ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Κρ. Παπαλοϊζου, για τους Αιτητές. Θ. Πιπερή (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-09-23 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΧΡΥΣΑΡΗΣ ΛΤΔ ν. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1645/2010, 23/9/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D698

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση  Αρ. 1645/2010)

 

23 Σεπτεμβρίου, 2014

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΡΥΣΑΡΗΣ ΛΤΔ,

Αιτητές,

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.     ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2.    ΕΦΟΡΟΥ Φ.Π.Α.,

Καθ΄  ων η αίτηση.

____________________

 

Κρ. Παπαλοϊζου, για τους Αιτητές.

Θ. Πιπερή (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:     Με την προσφυγή τους οι αιτητές ζητούν δήλωση και/ή απόφαση του δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, η οποία λήφθηκε από τους αιτητές στις 14.10.10, και με την οποίαν οι καθ΄  ων η αίτηση απέρριψαν την ένσταση των αιτητών, στην επιβληθείσα σ΄ αυτούς φορολογία για το ποσό των €8.751,30 σεντ, πλέον 10% επιβάρυνση, πλέον τόκος 9% για το έτος 2006, και τόκος 8% για τα έτη 2007-2009 και 5.35% για το έτος 2010, είναι άκυρη και χωρίς έννομο αποτέλεσμα.

 

Οι αιτητές, κατά τον ουσιώδη χρόνο, λειτουργούσαν χώρο στάθμευσης στο κέντρο της Λευκωσίας.   Οι καθ΄ ων η αίτηση, με επιστολή τους ημερ. 13.5.10, απαίτησαν από τους αιτητές την  πληρωμή του προαναφερόμενου ποσού, ως φόρου (Φ.Π.Α.) καταβλητέου, για την περίοδο 1.2.2006-28.2.2007, δυνάμει του περί Φόρου  Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000-2010, Άρθρα 43, 45(3) και (4) και 49(1).   Οι αιτητές υπέβαλαν ένσταση στις 28.6.10 και οι καθ΄  ων η αίτηση με απόφαση τους, η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές, με επιστολή τους ημερ. 31.8.10, η οποία λήφθηκε από τους αιτητές στις 14.10.10, απέρριψαν την ένσταση.  Εναντίον της απόφασης εκείνης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.

 

Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, μεταξύ άλλων, λήφθηκε παράνομα εφόσον οι καθ΄ ων η αίτηση εφάρμοσαν εσφαλμένα τον περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμο του 2000-2010 (Ν 95(Ι)/2000, όπως τροποποιήθηκε), λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί δέουσα έρευνα, υπό πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο, και χωρίς επαρκή αιτιολογία.   

 

Στην ένσταση τους οι καθ΄  ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη και λήφθηκε σύμφωνα και με βάση τον προαναφερόμενο νόμο.   Υποδεικνύουν ότι οι αιτητές δεν τηρούσαν βιβλία, αρχεία και στοιχεία για την υπό εξέταση περίοδο, όπως είχαν υποχρέωση, σύμφωνα με το άρθρο 43 του προαναφερόμενου νόμου και την παράγραφο 5 του δέκατου παραρτήματος του  νόμου.   Ως αποτέλεσμα των παραλείψεων των αιτητών δεν ήταν δυνατόν να υπολογιστεί ορθά το ποσό του καταβλητέου Φ.Π.Α. και επομένως ο Έφορος Φ.Π.Α., αφού προέβη σε δέουσα έρευνα και έλαβε υπόψιν τις δηλώσεις του Γραμματέα της αιτήτριας εταιρείας, προέβη σε σχετικό υπολογισμό του οφειλόμενου ποσού με βάση τον οποίο προέβηκε σε βεβαίωση φόρου, κατά την καλύτερη κρίση του, σύμφωνα με το άρθρο 49 του προαναφερόμενου νόμου.

 

Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία, υπό το φως των ικανών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων.  Μου φαίνεται ότι οι ισχυρισμοί και οι θέσεις των καθ΄  ων η αίτηση είναι ορθοί.   Καταρχάς, προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία, ότι οι αιτητές δεν τηρούσαν τα απαραίτητα βιβλία, αρχεία και στοιχεία, κατά τον ουσιώδη χρόνο, εκτός από ένα ημερολόγιο εισπράξεων.   Αυτό φαίνεται από το τεκμήριο 2 στην αγόρευση των καθ΄ ων η αίτηση, που είναι επιστολή των λογιστών των αιτητών προς τον Έφορο Φ.Π.Α., ημερ. 23.10.2009, στην οποία γίνεται αναφορά σε «ημερολόγιο» όπου αναγράφονται οι ημερήσιες εισπράξεις της εταιρείας.   Επίσης στο τεκμήριο 1 επί της αγορεύσεως των  καθ΄ ων η αίτηση, που είναι έκθεση εξέτασης αιτήματος ακύρωσης της εγγραφής των αιτητών στην Υπηρεσία Φ.Π.Α., αναγράφεται ότι, από πληροφορίες που έδωσε ο κ. Πρωτοπαπάς, λογιστής της αιτήτριας εταιρείας, αυτή τερμάτισε τις δραστηριότητες της στις 13.1.2007 και όχι τον Δεκέμβριο του 2006, όπως ήταν η θέση των αιτητών.

 

Από τα ενώπιον μου στοιχεία, τα οποία επισυνάφθηκαν στην ένσταση, προκύπτει  επίσης ότι ο Έφορος Φ.Π.Α., μη έχοντας ενώπιον του ορθά βιβλία και αρχεία, των αιτητών, προχώρησε σε εκτεταμένη και ενδελεχή έρευνα με σκοπό τον καθορισμό του οφειλόμενου φόρου.  Από το Παράρτημα Β στην ένσταση προκύπτει ότι έγιναν αρκετοί έλεγχοι στον επίδικο χώρο στάθμευσης των αιτητών κατά το τέλος του 2009, τόσο την περίοδο πριν τα Χριστούγεννα όσο και σε άλλες περιόδους.  Επίσης έγιναν έλεγχοι για τα έτη 2005, 2006-2007 και 2007-2009.  

 

Από το Παράρτημα Γ στην ένσταση, που είναι η επίδικη βεβαίωση φόρου, φαίνεται ότι έγιναν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί των αιτητών αναφορικά με το ωράριο λειτουργίας του χώρου στάθμευσης, όμως δεν έγιναν δεκτές οι τιμές χρέωσης που αναφέρονταν στο ημερολόγιο των αιτητών.  Οι τιμές χρέωσης για το έτος 2009 και για τα έτη 2006 και 2007 υπολογίστηκαν, σύμφωνα με τις έρευνες και πληροφορίες που έλαβαν οι καθ΄ ων η αίτηση από τους, κατά καιρούς, διαχειριστές του χώρου στάθμευσης.  Προσαρμόζοντας τα στοιχεία που έλαβαν οι καθ΄ ων η αίτηση στην περίοδο 1.2.2006 - 28.2.2007, κατέληξαν στο προαναφερόμενο ποσό των €8.751,30.- σύμφωνα με τον Πίνακα ΙΙ που επισυνάπτεται στο Παράρτημα Γ επί της ενστάσεως.   Η αιτιολογία απόρριψης της έντασης φαίνεται στο Παράρτημα Στ επί της ένστασης.  Εξηγείται, σ΄ αυτό, γιατί δεν μπορούσε να γίνει δεκτή η τιμή του εισιτηρίου των £0.70.- και £1.-, όπως ήταν ο ισχυρισμός των αιτητών.

 

Στην υπόθεση Δήμος Καλλένος & Υιός Λίμιτεδ ν. Δημοκρατίας (2003) 4 ΑΑΔ 524 θεωρήθηκε ότι ίσχυαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 34.1 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν 246/90).  Σε τέτοιες περιπτώσεις, όπου δηλαδή ο φορολογούμενος δεν τηρεί τα αναγκαία έγγραφα, και ο Έφορος θεωρεί ότι οι φορολογικές δηλώσεις του είναι ελλιπείς, ο Έφορος μπορεί να βεβαιώσει το ποσό του οφειλόμενου φόρου, χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του.  Στην υπόθεση Van Boeckel v. Customs and Excise Commissioners (1981) 2 All E.R. 505 τονίστηκε η υποχρέωση του Εφόρου να ενεργήσει καλόπιστα και να εκδώσει απόφαση βεβαίωσης φορολογίας κατά τον καλύτερο δυνατόν τρόπο, κατά την κρίση του.   Σχετική είναι και η απόφαση Αυγουστή & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 4 ΑΑΔ 592 (Δέστε επίσης:  Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 489).   

 

Με βάση όλα τα ενώπιον μου στοιχεία καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ελλείψει βιβλίων και στοιχείων, επαρκών για τον υπολογισμό του φόρου, ο Έφορος είχε εξουσία να προβεί σε υπολογισμό και βεβαίωση φόρου, ενεργώντας καλόπιστα και ασκώντας την κρίση του κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.  Φαίνεται ότι στην προκείμενη περίπτωση ο Έφορος ενήργησε καλόπιστα και άσκησε την κρίση του κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, εφόσον προέβη σε επαρκείς έρευνες και συνέλεξε στοιχεία αναφορικά με τον αριθμό των αυτοκινήτων που χρησιμοποιούσαν το χώρο κατά τον ουσιώδη χρόνο (κάνοντας τις αναγκαίες προσαρμογές) και αναφορικά με την τιμή του εισιτηρίου που τα αυτοκίνητα πλήρωναν.    Δέχομαι ότι ο τερματισμός των εργασιών των αιτητών έγινε στις 13.1.2007 και επομένως η έρευνα του Εφόρου στις 8.1.2007 ήταν σχετική, εφόσον έγινε πριν την αποχώρηση των αιτητών από το χώρο.  

 

 

Κατά την εκτίμηση μου ο Έφορος ενήργησε μέσα στα ορθά νομικά πλαίσια και η απόφαση του δεν μπορεί να ακυρωθεί για τους λόγους που ισχυρίζονται οι αιτητές.  Κατά συνέπεια η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.200.- έξοδα εις βάρος των αιτητών.

 

 

 

                                                        Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                      Π.

 

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο