ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D567
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.: 1357/2010)
25 Ιουλίου, 2014
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ ΜΑΥΡΙΔΗΣ
Αιτητής,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
Καθ΄ων η αίτηση.
__________
Μ. Κοτσώνη (κα) για Α.Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή.
Ζ. Κυριακίδου (κα), για τους Καθ΄ ων η Αίτηση.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Mε την παρούσα προσφυγή o αιτητής επιζητεί την ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 20.8.2010, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για σύνταξη ανικανότητας από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ο αιτητής, πελεκάνος στο επάγγελμα, ηλικίας 55 χρονών κατά τον ουσιώδη χρόνο, σύμφωνα με τα αρχεία των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, υπέβαλε στις 11.3.2008 αίτηση για σύνταξη ανικανότητας η οποία συνοδευόταν από ιατρική έκθεση από τον θεράποντα ιατρό του. Στις 2.9.2008 ο αιτητής εξετάστηκε από ορθοπεδικό-χειρουργικό ιατρικό συμβούλιο των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το οποίο γνωμάτευσε ότι ο αιτητής ήταν ικανός για να ασκεί το επάγγελμα του. Οι Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων υιοθετώντας τη γνωμάτευση του ιατρικού συμβούλιου, απέρριψαν την αίτηση του στις 30.9.2008. Η απορριπτική απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση είχε ως αποτέλεσμα την καταχώριση άλλης προσφυγής από τον αιτητή, η οποία όμως κατέστη άνευ αντικειμένου, καθότι η προσβαλλόμενη απόφαση ανακλήθηκε.
Στα πλαίσια επανεξέτασης, ο αιτητής κλήθηκε για εξέταση από ορθοπεδικό χειρουργικό ιατρικό συμβούλιο στις 14.7.2009, το οποίο γνωμάτευσε, ότι από ορθοπεδικής-χειρουργικής πλευράς ήταν ικανός για το επάγγελμα του και συνέστησε παραπομπή του σε νευροχειρουργικό ιατρικό συμβούλιο.
Στις 28.9.2009 ο αιτητής εξετάστηκε από νευροχειρουργικό ιατρικό συμβούλιο των Υπηρεσιών των Κοινωνικών Ασφαλίσεων το οποίο, μετά την προσκόμιση αξονικής τομογραφίας στις 5.10.2009, γνωμάτευσε ότι, από νευροχειρουργικής πλευράς, ήταν ικανός για το επάγγελμα του. Οι Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, υιοθετώντας τις γνωματεύσεις των ιατρικών συμβούλιων, απέρριψαν την αίτηση του αιτητή στις 17.12.2009, οπότε και τον ενημέρωσαν. Με επιστολή του ημερ. 19.1.2010 ο αιτητής προσέφυγε στην Υπουργό κατά της απόφασης των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ζητώντας επανεξέταση. Ο αιτητής κλήθηκε εκ νέου στις 27.4.2010 για εξέταση από το δευτεροβάθμιο ιατρικό συμβούλιο, το οποίο και γνωμάτευσε ότι με βάση την κλινική εξέταση και τα εργαστηριακά ευρήματα, είναι ικανός για ελαφριά εργασία σε ποσοστό ανικανότητας 75%, όσον αφορά την χρήση δακτύλων στη συγκόλληση κορδονιών σε ξυλουργικό εργαστήριο, ενώ είναι ικανός για το επάγγελμα του πελεκάνου.
Με σκοπό τη διευκρίνιση των καθηκόντων του αιτητή, δόθηκαν οδηγίες από το Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων για διερεύνηση της απασχόλησης του αιτητή, κατά την οποία διαφάνηκε (ημερ. 8.6.2010) ότι ο αιτητής εκτελούσε όλα τα καθήκοντα κατασκευαστή επίπλων και δεν περιοριζόταν στην συγκόλληση κορδονιών, όπως o ίδιος ανάφερε στο δευτεροβάθμιο ιατρικό συμβούλιο.
Τέλος, η Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων βάσει των εξουσιών που της παρέχει το άρθρο 83 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, Ν. 59(Ι)/2010, αφού μελέτησε όλα τα δεδομένα της υπόθεσης του αιτητή, καθώς και το πόρισμα της διερεύνησης των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία ολοκληρώθηκε στις 8.6.2010, υιοθέτησε τη γνωμάτευση του δευτεροβάθμιου ιατρικού συμβουλίου.
Η απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 20.8.2010, με επιστολή της Υπουργού και αποτελεί το αντικείμενο αμφισβήτησης της παρούσας προσφυγής.
Σύμφωνα με το άρθρο 40 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, Ν. 41/80, όπως τροποποιήθηκε, μπορεί ένα πρόσωπο να τύχει σύνταξης ανικανότητας όταν πληροί σωρευτικά τέσσερις προϋποθέσεις. Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 330/11, ημερ. 17.1.2014, ECLI:CY:AD:2014:D35:
«Σύμφωνα με το άρθρο 40 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 2010 για να μπορεί ένα πρόσωπο να τύχει σύνταξης ανικανότητας πρέπει να πληροί σωρευτικά τέσσερεις προϋποθέσεις: ο Αιτητής πρέπει να είναι ανίκανος προς εργασία για εκατό πενήντα έξι (156) μέρες σε οποιαδήποτε περίοδο διακοπής της απασχόλησης του, κατά την χρονική αυτή περίοδο διακοπής θα πρέπει να αποδείξει ότι προβλέπεται να παραμείνει μόνιμα ανίκανος για εργασία, δεν πρέπει να έχει συμπληρώσει την ηλικία των 63 ετών και τέλος να ικανοποιεί τις σχετικές ασφαλιστικές προϋποθέσεις.»
Όπως και πάλι καταγράφεται στην πιο πάνω απόφαση:
«Ως γενική παρατήρηση καταγράφεται πως αν ο Αιτητής είναι ή όχι ικανός να ασκεί την εργασία του, αποτελεί θέμα τεχνικό, που δεν ελέγχεται από το Δικαστήριο κατά την αναθεωρητική δικαιοδοσία, εκτός εκεί όπου διαπιστώνεται πλάνη, κακοπιστία ή έλλειψη δέουσας έρευνας. Ούτε και βεβαίως το Δικαστήριο υποκαθιστά τις αποφάσεις της διοίκησης ή προβαίνει σε επανεκτίμηση πρωτογενών γεγονότων, εφ΄ όσον κρίνει ότι η έρευνα ήταν επαρκής (Δημοκρατία ν. C. Cassinos Constructions Ltd (1990) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3835, Χατζηαράπης ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 64, 69 και Samson, ανωτέρω). Επαρκής έρευνα θεωρείται εκείνη που επεκτείνεται στη διερεύνηση κάθε σχετικού γεγονότος (Motorways Ltd ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).»
Παραμένει λοιπόν να εξεταστούν τα γεγονότα πάνω στα οποία ο αιτητής υποστηρίζει, ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε υπό πλάνη, χωρίς να προηγηθεί η δέουσα έρευνα και κατά παράβαση της αρχής της καλής πίστης.
Θεωρώ χρήσιμο πρώτα να παραθέσω το πιο κάτω απόσπασμα από την επίδικη απόφαση:
«Αναφέρομαι στην ιεραρχική προσφυγή που υποβάλατε με την επιστολή σας με ημερομηνία 19/1/2010 κατά της απόφασης του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σχετικά με το αίτημα σας για σύνταξη ανικανότητας από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, και επιθυμώ να σας πληροφορήσω τα ακόλουθα:
Μετά από εξέταση της υπόθεσης και αφού έχω λάβει υπόψη τα στοιχεία και τις ιατρικές μαρτυρίες που βρίσκονται στο φάκελο σας καθώς και την έκθεση του Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου που σας εξέτασε στις 27/4/2010, κρίνω ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για υιοθέτηση της γνωμάτευσης του Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου το οποίο με βάση την κλινική εξέταση και τα εργαστηριακά ευρήματα, σας έχει κρίνει ικανό για το επάγγελμα του πελεκάνου, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 40 του Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου. Σημειώνεται ότι στην απόφαση έχει ληφθεί υπόψη και το πόρισμα της διερεύνησης απασχόλησης που διεξήγαγαν οι Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων και η οποία ολοκληρώθηκε στις 8/6/2010, βάσει του οποίου διαφαίνεται ότι εκτελείτε όλα τα καθήκοντα σας ως πελεκάνος, και δεν απασχολείστε μόνο ως συγκολλητής κορδονιών σε ξυλουργικό εργαστήριο όπως έχετε δηλώσει.
Συνεπώς, η απόφαση των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων να απορρίψουν την αίτηση σας για σύνταξη ανικανότητας ημερ. 17/12/2009 κρίνεται ορθή, και ως εκ τούτου απορρίπτω την ιεραρχική προσφυγή.»
Ο αιτητής υποστηρίζει, με βάση τα πιο πάνω λεχθέντα, ότι η απόφαση ήταν κακογραμμένη και πρόχειρη. Δύο είναι οι πηγές πληροφόρησης στις οποίες στηρίχθηκε η Υπουργός: (α) την ιατρική έκθεση του δευτεροβάθμιου ιατρικού συμβουλίου και (β) την έρευνα του Υπουργείου. Η πρώτη πηγή πάσχει από πλάνη, ισχυρίζεται, όπως εξόφθαλμα προκύπτει από την έκθεση (Παράρτημα 8):
«Ο ανωτέρω ασθενής δεν δύναται να ασκεί τη συγκεκριμένη εργασία που έχει σε ξυλουργικό εργαστήριο που χρησιμοποιεί τα δάχτυλα του και συγκολλά κάποια πράγματα. Όσον αφορά γενικές εργασίες πελεκάνου είναι ικανός.»
.................................................................................
«Μπορεί το ασφαλισμένο άτομο να εργάζεται με πλήρη απασχόληση στην τελευταία του θέση με βάση το επάγγελμα σελίδας (7) - Όχι.»
Διερωτάται ο αιτητής, εν όψει των ανωτέρω, πώς η Υπουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι με βάση την πιο πάνω έκθεση του δευτεροβάθμιου ιατρικού συμβουλίου, είναι ικανός για εργασία πελεκάνου, εφόσον μετά από δεύτερο ατύχημα που είχε 6.2.2008, του καταβαλλόταν σχετικό επίδομα από 6.2.2008 - 27.4.2008. Ακολούθως εργάστηκε μέχρι τις 17.5.2008 οπότε κατόπιν σχετικής προειδοποίησης, έπαυσε να εργάζεται για λόγους υγείας.
Προφανώς, υποστηρίζει, η Υπουργός παρερμήνευσε υπό πλάνη την απόφαση του δευτεροβάθμιου ιατροσυμβουλίου και αγνόησε μάλιστα υπό πλάνη ότι δεν εργάζετο από το Μάιο του 2008, στηριζόμενη μάλλον λανθασμένα, στα όσα ετεροχρονισμένα συγκέντρωσε η έρευνα του Υπουργείου. Αν υιοθετούσε, υποστηρίζει, τη γνωμάτευση του δευτεροβάθμιου ιατροσυμβουλίου, δεν θα τον έκρινε ικανό, αλλά θα οδηγείτο στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα.
Επικεντρώνεται ακόμη ο αιτητής, στο πόρισμα της έρευνας των Υπηρεσιών, διερωτώμενος πώς μπορούσαν ο πρώην εργοδότης του και επιστάτης να γνώριζαν κατά πόσο μπορούσε να συνεχίσει τα καθήκοντα του ή όχι μετά το ατύχημα, εφόσον έπαυσε να εργάζεται κοντά τους από τις 17.5.2008. Αυτό και μόνο, υποβάλλει, καταδεικνύει ότι η συγκεκριμένη έρευνα ήταν ελλιπής και μη ανταποκρινόμενη στην πραγματικότητα.
Όφειλε, υποβάλλει ο αιτητής, η Υπουργός να έφερνε σε γνώση του αιτητή το ζήτημα, ώστε να είχε την ευκαιρία να υποβάλει τις δικές του εμπεριστατωμένες παραστάσεις.
Ο πιο πάνω ισχυρισμός του αιτητή στο σύνολο του θα πρέπει να απορριφθεί.
Η πλάνη περί τα πράγματα απασχόλησε και στην υπόθεση Θεοχάρους (ανωτέρω):
«Πλάνη περί τα πράγματα η οποία συνιστάται είτε με τη λήψη υπόψη μη υφιστάμενου γεγονότος ή με τη μη λήψη υπάρχοντος γεγονότος επίσης οδηγεί σε ακυρότητα. Το ζήτημα βεβαίως ποικίλει αναλόγως με το υπό εξέταση ζήτημα. (Δημοκρατία ν. Ματθαίου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2452, 2476 όπου γίνεται πλούσια αναφορά σε προηγούμενη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου).»
Η θέση του αιτητή ότι πεπλανημένα ο Υπουργός τον θεώρησε ικανό προς εργασία σύμφωνα με την απόφαση του ΔΙΣ δεν ευσταθεί. Ξεκάθαρα προκύπτει από τη γνωμάτευση του ΔΙΣ, ότι η απόφαση ήταν διττή: εύρημα για 75% ανικανότητα, αναφορικά με τη χρήση δαχτύλων στη συγκόλληση κορδονιών σε ξυλουργικό εργαστήριο και ικανότητα εξάσκησης του επαγγέλματος του πελεκάνου. Τη μεν πρώτη εργασία αδυνατούσε να την ασκεί ένεκα του ατυχήματος των δαχτύλων του, μπορούσε όμως να συναρμολογεί έπιπλα, με κάποιες δυσκολίες (ξύλινο πέλμα), πρόβλημα όμως που προϋπήρχε της τελευταίας εργασίας του.
Εν όψει των ανωτέρω ο ισχυρισμός του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας δεν ευσταθεί. Όλα τα γεγονότα και στοιχεία, ως προς την κατάσταση της υγείας του αιτητή, ήταν ενώπιον των καθ΄ ων η αίτηση και εξετάστηκαν από τους αρμόδιους φορείς. Εναπόκειται στη διοίκηση να καθορίσει τον ενδεδειγμένο τρόπο για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, σε κάθε υπό εξέταση περίπτωση. Η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης, αποτελεί πρωταρχικό καθήκον του αρμοδίου οργάνου. Η έκταση και η μορφή της δέουσας έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Σολωμού κ.α. ν. Αρχηγού Αστυνομίας κ.α. (2006) 2 Α.Α.Δ. 271, Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, 366). Το εύρος της έρευνας στην οποία το αρμόδιο όργανο προβαίνει και η παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας συνιστά λόγο ακυρότητας. Παράλειψη δέουσας έρευνας η οποία προξενεί έλλειψη γνώσης των ουσιωδών γεγονότων, όπως ορίζεται σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οδηγεί σε ακύρωση της διοικητικής πράξης.
Υπό τις περιστάσεις, κρίνω, ότι υπήρξε πλήρης και σαφής αιτιολογία ώστε ο δικαστικός έλεγχος να καθίσταται κάτω από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά και τη φύση της υπόθεσης εφικτός (Δημοκρατία ν. Krashias Footwear Industries Ltd (2009) 3 A.A.Δ. 92).
Ο ισχυρισμός του αιτητή για παραβίαση της αρχής της καλής πίστης δεν ευσταθεί: δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε αυθαιρεσία ή αντιφατική συμπεριφορά της διοίκησης.
Απορριπτέος θεωρώ ότι είναι και ο ισχυρισμός του αιτητή ότι στερήθηκε του δικαιώματος ακρόασης αναφορικά με την υπηρεσιακή «διερεύνηση» σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/1999, και της νομολογιακής αρχής ότι πριν τη λήψη οποιουδήποτε δυσμενούς μέτρου, πρέπει να παρέχεται το δικαίωμα στον επηρεαζόμενο διοικούμενο να τύχει προηγούμενης ακρόασης.
Όπως υποστηρίζουν και οι καθ΄ ων η αίτηση, ο αιτητής δεν απαιτείτο να κληθεί ειδικά και να ακουστεί, εφόσον τα στοιχεία που επιθυμούσε να θέσει ενώπιον των καθ΄ ων η αίτηση, τα έθεσε κατά τις προηγούμενες ιατρικές εξετάσεις από τα σχετικά ιατροσυμβούλια, τα οποία και κατέγραψαν τα όσα έπρεπε στα σχετικά έντυπα, αλλά και μέσω της επιστολής - ιεραρχικής προσφυγής του (παράρτημα 7 στην ένσταση).
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 83 του Νόμου, το οποίο προβλέπει σχετικά με την ιεραρχική προσφυγή, δεν υποχρεούται ο Υπουργός πριν εκδώσει την απόφαση του, να ακούσει ή να δώσει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους επί των οποίων στηρίζεται η προσφυγή. Αυτό επαφίεται στη δική του κρίση:
«83.-(1) Όποιος δεν ικανοποιείται από απόφαση του Διευθυντή, η οποία εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται, μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη γνωστοποίηση σ' αυτόν της απόφασης, να την προσβάλει με γραπτή αίτησή του στον Υπουργό, στην οποία να εκθέτει τους λόγους στους οποίους στηρίζει την προσφυγή.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει χωρίς υπαίτια βραδύτητα την ενώπιόν του προσφυγή, αποφασίζει γι' αυτή και γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση την απόφασή του στον προσφεύγοντα:
Νοείται ότι, ο Υπουργός, πριν να εκδώσει την απόφασή του, δύναται, κατά την κρίση του, να ακούσει ή να δώσει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους στους οποίους βασίζεται η προσφυγή:»
Στη βάση όλων των πιο πάνω ο αιτητής απέτυχε να καταδείξει βάσιμο λόγο ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η αίτηση απορρίπτεται με €1.400 έξοδα πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ