ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
MOYO & ANOTHER ν. REPUBLIC (1988) 3 CLR 1203
Μαρκουλλίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1989) 3 ΑΑΔ 3413
Eπιτροπή Kεφαλαιαγοράς Kύπρου ν. Marfin Popular BankPublic Co Ltd (2007) 3 ΑΑΔ 32
Kοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos και Άλλοι ν. Cybarco Plc και Άλλων (2009) 3 ΑΑΔ 513
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D876
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1239/2014
20 Νοεμβρίου, 2014
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 139 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ
Αιτητής
- ΚΑΙ -
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
....................................
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 8/10/2014 ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ
Α. Χρίστου (κα) για Ιωαννίδης, Δημητρίου για τον αιτητή
Κ. Κλεάνθους (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
.............................
A Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ: Ο αιτητής που είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ασκεί αρμοδιότητα και εξουσία βάσει του περί Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών Νόμου του 2003, Ν. 64(Ι)/2003 όπως τροποποιήθηκε, καταχώρησε στις 26/9/2014 την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή αιτούμενος τις ακόλουθες θεραπείες:
«Α. Απόφαση του Δικαστηρίου κατά πόσον οι Καθ' ων η Αίτηση είχαν αρμοδιότητα να αποφασίσουν με απόφαση τους ημερ. 22.8.2014 την καθιέρωση διαδικασίας ιεραρχικής προσφυγής στον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος αναφορικά με αιτήσεις από δικαιούχους για πληρωμές από τον Αιτητή σε σχέση με το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013 «Σχέδιο Εκσυγχρονισμού Εκμεταλλεύσεων Αιγοπροβοτατροφίας, Πτηνοτροφίας και Αγελαδοτροφίας».
Β. Δήλωση ή/και απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση και/ή πράξη των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 22.8.2014 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α, σε σχέση με την οποία ο Αιτητής έτυχε πληροφόρησης στις 27.8.2014 και με την οποία οι Καθ' ων η Αίτηση αποφάσισαν την καθιέρωση ιεραρχικής προσφυγής στον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος αναφορικά με αιτήσεις από δικαιούχους για πληρωμές από τον Αιτητή σε σχέση με το «Με το πρόγραμμα Αγροτική Ανάπτυξης 2007-2013, Σχέδιο Αιγοπροβοτατροφίας, Πτηνοτροφίας και Αγελαδοτροφίας», είναι άκυρη και στερείται οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
Στις 8/10/2014 καταχώρησε την υπό εξέταση αίτηση με την οποία αιτείται τ' ακόλουθο προσωρινό διάταγμα:
«Α. Προσωρινό Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να αναστέλλεται η ισχύς και/ή εφαρμογή της απόφασης των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 22.8.2014 με την οποία οι Καθ' ων η Αίτηση αποφάσισαν την καθιέρωση ιεραρχικής προσφυγής στον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος αναφορικά με αιτήσεις από δικαιούχους για πληρωμές από τον Αιτητή σε σχέση με «Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2997-2013, Σχέδιο Αιγοπροβατοτροφίας, Πτηνοτροφίας και Αγελαδοτροφίας», μέχρι την πλήρη εκδίκαση της Προσφυγής και/ή μέχρι νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.»
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη συνοδευτική ένορκη δήλωση ημερ. 8/10/14 του Βοηθού Επιτρόπου του αιτητή, κ. Χρίστου Μαυροκορδάτου, ο αιτητής είναι βάσει της νομοθεσίας, Ν. 64(Ι)/2003, ανεξάρτητος Οργανισμός και δεν υπάγεται σε οποιοδήποτε Υπουργείο ή Κυβερνητικό Τμήμα. Μεταξύ άλλων βάσει του άνω νόμου (άρθρο 26) ασκεί αρμοδιότητες για την διατήρηση και διαχείριση των Ταμείων Λειτουργίας και Πληρωμών όπως και τον έλεγχο και έγκριση των πληρωμών που αφορούν δραστηριότητες που δύνανται να χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Πληρωμών, (Άρθρο 8(1)(α) και (β)).
Ο Επίτροπος του Οργανισμού βάσει του άρθρου 12 του νόμου έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
«.......
(δ) καθορίζει με εσωτερικούς κανονισμούς τις αναγκαίες διαδικασίες για την καταβολή των αγροτικών πληρωμών στους δικαιούχους,
(ε) φροντίζει για την ετοιμασία και έκδοση εγχειριδίων εφαρμογής για σχέδια της ΚΓΠ τα οποία περιλαμβάνουν -
(i) πλήρη ανάλυση των προνοιών κάθε κοινοτικής πράξης σχετικής με το συγκεκριμένο μέτρο της ΚΓΠ και τα πλαίσια υλοποίησης κάθε μέτρου ή προγράμματος,
(ii) τις πρόνοιες του μέτρου ή προγράμματος, τα κριτήρια για συμμετοχή των αιτητών και των εμπλεκομένων στην υλοποίηση του. Ειδικότερα το εγχειρίδιο εφαρμογής περιλαμβάνει τους βασικούς στόχους του μέτρου ή προγράμματος, τις κύριες πρόνοιες και όρους συμμετοχής, τη διαδικασία χειρισμού των αιτήσεων, τη μηχανογράφηση, τη διενέργεια ελέγχων επί των αιτήσεων, τις κυρώσεις, τις ενστάσεις, την έγκριση πληρωμών, την εκτέλεση πληρωμών, τις οδηγίες για τη συμπλήρωση της αίτησης και όλα τα αναγκαία έντυπα προς συμπλήρωση. Το περιεχόμενο των εγχειρίδιων θα πρέπει να είναι γραμμένο σε απλή και σαφή γλώσσα, εύκολα κατανοητή στους αιτητές,
...........»
(η) καταρτίζει εσωτερικούς κανονισμούς που να ρυθμίζουν τις διαδικασίες και τους ελέγχους για τη διασφάλιση των πληρωμών.»
Με αναφορά στο άρθρο 15 του Νόμου, άρθρο 6 του Κανονισμού ΕΚ 1290/2005, Κανονισμό ΕΚ 885/2006, άρθρο 74 του Κανονισμού ΕΚ 1698/2005 ο ομνύων εισηγείται ότι ξεκάθαρα προκύπτει ότι αρμοδιότητα για τη διενέργεια ελέγχων επί αιτήσεων, επιβολή κυρώσεων, εξέτασης ενστάσεων, έγκρισης πληρωμών και εκτέλεση αυτών έχει ο αιτητής μέσω του Επιτρόπου που διορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 9(1) του Νόμου.
Στις 22/8/14 ενεκρίθη από τους καθ' ων η αίτηση «Σχέδιο Εκμεταλλεύσεως Αιγοπροβοτατροφίας, Πτηνοτροφίας και Αγελαδοτροφίας σε σχέση με το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007» το οποίο κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή της Γενικής Διευθύντριας του Υπουργείου Γεωργίας ημερ. 28/8/2014. Στο σχέδιο αυτό προνοείται διαδικασία ιεραρχικής προσφυγής στον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος αναφορικά με αιτήσεις από δικαιούχους για πληρωμές από τον αιτητή σε σχέση με το πιο πάνω πρόγραμμα. Ειδικότερα σύμφωνα με το σχέδιο οι ενδιαφερόμενοι εάν δεν ικανοποιούνται από την απόφαση της επιτροπής ενστάσεων δύνανται να την προσβάλουν με έγγραφη προσφυγή τους στο Υπουργό στην οποία να εκτίθενται και τεκμηριώνονται οι λόγοι που προσβάλλεται η απόφαση αυτή.
Σύμφωνα με τον ομνύοντα οι καθ' ων η αίτηση δεν έχουν εξουσία να υπερακοντίσουν ή υποκαταστήσουν την αρμοδιότητα του αιτητή και του Επιτρόπου για την έγκριση του πληρωμών από το Ταμείο Πληρωμών με την ανάθεση τελικής και ανατρεπτικής αποφασιστικής αρμοδιότητας στον Υπουργό. Αυτό θα μπορούσε να γίνει σύμφωνα με την εισήγηση, με τροποποίηση του Νόμου η οποία θα πρέπει να είναι σύμφωνη με τις κοινοτικές πράξεις. Το ίδιο ισχύει για τυχόν διαφοροποίηση στη δομή, οργάνωση και αρμοδιότητα του αιτητή. Όσον αφορά τα άρθρα 74 και 75 του Κανονισμού ΕΚ1698/2005 είναι η θέση του ότι η Διαχειριστική Αρχή που προβλέπεται από το άρθρο 75 δεν υποκαθιστά τον αιτητή στις καθορισμένες ιδιότητες του ως έχουν νομοθετικά θεσμοθετηθεί αλλά αντίθετα στο άρθρο 74 γίνεται αναφορά σε «σαφή κατανομή και διαχωρισμό των καθηκόντων μεταξύ της διαχειριστικής αρχής και άλλων οργανισμών.»
Επίσης είναι η εισήγηση του ότι το θέμα του χειρισμού των αιτήσεων για πληρωμή αφορά τις διαδικασίες ελέγχου, διεκπεραίωσης και διαπίστωσης της συνδρομής των κριτηρίων συμμετοχής, θέματα που πρόδηλα συνάπτονται με το βασικό σκοπό του αιτητή σύμφωνα με το Νόμο και Κανονισμούς της Ε.Ε., παρά με θέμα πολιτικής σε σχέση με ένα πρόγραμμα. Σ' αυτά τα πλαίσια είναι δομημένες και οι εξουσίες και αρμοδιότητες του Επιτρόπου σε σχέση με τη διαχείριση και έγκριση πληρωμών από το Ταμείο Πληρωμών με βάση το Νόμο. Σε περίπτωση εφαρμογής της προσβαλλόμενης απόφασης υπάρχει ενδεχόμενο να επιφέρει υπέρογκες δημοσιονομικές επιπτώσεις στον αιτητή λόγω της παρέμβασης αναρμόδιου οργάνου στη διαδικασία εξέτασης των αιτήσεων και να εκθέσει τον αιτητή και τη Κυπριακή Δημοκρατία σε παραβάιση των υποχρεώσεων τους βάσει των Ευρωπαϊκών Κανονισμών.
Η παραβίαση του Νόμου και κοινοτικών πράξεων σύμφωνα με τα πιο πάνω είναι κατά τον ομνύοντα έκδηλη και κραυγαλέα.
Περαιτέρω προβάλλει ότι είναι επείγον υπό τις περιστάσεις να διατηρηθεί το καθεστώς έγκρισης πληρωμών που ίσχυε μέχρι τώρα εκκρεμούσης της εκδίκασης της προσφυγής ενώ τυχόν διατήρηση της ισχύος της προσβαλλόμενης απόφασης δημιουργεί στον αιτητή σοβαρό και δυσχερές δίλημμα ως προς το ακολουθητέο νομικό καθεστώς όπου θα δημιουργηθεί σύγχυση στους τρίτους-αιτητές, θα δημιουργηθούν τετελεσμένα και δικαιώματα τρίτων με κίνδυνο αδυναμίας ή εξαιρετικής δυσχέρειας και ανεπιείκιας ανατροπής τους σε μεταγενέστερο στάδιο.
Οι καθ' ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση με την οποία εγείρουν τρεις προδικαστικές ενστάσεις με τις οποίες προβάλλουν (α) την έλλειψη έννομου συμφέροντος του αιτητή, (β) ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και (γ) το εκπρόθεσμο της προσφυγής.
Επί της ουσίας προβάλλουν ότι δεν συντρέχει καμιά από τις προϋποθέσεις έκδοσης του αιτουμένου διατάγματος, δεν στοιχειοθετείται οποιαδήποτε παρανομία ή ανεπανόρθωτη ζημιά, η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε νόμιμα και οι ισχυρισμοί που προβάλλοντα στη συνοδεύουσα την αίτηση ένορκη δήλωση άποτονται άμεσα της ουσίας της προσφυγής και δεν μπορούν να κριθούν στο παρόν στάδιο.
Την ένσταση συνοδεύει ένορκη δήλωση του κ. Λούη Τσαγγαρίδη, Α΄Λειτουργού του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος. Σ' αυτή πλην του ιστορικού που περιβάλλει την υπόθεση, γίνεται άρνηση των ισχυρισμών και θέσεων που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης.
Η προβαλλόμενη θέση, μέσω της άνω ένορκης δήλωσης είναι ότι δεν στοιχειοθετείται από τον αιτητή οποιαδήποτε σύγκρουση ή αμφισβήτηση εξουσίας ή αρμοδιότητας κατά παράβαση του άρθρου 139 του Συντάγματος, δεν στοιχειοθετείται παράβαση του περί Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών Νόμου του 2003, Ν. 64(Ι)/2003, αλλά ούτε και των Κανονισμών ΕΚ1290/2005, ΕΚ1698/2005 και ΕΚ885/2006. Η προσβαλλόμενη απόφαση ουδόλως θίγει τις αρμοδιότητες του αιτητή ο οποίος δεν συνιστά όργανο χάραξης γεωργικής πολιτικής αλλά οφείλει να διενεργεί τους απαιτούμενους ελέγχους και την εκτέλεση των πληρωμών που γίνονται στη βάση του Σχεδίου.
Κατά την ακρόαση της αίτησης η τρίτη προδικαστική ένσταση αποσύρθηκε από την ευπαίδευτο συνήγορο των καθ' ων η αίτηση και αμφότεροι οι συνήγοροι προώθησαν τις θέσεις του διαδίκου που εκπροσώπησαν.
Το ένδικο μέσο υπό εξέταση, το οποίο ο αιτητής επέλεξε για να προωθήσει τα αιτήματα του, ρυθμίζεται από τις πρόνοιες του Κ13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962.
Οι αρχές που διέπουν την εξέταση προσωρινού διατάγματος στον τομέα της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας έχουν κατ' επανάληψη εξηγηθεί σε αποφάσεις της Ολομέλειας μεταξύ των οποίων είναι η Moyo & Another v. Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 1203, όπου λέχθηκαν τ' ακόλουθα:
« Σύμφωνα με τις καθιερωμένες αρχές η έκδοση προσωρινού διατάγματος στο πεδίο δικαιοδοσίας που πραγματευόμεθα αποτελεί εξαιρετικό μέτρο το οποίο δεν προβλέπεται άμεσα από το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Εξυπακούεται από τη φύση της δικαιοδοσίας που παρέχεται ως εξουσία συμφυής προς το αντικείμενο της διαδικασίας προς διασφάλιση κατά πρώτο λόγο της νομιμότητας, που αποτελεί το κριτήριο που θέτει το ίδιο το Άρθρο 146 για τη θεώρηση του επίδικου θέματος της προσφυγής. Παρέχεται εξουσία αναστολής εφόσον η πράξη ή απόφαση καταφαίνεται ως έκδηλα παράνομη. Κατά δεύτερο λόγο μπορεί να ανασταλεί η απόφαση προς διαφύλαξη της δραστικότητας της δικαιοδοσίας οποτεδήποτε καταφαίνεται ότι η εφαρμογή της απόφασης θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον αιτητή δηλαδή ζημιά η οποία δεν μπορεί να θεραπευθεί σε περίπτωση που η πράξη κριθεί ακυρωτέα.
Η άσκηση δικαιοδοσίας για την παροχή προσωρινής θεραπείας στο πεδίο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας θεσμοποιείται από τον Καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962.»
Στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Ltd. (2007) 3 ΑΑΔ 32, 36 λέχθηκαν:
«Η έννοια της έκδηλης παρανομίας έχει επίσης πάγια νομολογηθεί και υπενθυμίζουμε την απόφαση της Ολομέλειας στη Λοϊζίδης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 234. Θα πρέπει η παρανομία, αν δεν αναδύεται αυτόματα, να προκύπτει στη βάση του υπάρχοντος διαθέσιμου υλικού, ως αντικειμενικά αναντίλεκτη και μη υποκείμενη σε στάθμιση και έκφραση κρίσης.»
Όσον αφορά τον δεύτερο παράγοντα επί του οποίου δύναται να εδραιωθεί αίτημα της φύσεως υπό εξέταση και που είναι η πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς από τη μη έκδοση του διατάγματος, η πλούσια νομολογία υπαγορεύει ότι απαιτείται από τον αιτητή η απόδειξη σοβαρής πιθανότητας ότι θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά εάν δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα. Η αναγκαία μαρτυρία προς τούτο θα πρέπει να εισηγείται και να αποδεικνύει ότι η ζημιά που θα υποστεί ο αιτητής δεν μπορεί να τύχει αποκατάστασης με τις θεραπείες που θα χορηγηθούν με την επιτυχία της προσφυγής του ή ακόμη με άλλο τρόπο. Η πρόκληση χρηματικής ζημιάς είναι κατά κανόνα μη υπολογίσιμος παράγοντας εκτός εάν η αποτίμηση και επανόρθωση της είναι αδύνατος. Επίσης όπου η έκδοση προσωρινού διατάγματος μετά βεβαιότητας θα δημιουργήσει ανυπέρβλητα εμπόδια στο έργο της διοίκησης, το δικαστήριο δύναται να αρνηθεί την έκδοση του (βλ. Μαρκουλίδου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 3413).
Στην Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos κ.α. ν. Cybarco Plc κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 513, λέχθηκε γι' ακόμη μια φορά ότι σύμφωνα με τη νομολογία η χρηματική ζημιά δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει και να αιτιολογήσει την έκδοση προσωρινού διατάγματος με βάση το στοιχείο της ανεπανόρθωτης ζημιάς. (βλ. Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης-Κύπρος Λτδ. ν. Δημοκρατίας κ.α. (2010 3 Α.Α.Δ. 71).²
Εξετάζοντας τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης με βάση τις πιο πάνω νομικές αρχές κρίνω ότι στην παρούσα δεν υπάρχει τέτοια παρανομία η οποία ν' αναδύεται αυτόματα ή έστω να προκύπτει στη βάση του τιθέντος υλικού ως αντικειμενικά αναντίλεκτη και μη υποκείμενη σε στάθμιση των γεγονότων για σκοπούς κρίσης. Αντίθετα, το τιθέν υλικό είναι τέτοιο που αποκαλύπτει συζητήσιμο θέμα, κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη. Όπως διαφαίνεται από αυτό θα πρέπει να γίνει εξέταση του δημιουργηθέντος νομικού θέματος σε συνάρτηση με τον Νόμο (Ν. 64(Ι)/2003) και Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς ΕΚ 1290/2005, ΕΚ 1698/2005 και ΕΚ 885/2006, η οποία θα οδηγήσει σε στάθμιση και έκφραση κρίσης. Το βέβαιο είναι ότι δεν καταδεικνύεται έκδηλη παρανομία. Ακόμη και οι προδικαστικές ενστάσεις, κρίνω ότι δεν θα πρέπει να κριθούν στο παρόν στάδιο καθ' ότι παρουσιάζουν την ίδια κατάσταση. Η ύπαρξη ή μη έννομου συμφέροντος από τον αιτητή θα πρέπει να σταθμιστεί κάτω από τις πρόνοιες των άρθρων 54, 139 και 146 του Συντάγματος. Το ίδιο αναφορικά με την εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Θα πρέπει να εξετασθεί το εύρος του πεδίου άσκησης της εξουσίας της Διαχειριστικής Αρχής όπως επίσης οι αρμοδιότητες του αιτητή προκειμένου να αποφασισθεί το θέμα. Αναμφίβολα και στις δυο περιπτώσεις δεν μπορεί να εξετασθεί το θέμα στα στενά πλαίσια αυτής της διαδικασίας.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά, θα πρέπει να λεχθεί ότι το κριτήριο αυτό προωθήθηκε μεν κατά την ακρόαση αλλά δεν ήταν η αιχμή της υπόθεσης του αιτητή. Το υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου δεν κατέδειξε ότι ο αιτητής θα υποστεί οποιαδήποτε ανεπανόρθωτης φύσεως ζημιά ή άλλη ζημιά η οποία να μη δύναται ν' αποκατασταθεί με τις θεραπείες που θα μπορούσαν να παραχωρηθούν με την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Όπως έχει νομολογηθεί η πρόκληση χρηματικής ζημιάς είναι κατά κανόνα μη υπολογίσιμος παράγοντας και δεν έχει τεθεί ότι η αποτίμηση και επανόρθωση της είναι αδύνατος.
Ενόψει των πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή στο τέλος της κυρίως προσφυγής και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
/ΚΑΣ