ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D577
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 6422/2013)
29 Ιουλίου, 2014
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
LIUDMILA KHISAMOVA,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Αίτηση ημερ. 20.11.13 για αναστολή σύλληψης, κράτησης και απέλασης
Ν. Κληρίδης, για την Αιτήτρια.
Λ. Χριστοδουλίδου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια καταχώρισε προσφυγή με την οποία ζητά ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερ. 11.9.2013 να την κηρύξουν ως παράνομο μετανάστη και να εκδώσουν εντάλματα σύλληψης, κράτησης και απέλασης και να τη συλλάβουν στις 12.11.2013 θέτοντάς την υπό κράτηση στα κρατητήρια του κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Λεμεσού. Ζητείται επίσης διάταγμα για την άμεση αποφυλάκιση της αιτήτριας καθώς και την αναστολή της απέλασής της μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας προσφυγής.
Παράλληλα η αιτήτρια καταχώρισε μονομερή αίτηση ημερ. 20.11.2013 με την οποία εξαιτείται διαταγμάτων του Δικαστηρίου με τα οποία να αναστέλλονται μέχρι την αποπεράτωση της προσφυγής:-
(α) η σύλληψη, κράτηση και απέλαση της αιτήτριας η οποία βρίσκεται υπό κράτηση από τις 12.11.2013, (β) το διάταγμα κράτησης της και (γ) το διάταγμα απέλασης ημερ. 11.9.2013.
Εξέδωσα προσωρινό διάταγμα αναστέλλοντας τα πιο πάνω διατάγματα μέχρι την εκδίκαση της μονομερούς αίτησης με οδηγίες για επίδοση.
Σημειώνω πως το διάταγμα απέλασης της αιτήτριας έχει ήδη ανασταλεί από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης («η Διευθύντρια») μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής. Ενόψει δε του πιο πάνω διατάγματος, η αιτήτρια, μέχρι την εκδίκαση της παρούσας αίτησης, δεν τελεί υπό κράτηση. Συνεπώς παραμένει για εξέταση η αναστολή του διατάγματος κράτησης της αιτήτριας μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής.
Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της αιτήτριας σύμφωνα με την οποία η αιτήτρια κατάγεται από τη Ρωσία και είναι μητέρα μιας θυγατέρας, ηλικίας 17 ετών. Αφίχθηκε στην Κύπρο στις 18.9.2009 με άδεια παραμονής και εργασίας για εργοδότηση στην εταιρεία Vanice Holdings Ltd, με έδρα τη Λεμεσό, ως Ανώτερη Λογίστρια. Το αρχικό συμβόλαιο εργοδότησης της αιτήτριας το οποίο ήταν διάρκειας ενός έτους, ανανεώθηκε μέχρι το Σεπτέμβριο του 2012 και ακολούθως μέχρι τον Απρίλιο του 2016. Ο ιδιοκτήτης της εταιρείας άρχισε να ασκεί ψυχολογική βία στην αιτήτρια ζητώντας της επίμονα να δημιουργήσουν ερωτικές σχέσεις. Επισυνάπτονται αντίγραφα των μηνυμάτων του ιδιοκτήτη μέσω Skype, ερωτικής κάρτας και ηλεκτρονικού μηνύματος ημερ. 29.4.2011. Η άρνηση της αιτήτριας οδήγησε σε απόλυση και επαναπρόσληψή της για τέσσερεις φορές με πρόσχημα ότι η εργασία και οι γνώσεις της δεν ήταν του επιπέδου που απαιτείτο για την πλήρη διεκπεραίωση των καθηκόντων της. Τελευταία ημέρα εργοδότησης ήταν η 12.1.2013. Μέχρι τότε δε το μηνιαίο εισόδημά της στην πρώην εργασία της ανερχόταν στις €3.500 και η αιτήτρια ήταν πλέον μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας. Ο δικηγόρος της εταιρείας ειδοποίησε το Υπουργείο Εσωτερικών σχετικά με τον τερματισμό της εργοδότησης με αποτέλεσμα στις 7.3.2013 το Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης να ακυρώσει την άδεια εργοδότησης με τη σημείωση ότι η αίτησή της ως επισκέπτρια ημερ. 15.2.2013 θα τύχει χειρισμού εν ευθέτω χρόνο. Η αίτηση απορρίφθηκε στις 13.5.2013 καθότι η αιτήτρια δεν πληρούσε τα εισοδηματικά κριτήρια για επαρκείς πόρους συντήρησης της και της θυγατέρας της. Με την ίδια επιστολή ζητήθηκε από την αιτήτρια να αναχωρήσει από την Κύπρο με τη θυγατέρα της εντός δύο μηνών διαφορετικά θα λαμβάνονταν μέτρα για την απομάκρυνσή τους.
Η αιτήτρια είχε εν τω μεταξύ εξασφαλίσει συμβόλαιο εργασίας ημερ. 25.4.2013 και αργότερα ημερ. 4.11.2013 με δύο εταιρείες. Η μία από αυτές ζητούσε την έγκριση του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης για εργοδότησή της με μηνιαίο μισθό €3.200, η αίτηση όμως δεν προωθήθηκε με αποτέλεσμα στις 12.11.2013, ενώ της είχε ζητηθεί να μεταβεί στην Αστυνομία του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση γνωστοποιώντας της την ύπαρξη εντάλματος σύλληψης και κράτησης για σκοπούς απέλασης το οποίο είχε εκδοθεί εν αγνοία της στις 11.9.2013. Από έρευνα του σχετικού φακέλου από το δικηγόρο της αιτήτριας, διαφάνηκε πως ο πρώην εργοδότης της αιτήτριας απέστειλε επιστολή ημερ. 14.6.2013 στο Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, κατηγορώντας την για διασπάθηση χρημάτων από την εταιρεία, για απόσπαση καταλόγου με τους πελάτες της εταιρείας με σκοπό να δημιουργήσει δικό της πελατολόγιο και άλλα. Εγείρεται εύλογα το ερώτημα γιατί ο πρώην Διευθυντής της εταιρείας (ο οποίος ήταν το πρόσωπο που κατά τον ισχυρισμό της ήθελε να συνάψει σχέσεις μαζί της), κατήγγειλε την κλοπή στο Τμήμα Μετανάστευσης και όχι στην Aστυνομία, που ήταν πιο αρμόδια, εφόσον υπήρχαν στοιχεία ότι η Αιτήτρια καταχράστηκε χιλιάδες ευρώ. Όμως, επειδή δεν εξετάζεται η ουσία της υπόθεσης, προτιμώ να μην επεκταθώ επί του θέματος. Εν πάση περιπτώσει όμως, φαίνεται ότι το περιεχόμενο της επιστολής λήφθηκε υπόψη και ως εκ τούτου, το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης απέρριψε την αίτηση εργοδότησης της αιτήτριας στην πιο πάνω εταιρεία. Οπότε και εκδόθηκαν στις 11.9.2013 τα επίδικα διατάγματα απέλασης και κράτησης τα οποία η αιτήτρια θεωρεί παράνομα εφόσον το περιεχόμενο της επιστολής του πρώην εργοδότη της ήταν ατεκμηρίωτο, δεν έγινε καταγγελία στην Αστυνομία, δεν διώχθηκε ποινικά γι' αυτό ούτε και καταδικάστηκε για το καταλογισθέν ποινικό αδίκημα. Περαιτέρω, δεν λήφθηκαν υπόψη οι προσωπικές περιστάσεις της αιτήτριας και ιδίως το ότι η ανήλικη κόρη της συντηρείται από την ίδια η οποία είναι και μοναδική προστάτιδά της.
Οι καθ' ων η αίτηση στην ένστασή τους διαμαρτύρονται κατ' αρχήν προδικαστικά καθότι στην προσφυγή δεν προσβλήθηκε η απόφαση για ακύρωση της άδειας παραμονής ημερ. 7.3.2013 και η απόρριψη της αίτησης για άδεια παραμονής ημερ. 12.7.2013 ώστε να νομιμοποιείται η αιτήτρια να στρέφεται εναντίον των συνακόλουθων διαταγμάτων.
Επί της ουσίας της αίτησης, είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση πως, αντίθετα με την εισήγηση της αιτήτριας, δεν φαίνεται από το διοικητικό φάκελο να έχει ληφθεί υπόψη η επιστολή του εργοδότη της αιτήτριας πριν την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων. Οπότε δεν υπήρξε η εισηγούμενη έκδηλη παρανομία στα εκδοθέντα διατάγματα. Με την απόλυσή της η άδεια παραμονής της αιτήτριας ακυρώθηκε με συνακόλουθη την έκδοση των εν λόγω διαταγμάτων στη βάση του άρθρου 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105. Αναφορικά με την ανεπανόρθωτη ζημιά η οποία κατ' ισχυρισμό θα προκληθεί στην κόρη της αιτήτριας λόγω της απέλασης της ιδίας, οι καθ' ων η αίτηση χαρακτηρίζουν τη διατύπωση ως γενική και αόριστη η οποία δεν αποδεικνύει έκδηλη παρανομία ή ανεπανόρθωτη ζημιά.
Περαιτέρω, η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα ισοδυναμούσε με την παραχώρηση άδειας παραμονής της αιτήτριας, κάτι το οποίο εκφεύγει των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Η κατάληξη
Αρχή θα γίνει από την προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση. Είμαι της άποψης ότι αυτή θα πρέπει να απορριφθεί διότι η εξέταση της αίτησης για προσωρινή αναστολή του διατάγματος κράτησης δεν μπορεί παρά να προϋποθέτει την προσβολή της έκδοσης του εν λόγω διατάγματος με προσφυγή, προϋπόθεση η οποία εν προκειμένω πληρείται. Η ακόλουθη περικοπή από την απόφασή μου στη Wilky Fonji Fonjungo ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 869/2012, ημερ. 1.11.2012 είναι συναφής:-
«Θα εξετάσω πρώτα την προδικαστική ένσταση. Σύμφωνα με τη νομολογία, για να διαταχθεί η αναστολή μιας πράξης, θα πρέπει να έχει προηγηθεί η προσβολή της με προσφυγή. Όπως αναφέρεται στο Σύγγραμμα «Δράση και ο Έλεγχος της Δημόσιας Διοίκησης» του Νίκου Χαραλάμπους, Έκδοση 2004, σελ. 50-51, «η αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να αναστέλλεται η εκτέλεση μιας πράξης, έχει παρακολουθητικό χαρακτήρα και μόνο σε συνάρτηση με την προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η πράξη μπορεί να εξεταστεί» (βλ. επίσης Panahimehr ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 528/2006, ημερ. 5.7.2006)».
Θεωρώ πως η μη προσβολή της απορριπτικής απόφασης της Διευθύντριας να ακυρώσει την άδεια παραμονής ημερ. 7.3.2013 και να απορρίψει την αίτηση για άδεια παραμονής ημερ. 12.7.2013 είναι ζήτημα το οποίο άπτεται της ουσίας της προσφυγής και ως τέτοιο δεν θα τύχει χειρισμού τώρα.
Πρόσφατα, στην Ahmed Ibrahim Mohmed Idris ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 281/2014, ημερ. 26.6.2014, ECLI:CY:AD:2014:D428, η οποία αφορούσε Ενδιάμεση Αίτηση για αναστολή διαταγμάτων τόνισα πως:-
«Σύμφωνα με την πλούσια νομολογία που υπάρχει, για να παραχωρηθεί προσωρινή θεραπεία ή αναστολή διοικητικής πράξης, το Δικαστήριο κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία ή ανεπανόρθωτη ζημιά. Σχεδόν καθημερινά τα δικαστήρια τονίζουν ότι «έκδηλη παρανομία» υπάρχει μόνο όταν από το διαθέσιμο υλικό, αντικειμενικά κρινόμενο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης (βλ. Κοινοπραξία Cyprus Airports Group v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 92/04, ημερ. 3.3.2005), αναδύεται παρανομία η οποία είναι τόσο πρόδηλα αναγνωρίσιμη ώστε να μην χρειάζεται να διερευνηθούν τα αμφισβητούμενα γεγονότα (βλ. Frangos & Others v. The Minister of Interior & Others (1982) 3 CLR 53, 57, Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233). Σε πιο πρόσφατη νομολογία εξηγήθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι έκδηλη παρανομία είναι εκείνη που είναι οφθαλμοφανής ή αυταπόδεικτη, χωρίς να χρειάζεται να διερευνηθούν αντιφατικά γεγονότα ώστε να ασκηθεί υποκείμενη κρίση (βλ. Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Co Ltd (2007) 3 AAΔ 32 και Hellenic Petroleum Cyprus Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 602). Η εξουσία του δικαστηρίου ασκείται με φειδώ ιδιαίτερα στη διαπίστωση έκδηλης παρανομίας σ' ένα τόσο πρόωρο στάδιο που δεν έχουν ακόμη συμπληρωθεί ούτε τα δικόγραφα. Πρόωρη άσκηση κρίσης επί γεγονότων ή περίπλοκων νομικών σημείων θα επηρέαζε την ουσία της προσφυγής και θα προδίκαζε το αποτέλεσμα.»
(Βλ. επίσης Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Co Ltd (2007) 3 ΑΑΔ 32, Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos κ.α. ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 513 και Hellenic Petroleum Cyprus Ltd v. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 602).
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι, αφού, σύμφωνα με παραδεκτά γεγονότα, δεν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής της, η παρανομία είναι έκδηλη και προφανής, στη βάση του κοινοτικού κεκτημένου. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι έκδηλη παρανομία προκύπτει από το ίδιο το Διάταγμα Κράτησης, στο οποίο δεν αναφέρεται αιτιολογία για την κράτησή της, κατά παράβαση του άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου.
Εν προκειμένω, τα γεγονότα είναι αμφισβητούμενα και είναι αδύνατον να αχθούμε σε συμπέρασμα πως υπάρχει παρανομία χωρίς τη διερεύνησή τους για διατύπωση κρίσης. Κάτι που θα ήταν απαράδεκτο στο παρόν στάδιο, όπως η πιο πάνω νομολογία εξηγεί. Περαιτέρω, η κήρυξη της αιτήτριας ως απαγορευμένης μετανάστριας συνιστά την αιτιολογία του εν λόγω διατάγματος. Συνεπώς, μέσα σε αυτά τα πλαίσια, και για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, δεν έχει αποδειχθεί έκδηλη παρανομία, «υπό την έννοια της ξεκάθαρης παραβίασης της νόμιμης διαδικασίας ή της εμφανούς παραγνώρισης των αρχών του διοικητικού δικαίου» (Ganna Nelepa ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1069/2013, ημερ. 3.6.2013). Συνεπώς, εκ πρώτης όψεως, έχοντας υπόψη τα ενώπιόν μου στοιχεία και τις θέσεις της αιτήτριας, δεν εντοπίζω έκδηλη παρανομία στην έκδοση του διατάγματος.
Τώρα, ως προς τη δεύτερη προϋπόθεση, της ύπαρξης ανεπανόρθωτης ζημιάς η αιτήτρια εισηγείται πως σε περίπτωση μη αναστολής του διατάγματος κράτησης, προκαλείται ζημιά και στην ανήλικη κόρη της η οποία δεν έχει άλλο συγγενή στην Κύπρο και στηρίζεται στην οικονομική αλλά και ψυχολογική υποστήριξη της αιτήτριας.
Δέχομαι τη θέση της αιτήτριας πως η ζημιά την οποία θα υποστεί η κόρη της αιτήτριας συνεπεία της κράτησης της μητέρας δε θα μπορεί να αποκατασταθεί με οποιαδήποτε από τις θεραπείες που μπορούν να παραχωρηθούν με την ακύρωση της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης. Έχοντας αυτό το σοβαρό παράγοντα υπόψη, και χωρίς να χρειάζονται ιδιαίτερες λεπτομέρειες για την τέτοια, αυτονόητη καθώς πιστεύω ότι είναι, ζημιά κρίνω απαραίτητη την αναστολή του διατάγματος κράτησης της αιτήτριας μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής. Η αναστολή αν και ενδεχομένως να ισοδυναμούσε με παραχώρηση άδειας παραμονής από το Δικαστήριο, κάτι που εκφεύγει των αρμοδιοτήτων του, όπως ορθά εισηγείται η δικηγόρος της Δημοκρατίας, εντούτοις στην προκειμένη περίπτωση ενόψει των όλων ιδιαίτερων περιστατικών της υπόθεσης, κατά την άποψή μου υπάρχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι δικαιολογούν την κατ' εξαίρεση διατήρηση του προσωρινού διατάγματος. Οι λόγοι σχετίζονται με την εξέταση από την Aστυνομία τόσο των εις βάρος της αιτήτριας καταγγελιών, όσο και εκείνων της αιτήτριας εις βάρος του Διευθυντή της εταιρείας που την εργοδοτούσε. Το δημόσιο συμφέρον, όπως αναφέρθηκε στη Δημοκρατία ν. Μιλτιάδους (Αρ. 1) (1998) 3 ΑΑΔ 644, ταυτίζεται με την προαγωγή των σκοπών του δικαίου. Κατά την κρίση μου δεν προβλέπω από την κατ' εξαίρεση χορήγηση προσωρινής θεραπείας να δημιουργηθούν ανυπέρβλητα εμπόδια στη διοίκηση που να εξουδετερώνουν τους πιο πάνω λόγους δημοσίου συμφέροντος (βλ. Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233).
Το προσωρινό διάταγμα ημερ. 21.11.2013 οριστικοποιείται και διατάσσεται η συνέχιση του μέχρι εκδίκασης της ουσίας της προσφυγής. Καμιά διαταγή ως προς τα έξοδα της αίτησης.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς