ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D327
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1173/12)
13 Mαΐου 2015
[T.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. SILVIYA TSVETANOVA
2. KHURRAM SHAHZAD
Αιτητές
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ΄ων η Αίτηση.
_________
Χρ. Χριστούδιας, για τους αιτητές.
Λ. Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γ-Ε, για τους καθ΄ων η αίτηση.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ: Ο αιτητής 2 αφίχθηκε, από την πατρίδα του, το Πακιστάν, την 31.1.2009, στη Δημοκρατία, με σκοπό να φοιτήσει στο Americanos College και του παραχωρήθηκε άδεια παραμονής ως φοιτητής με ισχύ μέχρι 26.1.2010.
Ακολούθως παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία.
Στις 2.7.2010 τέλεσε στο Δημαρχείο Αραδίππου γάμο με την αιτήτρια 1, η οποία έχουσα ιθαγένεια κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης άλλου από τη Δημοκρατία, της Βουλγαρίας, είναι «πολίτης της Ένωσης» εν τη εννοία του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου, Ν. 7(Ι)/2007. Η αιτήτρια 1 εξασφάλισε Βεβαίωση Εγγραφής Πολίτη της Ένωσης με ημερομηνία εγγραφής 13.9.2010.
Ο αιτητής 2 στις 20.12.2010 υπέβαλε αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους της Ένωσης.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η απάντηση στην αίτηση καθυστέρησε υπέρμετρα, παρά το ότι η εκκρεμής διερεύνηση των υπόπτων περιπτώσεων εικονικών γάμων δεν μπορεί να αιτιολογήσει την καθυστέρηση της έκδοσης δελτίου διαμονής που υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία της αίτησης, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που εξέδωσε η Επιτροπή προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την καλύτερη ενσωμάτωση και εφαρμογή της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ, της οποίας εναρμονιστικός είναι ο προαναφερθείς Νόμος 7(Ι)/2007 (COM (2009) 313).
Το κλιμάκιο αλλοδαπών Λευκωσίας είχε ενημερώσει με σημείωμά του ημερομηνίας 20.9.2011 (τεκμήριο 6 στην ένσταση) το Διοικητή Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης για έρευνες που έκαναν, περιλαμβανομένων συνεντεύξεων, εκ των οποίων συναποκόμισαν την αντίληψη ότι ο γάμος του ζεύγους ήταν προσυνεννοημένος, ότι οι συνθήκες γνωριμίας τους, παρά το ότι τις ανέφεραν κατά ίδιο τρόπο στις συνεντεύξεις τους, ήταν ψευδείς και ότι υπέπεσαν σε αντιφάσεις σε θέματα καθημερινής συμβίωσης. Διαβίβασαν δε την πεποίθησή τους ότι ο γάμος αποσκοπούσε στο να εξασφαλίζει ο αλλοδαπός τη νόμιμη παραμονή του στη Δημοκρατία.
Με αυτά συμφώνησε η Συμβουλευτική Επιτροπή για Εικονικούς Γάμους, σε συνεδρία της που πραγματοποιήθηκε στις 22.12.2011, στην οποία καταγράφηκαν ειδικότερα τα εξής:
«Λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν ενώπιον της η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάνθηκε ότι ο γάμος είναι εικονικός λόγω του ότι σε ερωτήσεις που τους έγιναν όσον αφορά την καθημερινή τους συμβίωση, οι σύζυγοι υπέπεσαν σε αντιφάσεις.»
Ακολούθησε απόφαση της Διευθύντριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, η οποία θεώρησε ότι ο γάμος είναι εικονικός και ως εκ τούτου, απέρριψε την αίτηση για άδεια παραμονής του αλλοδαπού ως συζύγου ευρωπαίας πολίτιδας, ακύρωσε τη Βεβαίωση Εγγραφής της ευρωπαίας συζύγου του και απαγόρευσε την παραμονή του «ζεύγους» στη Δημοκρατία. Ακολούθησε και απορρίφθηκε ιεραρχική προσφυγή, εξ ου και η παρούσα.
Ειδικότερα, οι λόγοι που κοινοποιήθηκαν στους αιτητές ως λόγοι απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής τους, είχαν ως εξής:
«(α) Το ζεύγος έχει υποπέσει σε αντιφάσεις αναφορικά με σημαντικές πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν (άρθρο 7Α.(3)(δ)).
(β) Ο αλλοδαπός έχει στο παρελθόν αντιμετωπίσει προβλήματα όσον αφορά την άδεια διαμονής του στη Δημοκρατία (άρθρο 7Α.(3)(ζ)).»
Σύμφωνα με τα γεγονότα που παρατίθενται στην αίτηση, οι αιτητές εργάζονταν στον ίδιο εργοδότη, γνωρίστηκαν, αγαπήθηκαν και παντρεύτηκαν και έκτοτε διαμένουν υπό την ίδια στέγη σε διάφορες διευθύνσεις. Πέραν του πολιτικού γάμου, έχουν τελέσει και θρησκευτικό μουσουλμανικό γάμο. Ο αιτητής 2 εγκατέλειψε τις σπουδές του για οικονομικούς λόγους. Ο γάμος τους είναι πραγματικός και μάλιστα η αιτήτρια 1 έμεινε έγκυος αλλά απέβαλε.
Στην αίτηση γίνεται επίκληση πολλών νομικών λόγων ως η πλάνη, η παράβαση νόμου, η υπέρβαση ή η κατάχρηση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας, η έλλειψη δέουσας έρευνας, η έλλειψη αιτιολογίας, η κακή πίστη.
Η πρόνοια του νόμου που επικαλέστηκε, ως άνω, η διοίκηση, σε σχέση με την εικονικότητα του γάμου έχει ως ακολούθως:
«Άρθρο 7Α
............................................................
(3) Στοιχεία που τείνουν να καταδείξουν ότι ένας γάμος είναι εικονικός είναι κυρίως τα ακόλουθα:
............................................................
(δ) Οι δηλώσεις των συζύγων αναφορικά με στοιχεία της ταυτότητάς τους (όνομα, διεύθυνση διαμονής, ιθαγένεια και επάγγελμα) τις περιστάσεις της πρώτης τους γνωριμίας ή αναφορικά με άλλες πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν είναι αντιφατικές.»
Ειδικότερα, η διοίκηση επικαλέστηκε αντιφατικότητα αναφορικά «με άλλες σημαντικές πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν», εφόσον δεν αναφέρεται οποιαδήποτε αντιφατικότητα για τα στοιχεία της ταυτότητάς τους, ενώ για τις περιστάσεις της πρώτης τους γνωριμίας σημειώνεται στο φάκελο της υπόθεσης ότι υπήρξε ταύτιση στις συνεντεύξεις τους σχετικά με τις συνθήκες, τον τόπο και τον χρόνο της πρώτης γνωριμίας.
Ως αντιφάσεις δε, σε «σημαντικές πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα», καταγράφονται στο φάκελο της υπόθεσης τα ακόλουθα:
«(α) Όπως ανέφερε το ζεύγος, τέλος Αυγούστου 2011 μετακόμισαν εσπευσμένα σε νέα διεύθυνση και έδωσαν ως λόγο στον ιδιοκτήτη ότι βρήκαν άλλη δουλειά και δεν τους βόλευε το σπίτι, πράγμα που δεν ευσταθεί αφού συνέχισαν να εργάζονται στον ίδιο εργοδότη.
(β) Όσον αφορά το Day off τους δεν συμφωνούσαν πότε ήταν ενώ η Αιτήτρια 1[1] είπε ότι ο Αιτητής 2 δεν πήρε άδεια. Ο Αιτητής 2 ανέφερε ότι την ημέρα εκείνη βγήκαν για βόλτα ενώ η Αιτήτρια 1 ανέφερε ότι έμειναν σπίτι και δεν πήγαν πουθενά.
(γ) Σε ερώτηση για το τι έφαγαν το προηγούμενο βράδυ, ο Αιτητής 2 είπε ότι έφαγαν στο χώρο εργασίας τους, ενώ η Αιτήτρια 2 είπε ότι δεν έφαγαν τίποτε.»
Το κατά πόσον ο λόγος που από κοινού έδωσαν στον ιδιοκτήτη όταν μετακόμισαν σε άλλο σπίτι δεν ευσταθεί, δεν μπορεί να αποτελέσει καν αντίφαση μεταξύ τους. Περαιτέρω, δεν θεωρώ ότι η ερώτηση περί του τί έφαγαν το προηγούμενο βράδυ ή περί του τί έκαναν όταν είχαν day off, εμπίπτει σε ό,τι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «σημαντική πληροφορία προσωπικού χαρακτήρα», υπό την έννοια του στοιχείου που τείνει να καταδείξει την εικονικότητα ενός γάμου.
Επικεντρωνόμενη σ΄ αυτά η διοίκηση, παρέβλεψε ή δεν θέλησε να λάβει υπόψιν άλλα στοιχεία του φακέλου, τα οποία με πολύ μεγαλύτερη ισχύ τείνουν να καταδείξουν την αυθεντικότητα του γάμου. Στο ενημερωτικό σημείωμα του Υπευθύνου Κλιμακίου Αλλοδαπών Λευκωσίας προς τον Διοικητή Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, που αποτέλεσε τη βάση της επίδικης απόφασης (τεκμήριο 6 στην ένσταση) καταγράφεται ότι οι αιτητές είχαν αναφέρει ότι από αρχές Σεπτεμβρίου 2010 μετακόμισαν στην οδό Ιωνά Νικολάου στον Άγιο Δομέτιο, όπου παρέμειναν μέχρι το τέλος Αυγούστου 2011. Ρωτήθηκε ο ιδιοκτήτης της κατοικίας και ανέφερε ότι το ζεύγος μετακόμισε στην οικία του την 1.11.2010 μέχρι το τέλος Αυγούστου 2011. Ανέφερε επίσης ότι κατά την παραμονή τους εκεί, η σύζυγος είχε μαζί της και ένα παιδί ηλικίας περίπου 6 ετών, που όπως προκύπτει ήταν η κόρη της. Η αναφορά αυτή που επιβεβαιώνει κοινή διαμονή στην οδό Ιωνά Νικολάου, μαζί με το παιδί της αιτήτριας, δεν ελήφθη καθόλου υπόψιν. Αντί τούτου, ελήφθη υπόψιν και μάλιστα ως αντίφαση εν τη εννοία του άρθρου 7Α (3)(δ), η δικαιολογία που από κοινού έδωσαν στον ιδιοκτήτη για να εγκαταλείψουν το σπίτι του.
Όταν έφυγαν από την οδό Ιωνά Νικολάου, εντοπίστηκαν στις 10.9.2011 στη νέα τους διεύθυνση μαζί με τον σύριο σύζυγο της αδελφής της αιτήτριας. Σε ένα από τα τρία υπνοδωμάτια υπήρχε διπλό κρεββάτι με αρκετά γυναικεία αντικείμενα. Το ζεύγος υπέδειξε το υπνοδωμάτιο εκείνο ως το δωμάτιο όπου κοιμούνται, λέγοντας ότι σ΄αυτό διέμενε η αδελφή της με το σύζυγό της, αλλά από αρχές Αυγούστου η αδελφή απουσίαζε και τώρα χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι το δωμάτιο εκείνο, ενώ ο Σύριος κοιμόταν σε άλλο δωμάτιο.
Ο υπεύθυνος του κλιμακίου αλλοδαπών όμως, συμπέρανε ότι, μετά την επίσκεψη της αστυνομίας στη διεύθυνση που είχαν αρχικά δηλώσει, πριν την Ιωνά Νικολάου, όπου ήταν η οικία του συζύγου και όπου δεν ανευρέθηκαν, το ζεύγος ενημερώθηκε σχετικά από τους φίλους του συζύγου και εσπευσμένα, για άγνωστους λόγους, μετακόμισαν στο διαμέρισμα όπου διαμένει η αδελφή της συζύγου, για να παρουσιάσουν στους αστυνομικούς το σκηνικό του υπνοδωματίου της αδελφής ως δικό τους υπνοδωμάτιο.
Όμως, στην ίδια έκθεση καταγράφεται, αλλά και πάλιν παραβλέπεται, ότι ρωτήθηκε ο ιδιοκτήτης της κατοικίας, ο οποίος διαμένει στο ισόγειο του κτηρίου και ανέφερε ότι έβλεπε την αιτήτρια, που παλιά επισκεπτόταν την αδελφή της, από τις αρχές Σεπτεμβρίου 2011 να διαμένει αυτή στην οικία μαζί με το σύζυγό της. Ανέφερε ακόμα ότι έβλεπε το ζεύγος να διακινούνται μαζί καθημερινά.
Εάν δεν ερωτούντο οι ιδιοκτήτες, θα επρόκειτο για πλημμελή έρευνα. Το γεγονός, όμως, ότι ρωτήθηκαν και οι απαντήσεις τους, αν και ουσιαστικοί παράγοντες, δεν λήφθηκαν υπόψιν, δεν εγείρουν μόνο ζήτημα πλάνης, αλλά και ζήτημα κακής άσκησης διακριτικής ευχέρειας η οποία ανακύπτει όταν το διοικητικό όργανο δεν ενεργεί εντός των νομίμων ορίων (Φορή ν. Δημοκρατίας (1996) 4 ΑΑΔ 1260, 1269, 1271).
Υπέρβαση των νομίμων ορίων, υπό την έννοια πλέον της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας κατά τρόπο αντίθετο με το νόμο, χαρακτηρίζει το δεύτερο σκέλος της επίδικης απόφασης. Ο χαρακτηρισμός ότι ο αιτητής 2 είχε στο παρελθόν αντιμετωπίσει προβλήματα όσον αφορά την άδεια διαμονής του, δεν μπορούσε να γίνει κατά τρόπο ασύνδετο με το πλαίσιο που θέτει το εδάφιο 3 του άρθρου 7Α. Τα προβλήματα όσον αφορά την άδεια διαμονής στην παράγραφο (ζ), τίθενται ως στοιχείο που τείνει να καταδείξει ότι ο γάμος είναι εικονικός. Συνεπώς, δεν αρκεί ο ένας εκ των δύο στο παρελθόν να παρουσίαζε προβλήματα σε σχέση με την άδεια διαμονής του, αλλά θα πρέπει τα προβλήματα αυτά να σχετίζονταν με προσπάθειες που είχε κάνει στα ίδια πλαίσια, έτσι ώστε υπ΄αυτή την έννοια να μπορούν να λειτουργήσουν ως ένδειξη ότι ο υπό εξέταση τώρα γάμος του είναι εικονικός.
Με τέτοια ερμηνεία συνάδουν και οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές (COM (2009) 313). Εκεί αναφέρεται, ανάμεσα στους παράγοντες που μπορούν οι εθνικές αρχές να λάβουν υπόψιν προκειμένου να κρίνουν την εικονικότητα ενός γάμου, το κατά πόσον το ιστορικό του ενός ή και των δύο συζύγων παρέχει ενδείξεις για τη σύναψη προηγουμένων εικονικών γάμων ή για άλλης μορφής κατάχρηση ή απάτη για την απόκτηση άδειας διαμονής. Αυτή την έννοια έχει η δεύτερη περίοδος της παραγράφου (ζ) του εδαφίου 3.
Σκοπός δεν είναι η άνευ ετέρου διάλυση του γάμου, επειδή ο ένας εκ των δύο είχε προβλήματα στο παρελθόν με την άδεια διαμονής του, αλλά το να ληφθεί υπόψιν η τέτοιας φύσεως συμπεριφορά του στο παρελθόν, στα πλαίσια διερεύνησης της εικονικότητας του γάμου, το κατά πόσον διαπιστώνεται ιστορικό κατάχρησης και απάτης τέτοιο που να καταδεικνύει ότι και αυτή τη φορά ενεργεί στα ίδια πλαίσια.
Για τους παραπάνω λόγους η επίδικη απόφαση σε όλη της την έκταση ακυρώνεται. Η ως εκ της ακύρωσης αποκατασταθείσα αίτηση του αιτητή 2 να επανεξεταστεί - το ταχύτερο δυνατό - στα πλαίσια της νομιμότητας.
Επιδικάζονται €1300 πλέον ΦΠΑ υπέρ των αιτητών.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
/ΚΧ»Π
[1] Στο κείμενο αναφέρεται Αιτήτρια 2. Γενικά στο κείμενο της Ένστασης, εκ παραδρομής, ως Αιτήτρια 2 αναγράφεται ο Khurram Shahzad και ως Αιτητής 1 η Silviya Tsvetanova. Γίνεται στο απόσπασμα που εδώ παρατίθεται η αναγκαία διόρθωση.