ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ερωτοκρίτου, Γεώργιος Κυριάκου Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον Αιτητή. Λ. Χριστοδουλίδου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-02-03 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο NAWAF MEFAALANI ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Υπόθεση Αρ. 1034/2012, 3/2/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D67

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 1034/2012)

 

3 Φεβρουαρίου, 2015

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

NAWAF MEFAALANI,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον Αιτητή.

Λ. Χριστοδουλίδου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:   Ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση ημερ. 11.6.2012 της Διευθύντριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για προσωρινή άδεια παραμονής και εργασίας στην Κύπρο.  Επίσης προσβάλλει τη διαταγή της Διευθύντριας που περιλαμβάνεται στην ίδια επιστολή, όπως ο ίδιος προβεί άμεσα σε διευθετήσεις για να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία. 

 

Ο Αιτητής είναι συριακής καταγωγής και για πρώτη φορά ήρθε στην Κύπρο το 1991 και του παραχωρήθηκε άδεια παραμονής και εργασίας μέχρι το 1992, η οποία κατά καιρούς ανανεωνόταν μέχρι το τέλος του 1996.  Το 1992 βαφτίστηκε χριστιανός και το 1995 τέλεσε πολιτικό γάμο με την ελληνοκύπρια Θ. Μικέλλη, με αποτέλεσμα η άδειά του μέχρι το 1999 να ανανεώνεται υπό την ιδιότητά του ως σύζυγος κύπριας υπηκόου.  Το 1998 υπέβαλε αίτηση για απόκτηση κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση, η οποία εγκρίθηκε το 2000.

 

Αρχές του 2004 η ΚΥΠ απέστειλε έκθεση στον Υπουργό Εσωτερικών, με την οποία τον πληροφορούσε ότι το Αιτητής ήταν ιδιοκτήτης κρεοπωλείου στη Λευκωσία, πάνω από το οποίο άνοιξε Internet Café, στο οποίο σύχναζαν μόνο άραβες, κυρίως συριακής καταγωγής και στο οποίο η πρόσβαση ήταν δύσκολη.  Στην έκθεση αναφερόταν επίσης ότι στον πιο πάνω χώρο γινόταν μεγάλη εμπορία λαθραίων τσιγάρων, τα οποία προέρχονταν από τα κατεχόμενα και ότι ο Αιτητής εισέπραττε προμήθεια.  Επίσης το 2004 λήφθηκε πληροφορία στο Αρχηγείο Αστυνομίας, ότι ο Αιτητής προέβαινε σε πλαστογραφία διαβατηρίων, πιστοποιητικών γεννήσεως και άλλων κυβερνητικών εγγράφων έναντι αμοιβής.  Σε νεώτερη έκθεση της ΚΥΠ περί τα μέσα του 2005, αναφερόταν ότι σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες ο Αιτητής εμπλεκόταν σε κύκλωμα λαθρομετανάστευσης, μέσω των κατεχομένων, αποκομίζοντας τεράστια οικονομικά οφέλη.  Η ΚΥΠ εκτιμούσε ότι η εμπλοκή του ήταν ουσιώδης και τον χαρακτήριζε ως εγκέφαλο του κυκλώματος.  Επίσης, η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης αμφισβήτησε τη γνησιότητα της βάφτισης του Αιτητή το 1992 σε χριστιανό, καθώς από πληροφορίες που συνέλλεξε η ΚΥΠ, αυτός όχι μόνο δεν επισκέφθηκε ποτέ ορθόδοξη εκκλησία, αλλά αντίθετα ήταν τακτικός επισκέπτης στο τζαμί Ομεριέ και σε κάποιο στάδιο διετέλεσε και συντηρητής του τζαμιού και μάλιστα κατείχε και κλειδί της εισόδου.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση έχοντας υπόψη τις πιο πάνω πληροφορίες και ειδικότερα εκείνες που αφορούσαν στον τομέα της λαθρομετανάστευσης, εκτίμησαν ότι η δράση του Αιτητή στην Κύπρο ήταν επιζήμια για την Κυπριακή Δημοκρατία.  Επίσης υπήρχε υποψία ότι ο γάμος του με ελληνοκύπρια έγινε ώστε να παρατείνει τη διαμονή του στη Δημοκρατία και για να πολιτογραφηθεί ως κύπριος πολίτης.  Γι' αυτό και δύο χρόνια μετά την απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας, ο Αιτητής εξασφάλισε διαζύγιο από την ελληνοκύπρια σύζυγό του.  Ενόψει των πιο πάνω και των ανησυχιών που δημιουργήθηκαν ως προς τις δραστηριότητές του, ο Υπουργός Εσωτερικών αφού εξασφάλισε την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, εξέδωσε στις 23.7.2007 διάταγμα με το οποίο αφαιρείτο από τον Αιτητή η ιδιότητα του πολίτη της Δημοκρατίας για λόγους που άπτονται της ασφάλειας της Δημοκρατίας.  Στη συνέχεια οι Καθ' ων η αίτηση ζήτησαν από τον Αιτητή όπως επιστρέψει το πιστοποιητικό πολιτογράφησης, το κυπριακό διαβατήριο και την κυπριακή ταυτότητα που του είχαν παραχωρηθεί.  Ο Αιτητής καταχώρησε την προσφυγή 1226/07, με την οποία αμφισβητούσε τη νομιμότητα του πιο πάνω διατάγματος.  Στις αρχές του 2008 οι Καθ' ων η αίτηση ζήτησαν από τον Αιτητή να αναχωρήσει άμεσα από την Κύπρο, εφόσον του είχε αποστερηθεί η κυπριακή υπηκοότητα.  Ο Αιτητής δεν συμμορφώθηκε και συνέχισε να παραμένει στη Δημοκρατία. 

 

Στις 7.5.2008 απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο η προσφυγή που καταχώρησε, με αποτέλεσμα ο Αιτητής να καταχωρήσει την έφεση 82/08.

Στις 25.8.2010, εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης.  Ο Αιτητής εντοπίστηκε ένα μήνα μετά και συνελήφθη, οπότε και του κοινοποιήθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης.  Κατά την περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης διαπιστώθηκε ότι ο Αιτητής στις 8.7.2007 τέλεσε στη Συρία και δεύτερο γάμο με την ελληνοκύπρια Μ. Πάρπα.  Κρίθηκε όμως από τους Καθ' ων η αίτηση ότι το γεγονός αυτό δεν επηρέαζε την απόφαση για απομάκρυνσή του από την Κύπρο.

 

Στις 12.5.2011 το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση 82/08 που καταχώρησε ο Αιτητής κατά της απορριπτικής απόφασης στην προσφυγή 1226/07 (βλ. Mefaalani v. Δημοκρατίας κ.α. (2011) 3Α ΑΑΔ 383).  Τελικά ο Αιτητής απελάθηκε στη χώρα καταγωγής του στις 29.1.2011.  Όπως ισχυρίζεται, καταχώρησε δύο προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι οποίες εκκρεμούν.  Φαίνεται όμως σε κατοπινό στάδιο επανήλθε στη Δημοκρατίας, όχι μέσω της νομίμου οδού.  Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι εισήλθε στις 20.3.2012 από το οδόφραγμα του Λήδρα Πάλλας, αλλά οι Καθ' ων η αίτηση μετά από έρευνα διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχαν τέτοια στοιχεία καταχωρημένα.

 

Στις 6.4.2012 τέλεσε στην Κύπρο πολιτικό με την ελληνοκύπρια Μ. Πάρπα, παρουσιάζοντας το συριακό του διαβατήριο και την κυπριακή πολιτική ταυτότητα.  Ενόψει του γάμου του, την 21.4.2012 ζήτησε όπως του παραχωρηθεί άδεια για προσωρινή παραμονή στη Δημοκρατία.  Το αίτημα απορρίφθηκε στις 11.6.2012, με αποτέλεσμα ο Αιτητής να καταχωρήσει την παρούσα προσφυγή, με την οποία αμφισβητεί τη νομιμότητα της άρνησης των Καθ' ων η αίτηση να του παραχωρήσουν την άδεια που ζητούσε.

 

Οι λόγοι ακυρότητας

Ο δικηγόρος του Αιτητή στη γραπτή του αγόρευση διατυπώνει 13 λόγους ακυρότητας.  Όμως στη γραπτή του αγόρευση δεν αναπτύσσει οποιονδήποτε από αυτούς, πλην μιας σύντομης αναφοράς στην παράγραφο 29 της αγόρευσης, η οποία έχει ως εξής:-

«29.  Όσον αφορά το γεγονός ότι ο Αιτητής απελάθηκε προηγουμένως στην Συρία είναι άσχετο με την αίτηση του εφόσον τώρα ευρίσκεται στην Κύπρο, σύναψε γάμο μετά την είσοδο του στη Δημοκρατία με Κύπρια υπήκοο και έχει δικαίωμα να υποβάλει αίτηση για προσωρινή άδεια παραμονής για να συζεί με την σύζυγο του και το σωστό έντυπο για παραχώρηση τέτοιας άδειας είναι η φόρμα Μ61Β.  Στην περίπτωση που δεν του επιτραπεί παραβιάζονται τα δικαιώματα του βάσει του άρθρου 15 του Συντάγματος της Δημοκρατίας και άρθρο 8 της ΕΣΑΔ όπου έκαστος έχει δικαίωμα όπως η οικογενειακή του ζωή τυγχάνει σεβασμού και άρθρο 12 της ΕΣΑΔ και άρθρο 22 του Συντάγματος όσον αφορά το δικαίωμα σύναψης γάμου.»

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, λόγοι ακυρότητας οι οποίοι δεν αναπτύσσονται στη γραπτή αγόρευση του Αιτητή ή στην απαντητική, θεωρούνται ως εγκαταληφθέντες (βλ. Lyubov Dougalyuk ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 182/99, ημερ. 11.8.2000).  Επομένως, τους μόνους λόγους που προτίθεμαι να εξετάσω, είναι αυτούς που αναπτύσσει ο δικηγόρος του Αιτητή στην παράγραφο 29 της αγόρευσής του, κατά πόσον υπήρξε παραβίαση των Άρθρων 15 και 22 του Συντάγματος, τα οποία αφορούν στα προστατευόμενα δικαιώματα ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και της ελευθερίας σύναψης γάμου και ίδρυσης οικογένειας.

 

Ξεκινώ από το δεδομένο ότι η στέρηση της κυπριακής υπηκοότητας του Αιτητή έχει ελεγχθεί τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ' έφεση και έχει επιβεβαιωθεί η νομιμότητά της.  Η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ημερ. 25.8.2010, με βάση τα οποία συνελήφθη και απελάθη, δεν αμφισβητήθηκε.  Επομένως, ο Αιτητής έχει στερηθεί του δικαιώματος παραμονής στη Δημοκρατία, εφόσον νομίμως του αφαιρέθηκε κυπριακή ιθαγένεια για λόγους ασφαλείας της Δημοκρατίας και στη συνέχεια κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105.

 

Ο Αιτητής φαίνεται να εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία και να επανεκδικεί δικαίωμα διαμονής, αγνοώντας όλες τις νομικές διαδικασίες που προηγήθηκαν και επικαλούμενος μόνο τον γάμο του με τη Μαρία Πάρπα.  Όμως το συγκεκριμένο γεγονός κατά την άποψή μου δεν μπορεί να αλλάξει τη νομική κατάσταση πραγμάτων, εφόσον ο γάμος ήταν γνωστός στους Καθ' ων η αίτηση και έλαβαν υπόψη το γεγονός κατά τη διαδικασία αφαίρεσης της υπηκοότητας και της απέλασης του Αιτητή.  Δεν βλέπω πώς το κράτος παραβιάζει το δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής του Αιτητή, αφού με την Μ. Πάρπα ο Αιτητής συνήψε γάμο στη Συρία από το 2007.  Το ότι για να ενισχύσει το τελευταίο αίτημά του για παραχώρηση άδειας παραμονής, τέλεσε στην Κύπρο και πολιτικό γάμο με την Μ. Πάρπα, δεν βλέπω πώς βοηθά τον Αιτητή.

 

Το κάθε κράτος έχει δικαίωμα να ρυθμίζει τον είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στο έδαφός του και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, αυτό αποτελεί έκφραση «κυριαρχίας» (βλ. Moyo and another v. Republic (1988) 3Β CLR 1203).  Στην υπόθεση Suleiman v. The Republic of Cyprus (1987) 3Α CLR 224  θεωρήθηκε ότι υπάρχει τεκμήριο υπέρ της καλόπιστης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης.  Όμως το τεκμήριο είναι μαχητό και μπορεί να ανατραπεί αν αποδειχθεί το αντίθετο.  Αν η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας δεν στερείται καλής πίστης, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει, νοουμένου ότι η απόφαση που λήφθηκε ήταν εύλογα επιτρεπτή λαμβανομένου υπόψη του υλικού το οποίο βρισκόταν ενώπιον της διοίκησης (βλ. Angela Siomina Ήρωα v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 307).

 

Ούτε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου διασφαλίζει οποιοδήποτε δικαίωμα σε αλλοδαπό να εισέρχεται και να διαμένει σε οποιαδήποτε χώρα (βλ. X and Y v. Germany (1977) 9 DR 219 και Chahal v. U.K. (1997) 23 EHRR 413).  Αναφορικά με το δικαίωμα το οποίο απορρέει από το άρθρο 8 της Σύμβασης για προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, τα κράτη-μέλη δεσμεύονται να μην προβαίνουν σε οποιεσδήποτε ενέργειες που να παραβιάζουν τα πιο πάνω δικαιώματα, εκτός εάν:- (α) η επέμβαση συνάδει με το νόμο, (β) τελείται για νόμιμο σκοπό σύμφωνα με το άρθρο 8(2) της Σύμβασης και (γ) η ενέργεια είναι απόλυτα αναγκαία και ανάλογη με τον επιδιωκόμενο σκοπό.  Τα πιο πάνω είχα την ευκαιρία να διατυπώσω στην υπόθεση Ανδρέου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1662/06, ημερ. 12.10.2007.

 

Στην προκειμένη περίπτωση η διοίκηση ενήργησε με πολλή υπομονή και με καλή πίστη και αυτό φαίνεται από τη διάρκεια παραμονής του Αιτητή στη Δημοκρατία που διήρκεσε άνω των 20 ετών.  Η απόρριψη της αίτησης του Αιτητή για προσωρινή παραμονή απορρίφθηκε μέσα στα πλαίσια εύλογης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των Καθ' ων η αίτηση, χωρίς να διαπιστώνεται οποιαδήποτε παραβίαση του Συντάγματος ή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπως ισχυρίζεται ο Αιτητής.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.300 έξοδα, υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο