ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D521
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.462 /2013)
15 Ioυλίου, 2015
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δικαστής]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 1A, 23, 28 και 146 του Συντάγματος
1. ΜΙΧΑΛΗ ΚΑΣΗ ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΛΤΔ
2. (α) ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
(β) ΚEMAL HASSAN KAZI, ως διαχειριστών της περιουσίας της αποβιωσάσης Ahmed Hanum ή Perper ή Hassan Ingiliz
Αιτητές,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ
2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Π.Παναγιώτου, για Μαρκίδη, Μαρκίδη & Σία ΔΕΠΕ, για τους αιτητές
Λ.Λάμπρου - Ουστά, (κα.), - δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους καθ΄ων η αίτηση
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, οι Αιτητές ζητούν:
1. Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ' ου η Αίτηση 1, για την οποία οι Αιτητές πληροφορήθηκαν από επιστολή ημερομηνίας 27.12.2012, (Παράρτημα «Α» στην Προσφυγή) και με την οποία ο καθ' ου η Αίτηση 1 δεν έδωσε την συγκατάθεσή του για την κατάθεση στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας ενός πωλητηρίου εγγράφου που αφορούσε αγοραπωλησία μεταξύ της Αιτήτριας 1 ως αγοραστή και των Αιτητών 2 (α) και (β) ως πωλητή, του κτήματος με αριθμό εγγραφής 9583, Φ.Σχ. 40/560503, τμήμα 10, τεμάχιο 1265, που βρίσκεται στην τοποθεσία Τζιανουριές, στην ενορία Σωτήρος, εντός των δημοτικών ορίων Λάρνακας, της επαρχίας Λάρνακας, είναι άκυρη και/ ή στερείται οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος, και
2. Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ΄ ου η Αίτηση 2, η οποία κοινοποιήθηκε στους Αιτητές με την επιστολή ημερομηνίας 27.12.2012, (Παράρτημα «Α» στην Προσφυγή) και με την οποία ο καθ' ου η Αίτηση 2 δεν αποδέχτηκε την κατάθεση στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας ενός πωλητηρίου εγγράφου που αφορούσε αγοραπωλησία μεταξύ της Αιτήτριας 1 ως αγοραστή και των Αιτητών 2 (α) και (β) ως πωλητή, του ως άνω κτήματος, είναι άκυρη και/ ή στερείται οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Η Ahmed Hanum ή Perper ή Hassan Ingiliz, τέως από τη Λάρνακα, η οποία απεβίωσε το 1945 ήταν η ιδιοκτήτρια του επίδικου ως άνω ακινήτου.
Οι Αιτητές 2 (α) και (β) έχουν διοριστεί ως διαχειριστές της περιουσίας της ως άνω αποβιώσασας δυνάμει διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 16.03.2008, στα πλαίσια της αίτησης διαχείρισης υπ' αριθμό 211/08 Παράρτημα «Β» στην προσφυγή. Η δε Αιτήτρια 1 κατέχει το επίδικο ακίνητο από το 1982 δυνάμει άδειας, η οποία της χορηγήθηκε από την Κεντρική Επιτροπή Διαχειρίσεως Τ/Κ Περιουσιών, καταβάλλοντας το συμφωνημένο ενοίκιο. (βλ. Παράρτημα «Γ», στην προσφυγή).
Κατόπιν αίτησης των Αιτητών 2 (α) και (β) που υποβλήθηκε στα πλαίσια της ως άνω Αίτησης Διαχείρισης, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εξέδωσε την 21.05.2010 διάταγμα με το οποίο διατάσσονται οι Αιτητές 2 (α) και (β) όπως πωλήσουν το επίδικο ακίνητο και όπως παρουσιαστούν ενώπιον του Αρμόδιου Κτηματολογίου και υπογράψουν δήλωση για εγγραφή και μεταβίβαση του εν λόγω ακινήτου επ' ονόματι οιουδήποτε προσώπου ήθελε αυτό πωληθεί. (βλ. παράρτημα Δ στην προσφυγή).
Λόγω του ότι στο αναφερόμενο διάταγμα, δεν είχε περιγραφεί ορθά το επίδικο ακίνητο, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας με διάταγμά του ημερομηνίας 01.06.2010 τροποποίησε το προηγούμενό του διάταγμα ημερομηνίας 21.05.2010 ούτως ώστε να καταγραφεί σωστά η περιγραφή του επίδικου ακινήτου. (βλ. Παράρτημα Ε επί της προσφυγής).
Δυνάμει αγοραπωλητηρίου εγγράφου ημερομηνίας 10.06.2010 που συνάφθηκε μεταξύ της Αιτήτριας 1 ως αγοραστή και των Αιτητών 2 (α) και (β) υπό την ιδιότητά τους ως διαχειριστών της περιουσίας της πιο πάνω αποβιωσάσης ως πωλητή, τα μέρη συμφώνησαν όπως οι Αιτητές 2 (α) και (β) πωλήσουν και μεταβιβάσουν στην Αιτήτρια 1 το αναφερόμενο κτήμα (βλ. Παράρτημα Στ επί της προσφυγής).
Ο δικηγόρος κ. Γιώργος Βασιλείου εκ των διαχειριστών της περιουσίας της αποβιώσασας, με δύο επιστολές του ημερομηνίας 5.7.2010, ζήτησε την έγκριση του Υπουργού Εσωτερικών ως Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσιών για πώληση του εν λόγω κτήματος. Προς τούτο υπέβαλε στοιχεία και ανέφερε ότι εκδόθηκε το ως άνω Διάταγμα Δικαστηρίου για πώληση του εν λόγω κτήματος. Αντίγραφα των επιστολών αυτών καθώς και των συνημμένων σε αυτές εγγράφων, επισυνάπτονται στην ένσταση της Δημοκρατίας ως παράρτημα Α.
Με την επιστολή του με αρ. φακ.132/86/19 και ημερομηνία 30.7.2010, ο Διευθυντής Υπηρεσίας Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών υπέβαλε, όπως του είχε ζητηθεί, τις απόψεις του επί του υπό συζήτηση αιτήματος. Αντίγραφο της επιστολής αυτής είναι το παράρτημα Β.
Ακολούθως ο ίδιος δικηγόρος καταχώρησε σχετική απογραφή της κληρονομούμενης περιουσίας. (βλ.παράρτημα Γ).
Ο Διευθυντής Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας με την επιστολή του με αρ. φακ.Κ.Χ.Τ.20.3.01.1196 ημερομηνίας 20.2.2012 υπέβαλε την υπόθεση στο Διευθυντή Υπηρεσίας Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών, με κοινοποίηση προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών για τη συγκατάθεση του Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσιών, για αποδοχή του Πωλητηρίου Εγγράφου, σύμφωνα με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου αρ.60.821 ημερομηνίας 15.9.2004 και σύμφωνα με τους Νόμους 49/70 και 139/91. Αντίγραφο αυτής της επιστολής είναι το παράρτημα Δ.
Στη συνέχεια, ο κ.Βασιλείου έδωσε, με επιστολή του ημερομηνίας 22.6.2012, στοιχεία αναφορικά με τη διαμονή δύο εκ των κληρονόμων της αποβιώσασας Τ/Κ που διαμένουν στην Ελλάδα. Αντίγραφο της επιστολής αυτής είναι το παράρτημα Ε.
Με επιστολή του δε ημερομηνίας 20.9.2012, ο προαναφερόμενος δικηγόρος υπέβαλε αντίγραφο κατάστασης οφειλομένων φόρων. Πρόκειται για φόρους κεφαλαιουχικών κερδών που θα ήταν πληρωτέοι σε περίπτωση έγκρισης της αγοραπωλησίας. Αντίγραφο της επιστολής είναι το παράρτημα ΣΤ.
Ο Έπαρχος Λάρνακας με την επιστολή του με αρ. φακ. Τ/Κ 2/2007 και ημερομηνία 26.9.2012, ενημέρωσε την Αν. Διευθύντρια Υπηρεσίας Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών αναφορικά με το καθεστώς κατοχής και χρήσης της υπό πώληση περιουσίας. Αντίγραφο της επιστολής αυτής είναι το παράρτημα Ζ.
Με σημείωμα ημερομηνίας 19.10.2012 το αίτημα αγοραπωλησίας τέθηκε ενώπιον της Υπουργού Εσωτερικών ως Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσιών, με εισήγηση όπως μη γίνει αποδεκτό, λαμβανομένων υπόψη ότι: α) δεν οφείλεται φόρος κληρονομιάς σε σχέση με την περιουσία της αποβιώσασας, β) οι πλείστοι των κληρονόμων διαμένουν μόνιμα στα κατεχόμενα και οι άλλοι δύο εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Ελλάδα από το 1977 και μετέπειτα και γ) λόγω της μεγάλης αξίας της υπό πώληση Τ/Κ περιουσίας το θέμα θα πρέπει να τεθεί ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου, ενώ η πολιτική που ακολουθείται για προώθηση ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου τέτοιων περιπτώσεων είναι περιοριστική. Αντίγραφο του σημειώματος αυτού είναι το παράρτημα Η.
Με την ταυτάριθμη επιστολή ημερομηνίας 3.12.2012, αντίγραφο της οποίας είναι το παράρτημα Θ, ενημερώθηκε ο Διευθυντής Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας αναφορικά με την απόρριψη του αιτήματος και τους λόγους απόρριψής του.
Ο Διευθυντής Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας με την επιστολή του με αρ. φακ. Κ.Χ.Τ.20.3.01.1196 ημερομηνίας 27.12.2012, αντίγραφο της οποίας είναι το παράρτημα I, ενημέρωσε τους ενδιαφερόμενους αναφορικά με την απόρριψη και τους λόγους απόρριψης του αιτήματος αγοραπωλησίας.
Η κυριότερη βάση επί των λόγων προσφυγής των αιτητών στη νομική διάσταση του πράγματος αφορά στο ότι κατά την κρίση τους η αποβιώσασα Ahmed Hanum δεν μπορεί να θεωρηθεί μέλος της τουρκοκυπριακής κοινότητας λόγω του ότι είχε αποβιώσει το 1945. Συνεπώς, δεν απέκτησε την ιδιότητα του πολίτη της Δημοκρατίας με βάση το Σύνταγμα. Προσθέτως, η περιουσία της με βάση το άρθρο 2 του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, Διαχείριση και άλλα Θέματα (Προσωριναί Διατάξεις) Ν.139/91 δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εγκαταλειφθήσα, όπως συγκεκριμένα αναλύουν στις σελ.7 και επόμενα της αγόρευσης τους. Στο άρθρο 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι ένας πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας ανήκει είτε στην Ελληνική είτε στην Τουρκική κοινότητα, ενώ όποιος αποκτά την ιδιότητα του Κύπριου πολίτη μετά την πάροδο 3 μηνών από την ημέρα που τέθηκε σε ισχύ το Σύνταγμα πρέπει να επιλέξει εντός 3 μηνών από την ημέρα που αποκτά την ιδιότητα του κύπριου πολίτη σε ποία από τις δύο κοινότητες θα ανήκει. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ.Παναγιώτου μη πολίτης Δημοκρατίας δεν μπορεί να ανήκει σε οποιανδήποτε από τις δύο κοινότητες. Καταληκτικά η πλευρά των αιτητών με επίκληση και της υπόθεσης Α & A Enterprises Ltd v. Yπουργού Εσωτερικών ως Κηδεμόνα των Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (2009) 4Α Α.Α.Δ. 97, εισηγείται ότι η ιδιοκτήτρια του επίδικου τεμαχίου δεν υπόκειται στις πρόνοιες του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών Νόμου (ανωτέρω) και ως εκ τούτου λανθασμένα ζητήθηκε η συγκατάθεση του Κηδεμόνα.
Επάλληλα με τα πιο πάνω γίνεται εισήγηση κυρίως ότι υπάρχει παραβίαση του άρθρου 23 του Συντάγματος ως προς τη δυνατότητα διάθεσης της επίδικης περιουσίας, του άρθρου 28 ως προς την αρχή της ισότητας με ταυτόχρονη επίκληση της Συνθήκης για την ΄Ιδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Αρχής της Υπεροχής του Κοινοτικού Δικαίου, όπως επίσης του ΄Αρθρου 1 του 12ου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συνθήκης και της Προάσπισης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και άλλων συναφών νομοθεσιών ως περιγράφονται και αναλύονται στις σελίδες 15-23 της αγόρευσης των αιτητών.
Περαιτέρω γίνεται εισήγηση ότι η διοίκηση ενήργησε με βάση τα πιο πάνω υπό καθεστώς νομικής και πραγματικής πλάνης (βλ. σελ.23-26 της αγόρευσης) ότι δεν υπάρχει δέουσα αιτιολογία (σελ.26 μέχρι 29 της αγόρευσης). Παράλληλα γίνεται επίκληση ως λόγο ακυρώσεως ότι δεν προηγήθηκε της έκδοσης της απόφασης η δέουσα ή οποιαδήποτε έρευνα. Γίνεται ειδική μνεία στο Παράρτημα «Θ» επί της ένστασης, δηλαδή την επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών προς το Διευθυντή του Κτηματολογίου ημερ. 3.12.2012 στην οποία δίνεται ως λόγος, μεταξύ άλλων, για το ότι δεν δόθηκε η συγκατάθεση του Κηδεμόνα ότι οι πλείστοι των κληρονόμων διαμένουν μόνιμα στα κατεχόμενα και προφανώς κατέχουν ελληλοκυπριακές περιουσίες. Αυτή, η υπό μορφή κατάληξη ατεκμηρίωτη θέση, καταδεικνύει ότι οι καθ΄ων η αίτηση δεν τήρησαν την υποχρέωση τους για δέουσα έρευνα αφού ουσιαστικά παραδέχονται ότι δεν έχουν στοιχεία αν οι κληρονόμοι κατέχουν ή όχι ελληνοκυπριακές περιουσίες στα κατεχόμενα.
Στην αντίπερα πλευρά, η Δημοκρατία θεωρεί ότι η πράξη της διοίκησης υπήρξε νόμιμη, έγκυρη, ληφθείσα κατόπιν δέουσας έρευνα και με δέουσα αιτιολογία. Γίνεται ειδική αναφορά στους κληρονόμους της αποβιώσασας (βλ. σελ. 9 και επόμενες της αγόρευσης της κας.Ουστά) και αφού γίνεται συνδυασμός και υπαγωγή των δεδομένων στο υφιστάμενο νομικό καθεστώς στην Κύπρο αναφέρεται ότι ο Νόμος έχει εφαρμοστεί στα ορθά του πλαίσια με επίκληση των σχετικών προϋποθέσεων, του άρθρου 3 του πιο πάνω Νόμου, ειδικά της τροποποίησης που επήλθε με τον Νόμο 39(Ι)/10, ο οποίος έδωσε διευρυμένες εξουσίες στον Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών.
΄Εχω εξετάσει τις πιο πάνω θέσεις ως αναλύονται στις λεπτομερείς και επιμελείς αγορεύσεις των δύο πλευρών, με βάση τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης όπως συνάγονται από τα έγγραφα που συνοδεύουν τόσο την αίτηση όσο και την ένσταση, τα οποία είναι κοινά, αλλά και αφού έλαβα υπόψη το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ο οποίος έχει κατατεθεί στα πλαίσια της υπόθεσης.
Το πρώτιστο ερώτημα που πρέπει να τεθεί και να απαντηθεί είναι αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Νόμου για την έννοια του «τουρκοκύπριου» και την έννοια της «τουρκοκυπριακής περιουσίας», έννοιες οι οποίες είναι συναφείς εκ της φύσεως τους, αλλά και από τον ίδιο το Ν.139/91.
Εκτός από το Ν.139/91, απόλυτα συναφή είναι τα σχετικά μέρη του Συντάγματος, ειδικά το ΄Αρθ.2 του Συντάγματος το οποίο έχει ως εξής:
«∆ιά τους σκοπούς του παρόντος Συντάγ΅ατος:
(1) ...
(2) Την τουρκικήν κοινότητα αποτελούσιν άπαντες oι πολίται της ∆η΅οκρατίας, οίτινες είναι τουρκικής καταγωγής και έχουσιν ως ΅ητρικήν γλώσσαν την τουρκικήν ή ΅ετέχουσι των τουρκικών πολιτιστικών παραδόσεων ή είναι ΅ωα΅εθανοί.»
Με βάση το άρθ.2 του Ν.139/91 τουρκοκυπριακή περιουσία περιλαμβάνει κάθε ιδιοκτησία κινητή ή ακίνητη που ανήκει σε τουρκοκύπριο και βρίσκεται στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση σίγουρα πρόκειται για περιουσία στις ελεγχόμενες περιοχές αφού βρίσκεται στην επαρχία Λάρνακας.
Με βάση το αρθ.2 επίσης του ιδίου Νόμου:
«Τουρκοκύπριος» ση΅αίνει Τουρκοκύπριο που δεν έχει τη συνήθη δια΅ονή του στις ελεγχό΅ενες από τη ∆η΅οκρατία περιοχές και περιλα΅βάνει εταιρεία ή άλλο νο΅ικό πρόσωπο που ελέγχεται από Τουρκοκύπριο, καθώς και το Εβκάφ»
Σημασία για το ερμηνευτικό αυτό άρθρο έχει προσθέτως το 2ο τμήμα του Παραρτήμτος Δ της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης (Annex D, section 2), στο οποίο αναφέρονται τα εξής:
«Any citizen of the United Kingdom and Colonies who on the date of this Treaty possesses any of the qualifications specified in paragraph 2 of this Section shall on that date become a citizen of the Republic of Cyprus if he was ordinarily resident in the Island of Cyprus at any time in the period of five years immediately before the date of this Treaty".
Δεν αγνοείται επίσης το προοίμιο του πιο πάνω Νόμου όπου αναφέρονται τα εξής:
«Επειδή, συνεπεία της ΅αζικής ΅ετακίνησης του Τουρκοκυπριακού πληθυσ΅ού ως αποτέλεσ΅α της Τουρκικής εισβολής στις περιοχές που κατέχονται από τις Τουρκικές δυνά΅εις εισβολής και της απαγόρευσης από τις δυνά΅εις αυτές της διακiνησης του πληθυσ΅ού αυτού στις περιοχές της Κυπριακής ∆η΅οκρατίας, εγκαταλείφθηκαν περιουσίες που αποτελούνται από κινητή και ακίνητη ιδιοκτησία, Και επειδή για την προστασία των περιουσιών αυτών κατέστη απαραίτητη η ά΅εση λήψη ΅έτρων, Και επειδή ΅εταξύ των ΅έτρων που λήφθηκαν περιλα΅βανόταν και η διαχείριση των περιουσιών αυτών από ειδική επιτροπή που συστάθηκε ΅ε διοικητικές διευθετήσεις, Και επειδή κατέστη αναγκαία η νο΅οθετική ρύθ΅ιση του θέ΅ατος των Τουρκοκυπριακών περιουσιών στη ∆η΅οκρατία. Για όλα αυτά η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
.....»
Αφού έχω μελετήσει τις σχετικές πρόνοιες δεν θεωρώ ότι η ως άνω αποβιώσασα και η περιουσία της μπορεί να εξαιρεθεί των προνοιών του Νόμου. Με κρατούμενο το γεγονός ότι η αποβιώσασα έχει πεθάνει το 1945 πριν την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, και με ταυτόχρονο δεδομένο ότι η περιουσία της παρέμεινε άνευ σχετικής διαχείρισης, αλλά χωρίς αμφιβολία με κληρονόμους οι οποίοι κληρονόμοι (αν και όχι όλοι), κατά πάντα χρόνο κατοικούσαν και ή κατοικούν στην Κύπρο, αλλά όχι στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, θεωρώ ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις της ανάγκης διαφύλαξης της περιουσίας ως εγκαταλειφθήσας στα πλαίσια του Νόμου. Τυπικά οι κληρονόμοι αποκτούν ιδιοκτησιακό δικαίωμα μετά την ολοκλήρωση της διαχείρισης και της διανομής της περιουσίας. Όμως, κατά πάντα χρόνο, εφόσον ακριβώς υπάρχει διαχείριση της περιουσίας έχουν εν δυνάμει δικαίωμα με βάση την κληρονομική τους διαδοχή ως προς τον αποβιώσαντα να αποκτήσουν ανάλογο δικαίωμα ιδιοκτησίας. Γι΄αυτό και είναι σχετικό - και ορθά εκρίθη ως τέτοιο - το καθεστώς της διαμονής των κληρονόμων.
Με βάση και τις ίδιες τις τεκμηριώσεις που έγιναν από το δικηγόρο της διαχείρισης, πλείστοι των κληρονόμων διαμένουν σε μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές της Κύπρου. Ουδείς επέστρεψε στις ελεγχόμενες περιοχές και νόμιμα η σχετική περιουσία θεωρείται ως εγκαταλειφθήσα και νόμιμα έχει υπαχθεί στο καθεστώς του Κηδεμόνα. (βλ. Basma v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 619).
Συνεπώς, οι πιο πάνω αιτιάσεις της προσφυγής, δεν με βρίσκουν σύμφωνη και απορρίπτονται.
΄Ολοι οι λοιποί λόγοι οι οποίοι αφορούν έλλειψη αιτιολογίας, πλάνης περί τα πράγματα και μη δέουσα έρευνα ως έχουν παρατεθεί πιο πάνω ομοίως δεν έχουν βάση. Με σχετική τροποποίηση του Νόμου 139/91 (ειδικά το άρθρο 3 όπως διαμορφώθηκε με το Ν.39(Ι)/10) οι εξουσίες του Κηδεμόνα διευρύνονται και τίθενται κάποιοι σχετικοί παράμετροι στην άσκηση της εξουσίας του, ως εξής:
«3. Ο Υπουργός διορίζεται ΅ε τον παρόντα Νό΅ο Κηδε΅όνας των Τουρκοκυπριακών περιουσιών και τις διαχειρίζεται σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις του παρόντος Νό΅ου και ασκεί τις αρ΅οδιότητες που του χορηγούνται ΅ε τον παρόντα Νό΅ο διαρκούσης της έκρυθ΅ης κατάστασης και ΅έχρις ότου επιτευχθεί τελική διευθέτηση του θέ΅ατος αυτού:
Νοείται ότι στα πλαίσια άσκησης της πιο πάνω εξουσίας του να διαχειρίζεται Τουρκοκυπριακές περιουσίες διαρκούσης της έκρυθ΅ης κατάστασης, ο Υπουργός έχει επίσης εξουσία ως διαχειριστής, να άρει ΅ε δεόντως αιτιολογη΅ένη απόφασή του και υπό τους κατά την κρίση του κατάλληλους όρους τη διαχείριση συγκεκρι΅ένης Τουρκοκυπριακής περιουσίας ή ΅έρους αυτής, αφού λάβει υπόψη σε σχέση ΅ε τη διαχείριση τις συνθήκες και περιστάσεις της κάθε περίπτωσης και σταθ΅ίσει όλους τους σχετικούς ΅ε το θέ΅α αυτό παράγοντες, περιλα΅βανο΅ένου του κατά πόσο ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας ή οι κληρονό΅οι ή οι διάδοχοί του στον τίτλο, ανάλογα ΅ε την περίπτωση, κατέχουν περιουσία που ανήκει σε Ελληνοκύπριο στις ΅η ελεγχό΅ενες από τη ∆η΅οκρατία περιοχές:
Νοείται περαιτέρω ότι προσ΅ετρούν θετικά σε άρση της διαχείρισης Τουρκοκυπριακής περιουσίας, ΅εταξύ άλλων, οι πιο κάτω παράγοντες:
(α) Ότι πρόκειται για τη διαχείριση περιουσίας που όταν περιήλθε στο καθεστώς διαχείρισής της από τον Κηδε΅όνα ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας είχε τη συνήθη δια΅ονή του στο εξωτερικό όπου είχε ΅εταβεί οποτεδήποτε πριν ή ΅ετά την τουρκική εισβολή του 1974 και ο εν λόγω ιδιοκτήτης συνεχίζει να δια΅ένει εκεί ή επέστρεψε ή επιστρέφει από το εξωτερικό για ΅όνι΅η εγκατάσταση στις ελεγχό΅ενες από τη ∆η΅οκρατία περιοχές, ή προτίθεται να επιστρέψει στις εν λόγω περιοχές,
(β) ότι πρόκειται για τη διαχείριση περιουσίας που σε οποιοδήποτε χρόνο ΅ετά που περιήλθε στο καθεστώς διαχείρισής της από τον Κηδε΅όνα ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας εγκαταστάθηκε ΅όνι΅α και συνεχίζει αδιάλειπτα να είναι ΅όνι΅α εγκατεστη΅ένος στις ελεγχό΅ενες από τη ∆η΅οκρατία περιοχές,
(γ) ότι η υπό διαχείριση περιουσία αφορά κατοικία στην οποία διέ΅ενε ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης και κάτοχός της πριν την τουρκική εισβολή του 1974 και στην οποία προτίθεται να κατοικήσει προσερχό΅ενος από τις ΅η ελεγχό΅ενες από τη ∆η΅οκρατία περιοχές για ΅όνι΅η εγκατάσταση στις ελεγχό΅ενες από τη ∆η΅οκρατία περιοχές."
΄Εχοντας κατά νου όλο το φάσμα των ενεργειών των καθ΄ων η αίτηση όπως περιγράφηκαν κρίνεται ότι και δέουσα έρευνα έγινε και η αιτιολογία στον πυρήνα των δεδομένων που ήταν σχετικά, δίδεται με ικανοποιητικό τρόπο. Δεν θα διαφωνήσω με τον κ.Παναγιώτου ότι ο όρος «οι κληρονόμοι προφανώς κατέχουν ελληνοκυπριακή περιουσία ....» δεν είναι πετυχεμένος και δεικνύει μια εκ πρώτης όψεως επιδερμική αντιμετώπιση, αν απομονωθεί. Όμως, τούτο δεν επιδρά με θνησιγενή τρόπο, στο σύνολο των δεδομένων που συνιστούσαν την έρευνα και τη δοθείσα αιτιολογία, έχοντας υπόψη και το σύνολο του φακέλου ο οποίος και εναρμονίζεται με τις επίδικες αποφάσεις (βλ.άρθρο 29 των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου, Ν.158(1)/99 και Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145).
Ως προς τους ισχυρισμούς περί αντισυνταγματικότητας και τις συναφείς θέσεις για παράβαση της κοινοτικής νομοθεσίας η οποία έχει εκτεθεί πιο πάνω θα επαναλάβω αυτά που έχω πει στην Υποθ. αρ. 1558/12 Χρ. Σωτηρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 15.5.2015, δηλαδή το ότι επί παρομοίων ισχυρισμών αντιπαραβάλλονται η ισχύς και το ratio των υποθέσεων Α.Χρ. Σολομωνίδης Λτδ κ.ά. ν. Γεν.Εισαγγελέα κ.ά. (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 1275, Perihan Mustafa Korkut v. Γεωργίου (2008) 1(Β) Α.Α.Δ. 905 και Suleyman v. Δημοκρατία αρ.υποθ. 99/05, ημερ. 21.5.07. Τίποτε από αυτά που εν πάση περιπτώσει, γενικά, θέτει η πλευρά των αιτητών δεν ανατρέπουν τα, στις πιο πάνω υποθέσεις, λεχθέντα.
Για τους λόγους που έχω εξηγήσει η προσφυγή απορρίπτεται και οι επίδικες αποφάσεις επικυρώνονται. Τα έξοδα εκ ποσού 1.200 επιδικάζονται υπέρ των καθ΄ων η αίτηση.
Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου,
Δ.