ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Σαβεριάδης Xρίστος ν. Γενικού Eισαγγελέα της Δημοκρατίας και Άλλων (2009) 1 ΑΑΔ 1532
Iακωβίδης Mιχαήλ ν. Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας (1997) 3 ΑΑΔ 28
Πετρίδου Φλωρεντία ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 636
Σπύρου Σταυρούλλα N. ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (Aρ. 1) (2006) 3 ΑΑΔ 87
Κολοκάσης Ιάκωβος (Γιακουμής) ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 373
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D347
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1723/2010)
26 Μαίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΣ Κ. ΣΑΒΕΡΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ
ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ
Καθ'ων η αίτηση.
Κ. Σαβεριάδης, για τον Αιτητή.
Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών που του κοινοποιήθηκε με επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, ημερομηνίας 26/10/2010 και με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του για παραχώρηση/μίσθωση του Τ/Κ σχολείου γνωστού ως Γυμνάσιο Δροσιάς στη Λάρνακα.
Α. ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
O αιτητής κατάγεται από την Αμμόχωστο και είναι ο ιδιοκτήτης του Κέντρου Ανωτέρων Σπουδών Αμμοχώστου (Κ.Α.Σ.Α.), το οποίο λειτουργούσε μέχρι το 1974.
Το Κ.Α.Σ.Α. είχε επίσης παράρτημα στη Λάρνακα το οποίο στεγαζόταν σε κτίριο του ΕVKAF, δυνάμει σύμβασης ενοικίου πενταετούς διάρκειας από 1/8/1970 μέχρι 31/7/1975 και το οποίο επίσης έπαυσε να λειτουργεί μετά την Τουρκική εισβολή.
Τον Ιούνιο του 1976, ο αιτητής παραχώρησε την ελεύθερη κατοχή του κτιρίου του παραρτήματος στη Σχολική Εφορεία Λάρνακας για στέγαση σχολείου.
Η Εφορεία κατείχε απρόσκοπτα το κτίριο, το οποίο λειτουργούσε ως δημόσιο σχολείο γνωστό ως Γυμνάσιο Δροσιάς, επί σειρά ετών, μέχρι το 1984 όταν ο αιτητής ζήτησε την επιστροφή του.
Το αίτημα δεν έγινε αποδεκτό και ο αιτητής προέβη αρχικά σε δικαστικό διάβημα (Αγωγή αρ. 695/1988), το οποίο αποσύρθηκε και στη συνέχεια διεκδίκησε το κτίριο από τον Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών πάνω στη βάση των διατάξεων του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου του 1991 (Ν. 131/91 ως έχει τροποποιηθεί).
Ακολούθησε νέα δικαστική προσπάθεια του αιτητή, εναντίον της Εφορείας και του Κηδεμόνα αυτή τη φορά (Αγωγή αρ. 2435/96), η οποία επίσης απεσύρθη και αργότερα η Αγωγή αρ. 3087/2003 η οποία απορρίφθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας.
Καταλυτικό ρόλο στην απόρριψη της αγωγής διαδραμάτισε η διαπίστωση από το Δικαστήριο της ύπαρξης μιας επιστολής-τεκμηρίου της Εφορείας προς τον αιτητή, ημερομηνίας 20/4/1976, με την οποία η Εφορεία, σε αντάλλαγμα για την εκ μέρους του αιτητή παραίτηση από οποιοδήποτε δικαίωμα και αξίωση για το επίδικο κτίριο, θα κατέβαλλε σ' αυτόν ποσό ύψους £4,500.000 μιλς.
Ο αιτητής αποδεχόμενος την πρόταση, υπέγραψε την επιστολή και εισέπραξε το πιο πάνω ποσό.
Η απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε η Αγωγή 3087/2003, εφεσιβλήθηκε από τον αιτητή, με λόγους έφεσης που αφορούσαν κυρίως τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου σε σχέση με την κρίσιμη επιστολή της 20/4/1976, αλλά και γενικότερα ζητήματα σε σχέση με το Ν. 139/91 και τα εξ' αυτού απορρέοντα δικαιώματα του ΕVKAF και της Εφορείας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την έφεση, υπέδειξε ότι στα πλαίσια της πολιτικής δίκης δεν ήταν δυνατό να εξετασθούν θέματα που άπτονταν του Ν. 139/91 και ότι οι παραχωρήσεις Τουρκοκυπριακής γης στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του Κηδεμόνα για τη διαχείριση της από το 1991, αποτελούν θέμα δημοσίου δικαίου και εμπίπτουν στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
Όπως υπεδείχθη περαιτέρω, με βάση το άρθρο 14 του Ν. 139/91, οι διατάξεις του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις τουρκοκυπριακών περιουσιών, ο δε αιτητής με την υπογραφή της συμφωνίας της 20/4/1976 και την είσπραξη του προβλεπόμενου ανταλλάγματος, εγκατέλειψε οριστικά και αμετάκλητα έναντι της Εφορείας, οποιοδήποτε ισχυριζόμενο δικαίωμα κατοχής του κτιρίου (Βλ. Σαβεριάδης v. Γενικού Εισαγγελέα κ.ά. (2009) 1(Β) Α.Α.Δ. 1532).
Ο αιτητής δεν αποθαρρύνθηκε και συνέχισε να διεκδικεί το κτίριο.
Με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 26/5/2010 προς τον Υπουργό Εσωτερικών, ως Κηδεμόνα των τουρκοκυπριακών περιουσιών, ζήτησε την «παραχώρηση/εκμίσθωση του Τουρκοκυπριακού κτιρίου/σχολείου, BEKIR PASA TICARET KOLLEJI γνωστού και ως Γυμνάσιο Δροσιάς επί της Λεωφόρου Γρίβα Διγενή στην Λάρνακα» και σημείωσε ότι κατόπιν επιτυχούς προσφυγής του στο Ε.Δ.Α.Δ. εναντίον της Τουρκίας, είχε πρόθεση, σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, να προχωρήσει σε φιλικό διακανονισμό με την Τουρκία.
Στο μεταξύ η Εφορεία προέβη επίσης σε γραπτό διάβημα, ημερομηνίας 9/4/2009 προς τον Υπουργό Παιδείας, ζητώντας όπως υποβληθεί αίτημα στον Κηδεμόνα για να της παραχωρηθεί το επίδικο σχολείο, επισημαίνοντας πληροφοριακά ότι οι μαθητές που φοιτούσαν στο Γυμνάσιο Δροσιάς προέρχονταν στην πλειοψηφία τους από εκτοπισμένες οικογένειες.
Το Υπουργείο, προώθησε τη θέση της Εφορείας στον Κηδεμόνα, με επιστολή της Γενικής Διευθύντριας του, ημερομηνίας 10/6/2009, επικαλούμενο την άποψη και της Υπηρεσίας Διαχείρισης Τ/κ Περιουσιών και τονίζοντας ότι «η μεταβίβαση/εκμίσθωση του σχολικού κτιρίου που στεγάζεται το Γυμνάσιο Δροσιάς στη Σχολική Εφορεία Λάρνακας καθίσταται αναγκαία για αποφυγή της ταλαιπωρίας των αγωγών και της αναστάτωσης των γονιών και του μαθητικού πληθυσμού του Γυμνασίου».
Η Υπηρεσία Διαχείρισης των Τ/κ Περιουσιών έθεσε ενώπιον του Κηδεμόνα τις απόψεις του αιτητή και την εισήγηση της για εκμίσθωση του κτιρίου, είτε στο Υπουργείο Παιδείας, είτε στην Εφορεία.
Τελικά, ο Κηδεμόνας αφού έλαβε, μεταξύ άλλων, υπόψη και τις δικαστικές αποφάσεις στις οποίες έχω ήδη αναφερθεί, πληροφόρησε με επιστολές του ημερομηνίας 26/10/2010, αφενός την Υπηρεσία Διαχείρισης, ότι αποφάσισε την παραχώρηση του σχολικού κτιρίου στην Εφορεία, με σύμβαση/άδεια χρήσης, έναντι συμβολικού ενοικίου και αφετέρου το δικηγόρο του αιτητή, ότι το αίτημα του δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί.
Αντιδρώντας ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή, στα πλαίσια της οποίας προβάλλει ως λόγους ακυρότητας αριθμό ισχυρισμών και θέσεων. Προτού όμως αναφερθώ στην ουσία των λόγων ακύρωσης, θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω ότι προς υλοποίηση της πιο πάνω απόφασης του Κηδεμόνα, δόθηκαν οδηγίες στον Έπαρχο Λάρνακας για την ετοιμασία της σύμβασης μίσθωσης του σχολείου στην Εφορεία Λάρνακας με το συμβολικό ενοίκιο €100 το χρόνο.
Β. ΛΟΓΟΙ ΑΚΥΡΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
Στην αίτηση του αιτητή περιλαμβάνονται 10 νομικά σημεία, τα οποία όμως δεν εξειδικεύονται στη γραπτή αγόρευση του.
Παρατίθεται σ' αυτήν το ιστορικό της υπόθεσης, γίνεται αναφορά στις δικαστικές αποφάσεις που προηγήθηκαν και υποβάλλεται ότι ο αιτητής ουδέποτε έπαψε να ενδιαφέρεται να επανακτήσει νόμιμα την κατοχή του επίδικου ακινήτου στα πλαίσια των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων και ότι ο ίδιος ενέπιπτε απόλυτα στο γράμμα και το πνεύμα του Νόμου.
Επικαλούμενος τα άρθρα 5 και 7 του Ν. 139/1991 ο αιτητής, εισηγείται ότι ο Κηδεμόνας όφειλε να αναγνωρίσει το Συμβόλαιο του με το Βακούφιο και να του παραχωρήσει την κατοχή/εκμίσθωση του ακινήτου ως δικαιούχου- πρόσφυγα.
Παραπονείται επιπρόσθετα ότι η επίδικη επιστολή της 26/10/2010 είναι ασαφής, κατά τρόπο που καθιστά την απόρριψη του αιτήματος του αναιτιολόγητη και ισχυρίζεται ότι η μνεία των δικαστικών αποφάσεων που γίνεται σ' αυτήν, στοιχειοθετεί μια εκδικητική στάση της διοίκησης απέναντί του και αποκαλύπτει αλλότρια κίνητρα που αφορούν τη συγκάλυψη της παράνομης κατοχής του κτιρίου από την Εφορεία.
Τέλος, κατά την άποψη του αιτητή, μεταξύ του Κηδεμόνα και της Εφορείας, υπήρξε ένας εκ των προτέρων σχεδιασμός για να τερματισθούν δια παντός τα αιτήματα του και να νομιμοποιηθεί η κατοχή του ακινήτου από την Εφορεία.
Οι καθ' ων η αίτηση στην ένσταση τους εγείρουν προδικαστικό ζήτημα εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης πράξης, ως εμπίπτουσας στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.
Το θέμα δεν αναπτύσσεται περαιτέρω στην αγόρευση της ευπαίδευτης συνηγόρου των καθ'ων η αίτηση και προφανώς εγκαταλείφθηκε. Ανεξάρτητα όμως τούτου, η προδικαστική ένσταση είναι αβάσιμη, εφόσον πράξεις αναγόμενες στη διαχείριση των Τουρκοκυπριακών περιουσιών, όπως η παρούσα, εμπίπτουν, σύμφωνα με τη νομολογία, στο πεδίο του δημοσίου δικαίου στο μέτρο που αποσκοπούν στην ικανοποίηση δημοσίων αναγκών (βλ. Σπύρου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2006) 3 Α.Α.Δ. 87, Κολοκάσης v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 373 και τις παρατηρήσεις του Εφετείου στη Σαβεριάδης v. Γενικού Εισαγγελέα (πιο πάνω)).
Προχωρώ τώρα να εξετάσω την ουσία των προβαλλόμενων λόγων ακύρωσης.
Οι δικαστικές αποφάσεις, ιδίως η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την οποία γίνεται λόγος στην επίδικη επιστολή της Υπηρεσίας Διαχείρισης Τ/κ Περιουσιών και τα όσα επισημάνθηκαν σ' αυτή, όπως και η παράλληλη διεκδίκηση του σχολείου από την Εφορεία και κατ' επέκταση από το Υπουργείο Παιδείας για σκοπούς απρόσκοπτης συνέχισης της λειτουργίας ενός δημόσιου εκπαιδευτικού ιδρύματος στο οποίο φοιτούσε μεγάλος αριθμός παιδιών εκτοπισμένων, δεν ήταν άσχετοι παράγοντες και ορθώς ελήφθησαν υπόψη κατά την άσκηση των εξουσιών του Κηδεμόνα.
Σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 139/1991:
"Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κατά τη διαχείριση των τουρκοκυπριακών περιουσιών και την άσκηση των αρμοδιοτήτων που του χορηγούνται με τον παρόντα Νόμο, ο Κηδεμόνας θα έχει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που θα είχε ο Τουρκοκύπριος Ιδιοκτήτης τους:
Νοείται ότι, παρά την τροποποίηση του βασικού Νόμου με τον παρόντα Νόμο, όλες οι πράξεις ή αποφάσεις οι οποίες έγιναν ή λήφθηκαν από τον Κηδεμόνα, σύμφωνα με το βασικό νόμο, θεωρούνται ότι έγιναν ή λήφθηκαν νόμιμα."
Σύμφωνα με το άρθρο 6Γ του Νόμου, «σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνο όπου τούτο εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον», προβλέπεται εξουσία του Κηδεμόνα για σύναψη συμβάσεων για την εκμίσθωση ή παραχώρηση άδειας χρήσης τουρκοκυπριακής ακίνητης ιδιοκτησίας στην Κυβέρνηση της Δημοκρατίας, σε οργανισμούς δημόσιας ωφέλειας και σε αρχές τοπικής διοίκησης δυνάμει των οποίων να επιτρέπεται η χρησιμοποίηση ή και κατοχή της ιδιοκτησίας, κατά τρόπο και υπό όρους που κατά την κρίση του Κηδεμόνα εξυπηρετούν τόσο το εν λόγω δημόσιο συμφέρον όσο και τους σκοπούς του Νόμου.
Το άρθρο 7 του ίδιου Νόμου προνοεί ότι ο Κηδεμόνας κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του με βάση τον παρόντα Νόμο, «θα μεριμνά για την εξυπηρέτηση των αναγκών των προσφύγων παράλληλα με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ιδιοκτητών των εν λόγω περιουσιών με βάση καθορισμένα κριτήρια».
Απορρίπτοντας το διάβημα του αιτητή να παραχωρηθεί σ' αυτόν το επίδικο ακίνητο, ο Κηδεμόνας είχε υπόψη του τις απόψεις του αιτητή, τις θέσεις της Εφορείας και του Υπουργείου Παιδείας και την εισήγηση της Υπηρεσίας του.
Ως εκ τούτου, βρίσκω ότι η έρευνα ήταν επαρκής και η αιτιολογία συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Συνεπώς, κρίνω ότι το αίτημα του αιτητή έτυχε της δέουσας εξέτασης στα πλαίσια της οποίας λήφθηκαν υπόψη όλες οι σχετικές παράμετροι.
Ο αιτητής παραπονείται επίσης, όπως έχω ήδη αναφέρει, για προσχεδιασμένη απόφαση και εκδικητική στάση των αρχών απέναντί του. Κατ' αρχήν, θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι υποχρέωση του Κηδεμόνα να παραχωρήσει το ακίνητο στον αιτητή δεν υπάρχει με βάση το Νόμο. Ανεξάρτητα όμως τούτου, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός του αιτητή, δεν έχει τεκμηριωθεί με την απαιτούμενη βεβαιότητα είτε από τα στοιχεία των φακέλων είτε με ασφαλή συμπεράσματα που μπορεί να συναχθούν από την ύπαρξη τέτοιων στοιχείων. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η έγερση τέτοιων ισχυρισμών προϋποθέτει, σύμφωνα με τη νομολογία, και την ανάλογη μαρτυρία για την απόδειξή τους. (Βλ. Ιακωβίδης v. Ε.Δ.Υ. (1997) 3 Α.Α.Δ. 28, Πετρίδου v. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 636).
Αναφορικά με τα παράπονα του αιτητή για παράνομη χρήση του κτιρίου από την Εφορεία και για ανεπάρκεια του μισθώματος που καθορίστηκε (κατόπιν πρότασης της Υπηρεσίας στον Έπαρχο) για την παραχώρηση του, περιορίζομαι στην επισήμανση ότι αυτά άπτονται θεμάτων που δεν μπορούν να εξεταστούν στην παρούσα διαδικασία και συνεπώς οι σχετικές εισηγήσεις του αιτητή, όπως πολύ ορθά επισημαίνεται από τη δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης. Ο αναθεωρητικός έλεγχος στη κρινόμενη περίπτωση περιορίζεται στο χειρισμό του αιτήματος του αιτητή και στην εν τέλει απόρριψη του, σε σχέση με την οποία δεν έχει τεκμηριωθεί οποιοσδήποτε λόγος ακυρότητας.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται με έξοδα €1.350 υπέρ των καθ'ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ