ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Μιχαηλίδου, Δέσπω Π. Πολυβίου, για τους Αιτητές. Αλ. Κουντουρή (κα) για Τάσσο Παπαδόπουλο και Συνεργάτες, για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-09-25 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΚΥΠΡΙΑΚΕΣ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΕΣ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ ν. ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ, Αρ. Υπόθεσης: 1712/2010, 25/9/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D719

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Αρ. Υπόθεσης:  1712/2010)

 

25 Σεπτεμβρίου, 2014

 

[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 24  ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΕΣ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΕΣ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ,      

                                                                                                    Αιτητές,

                                                                          

- ΚΑΙ -

 

ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

                                                                                     Καθ΄ων η αίτηση.

 __________

 

 

Π. Πολυβίου, για τους Αιτητές.

Αλ. Κουντουρή (κα) για Τάσσο Παπαδόπουλο και Συνεργάτες, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

__________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.:  Με την αίτηση τους οι αιτητές, προσβάλλουν την απόφαση του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου (XAK), όπως τους κοινοποιήθηκε στις 15.11.2010, με επιστολή του Γενικού Διευθυντή ως άκυρης.  Με την απόφαση, επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο ύψους €3.000 στους αιτητές, για παραβάσεις του περί Ανάπτυξης της Αγοράς Αξιών στη Δημοκρατία, την Ίδρυση και Λειτουργία Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου, τη Σύσταση Συμβουλίου Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου και για άλλα Συναφή Θέματα Νόμου 14(Ι)/1993,  και ή της ΚΔΠ 326/2009.

 

          Στις 13.7.2010 οι αιτητές έλαβαν επιστολή από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, με την οποία τους καλούσε να απαντήσουν σε ερωτήματα, αναφορικά με πιθανή συνένωση των αιτητών και της εταιρείας Eurocypria Airlines Ltd. Oι αιτητές τοποθετήθηκαν με επιστολή τους ημερ. 16.7.2010, με την οποία επεσήμαναν, ότι δεν είχαν κανένα ρόλο στην ετοιμασία της μελέτης από τον Ελεγκτικό Οίκο KPMG.  Ανταλλάχθηκαν επιστολές μεταξύ των διαδίκων μερών, με τελική κατάληξη την κοινοποίηση προς τους αιτητές της επίδικης απόφασης, για επιβολή του διοικητικού προστίμου (20.7.2010, 24.8.2010, 27.8.2010, 8.10.2010, 15.10.2010).

 

          Ο κύριος και ουσιαστικός λόγος ακύρωσης, τον οποίο επικαλούνται οι αιτητές, είναι ότι η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση του άρθρου 10(3)(α) του Νόμου: κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δεν λήφθηκε η έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς: 

 

«Άρθρο (3)(α) Τo Συμβoύλιo υπoχρεoύται vα εξετάζει, είτε αυτεπαγγέλτως είτε μετά από σχετική καταγγελία της Επιτρoπής, και vα απoφασίζει με τη σύμφωvη γvώμη της Επιτρoπής εκτός όπου ειδικότερα ή διαφορετικά προβλέπεται στο παρόντα Νόμο, σε Αποφάσεις, Κανονισμούς ή Οδηγίες που εκδίδονται βάσει αυτού, για περιπτώσεις παράλειψης συμμόρφωσης από Μέλη τoυ Χρηματιστηρίoυ, από εισηγμέvoυς εκδότες και από oπoιoδήπoτε άλλo φυσικό ή voμικό πρόσωπo, πρoς oπoιαδήπoτε υποχρέωση τoυ πoυ πρoβλέπεται στov παρόvτα Νόμo ή τoυς Χρηματιστηριακoύς Καvovισμoύς ή τoυς Καvόvες πoυ διέπoυv τη διαπραγμάτευση, τηv κατάρτιση και τηv αvακoίvωση πρoς τo Χρηματιστήριo τωv συvαλλαγώv ή oπoιασδήπoτε απόφασης τoυ Συμβoυλίoυ η oπoία έχει δημoσιευτεί στηv Επίσημη Εφημερίδα της Δημoκρατίας και στις περιπτώσεις διαπιστoύμεvωv παραβάσεωv τo Συμβoύλιo έχει εξoυσία vα επιβάλλει, με τη σύμφωvη γvώμη της Επιτρoπής εκτός όπου ειδικότερα ή διαφορετικά προβλέπεται στο παρόντα Νόμο, σε Αποφάσεις, Κανονισμούς ή Οδηγίες που εκδίδονται βάσει αυτού, διoικητικό πρόστιμo μέχρι δέκα χιλιάδες λίρες ή μέχρι πεvτακόσιες λίρες για κάθε ημέρα συvέχισης της παράβασης:

Νoείται ότι η πιo πάvω εξoυσία τoυ Συμβoυλίoυ για επιβoλή πρoστίμoυ δεv εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπoυ η εξoυσία αυτή παραχωρείται ρητά από τoυς Καvovισμoύς στηv Επιτρoπή ή τo Διευθυvτή.»

 

          Κατά την άποψη των αιτητών, εν όψει της έλλειψης σαφούς λεκτικού στο άρθρο 121 του Νόμου, το οποίο θέτει το εν λόγω άρθρο εκτός της εμβέλειας του άρθρου 10(3)(α), η επιβολή διοικητικού προστίμου δυνάμει του άρθρου 121 εξακολουθεί να προϋποθέτει για σκοπούς τελείωσης, «ως διοικητικής απόφασης», τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία στην προκειμένη περίπτωση δεν έχει δοθεί.  Διαζευκτικά, ότι  από το λεκτικό του άρθρου 120(1) του Νόμου, έστω και αν αυτό εκφεύγει της εμβέλειας του άρθρου 10(3)(α), προκύπτει ότι αυτό αφορά μόνο στην υπό του Συμβουλίου επιβολή διοικητικού προστίμου, και όχι στην υπό του Συμβουλίου διαπίστωση παραβάσεων του Νόμου.  Η διαπίστωση παραβάσεων του Νόμου εξακολουθεί να υπάγεται στις πρόνοιες του άρθρου 10(3)(α) και να προϋποθέτει, τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 

          Στην παρούσα περίπτωση δεν καταδεικνύεται ότι στις 8.10.2010 η Γενική Διεύθυνση του ΧΑΚ, όταν πληροφορούσε τους αιτητές ότι αποφάσισε ότι στοιχειοθετείται εκ μέρους τους παράβαση της § 5(2)(1)(5) της ΚΔΠ 326/2009, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είχε δώσει προηγουμένως τη σύμφωνη γνώμη της.  Συνεπώς, στο βαθμό που η επιβολή προστίμου στους αιτητές στηρίχθηκε στην διαπίστωση παράβασης, χωρίς να έχει ληφθεί η σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, τότε τόσο η διαπίστωση της παράβασης, όσο και η επιβολή προστίμου, πάσχουν και πρέπει να ακυρωθούν. 

         

Οι καθ΄ ων η αίτηση υποστηρίζουν σε όλο της το εύρος την απόφαση που έχει ληφθεί ως νόμιμης, εισηγούμενοι ότι το άρθρο 10(3)(α) δεν τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση:  δεν λήφθηκε ούτε και  κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 10(3)(α) του Νόμου επιβλήθηκε το επίδικο πρόστιμο στους αιτητές.  Η εξέταση του όλου ζητήματος και η επιβολή του προστίμου, έγινε στη βάση των προνοιών του άρθρου 120(1) του Νόμου και στην εξουσία που παρέχεται δυνάμει αυτού στο Συμβούλιο του ΧΑΚ, όπως άλλωστε ρητά καταγράφεται στα πρακτικά της επίδικης απόφασης. 

 

          Προκύπτει ξεκάθαρα, υποστηρίζουν, από το λεκτικό του άρθρου 10(3)(α) του Νόμου, ότι η υποχρέωση του Συμβουλίου να εξετάζει και να αποφασίζει για παραβάσεις με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής δεν απαιτείται: «.εκτός όπου ειδικότερα ή διαφορετικά προβλέπεται στον παρόντα Νόμο, σε Αποφάσεις, Κανονισμούς ή Οδηγίες που εκδίδονται βάσει αυτού. ...».  Ακριβώς και εδώ πρόκειται για μια τέτοια περίπτωση, όπου δεν απαιτείται σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής εφόσον η εξέταση του θέματος και η επιβολή του προστίμου έγινε κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 121 του Νόμου.  Θέση η οποία, κατά την κρίση τους, ενισχύεται περαιτέρω από το άρθρο 127 του Νόμου με ειδική αναφορά στις περιπτώσεις εκείνες όπου αρμόδια για την επιβολή κυρώσεων είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.  Άρθρο 120(7):

«(7) Σε περίπτωση επιβολής κυρώσεων από το Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο ενημερώνει σχετικώς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αποστέλλοντάς της απόσπασμα της σχετικής Αποφάσεως και οποιοδήποτε πρόσθετο στοιχείο του ζητηθεί από αυτή.»

 

          Αν γινόταν δεκτή η ερμηνεία που οι αιτητές δίδουν στο άρθρο 120 του Νόμου, δεν θα είχε κανένα νόημα η πρόνοια του άρθρου 120(7), αφού αυτό θα σήμαινε, ότι το Συμβούλιο θα ενημέρωνε την Επιτροπή ότι θα επέβαλλε κυρώσεις με τη σύμφωνη γνώμη της, πράγμα εντελώς παράλογο και που οδηγεί σε κατατεμαχισμό του άρθρου 120. 

 

Διαζευκτικά, εισηγούνται ότι το άρθρο 120(1) εκφεύγει της εμβέλειας του άρθρου 10(3)(α), αναφορικά και μόνο με την επιβολή προστίμου και όχι με τη διαπίστωση παραβάσεων του Νόμου. 

 

          Είναι αποδεκτό ότι σε κανένα στάδιο το Χρηματιστήριο δεν ζήτησε την έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.  Ούτε πριν ούτε κατά τη διάρκεια της εξέτασης, ούτε κατά την επιβολή προστίμου.

         

 

Το ζήτημα κρίνεται καθαρά νομικό: αφορά στην ερμηνεία του σχετικού άρθρου 10(3)(α), σε συνδυασμό με το άρθρο 120 του Νόμου.  Η πρόνοια του άρθρου 10(3)(α) του Νόμου, όπως προτάσσεται στο γενικό μέρος του, καθορίζει το γενικό πλαίσιο και τις εξουσίες της Επιτροπής για επιβολή προστίμου, το δε άρθρο 120 και η φρασεολογία που χρησιμοποιείται, δεν διαφοροποιεί τα πράγματα.  Εξακολουθεί το Συμβούλιο να τελεί κάτω από τον όρο ότι, η οποιαδήποτε απόφαση του για επιβολή προστίμου ή διαπίστωσης παράβασης, λαμβάνεται με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής (Χρηματιστήριο ν. Lordos Hotels (Holdings) Ltd, (2004) 3 A.A.Δ. 48, A. Coullapides Ltd v. Χρηματιστηρίου, Υποθ. 334/03, ημερ. 14.12.2004, Laser Investment Limited v. Χρηματιστηρίου, Υποθ. 139/03, ημερ. 20.7.2004). Η διοικητική απόφαση δεν τελειούται εκτός με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, η οποία μπορεί να εξασφαλιστεί είτε πριν, είτε κατά τη διάρκεια της επιβολής, είτε και μετά.  Χωρίς όμως τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, δεν υπάρχει τελική διοικητική πράξη, με αποτέλεσμα η επιβολή προστίμου να θεωρείται μεμπτή.

 

          Το άρθρο 120(7) του Νόμου, νοηματοδοτείται πλήρως ακόμα και με την ερμηνεία που αποδίδουν οι αιτητές στο άρθρο 121: γνωστοποιείται πλέον στην Επιτροπή η απόφαση του Συμβουλίου.

Υπό τις περιστάσεις διαπιστώνω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ουδέποτε είχε τελειωθεί εφόσον δεν είχε εκδοθεί με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, κατά παράβαση του άρθρου 121 του Νόμου.    

 

          Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.  Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.600 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση.

 

 

                                                                      Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.

 

/ΦΚ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο