ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Γ. Καραπατάκης, για τους αιτητές. Μ. Xατζηχριστοφή, για τους καθ΄ ων η αίτηση CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-02-06 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ κ.α. ν. ΔΗΜΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, Υπόθεση αρ. 864/2012, 6/2/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D81

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                     

                                                                      (Υπόθεση αρ. 864/2012)

 

 

6 Φεβρουαρίου, 2015

 

 

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.]

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ AΡΘΡΑ 7.1, 9 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

1.    ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ,

                                                                     

                                                                      Αιτητών,

 

και

 

ΔΗΜΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,

 

Καθ΄ ου η αίτηση.

______

 

 

Γ. Καραπατάκης, για τους αιτητές.

Μ. Xατζηχριστοφή, για τους καθ΄ ων η αίτηση

 

.....

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

     ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.Oι διαμαρτυρίες των αιτητών προς τον καθ΄ ου η αίτηση Δήμο Λάρνακας (στο εξής ο Δήμος) για τη λειτουργία του πρατηρίου πετρελαιοειδών της εταιρείας Luk oil της Λεωφόρου Αρχ. Κυπριανού, στη Λάρνακα, χρονολογούνται από το 1989.  Έρεισμα όμως για την παρούσα προσφυγή αποτέλεσε η επιστολή τους ημερ. 19.5.11 με την οποία, επικαλούμενοι το άρθρο 29 του Συντάγματος, ζήτησαν από το Δήμο  όπως (α) ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας του πρατηρίου «. καθότι αυτή εκδόθηκε τη στιγμή που δεν είχε εκδοθεί υπό της αρμοδίας αρχής για την εν λόγω οικοδομή πιστοποιητικό τελικής έγκρισης σύμφωνα με τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο, Κεφ. 96, όπως έχει τροποποιηθεί» και  όπως (β) προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την μετακίνηση του πρατηρίου σε άλλη περιοχή «. για λόγους δημοσίου συμφέροντος που εστιάζονται κυρίως στην προστασία της δημόσιας υγείας και της ασφάλειας . περιοίκων της περιοχής». 

 

     Αποτελεί κοινό τόπο ότι μέχρι και σήμερα ο Δήμος όχι μόνο δεν ικανοποίησε τα αιτήματα που του υπέβαλαν οι αιτητές με την πιο πάνω επιστολή, αλλά ούτε καν απάντησε σ΄ αυτή.  Με αποτέλεσμα οι αιτητές να καταθέσουν την παρούσα προσφυγή, με την οποία ζητούν από το Δικαστήριο δήλωση ότι η παράλειψη του Δήμου να συμμορφωθεί με το άρθρο 29 του Συντάγματος και να απαντήσει στην επιστολή τους είναι άκυρη, παράνομη και ό,τι παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί.  Δεύτερο αιτητικό, με το οποίο προσβάλλεται η μη ικανοποίηση των αιτημάτων τους, αποσύρθηκε με την αγόρευση τους και όπως γίνεται αντιληπτό δεν θα απασχολήσει την παρούσα.

 

     Η προσφυγή βασίζεται σε εννέα νομικά σημεία, αλλά προωθήθηκε σε δύο άξονες.  Ο πρώτος, ότι η συνεχιζόμενη παράλειψη του Δήμου να απαντήσει στην επιστολή τους συνιστά διοικητική παράλειψη εν τη εννοία του άρθρου 29 του Συντάγματος και ως εκ τούτου (ο Δήμος) έχει παραβιάσει το εν λόγω άρθρο και, ο δεύτερος, ότι έχει παραβιάσει περαιτέρω και τα άρθρα 7.1 και 9 του Συντάγματος τα οποία διασφαλίζουν τα δικαιώματα ζωής και αξιοπρεπούς διαβίωσης του ανθρώπου στο χώρο που διαβιεί.  Αντίθετη είναι η θέση του Δήμου, ο οποίος πρόβαλε ότι η επίδικη παράλειψη δεν συνιστά «παράλειψη» εν τη εννοία του άρθρου 29 του Συντάγματος και όπως γίνεται αντιληπτό προέχει η εξέταση του ζητήματος αυτού.

 

          Το άρθρο 29 του Συντάγματος έχει ως ακολούθως:

«1. Έκαστος έχει το δικαίωμα ατομικώς ή ομού μετ' άλλων να υποβάλλη εγγράφους αιτήσεις ή παράπονα προς οιανδήποτε αρμοδίαν δημοσίαν αρχήν δικαιούμενος ν' απαιτήση, όπως αύτη επιληφθή αυτών και αποφασίση ταχέως. Η απόφασις της αρχής ταύτης, δεόντως ητιολογημένη, γνωστοποιείται εγγράφως αμέσως εις τον υποβαλόντα την αίτησιν ή τα παράπονα εν πάση περιπτώσει ενός προθεσμίας μη υπερβαινούσης τας τριάκοντα ημέρας.

 

2. Εφ' όσον ο ενδιαφερόμενος δεν ικανοποιείται εκ της αποφάσεως ή οσάκις ουδεμία απόφασις γνωστοποιήται προς αυτόν εντός της καθοριζομένης εν τη πρώτη παραγράφω του παρόντος άρθρου προθεσμίας δύναται ο ενδιαφερόμενος ν' αγάγη ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου διά προσφυγής την υπόθεσιν, εις ην αφορά η αίτησις ή το παράπονον αυτού.»

 

     Σύμφωνα με τη νομολογία, «παράλειψη» με την έννοια του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος είναι προσβλητή όταν με σαφή διάταξη η διοίκηση υποχρεούται σε συγκεκριμένη ενέργεια για τη ρύθμιση ορισμένης σχέσης και όχι όταν το όργανο δυνατόν να προβεί στην ενέργεια ως αποτέλεσμα άσκησης διακριτικής ευχέρειας που του παρέχει ο Νόμος (βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ 243, Ζένιου ν. Ρ.Ι.Κ. (1989) 3 ΑΑΔ 2177, Δήμος Λάρνακας v. Mobil Oil Ltd (1995) 3 ΑΑ.Δ. 400).  Αν όμως η ενέργεια δεν επιβάλλεται ρητά από το Νόμο, ώστε να μην είναι υποχρεωτική για τη διοίκηση, η παράλειψη της να ενεργήσει δεν θεωρείται παράλειψη οφειλομένης ενέργειας και συνεπώς δεν προσβάλλεται βάσιμα με αίτηση ακυρώσεως, (βλ. Mavrommatis and Another v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1006- Πετούσης v. Α.Η.Κ. (Αρ. 1) (1989) 3 AAA 1230, Δημοκρατία v. Philips College κ.α. (2000) 3 AAΔ 723)Όπως δε τονίστηκε στην  Δήμος Λάρνακας v. Mobil Oil Ltd (πιο πάνω) σελ. 401-402  «Παράλειψη διοικητικού οργάνου να εκπληρώσει καθήκον υπόκειται σε αναθεώρηση μόνο όπου αυτή συνίσταται στη μη εκπλήρωση θετικής υποχρέωσης την οποία επιβάλλει ο νόμος. Σ' εκείνη την περίπτωση, η αδράνεια ελέγχεται εφόσον η παράλειψη της Διοίκησης την εκτρέπει από το νομοθετημένο καθήκον της. Αυτή είναι η έννοια την οποία ενέχει ο όρος «παράλειψη» στο άρθρο 146.1 του Συντάγματος, γιατί μόνο σ' εκείνη την περίπτωση η παράλειψη είναι αφ΄ εαυτής παράγωγος εννόμων αποτελεσμάτων και, συνεπώς, εκτελεστή».

 

     Στην παρούσα περίπτωση, τα αιτήματα των αιτητών δηλαδή η ανάκληση της άδειας λειτουργίας του πρατηρίου και η μετακίνηση του σε άλλο καταλληλότερο χώρο για λόγους δημοσίου συμφέροντος δεν ρυθμίζονταν από σαφή νομοθετική διάταξη, η οποία υποχρέωνε τη διοίκηση - εδώ το Δήμο - να υιοθετήσει συγκεκριμένες ενέργειες για τη ρύθμισή του.  Αντίθετα, το άρθρο 9[1] του περί Ρυθμίσεως Πρατηρίων Πετρελαιοειδών Νόμου του 1968, (Ν.94/1968 όπως έχει τροποποιηθεί), καθορίζει ότι η ανάκληση της άδειας λειτουργίας ενός πρατηρίου πετρελαιοειδών εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της Αρχής Αδειών και εν προκειμένω του Δήμου.

 

     Ενόψει των πιο πάνω θεωρώ ότι στην παρούσα περίπτωση δεν υπήρξε διοικητική παράλειψη εν τη εννοία του άρθρου 146.1 του Συντάγματος και ως εκ τούτου δεν θεμελιώθηκε παραβίαση του άρθρου 29 του Συντάγματος, κατάληξη που προδιαγράφει και την τύχη της προσφυγής. Διαφορετική θα ήταν ενδεχομένως η κατάληξη αν η προσφυγή στρεφόταν εναντίον της απόφασης του Δήμου να χορηγήσει άδεια λειτουργίας στο πρατήριο παρ΄ ότι αυτό δεν διέθετε πιστοποιητικό τελικής έγκρισης, αλλά δεν είναι τέτοια η περίπτωση.

 

      Για όλα τα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς να απαιτείται η εξέταση της ουσίας με €1.200 έξοδα εναντίον των αιτητών.

 

    

                                                                      Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

/κβπ



[1] «9.—(1) Εφ' όσον οιονδήποτε πρατήριον πετρελαιοειδοιν δεν ήθελε πληροί πλέον τας προϋποθέσεις, υφ' ας τούτο κατεσκευάσθη ή εφ' όσον η λειτουργία ή διατήρησις αυτού ήθελεν είναι αντίθετος προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οιωνδήποτε δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμοί, ή αντίκειται προς τους όρους ή περιορισμούς τους επιβληθέντος υφ' οιασδήποτε αδείας παρασχεθείσης δυνάμει του παρόντος Νόμου, η Αρχή Αδειών δύναται να ανακαλέση την τοιαύτην άδειαν και να επιδώση τω αδειούχω, ιδιοκτήτη ή, αναλόγως της περιπτώσεως, τω κατόχου του τοιούτου πρατηρίου, ειδοποίησιν καλούσαν τούτον όποις κλείση και απομακρύνη το εν λόγω πρατήριον, εντός της εν τη ειδοποιήσει καθοριζομένης προθεσμίας.»

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο