ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Πασχαλίδης, Ανδρέας Λούκα Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή στην Προσφυγή 990/2012. Π. Παναγιώτου για Αλ. Μαρκίδη, για τον Αιτητή στην Προσφυγή 1067/2012. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-11-21 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΑΛΙΑΛΗΣ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 990/2012 και 1067/2012, 21/11/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D888

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

21 Νοεμβρίου, 2014

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 990/2012 και 1067/2012

 

 

 

Υπóθεση Αρ. 990/2012

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΑΛΙΑΛΗΣ,

 

Αιτητής,

 

ν.

 

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Καθ'ης η αίτηση.

 

 

Υπóθεση Αρ. 1067/2012

 

ΣΠΥΡΟΣ ΠΕΤΟΥΣΗΣ,

 

Αιτητής,

 

ν.

 

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Καθ'ης η αίτηση.

 

 

Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή στην Προσφυγή 990/2012.

 

Π. Παναγιώτου για Αλ. Μαρκίδη, για τον Αιτητή στην Προσφυγή 1067/2012.

 

Κ. Στιβαρού (κα) για Ιωαννίδης, Δημητρίου ΔΕΠΕ, για την Καθ'ης η αίτηση.

 

Α. Ευσταθίου (κα) για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με τις πιο πάνω προσφυγές που συνεκδικάστηκαν λόγω κοινού πραγματικού και νομικού υποβάθρου, οι αιτητές Ανδρέας Μαλιαλής (Προσφυγή αρ. 990/2012) και Σπύρος Πετούσης (Προσφυγή                αρ. 1067/2012), αμφισβητούν την εγκυρότητα της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους Χριστάκη Παρούτη στη θέση Εκτελεστικού Διευθυντή Εξυπηρέτησης Πελατών στην Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου.

 

Τα γεγονότα της προσφυγής.

Ενόψει της κένωσης της θέσης Εκτελεστικού Διευθυντή Εξυπηρέτησης Πελατών, Κλίμακα Δ, Επιχειρησιακή Μονάδα Εξυπηρέτησης Πελατών (στο εξής «η επίδικη θέση»), η Διεύθυνση Δυναμικού της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (στο εξής «η Αρχή»), κοινοποίησε στο προσωπικό σχετική γνωστοποίηση στην οποία ανταποκρίθηκαν έξι υποψήφιοι, κάτοχοι διευθυντικών θέσεων στην Αρχή.

 

Η διαδικασία διεξήχθη με βάση τα προβλεπόμενα στους περί Αρχής Ηλεκτρισμού (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86 ως έχουν τροποποιηθεί) - (στο εξής «οι Κανονισμοί») και σε πρώτο στάδιο επιλήφθηκε του θέματος η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής για Θέματα Προσωπικού (στο εξής «η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή») η οποία, αφού αξιολόγησε τα προσόντα των υποψηφίων σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις της επίδικης θέσης και τις εμπιστευτικές εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης τους, κάλεσε για σκοπούς συστάσεων το Γενικό Διευθυντή της Αρχής (στο εξής «ο Διευθυντής»).

 

Προβαίνοντας στη σύσταση του ο Διευθυντής, ανέφερε, στην έκταση που αφορά τους διαδίκους, τα ακόλουθα:

 

     "Γνωρίζω προσωπικά τους υποψηφίους που έχουν αποταθεί για την θέση του Εκτελεστικού Διευθυντή Εξυπηρέτησης Πελατών. Προκειμένου να προβώ στη σύσταση μου, έχω μελετήσει με τη δέουσα προσοχή τα στοιχεία των προσωπικών τους φακέλων και των υπηρεσιακών τους εκθέσεων. Έχω άμεση γνώση της προσφοράς και των δυνατοτήτων ενός εκάστου, λόγω της συνήθους επαφής που είχαμε στην Υπηρεσία.

................................

 

    Αξιολογώντας τους υπόλοιπους υποψηφίους με βάση όλα τα ενώπιον μου στοιχεία, που τους αφορούν όπως εξάγονται από τους προσωπικούς τους φακέλους και τα φύλλα αξιολόγησης τους, κρίνω ότι όλοι οι υποψήφιοι, διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας και πληρούν τις προϋποθέσεις καταλληλότητας της υπό πλήρωση θέσης.

...............................

 

    Με βάση τα πιο πάνω συστήνω για προαγωγή στη θέση του Εκτελεστικού Διευθυντή Εξυπηρέτησης Πελατών, τον Χριστάκη Παρούτη.

Αναφέρω ότι ο Χριστάκης Παρούτης υστερεί σε αρχαιότητα στην Αρχή, έναντι του Ανδρέα Μαλιαλή και του Σπύρου Πετούση. Ειδικότερα αναφέρω ότι ο Χριστάκης Παρούτης έχει ημερομηνία τελευταίας προαγωγής την 1.9.2007 ενώ ο Ανδρέας Μαλιαλής έχει ημερομηνία τελευταίας προαγωγής την 1.6.2006 και ο Σπύρος Πετούσης την 1.2.2007.

 

    Συγκρίνοντας τους Σπύρο Πετούση και Χριστάκη Παρούτη, παρατηρώ ότι όπως προκύπτει από τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης, κατά τα τελευταία πέντε χρόνια (2005-2009), είναι ισοδύναμοι στο κριτήριο βαθμολογημένη αξία, αφού έχουν συγκεντρώσει συνολικά 34Α και 16Β+, όμως στο επίσης θεσμοθετημένο κριτήριο της επίδοσης, ο Χριστάκης Παρούτης παρουσιάζεται να υπερέχει του Σπύρου Πετούση αφού συγκεντρώνει 15Α έναντι 9Α και 6Β+ του Σπύρου Πετούση.

 

    Συγκρίνοντας τον Χριστάκη Παρούτη με τον Ανδρέα Μαλιαλή κατά τα τελευταία πέντε χρόνια (2005-2009), με βάση τα υπηρεσιακά τους στοιχεία, παρατηρώ ότι ο Χριστάκης Παρούτης υπερέχει πολύ οριακά έναντι του, στο κριτήριο αξία κατά ένα Α. Ειδικότερα αναφέρω ότι ο Χριστάκης Παρούτης εξασφάλισε συνολική βαθμολογία 34Α και 16Β+, ενώ ο Ανδρέας Μαλιαλής εξασφάλισε συνολική βαθμολογία, 33Α και 17Β+.

 

    Στο θεσμοθετημένο κριτήριο της επίδοσης, υπερέχει ο Χριστάκης Παρούτης, αφού στα τρία επιμέρους κριτήρια (Ποιότητα, Ποσότητα και Ζήλο για Εργασία) στη βάση των οποίων αποτιμάται το συγκεκριμένο κριτήριο, συγκεντρώνει 15Α έναντι 10Α, 5Β+ του Ανδρέα Μαλιαλή.

 

   Ως προς τα προσόντα παρατηρώ ότι όλοι οι υποψήφιοι πληρούν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα. Παρατηρώ επίσης ότι το πρόσθετο προσόν του κ. Πετούση, το (CDipAF (ACCA-Certified Diploma in Accounting & Finance) δεν έχει άμεση σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης και δεν του δίδω βαρύτητα."

 

 

 Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή, η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή κατόπιν γενικής αξιολόγησης και σύγκρισης των υποψηφίων, με βάση τα υπηρεσιακά στοιχεία του καθενός από αυτούς, όπως αυτά αναδεικνύονταν από τις αιτήσεις και τους προσωπικούς τους φακέλους, τα προσόντα και την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα και επίδοση τους, σύμφωνα με τον Κανονισμό 23(2) σε συσχετισμό με τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας της επίδικης θέσης και λαμβανομένης δεόντως υπόψη της σύστασης που προεκτέθηκε, σύστησε ομόφωνα στην Αρχή την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους, υιοθετώντας το σκεπτικό του Διευθυντή.

 

Το θέμα απασχόλησε στη συνέχεια το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, ενώπιον του οποίου προσήλθε ο Διευθυντής, ο οποίος πρότεινε για προαγωγή στην επίδικη θέση το ενδιαφερόμενο μέρος, υιοθετώντας τη σύσταση του και επαναλαμβάνοντας τα όσα ανέφερε στο προηγούμενο στάδιο της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής.

 

Στη συνέχεια το Συμβούλιο, ενεργώντας δυνάμει των Κανονισμών 13(2) και 23, αφού προχώρησε στη δική του αξιολόγηση των υποψηφίων, με αναλυτική ανασκόπηση της κατοχής από κάθε ένα από αυτούς των απαιτούμενων προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας και των υπόλοιπων προσόντων και της πείρας τους και αφού έλαβε δεόντως υπόψη τις συστάσεις και εισηγήσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Διευθυντή, ενσωματώνοντας το σκεπτικό τους στην τελική του κρίση, αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση από 1/7/2012.

 

Οι λόγοι ακύρωσης.

 Ο αιτητής Α. Μαλιαλής στην Προσφυγή αρ. 990/2012, υποστηρίζει ότι η επίδικη απόφαση πάσχει διότι ο ίδιος υπερέχει έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους σε προσόντα, πείρα και αρχαιότητα με ισοδυναμία στις ετήσιες εκθέσεις, ότι υπήρξε πλάνη της καθ' ης η αίτηση αναφορικά με τις τελευταίες υπηρεσιακές εκθέσεις και κατά την εκτίμηση του κριτηρίου της επίδοσης, του μεταπτυχιακού προσόντος του ( "ΜSc Power Systems Technology") και της πείρας του. Επιπρόσθετα, η σύσταση του Διευθυντή είναι, κατά την άποψη του, άκυρη γιατί συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. 

 

Ο αιτητής Σ. Πετούσης στην Προσφυγή αρ. 1067/2012, ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη παραβιάζει τον περί Ανάπτυξης Ηλεκτρισμού Νόμο, Κεφ. 171 (ως έχει τροποποιηθεί), τους Κανονισμούς της Κ.Δ.Π. 291/86 και ιδιαίτερα τον Κανονισμό 23(2), καθώς και την αρχή της επιλογής του καταλληλότερου υποψηφίου εφόσον ο ίδιος «υπερτερούσε καταφανώς» του ενδιαφερόμενου μέρους με βάση τα δεδομένα της πείρας και αρχαιότητας που προσέθεταν στην αξία του και λόγω κατοχής πρόσθετων προσόντων που δεν αξιολογήθηκαν. Μέσα σ' αυτά τα πλαίσια, όπως εισηγείται ο αιτητής, η σύσταση του Διευθυντή, η εισήγηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και η τελική επιλογή στερούνται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

 

Επειδή οι πιο πάνω ισχυρισμοί συμπλέκονται, είναι βολικότερο να εξεταστούν μαζί με αναφορά στα επί μέρους στοιχεία κρίσης των διαδίκων.

 

Τα κριτήρια προαγωγής στην Αρχή απαριθμούνται στον Κανονισμό 23(2), σύμφωνα με τον οποίο:

 

  "Προαγωγαί αποφασίζονται βάσει της πείρας, της αξίας, της ικανότητος, της αρχαιότητος παρά τη Αρχή, των προσόντων εν συσχετισμώ προς το εκάστοτε ισχύον δια την θέσιν σχέδιον υπηρεσίας, και της εν τη υπηρεσία επιδόσεως εκάστου υποψηφίου. Νοείται ότι η σειρά εν τη οποία τα κριτήρια ταύτα (τα οποία εν τοις παρούσι κανονισμοίς αναφέρονται ως «τα παραδεδεγμένα κριτήρια») αναφέρονται ανωτέρω, ουδόλως καθορίζει ή υποδηλοί ιεράρχησιν, αξιολόγησιν ή υπερτέραν βαρύτητα, οιουδήποτε των ως άνω κριτηρίων έναντι ετέρου."

 

 

 Έχει ήδη παρατεθεί η σύσταση του Διευθυντή. Συνάγεται από το περιεχόμενο της, ότι αναφορικά με τη βαθμολογημένη αξία,  αναγνωρίστηκε η ισοδυναμία του αιτητή Πετούση και του ενδιαφερόμενου μέρους στο σύνολο των βαθμολογιών της πενταετίας 2005-2009, δόθηκε όμως προβάδισμα στο ενδιαφερόμενο μέρος με αναφορά στην επίδοση του.  To ίδιο συνέβη και στη σύγκριση του ενδιαφερόμενου μέρους με τον αιτητή Μαλιαλή, στην οποία υπήρχε ένα πολύ οριακό προβάδισμα, το οποίο και αναγνωρίστηκε ως τέτοιο από το Διευθυντή, κατά μόνον ένα Α περισσότερο στη συνολική συγκομιδή, υπέρ του ενδιαφερομένου. Η επίδοση αποτελεί ένα από τα πιο πάνω θεσμοθετημένα στοιχεία κρίσης και έχει νομολογιακά κριθεί ότι συναρτάται προς τα βαθμολογημένα κριτήρια της «ποσότητας» και «ποιότητας» εργασίας καθώς και με το κριτήριο του «ζήλου για εργασία» (βλ. Χριστοδουλίδης κ.ά. v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2011) 3(Α) Α.Α.Δ. 397). Επομένως, η υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους στο κριτήριο της επίδοσης, όπως αυτή αναλύθηκε από το Διευθυντή, κατά 6Α έναντι του Πετούση και κατά 5Α έναντι του Μαλιαλή, ήταν ένα στοιχείο στο οποίο μπορούσε να δοθεί βαρύτητα και να στηρίξει το αιτιολογικό της σύστασης και κατ' επέκταση την τελική επιλογή του Συμβουλίου της Αρχής. Η εισήγηση του αιτητή Μαλιαλή ότι είχε εμφιλοχωρήσει πλάνη κατά την εκτίμηση της βαθμολογημένης αξίας των διαδίκων επειδή δεν είχαν συνυπολογιστεί οι ετήσιες εκθέσεις 2010 και 2011, δεν ευσταθεί. Οι εν λόγω αξιολογήσεις, οι οποίες δεν είχαν ετοιμαστεί κατά την αρχική συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, τέθηκαν αργότερα ενώπιον της, κατόπιν σχετικού διαβήματος του Τμήματος Γραμματείας/ Νομικών Υπηρεσιών και συνυπολογίστηκαν για σκοπούς σύστασης, με την ορθή παρατήρηση ότι δεν παρουσίαζαν οποιαδήποτε διαφοροποίηση της εικόνας των υποψηφίων. Οι συγκεκριμένες εκθέσεις λήφθηκαν στη συνέχεια υπόψη και από το Συμβούλιο της Αρχής.   

 

Η υπεροχή των αιτητών σε αρχαιότητα, με βάση την ημερομηνία της τελευταίας προαγωγής τους επισημάνθηκε από το Διευθυντή. Αυτή αφορούσε ένα προβάδισμα 15 μηνών υπέρ του Μαλιαλή και 7 μηνών υπέρ του Πετούση. Δεδομένου όμως ότι η διαδικασία αφορούσε διευθυντική θέση, αρχαιότητα αυτής της φύσεως δεν μπορούσε από μόνη της να προσδώσει υπεροχή ή να έχει αποφασιστική σημασία (βλ. Paschalis v. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 1897, Δημοκρατία v. Πανταζή (1991) 3 Α.Α.Δ. 47, Δημοκρατία v. Μιχαηλίδη κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 756).  Ο ισχυρισμός του αιτητή Πετούση ότι η υπεροχή του σε αρχαιότητα ήταν πολύ μεγαλύτερη των επτά μηνών, διότι η αναδρομική υπεράριθμη προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή Μελετών και Προσχεδιασμού Δικτύων, ημερομηνίας 30/3/2010 ήταν παράνομη και παράτυπη, είναι προφανώς αβάσιμος εφόσον εκείνη η απόφαση της Αρχής δεν είναι αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας και δεν είναι επιτρεπτός ο παρεμπίπτων έλεγχος της (βλ. Λάρκου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1989) 3 (B) A.A.Δ. 804).

 

Σε ό,τι δε αφορά την κατ' ισχυρισμό ευρύτερη, ως εκ της αρχαιότητας τους, πείρα των αιτητών, έχει νομολογηθεί ότι το συγκεκριμένο κριτήριο συναρτάται με τη γενικότερη αξία του κάθε υποψηφίου (βλ. Μιχαηλίδου v. Δημοκρατίας (1998) 3 A.A.Δ. 112 και Ιωάννου v. A.H.K. (1998) 3 A.A.Δ. 624) και στην παρούσα περίπτωση τα Φύλλα Αξιολόγησης δεν αποκαλύπτουν υπεροχή των αιτητών σε αξία.

 

Αντίθετα, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Συμβουλίου, οι οποίες δεν έχουν αμφισβητηθεί, και οι τρεις διάδικοι διέθεταν «ευρεία και εκτεταμένη πείρα στη Βιομηχανία Μεταφοράς, Διανομής, ή και Εκμετάλλευσης Ηλεκτρικής Ενέργειας».

 

Όσον αφορά τα προσόντα και τις συναφείς εισηγήσεις ότι κάτω από συνθήκες πλάνης δεν θεωρήθηκε ως πρόσθετο προσόν το ΜSc Power Systems Technology του αιτητή Μαλιαλή και το CDipAF (ACCA-Certified Diploma in Accounting & Finance) του αιτητή Πετούση, περιορίζομαι να υπομνήσω την παγιωμένη νομολογιακή αρχή ότι η διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων για την πλήρωση θέσης ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου και αποτελεί πτυχή της διοικητικής λειτουργίας (βλ. Mytides v. Repuclic (1983) 3 C.L.R. 1096, Τριανταφυλλίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, 441, Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1256).  

 

Στην παρούσα περίπτωση, τα πιο πάνω προσόντα εντοπίστηκαν και σχολιάστηκαν τόσο από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, όσο και από το Συμβούλιο της Αρχής. Μέσα σ' αυτά τα πλαίσια, το ΜSc του Μαλιαλή θεωρήθηκε ότι κάλυπτε, σε συνδυασμό με το Δίπλωμα Φυσικής, την απαίτηση της παραγράφου 1 των προβλεπόμενων προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία απαιτείται «Πανεπιστημιακό πτυχίο ή δίπλωμα στην Ηλεκτρολογία ή άλλο ακαδημαϊκό προσόν το οποίο κατά την κρίση της Αρχής μπορεί να θεωρηθεί ισότιμο». Η επίκληση από τον αιτητή των σχεδίων υπηρεσίας προηγούμενων θέσεων, δεν ενισχύει την άποψη του ότι το πτυχίο του στη Φυσική ήταν, ως αμάχητο τεκμήριο, αρκετό για να καλύψει από μόνο του την απαίτηση της παραγράφου 1 της επίδικης θέσης, ούτως ώστε το MSc να θεωρηθεί ως πρόσθετο. Το λεκτικό των σχεδίων υπηρεσίας εκείνων των θέσεων, τα οποία προσκομίστηκαν από τον αιτητή, είναι διαφορετικό και δεν είναι ασφαλώς έργο του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου να προβεί σε πρωτογενείς εκτιμήσεις προς την κατεύθυνση της ερμηνείας τους. Εναπόκειτο επομένως στην αρμόδια αρχή να προβεί στην αναγκαία στάθμιση και αξιολόγηση των ακαδημαϊκών προσόντων του αιτητή, σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας, της επίδικης θέσης όπως και έπραξε. 

 

Αναφορικά με το CDipAF (ACCA-Certified Diploma in Accounting & Finance) του αιτητή Πετούση, ο Διευθυντής θεώρησε ότι αυτό δεν είχε άμεση σχέση με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, άποψη που δεν στερείται ερείσματος με βάση τα προβλεπόμενα στο σχέδιο υπηρεσίας και την οποία ενστερνίσθηκε ακολούθως η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και το Συμβούλιο της Αρχής, αποφασίζοντας να μην του αποδώσουν κάποια βαρύτητα. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει εάν η ερμηνεία που έδωσε το διορίζον όργανο ήταν εύλογη (βλ. Papapetrou v. The Republic, 2 R.S.C.C. 61, Republic v. Aivaliotis (1971) 3 C.L.R. 89).

 

Δεν προκύπτει σφάλμα αρχής στις πιο πάνω εκτιμήσεις. Σύμφωνα με την πάγια επί του θέματος νομολογία, τα πρόσθετα μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης (βλ. Πούρος κ.ά. v. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 374).

 

Τα στοιχεία που προεκτέθηκαν και αντικατοπτρίζουν όλες τις πτυχές της υπηρεσιακής εικόνας των διαδίκων, επιβεβαιώνουν τη συμβατότητα της σύστασης του Διευθυντή με τα στοιχεία του φακέλου και καθιστούν αβάσιμο τον ισχυρισμό του αιτητή Πετούση, ότι ήταν «καταφανώς υπέρτερος» του ενδιαφερόμενου μέρους και ότι η Αρχή παρέβη το καθήκον της για επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου.

 

Οι αρχές που διέπουν το δικαστικό έλεγχο διορισμών και προαγωγών είναι γνωστές και αμετάβλητες. Οι αιτητές με όσα προαναφέρθηκαν, δεν κατέδειξαν έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους, υπό την έννοια υπεροχής αυταπόδεικτης και προφανούς, που να αναδύεται από κάθε άποψη, ως το συνδυασμένο αποτέλεσμα της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας, ώστε να είναι δυνατή η δικαστική επέμβαση (βλ Ρ.Ι.Κ. v. Kωνσταντινίδου (1997) 3 Α.Α.Δ. 338, Χρίστου v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λάρνακας (1998) 3 Α.Α.Δ. 604 και Δημοκρατία κ.ά. v. Παπαχριστοδούλου κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 329).

 

Υπό τις περιστάσεις, η επίδικη απόφαση ήταν αρκούντως αιτιολογημένη.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, οι προσφυγές απορρίπτονται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Αναφορικά με τα έξοδα, αυτά, ενόψει του αποτελέσματος των προσφυγών επιδικάζονται υπέρ της καθ'ης η αίτηση. Δοθέντος όμως ότι ο δικηγόρος της καθ'ης η αίτηση ήταν ο ίδιος και στις δύο προσφυγές και οι προσφυγές από ένα στάδιο και μετά είχαν συνενωθεί, επιδικάζεται υπέρ της καθ'ης η αίτηση το κατ' αποκοπή ποσό των €1.000 σε κάθε προσφυγή, πλέον Φ.Π.Α.

 

 

 

 

 

 

                                                       Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,

                                                                   Δ.

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο