ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D115
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1900/2012)
18 Φεβρουαρίου, 2015
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΠΕΤΡΟΥ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ,
2. ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΤΩ ΠΟΛΕΜΙΔΙΩΝ, ΛΕΜΕΣΟΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Α. Ευτυχίου με Χρ. Χατζηλοίζου, για τον Αιτητή.
Α. Κάρνου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Αντικείμενο της εξεταζόμενης προσφυγής είναι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση να διακόψουν την παροχή δημοσίου βοηθήματος στον αιτητή, από 1/9/2012, η οποία του κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 25/9/2012 .
Ο αιτητής είναι ηλικίας 45 ετών και πατέρας έξι παιδιών, ηλικίας 23, 22, 20, 16, 8 και 6 αντίστοιχα.
’ρχισε να λαμβάνει Δημόσιο Βοήθημα από το 1991 ως ανάπηρο άτομο, σύμφωνα με τον περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμο (Ν 2/1991), μετά από ατύχημα που του συνέβη στην προσπάθειά του να συγκολλήσει βαρέλι που περιείχε βενζίνη και εξερράγη, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά στα κάτω άκρα και να κινείται για μεγάλο, χρονικό διάστημα με δεκανίκια. Από το Δεκέμβριο 1990, ο αιτητής λαμβάνει και σύνταξη ανικανότητας από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις.
Σύμφωνα με έρευνες ακίνητης ιδιοκτησίας που διεξήγαγαν οι καθ' ων η αίτηση στο Κτηματολόγιο Λεμεσού κατά το έτος 2002, διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής και η σύζυγος του κατέχουν ακίνητη περιουσία στο Πισσούρι και την Πάχνα. Η περιουσία αυτή είχε υποθηκευτεί σε διάφορους τραπεζικούς Οργανισμούς.
Από το Σεπτέμβριο του 2010, έγινε διακοπή του Δημοσίου Βοηθήματος της οικογένειας του αιτητή, λόγω της άρνησης τους να αποδεχτούν δέσμευση οποιουδήποτε μέρους της ακίνητης περιουσίας τους.
Με χειρόγραφη επιστολή του ημερομηνίας 8/10/2010 ο αιτητής υπέβαλε παράπονο προς το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε σχέση την απόφαση του Επαρχιακού Γραφείου Ευημερίας Λεμεσού για δέσμευση της περιουσίας του.
Στις 26 Οκτωβρίου του 2010, ο αιτητής υπέβαλε εκ νέου αίτηση για παροχή Δημοσίου Βοηθήματος, και εγκρίθηκε ως δικαιούχος λήπτης ανίκανος για εργασία, αφού πρώτα έγινε επιβολή «απαγόρευσης» σε μέρος της ακίνητης περιουσίας της οικογένειάς του, σύμφωνα με το άρθρο 3 (15) του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου, Ν 95(1)/2006.
Αντίγραφο δήλωσης του αιτητή, ημερομηνίας 20/10/2012, με την οποία αποδέχτηκε δέσμευση της περιουσίας του, προκειμένου να του παραχωρηθεί δημόσιο βοήθημα, αντίγραφο επιστολής του Επαρχιακού Κτηματολογικού Λειτουργού Λεμεσού, ημερομηνίας 14/1/2011 σχετικά με την απαγόρευση που επιβλήθηκε στα ακίνητα του αιτητή, και αντίγραφο της σχετικής Έκθεσης της αρμόδιας λειτουργού επισυνάφθηκαν στην ένσταση.
Την 1/4/2011 ο αιτητής ενημερώθηκε με επιστολή, ότι το αίτημα του για έγκριση του ως ανάπηρο άτομο απορρίφθηκε, εφόσον η φυσική του κατάσταση, με βάση τα ιατρικά πιστοποιητικά που προσκόμισε, δεν δικαιολογούσαν κάτι τέτοιο. Η αρμόδια λειτουργός των Κοινωνικών Υπηρεσιών διαπίστωσε κατά τη διάρκεια των συναντήσεων της με τον αιτητή ότι υπήρξε σημαντική βελτίωση της κατάστασης της υγείας του, με αποτέλεσμα να μπορεί να κινείται ελεύθερα, να αυτοεξυπηρετείται, να οδηγεί και να εργάζεται σε χειρονακτικές εργασίες. Απόσπασμα από το σχετικό σημείωμα της αρμόδιας λειτουργού, ημερομηνίας 12/4/2011, παρατίθεται:
«Σήμερα είναι πλήρως λειτουργικό άτομο και μπορεί να οδηγεί κανονικό αυτοκίνητο περπατά χωρίς δυσκολίες στη βάδισή του και σύμφωνα με δική του αναφορά αλλά και αναφορά του υπευθύνου του αστυνομικού σταθμού Πισσουρίου κ. Νίκου Νικολάου αναλαμβάνει εποχιακές δουλειές όπως μάζεμα ελιών και λοιπών γεωργικών προϊόντων. Πιστεύω ότι με βάση τα σημερινά δεδομένα του λήπτη δεν εμπίπτει στον όρο αναπηρικών δικαιωμάτων και ως εκτούτου εισηγούμαι την απόρριψη αιτήματος του λήπτη για αναπηρικό επίδομα.»
Ο αιτητής υπέβαλε ένσταση στην πιο πάνω απόφαση και η περίπτωση του παραπέμφθηκε στη Συμβουλευτική Πολυθεματική Ομάδα (Σ.Π.Ο) για αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας του.
Σε σημείωμα της ημερομηνίας 8/2/2012, η αρμόδια λειτουργός, κατέγραψε ότι:
«Παρουσιάστηκα στις 23/2/2012 στην ΣΠΟ μετά από πρόσκληση που είχα από την υπηρεσία μας για την περίπτωση του κου Πέτρου. Η περίπτωση κρίθηκε από την επιτροπή ότι δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις των δικαιούχων αναπηρικού επιδόματος σύμφωνα με τις πρόνοιες της δικής μας νομοθεσίας.»
Ο αιτητής ενημερώθηκε για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης της υγείας του με επιστολή ημερομηνίας 21/3/2012. Συγκεκριμένα, ο αιτητής ενημερώθηκε ότι η κατάσταση της υγείας του δεν εμπίπτει στον όρο «ανάπηρος» σύμφωνα με το άρθρο 2 του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου Ν. 95(1)/2006, «αφού η κατάσταση σας δεν μειώνει ουσιωδώς τη λειτουργικότητά σας».
Στις 29/8/2012, αποφασίστηκε η διακοπή του δημοσίου βοηθήματος που λάμβανε ο αιτητής, καθότι, «με βάση τα έσοδα της οικογένειας δεν είναι δικαιούχοι».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Αναθεωρητική Έκθεση Δημοσίου Βοηθύματος, τα έσοδα της οικογένειας του αιτητή, μέχρι τον Αύγουστο του 2012, προέρχονταν από την εργασία της συζύγου του, από σύνταξη Κοινωνικών Ασφαλίσεων του αιτητή, το επίδομα σύνταξης με χαμηλά εισοδήματα και από επίδομα τέκνου και ανέρχονταν συνολικά σε 1632,21 ενώ οι βασικές τους ανάγκες υπολογίστηκαν σε 1478,10 μηνιαίως.
Ο αιτητής ενημερώθηκε για τον τερματισμό του δημοσίου βοηθήματος το οποίο ελάμβανε με επιστολή της Προϊσταμένης του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Πολεμιδιών Λεμεσού, ημερομηνίας 25/9/12.
Παρατίθεται αυτούσιο το περιεχόμενο της επιστολής εκείνης:
«Κύριο
Πέτρου Ευαγόρα
Ελλάδος 32 Πισσούρι 4607
Όπως σας έχει εξηγηθεί από την Λειτουργό Κοινωνικών Υπηρεσιών της περιοχής σας, σας πληροφορώ ότι μέσα στα πλαίσια επανεξέτασης του Δημοσίου Βοηθήματος που λαμβάνεται, αυτό τερματίζεται αφού δεν πληρείται τις προϋποθέσεις του άρθρου 3(10)(α)(ιιι) που προνοούνται από του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμος του 2006 και 2012. Για το λόγο αυτό, έχει διακοπεί από 1/09/2012, η παροχή σε σας μηνιαίου Δημοσίου Βοηθήματος.
Σας πληροφορώ επίσης ότι έχετε το δικαίωμα να προσβάλετε την απόφασή μου, με προσφυγή στο ανώτατο Δικαστήριο εντός 75 ημερών, από την ημερομηνία παραλαβής της παρούσας επιστολής, όπως προβλέπει το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Η Λειτουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών ’ρτεμις Αϊπαυλίτη, είναι στη διάθεσή σας για οποιεσδήποτε εξηγήσεις.»
Ο αιτητής, προσβάλλοντας την πιο πάνω απόφαση, ισχυρίζεται ότι είναι αναιτιολόγητη και νομικά εσφαλμένη απόφαση που λήφθηκε κατόπιν ανεπαρκούς έρευνας στη βάση λανθασμένης ερμηνείας του σχετικού Νόμου.
Στην Έκθεση που είχε ετοιμάσει το Τμήμα Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ημερομηνίας 10/1/11, ο αιτητής κρίθηκε ότι εξακολουθούσε να χρήζει Δημοσίου Βοηθήματος το οποίο και εγκρίθηκε αφού προηγουμένως είχε υποβάλει σχετική αίτηση για τον πιο πάνω σκοπό.
Στη συνέχεια όμως του αποκόπηκε το δημόσιο βοήθημα για λόγους που δεν φαίνεται να ήταν σαφείς, υποδεικνύει ο αιτητής, καθότι οι καθ΄ ων η αίτηση:
(α) ’λλοτε επικαλέσθηκαν ως λόγο ότι δεν είναι πλέον ανάπηρο πρόσωπο (επιστολή ημερομηνίας 1/04/2011).
(β) ’λλοτε ότι με βάση τα έσοδα της οικογένειας δεν είναι δικαιούχος δημόσιου βοηθήματος.
(γ) ’λλοτε ότι ένα από τα τέκνα του αιτητή ολοκλήρωσε τις σπουδές του παρόλο ότι παραμένει άνεργο, και
(δ) ’λλοτε ότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3(10)(α) (ιιι) του Νόμου αρ. 95(1)/06 με το οποίο κοινοποιείται στον Αιτητή η προσβαλλόμενη απόφαση.
Εξέτασα με μεγάλη προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία και ανέτρεξα στις σχετικές νομοθετικές διατάξεις.
Στο άρθρο 3(10) των περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμων, στο οποίο βασίστηκε η διακοπή του βοηθήματος , προβλέπεται ότι δημόσιο βοήθημα δεν παρέχεται:
«(α) για οποιαδήποτε περίοδο κατά την οποία ο αιτητής απασχολείται πλήρως σε προσοδοφόρα εργασία:
Νοείται ότι, εάν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις, ο ∆ιευθυντής δύναται να εγκρίνει την παροχή δη΅όσιου βοηθή΅ατος στα ακόλουθα πρόσωπα, έστω και αν αυτά απασχολούνται πλήρως σε προσοδοφόρα εργασία:
(i) σε ανάπηρα πρόσωπα,
(ii) ∆ιαγράφηκε ΅ε το 3 του 67(Ι) του 2012.
(iii) σε γονέα που έχει τέσσερα τουλάχιστον εξαρτώ΅ενα τέκνα, τα οποία δια΅ένουν ΅αζί του, ή
(iv) σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, λόγω εξαιρετικά σοβαρών οικογενειακών περιστάσεων, χρειάζεται οικονομική βοήθεια για να αποσοβηθεί ο κίνδυνος διάσπασης ή διάλυσης της οικογένειάς του·
(β) για οποιαδήποτε περίοδο κατά την οποία ο αιτητής εκούσια παρα΅ένει άνεργος ή εκούσια υποαπασχολείται ή αρνείται να παρακολουθήσει πρόγρα΅΅α επαγγελ΅ατικής αποκατάστασης εγκεκρι΅ένο από οποιαδήποτε αρ΅όδια Αρχή της ∆η΅οκρατίας:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο αιτητής ισχυρίζεται ότι είναι ανίκανος για εργασία, ο ∆ιευθυντής ΅πορεί, αν κρίνει σκόπι΅ο, να τον παραπέ΅ψει προς εξέταση από τη Συ΅βουλευτική Πολυθε΅ατική Ο΅άδα που αναφέρεται στο εδάφιο (13) του παρόντος άρθρου και να αποφασίσει, αφού ακούσει τις απόψεις της εν λόγω Ο΅άδας.
...............................»
Οι φράσεις «εισόδημα και οικονομικοί πόροι» και «βασικές και ειδικές ανάγκες» επεξηγούνται στο άρθρο 2 του Νόμου.
Σύμφωνα επίσης με το άρθρο 6 του Νόμου, το ποσό του δημοσίου βοηθήματος το οποίο παρέχεται σε κάποιο άτομο για ικανοποίηση των βασικών ή ειδικών αναγκών του είναι το ποσό κατά το οποίο το εισόδημα και οι οικονομικοί του πόροι υπολείπονται του ποσού που είναι αναγκαίο για ικανοποίηση των εν λόγω αναγκών του, όπως αυτό καθορίζεται δυνάμει του άρθρου 11 του Νόμου.
Το άρθρο 9(1) του Νόμου προνοεί ότι τα ακόλουθα εισοδή΅ατα και οικονο΅ικοί πόροι ενός αιτητή ή λήπτη δε λα΅βάνονται υπόψιν για την παροχή δη΅όσιου βοηθή΅ατος ή για τον καθορισ΅ό του ύψους τέτοιου βοηθή΅ατος:
«(α) Καθαρό ΅ηνιαίο εισόδη΅α:
(i) ΅έχρι πενήντα λίρες, όταν προέρχεται από εργασία του αιτητή ή λήπτη, ή
(ii) (ii) ΅έχρι τριακόσιες λίρες, όταν προέρχεται από εργασία και ο αιτητής ή η αιτήτρια ή η σύζυγος ή ο σύζυγος, αντίστοιχα, είναι ανάπηρο πρόσωπο, ή
(iii) ΅έχρι εκατό λίρες, όταν προέρχεται από εργασία και ο αιτητής ή αιτήτρια είναι άνω των 63 ετών ή είναι ψυχικά ασθενής, σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις του περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νό΅ου·
(β) Καταργήθηκε ΅ε το 4 του 67(Ι) του 2012·
(γ) οποιοδήποτε βοήθη΅α γά΅ου δυνά΅ει του Σχεδίου Κοινωνικών Ασφαλίσεων·
(δ) αποτα΅ιεύσεις του αιτητή ή λήπτη ΅έχρι του ποσού των δύο χιλιάδων λιρών και αποτα΅ιεύσεις οποιουδήποτε ΅έλους το οποίο έχει νο΅ική ευθύνη να τον συντηρεί, ΅έχρι του ποσού των χιλίων λιρών, νοου΅ένου ότι το ανώτατο ποσό αποτα΅ιεύσεων για όλα τα ΅έλη της οικογένειάς του δε θα υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες·
...............................»
Επίσης σύμφωνα με το ’ρθρο 9(2):
9 (2) Εάν ο λήπτης δημόσιου βοηθήματος ή ο σύζυγος ή η σύζυγος ή ο συμβίος ή η συμβία του, αντίστοιχα, εργοδοτηθεί μετά από ανεργία τουλάχιστο έξι μηνών, θα συνεχίσει να λαμβάνει δημόσιο βοήθημα για τον ίδιο και τους εξαρτώμενούς του για τους επόμενους δώδεκα μήνες, ως ακολούθως:
(α) πλήρη δικαιώματα για τους τέσσερις πρώτους μήνες μετά την εργοδότησή του,
(β) δύο τρίτα των πιο πάνω δικαιωμάτων για τους επόμενους τέσσερις μήνες, και
(γ) ένα τρίτο των πιο πάνω δικαιωμάτων για τους επόμενους τέσσερις μήνες:
Νοείται ότι στην περίπτωση αιτητή στον οποίο παραχωρήθηκε δημόσιο βοήθημα με βάση τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου για περίοδο τεσσάρων τουλάχιστο μηνών, δε θα επαναρχίζει η καταβολή σ' αυτόν δημόσιου βοηθήματος πριν την παρέλευση έξι μηνών από την ημέρα που ο αιτητής κατέστη εκ νέου άνεργος, εκτός εάν ο Διευθυντής ικανοποιηθεί με βάση συγκεκριμένα στοιχεία ότι ο αιτητής είναι ανίκανος για εργασία ή είναι αδύνατο γι' αυτόν να εξεύρει εργασία.»
Αποτελεί κοινά αποδεκτό γεγονός ότι ο αιτητής υπέστηκε πολλαπλές προσωπικές βλάβες σε εργατικό ατύχημα και κρίθηκε ανίκανος για εργασία κατά 75% λαμβάνοντας σύνταξη ανικανότητας, από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις από το 1990.
Η αναφορά του υπεύθυνου του Αστυνομικού Σταθμού Πισσουρίου ότι εποχιακά, ο αιτητής μάζευε ελιές και διάφορα άλλα προϊόντα και ότι, επομένως, η περίπτωση του αιτητή δεν δικαιολογεί την παραχώρηση Δημοσίου Βοηθήματος δεν αποδεικνύει κατά την κρίση μου, επαρκή έρευνα της κατάστασης της υγείας του αιτητή και του βαθμού της ικανότητας του να απασχολείται πλήρως σε προσοδοφόρα εργασία.
Κρίνω επίσης ότι ο υπολογισμός των εσόδων και αναγκών της οικογένειας του αιτητή έγινε χωρίς να ληφθούν υπόψιν οι πρόνοιες των άρθρων 3 και 9 του οικείου Νόμου.
Επίσης συμφωνώ με τον αιτητή ότι δεν έχουν παρουσιαστεί από την αρμόδια λειτουργό σαφή στοιχεία υπολογισμού των εισοδημάτων και των αναγκών της οικογένειας του, κατά τον Αύγουστο 2012, που να τεκμηριώνουν τη θέση της Λειτουργού ότι οι οικονομικοί πόροι της οικογένειας του αιτητή υπερκάλυπταν τις βασικές και ειδικές τους ανάγκες.
Ο αιτητής ισχυρίστηκε, επίσης, ότι είναι γονέας που έχει τουλάχιστο τέσσερα εξαρτώμενα τέκνα τα οποία διαμένουν μαζί του, γεγονός που συνιστά ειδική περίσταση για την οποία ο Διευθυντής δύναται να εγκρίνει παροχή δημόσιου βοηθήματος.
Συνακόλουθα η διοίκηση όφειλε να διεξάγει επαρκή έρευνα ως προς τα πιο πάνω. Θα έπρεπε πρωτίστως να προβεί στη διαπίστωση του κατά πόσον και σε ποιό βαθμό τα εισοδήματα του αιτητή ήσαν επαρκή, ώστε, αν δεν ήσαν, να συμπληρωθούν με δημόσιο βοήθημα, αναλόγως μειωμένο βεβαίως (Δέστε: Yaccoub ν. Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Τμήμα Γραφείου Ευημερίας, Υποθ. αρ. 1468/2011, ημερ. 8.10.2012. Επίσης, δέστε: Χριστόδουλος Αντωνίου ν. Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Τμήμα Γραφείου Ευημερίας Υποθ. αρ.4168/2013, ημερ. 10.11.2014), ECLI:CY:AD:2014:D863.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, θεωρώ ότι πράγματι δεν έγινε δέουσα έρευνα στην προκείμενη περίπτωση, αλλά ούτε και επαρκής αιτιολογία δόθηκε, για την προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία φαίνεται να λήφθηκε αυθαίρετα και όχι μέσα στα νόμιμα πλαίσια άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας.
Κατά συνέπεια, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών ακυρώνεται. Έξοδα 1.000.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ του αιτητή.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
/ΕΑΠ. Π.