ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D825
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1114/2012)
30 Οκτωβρίου, 2014
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΩΣΤΑΣ ΚΩΣΤΗ,
Αιτητής,
ν.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Χρ. Χριστάκη, για τον Αιτητή.
Τ. Ιακωβίδου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο αιτητής υπέβαλε στις 9.3.2010 αίτηση για παροχή δημόσιου βοηθήματος. Είναι διαζευγμένος και πατέρας τριών παιδιών, το ένα από τα οποία διαμένει μαζί του. Η αίτηση απορρίφθηκε στις 5.10.2010 επειδή τα εισοδήματά του ήταν «ψηλότερα από το ποσό που είναι αναγκαίο για την κάλυψη των βασικών και ειδικών αναγκών, όπως αυτά καθορίζονται στην ισχύουσα Νομοθεσία και σχετικούς Κανονισμούς».
Από την 1.5.2011 χορηγείται δημόσιο βοήθημα στην πρώην σύζυγο του αιτητή.
Ο αιτητής μετά την επιστολή απόρριψης του αιτήματός του, προσκόμισε βεβαιώσεις ημερ. 22.8.2010 και 11.11.2010 επικαλούμενος μείωση του μισθού του. Με επιστολή ημερ. 20.1.2011 ο αιτητής ενημερώθηκε ότι οι εν λόγω βεβαιώσεις δεν θεωρούνταν αποδεικτικά των εισοδημάτων του, αφού ως διευθυντής της εταιρείας του υπογράφει ο ίδιος και περαιτέρω, ο λογιστής του αναφέρει ότι στηρίχθηκε στις δικές του πληροφορίες. Ζητήθηκαν ελεγμένοι λογιστικοί λογαριασμοί της εταιρείας του. Ο αιτητής διατηρούσε εκτελωνιστικό γραφείο και θεωρείτο αυτοεργοδοτούμενος.
Στις 7.2.2011 ο αιτητής επανήλθε ζητώντας πάλι επανεξέταση του αιτήματός του. Επικαλείτο λανθασμένους υπολογισμούς από τους ελεγκτές που ετοίμασαν την έκθεση για την οικονομική κατάσταση της εταιρείας του κατά το 2010. Επισυνάφθηκε αναθεωρημένη έκθεση οικονομικής κατάστασης για το ίδιο έτος καθώς και φορολογική δήλωση σύμφωνα με την οποία ο μηνιαίος μισθός του ανέρχεται γύρω στα €937.
Οι καθ' ων η αίτηση με επιστολή ημερ. 29.3.2012 ενημέρωναν τον αιτητή πως:-
«Αναφορικά με την αίτηση σας για παροχή Δημοσίου Βοηθήματος που υποβάλατε στις 9/3/2010, σας πληροφορώ ότι έχει εξεταστεί σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία που είχαμε ενώπιον μας και απορρίφθηκε με βάση το άρθρο 3(1)(β) του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου 95(Ι)/2006, αφού τα εισοδήματα από την εργασία σας ήταν ψηλότερα από τις ανάγκες σας, σύμφωνα με τους ελεγμένους λογαριασμούς που είχατε προσκομίσει.
Για την απόφαση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας είχατε ενημερωθεί με επιστολές μας ημερομηνίας 5/10/2010 και 29/9/2011 αντίστοιχα».
Ενώ, με επιστολή ημερ. 16.7.2012 η αρμόδια Υπουργός πληροφορούσε τον αιτητή ότι το αίτημά του απορρίφθηκε για διαφορετικό τώρα λόγο, ως ακολούθως:-
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας ημερ. 3/2/2011 και σε συνέχεια της συνάντησης που πραγματοποιήθηκε στο Γραφείο μου κατά την οποία υπήρξε δέσμευση από πλευράς του Υπουργείου για επανεξέταση της αίτησής σας για παροχή δημόσιου βοηθήματος, να σας πληροφορήσω ότι αυτή έχει επανεξεταστεί και δεν μπορεί να εγκριθεί. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχετε προσκομίσει, έχει διαπιστωθεί ότι έχετε κινητή περιουσία (ασφάλειες ζωής) την οποία θα πρέπει να αξιοποιήσετε πριν αποταθείτε για παροχή δημόσιου βοηθήματος, σύμφωνα και με το άρθρο 3(10)(στ) του περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου του 2006 μέχρι 2012, το οποίο αναφέρει ότι δημόσιο βοήθημα δεν παρέχεται "αν ο αιτητής, εκτός από την οικία στην οποία δυνατό να διαμένει κατέχει κινητή ή ακίνητη περιουσία την οποία παραλείπει να αναπτύξει ή εκμεταλλευθεί με τρόπο ο οποίος θα μπορούσε να αυξήσει το εισόδημα του ή να βελτιώσει τους οικονομικούς του πόρους ή να τον καταστήσει αυτοσυντήρητο"».
Οι λόγοι ακύρωσης
Ο αιτητής προβάλλει ως πρώτο λόγο ακύρωσης την ισχυριζόμενη νομική πλάνη των καθ' ων η αίτηση να απορρίψουν την αίτησή του στη βάση της από μέρους του κατοχής κινητής περιουσίας. Κατά την εισήγηση του αιτητή, οι ασφάλειες ζωής του δεν αποτελούν κινητή περιουσία (βλ. Re Walsh (deceased) v. Walsh and Others (1953) 1 All ER 1982 και Τερζής ν. Πετουφά (2011) 1 ΑΑΔ 336). Περαιτέρω, οι ασφάλειες ζωής του αιτητή οι οποίες είναι εκχωρημένες, δεν μπορούν να «αξιοποιηθούν» ή να «εκμεταλλευθούν» και άρα δεν μπορούν να συνυπολογιστούν στην κινητή περιουσία (άρθρο 3(10)(στ)). Αλλά, πέραν αυτού, υπήρχε η δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 3(14).
Ο αιτητής ισχυρίζεται επίσης πως η προσβαλλόμενη πράξη στερείται αιτιολογίας και δέουσας έρευνας και είναι το αποτέλεσμα ουσιώδους πραγματικής πλάνης. Είναι η θέση του αιτητή ότι οι καθ' ων η αίτηση δεν διερεύνησαν τη δυνατότητα αξιοποίησης και εκμετάλλευσης των εν λόγω ασφαλειών ζωής, ούτε και ποιος είναι ο δικαιούχος σε περίπτωση που τα ασφαλιστήρια καταστούν πληρωτέα. Εξηγεί πως δύο από τα συμβόλαια είναι εκχωρημένα έναντι δανείων του από το 2005 και 2008 αντίστοιχα, άλλα δύο συμβόλαια έχουν ακυρωθεί και δεν έχουν αξία εξαγοράς, ενώ το πέμπτο αναφέρει ότι όταν τα ωφελήματα καταστούν πληρωτέα, το ΣΤΕΚΕΚ έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει μέρος ή το σύνολο του ασφαλισμένου ποσού για την εξόφληση τυχόν υπολοίπου δανείου του αιτητή. Ενόψει του μεγάλου παρατραβήγματος του αιτητή στο ΣΤΕΚΕΚ αδυνατεί να αξιοποιήσει το εν λόγω συμβόλαιο. Ο αιτητής επισυνάπτει στην αγόρευσή του σχετικές βεβαιώσεις. Αντί αυτών, οι καθ' ων η αίτηση έλαβαν υπόψη έγγραφο από το ΣΤΕΚΕΚ στο οποίο περιγράφεται το παρατράβηγμα του αιτητή και το γεγονός ότι το Ταμιευτήριο παρέλαβε από τον αιτητή επιταγές δύο χιλιάδων ευρώ η κάθε μια ενώ με εντολή του θα γίνεται κατάθεση δύο επιταγών το μήνα για πιο γρήγορη εξόφληση του δανείου.
Ακολούθως, ο αιτητής εγείρει ισχυρισμό πως παραβιάστηκε το δικαίωμα ακρόασής του και αυτό ενόψει της διαφορετικότητας στο αιτιολογικό των δύο απορριπτικών επιστολών. Ο αιτητής αφέθη να πιστεύει ότι έπρεπε να εστιαστεί στην προσκόμιση στοιχείων τα οποία θα αντέκρουαν το θέμα των δήθεν ψηλότερων από τις ανάγκες του εισοδημάτων του από την εργασία του. Ως προς τη νέα όμως, αιτιολογία δεν δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να ακουστεί κατά παράβαση του άρθρου 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99).
Οι καθ' ων η αίτηση διαφωνούν πως οι ασφάλειες δεν αποτελούν κινητή περιουσία και παραπέμπουν συναφώς στη Χριστοφή Καμηλάρη ν. Υπουργού Οικονομικών κ.α., Υπόθ. Αρ. 839/99. Εισηγούνται ότι ο αιτητής παρέλειψε να αποκαλύψει στην αίτηση ουσιώδες γεγονός προβαίνοντας έτσι σε ανακριβή δήλωση σχετικά με την οικονομική του κατάσταση, πράγμα το οποίο ανακαλύφθηκε κατά την επανεξέταση και ως αποτέλεσμα ακριβώς της από μέρους τους δέουσας έρευνας. Η ουσία δε και των δύο απορριπτικών επιστολών ήταν ότι η οικονομική κατάσταση του αιτητή ήταν «ψηλότερη» από το ποσό που θα του δινόταν με το δημόσιο βοήθημα.
Η κατάληξη
Ο αιτητής προσκόμισε τη Δήλωση Εισοδήματος μισθωτού για το φορολογικό έτος 2010 η οποία είχε κατατεθεί στο Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων. Σε αυτήν αναγράφονταν 5 ασφάλειες ζωής για το συνολικό ασφαλιζόμενο ποσό των €971.765 με την προοπτική της διεκδίκησης έκπτωσης για τα ανάλογα ασφάλιστρα. Στις 19.8.2013, δηλαδή περισσότερο από ένα χρόνο μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, η οποία είχε ως αιτιολογικό έρεισμα την από μέρους του αιτητή κατοχή ακίνητης περιουσίας και ειδικότερα των ασφαλειών, ο αιτητής παρέδωσε βεβαιώσεις από ασφαλιστικές εταιρείες σύμφωνα με τις οποίες δύο από τις ασφάλειες ήταν εκχωρημένες προς όφελος τραπεζικών οργανισμών για τραπεζικές διευκολύνσεις που ο ίδιος απολάμβανε, η μία από το 2005 και η άλλη από το 2008, δύο ήταν ακυρωμένες από τον Ιανουάριο του 2012, ενώ για την πέμπτη το ΣΤΕΚΕΚ ΛΤΔ είχε το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει το ασφαλισμένο ποσό για εξόφληση τυχόν υπολοίπου δανείου του ασφαλιζομένου που θα παρέμενε.
Συμφωνώ με τη θέση των καθ' ων η αίτηση πως οι ασφάλειες ζωής εμπίπτουν στον όρο «κινητή περιουσία». Η αναφερόμενη στην αγόρευσή τους Χριστοφή Καμηλάρη ν. Υπουργού Οικονομικών κ.α., ανωτέρω, δέχεται ακριβώς πως τα χρήματα από ασφάλειες ζωής ανήκουν στα κινητά, όπως και οι καταθέσεις χρημάτων και τα ποσά από ταμεία προνοίας. Η παραπομπή του αιτητή στην Τερζής ν. Πετουφά, ανωτέρω, δεν τον βοηθά καθότι ό,τι συναφώς λέχθηκε ήταν κατόπιν ερμηνείας των όρων της εκεί Διαθήκης και της πραγματικής βούλησης του Διαθέτη υπό το φως και το πνεύμα του συνόλου του περιεχομένου της Διαθήκης. Ως αποτέλεσμα, θεωρώ πως η απόφαση περιστρέφεται γύρω από τα δικά της περιστατικά και δεν τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω.
Με υπαγόμενες τις ασφάλειες ζωής στον όρο «κινητή περιουσία» απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο η έρευνα στην οποία προέβηκαν οι καθ' ων η αίτηση να θεωρήσουν πως ο αιτητής μπορούσε να εκμεταλλευθεί αυτή την κινητή περιουσία η οποία θα του επέφερε εισόδημα, ήταν η δέουσα.
Τα στοιχεία τα οποία έθεσε ενώπιον των καθ' ων η αίτηση ο αιτητής σε σχέση με τις πιο πάνω ασφάλειες ζωής, όσο και αν υποβλήθηκαν πέραν του ενός έτους μετά την προσβαλλόμενη απόφαση, φανερώνουν πως υπήρχαν δεδομένα τα οποία ενδεχομένως να μετέβαλλαν τη διοικητική κρίση. Δεν υπάρχουν στοιχεία πως υπήρχε το περιθώριο για τον αιτητή να προσκομίσει τα εν λόγω στοιχεία πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, όταν οι καθ' ων η αίτηση για πρώτη φορά στην επιστολή της 16.7.2012 χρησιμοποιούν ως αιτιολογικό στήριγμα τις ασφάλειες ζωής του αιτητή για την απόρριψη της αίτησης. Έχοντας τα πιο πάνω υπόψη, καταλήγω πως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας με το ενδεχόμενο πλάνης υπαρκτό. Οι καθ' ων η αίτηση θα πρέπει να επανεξετάσουν κάτω από τα δεδομένα τα οποία υπήρχαν κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης και δεν είχαν διερευνηθεί.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(β). Επιδικάζονται €1300 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ του Αιτητή.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ