ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
KONTEMENIOTIS ν. C.B.C. (1982) 3 CLR 1027
PAPHITIS AND OTHERS ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 255
DER PARTHOGH ν. C.B.C. (1984) 3 CLR 635
MAVROMMATIS AND OTHERS ν. REPUBLIC (1984) 3 CLR 1006
Παπαδόπουλος Xαρίλαος και Άλλοι ν. Pαδιοφωνικού Iδρύματος Kύπρου και Άλλου (1996) 3 ΑΑΔ 1
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D623
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδικαζ.υποθ. 46/2011, 222/2011, 281/2011,
299/2011, 300/2011, 310/2011
1η Σεπτεμβρίου, 2014
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δικαστής]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
(Υποθ. Αρ.46 /2011)
ΜΑΡΙΟΣ ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ
Αιτητής,
-και -
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ης η αίτηση.
-----------------------
(Υποθ. Αρ.222 /2011)
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΥΛΙΛΗΣ
Αιτητής,
-και -
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ης η αίτηση.
-------------------
(Υποθ. Αρ.281 /2011)
ΚΩΣΤΑΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ
Αιτητής,
-και -
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ης η αίτηση.
-------------------
(Υποθ. Αρ.299 /2011)
ΣΤΑΥΡΟΥ Φ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Αιτητής,
-και -
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ης η αίτηση.
-------------------
(Υποθ. Αρ.300 /2011)
ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΕΥΘΥΜΙΟΥ
Αιτητής,
-και -
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ης η αίτηση.
-------------------
(Υποθ. Αρ.310 /2011)
ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΑΜΗΛΑΡΗΣ
Αιτητής,
-και -
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ης η αίτηση.
-------------------
Α.Σ.Αγγελίδης, για τον αιτητή στη 46/2011 και 310/2011
Α.Πηλίδου, (κα.), για τον αιτητή στη 222/2011 και 281/2011
Λ.Χριστοδούλου, για Κ.Τσιρίδη, για τον αιτητή στις 299/2011 και 300/2011
Ν.Χ΄Ιωάννου, (κα.), για την καθ΄ης η αίτηση σε όλες τις υποθέσεις.
Α.Ευσταθίου, (κα.), για το ενδιαφερόμενο μέρος Γ.Χατζηγεωργίου στις υποθέσεις 46/2011 και 310/2011
Α.Ευσταθίου, (κα.), για το ενδιαφερόμενο μέρος Α.Τηλλύρη στις υποθέσεις 46/2011 και 310/2011.
--------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Το αντικείμενο της προσφυγής είναι απόφαση της καθ΄ης η αίτηση ημερ. 22 Δεκεμβρίου 2010 να προάξει αναδρομικά, από την 1η Αυγούστου 2007, τους ενδιαφερόμενους στη θέση του Τεχνικού Επόπτη Β΄.
Η αρχική απόφαση της καθ΄ης η αίτηση ημερ. 25 Ιουλίου 2007, με την οποία προήγαγε στην επίδικη θέση, έντεκα πρόσωπα, ακυρώθηκε στις 23 Μαρτίου 2010, μετά από ασκηθείσα προσφυγή.
Προς το σκοπό υλοποίησης της επανεξέτασης η καθ΄ης η αίτηση ζήτησε από το Συμβούλιο Προσωπικού την υποβολή συμβουλής σύμφωνα, με τον Κανονισμό 19(5) του περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών (ΚΔΠ 220/82).
Το Συμβούλιο Προσωπικού σε συνεδρίες του ημερ. 21 Ιουλίου 2010, 27 Ιουλίου 2010,1 Σεπτεμβρίου 2010 και 7 Σεπτεμβρίου 2010 προέβη σε αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.
Η απόφαση των μελών του Συμβουλίου δεν ήταν ομόφωνη. Ο πρόεδρος και τα μέλη σύστησαν διαφορετικό αριθμό υποψήφιων για προαγωγή. Ο Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής σύστησε για προαγωγή 11 υποψηφίους. Εισηγήθηκε 6 υποψηφίους οποίοι είχαν επιλεγεί από 6 μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού και οι υπόλοιποι οι οποίοι είχαν επιλεγεί από 3, 4 ή 5 μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού.
Στις 21 Δεκεμβρίου 2010, η καθ΄ης η αίτηση σε συνεδρία της, αποφάσισε την προαγωγή των ενδιαφερομένων. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση.
"Το Συμβούλιο, αφού προχώρησε σε περαιτέρω αξιολόγηση και σύγκριση όλων των υποψήφιων μεταξύ τους με βάση τα ακαδημαϊκά και τα επαγγελματικά τους προσόντα, την απόδοση και επίδοση τους, καθώς και την καταλληλότητα τους για τις προς πλήρωση θέσεις, λαμβάνοντας υπ΄όψιν το περιεχόμενο των πρακτικών του Συμβουλίου Προσωπικού, την Εισήγηση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή και το περιεχόμενο των προσωπικών τους φακέλων, σημείωσε τα ακόλουθα :
Όλοι οι υποψήφιοι έχουν αρκετά χρόνια υπηρεσίας στη Cyta (από 26 μέχρι 33) και ότι από τους 52 υποψηφίους, οι 51 βαθμολογούνται την τελευταία τριετία με 5,00 και ένας με 4,83. Το γεγονός αυτό καθιστά την απόφαση του Συμβουλίου για επιλογή των ουσιαστικά καταλληλότερων ιδιαίτερα δύσκολη, γι αυτό το Συμβούλιο αποφάσισε να προχωρήσει σε περαιτέρω αξιολόγηση των υποψήφιων που έλαβαν τη στήριξη από τρεις τουλάχιστον από τους επτά προτείνοντες, (από τα έξι δηλαδή μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού και τον ΑΕΔ)".
Στη συνέχεια, η καθ΄ης η αίτηση αφού προχώρησε σε περαιτέρω αξιολόγηση των 18 υποψήφιων κατέληξε στην προαγωγή 11 από αυτούς.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκαν, οι δέκα πιο κάτω προσφυγές, ήτοι: 1721/2010, 46/2011, 222/2011, 238/2011, 281/2011, 297/2011, 298/2011, 299/2011, 300/11, 310/2011, που, λόγω του κοινού νομικού και πραγματικού υποβάθρου, συνεκδικάστηκαν.
Μετά τη συμπλήρωση των προφορικών διευκρινίσεων και πριν από την έκδοση της απόφασης, αποσύρθηκαν, μετά από αίτημα των ιδίων των αιτητών ο προσφυγές 1721/2010, 238/2011, 297/2011 και 298/2011.
Θα εξετάσω την κάθε αίτηση ξεχωριστά, εκτός των γενικών κοινών σημείων που θα κριθούν συλλογικά.
Προσφυγή αρ 46/11 Μάριος Αγγελίδης
Με την εν λόγω προσφυγή ο αιτητής συμπεριέλαβε ως ενδιαφερόμενους τους Νίκο Νικολάου, Γεώργιο Ορφανίδη, Λουκά Παναγιώτου, Αρτέμη Τηλλύρη και Γεώργιο Χ΄Γεωργίου.
Από τους ενδιαφερόμενους 4 και 5 προβλήθηκε προδικαστικώς ότι, ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος προώθησης της παρούσας προσφυγής καθότι δεν πληρούσε τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση.
Η εισήγηση τους αυτή εδράζεται στο γεγονός ότι η Συλλογική Σύμβαση δεν είχε ενσωματωθεί στους Κανονισμούς, συνεπώς δεν θα μπορούσε να κριθεί ως προσοντούχος υποψήφιος. Η θέση του αιτητή ήταν αντίθετη, υποστηρίζοντας ότι η καθ΄ης η αίτηση τον έκρινε προσοντούχο και δεν είχε τεθεί τότε τέτοιο ζήτημα.
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Ο αιτητής κρίθηκε προσοντούχος από την καθ΄ης η αίτηση. Αυτή η απόφαση εισηγούνται οι ενδιαφερόμενοι, είναι εσφαλμένη. Το θέμα της κατοχής προσόντων ενός υποψηφίου εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου. Ο ρόλος του ενδιαφερομένου είναι να υποστηρίξει την ορθότητα της προσβαλλομένης απόφασης και δεν μπορεί να εγείρει θέμα εννόμου συμφέροντος του αιτητή, αναφορικά με τα προσόντα του, αμφισβητώντας, ουσιαστικώς, τη νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης. Το πιο κάτω απόσπασμα από την Υπ. αρ.1719/07 Στυλιανού ν. Δημοκρατίας, 22 Ιουλίου 2010, είναι ενδεικτικό και το υιοθετώ:
"Εν πάση όμως περιπτώσει το ενδιαφερόμενο μέρος δεν νομιμοποιείται καν να εγείρει τέτοιο ζήτημα, εφόσον ο ρόλος του στην αίτηση ακυρώσεως είναι να υποστηρίξει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και όχι να προσβάλει το έννομο συμφέρον του αιτητή από την άποψη της εκ μέρους του κατοχής των απαραίτητων προσόντων ή ότι η Ε.Δ.Υ. ενήργησε υπό πλάνη και χωρίς δέουσα έρευνα, που στο τέλος της ημέρας, πλήττει και το δικό του διορισμό. Η υπόθεση Χαράλαμπος Μορίτσης ν. Φίλιππου Καρσερά, Α.Ε. αρ. 117/06, ημερ. 12.2.2009, έχει ακριβώς θέσει το ζήτημα σ΄ αυτή τη βάση. Κρίθηκε ότι το εκεί ενδιαφερόμενο μέρος-εφεσείων, δεν νομιμοποιείτο να αμφισβητήσει την κατοχή του προσόντος της Γαλλικής γλώσσας στη βάση πιστοποιητικού που υπήρχε στον προσωπικό φάκελο της εφεσίβλητης-αιτήτριας, εφόσον τέτοια αμφισβήτηση «.. συνιστούσε ουσιαστικά μη αποδεκτό λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, εφόσον η εμπλοκή του ενδιαφερομένου μέρους στη διαδικασία, αποσκοπούσε στην υποστήριξη της διοικητικής απόφασης.»
Παρόμοιο θέμα για κατοχή των απαιτούμενων προσόντων του αιτητή, είχε εγερθεί στην Υπ. Αρ. 486/11 Μιχαηλίδης ν. ΑΤΗΚ, 28 Αυγούστου 2013 που αφορούσε τον ίδιο αιτητή. Το Δικαστήριο απεφάνθη ότι, εφόσον ο αιτητής είχε κριθεί προσοντούχος, για τη διεκδίκηση της επίδικης θέσης από τους καθ΄ων η αίτηση, και δεν είχε τεθεί θέμα μη κατοχής προσόντων από τον αιτητή, οι ενδιαφερόμενοι κωλύονταν να προβάλουν τέτοιον ισχυρισμό στην εν λόγω διαδικασία.
Συναφώς η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.
Αναφορικά με την ουσία της υπόθεσης ο αιτητής εισηγείται ότι η σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού ήταν αναιτιολόγητη και αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων, κατά παράβαση του δεδικασμένου, που δημιουργήθηκε με την ακυρωτική απόφαση στις προσφυγές αρ 1209/07 κ.α.
Στην υπόθεση 1209/2007 αναφέρθησαν τα ακόλουθα:
«Είναι εμφανέστατο από την καταγραφή από το Συμβούλιο Προσωπικού ότι για τους συστηθέντες από ένα έκαστο των μελών, χρησιμοποιήθηκε στερεότυπη φρασεολογία θεωρούμενη ως επαρκής αιτιολογία που αναφέρεται απλώς στο ότι σταθμίστηκαν τα κριτήρια του Καν. 10(7), δηλαδή η υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση, καθώς και εκείνο της ουσιαστικής καταλληλότητας κλπ. Τέτοια ακριβώς στάθμιση και κατ΄ επίφαση αξιολόγηση απορρίφθηκε επίσης ως αναιτιολόγητη στη Ρένα Κοσμά κ.α. ν. ΑΤΗΚ, συνεκδ. υποθ. αρ. 372/96, 403/96, 405/96 και 993/96 ημερ. 9.6.99, (απόφαση Χατζηχαμπή, Δ.). Το δε λεκτικό που χρησιμοποιήθηκε από τον Ανώτατο Εκτελεστικό Διευθυντή για την επιλογή των 11 υποψηφίων, δεν προσφέρει οποιοδήποτε συγκριτικό στοιχείο σε σχέση με τους υπόλοιπους που δεν συστήθηκαν και παραμένει απλώς στη γενική φρασεολογία ότι η αξιολόγηση έγινε μετά από διεξοδική μελέτη όλων των δεδομένων των προσωπικών φακέλων κλπ. Εν τέλει και η κρίση των ίδιων των καθ΄ ων είναι απλώς επαναληπτική των όσων αναφέρονται ή εξάγονται από τους διοικητικούς φακέλους και απλή αναδρομή στην κρίση ενός εκάστου των 144 υποψηφίων στις 12 σελίδες που καταλαμβάνει αυτή η κρίση, καθιστά σαφές ότι παρόμοια και εξίσου εγκωμιαστικά ή ευνοϊκά σχόλια γίνονται για κάθε ένα από αυτούς. Από αυτή την ταυτόσημη, στην ουσία, κρίση δεν ξεχωρίζουν ως υπέρτερα τα 11 ενδιαφερόμενα μέρη, ούτε και καταγράφονται οποιαδήποτε στοιχεία προς τούτο. Είναι γι΄ αυτό το λόγο, που όπως καταγράφηκε στην αρχή του σκεπτικού, διαπιστώθηκε από τον πρόεδρο αντικειμενική αδυναμία στην ορθή αξιολογική κρίση των καταλληλότερων υποψηφίων. Παρόμοια ακριβώς κρίση απορρίφθηκε ως μη ικανοποιητική και ως ουσιαστικά αναιτιολόγητη στη Στασοπούλου - ανωτέρω. "
΄Εχοντας υπόψη το πιο πάνω σκεπτικό του Δικαστηρίου στις Υποθ. Αρ.1209/2007 κ.ά. και διαβάζοντας το πρακτικό της συνεδρίας της καθ΄ης η αίτηση ημερ. 21 Δεκεμβρίου 2010, είμαι της γνώμης ότι η εν λόγω απόφαση παραβιάζει το δεδικασμένο που προέκυψε.
Κατά την επιλογή των υποψηφίων γίνεται απλή απαρίθμηση των κριτηρίων του Καν. 10(7) των Κανονισμών, χωρίς την αναγκαία σύγκριση και αξιολόγηση και χωρίς να αιτιολογείται η προτίμηση των ενδιαφερομένων. Ο Καν.10(7) προβλέπει ότι η προαγωγή διενεργείται με βάση την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση των υποψήφιων, και την εν γένει ουσιαστική καταλληλότητα τους όπως προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλων.
Υπάρχει το δεδομένο ότι ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα έναντι όλων των ενδιαφερομένων. Ο αιτητής και οι ενδιαφερόμενοι είναι ίσοι ως προς την αξία. Αναφορικά με τα προσόντα τους δεν φαίνεται να έγινε οποιασδήποτε μορφής αξιολόγηση ούτε και υπάρχει κατάληξη εάν κάποιοι, εκ των υποψηφίων υπερτερούσαν σε προσόντα.
Αντικρίζοντας αρχικώς την εισήγηση του Συμβουλίου Προσωπικού, παρατηρώ ότι, αυτή περιέχει γενικούς και ταυτοχρόνως αόριστους ισχυρισμούς οι οποίοι περιορίζουν το δικαστικό έλεγχο της ορθότητας του συλλογισμού. Παραλλήλως, στην εισήγηση ελλείπει η αναγκαία εξήγηση πως δεν συστήθηκε ο αιτητής, ο οποίος δεν υστερούσε σε αξία και υπερείχε σε αρχαιότητα, και προτιμήθηκαν άλλοι υποψήφιοι. Στην υπόθεση ΑΤΗΚ ν. Στασινοπούλου (2005) 3 Α.Α.Δ. 107, αποφασίστηκε ότι, η αρχαιότητα και τα προσόντα, έχουν τη δική τους σημασία, σε περίπτωση προαγωγής. Περαιτέρω, η αρχαιότητα καθίσταται αποφασιστικής σημασίας όταν όλα τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσεως είναι ισοδύναμα.
Εξετάζοντας τώρα τη σύσταση του Ανωτάτου Εκτελεστικού Διευθυντή, παρατηρώ ότι ισχύουν τα ίδια που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Η εισήγηση του τελευταίου δεν απαιτείτο να είναι αιτιολογημένη. Από τη στιγμή, όμως, που τέτοια δίδεται, ελέγχεται δικαστικά. Στην εν λόγω εισήγηση δεν περιέχεται τίποτε περισσότερο, παρά αναπαραγωγή της σύστασης του Συμβουλίου Προσωπικού, που ήδη κρίθηκε αναιτιολόγητη. Ο Διευθυντής σύστησε, έξι υποψήφιους που είχαν προεπιλεγεί από έξι μέλη του Συμβουλίου. Περαιτέρω, απέδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στα καθήκοντα που ασκούσαν κάποιοι εκ των ενδιαφερομένων, κατά άψογο τρόπο, όπως σημειώνεται, ενώ ταυτοχρόνως ο αιτητής είχε αξιολογηθεί με το βαθμό 5 χωρίς να γίνεται τέτοια αναφορά γι΄αυτόν. Η νομολογία, επί του προκειμένου, επιβάλλει όπως αποφεύγεται η ανάπλαση βελτιωμένης εικόνας ενός υποψηφίου, ενώ κάτι τέτοιο δεν προκύπτει άμεσα από τις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης.
Συμπαρασύρεται συναφώς σε ακυρότητα και η απόφαση της καθ΄ης η αίτηση, η οποία στηρίχθηκε στις εισηγήσεις του Συμβουλίου Προσωπικού και του Ανωτάτου Εκτελεστικού Διευθυντή. Αρχικώς, είχε αξιολογήσει δεκαοχτώ υποψήφιους, που έλαβαν τους ψήφους στο εν λόγω Συμβούλιο και κατέληξε στην προαγωγή έντεκα υποψηφίων. ΄Εχοντας ως δεδομένο ότι η εν λόγω κρίση του Συμβουλίου, επί της οποίας στηρίχθηκε η απόφαση δεν αιτιολογείται, θα πρέπει να ακυρωθεί και η μεταγενέστερη απόφαση της καθ΄ης η αίτηση.
Προσφυγή αρ 222/11 αιτητής Κυριάκος Κυλίλης
Με την εν λόγω προσφυγή ο αιτητής συμπεριέλαβε ως ενδιαφερόμενους τους Κυριάκο Αλαγιώτη, Ανδρέα Γρηγορίου, Μιχαήλ Κουρουφέξη, Σωτήρη Λουκά, Ιωάννη Νικολάου, Νίκο Νικολάου, Γεώργιο Ορφανίδη, Λουκά Παναγιώτου, Κωνσταντίνο Τάλλη, Αρτέμη Τηλλύρη και Γεώργιο Χ΄Γεωργίου.
Σε κάποιο προγενέστερο στάδιο της διαδικασίας η αίτηση ακυρώσεως αποσύρθηκε εναντίον των ενδιαφερομένων Α Τηλλύρη (Ε.Μ.10) και Γ. Χ΄Γεωργίου (Ε.Μ.11).
Ο αιτητής είχε αρχικώς συστηθεί από έξι μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού και από τον Ανώτατο Εκτελεστικό Διευθυντή, αλλά τελικώς δεν είχε επιλεγεί από το Συμβούλιο της Αρχής.
Προβλήθηκε ως λόγος ακυρώσεως ότι, τα ενδιαφερόμενα μέρη, πλην του ενδιαφερομένου μέρους 6, δεν κατείχαν τα υπό του Κανονισμού 8 απαιτούμενα προσόντα, και συγκεκριμένα ότι δεν κατείχαν πανεπιστημιακό τίτλο. Ισχυρίζεται ο αιτητής ότι εσφαλμένα η καθ΄ης η αίτηση τους είχε θεωρήσει ως προσοντούχους βασιζόμενη στη συλλογική σύμβαση. Η σύμβαση δεν είχε ενσωματωθεί στους κανονισμούς και συνεπώς δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί στο δημόσιο δίκαιο ισχυρίστηκε ο αιτητής.
To περιεχόμενο συλλογικής σύμβασης δε μετουσιώνεται σε κανόνα δικαίου εκτός αν ενσωματωθεί σε κανονιστική διάταξη, όπως έχει επισημανθεί στην Kontemeniotis v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R. 1027 και Χαρίλαος Παπαδόπουλος & Άλλοι ν. Ρ.Ι.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 1.
Δικαιώματα στο δημόσιο δίκαιο προκύπτουν μόνο από το Σύνταγμα, τους Νόμους και τη δευτερογενή νομοθεσία που θεσπίζεται βάσει νόμου. (βλ. Georghios Mavrommatis and Others v. The Land Consolidation Authority and Others (1984) 3 C.L.R. 1006. Σχετική επίσης είναι η loannis Paphitis and Others v.The Republic (1983) 3 C.L.R. 255,261).
Ως προς την εμβέλεια της συλλογικής σύμβασης σχετική είναι η υπόθεση Evangelou and others v. The Cyprus Broadcasting Corporation (1985) 3 C.L.R. 14010, óπου αποφασίστηκε ότι η συλλογική σύμβαση από μόνη της δεν δημιουργεί, τροποποιεί ή καταργεί οποιοδήποτε δικαίωμα, υποχρέωση ή άλλη νομική σχέση δημοσίου δικαίου. Η εφαρμογή της βρίσκεται στον τομέα των εργατικών σχέσεων. Δεν δημιουργεί συνέπειες στον τομέα του δημοσίου δικαίου, εκτός εάν καταστεί μέρος της πρακτικής του διοικητικού οργάνου (βλ. A. DerParthogh v. The Cyprus Broadcasting Corporation (1984) 3 C.L.R. 635.
Στο κείμενο της προσβαλλόμενης της καθ΄ης αίτηση αναφέρεται επί του προκειμένου.
"Ακολούθως, το Συμβούλιο διαπιστώνει ότι, με τον περί Προϋπολογισμού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου του 2000 Νόμο (25(ΙΙ(/2000, υιοθετήθηκε η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που υπογράφτηκε μεταξύ της Cyta και των οργανώσεων του Προσωπικού στις 11.11.99 και με την οποία οι βαθμοί του προσωπικού μετονομάζονται και έτσι, αντί των τίτλων Προϊστάμενος Β΄( Τεχνικό Προσωπικό) και Επιθεωρητής, θα εννοούνται οι τίτλοι Τεχνικός Επόπτης Β΄ και Ανώτερος Τεχνικός αντίστοιχα.»
Ο αιτητής από τη δική του πλευρά εισηγήθηκε ότι με τον εν λόγω νόμο ενσωματώθηκε απλά ο πίνακας της συλλογικής σύμβασης, που αφορούσε στη μετονομασία των βαθμών, και όχι όλοι οι οροί της σύμβασης. Δεν έχει, όμως, προσφερθεί από πλευράς αιτητή, οποιοδήποτε στοιχείο το οποίο να ανατρέπει το γεγονός της υιοθέτησης ολόκληρης της σύμβασης, όπως αναφέρεται στην εν λόγω απόφαση. Το συνημμένο 2 στο Παράρτημα 1 της ΄Ενστασης αφορά τον προϋπολογισμό του 2005 και αναφέρει τις τροποποιήσεις των βαθμών και των ειδικοτήτων.
Συμφώνως προς την υπάρχουσα νομολογία ο περί Προϋπολογισμού Νόμος είναι Νόμος με την πλήρη έννοια, οι πρόνοιες του οποίου δημιουργούν υποχρεώσεις απόδοσης των δικαιωμάτων που θεσμοθετήθηκαν (Βλ. Καζέπη ν. Δημοκρατίας (1998)3 ΑΑΔ 1241). Συνεπώς η εισήγηση αυτή του αιτητή απορρίπτεται.
Αποτελεί νομολογημένη αρχή ότι, το κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, αποτελεί θέμα το οποίο εμπίπτει εντός στης διακριτικής ευχέρειας του διορίζοντος οργάνου. Στο πλαίσιο του δικαστικού ελέγχου το Δικαστήριο αυτό εξετάζει μόνο κατά πόσο, με βάση το ενώπιον του υλικό, το διορίζον όργανο ευλόγως θα μπορούσε να καταλήξει στο επίδικο συμπέρασμα βλ. (Petsas v. Republic, 3 R.S.C.C. 60, 63). Περαιτέρω, η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η ερμηνεία που δόθηκε ήταν ευλόγως επιτρεπτή.
Ο αιτητής εισηγήθηκε ότι η καθ΄ης η αίτηση δεν έδωσε ειδική και επαρκή αιτιολογία για απόκλιση από την εισήγηση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή, ο οποίος είχε συστήσει τον αιτητή αλλά δεν είχε συστήσει τους ενδιαφερόμενους μέρη 2,3,4,7 και 9.
Στο πλαίσιο της εξέτασης της υπόθεσης αριθμ.46/2011, έχω αποφασίσει ότι η σύσταση του πιο πάνω Διευθυντή, που λήφθηκε υπόψη από τους καθ΄ων η αίτηση, ήταν αναιτιολόγητη και εσφαλμένη. Συναφώς, όσα πρόβαλε ο αιτητής ως προς τη μη υιοθέτηση της σύστασης δεν μπορούν να εξεταστούν.
Ο αιτητής πρόβαλε περαιτέρω ότι, η απόφαση της καθ΄ης η αιτητής είναι αναιτιολόγητη καθώς και ότι, η όποια αιτιολογία δόθηκε, αυτή ήταν αντιφατική.
Εκτός του γεγονότος ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει, όπως αποφάσισα ήδη, βασιζόμενη σε αναιτιολόγητες συστάσεις, υπήρχε η θετική, για τον αιτητή, σύσταση, έτσι θα εξετάσω τη δοθείσα αιτιολογία για προαγωγή των ενδιαφερομένων σε συνάρτηση με την αναγκαία επάρκεια της και αν αυτή ήταν σύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλων.
Στο πλαίσιο της εξεταζόμενης απόφασης της καθ΄ης η αίτηση παρατηρώ ότι, ελλείπει οποιαδήποτε σύγκριση των υποψηφίων σε συνάρτηση με την αρχαιότητα ή τα προσόντα τους ή κάτι που θα μπορούσε να βοηθήσει στους λόγους προτίμησης των ενδιαφερομένων. Επαναλήφθηκαν οι γενικές αναφορές για αξιολόγηση των υποψηφίων στη βάση των ακαδημαϊκών και επαγγελματικών τους προσόντων, επιλέγοντας τους ενδιαφερόμενους χωρίς τα στοιχεία εκείνα που θα επέτρεπαν τη διενέργεια δικαστικού ελέγχου.
Με γνώμονα τα πιο πάνω, η αίτηση ακυρώσεως θα έχει επιτυχή κατάληξη.
Προσφυγή αρ 281/2011 Κώστας Χριστοφόρου
Με την εν λόγω προσφυγή ο αιτητής συμπεριέλαβε ως ενδιαφερόμενους τους Κυριάκο Αλαγιώτη, Ανδρέα Γρηγορίου, Μιχαήλ Κουρουφέξη, Σωτήρη Λουκά, Ιωάννη Νικολάου, Γεώργιο Ορφανίδη και Κωνσταντίνο Τάλλη.
Ο αιτητής πρόβαλε και αυτός τον ισχυρισμό ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν έπρεπε να θεωρηθούν ως προσοντούχοι, εφόσον η Συλλογική Σύμβαση δεν είχε υιοθετηθεί με κανονισμούς, και επομένως δεν είχε εφαρμογή. Έχω εξετάσει τον εν λόγω ισχυρισμό στο πλαίσιο της προσφυγής αρ 222/2011 πιο πάνω, και απέρριψα τη σχετική εισήγηση. Τα όσα συναφώς αναφέρονται στην πιο πάνω υπόθεση εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση. Ο λόγος ακυρώσεως απορρίπτεται.
Αναφορικά με το λόγο ακυρώσεως περί του αναιτιολόγητου της σύστασης του Συμβουλίου Προσωπικού και του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή, έχει εξεταστεί στο πλαίσιο της προσφυγής αρ. 46/2011 όπου κατέληξα να αποδεχτώ τον εν λόγω λόγο ακυρώσεως. Συνακόλουθα, η απόφαση του Συμβουλίου της καθ΄ης η αίτηση, η οποία βασίστηκε στις συστάσεις που στερούνται αιτιολογίας θα ακυρωθούν.
Προσφυγή αρ. 299/11 Σταύρος Παναγιώτου
Με την εν λόγω προσφυγή ο αιτητής συμπεριέλαβε ως ενδιαφερόμενους τους Κυριάκο Αλαγιώτη, Ανδρέα Γρηγορίου, Μιχαήλ Κουρουφέξη, Σωτήρη Λουκά, Ιωάννη Νικολάου, Γεώργιο Ορφανίδη, Λουκά Παναγιώτου και Κωνσταντίνο Τάλλη.
Ο αιτητής πρόβαλε ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας και ότι η επιλογή των ενδιαφερομένων έγινε στη βάση ενός εντελώς αυθαίρετου κριτηρίου, του αριθμού των μελών του Συμβουλίου Προσωπικού που σύστησαν έκαστο υποψήφιο.
Ο αιτητής δεν είχε συστηθεί ούτε από το Συμβούλιο Προσωπικού ούτε από τον Ανώτατο Εκτελεστικό Διευθυντή.
Στο πλαίσιο της προσφυγής 46/2011, έχω ήδη αποφασίσει ότι δοθέντων των αναιτιολογήτων συστάσεων, του Συμβουλίου Προσωπικού και του Εκτελεστικού Διευθυντή, η απόφαση του Συμβουλίου της καθ΄ης η αίτηση, πάσχει. Ως εκ τούτου η προσφυγή θα έχει επιτυχή κατάληξη.
Προσφυγή αρ 300/2011 Κυριάκος Ευθυμίου.
Με την εν λόγω προσφυγή ο αιτητής συμπεριέλαβε ως ενδιαφερόμενους τους Κυριάκο Αλαγιώτη, Ανδρέα Γρηγορίου, Μιχαήλ Κουρουφέξη, Σωτήρη Λουκά, Ιωάννη Νικολάου, Γεώργιο Ορφανίδη, Λουκά Παναγιώτου και Κωνσταντίνο Τάλλη.
Ο αιτητής ο οποίος δεν είχε συστηθεί από το Συμβούλιο Προσωπικού και τον Ανώτατο Εκτελεστικό Διευθυντή εισηγήθηκε ότι η απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Τα όσα ανέφερα στην προσφυγή αρ 46/2011 ισχύουν και στην παρούσα προσφυγή.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή θα έχει επιτυχή κατάληξη.
Προσφυγή αρ. 310/11 Σωτήρης Καμηλάρης
Με την εν λόγω προσφυγή ο αιτητής συμπεριέλαβε ως ενδιαφερόμενους τους Νίκο Νικολάου, Αρτέμη Τυλλήρη και Γεώργιο Χ΄Γεωργίου.
Ο αιτητής δεν συστήθηκε από το Συμβούλιο Προσωπικού ούτε και από τον Ανώτατο Εκτελεστικό Διευθυντή.
Οι ενδιαφερόμενοι 2 και 3 με την προδικαστική τους ένσταση προβάλλουν ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος προώθησης της προσφυγής καθότι δεν κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση. ΄Ηδη έχω απορρίψει την ίδια προδικαστική ένσταση στο πλαίσιο της προσφυγής αρ.222/2011. Όπως έχω ήδη αναφέρει, οι ενδιαφερόμενοι εμφανίζονται στη διαδικασία με σκοπό να υποστηρίξουν την προσβαλλόμενη απόφαση και όχι για να προωθούν λόγους αμφισβήτησης της νομιμότητας της.
Περαιτέρω, και στην προκείμενη υπόθεση ο λόγος ακυρώσεως περί έλλειψης αιτιολογίας προβάλλεται. Επαναλαμβάνοντας όσα έχω αναφέρει στο πλαίσιο της προσφυγής αρ. 46/2011, η προσφυγή θα έχει επιτυχή κατάληξη.
Συνακόλουθα, οι προσφυγές αριθ. 46/2011, 222/2011, 281/2011, 299/2011, 300/2011 και 310/2011, επιτυγχάνουν. Η προσβαλλόμενη, σ΄όλες απόφαση, της καθ΄ης η αίτηση, ακυρούται. Ποσό €1.600 ως έξοδα, πλέον ΦΠΑ επιδικάζεται προς όφελος ενός εκάστου των αιτητών.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.