ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D413
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 5708/13)
10 Ιουνίου, 2015
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.]
LOREDANA DIANA TOFAN,
Αιτήτρια,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ/Ή ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Ν. Ιακώβου (κα.) για Λ.Π. Δημητριάδη ΔΕΠΕ, για την Αιτήτρια.
Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου (κα.), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
___________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η αιτήτρια με την προσφυγή της ζητά:
«(Α) Δήλωση και/ή Απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση και/ή το διάταγμα της Καθ' ης η Αίτηση, ημερομηνίας 28 lουνίου 2013, με το οποίο διατάσσεται η κράτηση και/ή η απέλαση της Αιτήτριας είναι άκυρο και/ή παράνομο και/ή στερημένο οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
(Β) Οποιοδήποτε άλλο διάταγμα ή θεραπεία ή ένδικο μέσο, που το Δικαστήριο θα θεωρήσει εύλογο ή δίκαιο υπό τις περιστάσεις.
(Γ) Έξοδα και ΦΠΑ (Αρ. Μητρώου 263855Τ).»
Η αιτήτρια υπήκοος Ρουμανίας αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία, τελευταία φορά την 10/12/2007. Στις 12/2/2008 τέλεσε πολιτικό γάμο με τον κ. Νuram Alom Μito από το Μπαγκλαντές, ο οποίος έφτασε για πρώτη φορά στην Κύπρο την 1/7/2003 για να φοιτήσει σε κολλέγιο και εξασφαλίζοντας προσωρινή παραμονή.
Στις 05/10/2010 παραχωρήθηκε στον εν λόγω αλλοδαπό Δελτίο Διαμονής μέλους οικογένειας Πολίτη της Ένωσης (Residence Card) με ισχύ μέχρι 18/01/2013.
Στις 24/10/2010 διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν εύλογες αμφιβολίες αναφορικά με τη γνησιότητα του γάμου της αιτήτριας με τον πιο πάνω αλλοδαπό και το ζήτημα παραπέμφθηκε προς εξέταση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για Εικονικούς Γάμους . Στις 11/03/2011, η εν λόγω Επιτροπή έκρινε ότι ο γάμος ήταν εικονικός.
Στις 14/01/2013 ο αλλοδαπός υπέβαλε αίτηση για έκδοση Δελτίου Διαμονής για μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης που δεν είναι πολίτες κράτους μέλους της Ένωσης.
Η Διευθύντρια του Τμήματος κρίνοντας την 14/3/2013 ότι ο γάμος ήταν εικονικός αποφάσισε στις 02/05/2013 την έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης και για τους δύο.
Στις 28/06/2013 εκδόθηκαν εναντίον του «ζεύγους» διατάγματα κράτησης και απέλασης.
Ακολούθως στις 03/07/2013, η αιτήτρια, μέσω του δικηγόρου της καταχώρησε την εξεταζόμενη προσφυγή (υπ' αρ. 5708/13) και ο αλλοδαπός σύζυγος της καταχώρησε αντίστοιχα την Προσφυγή υπ' αρ. 5707/13.
Στις 05/07/2013[1] το Ανώτατο Δικαστήριο ανέστειλε το διάταγμα απέλασης της αιτήτριας στην Προσφυγή υπ΄ αρ. 5708/2013 και η Διευθύντρια την ίδια ημερομηνία ανέστειλε την εκτέλεσή του. Στις 12/07/2013, το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε και το διάταγμα κράτησης της αιτήτριας και εκδόθηκε διάταγμα να αφεθεί ελεύθερη η αιτήτρια υπό περιοριστικούς όρους. Η επίδοση έλαβε χώρα την ίδια μέρα. Την ίδια ημερομηνία, η Διευθύντρια προέβηκε στην ακύρωση-ανάκληση των διαταγμάτων απέλασης και κράτησης και εξέδωσε νέα διατάγματα .
Την 13/07/2013 η αιτήτρια συνελήφθη και στις 15/07/2013 απελάθηκε στη χώρα της.
Οι καθ' ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή έχει χάσει το αντικείμενό της αφού τα προσβαλλόμενα διατάγματα εναντίον της αιτήτριας έχουν ανακληθεί. Έχουν δε εκδοθεί νέα, με ημερομηνία 12/7/2013, τα οποία μάλιστα έχουν ήδη προσβληθεί με την Προσφυγή υπ΄ αρ. 5739/13. Επομένως καταχρηστικά η αιτήτρια συνεχίζει την εξεταζόμενη προσφυγή εφόσον προωθούνται δύο ακριβώς ίδιες διαδικασίες για το ίδιο θέμα.
Οι λόγοι που οδήγησαν στην επανεξέταση της υπόθεσης και στην έκδοση νέων διαταγμάτων επί νέων δεδομένων είναι η αναγραφή επί του πρακτικού του Δικαστηρίου ημερομηνίας 5/7/2013 ότι το Δικαστήριο είχε λάβει υπόψιν, στην αναστολή της απέλασης, ισχυρισμούς για έκδηλη παρανομία. Γι' αυτό και η Διευθύντρια αποφάσισε να προβεί, σε επανεξέταση της υπόθεσης στην ύπαρξη νέων δεδομένων για αποκατάσταση ενδεχόμενης έκδηλης παρανομίας, υποδεικνύει η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας. Αναφέρει συναφώς η ευπαίδευτη συνήγορος ότι η κ. Σιακαλλή προφανώς προβληματίστηκε για τα όσα το Δικαστήριο σημείωσε στο πρακτικό ημερομηνίας 5/7/13 καθώς και για τον τρόπο που ειδοποιήθηκαν οι αρχές από το Πρωτοκολλητείο μετά την έκδοση του Διατάγματος ημερομηνίας 5/7/13 (παράγραφος 36 της ένορκης της δήλωσης), και προχώρησε στην επανεξέταση της περίπτωσης λαμβάνοντας υπόψη νέα δεδομένα τα οποία βέβαια δεν δύνανται να εξεταστούν στην παρούσα διαδικασία.
Από την άλλη πλευρά , ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας υποβάλλει ότι η ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης έχει γίνει κακόπιστα και κατά κατάχρηση εξουσίας, επιδιώκοντας να παρακαμφθεί η ολοκλήρωση της εξεταζόμενης διαδικασίας και να παρεμποδιστεί η αιτήτρια από την άσκηση των δικαιωμάτων της, μεταξύ άλλων, του δικαιώματος για πρόσβαση στη δικαιοσύνη και για αποτελεσματική θεραπεία όπως τα τελευταία προστατεύονται υπό το Άρθρο 30 του Συντάγματος και τα Άρθρα 6 και 13 της ΕΣΔΑ.
Υποβάλλει συναφώς ότι το αντικείμενο της εξεταζόμενης Προσφυγής δεν έχει εκλείψει, δεδομένου ότι προκύπτει θέμα ψυχικής και υλικής βλάβης από τη συμπεριφορά της Καθ' ης η Αίτηση και συνεπακόλουθα, αποζημίωσης για την αιτήτρια, ώστε να είναι απαραίτητη η συνέχιση της ακυρωτικής δίκης στο πλαίσιο του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος.
Το προσβαλλόμενο Διάταγμα ημερομηνίας 28/6/13 αντίκειται στο Νόμο περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στην Επικράτεια της Δημοκρατίας του 2007, Ν 7(Ι)/2007, ο οποίος ενσωματώνει την Οδηγία 2004/38/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, ισχυρίζεται ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας. Η αιτήτρια κατέστη δικαιούχος μόνιμης διαμονής δυνάμει του άρθρου 14(1) του Ν 7(Ι)/2007 δεδομένου ότι διέμενε στη Δημοκρατία για συνεχή περίοδο πέντε ετών και κατά συνέπεια χαίρει αυξημένης προστασίας.
Προκύπτει από τα πιο πάνω ότι το κύριο επίδικο θέμα το οποίο προβάλλει για δικαστική απόφαση στο πλαίσιο της εξεταζόμενης προσφυγής είναι το κατά πόσο η προσφυγή απώλεσε ή όχι το αντικείμενό της και κατά πόσο η ανάκληση, άφησε οποιαδήποτε ζημιογόνα κατάλοιπα που θα δικαιολογούσαν τη δικαστική ακύρωσή τους.
Το θέμα μπορεί να εξετασθεί από το Δικαστήριο και αυτεπάγγελτα, ως θέμα δημόσιας τάξης.
Στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας Στράκκα Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ, 643 αναφέρονται τ' ακόλουθα σχετικά:
«Αποτελεί βασική αρχή του διοικητικού δικαίου ότι η δίκη καταργείται για διάφορούς λόγους στους οποίους περιλαμβάνεται η έλλειψη αντικειμένου. Κατά κανόνα η προσφυγή δεν μπορεί να προωθηθεί και πρέπει να διαγραφεί αν μετά την καταχώρηση και πριν την εκδίκασή της επισυμβούν γεγονότα που έχουν ως συνέπεια την εξαφάνιση του αντικειμένου της, όπως π.χ. η ρητή ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης στο σύνολό της, η σιωπηρά ανάκλησή της η οποία εξυπακούεται από νέα πράξη του ίδιου οργάνου που ρυθμίζει το ίδιο θέμα και η πλήρης ικανοποίηση της αξίωσης του αιτητή. Στις περιπτώσεις αυτές η δίκη καταργείται γιατί η συνέχισή της δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό. Στην περίπτωση όμως που έχουν προκύψει στον αιτητή ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ή παράλειψη ενώ αυτή βρισκόταν ακόμα σε ισχύ, η δίκη δεν καταργείται. Εναπόκειται, βέβαια, στον εκάστοτε αιτητή να αποδείξει ότι έχουν ήδη προκύψει σ' αυτόν ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη πράξη πριν την ανάκλησή της ή την ικανοποίηση της αξίωσής του και συντρέχει, επομένως, λόγος για τη συνέχιση της δίκης.»
Στην υπόθεση Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 973, συνοψίστηκε η νομική θέση, στις σελίδες 978-980, ως ακολούθως:
«Η ανάκληση διοικητικής πράξης είναι νέα εκτελεστή διοικητική πράξη. Η ανάκληση εξ ολοκλήρου διοικητικής πράξης ενεργεί ex tunc και κατά το Ελλαδικό Δίκαιο η δίκη καταργείται, γιατί επέρχεται η εξαφάνιση του αντικειμένου της. Ο αιτητής δεν συνεχίζει να έχει έννομο συμφέρον (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1959, 275 - Τσάτσος: «Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας», Έκδοση Τρίτη, παράγραφος 188, σελ. 370 και επέκεινα - Σπηλιωτοπούλου: «Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου», Δεύτερη Έκδοση, σελ. 454 - Αποφάσεις Σ.τ.Ε. 302/34, 1050/34, 18/35).
Στην Κύπρο με βάση την παράγραφο 6 του Άρθρου 146, ακυρωτική απόφαση της προσβαλλόμενης πράξης, απόφασης ή παράλειψης από το Δικαστήριο, κάτω από την παράγραφο 4 του ιδίου Άρθρου, είναι αναγκαία προϋπόθεση για αξίωση εύλογης αποζημίωσης ή άλλης θεραπείας, εάν δεν ικανοποιηθεί η αξίωση του αιτητή από τη Διοίκηση (Phedias Kyriakides and The Republic (Minister of Interior, 1 R.S.C.C. 66, 74).
Συναφής είναι και η παράγραφος 5, που προβλέπει ότι η απόφαση του Δικαστηρίου δεσμεύει κάθε Δικαστήριο, όργανο ή αρχή στη Δημοκρατία, που υποχρεούνται σε ενεργό συμμόρφωση.
Η προσφυγή δεν μπορεί να προχωρήσει όταν παραμείνει χωρίς αντικείμενο. Η ανάκληση της διοικητικής πράξης οδηγεί στην εξαφάνιση της πράξης και την κατάργηση της δίκης, εκτός εάν, κατά την περίοδο πριν την ανάκληση, ο αιτητής έχει υποστεί ζημία, η οποία δεν εξαλείφθηκε με την ανάκληση - (Christos Malliotis and Others and The Municipality of Nicosia (1965) 3 C.L.R. 75, Christodoulides v. The Republic (1978) 3 C.L.R. 189, Irrigation Division "Katzilos" v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1068, σελ. 1080, 1083, Agrotis v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1397, Strakka Ltd. v. The Republic of Cyprus, and Another (1988) 3 C.L.R. 760).
Ανεξάρτητα από την ανάκληση της διοικητικής πράξης ή απόφασης, αν στη διάρκεια της ισχύος της παρήχθησαν αποτελέσματα που ζημιώνουν τον αιτητή που δεν αντιμετωπίστηκαν, ή εξαλείφθηκαν με την ανάκληση, η προσφυγή πρέπει να αποφασιστεί από το Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση, για να μπορεί ο αιτητής με βάση την παράγραφο 6 να ζητήσει αποζημίωση.
Η ανάκληση πρέπει να είναι οριστική και έγκυρη.»
Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Krisztian Bekefi ν. Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθέσεις αρ. 1244/2011 κ.α., ημερ. 28/9/2012, έγινε παραπομπή στην πιο πάνω νομολογία και αυθεντίες επί του επίδικου θέματος. Επίσης έγινε αναφορά και στην Υπόθεση αρ. 1406/2011, Slevoslav Stoyanov v. Δημοκρατίας, ημερ. 31/5/2012 όπου τέθηκε και εξετάστηκε το κατά πόσον η προσφυγή απώλεσε το αντικείμενό της και η δίκη καταργήθηκε, μετά την ανάκληση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή. Στην απόφασή του, ο Δικαστής Ναθαναήλ, αφού παρέπεμψε σε σχετική νομολογία και αυθεντίες επί του θέματος, εστίασε την προσοχή του κατά πόσο ο αιτητής απέδειξε το στοιχείο των ενδεχόμενων ζημιογόνων συνεπειών οι οποίες παρέμειναν παρά την ανάκληση των διαταγμάτων, συνοψίζοντας τις αρχές οι οποίες διέπουν το ζήτημα ως εξής:
«Η απόδειξη αυτών των ενδεχομένων ζημιογόνων συνεπειών δεν θα αφεθεί βεβαίως να εξεταστεί κατά το στάδιο θεμελίωσης αγωγής στο Επαρχιακό Δικαστήριο κατά το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος, όπου είναι πλέον αναγκαία η προσκόμιση σχετικής και ικανής μαρτυρίας ως προς αυτές (Γεωργία Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 884/2009, ημερ. 30/11/2010). Για να δυνηθεί ο αιτητής να καταφύγει στο Επαρχιακό Δικαστήριο, θα πρέπει προηγουμένως να πετύχει την ακύρωση της διοικητικής πράξης. Αλλά για να επιτύχει αυτό στις περιπτώσεις όπου το αντικείμενο έχει στο μεταξύ εξαφανιστεί ή αλλοιωθεί λόγω κατάργησης ή ανάκλησης της διοικητικής πράξης, θα πρέπει να πείσει το αναθεωρητικό Δικαστήριο ότι η εκδίκαση της προσφυγής δεν συνεχίζεται επί ματαίω, αλλά λόγω του ότι έχουν όντως προκύψει τέτοιες ζημιογόνες συνέπειες, οι οποίες έστω και εκ πρώτης όψεως, παρουσιάζονται να είναι υπαρκτές και δεδομένες. Και αυτό εναπόκειται στον αιτητή να το δείξει με κατάλληλη και ανάλογη αναφορά σε δεδομένα και στοιχεία υποστηρικτικά της θέσης του. Η διαπίστωση αυτή δεν είναι και δεν μπορεί να είναι θεωρητική, αλλά πραγματική. Το κατάλοιπο της συνέπειας της έκδοσης της διοικητικής πράξης είναι αναγκαίο να διαφανεί ως παράγωγο δυσμενών αποτελεσμάτων στο διοικούμενο, έστω και εκ πρώτης όψεως (Αφρόκηπος Λτδ ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 281 και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 242-243). Εφόσον εκ πρώτης όψεως διαφανεί αυτή η συνέπεια, τότε η έκταση της ζημιάς αποφασίζεται στο Επαρχιακό Δικαστήριο.»
Στην προκείμενη περίπτωση η Διευθύντρια, όπως έχει αναφερθεί, στις 12/7/2013 και εκκρεμούσης της προσφυγής προέβηκε στην ακύρωση-ανάκληση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ημερ. 28/6/2013. Κατέστη συνεπώς η παρούσα διαδικασία άνευ αντικειμένου για αντικειμενικούς λόγους. Η αιτήτρια παρόλον που στην παράγραφο 32 της γραπτής αγόρευσης της αναφέρει ότι ο σκοπός της συνέχισης της εξεταζόμενης προσφυγής είναι η άσκηση των δικαιωμάτων της στο πλαίσιο του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος, εντούτοις οι ισχυρισμοί της αφορούν στη νομιμότητα των προσβαλλόμενων διαταγμάτων ημερ. 28/6/2013, τα οποία ωστόσο δεν υφίστανται πλέον. Σημειώνω συναφώς ότι η έκδοση των νέων διαταγμάτων αντιμετωπίστηκε από την αιτήτρια με την καταχώρηση νέας προσφυγής. Συνακόλουθα οι νομικοί ισχυρισμοί που προβάλλονται στη γραπτή αγόρευση της αιτήτριας, θα εξεταστούν στα πλαίσια της νέας προσφυγής της αιτήτριας κατά των νέων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.
Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων και των νομολογιακών αρχών που αναφέρθηκαν πιο πάνω, η προσβαλλόμενη πράξη έχασε το αντικείμενο της και δεν είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για ακύρωση της.
Περαιτέρω, η αιτήτρια δεν προσκόμισε σχετική και ικανή μαρτυρία προς απόδειξη, έστω και εκ πρώτης όψεως, των ζημιογόνων συνεπειών που ισχυρίζεται ότι προέκυψαν και παρέμειναν παρά την ανάκληση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων. Επομένως με βάση και τα λεχθέντα στην υπόθεση Stoyanov (ανωτέρω) δεν τίθεται θέμα ακύρωσης.
Ωστόσο θεωρώ ότι η Διευθύντρια, εν προκειμένω, ενεργώντας όπως ενήργησε, ουσιαστικά παράκαμψε το διάταγμα του δικαστηρίου ημερ. 5/7/13, αφαιρώντας από την αιτήτρια την ευκαιρία να προσβάλει το νέο διάταγμα απέλασής της ενόσω αυτή βρισκόταν στην Κύπρο, εφόσον το νέο διάταγμα απέλασης εκδόθηκε στις 13/7/13, η αιτήτρια απελάθηκε στις 15/7/13 και είχε μεσολαβήσει Σαββατοκυρίακο κατά το οποίο η αιτήτρια βρισκόταν υπό κράτηση με διάταγμα της Διευθύντριας. Οι ενέργειες αυτές της Διευθύντριας και η νομιμότητα των νέων διαταγμάτων απέλασης και κράτησης θα εξεταστούν στα πλαίσια της νέας προσφυγής που καταχώρησε η αιτήτρια.
Η προσφυγή απορρίπτεται λόγω εξάλειψης του εννόμου συμφέροντος της αιτήτριας, μετά την καταχώριση της προσφυγής.
Υπό τις περιστάσεις, επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας το ένα δεύτερο των εξόδων της προσφυγής, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα υποβληθούν για έγκριση από το Δικαστήριο.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Π.
/ΕΑΠ.
[1] Για τη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου στις 5/7/2013, η Διευθύντρια του Τμήματος πληροφορήθηκε άτυπα από την Αστυνομία ότι το Δικαστήριο διέταξε αναστολή του διατάγματος απέλασης και έδωσε οδηγίες να ενημερωθούν οι αρχές τηλεφωνικά γι' αυτή του την απόφαση πριν επιδοθεί κανονικά το διάταγμα, με στόχο τη ματαίωση της απέλασης της αιτήτριας που θα γινόταν εκείνο το πρωί. Στη βάση δε τηλεφωνικών οδηγιών του Πρωτοκολλητή προς το αεροδρόμιο η αιτήτρια δεν επιβιβάστηκε στο αεροπλάνο λίγα λεπτά πριν την προγραμματισθείσα απογείωση.