα αποτελέσματα των αναλύσεων, 17 δειγμάτων που λήφθηκαν, από δύο εταιρείες επίβλεψης στην Αργεντινή, κατά τη φόρτωση του φορτίου, και τα οποία ήταν αρνητικά ως προς την ύπαρξη σαλμονέλας. Ακολούθως, στις 21 Οκτωβρίου 2011 υπέβαλαν ένσταση στον Υπουργό Γεωργίας και Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ζητώντας, όπως διενεργηθούν, εκ νέου, αναλύσεις από άλλο διαπιστευμένο και ανεξάρτητο χημείο.
Στις 22 Οκτωβρίου 2011 διενεργήθηκαν επαναληπτικές δειγματοληψίες στις αποθήκες των αιτητών. Λήφθηκαν συνολικά 16 δείγματα (οκτώ από κάθε αποθήκη). Η δειγματοληψία έγινε υπό την επίβλεψη της Υγειονομικής Λειτουργού που είχε, στο μεταξύ, διοριστεί. Εκπρόσωποι των αιτητών ήταν επίσης παρόντες κατά τη δειγματοληψία.
Στις 24 μέχρι 26 Οκτωβρίου 2011 πραγματοποιήθηκαν επαναληπτικές δειγματοληψίες στις αποθήκες εταιρειών, στις οποίες ήταν αποθηκευμένη ποσότητα σογιάλευρου. Οι επιθεωρητές είχαν λάβει τέσσερα δείγματα από κάθε αποθήκη. Οι δειγματοληψίες διενεργήθηκαν και πάλι κάτω από την επίβλεψη της Υγειονομικής Λειτουργού.
Στις 31 Οκτωβρίου 2011 και 2 Νοεμβρίου 2011 μετά την ολοκλήρωση των αναλύσεων, η Υγειονομική Λειτουργός υπέβαλε έκθεση στη Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Υγείας. Με βάση τα αποτελέσματα των αναλύσεων ανιχνεύτηκε σαλμονέλα στα δείγματα που λήφθηκαν από τις αποθήκες των αιτητών, αλλά όχι στα δείγματα που λήφθηκαν από άλλες αποθήκες, στις οποίες είχε παραδοθεί το φορτίο.
Με επιστολή ημερ. 31 Οκτωβρίου 2011 η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, πληροφόρησε τους αιτητές για τα αποτελέσματα των αναλύσεων και ότι το φορτίο θα έπρεπε είτε να καταστραφεί είτε να επαναποσταλεί εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ποσότητα σογιάλευρου η οποία βρισκόταν αποθηκευμένη σε αποθήκες άλλων εταιρειών, η οποία δεν ήταν μολυσμένη αποδεσμεύτηκε την 1 και 3 Νοεμβρίου 2011.
Οι αιτητές με επιστολή ημερ. 8 Νοεμβρίου 2011 ενημέρωναν τη Διευθύντρια του Υπουργείου Γεωργίας ότι θα προχωρούσαν υπό διαμαρτυρία στην εξυγίανση της ποσότητας σογιάλευρου που βρισκόταν στις αποθήκες τους.
Οι καθ'ων η αίτηση, με επιστολή ζήτησαν, όπως ενημερωθούν για την ημερομηνία έναρξης των εργασιών εξυγίανσης και τον τόπο διεξαγωγής της. Οι αιτητές πληροφόρησαν τους καθ'ων η αίτηση ότι καθορίστηκε η 21 Νοεμβρίου 2011 ως ημέρα έναρξης της εργασίας στις αποθήκες τους.
Στις 15 Νοεμβρίου οι αιτητές έλαβαν τα αποτελέσματα των δειγμάτων που είχαν αποστείλει στο Γενικό Χημείο του Κράτους, σύμφωνα με τα οποία δεν ανιχνεύθηκε σαλμονέλα.
Με επιστολή ημερ. 16 Νοεμβρίου 2011, οι αιτητές αμφισβήτησαν, εκ νέου, τον έλεγχο που είχε γίνει και τα αποτελέσματα των αναλύσεων και ζήτησαν όπως, διενεργηθεί δειγματοληψία στο μέρος του φορτίου, από το οποίο λήφθηκαν τα μολυσμένα δείγματα, και το υπόλοιπο φορτίο μεταφερθεί σε άλλη αποθήκη στην οποία θα μπορεί να διενεργηθεί δειγματοληψία. Οι καθ'ων η αίτηση απέρριψαν το αίτημα, καθότι, τόσο κατά την πρώτη όσο και κατά την επαναληπτική δειγματοληψία είχαν ανευρεθεί δείγματα θετικά στη σαλμονέλα και ως εκ τούτου όλο το υλικό από το οποίο είχαν ληφθεί τα δείγματα θεωρήθηκε μολυσμένο και δεν θα μπορούσε να αποδεσμευθεί.
Στις 7 Δεκεμβρίου 2011 οι αιτητές κάλεσαν τους καθ'ων η αίτηση όπως επανεξετάσουν την απόφαση τους και αποδεσμεύσουν την ποσότητα που είχε δεσμευθεί στις αποθήκες τους. Το εν λόγω αίτημα απορρίφθηκε από τους καθ'ων η αίτηση, στις 8 Δεκεμβρίου 2011.
Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξυγίανσης διενεργήθηκε και πάλι δειγματοληψία. Τα αποτελέσματα των αναλύσεων έδειξαν ότι το σογιάλευρο δεν ήταν μολυσμένο και μπορούσε να διατεθεί στην αγορά. Οι αιτητές πληροφορήθηκαν επί τούτου στις 20 Δεκεμβρίου 2011 και 9 Ιανουαρίου 2012.
Στις 10 Ιανουαρίου 2012 στάλθηκε στο Γενικό Εισαγγελέα καταγγελία, εναντίον των αιτητών, για εισαγωγή, πώληση και κατοχή με πρόθεση πώλησης, υλικού επιμολυσμένου με το μικρόβιο της σαλμονέλας.
Οι αιτητές με την προσφυγή αρ. 1718/2011 προσβάλλουν την απόφαση των καθ'ων η αίτηση, ημερ. 31 Οκτωβρίου 2011, με την οποία απαγόρευσαν τη χρήση του σογιάλευρου. Με την προσφυγή αρ. 1719/2011 προσβάλλεται η απόρριψη στις 8 Δεκεμβρίου 2011, του αιτήματος των αιτητών για αποδέσμευση του φορτίου. Ενόψει του κοινού πραγματικού υποβάθρου, οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν.
Το κύριο επιχείρημα που προβάλλουν οι αιτητές είναι ότι η απόφαση πάσχει, καθότι στηρίχτηκε σε δειγματοληψίες που έγιναν κατά παράβαση του Νόμου, χωρίς να τηρηθούν οι διαδικασίες δειγματοληψίας, που προβλέπουν οι περί Ζωοτροφών και Προσθετικών των Ζωοτροφών (Έλεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Χρήσεως) Νόμοι του 1993 μέχρι 2007 και οι Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί 178/2002 και 882/2004.
Εισηγήθηκαν ότι δεν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις που προβλέπει το άρθρο 16(2) και (4) του περί Ζωοτροφών και Προσθετικών των Ζωοτροφών (Έλεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Χρήσεως) Νόμος του 1993 (Ν. 13(Ι)/93). Συγκεκριμένα ότι, το δείγμα που λήφθηκε από τον Επιθεωρητή δεν αποστάληκε σε Γεωργικό Χημικό για ανάλυση, αλλά, στο εργαστήριο Μικροβιολογίας των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών. Επίσης στην απαντητική τους αγόρευση αναφέρουν ότι δεν φαίνεται πουθενά για ποίους λόγους ο Γεωργικός Χημικός δεν μπορούσε να διεξάγει την ανάλυση.
Τα δείγματα με αύξων αριθμό 158/11, 164/11 που λήφθηκαν από τις αποθήκες των αιτητών, ήταν, με βάση τις αναλύσεις, μολυσμένα με σαλμονέλα.
Στην έκθεση της Υγειονομικής Λειτουργού αναφέρεται ότι, η δειγματοληψία διενεργήθηκε από επιθεωρητές ζωοτροφών. Στο πιστοποιητικό Ανάλυσης Υλικού ο Γεωργικός Χημικός πιστοποίησε ότι παρέλαβε με το χέρι από τον Επιθεωρητή δείγμα σογιάλευρου για ανάλυση. Αναφέρει στο πιστοποιητικό ότι η ανάλυση δόθηκε υπεργολαβία στο Διαπιστευμένο Εργαστήριο Ελέγχου Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης του Τμήματος Κτηνιατρικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.
Το άρθρο 16 του Νόμου προβλέπει ότι:
″16.—(1) Όταν δείγμα λαμβάνεται από επιθεωρητή με βάση τον καθοριζόμενο τρόπο, τότε αυτός το υποδιαιρεί σε τρία ίσα κατά το δυνατό μέρη, και διευθετεί ώστε κάθε μέρος να σημανθεί, σφραγισθεί και φυλαχθεί με ασφάλεια σύμφωνα με τον καθοριζόμενο τρόπο, και ο επιθεωρητής—
(α) θα στείλει ένα μέρος στο Γεωργικό Χημικό.
......................
(5) Αν ο Γεωργικός Χημικός στον οποίο αποστέλλεται δείγμα για ανάλυση κρίνει ότι για οποιοδήποτε λόγο δεν μπορεί να διεξαχθεί αποτελεσματική ανάλυση του δείγματος απ' αυτόν ή κάτω από την καθοδήγηση του, θα αποστέλλει το δείγμα με οποιαδήποτε έγγραφα που λήφθηκαν απ' αυτόν μαζί με το δείγμα σε άλλο χημικό του Υπουργείου Γεωργίας όπως κρίνει σκόπιμο ανάλογα με την περίπτωση· στη συνέχεια θα εφαρμόζονται οι προαναφερθείσες πρόνοιες του παρόντος άρθρου ως εάν ο άλλος χημικός ήταν ο Γεωργικός Χημικός και ως εάν το δείγμα αρχικά είχε αποσταλεί σ' αυτόν.″
Είμαι της γνώμης ότι, δεν μπορεί βάσιμα να υποστηριχθεί ότι παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του άρθρου 16. Το όρθρο 16(5) προβλέπει για τη δυνατότητα διεξαγωγής ανάλυσης από άλλο χημικό, του Υπουργείου Γεωργίας, και όχι το Γεωργικό Χημικό.
Με βάση το Παράρτημα VII του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 776/2006 της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2006, για την τροποποίηση του παραρτήματος VΙΙ του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα κοινοτικά εργαστήρια αναφοράς, έχει καθορισθεί ως εθνικό εργαστήριο αναφοράς για την ανάλυση και την εξέταση ζωονόσων (Salmonella) το Εργαστήριο Ελέγχου Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης του Τμήματος Κτηνιατρικών Υπηρεσιών.
Δεδομένου ότι αυτό είναι, με βάση τα πιο πάνω, το διαπιστευμένο χημείο για διενέργεια αναλύσεων για σαλμονέλα, ορθώς ο Γεωργικός Χημικός απέστειλε σε αυτό, τα δείγματα για ανάλυση.
Οι αιτητές προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι το Εργαστήριο δεν ήταν διαπιστευμένο με βάση τον ΕΝ 45002 και 45003 και ότι οι καθ'ων η αίτηση κατά παράβαση του Κανονισμού όρισαν το ΕΕΤΖΠ ως εργαστήριο για ανάλυση δειγμάτων.
Στο άρθρο 12 του Κανονισμού 882/2004 για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό 1029/2008, αναφέρεται ότι:
″Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ορίζουν μόνον εργαστήρια τα οποία λειτουργούν και αξιολογούνται και διαπιστεύονται σύμφωνα με τα ακόλουθα ευρωπαϊκά πρότυπα:
α) EN ISO/IEC 17025 σχετικά με τις «Γενικές απαιτήσεις για την ικανότητα εργαστηρίων δοκιμών και βαθμονόμησης»·
β) EN ISO/IEC 17011 σχετικά με τις «Γενικές απαιτήσεις για τους φορείς διαπίστευσης που πραγματοποιούν διαπίστευση οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης».″
Επομένως, από τη στιγμή που το Εργαστήριο ήταν διαπιστευμένο με το ISO 17025, ο ορισμός του ως εθνικό εργαστήριο για αναλύσεις και η αποστολή των δειγμάτων σε αυτό, με κανένα τρόπο δεν παραβιάζει τον Κανονισμό.
Οι αιτητές πρόβαλαν ότι, η απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Όπως αναφέρουν, οι επιστολές ημερ. 19 και 31 Οκτωβρίου 2011, με τις οποίες οι καθ'ων η αίτηση απέρριψαν το αίτημα τους για αποδέσμευση του σογιάλευρου, δεν παρέχεται οποιαδήποτε αιτιολογία για τους λόγους απόρριψης του αιτήματος. Γίνεται μόνο, γενική και αόριστη αναφορά σε λόγους δημόσιας υγείας και ασφάλειας των ζώων και των τροφίμων.
Ούτε και αυτός ο λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.
Στην επιστολή ημερ. 31 Οκτωβρίου 2011, δίνεται σαφής και επαρκής αιτιολογία ως προς την ανάγκη δέσμευση της ζωοτροφής. Ιδιαιτέρως αναφέρεται:
″Εκτιμάται ότι η παρουσία σαλμονέλας σε ζωοτροφές έχει αρνητικές συνέπειες για την υγεία των ζώων και επίσης καθιστά τα τρόφιμα που προέρχονται από τροφοπαραγωγικά ζώα μη ασφαλή για ανθρώπινη κατανάλωση. Ως εκ τούτου, κρίνεται ότι η ζωοτροφή αυτή είναι μη ασφαλής και θα παραμείνει δεσμευμένη."
Με άλλο λόγο ακυρώσεως οι αιτητές εισηγούνται ότι, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ήταν αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα. Ισχυρίζονται ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν εξέτασαν ούτε έλαβαν υπόψη τους τα πιστοποιητικά που είχαν προσκομίσει οι αιτητές, από εργαστήρια του εξωτερικού, καθώς και από το χημείο του Κράτους, με βάση τα οποία τα δείγματα δεν ήταν μολυσμένα. Επίσης ότι τα δείγματα που είχαν ληφθεί από άλλες επτά αποθήκες δεν ήταν μολυσμένα.
Οι καθ'ων η αίτηση είχαν κατά τη γνώμη μου προβεί στη δέουσα έρευνα. Μετά την πρώτη δειγματοληψία, που έγινε, και μετά τα αποτελέσματα των αναλύσεων ότι το φορτίο ήταν μολυσμένο, οι αιτητές αμφισβήτησαν τα αποτελέσματα, παρουσιάζοντας πιστοποιητικά από ξένα εργαστήρια. Ακολούθως οι καθ'ων η αίτηση προέβηκαν σε επανάληψη της δειγματοληψίας η οποία και πάλι έδειξε ύπαρξη σαλμονέλας.
Οι καθ'ων η αίτηση εφόσον είχαν, ενώπιον τους, τα αποτελέσματα διαπιστευμένου, με βάση τον Κανονισμό, εργαστηρίου, δεν είχαν οποιαδήποτε υποχρέωση να βασιστούν σε άλλες εξετάσεις από άλλα εργαστήρια. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας περιλαμβάνει τη συλλογή και αξιολόγηση όλων εκείνων των ουσιωδών στοιχείων που θα δημιουργούσαν τη βάση για ασφαλή συμπεράσματα.
Περαιτέρω, οι αιτητές πρόβαλαν ότι, παραβιάστηκε η αρχή της αναλογικότητας και η υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας. Όπως αναφέρουν, οι καθ'ων η αίτηση έλαβαν μέτρα δυσανάλογα, απ' ότι απαιτείτο, καθόσον δεσμεύθηκε και ζητήθηκε η εξυγίανση όλης της ποσότητας σογιάλευρου που βρισκόταν στις δύο αποθήκες των αιτητών παρόλο που, από τα 16 δείγματα που είχαν ληφθεί, μόνο δύο, ένα από κάθε αποθήκη, ήταν μολυσμένα. Έπρεπε, σύμφωνα με τους αιτητές, να ζητείτο η εξυγίανση μόνο της ποσότητας από το μέρος της αποθήκης από την οποία είχε ληφθεί το μολυσμένο δείγμα και η υπόλοιπη να μεταφερόταν σε άλλη αποθήκη από την οποία θα λαμβάνετο δείγμα και εάν δεν ανιχνεύετο σαλμονέλα να διατεθεί στην αγορά. Σχετικό αίτημα είχαν υποβάλει το οποίο είχε απορριφθεί.
Το θέμα εάν, όλη η ποσότητα ήταν μολυσμένη ή μέρος της, είναι τεχνικό και εκφεύγει του αναθεωρητικού ελέγχου του Δικαστηρίου.
Οι καθ'ων η αίτηση είχαν δώσει στους αιτητές τρεις επιλογές:
Α. Το υλικό να τύχει ειδικής μεταχείρισης ή μεταποίησης με σκοπό την ευθυγράμμιση του προϊόντος με τις απαιτήσεις του κοινοτικού δικαίου, ή
Β. Να καταστραφεί παρουσία της Αρχής, ή
Γ. Να επαναποσταλεί εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι αιτητές επέλεξαν την πρώτη επιλογή προβαίνοντας σε εξυγίανση όλης της ποσότητας.
Οι επιλογές που δόθηκαν ήταν, εντός του πλαισίου της αρμοδιότητας των καθ'ων η αίτηση, με βάση το Νόμο και δεν είχε καταδειχθεί ότι αυτοί ενήργησαν εκτός των ακραίων ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας.
Τέλος, προβλήθηκε ότι δεν τηρήθηκε η υποχρέωση ενημέρωσης και παροχής πληροφοριών, σχετικά με το δικαίωμα προσφυγής εναντίον της απόφασης, όπως προβλέπει ο Κανονισμός 882/2004. Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι, στις επιστολές ημερ. 19 και 31 Οκτωβρίου, δεν αναφέρονται επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με τη διαδικασία και τις προθεσμίες ως προς το δικαίωμα προσφυγής. Περαιτέρω πρόβαλαν ότι δεν δίνεται καμία εξήγηση γιατί, στην επιστολή ημερ. 19 Οκτωβρίου 2011, γίνεται αναφορά στο δικαίωμα προσφυγής στον Υπουργό, ενώ στην επιστολή ημερ. 31 Οκτωβρίου 2011 γίνεται αναφορά στο δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Στην επιστολή ημερ. 19 Οκτωβρίου 2011 οι καθ'ων η αίτηση αναφέρουν «υπενθυμίζεται το δικαίωμα σας για υποβολή προσφυγής στον Υπουργό έναντι της απόφασης μας.»
Οι αιτητές προσέφυγαν στις 21 Οκτωβρίου 2011 στον Υπουργό. Η ενέργεια αυτή είχε ως αποτέλεσμα την επανάληψη της δειγματοληψίας όπως και των αναλύσεων. Με την επιστολή ημερ. 31 Οκτωβρίου 2011, οι καθ'ων η αίτηση πληροφορούν τους αιτητές ότι, μετά την προσφυγή τους και ενόψει του ότι εντοπίστηκαν και πάλι μολυσμένα δείγματα, το σογιάλευρο θα παρέμενε δεσμευμένο, μέχρι να λαμβάνονταν οι ενέργειες που αναφέρονται πιο πάνω.
Το άρθρο 15(6) του Νόμου προβλέπει ότι:
"Δεδομένου ότι ο παρασκευαστής, πωλητής ή κάτοχος του υλικού είναι δυνατό όπως μέσα σε τρεις ημέρες από την ώρα της κοινοποιήσεως της διαταγής να προσφύγει στον Υπουργό ο επιθεωρητής υποχρεούται να σφραγίσει ή άλλως πως ασφαλίσει το υλικό μέχρι πραγματοποιήσεως δεύτερης επιθεωρήσεως από λειτουργό που διορίζεται για το σκοπό αυτό από τον Υπουργό.″
Μετά τη δεύτερη δειγματοληψία δεν υπήρχε πλέον δικαίωμα προσφυγής στον Υπουργό, αλλά, δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο. Περαιτέρω, οι καθ'ων η αίτηση δεν είχαν υποχρέωση όπως αναφέρουν στις επιστολές τους προς τους αιτητές το άρθρο με βάση το οποίο μπορεί να ασκηθεί προσφυγή ούτε και τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί. Η υποχρέωση τους εξαντλείται με την πληροφόρηση του δικαιώματος προσφυγής.
Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων οι αιτητές προέβαλαν ισχυρισμό, για πρώτη φορά, αναφορικά με τον αριθμό των δειγμάτων που λήφθηκαν. Όπως ανέφεραν έπρεπε, να είχαν ληφθεί τέσσερα δείγματα αντί τρία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16(2) του Νόμου. Κάτι τέτοιο δεν είχε εγερθεί στην αίτηση ακυρώσεως, ούτε στις αγορεύσεις των αιτητών και επομένως δεν μπορεί να εξεταστεί.
Θεωρώ επιβεβλημένο να ευχαριστήσω αμφότερες τις πλευρές και τους ευπαίδευτους συνηγόρους τους για τη μεγάλη βοήθεια στη συγκέντρωση των γεγονότων μιας, ομολογουμένως, μεγάλης υπόθεσης.
Με γνώμονα τα πιο πάνω οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα υπέρ των καθ'ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ