ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D784
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 820/2011)
16 Οκτωβρίου, 2014
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΥΓΗ ΑΓΡΟΤΟΥ,
Αιτήτρια,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,
Καθ΄ ου η αίτηση.
---------------------------
Δημοσθένης Στεφανίδης, για την Αιτήτρια.
Άννα Σολουκίδου (κα) για Χρίστο Τριανταφυλλίδη, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Θεογνωσία Κουσπή (κα) για Ιωνάς Νικολάου ΔΕΠΕ, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: H αιτήτρια επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (στο εξής ΚΟΤ), ημερομηνίας 30.3.2011, με την οποία προήγαγαν το Ενδιαφερόμενο Μέρος, Φανή Παναγίδου Παρέλλη, στην θέση Γραμματειακού Λειτουργού αναδρομικά από 1.1.2009, κατόπιν επανεξέτασης μετά από την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Υποθ. αρ. 745/2009, Φανή Παναγίδου Παρέλλη ν. ΚΟΤ, ημερομηνίας 24.11.2010.
Η προαγωγή της αιτήτριας στην θέση Γραμματειακού Λειτουργού από 2.1.2009 ακυρώθηκε στην Υπόθ. Αρ. 745/2009 λόγω πάσχουσας σύστασης. Κρίθηκε ότι η σύσταση συγκρουόταν με το περιεχόμενο των φακέλων, καθότι παρουσίαζε ιδιότητες που απέδιδαν προβάδισμα στην συστηνόμενη Αγρότου στις οποίες οι ετήσιες εκθέσεις δεν υποδείκνυαν τέτοια υπεροχή, αλλά αντίθετα προσέδιδαν στην τότε αιτήτρια Φανή Παναγίδου, Παρέλλη (νυν Ενδιαφερόμενο Μέρος), έστω και οριακή υπέρτερη βαθμολογημένη αξία. Κρίθηκε επίσης ότι δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στα προσόντα της Αγρότου, χωρίς να αναφερθούν και να αξιολογηθούν τα πρόσθετα προσόντα της Παρέλλη.
Έχοντας υπόψη τους λόγους ακύρωσης, το σχετικό σημείωμα που ετέθη ενώπιον του Συμβουλίου από τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή για συμμόρφωση με το περιεχόμενο της ακυρωτικής απόφασης αλλά και το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε όταν λήφθηκε η ακυρωθείσα απόφαση, το Συμβουλιο προχώρησε στην επανεξέταση. Στην επίδικη συνεδρίαση ημερομηνίας 30.3.2011 κλήθηκε ο Αναπλ. Γενικός Διευθυντής, ο οποίος σύστησε την αιτήτρια με την ακόλουθη αιτιολογία:
«Σε μια ειδικότερη σύγκριση της κας Αγρότου με την κα Παναγίδου σημειώνω τα ακόλουθα ως προς τα τρία κριτήρια προαγωγής: Αξία/Προσόντα/Αρχαιότητα.
Αξία
Υπερτερεί η Φανή Παναγίδου κατά 2 εξαίρετα (39 από 39) έναντι 37 από 40 της Αυγής Αγρότου. Το Δικαστήριο χαρακτήρισε την υπεροχή αυτή στην απόφαση του ως «οριακή».
Προσόντα
Και οι δύο υποψήφιες έχουν πετύχει στις εξετάσεις του LCCI Higher στη Λογιστική που με βάση το σχέδιο που εφαρμόζεται στον ΚΟΤ για παραχώρηση προσαυξήσεων, θεωρείται επιπρόσθετο προσόν. Η κα Φανή Παναγίδου είναι απόφοιτος του κολλεγίου Didacta σε γραμματειακές σπουδές ενώ η κα Αγρότου έχει αποφοιτήσει από τον γραμματειακό κλάδο εφτατάξιας σχολής (GC School of Careers). H κα Παναγίδου έχει πιστοποιητικό επιτυχίας στις εξετάσεις ECDL (στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών) ενώ η κα Αγρότου παρακολούθησε σεμινάρια εφαρμογών σε διάφορα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Επιπρόσθετα η κα Αγρότου έχει επιτύχει στις εξετάσεις LCCI Higher σε θέματα στενογραφίας, (shorthand), δακτυλογραφία (typewriting Proficiency) και ανώτερου επιπέδου επιχειρηματικών λογαριασμών (Advanced Business Calculations) ενώ έχει επιτύχει και στις εξετάσεις του Υπουργείου Παιδείας στη στενογραφία (100 λ.τ.λ). Τα προσόντα αυτά είναι απόλυτα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης αλλά και χρήσιμα ως προς τις απαιτήσεις της θέσης και κατά την άποψη μου δίνουν προβάδισμα στη παράμετρο των προσόντων υπέρ της κας Αγρότου.
Αρχαιότητα
Η κα Αγρότου υπερέχει σε αρχαιότητα τόσο στη θέση που κατέχει σήμερα κατά 2 χρόνια περίπου και κατά 2 ½ χρόνια περίπου στην προηγούμενη θέση.
Με βάση τα πιο πάνω και συνεκτιμώντας τα τρία κριτήρια για προαγωγή δηλαδή Αξία, Προσόντα, Αρχαιότητα και αξιολογώντας όλους τους υποψηφίους καταλήγω ότι η υποψήφια Αυγή Αγρότου είναι η καταλληλότερη για προαγωγή στη θέση Γραμματειακού Λειτουργού δεδομένου ότι έχει την δεύτερη πιο ψηλή βαθμολογία στις υπηρεσιακές της εκθέσεις, υστερώντας οριακά από την κα Φανή Παναγίδου, όπως έκρινε και το Δικαστήριο, ενώ ωστόσο υπερτερεί τόσο σε προσόντα όσο και σε αρχαιότητα έναντι της κας Παναγίδου.»
Το Συμβούλιο, αφού εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία των υποψηφίων με βάση τους προσωπικούς και εμπιστευτικούς τους φακέλους και έλαβε υπόψη τις υπηρεσιακές εκθέσεις για τα έτη 2003 μέχρι 2007, έκρινε ομόφωνα ότι δεν μπορεί να υιοθετήσει τη σύσταση για προαγωγή της αιτήτριας, καθότι αυτή συγκρούεται και δεν συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων. Επέλεξε το Ενδιαφερόμενο Μέρος ως καταλληλότερη για την επίδικη θέση καταγράφοντας τους πιο κάτω λόγους:
«̠• Η κα Φ. Παναγίδου υπερέχει της συστηνόμενης σε αξία, εφόσον έχει συγκεντρώσει 39 «εξαίρετα» (σε σύνολο 39 στοιχείων αξιολόγησης) κατά τα τελευταία πέντε χρόνια πριν από τον ουσιώδη χρόνο, ενώ η κα Αγρότου έχει συγκεντρώσει αντίστοιχα 37 «εξαίρετα» και 3 «πολύ ικανοποιητικά» (σε σύνολο 40 στοιχείων αξιολόγησης).
· Η κα Παναγίδου υπερέχει έναντι της κας Αγρότου εκτός από την αξία και στο κριτήριο των προσόντων. Ειδικότερα, σημειώνεται ότι όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας για προαγωγή στη θέση Γραμματειακού Λειτουργού. Επίσης, όλοι κατέχουν πρόσθετα προσόντα τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και ως εκ τούτου, τους έχει αποδοθεί η ανάλογη βαρύτητα.
Η θέση όμως του Αναπλ. Γενικού Διευθυντή ότι η κα Αγρότου υπερισχύει της κας Παναγίδου σε προσόντα, δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων. Αντίθετα, προκύπτει ότι κα Παναγίδου υπερισχύει ελαφρά της συστηνόμενης, αφού κατέχει, πέραν από το LCCI Higher στη Λογιστική που κατέχει και η κα Αγρότου, και σειρά πιστοποιητικών επιτυχίας λογισμικών προγραμμάτων (ECDL), τα οποία είναι άμεσα σχετικά με την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, για τα οποία είναι σε πολλές περιπτώσεις σήμερα, απαραίτητη η χρήση ειδικών λογισμικών προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Και οι δύο υποψήφιες έχουν πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας και η μεν κα Παναγίδου έχει μέτρια γνώση της γαλλικής γλώσσας, η δε κα Αγρότου καλή γνώση της γερμανικής γλώσσας. Περαιτέρω και οι δύο υποψήφιες κατέχουν και άλλα μικρότερης σημασίας πρόσθετα προσόντα, ενώ από τους φακέλους φαίνεται πρόσθετα, ότι η κα Παναγίδου έχει συμμετάσχει και παρακολουθήσει μεγαλύτερο αριθμό σεμιναρίων και διαλέξεων από την κα Αγρότου.
· Η αναφορά του Αναπλ. Γενικού Διευθυντή στη σύστασή του, σε αρχαιότητα της κας Αγρότου στη θέση που αυτή κατέχει σήμερα κατά 2 χρόνια, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθότι και οι δύο υποψήφιες διεκδικούν προαγωγή στον επόμενο βαθμό για πρώτη φορά και η τοποθέτησή τους σε ψηλότερη κλίμακα δεν συνιστά προαγωγή. Διευκρινίζεται ότι η θέση Γραφέα 2ης τάξης που κατείχαν και οι δύο υποψήφιες, μετονομάστηκε σε Βοηθό Γραμματειακό Λειτουργό με τον Προϋπολογισμό του 2003.»
O δικηγόρος της αιτήτριας παραπέμπει σε συγκεκριμένα έγγραφα του Φακέλου αρ. 14.2.2014 που, όπως υποστηρίζει, αποδεικνύουν την παράνομη και αντικανονική επέμβαση με διορθωτικό υλικό στις αξιολογικές εκθέσεις για το Ενδιαφερόμενο Μέρος για τα έτη 2004, 2005 και 2006 ως προς το κριτήριο της διευθυντικής ικανότητας. Υποστηρίζει ότι οι εκθέσεις αλλοιώθηκαν παράνομα και αυθαίρετα το 2007, με σκοπό να ωφεληθεί το Ενδιαφερόμενο Μέρος και ότι κακώς δεν λήφθηκε αυτό υπόψη κατά τις επίδικες προαγωγές. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του συνηγόρου, αρχικά διαγνώστηκε η αντικανονική παρέμβαση στις εκθέσεις των γραμματειακών λειτουργών μετά από την κατάθεση/καταγγελία της τέως Γενικής Διευθύντριας ημερομηνίας 7.8.2009 προς την τριμελή ad hoc Επιτροπή εκ του Διοικητικού Συμβουλίου που διεξήγαγε διοικητική έρευνα. Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΟΤ όμως, μετά από σχετική νομική γνωμάτευση, αποφάσισε να το καλύψει με το πρόσχημα ότι επρόκειτο για συνήθη τακτική εφόσον δεν απαγορευόταν από τους Κανονισμούς του Οργανισμού, αντίθετα με το καταληκτικό πόρισμα της Τριμελούς Επιτροπής που διερεύνησε το θέμα, σύμφωνα με το οποίο οι αλλοιώσεις δημιούργησαν πρόβλημα στην ανέλιξη και προαγωγή των γραμματειακών λειτουργών. Το γεγονός αυτό επηρέασε την διαδικασία των προαγωγών αφού αν επανέρχονταν οι υπηρεσιακές εκθέσεις στην πρότερα κατάσταση, τότε η αιτήτρια θα υπερείχε του Ενδιαφερόμενου Μέρους κατά ένα «Εξαίρετα».
Οι καθ' ων η αίτηση δέχονται ότι διερευνήθηκε το θέμα από την Επιτροπή, η οποία υπέβαλε πόρισμα ημερομηνίας 17.2.2010. Ωστόσο μετά από σχετική γνωμάτευση των νομικών συμβούλων του ΚΟΤ, το Διοικητικό Συμβούλιο στη συνεδρία ημερομηνίας 3.11.2010, αφού μελέτησε επισταμένα την έκθεση διερεύνησης, αποφάσισε ότι η διόρθωση του λάθους στο οποίο πεπλανημένα υπέπεσε η ομάδα αξιολόγησης τα έτη 2004, 2005 και 2006 έγινε κατά τον προσήκοντα τρόπο αφού τέθηκαν οι μονογραφές των τριών μελών δίπλα από την σχετική διόρθωση, αμέσως μόλις εντοπίστηκε και, συνεπώς, αποδέχθηκε τις εκθέσεις ως έγκυρες. Επίσης υποστηρίζουν ότι εφόσον η απόφαση μετά την διοικητική έρευνα κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια, όφειλε να την είχε προσβάλει και δεν τίθεται θέμα παρεμπίπτοντος ελέγχου της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής. Επίσης ότι τα όσα σχετικά επικαλείται η αιτήτρια για το θέμα αποτελούν μαρτυρία και δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Ο δικηγόρος του Ενδιαφερόμενου Μέρους επιπρόσθετα θεωρεί ότι η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να εγείρει οποιοδήποτε ζήτημα αναφορικά με την επίμαχη διοικητική έρευνα και την εγκυρότητα των εκθέσεων του Ενδιαφερόμενου Μέρους, διότι το Δικαστήριο έκρινε στην ακυρωτική του απόφαση με ισχύ δεδικασμένου ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος - εκεί αιτήτρια - είχε υπέρτερη βαθμολογημένη αξία και το θέμα δεν εγέρθηκε στα πλαίσια της προηγούμενης διαδικασίας, ούτε ασκήθηκε έφεση. Εφόσον λοιπόν η επανεξέταση διενεργείται στην βάση ακυρωτικού αποτελέσματος και όχι εφ' όλης της ύλης, δεν επιτρέπεται η έγερση νέων ζητημάτων κατά το δοκούν, που θα οδηγούσε στην αναθεώρηση του περιεχομένου των εκθέσεων που νομίμως λήφθηκαν υπόψη και έχουν ήδη κριθεί. Επικαλείται την εφαρμογή της αρχής στην Ναζίρης ν. ΡΙΚ (2007) 3 Α.Α.Δ. 38).
Η αρχή του δεσμευτικού δεδικασμένου και της απαγόρευσης έγερσης νέων ζητημάτων κατά το δοκούν όπως τέθηκε στην υπόθεση Ναζίρης (πιο πάνω) δεν βρίσκει εδώ εφαρμογή. Το επίδικο θέμα προφανώς δεν θα μπορούσε να εγερθεί στην προηγούμενη διαδικασία διότι, αφενός δεν είχε απασχολήσει το διορίζον όργανο στην απόφαση του και αφετέρου εκεί οι ρόλοι των διαδίκων ήταν αντίστροφοι. Η εδώ αιτήτρια ήταν εκεί Ενδιαφερόμενο Μέρος και όφειλε να υπερασπισθεί απλά την διοικητική απόφαση επί των δεδομένων της και όχι να εγείρει ακυρωτικούς ισχυρισμούς. Επιπλέον δεν προκύπτει δεδικασμένο, αφού ελλείπουν οι προϋποθέσεις της ταύτισης των διαδίκων (που εξυπακούει ταύτιση της ιδιότητας των διαδίκων) αλλά και της ταύτισης επίδικου θέματος, αφού το θέμα της νομιμότητας των εκθέσεων διακρίνεται από την διαπίστωση του Δικαστηρίου για την οριακή βαθμολογική υπεροχή του Ενδιαφερόμενου Μέρους σε συγκεκριμένες ιδιότητες, τις οποίες εξήρε ο Διευθυντής με τη σύσταση του. (Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη (2005) 3 Α.Α.Δ 625, Δημοκρατία κ.α. ν. Κούλουμου (2010) 3 ΑΑΔ 293) και Κ. Κallis Estates Ltd (2011) 3 A.A.Δ 724).
Για να προκύπτει δεδικασμένο που εμποδίζει την αναθεώρηση ζητήματος, πρέπει να έχει εξεταστεί το ζήτημα ως επίδικο θέμα, διαφορετικά όπου το Δικαστήριο αποφασίζει ότι κάποιος διάδικος υπερτερεί σε βαθμολογημένη αξία, λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι οι υπηρεσιακές εκθέσεις συντάχθηκαν νόμιμα, η Διοίκηση σε περίπτωση επανεξέτασης δύναται να διερευνήσει τη βαθμολογημένη αξία όταν προκύπτει διαδικασία αμφισβήτησης της εγκυρότητας των εκθέσεων, εφόσον δεν υπήρξε επ' αυτού οποιαδήποτε απόφαση, ή, δεν είχε εγερθεί τέτοιο ζήτημα προηγουμένως (βλ. Χατζηγέρου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κούλουμου (ανωτέρω)).
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, οι καθ΄ ων η αίτηση προβάλλουν ότι η αιτήτρια δεν προσέβαλε την τελική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΚΟΤ μετά την διοικητική έρευνα για το θέμα των εκθέσεων παρά το ότι της γνωστοποιήθηκε και πως το Δικαστήριο δεν μπορεί να ασκήσει παρεμπίπτοντα έλεγχο εξετάζοντας ένα τέτοιο ζήτημα στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής. Οι θέσεις αυτές δεν βρίσκουν σύμφωνο το Δικαστήριο. Εφόσον οι εκθέσεις λήφθηκαν σοβαρά υπόψη ως το υπόβαθρο της αξιολογικής σύγκρισης των υποψηφίων και η αιτήτρια εγείρει σοβαρές πτυχές παρανομίας των ετήσιων εκθέσεων για τα έτη 2004-2006 σε συνάρτηση με διοικητική έρευνα που μεσολάβησε, το παρόν Δικαστήριο οφείλει να ασκήσει έλεγχο νομιμότητας επ' αυτών. Εξάλλου, οι υπηρεσιακές εκθέσεις δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, ώστε αυτές να προσβάλλονται αυτοτελώς. Οποιοδήποτε θέμα άπτεται της νομιμότητας τους, ως προπαρασκευαστικές που είναι, εξετάζεται παρεμπιπτόντως, στα πλαίσια του αναθεωρητικού ελέγχου προσβαλλόμενης τελικής διοικητικής πράξης, εφόσον διαπιστωθεί ότι η τελική πράξη ή απόφαση βασίστηκε σε αυτές (βλ. σχετικά, Othonos & Another v. Republic (1989) 3 C.L.R. 475, Υπόθ. αρ. 1654/07, Μαρία Μιχαηλίδου Κυριάκου ν. ΕΔΥ, 31.01.12).
Επί της ουσίας του εγειρόμενου λόγου, παρατηρώ ότι οι αναφορές του δικηγόρου της αιτήτριας στα στοιχεία του διοικητού φακέλου 14.2.14, ο οποίος έχει προσκομιστεί από τους καθ΄ ων η αίτηση μετά που επιφυλάχθηκε η απόφαση και αφού επανανοίχθηκε η υπόθεση από το Δικαστήριο για το σκοπό τούτο, δεν αμφισβητούνται ούτε αντικρούονται από τους καθ' ων η αίτηση. Η δε εκδοχή που φαίνεται να προωθεί ο δικηγόρος του Ενδιαφερόμενου Μέρους εκ των υστέρων, ότι δηλαδή επρόκειτο για συμπλήρωση των αξιολογικών εκθέσεων λόγω καλόπιστης παράλειψης βαθμολόγησης του «στοιχείου (8) Διευθυντικής ικανότητας» κατά την ετοιμασία των συγκεκριμένων αξιολογικών εκθέσεων, ουδόλως τεκμηριώνεται από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2 (αξιολογήσεις Ενδιαφερόμενου Μέρους). Αντιθέτως και στις τρεις εκθέσεις έχει σβηστεί με διορθωτικό υλικό το «Πολύ Ικανοποιητικά» και έχει γίνει «Εξαίρετα» με την ένθεση μονογραφών από τους αξιολογούντες λειτουργούς (με διαφορετικό μελάνι). Με τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία κλονίζεται σοβαρά το τεκμήριο της νομότυπης σύνταξης και τροποποίησης των εκθέσεων, αφού είναι αδιευκρίνιστος ο χρόνος που έλαβαν χώρα οι τροποποιήσεις/επεμβάσεις και οι λόγοι που έγιναν, χωρίς μάλιστα να υποβληθεί ένσταση.
Θεωρώ ότι χρήσιμη αναφορά για το ζήτημα που εδώ απασχολεί μπορεί να γίνει στην Υποθ. αρ. 508/10, Μυροφόρα Κουδουνάρη Χρίστου ν. Δήμου Λευκωσίας, ημερομηνίας 15.11.2012, στην οποία ο Κραμβής, Δ., παρατήρησε τα ακόλουθα σε σχέση με παρόμοιο θέμα διορθωτικών επεμβάσεων στις αξιολογικές εκθέσεις:
«Καμία από τις διορθωτικές επεμβάσεις δεν φέρει ημερομηνία και έτσι παραμένει άγνωστο στο Δικαστήριο πότε έγιναν οι διορθώσεις και από ποιους. Θεωρώ ότι οι εκθέσεις, ως ο κατ' εξοχήν δείκτης της αξίας των υποψηφίων πρέπει να ετοιμάζονται και να τηρούνται με σεβασμό στις αρχές της χρηστής διοίκησης και της διαφάνειας. Τέτοιου είδους επεμβάσεις με διορθωτικό υλικό θα πρέπει να φέρουν ημερομηνία και να είναι κατάλληλα μονογραμμένες στα σημεία της διόρθωσης.
Οι συνέπειες της μη συμμόρφωσης με τις σχετικές διατάξεις για την ετοιμασία και υποβολή εμπιστευτικών εκθέσεων που συνιστά παράβαση ουσιώδους τύπου οδηγεί σε ακυρότητα την επίδικη πράξη. (Βλ. E. Alvanis v. CYTA (1985) 3 CLR 2695, Σταύρου ν. Δημοκρατίας (1991) 4 ΑΑΔ 317, Δ. Φελλάς και Δ. Φινοπούλου, Δ. Πατασαλος ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, ΑΕ 145/08, ημερ. 20.7.12) Στην Ξενοφών Τσουδερός ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 171/2007, ημερ. 17.3.11 εγέρθηκε θέμα πλάνης ή σφάλματος αναφορικά με τη νομιμότητα της υπηρεσιακής έκθεσης εξαιτίας σβησμάτων, διορθώσεων ή παρεμβάσεων και λέχθηκε ως obiter dicta ότι οι διορθώσεις σε συγκεκριμένα στοιχεία υποδήλωναν κάποιες τροποποιήσεις στην αρχική βαθμολογία και «προς τούτο υπήρχαν σχετικές μονογραφές στα σημεία της διόρθωσης».
Επειδή οι συγκεκριμένες υπηρεσιακές εκθέσεις των ενδ. μερών λήφθηκαν υπόψη από τον καθ' ου η αίτηση χωρίς προβληματισμό και μάλιστα συνέτειναν στην διαπίστωση της υπεροχής των ενδ. μερών σε αξία, αυτό αναπόφευκτα οδηγεί στην ακύρωση της τελικής επιλογής.»
Το θέμα της παρατυπίας των εκθέσεων του Ενδιαφερόμενου Μέρους θα έπρεπε να είχε απασχολήσει κατά την προαγωγική διαδικασία, δεδομένης μάλιστα της διοικητικής διερεύνησης που είχε μεσολαβήσει. Χαρακτηριστικά, αναφορικά με την παραβίαση του Κανονισμού σε σχέση με την σύνταξη ετήσιων εκθέσεων για τους υπαλλήλους του ΚΟΤ, ήτοι του περί του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωση και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμού 1970-2005, Καν. 15Α(1)(β), είναι τα όσα υποστηρίζει ο νομικός σύμβουλος του Οργανισμού στη γνωμάτευση του ημερομηνίας 31.8.2009 (ερυθρό 115 στο Τεκμήριο 6(α)). Όπως ορθά διαπίστωσε, υπήρξε πολλαπλή παραβίαση των σχετικών Κανονισμών από την εκ των υστέρων τροποποίηση ή συμπλήρωση των εκθέσεων.
Διαφωτιστικά είναι και τα όσα καταγράφει η Τριμελής Ερευνητική Επιτροπή στην έκθεσή της ημερομηνίας 17.2.2010 προς το Διοικητικό Συμβούλιο (ερυθρό 394-416 στο Τεκμήριο 6(α)) και ειδικότερα ως προς τις επίμαχες αξιολογικές εκθέσεις του Ενδιαφερόμενου Μέρους. Αναφέρεται σχετικά με το χρόνο που έγιναν «οι αλλαγές» στις εν λόγω εκθέσεις και αν αυτές έγιναν ταυτόχρονα ότι διαπιστώθηκαν πολλές ασάφειες και αντιφάσεις μεταξύ των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον της Επιτροπής και των καταθέσεων των μελών της Ομάδας Αξιολόγησης (ερυθρό 396).
Προκύπτει λοιπόν θέμα παράτυπης σύνταξης των εκθέσεων του Ενδιαφερόμενου Μέρους που μεταβάλλει την εικόνα της αξίας μεταξύ των υποψηφίων, ενόψει του ότι η οριακή διαφορά των 2 «Εξαίρετα» υπέρ του Ενδιαφερόμενου Μέρους κρίθηκε πεπλανημένα. Τούτου δοθέντος, δεν κρίνεται σκόπιμη η ενασχόληση με τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης που εγέρθηκαν.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα υπέρ της Αιτήτριας, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Π. Παναγή, Δ.
/ΣΓεωργίου