ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Α.Σ. Αγγελίδης, για την αιτήτρια. Σ. Ανδρέου, για το ενδιαφερόμενο μέρος. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-03-26 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο EYTYXIA ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ-ΚΑΛΛΕΠΙΤΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1851/2012, 26/3/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D220

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                                                                                                                                                      Υπόθεση Αρ.   1851/2012.

 

26 Μαρτίου 2015

 

(Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

EYTYXIA ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ-ΚΑΛΛΕΠΙΤΗ,

Αιτήτρια

                                      και

 

                             ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

                             ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

                                                                   Καθ΄ ης η αίτηση.

_____________________

 

          Α.Σ. Αγγελίδης, για την αιτήτρια.

          Κ. Λοΐζου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,  εκ μέρους του Γ-Ε.,       για την καθ΄ης η αίτηση.

          Σ. Ανδρέου, για το ενδιαφερόμενο μέρος.

______________________

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Στην προσφυγή 647/2010 το Ανώτατο Δικαστήριο, μετά από αίτηση της κυρίας Ευτυχίας Χριστοδούλου-Καλλεπίτη, ακύρωσε την προαγωγή της κυρίας Όλγας Παπαγιάννη στη θέση Επιθεωρητή Α (Μέση Εκπαίδευση) για τα Μαθηματικά.  Τα εν λόγω πρόσωπα είναι και στην παρούσα προσφυγή αιτήτρια και ενδιαφερόμενο μέρος αντίστοιχα.

 

Όπως φαίνεται στην απόφαση στην προσφυγή 647/2010 στο στάδιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η αιτήτρια είχε βαθμολογηθεί ως προς την αξία, ως εξαίρετη, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ως σχεδόν εξαίρετη.  Κατά το στάδιο της κρίσης που έγινε από τη Διευθύντρια Μέσης Εκπαίδευσης ενώπιον της Ε.Ε.Υ., η αιτήτρια αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετη, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ως Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλή.  Περιπλέον, η αιτήτρια υπερείχε σε κάποιο βαθμό και στις ετήσιες εκθέσεις των τελευταίων χρόνων με μέσο όρο βαθμολογίας 36.75 έναντι 36.25 του ενδιαφερόμενου μέρους.  Στην προφορική εξέταση όμως, η αιτήτρια βαθμολογήθηκε ως Καλή, ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ως Σχεδόν Εξαίρετη.  Αναφορικά με την αρχαιότητα είχαν διοριστεί αμφότερες στη θέση Βοηθού Διευθυντή την ίδια ημέρα, η συνολική όμως προϋπηρεσία της αιτήτριας ήταν κατά ένα χρόνο μεγαλύτερη.  Σε σχέση με τα προσόντα, σημειώθηκε ότι η αιτήτρια είχε ως πρόσθετο προσόν το Postgraduate Diploma in Management, MIM.

 

Με βάση τα παραπάνω, η Επιτροπή, κρίνοντας ότι υπήρχε μια ελαφριά υπεροχή της αιτήτριας στην αρχαιότητα, θεώρησε ότι υπήρχε ισοδυναμία στους υπόλοιπους παράγοντες, πλην, όμως, με σαφή υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους στην προσωπική συνέντευξη.

 

Η απόφαση, δεν ήταν ομόφωνη.  Το μέλος της Επιτροπής Γιώργος Μαυροκορδάτος διαφώνησε και υποστήριξε την προαγωγή της αιτήτριας με βάση το πιο κάτω σκεπτικό:

 

1.   Θεώρησε ότι υπερέχει σε αξία εφόσον στην προσωπική συνέντευξη, είχε βαθμολογηθεί σε ψηλότερο επίπεδο και εφόσον υπερέχει και στο σύνολο των υπηρεσιακών εκθέσεων.

2.   Θεώρησε ότι υπερέχει σε αρχαιότητα.

3.   Θεώρησε ότι υπερέχει σε προσόντα, εφόσον κατέχει πρόσθετο προσόν σε σχέση το οποίο δεν μπορεί να παραγνωριστεί η εμπειρογνωμοσύνη που προκύπτει.

 

Ο λόγος ακύρωσης ήταν ότι η απόφαση της  Ε.Ε.Υ. ήταν αναιτιολόγητη, επειδή δεν καθόρισε τη σημασία που θα μπορούσε να έχει η στάθμιση του προαναφερθέντος μεταπτυχιακού, ως  πρόσθετο προσόν της αιτήτριας, συνδυαζόμενο με το μικρό οριακό προβάδισμα στις ετήσιες εκθέσεις.

 

Ακολούθησε επανεξέταση και στην απόφαση της πλειοψηφίας αναφέρονται  σχετικώς τα εξής:

 

«Η Επιτροπή εξέτασε το πρόσθετο προσόν της υποψήφιας Χριστοδούλου-Καλλεπίτη Ευτυχίας και σημείωσε ότι το προσόν αυτό δεν προσδίδει καμία υπεροχή στην αιτήτρια εφόσον δεν είναι συναφές με τα καθήκοντα της θέσης ή με την εκπαίδευση γενικότερα.  Συγκεκριμένα, ο τίτλος αυτός είναι στη Διοίκηση Επιχειρήσεων επομένως δεν είναι συναφής με την ειδικότητα των μαθηματικών.  Επίσης δεν είναι συναφής με την εκπαίδευση, αφού, σύμφωνα με τη σχετική γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας, συναφές με την εκπαίδευση είναι «οποιοδήποτε προσόν» που «περιλαμβάνει όλες τις ειδικότητες για τις οποίες καταρτίζονται πίνακες διοριστέων».  Ο συγκεκριμένος τίτλος, επίσης δεν μπορεί να θεωρηθεί συναφής με τα καθήκοντα της θέσης.  Το περιεχόμενο του εν λόγω τίτλου αφορά, κατά κύριο λόγο, τη διοίκηση μιας επιχείρησης και επομένως δεν έχει καμία σχέση με τη διοίκηση σχολείου ή την επιθεώρηση σχολείων ή την καθοδήγηση των εκπαιδευτικών.  Περαιτέρω, σύμφωνα και με τη σχετική νομολογία, η υπεροχή στην αρχαιότητα δεν μπορεί να υπερσκελίσει την υπεροχή σε αξία, ειδικά όταν πρόκειται για την πλήρωση υψηλόβαθμων θέσεων και πόσον μάλλον όταν η διαφορά αυτή είναι οριακή και η διαφορά στην αξία είναι έκδηλη.»

 

Ακολούθησε η παρούσα προσφυγή, στην οποία αν και αρχικώς τέθησαν περισσότερα θέματα, εν τέλει ο ευπαίδευτος δικηγόρος της αιτήτριας προώθησε δύο ζητήματα. 

 

Το πρώτο ήταν ότι υπήρχε πλάνη της Ε.Ε.Υ. ως προς τα μεταπτυχιακά προσόντα της αιτήτριας, εφόσον αναφέρθηκε και  έλαβε υπόψη μόνο το δίπλωμα του ΜΙΜ, ενώ η αιτήτρια κατείχε και ΜΑ  in Educational Management, University of Nottingham, U.K

 

Το ζήτημα αυτό δεν τέθηκε στην αίτηση. Ανέκυψε στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων.  Συναφώς δεν κατέστη επίδικο θέμα.  Εν πάση περιπτώσει, από τα στοιχεία των φακέλων όπως έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου και ειδικά από το φάκελο της προηγούμενης προσφυγής, γίνεται σαφές ότι η Επιτροπή έλαβε υπόψη το MA in Educational Management ως απαιτούμενο προσόν.  Το δίπλωμα του ΜΙΜ ήταν επιπρόσθετο προσόν.  Η διάκριση ήταν σαφής ενώπιον της Επιτροπής.  Συνεπώς δεν τίθεται ζήτημα ελλιπούς έρευνας και πλάνης.

 

Το δεύτερο ζήτημα που ηγέρθη, αφορά τη διαφοροποίηση του μέλους της Ε.Ε.Υ. κ. Γιώργου Μαυροκορδάτου κατά την επανεξέταση, από ό,τι είχε υποστηρίξει και ψηφίσει την πρώτη φορά.

 

Σε ότι αφορά την πρώτη φορά, έχω καταγράψει τις θέσεις του, που τον οδήγησαν να επιλέξει την αιτήτρια.  Τη δεύτερη φορά συνετάχθη με την απόφαση της πλειοψηφίας, η οποία έχει επίσης παρατεθεί, επιλέγοντας το ενδιαφερόμενο μέρος.  Κατ΄αρχάς σημειώνεται ότι για το αντικείμενο της επανεξέτασης, ήτοι τη συνεκτίμηση του διπλώματος ως συναφούς ή όχι, ο κ. Μαυροκορδάτος είχε ήδη τοποθετηθεί την πρώτη φορά.  Δεύτερον, η διαφοροποίηση Μαυροκορδάτου ήταν πλήρης.  Ενώ την πρώτη φορά έλαβε υπόψη το μεταπτυχιακό ΜΙΜ για να προσδώσει υπεροχή, σε προσόντα, στην αιτήτρια, κατά την επανεξέταση συντάχθηκε με την άποψη ότι τούτο δεν ήταν συναφές.  Ενώ την πρώτη φορά έλαβε υπόψη της αρχαιότητα ως προσδίδουσα αξία στην αιτήτρια, τη δεύτερη φορά συντάχθηκε με την άποψη ότι η υπεροχή στην αρχαιότητα δεν μπορεί, υπό τις περιστάσεις, να υπερσκελίσει την έκδηλη υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία, τη στιγμή που την πρώτη φορά είχε κρίνει ότι είναι η αιτήτρια που υπερείχε σε αξία.

 

Οι διαφοροποιήσεις αυτές, έγιναν χωρίς να δοθεί οποιαδήποτε εξήγηση από τον κ. Μαυροκορδάτο ή τουλάχιστο να προκύπτει τέτοια εξήγηση από τα στοιχεία του φακέλου.

 

Η νομολογία έχει σταθερά ακολουθήσει την αρχή ότι, ενώ η διοίκηση μπορεί κατ΄αρχήν να μεταβάλλει τις απόψεις και την τακτική της, πράξεις του ιδίου οργάνου που είναι αντίθετες με προηγούμενες του, πρόσφατες, πράξεις θα πρέπει, εκ της φύσεως τους αυτής, να αιτιολογούνται ειδικώς «δια παραθέσεως των λόγων, οίτινες εκρίθησαν δικαιολογούντες την μεταστροφήν» (ΣτΕ Αρ. 2387/1966 (Ολ)).  Η αρχή αυτή, στην οποία παραπέμπει ο Π.Δ. Δαγτόγλου στο Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Α, 1977, σελ. 166, έχει υιοθετηθεί από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Κουρσάρος ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1999) 3 ΑΑΔ 345, με παραπομπή στο ακόλουθο απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου τους Επικρατείας 1929-1959, σελ. 187:

 

«Ειδικότερον:  Απόφασις διοικητικού οργάνου αντίθετος προς παλαιοτέραν του αυτού οργάνου, τυγχάνει αναιτιολόγητος, εφ΄όσον δεν ελήφθησαν υπ΄όψιν νέα στοιχεία, αλλ΄εκείνα, εφ΄ων εστηρίχθη η αρχική απόφασις.»

 

Η δικαιολογητική βάση της παραπάνω αρχής είναι προφανής και έχει εξηγηθεί ως ακολούθως από τον Χατζηχαμπή, Δ., ως ήτο τότε, στην υπόθεση Κώστα Αδαμίδη ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 642/97, ημερ. 24.9.1999:

 

«Η έννοια της καλής πίστης συνδέεται με την αρχή του estoppel η οποία αποκλείει ασυνέπεια και αντιφατική συμπεριφορά εκ μέρους της διοίκησης (Ιούλιος Παρισινός και άλλος ν. Δήμου Στροβόλου, Α.Ε. 1622, ημερ. 2.6.1995).  Η αντιφατική συμπεριφορά της διοίκησης (venire contra factum proprium) προσβάλλει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ιδιώτη απέναντι της και μπορεί να στηρίξει την παρανομία της διοικητικής πράξης (Γεωργία Παπαμιλτιάδους-Μπατίστα ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, Υπόθ. Αρ. 61/95, ημερ. 29.11.1995).»

 

Βεβαίως, εν προκειμένω, η απόφαση της διοίκησης ήταν η απόφαση κάθε φορά της πλειοψηφίας και υπ΄αυτή την έννοια, ως προς το τελικό αποτέλεσμα δεν υπήρξε διαφορά εφόσον και τις δύο φορές προήχθη το ενδιαφερόμενο μέρος. Εκείνο όμως που έχει σημασία, είναι ότι τη δεύτερη φορά η Επιτροπή αποτελούμενη από τέσσερα νέα πρόσωπα και τον κ. Μαυροκορδάτο, κατέληξε σε απόφαση υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους με πλειοψηφία τρεις έναντι δύο, με τον κ. Μαυροκορδάτο να ανήκει αυτή τη φορά στην πλειοψηφία και τοιουτοτρόπως η ψήφος του να καθορίζει το αποτέλεσμα.

 

Υπ΄αυτές τις περιστάσεις, το γεγονός ότι οι αποφάσεις του οργάνου ως τέτοιου δεν ήταν διαφορετικές, δεν εξουδετερώνει το πρόβλημα της αντιφατικής συμπεριφοράς Μαυροκορδάτου, εφόσον είναι αυτή που καθόρισε το αποτέλεσμα.  Υπ΄αυτές τις ιδιαίτερες περιστάσεις θεωρώ ότι η παραπάνω αρχή ισχύει και εν προκειμένω, εφόσον εξ ίσου προσβάλλεται η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του πολίτη έναντι της διοίκησης.  Κατά συνέπεια, θα έπρεπε η αλλαγή στάσης του κ. Μαυροκορδάτου να αιτιολογηθεί ειδικώς με παράθεση των λόγων οι οποίοι θα δικαιολογούσαν τη μεταστροφή.  Η εισήγηση της ευπαίδευτης δικηγόρου της Δημοκρατίας, ότι η αιτιολογία προκύπτει από αυτή τούτη τη μεταστροφή και έγκειται σε διαφοροποίηση γνώμης και ότι τούτο αρκεί, δεν ευσταθεί.

 

Η απόφαση έχει μολυνθεί από την εξ αντικειμένου αντιφατική και αναιτιολόγητη μεταστροφή του κ. Μαυροκορδάτου και θα πρέπει να ακυρωθεί.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με €1300 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ της αιτήτριας.

 

 

 

 

                                                          Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ¨Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο