ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D136
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 910/2012)
25 Φεβρουαρίου 2015
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΧΕΙΜΩΝΑ,
2. ΘΕΟΔΩΡΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
3. ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΝΑΡΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτήτριες
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση
--------------------------------------
Μ. Καλλιγέρου (κα), για τις Αιτήτριες.
Ζ. Κυριακίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.
--------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Οι τρεις αιτήτριες βάλλουν κατά της προαγωγής των τεσσάρων ενδιαφερομένων μερών στη μόνιμη θέση Κτηματολογικού Λειτουργού 2ης Τάξης, Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας από 15.4.2012.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, (εφεξής «η Ε.Δ.Υ.»), όφειλε να πληρώσει οκτώ θέσεις προαγωγής στην πιο πάνω θέση και με απόφαση της, ημερ. 16.3.2012, επέλεξε μεταξύ των οκτώ υποψηφίων προς προαγωγή και τα τέσσερα ενδιαφερόμενα μέρη κατά τη σειρά που αναφέρονται στην προσφυγή, Ανδρέα Ζωδιάτη, Έλενα Καρσερά-Αθανασίου, Ευστάθιο Ευσταθίου και Νίκο Ζαρδίλη. Και οι τέσσερεις είχαν συστηθεί από τον Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας κατά την παρουσία του στην Ε.Δ.Υ. Η Ε.Δ.Υ. επέλεξε όλους τους συστηθέντες από τον Διευθυντή λαμβάνοντας επίσης υπόψη τα τρία κριτήρια - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - σταθμίζοντας και συνεκτιμώντας αυτά στο σύνολο τους και αποδίδοντας σ΄ αυτά την ανάλογη βαρύτητα.
Η κύρια θέση των αιτητριών πλήττει ως πάσχουσα τη σύσταση του Διευθυντή . Τη θεωρούν αντιφατική, πεπλανημένη και αναιτιολόγητη. Χρησιμοποιήθηκε κατά την εισήγηση άνισο μέτρο κρίσης, δύο μέτρα και δύο σταθμά, αγνοώντας την πείρα των αιτητριών σε έκτακτη θέση, και με λανθασμένη αναφορά στην αρχαιότητα.
Είναι αναγκαίο για εύκολη παρακολούθηση να παρατεθούν χωριστά και κατ΄ αντιπαραβολή τα δεδομένα μιας εκάστης των αιτητριών έναντι ενός εκάστου των ενδιαφερομένων μερών.
Η Σταυρούλα Χειμώνα, αιτήτρια 1, γεννήθηκε στις 14.9.1961. Διορίστηκε μετά την αποφοίτηση της από το Ζ΄ Γυμνάσιο Λεμεσού ως Κτηματολογικός Γραφέας 2ης Τάξης στις 8.11.1985, ως Κτηματολογικός Γραφέας 1ης Τάξης την 1.1.1991 και ως Βοηθός Κτηματολογικός Λειτουργός στις 15.11.2005. Το ενδιαφερόμενο μέρος Ανδρέας Ζωδιάτης γεννήθηκε στις 20.7.1961 και μετά την αποφοίτηση του από το Παγκύπριο Εμπορικό Λύκειο Λάρνακας διορίστηκε Κτηματολογικός Γραφέας 2ης Τάξης στις 8.11.1985, Κτηματολογικός Γραφέας 1ης Τάξης την 1.4.1991 και Βοηθός Κτηματολογικός Λειτουργός στις 15.11.2005. Έχει επιπλέον Δίπλωμα Οργάνωσης και Δημόσιας Διοίκησης Επιχειρήσεως (Ειδίκευση στα Λογιστικά) από την Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών το 1986.
Επομένως, έναντι του Ζωδιάτη η Χειμώνα έχει μικρή υπεροχή στην αρχαιότητα στην προηγούμενη θέση του Κτηματολογικού Λειτουργού 1ης Τάξης (τρεις μήνες), ενώ υστερεί αυτού σε πρόσθετα προσόντα. Ο Διευθυντής στη σύσταση του ανέφερε το αυτονόητο ότι, δηλαδή, ο Ζωδιάτης κατέχει το πιο πάνω Δίπλωμα το οποίο είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Θεώρησε επίσης ότι ως προς την αξία υπερείχε ή δεν υστερούσε της Χειμώνα (υπ αρ. 29 στον κατάλογο των υποψηφίων), αλλά υπερείχε αυτής, (και των υπολοίπων μη συστηθέντων), λόγω του Πανεπιστημιακού του Διπλώματος. Ως προς την αρχαιότητα, πράγματι διέπραξε λάθος. Ανεφέρθη ότι υστερεί της Χειμώνα λόγω ημερομηνίας γέννησης, ενώ η πραγματικότητα είναι ότι η Χειμώνα έχει προβάδισμα στην προηγούμενη θέση, ενώ αυτή έπεται ηλικιακά του Ζωδιάτη.
Η Ε.Δ.Υ. διόρθωσε προφανώς αυτό το λάθος. Στην απόφαση της ρητά ανέφερε ότι «έπεται σε αρχαιότητα των μη επιλεγέντων υποψηφίων με ... α/α 13 μέχρι α/α 32, οι οποίοι προηγούνται είτε στην παρούσα θέση .. είτε στην προηγούμενη θέση, (α/α 8, μέχρι α/α 11 και α/α 13 μέχρι α/α 32), αλλά δεν υπερέχουν σε αξία, υστερούν ή δεν υπερέχουν (α/α 6) σε προσόντα και δεν διαθέτουν υπέρ τους τη σύσταση του Διευθυντή». Είναι σαφές ότι η Χειμώνα με α/α 29 περιλήφθηκε σε εκείνους τους υποψηφίους που υπερείχε σε αρχαιότητα στην προηγούμενη θέση. Δεν μπορεί λοιπόν να εξαχθεί πλάνη της Ε.Δ.Υ. στην απόφαση της, ούτε ότι παρασύρθηκε από τη λανθασμένη αναφορά του Διευθυντή, έστω και αν κατέγραψε ότι ο Ζωδιάτης είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή, όπως βεβαίως και την είχε.
Δεν μπορεί συνεπώς να αντληθεί βάσιμο επιχείρημα από τη λανθασμένη αναφορά του Διευθυντή στην ηλικιακή αρχαιότητα. Αυτή, υπό το φως της διορθωτικής απόφασης της Ε.Δ.Υ., δεν ήταν ουσιώδης, ούτε και η σύσταση έπαυσε να έχει σημασία. Αν η Ε.Δ.Υ. δεν αναφερόταν στην ορθή αρχαιότητα τότε η κα Καλλιγέρου θα είχε δίκαιο στην εισήγηση ότι ουδείς γνωρίζει ποια θα ήταν η απόφαση της, εφόσον δεν μπορεί να γίνεται άσκηση πιθανολόγησης από το αναθεωρητικό Δικαστήριο.
Σε σύγκριση με τα ενδιαφερόμενα μέρη Καρσερά (με αριθμό 37), και Ευσταθίου (με αριθμό 39) και πάλι ο Διευθυντής κατά πλάνη ανεφέρθη στην αρχαιότητα της Χειμώνα ηλικιακά ότι έπεται των προαναφερθέντων, ενώ αυτό δεν έχει σημασία εφόσον οι Καρσερά και Ευσταθίου έποντο σε αρχαιότητα στην προηγούμενη θέση του Βοηθού Κτηματολογικού Λειτουργού όπου διορίστηκαν την 1.3.2006, ενώ η Χειμώνα στις 15.11.2005.
Η Ε.Δ.Υ. όμως και πάλι ανεφέρθη στα ορθά δεδομένα, εφόσον χαρακτήρισε τους Καρσερά και Ευσταθίου ως επόμενους σε αρχαιότητα της Χειμώνα με α/α 29, στην παρούσα θέση. Είπε συγκεκριμένα αντίστοιχα και για τους δύο ότι, «Έπεται σε αρχαιότητα των μη επιλεγέντων υποψηφίων ... οι οποίοι προηγούνται σε αρχαιότητα είτε στην παρούσα θέση (.. α/α 13 μέχρι α/α 32 ...). Δεν υπήρξε, επομένως, πλάνη της Ε.Δ.Υ. ως προς την ορθότητα των συγκριτικών δεδομένων της αρχαιότητας εφόσον διορθωτικά ανεφέρθη σ΄ αυτήν.
Η σύσταση ενός Διευθυντή έχει σκοπό να υποβοηθήσει την Ε.Δ.Υ. να επιλέξει τους καταλληλότερους για προαγωγή. Η Ε.Δ.Υ. είναι που παραμένει το αρμόδιο διοικητικό όργανο και δεν υποκαθίσταται στην κρίση της από τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία παραμένει απλώς μια σύσταση. Το ορθό θα ήταν για την Ε.Δ.Υ. να σημείωνε τη λανθασμένη αναφορά του Διευθυντή πριν αποφασίσει επί της προαγωγής, καταγράφοντας τα ορθά στοιχεία. Δεν έχει όμως παρασυρθεί ή πλανηθεί η Ε.Δ.Υ. Ορθά παρατηρεί η συνήγορος της Ε.Δ.Υ. ότι ο Διευθυντής δεν έδωσε υπεροχή σε αρχαιότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη, σε καμιά περίπτωση. Η υπεροχή που έδωσε στην Χειμώνα ήταν ορθή, αλλά για λανθασμένους λόγους. Του οποίους και διόρθωσε η Ε.Δ.Υ.
Η αιτήτρια Χειμώνα εισηγείται πρόσθετα ότι δεν λογίσθηκε υπέρ της η πείρα που αποκτήθηκε από την κατοχή της θέσης του Έκτακτου Κτηματολογικού Γραφέα από 25.7.1980, ενώ ο Ζωδιάτης διορίστηκε ως Έκτακτος στις 7.9.1981, και οι Καρσερά και Ευσταθίου στις 2.3.1982. Επομένως, έπρεπε να λογισθεί υπέρ της η πραγματική πείρα στη θέση του Έκτακτου Κτηματολογικού Γραφέα, στην οποία πείρα καμιά απολύτως αναφορά δεν έκαμε είτε ο Διευθυντής, είτε η Ε.Δ.Υ. Η θέση αυτή δεν είναι βάσιμη. Το επίδικο σχέδιο υπηρεσίας έχει ως μόνο προαπαιτούμενο προσόν την πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Βοηθού Κτηματολογικού Λειτουργού. Επομένως, εφόσον όλοι οι υποψήφιοι πληρούσαν το προσόν αυτό δεν νοείτο να λογισθεί υπέρ της αιτήτριας προϋπηρεσία σε έκτακτη θέση που αναγόταν εν πάση περιπτώσει στο απώτερο παρελθόν. Ούτε και η Ε.Δ.Υ. είχε στους ενώπιον της συγκριτικούς πίνακες, την έκτακτη υπηρεσία εκάστου υποψηφίου. Κατά το άρθρο 49 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/1990, η αρχαιότητα λογίζεται «μεταξύ υπαλλήλων που κατέχουν την ίδια μόνιμη θέση ή τάξη της ίδιας θέσης, είτε μόνιμα είτε προσωρινά είτε από μήνα σε μήνα είτε με απόσπαση, είτε με σύμβαση» στη βάση της ημερομηνίας ισχύος του «διορισμού, της προαγωγής ή απόσπασης τους στη συγκεκριμένη θέση ή τάξη, ανάλογα με την περίπτωση ...». Σύμφωνα με τη νομολογία είναι η υπέρτερη αρχαιότητα σε μόνιμη θέση, οργανική, δηλαδή, που φέρει μαζί της και την ανάλογη πείρα που δύναται να προσμετρήσει κατά τη σύγκριση, παρόλο που όπως ορθά υποδεικνύει η συνήγορος των καθ΄ ων, η πείρα δεν είναι θεσμοθετημένο κριτήριο ή παράγοντας στάθμισης, (Μουρτζής ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 605, Δημοκρατία ν. Φίλιππου Μιχαηλίδη (1999) 3 Α.Α.Δ. 756, Λοΐζος Παναγή ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639 και Δρ. Στέλλα Καννά Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 112).
Δεν ήταν λοιπόν ούτε αναμενόμενο, ούτε εύλογο, ούτε όμως και αναγκαίο για την Ε.Δ.Υ. να αναφερθεί στην έκτακτη υπηρεσία όλων των υποψηφίων, αιτητριών και ενδιαφερομένων μερών, με σκοπό να αναδείξει υπέρτερη πείρα λόγω τέτοιας υπηρεσίας, αναγόμενης μάλιστα στο απώτερο παρελθόν. Θα προέκυπτε δε, αντίθετα, πλάνη από την Ε.Δ.Υ. αν λάμβανε υπόψη τέτοια πείρα, ώστε να δώσει προβάδισμα στις αιτήτριες. Η νομολογία στην οποία αναφέρεται η συνήγορος των αιτητριών Duteil-Λοϊζίδου ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 1879, Καμπανελλάς ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2419 και Παπαναστασίου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 165/2011, ημερ. 22.5.2012, αφενός είναι πρωτόδικες αποφάσεις, και αφετέρου δεν έχουν καθιερώσει τέτοιο κανόνα δικαίου. Ακριβώς στην Duteil-Λοϊζίδου έγινε αναφορά και στις Πάρη ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2941 και Σταύρου ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317, όπου αποφασίστηκε ότι η υπηρεσία ενός υπαλλήλου ως έκτακτος, ωρομίσθιος κλπ, δεν λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς καθορισμού της αρχαιότητας. Αυτό συνάδει με τις πρόνοιες του προαναφερθέντος άρθρου 49 του Νόμου αρ. 1/1990 όπου δεν αναφέρεται καθόλου η έκτακτη υπηρεσία. Άλλο βέβαια είναι η με σύμβαση ή με απόσπαση υπηρεσία είτε σε μόνιμη, είτε σε προσωρινή βάση. Η δε υπόθεση Καμπανελλά (την οποία ακολούθησε η Duteil-Λοϊζίδου στην αναφορά ότι αποκτάται πείρα και από υπηρεσία «σε έκτακτη βάση»), είχε συνάρτηση με το συγκεκριμένο σχέδιο υπηρεσίας όπου μνημονευόταν ρητά η πείρα. Όπου η πείρα καθορίζεται σε σχέδιο υπηρεσίας τότε πράγματι πρέπει να διερευνηθεί κατά πόσον αυτή όντως κατέχεται (Περικλέους ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 674 και Λαμπρινή Γωγάκη ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 488/2013, ημερ. 11.7.2014), ECLI:CY:AD:2014:D513.
Στη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 745, η Πλήρης Ολομέλεια είχε την ευκαιρία να εξετάσει το θέμα της πραγματικής υπηρεσίας ή πείρας από διαφορετική βέβαια άποψη. Με αναφορά στις Καραγιώργη ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669, Ξενοφώντος ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 501/2002, ημερ. 12.2.2004 και Παναγή ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1583/2006, ημερ. 17. 9. 2007, η Πλήρης Ολομέλεια αποσαφήνισε ότι δεν παραμένει πείρα που μπορεί να λογισθεί όταν ακυρωθεί η θέση διορισμού ή προαγωγής κατά τη διάρκεια της οποίας ο υπάλληλος εργάστηκε πραγματικά, εφόσον με την ακύρωση εξαφανίζεται ο διορισμός. Η πείρα μπορεί να λογισθεί ως πραγματική υπηρεσία έστω και αν ακυρωθεί ή ανακληθεί διορισμός εάν το σχέδιο υπηρεσίας αναφέρεται σε πείρα ειδικά, (Ξενοφώντος - πιο πάνω -).
Το ζήτημα εδώ είναι αν ο Διευθυντής ή η Ε.Δ.Υ. όφειλαν στα παρόντα περιστατικά να προβούν εξ ιδίων τους σε αναφορά στην έκτακτη υπηρεσία των υποψηφίων ή να τη λάμβαναν υπόψη. Η απάντηση είναι αρνητική. Και στην Duteil-Λοϊζίδου λέχθηκε ότι ακόμη και αν γινόταν δεκτό ότι η αιτήτρια είχε προσφέρει υπηρεσία σε έκτακτη θέση, αυτή δεν θα αποκτούσε προβάδισμα έναντι του ενδιαφερομένου μέρους που είχε υπεροχή σε αξία. Και εν πάση περιπτώσει, όπως ορθά αναφέρει στην αγόρευση της η κα Κυριακίδου, πείρα θα πρέπει να έχει αποκτηθεί κατά την εκτέλεση καθηκόντων που προηγείται της επίδικης χωρίς να αποκτά ιδιαίτερη ή αποφασιστική σημασία η πείρα σε κατώτερες θέσεις, (Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας - ανωτέρω - και Μεστάνας ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 313). Η πείρα άλλωστε σχετίζεται με το κριτήριο της αρχαιότητας, και δεν είναι από μόνη της παράγων κρίσης. Από τη στιγμή που η Ε.Δ.Υ. είχε λάβει υπόψη της ορθά την αρχαιότητα των αιτητριών, σημαίνει ότι στάθμισε και τον παράγοντα της πείρας στα συγκριτικά στοιχεία, χωρίς όμως να κλίνει υπέρ τους την πλάστιγγα. Είναι νομολογημένο ότι αρχαιότητα που ανάγεται σε προ-προηγούμενη θέση ή απομακρυσμένη αρχαιότητα, έχει λιγότερη σημασία από ό,τι στην αμέσως προηγούμενη θέση, (Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56, Δημητρίου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 376/2011, ημερ. 17.7.2012 και Παρασκευή Στυλιανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας, συνεκδ. υποθέσεις αρ. 69/2012 και 72/2012, ημερ. 22.12.2014). Πόσο μάλλον πείρα, που δεν είναι θεσμοθετημένη ως κριτήριο, σε έκτακτη υπηρεσία, που είναι ακόλουθη της όποιας αρχαιότητας.
Όλα τα ανωτέρω αναφερθέντα σχετικά με την αιτήτρια Χειμώνα, ισχύουν και για τις άλλες δύο αιτήτριες Νικολάου και Γεωργίου. Η Νικολάου γεννήθηκε στις 25.1.1962. Μετά την αποφοίτηση της από το Ζ΄ Γυμνάσιο Λεμεσού, διορίστηκε στις 8.11.1985, Κτηματολογικός Γραφέας 2ης Τάξης, την 1.1.1991, Κτηματολογικός Γραφέας 1ης Τάξης και στις 15.11.2005, Βοηθός Κτηματολογικός Λειτουργός. Η Γεωργίου γεννήθηκε στις 10.6.1961 και μετά την αποφοίτηση της από το Λανίτειο Γυμνάσιο Λεμεσού, διορίστηκε επίσης στις 8.11.1985 ως Κτηματολογικός Γραφέας 2ης Τάξης, την 1.1.1991, Κτηματολογικός Γραφέας 1ης Τάξης και στις 15.11.2005, Βοηθός Κτηματολογικός Λειτουργός.
Για την Ζωδιάτη έγινε ήδη εκτενής αναφορά πιο πάνω. Στοιχεία δόθηκαν και για τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη. Συμπληρώνεται ότι οι Αθανασίου-Καρσερά, Ευσταθίου και Ζαρδίλης, γεννήθηκαν στις 28.1.1956, 12.8.1956 και 16.12.1953, αντίστοιχα. Οι Αθανασίου-Καρσερά και Ευσταθίου διορίστηκαν αμφότεροι στις 8.11.2005 ως Κτηματολογικοί Γραφείς 2ης Τάξης και την 1.3.2006 ως Βοηθοί Κτηματολογικοί Λειτουργοί. Ο Ζαρδίλης έχει δεδομένα όπως τις αιτήτριες και τον Ζωδιάτη, ήτοι, διορίστηκε στις 8.11.1985, Κτηματολογικός Γραφέας 2ης Τάξης, την 1.2.1991 (ένα μήνα αργότερα), Κτηματολογικός Γραφέας 1ης Τάξης και στις 15.11.2005, Βοηθός Κτηματολογικός Λειτουργός.
Πέραν των όσων έχουν καταγραφεί ανωτέρω, συμπληρώνεται ότι η θέση όλων των αιτητριών ότι η ανάγνωση του σχεδίου υπηρεσίας φανερώνει την πρόθεση του Κανονιστικού νομοθέτη να δώσει βαρύτητα στην αρχαιότητα «εφόσον και απαιτούμενο προσόν είναι η υπηρεσία στη θέση Έκτακτου Κτηματολογικού Γραφείου», (σελ. 20 αγόρευσης αιτητριών), είναι βεβαίως λανθασμένη εφόσον στο σχέδιο υπηρεσίας ουδόλως αναφέρεται η θέση του έκτακτου Κτηματολογικού Γραφέα. Αντίθετα, το σχέδιο υπηρεσίας προνοεί στη σχετική σημείωση ότι αν δεν υπάρχουν υποψήφιοι με την απαιτούμενη τουλάχιστον πενταετή υπηρεσία στη θέση του Βοηθού Κτηματολογικού Λειτουργού, μπορούν να ληφθούν υπόψη και υπάλληλοι με επταετή τουλάχιστον συνολική υπηρεσία στη θέση Βοηθού Κτηματολογικού Λειτουργού και Κτηματολογικού Γραφέα 1ης τάξης, από την οποία διετής τουλάχιστον υπηρεσία να είναι στη θέση Βοηθού Κτηματολογικού Λειτουργού.
Η άλλη θέση των αιτητριών στηρίζεται στο κατ΄ ισχυρισμόν άνισο και αντιφατικό μέτρο κρίσης που χρησιμοποίησε ο Διευθυντής. Όπως γίνεται αντιληπτή η εισήγηση, ο Διευθυντής άλλωστε χρησιμοποίησε για τη σύσταση του την υπέρτερη αρχαιότητα και το πρόσθετο προσόν, άλλοτε αρχαιότητα που ακολουθούσε και πρόσθετο προσόν και άλλοτε αρχαιότητα που ήταν υπέρτερη, χωρίς πρόσθετο προσόν. Λέγουν οι αιτήτριες ότι οι οκτώ προαχθέντες, που ήσαν όλοι συστηθέντες, χωρίζονται σε τρεις ομάδες. Στους υποψήφιους Χριστοφίδου-Παναγή Ανδρούλλα (α/α 2) και Γεωργίου Κωστάκη (α/α 7), που υπερείχαν των αιτητριών σε αρχαιότητα και είχαν και πρόσθετο προσόν (δεν φαίνεται όμως ορθή η θέση ότι η Χριστοφίδου-Παναγή διαθέτει πρόσθετο προσόν - δεν αναφέρεται κάτι τέτοιο από τον Διευθυντή ή την Ε.Δ.Υ.), στους υποψηφίους που έποντο σε αρχαιότητα των αιτητριών και κατείχαν πρόσθετο προσόν (Ζαρδίλης (α/α 33), Ζωδιάτης (α/α 34), Αθανασίου-Καρσερά (α/α 37) και Ευσταθίου (α/α 39), (όλοι ενδιαφερόμενα μέρη) και σε αυτούς που προηγούντο σε αρχαιότητα και δεν είχαν πρόσθετο προσόν (Ευριπίδου Μάριος (α/α 5) και Χριστοφίδου-Παναγή (α/α 2).
Υπάρχει, κατά την εισήγηση, άνισο μέτρο κρίσης και κατάχρηση εξουσίας διότι ενώ η αρχαιότητα λειτούργησε για ορισμένους χωρίς να είχαν πρόσθετο προσόν, για άλλους το μη πρόσθετο προσόν λειτούργησε ανασταλτικά. Επομένως, και η τελική κρίση της Ε.Δ.Υ. πάσχει κατά τον ίδιο τρόπο διότι άλλοτε προήξε λόγω αρχαιότητας και άλλοτε λόγω προσόντων.
Το ενιαίο μέτρο κρίσης αποτελεί εχέγγυο ορθής και χρηστής διοίκησης. Κατά τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 186-187: «Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία περιλαμβάνουσα αντιφατικάς προτάσεις αναιρούσας αλλήλας». Το διοικητικό όργανο οφείλει να μεταχειρίζεται με το αυτό μέτρο και κριτήρια όλους τους υποψηφίους, διαφορετικά η χρήση των αρχών κατά ανισομερή τρόπο πιστοποιεί προδιάθεση του οργάνου προς επιλογή έξω από τις ορθές αρχές καθιστώντας την απόφαση του μολυσμένη. Σχετικές είναι και οι αποφάσεις στις Φεσσά κ.ά. ν. Δημοκρατίας, συνεκδ. υποθ. υπ΄ αρ. 528/2001 και 601/2001, ημερ. 28.3.2003 και Λαούρη ν. Δημοκρατίας, υπόθ. υπ΄ αρ. 1029/2002, ημερ. 7.7.2003.
Δεν έχουν όμως δίκαιο οι αιτήτριες. Η Ε.Δ.Υ. είχε την υποχρέωση να πληρώσει οκτώ θέσεις. Υπήρχαν πολλοί υποψήφιοι με διαφορετικά δεδομένα όσον αφορά αρχαιότητα και προσόντα. Ο Διευθυντής και η Ε.Δ.Υ. δεν λειτούργησαν έξω από τα όρια της διακριτικής τους ευχέρειας και σίγουρα δεν χρησιμοποίησαν άνισο μέτρο σύγκρισης. Καμιά από τις αιτήτριες δεν κατέχει οποιοδήποτε πρόσθετο προσόν, ούτε και οτιδήποτε που να έπρεπε να θεωρηθεί σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Ούτε και η συνήγορος τους προτάσσει τέτοιο λόγο. Είναι και οι τρεις απόφοιτες Γυμνασίου. Αντίθετα, και τα τέσσερα ενδιαφερόμενα μέρη είναι κάτοχοι πρόσθετων προσόντων συναφών με τα καθήκοντα της θέσης, καθώς κρίθηκε από το Διευθυντή και βεβαίως καθηκόντως, από την Ε.Δ.Υ. Έναντι των Ζωδιάτη και Ζαρδίλη, οι αιτήτριες είχαν την αυτή αρχαιότητα στην προ-προηγούμενη θέση και μικρή αρχαιότητα (3 μηνών και 1 μηνός αντίστοιχα) στην προηγούμενη θέση. Ήδη το θέμα της αρχαιότητας επιλύθηκε ανωτέρω. Η στάθμιση της αρχαιότητας σε προ-προηγούμενη θέση των αιτητριών λειτούργησε υπέρ του Ζωδιάτη λόγω του πρόσθετου προσόντος που θεωρήθηκε από την Ε.Δ.Υ. ως σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και του αποδόθηκε η δέουσα βαρύτητα. Η επιλογή της Ε.Δ.Υ. ήταν απόλυτα εύλογη και συμβατή με τη νομολογία.
Όσον αφορά τα δύο υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία επίσης έποντο σε αρχαιότητα των αιτητριών (μεγαλύτερη τώρα 4½ μηνών), και πάλι λειτούργησε υπέρ των ενδιαφερομένων μερών το πρόσθετο προσόν τους που κρίθηκε συναφές με τα καθήκοντα της θέσης και του δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα. Κατά τα υπόλοιπα ήσαν όλοι ίσοι σε αξία με αναφορά στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Η επιλογή της Ε.Δ.Υ. ήταν συνεπώς εύλογη και εντός της νομολογίας.
Μεταξύ των υποψηφίων που είναι εδώ ενδιαφερόμενα μέρη, έναντι των αιτητριών που παραπονούνται και προσβάλλουν μόνο την επιλογή των συγκεκριμένων ατόμων, δεν παρατηρείται χρήση άνισου μέτρου. Οι υπόλοιποι προαχθέντες δεν είναι εδώ ενδιαφερόμενα μέρη ώστε να επιβάλλεται σύγκριση των δικών τους δεδομένων. Ενδεχόμενα να υπήρχε ακόμη και τότε ζήτημα εξέτασης άνισου μέτρου, αν πράγματι το ένα και το αυτό κριτήριο χρησιμοποιήθηκε διαφορετικά μεταξύ υποψηφίων. Δεν συνέβη όμως αυτό. Οι Χριστοφίδου-Παναγή Ανδρούλα και Ευρυπίδου Μάριος που δεν είναι ενδιαφερόμενα μέρη, είχαν αρχαιότητα έναντι των αιτητριών, ήταν ίσοι σε αξία και δεν είχαν, όπως ούτε οι αιτήτριες, κάποιο πρόσθετο συναφές προσόν. Η αρχαιότητα εδώ λειτούργησε εναντίον των αιτητριών. Το ίδιο κριτήριο της αρχαιότητας λειτούργησε αρνητικά για τα εδώ ενδιαφερόμενα μέρη αφού οι αιτήτριες προηγούντο σε αρχαιότητα, (άρα ίσο μέτρο κρίσης), αλλά λόγω έλλειψης πρόσθετων συναφών προσόντων, οι αιτήτριες δεν επιλέγησαν έναντι των ενδιαφερομένων μερών. Δεν είναι εδώ η περίπτωση που αντιμετωπίσθηκε στην Παρασκευή Στυλιανού κ.ά. - ανωτέρω - όπου το επιχείρημα για άνισο μέτρο κρίσης έγινε δεκτό διότι ενώ υπεροχή 4½ ετών αρχαιότητας της αιτήτριας θεωρήθηκε «περιορισμένης σημασίας» προς παράκαμψη της, έναντι συνυποψήφιας της, η Ε.Δ.Υ. θεώρησε την αρχαιότητα της ίδιας συνυποψήφιας που είχε επιλεγεί για προαγωγή, μόλις 4 μηνών, έναντι άλλης υποψήφιας αναβαθμισμένη αποδίδοντας σ΄ αυτή «τη δέουσα βαρύτητα λόγω του επιπέδου της θέσης».
Υπό το φως όλων των ανωτέρω, δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε πλάνη της Ε.Δ.Υ. Από το σκεπτικό της απόφασης της ουδεμία πλάνη ή έστω πιθανολόγηση πλάνης υπάρχει, η δε αιτιολογία είναι καθ΄ όλα επαρκής που επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο. Όπως αναλύθηκε προηγουμένως, η Ε.Δ.Υ. δεν παρασύρθηκε από τα όποια, μικρά ομολογουμένως, λάθη στη σύσταση του Διευθυντή, η πείρα στην έκτακτη υπηρεσία των αιτητριών δεν μπορούσε να λογισθεί ως στοιχείο κρίσης στη σκέψη της Ε.Δ.Υ., ούτε και χρησιμοποιήθηκε άνισο και αντιφατικό κριτήριο.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα €1.300 εναντίον των αιτητριών και υπέρ των καθ΄ ων.
Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ