ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ερωτοκρίτου, Γεώργιος Κυριάκου Α. Ευσταθίου (κα), για τον Αιτητή. Δ. Εργατούδη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-07-30 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΤΣΙΑΜΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ/Ή ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΗΛΕΚΤΡΟΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ, Υπόθεση Αρ. 6071/2013, 30/7/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D547

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 6071/2013)

 

30 Ιουλίου, 2015

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΤΣΙΑΜΗ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ/Ή

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΗΛΕΚΤΡΟΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Α. Ευσταθίου (κα), για τον Αιτητή.

Δ. Εργατούδη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:   Με την παρούσα, ζητείται η ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση να ανακαλέσουν με αναδρομική ισχύ το Πιστοποιητικό Ικανότητας Εργολήπτη Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων που εκδόθηκε στον αιτητή στις 20.1.2006, τις διοικητικές πράξεις που αφορούσαν στην έκδοσή του, όσο και όλων των διοικητικών πράξεων που αφορούσαν στην έκδοση Πιστοποιητικών Εγγραφής κατά τα έτη 2006 μέχρι 2011, με βάση το εν λόγω Πιστοποιητικό Ικανότητας.

 

Τα γεγονότα

Ο αιτητής είναι ηλεκτρολόγος, μέλος του Συνδέσμου Ηλεκτρολόγων Κύπρου. Το 2005 ο αιτητής παρακάθισε σε εξετάσεις του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων και στις 20.1.2006 εκδόθηκαν Πιστοποιητικό Ικανότητας Εργολήπτη Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων και Πιστοποιητικό Ικανότητας Συντηρητή Ηλεκτροκατασκευών.

 

Η τελική βαθμολογία που συγκέντρωσε ο αιτητής για Εργοληψία ήταν 33.3% για εσωτερικές ηλεκτρικές εγκαταστάσεις και 31.9% για ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις και συνεπώς δεν του παρείχετο η δυνατότητα να αποκτήσει Πιστοποιητικό Ικανότητας Εργολήπτη Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων ούτε και Πιστοποιητικό Ικανότητας Συντηρητή Ηλεκτροσυσκευών. Ο αιτητής ενημερώθηκε για την αποτυχία του στις εξετάσεις από το Τμήμα με επιστολή ημερ. 16.1.2006, ζήτημα το οποίο ο αιτητής αμφισβητεί. Παρά τούτο, εκδόθηκε στο όνομα του αιτητή το Πιστοποιητικό Ικανότητας Εργολήπτη Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων και ημερ. 20.1.2006.

 

Αίτηση για έκδοση Πιστοποιητικού Εγγραφής για το 2012 απορρίφθηκε ενώ παράλληλα ανακλήθηκε με αναδρομική ισχύ το Πιστοποιητικό Ικανότητας Εργολήπτη Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων, οι διοικητικές πράξεις που αφορούσαν στην έκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού όσο και όλες οι διοικητικές πράξεις που αφορούσαν στην έκδοση Πιστοποιητικών Εγγραφής με βάση το εν λόγω Πιστοποιητικό Ικανότητας. Δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να υποβάλει τις απόψεις του σχετικά.

 

Η προσφυγή αρ. 541/2012 την οποία καταχώρησε ο αιτητής εναντίον της πιο πάνω απόφασης, αποσύρθηκε κατόπιν δήλωσης των καθ' ων η αίτηση ότι ανακλήθηκε.

 

Η νέα απόφαση των καθ' ων η αίτηση, η οποία εκδόθηκε κατόπιν επανεξέτασης αποτελεί την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Νομικοί ισχυρισμοί

Ο αιτητής εισηγείται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε υπό ουσιώδη πλάνη, ότι παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης και καλής πίστης, της ανάκλησης των επίδικων διοικητικών πράξεων και ότι πάσχει από έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας.

 

Η δικηγόρος του αιτητή διευκρινίζει πως ουδέποτε ο αιτητής ενημερώθηκε για την παρανομία της πράξης και ότι απέτυχε σε οποιαδήποτε εξέταση. Μάλιστα, η δικηγόρος του αιτητή εντόπισε το πρωτότυπο της επιστολής ημερ. 16.1.2006 στο φάκελο του αιτητή πράγμα το οποίο φανερώνει, κατά την εισήγηση, ότι ουδέποτε στάληκε η επιστολή στον αιτητή η οποία ακόμη και αν είχε παραληφθεί από τον αιτητή δεν ανέφερε οτιδήποτε σχετικά με την έκδοση του Πιστοποιητικού είτε με το παράνομο της έκδοσής του  αφού αναφέρεται απλώς ότι από μελέτη των αποτελεσμάτων των πιο πάνω εξετάσεων προέκυψε ότι συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων που απέτυχαν.

 

Περιορίζεται δηλαδή η επιστολή στο θέμα των γραπτών εξετάσεων και δεν γίνεται αναφορά είτε στην πείρα του αιτητή, είτε στην προφορική εξέταση, το αποτέλεσμα της οποίας θα συνυπολογιζόταν στον προσδιορισμό της επιτυχίας του. Ακριβώς και στον Καν. 53(9)(1) και (2) των περί Ηλεκτρισμού Κανονισμών του 1976, ΚΔΠ 36/76, δεν απαιτείται επιτυχία σε γραπτές εξετάσεις αλλά γενικά εξετάσεις.

 

Οπότε ο αιτητής, εν πάση περιπτώσει, κατά τη δικηγόρο του, δεν ήταν ενήμερος για την παρανομία της πράξης.

 

Η μετά παρέλευση 8 χρόνων ανάκληση της διοικητικής πράξης η οποία δημιούργησε ευνοϊκή για τον αιτητή κατάσταση και δικαιώματα, σαφώς παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης και την αρχή της ανάκλησης διοικητικών πράξεων. Επιπρόσθετα παραβιάζεται η αρχή της καλής πίστης κατά παράβαση του άρθρου 51(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99).

 

Περαιτέρω, πλήττεται η αρχή της αναλογικότητας, κατά παράβαση του άρθρου 52 του Ν. 158(Ι)/99 αφού η διοίκηση δεν στάθμισε όλα τα αναμιγμένα συμφέροντα ούτε και επέλεξε τη λιγότερο επαχθή λύση για το διοικούμενο.

 

Πέραν αυτών, οι καθ' ων η αίτηση επικαλούνται γενικά και αόριστα την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος χωρίς να εξειδικεύουν και να συγκεκριμενοποιούν τι είναι το δημόσιο συμφέρον. Η αποτυχία του αιτητή στις γραπτές εξετάσεις δεν αρκεί για να προσδιορίσει τη γενικότερη αποτυχία στις εξετάσεις λαμβανομένου υπόψη ότι δεν αμφισβητείται η πολυετής πείρα του αιτητή αλλά και η διενέργεια προφορικής εξέτασης στην οποία ο αιτητής βαθμολογήθηκε με 70%.

 

Σε αντίθεση με τα όσα οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται περί ανάκλησης παράνομης διοικητικής πράξης κατ' επίκληση του άρθρου 54(2) του Ν. 158(Ι)/99, ο αιτητής εισηγείται πως η έκδοση των επίδικων πιστοποιητικών δεν συνιστούσε παράνομη διοικητική πράξη αλλά νόμιμη, η οποία εκδόθηκε μετά από έρευνα και απόφαση των καθ' ων η αίτηση στη βάση του τεκμηρίου της νομιμότητας από το 2005. Οπότε, κατά τον αιτητή, η ανάκληση νόμιμων διοικητικών πράξεων μετά παρέλευση εύλογου χρόνου για λόγους δημοσίου συμφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 54(5) του Ν. 158(Ι)/99 δεν έχει αναδρομική ισχύ και κατ' επέκταση δεν πρόκειται για πράξεις εξ υπαρχής παράνομες.

 

Είναι περαιτέρω ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η ανάκληση ατομικών επωφελών διοικητικών πράξεων αποκλείεται λόγω μεταγενέστερης διαφορετικής εκτίμησης των δεδομένων και για λόγους σκοπιμότητας.

 

Σύμφωνα με τον ισχυρισμό, παράνομες διοικητικές πράξεις ακόμα και ευμενείς για το διοικούμενο ανακαλούνται όπου συντρέχει δόλος και όπου λόγοι δημοσίου συμφέροντος το επιβάλλουν. Η παρανομία των πράξεων προϋποθέτει ότι αυτές είχαν εκδοθεί ως αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα η οποία απολήγει σε παρανομία, κάτι το οποίο δεν ισχύει στην περίπτωση αφού η διοίκηση διαπίστωση μετά την παρέλευση 8 ετών εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών δεδομένων που υπήρχαν κατά την έκδοση των επίδικων πιστοποιητικών. Εκτιμήθηκαν δηλαδή κατοπινά, διαφορετικά τα ίδια πραγματικά περιστατικά τα οποία, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και τη νομολογία, δεν ανακαλούνται.

 

Από την άλλη, οι καθ' ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι ο αιτητής έλαβε γνώση της αποτυχίας του στις εξετάσεις αφού στάληκε η σχετική επιστολή στη δηλωθείσα από τον αιτητή διεύθυνση στην οποία στάληκαν όλες οι μετέπειτα επιστολές του Τμήματος οι οποίες αφορούσαν τον αιτητή. Υπάρχει συνεπώς, τεκμήριο κανονικότητας και λήψης της επιστολής. Η δικηγόρος για τους καθ' ων η αίτηση διαφωνεί πως  το πρωτότυπο της σχετική επιστολής βρίσκεται στο φάκελο. Πως πρόκειται για αντίγραφο φαίνεται από την υπογραφή που φέρει η επιστολή. Περαιτέρω, το είδος των εξετάσεων δεν καθορίζεται από τις διατάξεις του Καν. 53(9) της ΚΔΠ 36/76 αλλά εναπόκειται στους καθ' ων η αίτηση να καθορίσουν το είδος των εξετάσεων που πρέπει να παρακαθίσει κάθε ενδιαφερόμενος, δηλ. προφορικές ή/και γραπτές εξετάσεις καθώς και τη βαρύτητα που θα δοθεί σε κάθε εξέταση.

 

Έρευνα που διεξήχθη από το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών και από την Αστυνομία για πιθανή διάπραξη ποινικών αδικημάτων από λειτουργούς του Τμήματος κατέδειξε ότι σε περίπου 88 περιπτώσεις εκδόθηκαν πιστοποιητικά ικανότητας κατά παράβαση της ισχύουσας νομοθεσίας σε πρόσωπα που συμμετείχαν στις εν λόγω γραπτές εξετάσεις. Ασκήθηκε εν τέλει ποινική δίωξη εναντίον τριών λειτουργών για κατάχρηση εξουσίας και για έκδοση ψευδών πιστοποιητικών. Η διαπίστωση για την παράνομη έκδοση των πιστοποιητικών οδήγησαν τους καθ' ων η αίτηση να ανακαλέσουν τόσο το πιστοποιητικό ικανότητας εργολήπτη ηλεκτρικών εγκαταστάσεων του αιτητή όσο και τα πιστοποιητικά εγγραφής των ετών 2009-2011. Ανακλήθηκε μεν ευμενής πράξη για τον αιτητή, η οποία ήταν όμως εξ αρχής παράνομη και ο αιτητής γνώριζε για την παρανομία αυτή. Η παρανομία αυτή έγινε γνωστή στους καθ' ων η αίτηση σε κατοπινό στάδιο γι' αυτό και η πράξη ανακλήθηκε, όχι επειδή ίδια πραγματικά περιστατικά εκτιμήθηκαν στην πορεία διαφορετικά, ως ισχυρίζεται ο αιτητής. Η παρανομία στην έκδοση του πιστοποιητικού δεν άφηνε την ευνοϊκή κατάσταση που δημιουργήθηκε για τον αιτητή να αποτελέσει κώλυμα στην ανάκληση του πιστοποιητικού. Η παρανομία στην έκδοση του πιστοποιητικό επέβαλλε την ανάκλησή του με αποτέλεσμα να μην τίθεται θέμα παραβίασης της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης.

 

Το εύλογο δε του χρόνου της ανάκλησης θα πρέπει να συναρτηθεί με το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι καθ' ων η αίτηση έγιναν γνώστες της παράνομης έκδοσης του πιστοποιητικού.

 

Ακόμη και αν η πράξη ήθελε θεωρηθεί νόμιμη τότε και πάλι δεν παραβιάστηκαν οι διατάξεις του άρθρου 54 του Ν. 158(Ι)/99 αφού η εν λόγω πράξη ανακλήθηκε για λόγους δημοσίου συμφέροντος που καθορίζονται ρητώς στην επιστολή ημερ. 31.7.2013 με την οποία ο αιτητής ενημερώθηκε για την επίδικη ανάκληση.

 

Ο αιτητής απαντά πως η χρήση ετικέτας με μικρότερα από της επιστολής γράμματα δεν καθιστά την επιστολή απαλλαγμένη ανακριβειών, η δε εκ των υστέρων διόρθωση του αντιγράφου στον ατομικό φάκελο και όχι αυτού που αποστάληκε είχε ως αποτέλεσμα η επιστολή που κατ' ισχυρισμό στάληκε στον αιτητή να φέρει χρονολογία 2005 και όχι 2006.  Η δε ισχυριζόμενη γνώση του αιτητή για την αποτυχία του στις εξετάσεις δεν οδηγεί αφ' εαυτής σε γνώση και για την παρανομία της έκδοσης του πιστοποιητικού. Ούτε η γνώση για την αποτυχία αλλ' ούτε και η αστυνομική έρευνα μπορούν να αποτελέσουν νόμιμο υπόβαθρο έκδοσης της απόφασης για ανάκληση του επίδικου πιστοποιητικού.

 

Η κατάληξη

Εν προκειμένω, η παρούσα διαφοροποιείται από την επικαλούμενη από τον αιτητή Ζαντής ν. Συμβουλίου Εγγραφής Φυσικοθεραπευτών Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 135/13, ημερ. 6.2.2013 καθότι εδώ δεν πρόκειται για ανάκληση νόμιμης αλλά παράνομης πράξης. Ούτε και μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουμε εκ των υστέρων διαφορετική εκτίμηση των δεδομένων στα οποία η πράξη στηρίχθηκε. Όπως αντιλαμβάνομαι το ζήτημα, η ανάκληση έλαβε χώρα με τη διαπίστωση ότι αποτυχόντες αιτητές είχαν Πιστοποιητικό Ικανότητας και Πιστοποιητικά Εγγραφής, αναγκαστικά παρανόμως αφού δεν υπήρχει περίπτωση, στη βάση των νόμιμων προϋποθέσεων, αποτυχών αιτητής να εξασφαλίσει τα εν λόγω Πιστοποιητικά. Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει δεκτή η θέση του αιτητή ότι οι καθ' ων η αίτηση είχαν εκτιμήσει το 2006 ότι η αποτυχία του στις εξετάσεις δεν ήταν παράγοντας ανασταλτικός στην έκδοση του επίδικου πιστοποιητικού, εκτίμηση την οποία μετέβαλαν αργότερα.

 

Δεν διαπίστωσα πως οι καθ' ων η αίτηση χειρίστηκαν το ζήτημα της ανάκλησης ως εάν να επρόκειτο περί ανάκλησης νόμιμης πράξης. Στην πρώτη επιστολή προς τον αιτητή ημερ. 26.1.2012, γινόταν αναφορά σε ανάκληση προς αποκατάσταση της νομιμότητας ενώ στη δεύτερη ημερ. 31.7.2013 γινόταν αναφορά σε εξ υπαρχής παράνομες πράξεις, σε παράνομο πιστοποιητικό ικανότητας εργολήπτη και στα συναφή παράνομα πιστοποιητικά εγγραφής, με επίκληση του άρθρου 54 του Ν. 158(Ι)/99.

 

Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο ανάκληση παράνομης διοικητικής πράξης είναι δυνατό να γίνει ακόμη και μετά την παρέλευση εύλογου χρόνου εάν γίνεται για λόγους δημόσιου συμφέροντος.  Τέτοια ανάκληση μπορεί να γίνει και αναδρομικά.

 

Δεν θεωρώ πως είναι καθοριστικό το κατά πόσο ο αιτητής είχε ενημερωθεί για την αποτυχία του στις εξετάσεις ή όχι πράγμα το οποίο θα επιδρούσε ενδεχομένως στη δυνατότητα της διοίκησης να ανακαλέσει παράνομη διοικητική πράξη ακόμη και μετά την πάροδο εύλογου χρόνου. Εν προκειμένω, σε συμφωνία με τους καθ' ων η αίτηση, θεωρώ ότι η άσκηση του επαγγέλματος εργολήπτη ηλεκτρικών εγκαταστάσεων είναι άμεσα συνδεδεμένη με το δημόσιο συμφέρον εφόσον πρέπει να διασφαλίζεται η ασφάλεια προσώπων και περιουσίας από τους κινδύνους που συνεπάγεται η χρήση του ηλεκτρικού ρεύματος γι' αυτό και η σχετική εξέταση μέσα από την οποία η γνώση αυτή θα διαπιστωνόταν. Κατά την κρίση μου, η περίπτωση είναι τέτοια που δεν χρειαζόταν εξειδίκευση των λόγων δημοσίου συμφέροντος πέραν των πιο πάνω ώστε να μην χωρούσε και η εισηγούμενη από τον αιτητή στάθμιση όλων των αναμιγμένων συμφερόντων ή η επιλογή της λιγότερο επαχθούς λύσης για το διοικούμενο.

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω οι ισχυρισμοί του αιτητή απορρίπτονται. Στην περίπτωση, λόγοι δημοσίου συμφέροντος δικαιολογούν την ανάκληση της παράνομης αυτής διοικητικής πράξης έξω από τα πλαίσια του εύλογου χρόνου, εν προκειμένω, των επτά ετών, μάλιστα αναδρομικά.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.  Υπό τις περιστάσεις, τα έξοδα περιορίζονται  στα €500 εναντίον του αιτητή.

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο