ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D429
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 663/2011 και 800/2011)
26 Ιουνίου, 2014
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 663/2011)
ΜΑΡΙΑ ΠΑΤΣΑΛΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 800/2011)
ΡΟΖΑΛΙΑ ΠΡΕΣΤΙΦΙΛΙΠΠΟ-ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Ρ. Καλλιγέρου (κα), για την Αιτήτρια στην 663/2011.
Μ. Ιεροκηπιώτου (κα) για Α. Τριανταφυλλίδη, για την Αιτήτρια στην 800/2011
Λ.Ουστά (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Η. Κυριακίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 3.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας («ΕΔΥ») ημερ. 9.2.2011 να προαγάγει τους Φίλιππο Στυλιανού (ΕΜ 1), Πολύβιο Κονή (ΕΜ 2) και να διορίσει τον Γεώργιο Γεωργίου (ΕΜ 3), στη μόνιμη θέση Βοηθού Διευθυντή Κλινικής/Τμήματος, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, στην ειδικότητα της Καρδιολογίας, από 1.4.2011 αντί των αιτητριών. Η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής. Το ΕΜ 2 Π. Κονής απεβίωσε και οι προσφυγές εναντίον του αποσύρθηκαν.
Η προκηρυχθείσα θέση ήταν αρχικά μία, στην πορεία, όμως, ακόμη μία θέση συμπεριλήφθηκε στη διαδικασία. Διεξήχθη προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής η οποία εξέτασε επίσης κατά πόσο οι υποψήφιοι πληρούσαν τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας καθώς και κατά πόσο κατείχαν άλλα προσόντα τα οποία μετέβαλλαν τη βαθμολογία από την προφορική εξέταση. Η Συμβουλευτική Επιτροπή υπέβαλε την Έκθεσή της στην ΕΔΥ με τα ονόματα των οκτώ υποψηφίων τους οποίους σύστηνε για διορισμό/προαγωγή, μεταξύ αυτών οι αιτήτριες και τα ΕΜ.
Μετά την υποβολή της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής και στην απουσία πρότασης από την αρμόδια αρχή, η ΕΔΥ αποφάσισε να προχωρήσει στην πλήρωση μίας ακόμη θέσης, σύμφωνα με το άρθρο 29(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990. Η αρμόδια αρχή αποφάσισε όπως και αυτή η θέση κατανεμηθεί στην ειδικότητα της Καρδιολογίας για κάλυψη των αυξημένων υπηρεσιακών αναγκών. Οπότε, ο συνολικός αριθμός των υπό πλήρωση θέσεων ανήλθε στις τρεις.
Προφορική εξέταση διεξήχθη και ενώπιον της ΕΔΥ. Κλήθηκε και παρευρέθηκε ο Αν. Διευθυντής των Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας ο οποίος προέβη στην αξιολόγηση των υποψηφίων για την απόδοσή τους στην προφορική εξέταση, ως ακολούθως: Γ. Γεωργίου - Εξαίρετος, Π. Κονής - Εξαίρετος, Φ. Στυλιανού - Εξαίρετος, Ρ. Νικολάου - Σχεδόν Εξαίρετη, Μ. Πάτσαλου - Σχεδόν Εξαίρετη. Σύστησε για προαγωγή τους Π. Κονή και Φ. Στυλιανού και για διορισμό το Γ. Γεωργίου. Ο Αν. Διευθυντής στη συνέχεια αποχώρησε και η συνεδρία διεξάχθηκε χωρίς τον Αν. Διευθυντή.
Η ΕΔΥ αξιολόγησε τους υποψήφιους για την απόδοσή τους στην ενώπιόν της προφορική εξέταση ως εξής: Γ. Γεωργίου - Εξαίρετος, Π. Κονής - Εξαίρετος, Ρ. Νικολάου - Σχεδόν Εξαίρετη, Μ. Πάτσαλου - Σχεδόν Εξαίρετη, Φ. Στυλιανού - Εξαίρετος.
Η ΕΔΥ έλαβε υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που ήταν όλοι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και τις συστάσεις του Αν. Διευθυντή. Περαιτέρω, έλαβε υπόψη τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια. Έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητά τους. Αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία έκρινε ότι τα ΕΜ υπερέχουν των άλλων υποψηφίων και τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους για προαγωγή/διορισμό στην επίδικη θέση.
Στην επιλογή των ΕΜ, η ΕΔΥ κατέγραψε συναφώς:-
«Επιλέγοντας τον Στυλιανού Φίλιππο, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Εξαίρετος τόσο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και από την ίδια την Επιτροπή κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης και των δύο Επιτροπών και σε υψηλότερο από τους μη επιλεγέντες επίπεδο. Επίσης, ο Στυλιανού υπερέχει ουσιαστικά σε αρχαιότητα έναντι των λοιπών υποψηφίων και ουδενός υστερεί σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, αξιολογηθείς ως καθόλα εξαίρετος. Επιπλέον, ο Στυλιανού διαθέτει τη σύσταση του Αν. Διευθυντή.
..............................
Επιλέγοντας τον Γεωργίου Γεώργιο, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Σχεδόν εξαίρετος από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως και οι υποψήφιοι που δεν επιλέγηκαν, ωστόσο, αυτός απέδωσε στο υψηλότερο επίπεδο, του Εξαίρετος, κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση και, επιπλέον, διαθέτει τη σύσταση του Αν. Διευθυντή. Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη ότι σ' ότι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στην Ετήσια Υπηρεσιακή Έκθεση του τελευταίου χρόνου για το οποίο όλοι οι υποψήφιοι διαθέτουν Ετήσια Υπηρεσιακή Έκθεση, ο επιλεγείς ουδενός υστερεί. Σ' ότι αφορά την αρχαιότητα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο Γεωργίου υστερεί έναντι των λοιπών υποψηφίων που δεν επιλέγηκαν, αυτοί όμως απέδωσαν σε χαμηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, δεν υπερέχουν σε αξία και δεν διαθέτουν τη σύσταση του Αν. Διευθυντή. Εν πάση περιπτώσει, πρόκειται για διευθυντική θέση και η Επιτροπή έκρινε ότι η αρχαιότητα από μόνη της δεν μπορεί να είναι καθοριστικό στοιχείο για να ανατρέψει τη γενική υπεροχή του επιλεγέντος.
Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ορισμένοι υποψήφιοι, που δεν επιλέγηκαν (Ιωαννίδης Μάριος, Νικολάου Ροζαλία (Πρεστιφίλιππο) και Πάτσαλου Μαρία), διαθέτουν επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, αυτά όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν και, ως εκ τούτου, αφού τους απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα, τα συνεκτίμησε με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης, έκρινε όμως ότι αυτά δεν μπορούν να κλίνουν την πλάστιγγα υπέρ τους».
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 663/2011
Νομικοί ισχυρισμοί
1. Παράβαση άρθρου 34 του Ν. 1/90. Κακή σύνθεση της ΕΔΥ, λόγω παρουσίας προσώπων που δεν προβλέπεται στο Νόμο στη συνεδρία που διεξήχθησαν οι συνεντεύξεις
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι το άρθρο 34 στις περιπτώσεις θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπως η παρούσα, προβλέπει την παρουσία του προϊσταμένου του Τμήματος μόνο για να δώσει συστάσεις και να αποχωρήσει. Εν προκειμένω, η σύνθεση της ΕΔΥ έπασχε καθότι στη συνέντευξη παρίστατο και ο Διευθυντής Κλινικής Καρδιολογίας κος Νικολαΐδης παράλληλα με τον Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών, κο Καϊσή ο οποίος κλήθηκε για να δώσει συστάσεις. Κατά τον ισχυρισμό της Αιτήτριας, παραβιάζεται και το άρθρο 21(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν. 158(Ι)/99) καθότι ο Διευθυντής της Κλινικής Καρδιολογίας δεν παρουσιάστηκε για «να παράσχει κάποιες πληροφορίες ή έγγραφα» βάσει του άρθρου 21(2) αλλά συμβούλευε τον Αν. Διευθυντή ως προς την απόδοση των υποψηφίων σε ερωτήσεις γνώσεων στην Καρδιολογία.
Η κατάληξη
Βρίσκω ορθή τη θέση της αιτήτριας πως δεν υπάρχουν στοιχεία που να φανερώνουν πως η ΕΔΥ «απαίτησε» από τον Διευθυντή Κλινικής Τμήματος (Καρδιολογίας) να προσέλθει στην προφορική εξέταση προς βοήθειά της ώστε να ευσταθεί και ο ισχυρισμός της δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση πως τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 17 του Ν. 1/90. Ούτε και βεβαίως, εμποδίζεται η αιτήτρια να εγείρει αυτό τον ισχυρισμό παρά το ότι στα πλαίσια άλλης διαδικασίας δεν τον ήγειρε. Παρά ταύτα, κρίνω πως ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί. Το επικαλούμενο από τη δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση δόγμα της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, πράγματι εμποδίζει την αιτήτρια από του να εγείρει αυτό τον ισχυρισμό. Ο ισχυρισμός δεν εδράζεται στη μη έγερσή του στα πλαίσια προηγούμενης διαδικασίας, ως η δικηγόρος της αιτήτριας εισηγείται, αλλά στην ίδια τη συμμετοχή της αιτήτριας στην όλη διαδικασία, την επίδικη εννοείται, χωρίς διαμαρτυρία μέχρι τη μη επιλογή της. Αυτό, ξεκάθαρα, κατά την αντίληψή μου, παραβαίνει το δόγμα της απαγόρευσης της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας. Συνεπώς, ο ισχυρισμός περί παρανομίας στη σύνθεση της ΕΔΥ δεν γίνεται δεκτός και απορρίπτεται.
2. Δεν προβλέπεται στο Νόμο εξέταση προφορική ή γραπτή των υποψηφίων επί των γνώσεων της ειδικότητάς τους, αφού το αρμόδιο όργανο επί της επαγγελματικής τους επάρκειας είναι το Ιατρικό Συμβούλιο το οποίο τους απένειμε αρμοδίως την «ειδικότητα» της Καρδιολογίας
Κατά τον ισχυρισμό της αιτήτριας, υπό νομική πλάνη η συνέντευξη επεκτάθηκε σε γνώσεις Καρδιολογίας καθότι ούτε τα μέλη της ΕΔΥ ούτε ο Διευθυντής Ιατρικών Υπηρεσιών κατέχουν ειδικότητα ή πείρα στην Καρδιολογία. Οι γνώσεις των υποψηφίων δεν είναι επιδεκτικές αξιολόγησης εφόσον είναι αυταπόδεικτες από την κατοχή των απαραίτητων προσόντων στο σχέδιο υπηρεσίας το οποίο προβλέπει τα της ειδικότητας. Το αρμόδιο για το σκοπό όργανο, το Ιατρικό Συμβούλιο, απένειμε στους υποψήφιους την ειδικότητα και συνεπώς δεν χρειαζόταν αναζήτηση πληροφοριών στη συνέντευξη για τις γνώσεις των υποψηφίων στην ειδικότητα της Καρδιολογίας.
Η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση διαμαρτύρεται πως η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να προβάλλει τέτοιο ισχυρισμό καθότι δεν τέθηκε και/ή δεν συγκεκριμενοποιήθηκε στο δικόγραφο της προσφυγής της ως απαιτεί ο σχετικός Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Η κατάληξη
Η δικηγόρος της αιτήτριας δεν απαντά στην πιο πάνω τοποθέτηση. Ανέμενα υπόδειξη του σχετικού νομικού σημείου στο αιτητικό το οποίο καλύπτει τον ισχυρισμό της αιτήτριας. Στην απουσία τέτοιας υπόδειξης δεν μπορώ παρά να θεωρήσω πως πράγματι ο ισχυρισμός δεν καλύπτεται από τα νομικά σημεία της προσφυγής και βεβαίως δεν είναι για το Δικαστήριο να προβαίνει σε εικασίες. Είναι κατά παράβαση του Κανονισμού 7 του περί Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962 που η αιτήτρια προωθεί το επιχείρημα το οποίο δεν αναφέρεται στην προσφυγή. Έχοντας αυτά υπόψη, κατά την κρίση μου, δεν χωρεί εξέταση του εν λόγω ισχυρισμού (Πετρίδου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 636, Δημοκρατία ν. Ευγενίου (2005) 3 ΑΑΔ 257 και Γιασουμής ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 27).
3. Πάσχει η σύσταση του Αν. Διευθυντή διότι δεν λήφθηκε σε συνάρτηση με τα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια (αξία, προσόντα και αρχαιότητα) και γιατί αντίκειται στα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων των υποψηφίων
Είναι η θέση της αιτήτριας πως η εντύπωση του Αν. Διευθυντή στη συνέντευξη δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο διαμόρφωσης της σύστασης (Καφά ν. Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ 12, Δημοκρατία ν. Σαββίδου (2011) 3 ΑΑΔ 633). Η σύσταση επομένως παραμένει μετέωρη, είναι δε αντιφατική και δεν συνάδει με τους υπηρεσιακούς και προσωπικούς φακέλους. Συνεπώς, ως προκαταρκτική της τελικής απόφασης της ΕΔΥ, θα πρέπει να ακυρωθεί.
Η κατάληξη
Επειδή πρόκειται για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν επιβάλλεται η σύσταση να είναι αιτιολογημένη. Δεν παύει όμως, από του να είναι απαραίτητο να συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου. Ως εκ τούτου, θα εξεταστούν στη συνέχεια τα στοιχεία τα οποία ο Αν. Διευθυντής μπορούσε να λάβει υπόψη ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο η σύσταση διαμορφώθηκε στη βάση τους.
Η αιτήτρια υστερεί σε αρχαιότητα έναντι του ΕΜ Στυλιανού κατά 10 σχεδόν χρόνια και υπερέχει έναντι του ΕΜ Γεωργίου κατά περίπου 6 χρόνια στην αμέσως προηγούμενη της επίδικης θέση. Βεβαίως, όπως παρατηρεί ο δικηγόρος του ΕΜ Γεωργίου, το ΕΜ ήταν με πρώτο διορισμό που διορίστηκε στη θέση, κατέχοντας την απαιτούμενη δωδεκαετή πείρα, πράγμα το οποίο δεν αμφισβητείται από την αιτήτρια.
Στη Δημοκρατία ν. Αντωνίου (Αρ. 2) (2002) 3 ΑΑΔ 740 λέχθηκαν συναφώς τα ακόλουθα σε σχέση με την αρχαιότητα σε θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής:-
«Το εδάφιο 9 του άρθρου 34 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90) έχει ως ακολούθως:-
"34.-(9) Στη συνέχεια η Επιτροπή, αφού λάβει δεόντως υπόψη της την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, το περιεχόμενο όλων των αιτήσεων που υποβλήθηκαν, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων όλων των υποψηφίων οι οποίοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι, τις συστάσεις του Προϊστάμενου του οικείου Τμήματος και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση, αν έγινε, προβαίνει στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου:"
Από την ανάγνωση του πιο πάνω εδαφίου προκύπτει, κατ' αρχήν, ότι σε θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής δεν αναφέρεται συγκεκριμένα η αρχαιότητα ως στοιχείο κρίσης. Η νομολογία, όμως, καθιέρωσε την αρχή ότι αυτή λαμβάνεται υπόψη όταν η σύγκριση γίνεται μεταξύ δημοσίων υπαλλήλων. Σύμφωνα όμως με τη νομολογία η αρχαιότητα σε θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής έχει περιορισμένη σημασία. (Βλέπε: Πανταζής ν. ΕΔΥ (1991) 3 Α.Α.Δ. 47). Ωστόσο, όταν πρόκειται για σύγκριση μεταξύ δημοσίων υπαλλήλων η αρχαιότητα, η οποία αποτελεί μέρος των στοιχείων των αντίστοιχων προσωπικών φακέλων, λαμβάνεται υπόψη κι' αυτό σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, ανάλογα με το κατά πόσο η θέση διεκδικείται ως προαγωγή από την αμέσως κατώτερη θέση ή όχι και ανάλογα με ό,τι γενικότερα δικαιολογείται, από άποψη βαρύτητας, βάσει της νομολογίας με αναφορά στα άλλα στοιχεία».
Έχοντας υπόψη ότι είναι η δωδεκαετής πείρα του ΕΜ 3 που λήφθηκε υπόψη για να θεωρηθεί προσοντούχος για τη θέση ως πρώτου διορισμού στον παράγοντα αρχαιότητα δεν μπορεί να αποδοθεί σημαντική βαρύτητα. Όμως, κατά την κρίση μου, εφόσον είναι η εν γένει πείρα του ΕΜ που υπολογίστηκε, δεν θα ήταν εύλογο να παραγνωριστεί η πείρα της αιτήτριας. Τα δεδομένα φανερώνουν την κατά τουλάχιστον τέσσερα χρόνια υπεροχή της αιτήτριας σε πείρα έναντι του ΕΜ 3 με ό,τι αυτό συνεπάγεται, δηλαδή την προσθήκη στην αξία της αιτήτριας.
Περαιτέρω, η αιτήτρια υπερέχει σε προσόντα έναντι και των δύο ΕΜ εφόσον διαθέτει δύο μεταπτυχιακά τα οποία έχουν κριθεί από την ΕΔΥ ως συναφή με τα καθήκοντα της θέσης. Σε βαθμολογημένη αξία, και οι τρεις υποψήφιοι είναι ίσοι έχοντας αξιολογηθεί με το μέγιστο της βαθμολογίας στις εκθέσεις τους.
Η νομολογία δεν επιτρέπει την εντύπωση του Αν. Διευθυντή στη συνέντευξη να αποτελέσει κριτήριο διαμόρφωσης της σύστασης (βλ. Δημοκρατία ν. Σαββίδου (2011) 3 ΑΑΔ 633) με αποτέλεσμα τα αμέσως πιο πάνω αναφερθέντα να είναι τα μόνα στοιχεία στα οποία ο Αν. Διευθυντής να πρέπει να έχει βασίσει τη σύστασή του.
Καθώς φαίνεται, από τα στοιχεία των φακέλων οι οποίοι τέθηκαν ενώπιον του Αν. Διευθυντή προς διαμόρφωση της σύστασής του, η αιτήτρια υπερείχε έναντι των ΕΜ σε μη απαιτούμενα προσόντα. Όμως, το ΕΜ 1 υπερείχε έναντι της αιτήτριας σε αρχαιότητα και ως εκ τούτου η υπέρ του σύσταση του Αν. Διευθυντή δεν συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. Η υπεροχή του ΕΜ 1 (Στυλιανού) στο εν λόγω κριτήριο είναι αρκετό για να δικαιολογεί τη σύσταση του Αν. Διευθυντή υπέρ του. Η δε σημασία που προσδόθηκε στα πρόσθετα προσόντα της αιτήτριας θεωρώ πως ήταν η δέουσα. Τυχόν απόδοση σημασίας πέραν της δοθείσας θα ισοδυναμούσε απαραδέκτως με απόδοση σ' αυτά βαρύτητας ωσάν να επρόκειτο για προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα όταν αυτή δεν είναι η περίπτωση.
Όμως, το ίδιο, κατά την κρίση μου, δεν συμβαίνει και με το ΕΜ 3. Η υπεροχή της αιτήτριας σε έστω μη απαιτούμενα προσόντα καθώς και σε πείρα η οποία προσθέτει στην αξία είναι πραγματική με αποτέλεσμα να συνάγεται ότι η σύσταση δεν συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων. Έχοντας αυτά υπόψη φαίνεται πως ο Αν. Διευθυντής στήριξε τη σύστασή του στην αποκομισθείσα από την προφορική εξέταση εντύπωσή του.
Ο Προϊστάμενος μπορεί μεν να αξιολογήσει την απόδοση των υποψηφίων στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση αλλά μόνο προς βοήθεια της ΕΔΥ (βλ. Republic v. Zachariades (1986) 3 CLR 852, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου κ.α. (2006) 3 ΑΑΔ 265, Κρασσέν Ντονέβ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1820/2008, 14.7.2010) και όχι για να αποτελέσει τη βάση για τη σύστασή του (βλ. Καφά ν. Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ 12 και Δρ. Νίκος Χριστοφόρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 515/2010, ημερ. 21.12.2012). Κριτήριο αποτελεί το κατά πόσον η σύσταση, έστω και αναιτιολόγητη ως νομίμως είναι, συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων (βλ. Παναγή κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.α. (2011) 3 ΑΑΔ 163), κάτι που συμβαίνει στην περίπτωση του ΕΜ 3 (Γεωργίου). Και, βεβαίως, δεν προκύπτει ζήτημα από μέρους της αιτήτριας κατάδειξης έκδηλης υπεροχής έναντι του ΕΜ 3, ως είναι η εισήγηση του δικηγόρου του ΕΜ Γεωργίου καθότι εδώ, όπως ορθά εξηγεί η δικηγόρος της αιτήτριας, εκείνο που εξετάζεται είναι η υπεροχή του ενός έναντι του άλλου υποψηφίου ώστε να διαπιστωθεί η τυχόν σύγκρουση της σύστασης με τα στοιχεία των φακέλων.
Εν προκειμένω, η ΕΔΥ στηρίχθηκε και στην πάσχουσα σύσταση για να διορίσει το ΕΜ Γεωργίου και συνεπώς η απόφασή της ως προς το εν λόγω ΕΜ συμπαρασύρεται σε ακυρότητα.
4. Η Συμβουλευτική Επιτροπή υπό πλάνη αποφάσισε ότι η εντύπωση «πάρα πολύ καλή» της αιτήτριας μπορούσε να αναβαθμιστεί μόνο ως «Σχεδόν Εξαίρετη» παρά το γεγονός ότι κατείχε 2 μεταπτυχιακούς τίτλους επιπέδου Master
Είναι η θέση της αιτήτριας πως κατά παράβαση της αρχής της ισότητας και της χρηστής διοίκησης, η Συμβουλευτική Επιτροπή ενόψει των δύο συναφών, όπως έκρινε, πρόσθετων προσόντων της αιτήτριας, έστω του ιδίου επιπέδου (Master), αναβάθμισε την αιτήτρια μόνο από «πάρα πολύ καλή» σε «σχεδόν εξαίρετη». Η δε προφορική συνέντευξη δεν μπορεί να υπερσκελίσει δύο μεταπτυχιακούς τίτλους, απόλυτα σχετικούς με τα καθήκοντα θέσης τέτοιου επιπέδου.
Η κατάληξη
Δεν συμμερίζομαι τη θέση της αιτήτριας. Σε συμφωνία με τη δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση, επρόκειτο για προσόντα μη απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας και, κατά την κρίση μου, απόδοσή τους της ισχυριζόμενης σημασίας ώστε η αιτήτρια να αναβαθμίζετο στην απόδοσή της στην ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής προφορική εξέταση από Πάρα Πολύ Καλή σε Εξαίρετη αντί σε Σχεδόν Εξαίρετη ενόψει και του δεύτερου μεταπτυχιακού της τίτλου θα σήμαινε ακριβώς, απαραδέκτως, απόδοση υπέρμετρης βαρύτητας σε μη απαιτούμενα προσόντα.
Περαιτέρω, η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε αποφασίσει ότι για να λογιστεί στους υποψήφιους «επιπρόσθετο προσόν» θα έπρεπε να κατέχουν τουλάχιστον μεταπτυχιακό δίπλωμα επιπέδου Master ή/και διδακτορικό δίπλωμα νοουμένου ότι ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Η απόφαση αυτή δεν βάλλεται από την αιτήτρια. Βάλλεται, όπως θεωρεί η αιτήτρια, η λήψη υπόψη μόνο του ενός μεταπτυχιακού της τίτλου. Όμως δεν έχουν έτσι τα πράγματα. Ήταν εξ αρχής η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπως φαίνεται πιο πάνω, να υπολογίσει ως «επιπρόσθετο προσόν» την κατοχή μεταπτυχιακού διπλώματος «ή/και» διδακτορικού. Εννοείται δηλαδή και σωρευτικά, ακόμα και για τίτλο ανώτερο αυτού της αιτήτριας, οπότε η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να παραπονείται επειδή η Συμβουλευτική Επιτροπή εφάρμοσε την απόφαση, η οποία, ως λέχθηκε, δεν βάλλεται, για τον υπολογισμό στον οποίο προέβηκε.
5. Πάσχει η τελική απόφαση της ΕΔΥ γιατί δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στις προφορικές εξετάσεις, κατά παράβαση της νομολογίας
Στο μόνο που υπερείχε το ΕΜ 1 έναντι της αιτήτριας ήταν η αρχαιότητα ενώ η ίδια υπερείχε καταφανώς, όπως εισηγείται, σε προσόντα. Η ΕΔΥ, όμως, δεν έδωσε οποιαδήποτε σημασία στην αρχαιότητα της αιτήτριας όταν την παρέκαμπτε προς επιλογή του ΕΜ 3 ο οποίος δεν υπερείχε σε οποιοδήποτε θεσμοθετημένο κριτήριο. Στην ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής συνέντευξη η αιτήτρια και το ΕΜ 3 αξιολογήθηκαν ως «Σχεδόν Εξαίρετοι» και το ΕΜ 1 ως «Εξαίρετος». Συνεπώς, η ΕΔΥ κατά ουσιώδη πλάνη κατέγραψε ότι το ΕΜ 3 υπερέχει γενικά και ότι τα προσόντα της αιτήτριας δεν μπορούσαν να κλίνουν την πλάστιγγα υπέρ της. Η οριακή αυτή διαφορά στην απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, δεν θα μπορούσε να αποτελέσει το μοναδικό παράγοντα επιλογής των ΕΜ αντί συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης, ως όφειλε η ΕΔΥ να θεωρήσει σύμφωνα με το άρθρο 34(9) του Ν. 1/90 εφόσον πρόκειται περί θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής.
Η κατάληξη
Ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί.
Τα όσα αφορούν στο ΕΜ 3 και το ζήτημα της αρχαιότητας έχουν τύχει χειρισμού πιο πάνω και δεν χρειάζεται να προστεθεί οτιδήποτε στα πλαίσια αυτού του ισχυρισμού.
Ως προς το ΕΜ 1, η αιτήτρια πράγματι υπερείχε έναντι του ΕΜ 1 σε μη απαιτούμενα προσόντα. Όμως, και το ΕΜ 1 υπερείχε έναντί της σε αρχαιότητα και καθώς είναι νομολογημένο, δεν είναι προκαθορισμένη η βαρύτητα η οποία η ΕΔΥ στα πλαίσια της διακριτικής της ευχέρειας μπορεί να προσδώσει στα νομοθετικά κριτήρια προαγωγής (βλ. Πολυξένη Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 275). Έχοντας, συνεπώς υπόψη πως το ΕΜ 1 υπερείχε, πέραν της αξιολόγησης στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ, και στην αρχαιότητα, καταλήγω πως δεν δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση (Λέλλα Χατζηνέστορος κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθέσεις αρ. 1162/2002 κ.α., ημερ. 3.9.2004 η οποία επικυρώθηκε κατ' έφεση - βλ. Λέλλα Χατζηνέστορος κ.α. ν. Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 102).
6. Η τελική απόφαση της ΕΔΥ είναι αντιφατική στην αιτιολογία της
Κατά την εισήγηση της αιτήτριας, η ΕΔΥ προσάρμοσε τα κριτήρια στις εκάστοτε επιλογές κατά τρόπο αντιφατικό, υπερβαίνοντας έτσι τα ακραία όρια της διακριτικής της ευχέρειας. Ενώ η ΕΔΥ στην επιλογή του ΕΜ 1 αναφέρθηκε στην αρχαιότητά του και στις συνεντεύξεις, επιλέγοντας το ΕΜ 3 αναφέρθηκε πως ούτε η αρχαιότητα της αιτήτριας, ούτε τα δύο πρόσθετα Master της μπορούσαν να υπερακοντίσουν τη «γενική υπεροχή» του ΕΜ 3, λειτουργώντας έτσι με δύο μέτρα και δύο σταθμά (Θερούλα Λουκά ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, Υπόθεση αρ. 1244/2006, ημερ. 31.7.2008).
Η κατάληξη
Δεν χρειάζεται να λεχθεί οτιδήποτε σε σχέση με αυτό τον ισχυρισμό, καθότι, όπως διαφάνηκε από τα πιο πάνω, ο διορισμός του ΕΜ 3 υπόκειται σε ακύρωση ενόψει της υπέρ του πάσχουσας σύστασης του Αν. Διευθυντή η οποία ήταν ένα από τα ουσιώδη στοιχεία τα οποία οδήγησαν την ΕΔΥ στην επιλογή του ΕΜ 3.
Προσφυγή αρ. 800/2011
Το ΕΜ 3, Γεωργίου, εγείρει ζήτημα αναφορικά με την κατοχή από μέρους της αιτήτριας του απαραίτητου εννόμου συμφέροντος να στρέφεται κατά του διορισμού του καθότι η ίδια δεν κατέχει την ελληνική γλώσσα ως μητρική ενώ παράλληλα δεν κατέχει την αγγλική γλώσσα στο απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας άριστο επίπεδο.
Ο ισχυρισμός αυτός συναντά την αντίδραση των δικηγόρων της αιτήτριας. Η από μέρους της αιτήτριας κατοχή της πολύ καλής γνώσης της Ελληνικής και της καλής γνώσης της Αγγλικής έχει διαπιστωθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή η έκθεση της οποίας έχει γίνει δεκτή από την ΕΔΥ.
Κρίνω πως η αιτήτρια ορθά εισηγείται πως το ΕΜ εμποδίζεται να εγείρει τον εν λόγω ισχυρισμό καθότι η παρέμβασή του στη διαδικασία σκοπό μπορεί να έχει μόνο την υποστήριξη της προσβαλλόμενης απόφασης (Μορίτσης ν. Καρσερά (2009) 3ΑΑΔ 109). Άλλωστε, τυχόν επιτυχία του ισχυρισμού θα είχε ως αποτέλεσμα να πληγεί η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, το κύρος της οποίας το ΕΜ υποστηρίζει. Σχετική είναι η Στέλιος Στυλιανού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1719/2007, ημερ. 22.7.2010, στην οποία η αιτήτρια παραπέμπει. Η θέση αυτή του ΕΜ 3, συνεπώς, δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Περαιτέρω, οι ισχυρισμοί της αιτήτριας συνοψίζονται στα ακόλουθα:
Η σύσταση του Αν. Διευθυντή είναι αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων και πάσχει για το λόγο ότι βασίστηκε στην απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση. Το ΕΜ Γεωργίου δεν υπερέχει έναντι της αιτήτριας σε οποιοδήποτε στοιχείο κρίσης ώστε να μπορεί να υποστηριχθεί η υπέρ του σύσταση του Αν. Διευθυντή. Η δε σύσταση υπέρ και των δύο ΕΜ Στυλιανού και Γεωργίου πάσχει καθότι ο Αν. Διευθυντής παρέλειψε να συνεκτιμήσει και να αξιολογήσει το πρόσθετο μεταπτυχιακό προσόν της αιτήτριας. Το ΕΜ Στυλιανού, υπερέχει μεν σε αρχαιότητα έναντι της αιτήτριας αλλά υστερεί σε προσόντα και συνεπώς παράλειψη του Αν. Διευθυντή να αξιολογήσει το πρόσθετο προσόν της αιτήτριας και να προσδιορίσει τη βαρύτητα που του απέδωσε, καθιστά μεμπτή τη σύσταση.
Περαιτέρω, κατά τον ισχυρισμό, οι καθ' ων η αίτηση, επιλέγοντας το ΕΜ Γεωργίου έδωσαν υπέρμετρη βαρύτητα στην οριακή υπεροχή του στην προφορική εξέταση η οποία κατέστη το αποφασιστικό κριτήριο και παραγνώρισαν παντελώς τη σημαντική υπεροχή της αιτήτριας σε αξία, αρχαιότητα (πλέον των 10 ετών) την πείρα που αυτή συνεπάγεται, την κατοχή πρόσθετων προσόντων από την αιτήτρια καθώς και την υπεροχή της αιτήτριας στις αξιολογήσεις των ετών 2007 και 2008. Έχοντας υπόψη ότι η αιτήτρια υπερείχε σε πρόσθετα προσόντα και οι καθ' ων η αίτηση θεώρησαν ότι ήταν ίση σε αξία με το ΕΜ 3, η συντριπτική υπεροχή της αιτήτριας σε αρχαιότητα, δεν μπορούσε να αγνοηθεί (Αντώνης Βασιλειάδης ν. Μάρω Κληρίδου-Τσιάππα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 403). Συνεπώς, υποστήριξε η δικηγόρος της αιτήτριας, δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην οριακή διαφορά της απόδοσης της αιτήτριας και του ΕΜ κατά την προφορική συνέντευξη (Δημοκρατία ν. Αντωνίου κ.α. (2001) 3Β ΑΑΔ 921) η οποία δεν θα μπορούσε να παράσχει νόμιμη και επαρκή αιτιολογία για την επιλογή του ΕΜ Γεωργίου.
Επιπρόσθετα, κατά παράβαση της νομολογίας (Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 164), η ΕΔΥ περιορίστηκε απλώς στο να καταγράψει για όλους τους υποψηφίους που διαθέτουν πρόσθετα προσόντα πως είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, αλλά δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας και τους απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα. Με την απλή λεκτική αναφορά πως αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα, χωρίς καταγραφή της βαρύτητας που προσδόθηκε, δεν αφήνεται περιθώριο στο Δικαστήριο να αντιληφθεί το βαθμό που το εν λόγω προσόν επέδρασε στην απόφαση του αποφασίζοντος οργάνου.
Η κατάληξη
Οι περισσότεροι ισχυρισμοί είναι πανομοιότυποι με τους εγειρόμενους στην Προσφυγή αρ. 663/2011 γι' αυτό και τα όσα συναφώς λέχθηκαν πιο πάνω υιοθετούνται και εδώ. Ειδικότερα, και εν προκειμένω η σύσταση του Αν. Διευθυντή υπέρ του ΕΜ 3 πάσχει ως συγκρουόμενη με τα στοιχεία των φακέλων και ως έχουσα εν τέλει στηριχθεί στην αποκομισθείσα από την προφορική εξέταση εντύπωση. Ας σημειωθεί εδώ ότι είναι μάλιστα κατά δέκα χρόνια που υπερέχει σε πείρα η αιτήτρια έναντι του ΕΜ 3, διαθέτει δε και μη απαιτούμενο συναφές μεταπτυχιακό προσόν, όπως και η αιτήτρια στην 663/2011. Η τελική απόφαση της ΕΔΥ έχει επηρεαστεί από την πάσχουσα σύσταση και συνεπώς, ως προς το ΕΜ 3 συμπαρασύρεται σε ακυρότητα.
Για όποια αξία μπορεί να έχει, ας λεχθεί ότι η θέση της αιτήτριας πως υπερέχει στις αξιολογήσεις των ετών 2007 και 2008 έναντι του ΕΜ 3 δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Δεν θεωρώ εύλογη την επιχειρούμενη διάκριση μεταξύ ανώτατης δυνατής βαθμολογίας την οποία εξασφαλίζει λειτουργός όταν τελεί υπό δοκιμασία (Πολύ Ικανοποιητικά), όπως εν προκειμένω το ΕΜ 3 και ανώτατης δυνατής βαθμολογίας την οποία εξασφαλίζει λειτουργός όταν δεν τελεί υπό δοκιμασία (Εξαίρετος), όπως εν προκειμένω η αιτήτρια. Εφόσον ακριβώς πρόκειται για τις ανώτατες δυνατές βαθμολογίες των δύο καταστάσεων, δεν μπορεί παρά να θεωρηθούν ότι έχουν την ίδια αξία.
Περαιτέρω, ως προς το ΕΜ Στυλιανού, και εδώ το μόνο στοιχείο υπεροχής της αιτήτριας είναι το συναφές μεταπτυχιακό της δίπλωμα, όμως το γεγονός παραμένει πως και το ΕΜ 1 υπερέχει έναντί της σε αρχαιότητα κατά έξι χρόνια στην αμέσως προηγούμενη της επίδικης θέση, με τη συνεπαγόμενη βεβαίως, πείρα η οποία προσθέτει στην αξία. Ισχύουν και εδώ τα νομολογηθέντα στην Πολυξένη Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, με αποτέλεσμα ο ισχυρισμός της αιτήτριας πως η σύσταση του Αν. Διευθυντή συγκρούεται με τα στοιχεία του φακέλου και αναφορικά με το ΕΜ 1 να μην ευσταθεί. Ούτε και ο ισχυρισμός, συνεπώς, πως η σύσταση στηρίχθηκε στην εντύπωση που αποκόμισε ο Αν. Διευθυντής από την προφορική εξέταση, ευσταθεί.
Εν τέλει, ως προς την εισήγηση πως δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην υπεροχή του ΕΜ 1 στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ, παρατηρώ πως δεν ευσταθεί καθότι, και εδώ όπως και στην Προσφυγή 663/2011, το ΕΜ 1 υπερείχε και σε αρχαιότητα έναντι της αιτήτριας με αποτέλεσμα η υπεροχή στη συνέντευξη να μην ήταν το μόνο στοιχείο υπεροχής ώστε να δικαιολογείται η θέση περί απόδοσης υπέρμετρης βαρύτητας (Λέλλα Χατζηνέστορος κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ανωτέρω η οποία επικυρώθηκε κατ' έφεση - βλ. Λέλλα Χατζηνέστορος κ.α. ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω).
Έχοντας τα πιο πάνω υπόψη οι προσφυγές επιτυγχάνουν ως προς το ΕΜ 3, Γεωργίου, και ως εκ τούτου η προσβαλλόμενη απόφαση έναντι του ΕΜ 3 ακυρώνεται. Οι προσφυγές ως προς το ΕΜ 1 απορρίπτονται και η προσβαλλόμενη απόφαση έναντι του ΕΜ 1 επικυρώνεται. Επιδικάζονται υπέρ της κάθε αιτήτριας και εναντίον των καθ' ων η αίτηση €1.400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ