ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 ΑΑΔ 422
Νικολαΐδης κ.α. ν. Μηνά κ.α. (1994) 3 ΑΑΔ 321
Μορίτσης Χαράλαμπος ν. Φιλίππας Καρσερά (2009) 3 ΑΑΔ 109
Λαμπρατσιώτη Μαρία ν. Ηλιάνας Ανδρέου και άλλης (2013) 3 ΑΑΔ 202
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:D439
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 715/2012)
22 Ιουνίου, 2015
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Ρ. Καλλιγέρου (κα), για τον Αιτητή.
Λ. Λάμπρου-Ουστά, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει το διορισμό του Διονύσιου Κόμπου (ενδιαφερόμενου) στη μόνιμη θέση Διευθυντή Υπηρεσίας Ευρωπαϊκών Υποθέσεων στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) αποφάσισε στις 24 Μαρτίου 2008 να προβεί στην πλήρωση της θέσης του Διευθυντή Υπηρεσίας Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, η οποία ήταν κενή από τις 15 Νοεμβρίου 2007, παρόλο που, η αρμοδία Αρχή δεν είχε υποβάλει πρόταση για πλήρωση της θέσης. Η θέση δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 6 Ιουνίου 2008 και υποβλήθηκαν 19 αιτήσεις.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή σε συνεδρία της ημερ. 20 Ιουνίου 2011 αποφάσισε να καλέσει τους προσοντούχους υποψηφίους σε προφορική συνέντευξη στις 19 Ιουλίου 2011. Κατά την εν λόγω συνέντευξη αξιολογήθηκε ο αιτητής ως πολύ καλός, ο δε ενδιαφερόμενος ως εξαίρετος. Στη συνέχεια, η Συμβουλευτική Επιτροπή προχώρησε σε τελική αξιολόγηση όλων των υποψηφίων και αφού έλαβε υπόψη της την εντύπωση που διαμόρφωσε, σχετικά με τον κάθε υποψήφιο, στην προφορική εξέταση, τη φύση των καθηκόντων που αναμένεται να εκτελεί το άτομο που θα διοριστεί, τα προσόντα και τις γνώσεις του καθενός σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, αξιολόγησε τον αιτητή ως πάρα πολύ καλό και τον ενδιαφερόμενο ως εξαίρετο. Ακολούθως, αποφάσισε ομόφωνα να συστήσει στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας τρεις υποψηφίους μεταξύ των οποίων τον αιτητή και τον ενδιαφερόμενο. Ετοίμασε δε σχετική έκθεση ημερ. 30 Σεπτεμβρίου 2011.
Η ΕΔΥ κάλεσε, στις 4 Ιανουαρίου 2012, τους τρεις υποψηφίους σε προφορική συνέντευξη, στην παρουσία του Γενικού Διευθυντή της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Ο Γενικός Διευθυντής αξιολόγησε τον αιτητή ως σχεδόν εξαίρετο, ενώ τον ενδιαφερόμενο ως εξαίρετο. Σύστησε για προαγωγή τον τελευταίο. Στη συνέχεια, η ΕΔΥ προέβηκε στη δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Αξιολόγησε τον αιτητή και τον ενδιαφερόμενο ως εξαίρετους. Αφού έλαβε υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων, την απόδοση τους κατά την προφορική εξέταση και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, κατέληξε και προχώρησε στην προαγωγή του ενδιαφερομένου στην εν λόγω θέση.
Ο αιτητής αρχικώς, εισηγήθηκε ότι, οι καθ'ων η αίτηση δεν είχαν προβεί σε δέουσα έρευνα αναφορικά με τα προσόντα του ενδιαφερομένου. Υπό πλάνη τον θεώρησαν ως προσοντούχο ενώ δεν πληρούσε τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα. Συγκεκριμενοποίησε την εισήγηση ότι το πτυχίο του ενδιαφερομένου, το οποίο είναι στην οικονομική και κοινωνική διοίκηση, δεν ικανοποιεί την παράγραφο 3(1)(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Η εν λόγω παράγραφος προβλέπει αναφορικά με το απαιτούμενο προσόν:
"Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος στα Νομικά (περιλαμβανόμενου του Barrister-at-Law) ή στη Δημόσια Διοίκηση."
Ο ενδιαφερόμενος εισηγήθηκε, προδικαστικώς ότι, ο αιτητής δεν νομιμοποιείται να προβάλλει τέτοιο ισχυρισμό γιατί ανάλογη διαδικασία ακολουθήθηκε και σε συνάρτηση με το μεταπτυχιακό του δίπλωμα. Δεν μπορεί, εισηγήθηκε, να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει την έρευνα που έγινε.
Η εν λόγω προδικαστική ένσταση δεν έχει έρεισμα και απορρίπτεται. Είναι γεγονός ότι, κατά το στάδιο της διαδικασίας ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής είχαν διατυπωθεί επιφυλάξεις αναφορικά με το μεταπτυχιακό τίτλο που κατείχε ο αιτητής, ιδιαιτέρως σε συνάρτηση με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Το θέμα τούτο παρέμεινε προς απόφανση από την ΕΔΥ. Η τελευταία εξέτασε το θέμα στις 18 Νοεμβρίου 2011 και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής ήταν προσοντούχος, με το σκεπτικό ότι, στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Λειτουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, στην οποία είχε διοριστεί ο αιτητής, η ύπαρξη μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου στο κοινοτικό δίκαιο ή στις ευρωπαϊκές σπουδές, ήταν απαραίτητο στοιχείο. Κατά συνέπεια, με το διορισμό του αιτητή, στην εν λόγω θέση, τεκμαίρετο ότι κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα.
Με γνώμονα τα πιο πάνω, η ΕΔΥ δεν χρειαζόταν να προβεί σε νέα, επί του προκειμένου, έρευνα. Ο διορισμός στην προηγούμενη θέση, που απαιτούσε την ύπαρξη μεταπτυχιακού τίτλου στις ευρωπαϊκές σπουδές, δημιουργούσε αμάχητο τεκμήριο ότι ο αιτητής κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα. Σε αντίθετη περίπτωση, αν γινόταν αποδεκτή η εισήγηση του ενδιαφερομένου, θα καθιστούσε ένα παρεμπίπτοντα έλεγχο ή αναψηλάφηση άλλης διοικητικής πράξης, πράγμα το οποίο δεν επιτρέπεται. (Βλ. Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 422).
Οι εισηγήσεις που έγιναν από τον ενδιαφερόμενο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές ούτε να προωθηθούν περαιτέρω, καθότι ο ενδιαφερόμενος, λαμβάνει μέρος στη διαδικασία, με σκοπό να υποστηρίξει την ορθότητα της απόφασης της διοίκησης. Το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στην Λαμπρατσιώτη ν. Ανδρέου κ.ά (2013) 3 Α.Α.Δ. 202 είναι σχετικό. Ιδιαιτέρως αναφέρεται στη σελ. 211:
"Άλλωστε η νομολογία αποδοκιμάζει την έγερση θεμάτων από το ενδιαφερόμενο μέρος που έρχονται σ' αντίθεση με τη θέση που λαμβάνει το διοικητικό όργανο, το οποίο είναι βεβαίως κατ' εξοχήν το αρμόδιο σώμα να αποφασίσει πώς θα χειριστεί μια ακυρωτική από το Ανώτατο Δικαστήριο, απόφαση. Ένα ενδιαφερόμενο μέρος οφείλει να συνδράμει στην απόφαση και όχι να προβάλλει χωριστές αιτιάσεις στήριξης της διοικητικής πράξης έξω από το χειρισμό της ίδιας της διοίκησης. Η εμπλοκή του ενδιαφερομένου μέρους στην όλη διαδικασία αποσκοπεί στην υποστήριξη της διοικητικής απόφασης, (Μορίτσης ν. Καρσερά (2009) 3 Α.Α.Δ. 109 και Κυπριανού κ.ά. ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Συνεκδ. Προσφ. Αρ. 1519/09 κ.ά., ημερ. 20.7.2012)."
Η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε τον ενδιαφερόμενο ως προσοντούχο, με βάση την αναλυτική κατάσταση μαθημάτων που επισύναψε στην αίτηση του. Στη συνέχεια η ΕΔΥ, βασιζόμενη στην εν λόγω κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, έκρινε επίσης τον ενδιαφερόμενο ως προσοντούχο. Δεν φαίνεται, όμως, εάν η Συμβουλευτική Επιτροπή και η ΕΔΥ προέβηκαν σε έρευνα ως προς το κατά πόσο τα μαθήματα που αναφέρονται στην εν λόγω κατάσταση, ήταν τέτοια ώστε να δικαιολογούν κατάληξη ότι το πτυχίο του ενδιαφερομένου ήταν στη Δημόσια Διοίκηση.
Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Νικολαΐδης κ.ά. ν. Μηνά (1994) 3 Α.Α.Δ. 321:
"Το ερώτημα σε κάθε περίπτωση που εξετάζεται το πρέπον και η επάρκεια της έρευνας, είναι κατά πόσο έχει ερευνηθεί κάθε πτυχή του θέματος που τείνει να αποκαλύψει το διερευνούμενο γεγονός. Εφόσον τα στοιχεία που έχουν συλλεγεί φωτίζουν κάθε πτυχή του διερευνούμενου θέματος, η αξιολόγηση τους ανάγεται στην αρμοδιότητα της Διοίκησης. Το κριτήριο για την αξιολόγηση εγγράφων από το αρμόδιο διοικητικό όργανο είναι η αυθεντικότητα της προέλευσής τους, αφενός και η σχετικότητα του περιεχομένου τους προς το επίμαχο θέμα, αφετέρου."
Όπως έχω αναφέρει πιο πάνω, η κατάληξη της ΕΔΥ ότι ο ενδιαφερόμενος ήταν προσοντούχος βασίστηκε αποκλειστικά στην αναλυτική κατάσταση των μαθημάτων του, όπως αυτός την υπέβαλε. Είναι επιτρεπτή η αξιολόγηση πτυχίου ενδιαφερομένου, με βάση τα μαθήματα που παρακολούθησε. Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε εξέταση των προσόντων του ενδιαφερομένου για να καταλήξει εάν το προσόν που κατέχει ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας. Το Δικαστήριο εξετάζει μόνο εάν η απόφαση αυτή ήταν ευλόγως επιτρεπτή.
Η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμόδιου οργάνου. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα. Η έρευνα είναι επαρκής εάν και εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται.
Στην υπό κρίση υπόθεση διαπιστώνω ότι δεν έγινε ούτε συλλογή αλλά ούτε και διερεύνηση όλων των ουσιωδών στοιχείων, έτσι ώστε, να υπάρχει μια ασφαλής βάση για την εξαγωγή των αναγκαίων συμπερασμάτων. Αυτό τούτο το σκεπτικό, δυνάμει του οποίου οι καθ'ων η αίτηση οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι ο ενδιαφερόμενος είναι προσοντούχος, παραμένει άγνωστο με αποτέλεσμα να περιορίζεται η δυνατότητα άσκησης δικαστικού ελέγχου. Δεν έχω εντοπίσει, εντός του διοικητικού φακέλου, οποιαδήποτε έρευνα αναφορικά με τα μαθήματα που παρακολούθησε ο ενδιαφερόμενος έτσι ώστε να διαπιστωθεί αν από αυτά οι καθ'ων η αίτηση ορθώς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι έχει σχέση με δημόσια διοίκηση. Υπάρχουν μόνο κάποιες χειρόγραφες σημειώσεις στην αναλυτική κατάσταση (τεκμήριο 2, κυανούν 79).
Στην υπόθεση Πετράκη ν. Δημοκρατίας (2004) 4 Α.Α.Δ. 281 το δικαστήριο αποφάσισε ότι, η συνάφεια του διπλώματος που κατείχε ο ενδιαφερόμενος με το Σχέδιο Υπηρεσίας θα έπρεπε να είχε επιχειρηθεί μέσα από την παράθεση και τη σύγκριση των μαθημάτων που παρακολούθησε και των μαθημάτων που παρακολούθησε ένας φοιτητής για την απόκτηση του απαιτούμενου, με το Σχέδιο Υπηρεσίας, διπλώματος. Τότε μόνο θα ήταν δυνατό να διαπιστωθεί ότι το δίπλωμα ήταν αυτό που απαιτούσε το Σχέδιο Υπηρεσίας.
Παρομοίως, στην Υπ. Αρ. 1780/2008, Αντωνιάδου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 29 Μαρτίου 2010, όπου εκεί προέκυψε θέμα κατά πόσο με βάση την αναλυτική κατάσταση των μαθημάτων η ΕΔΥ θα μπορούσε να καταλήξει αναφορικά με το προσόν του ενδιαφερομένου, ο Δικαστής Ερωτοκρίτου ανέφερε τα πιο κάτω με τα οποία συμφωνώ:
̎Κατ' αρχάς από το πρακτικό δεν προκύπτει ότι η ΕΔΥ προέβη σε οποιαδήποτε έρευνα ώστε να ενημερωθεί κατά πόσο τα αναλυτικά μαθήματα του μεταπτυχιακού τίτλου του ΕΜ όντως είναι τέτοια που μπορούν εύλογα να καταστήσουν τον μεταπτυχιακό τίτλο του στο «Environmental Informatics», σχετικό «με την ανάπτυξη συστημάτων πληροφοριών στοιχείων γης Χωρομετρίας/ Χαρτογραφίας», όπως προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Ως αποτέλεσμα η ΕΔΥ πεπλανημένα θεώρησε ότι το ΕΜ ικανοποιεί τη σχετική απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Επίσης, ευσταθεί ο λόγος ακύρωσης που αφορά σε αιτιολογία εφόσον τα όσα αναφέρθηκαν από την ΕΔΥ δεν μπορούν να θεωρηθούν ως σαφής αιτιολογία. Πρόκειται για γενικόλογη αιτιολογία που χρησιμοποιεί το ζητούμενο ως απάντηση. Ανέτρεξα στο φάκελο για να εξετάσω αν η αιτιολογία θα μπορούσε να συμπληρωθεί από στοιχεία του φακέλου, αλλά δεν εντόπισα οτιδήποτε το σχετικό. Το Δικαστήριο αναμφίβολα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κρίση του διοικητικού οργάνου, ώστε να προβεί το ίδιο σε πρωτογενή κρίση. Όμως στα πλαίσια εξέτασης της νομιμότητας της επίδικης απόφασης διαπιστώνω ότι στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε έλλειψη έρευνας, πλάνη περί τα πράγματα και ελλιπής αιτιολογία."
Με γνώμονα τα πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται. Ποσό €1600 ως έξοδα επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ'ων η αίτηση.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ