ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D240
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 758/2010)
2 Απριλίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΣΠΡΟΦΤΑΣ,
Αιτητής,
ν.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Καθ'ου η αίτηση.
Κ. Γεωργιάδου (κα), για τον Αιτητή.
Μ. Ιεροκηπιώτου (κα), για Α. Τριανταφυλλίδη, για τον Καθ'ου η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής προσλήφθηκε στην υπηρεσία του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας (στο εξής «το Συμβούλιο»), στις 17/2/1980 ως έκτακτος υδραυλικός.
Από την 1/2/1981 εντάχθηκε στο τακτικό προσωπικό του Συμβουλίου και από 1/7/1983 ως μηνιαίος Τεχνίτης, προήχθη δε από 1/1/1991 στη θέση του Επιστάτη και από 1/5/2005 στη θέση του Βοηθού Αρχιεπιστάτη.
Πριν από την πρόσληψή του στο Συμβούλιο, ο αιτητής εργάστηκε ως ωρομίσθιος κυβερνητικός εργάτης (υδραυλικός), στο Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων από 16/2/1972 μέχρι 16/2/1980.
Με επιστολή του ημερομηνίας 28/2/2006, προς το Διευθυντή του Συμβουλίου, ο αιτητής ζήτησε όπως η πιο πάνω περίοδος της εργασίας του στο Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, αναγνωριστεί από το Συμβούλιο ως χρόνος συνολικής υπηρεσίας για συνταξιοδοτικούς σκοπούς.
Το αίτημα του απορρίφθηκε από το Συμβούλιο στις 21/6/2006 γιατί, όπως του υποδείχθηκε στη σχετική επιστολή του Διευθυντή ημερομηνίας 19/4/2006, «η Υπηρεσία ως Τακτικός Ωρομίσθιος του Κυβερνητικού Προσωπικού δεν θεωρείται ως υπάλληλος που υπηρετεί στη Δημόσια Υπηρεσία».
Ο αιτητής προσέβαλε την απόφαση με την υπ' αριθμό 1124/2006 προσφυγή η οποία, απορρίφθηκε στις 16/1/2007 ως άνευ αντικειμένου, αφού στο μεταξύ, στις 14/11/2006 το Συμβούλιο ανακάλεσε την επιστολή της 19/4/2006, αλλά επαναβεβαίωσε τη θέση του, της 21/6/2006 για απόρριψη του αιτήματος.
Ακολούθησε νέα επιστολή του αιτητή, ημερομηνίας 28/1/2007 με την οποία επανέφερε το αίτημα του και απορριπτική απάντηση του Διευθυντή ημερομηνίας 30/1/2007 με παραπομπή στην απόφαση του Συμβουλίου της 14/11/2006.
Η απόφαση αμφισβητήθηκε εκ νέου με προσφυγή η οποία εξετάστηκε επί της ουσίας και απορρίφθηκε (Βλ. Χαράλαμπος Ασπρόφτας v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, Υπόθεση Αρ. 400/2007, ημερομηνίας 26/5/2008). H Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 87/2008 με την οποία αμφισβητήθηκε η πρωτόδικη απόφαση απορρίφθηκε, λόγω μη προώθησης της, στις 16/10/2009.
Το ζήτημα επανήλθε στο προσκήνιο με επιστολή των δικηγόρων του αιτητή, προς το Συμβούλιο ημερομηνίας 11/2/2010 και κατ' επίκληση του κατ' ισχυρισμό δεδικασμένου της πρωτόδικης απόφασης Ιωσήφ Μάρκου Ιωσήφ, Διαχειριστή της Περιουσίας του Αποβιώσαντος Μάρκου Ιωσήφ v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, Υπόθεση Αρ. 26/2009, ημερομηνίας 3/12/2009, η οποία αφορούσε παρόμοιο αίτημα άλλου υπαλλήλου του Συμβουλίου, που, κατά το Δικαστήριο, καλυπτόταν από το σχετικό Κανονισμό 15(1)(α) των περί Υδατοπρομηθείας (Δημοτικές και άλλες Παροχές) (Συντάξεις και Φιλοδωρήματα) Κανονισμών του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας (Κ.Δ.Π. 78/96) και ως εκ τούτου, κρίθηκε ότι κακώς είχε απορριφθεί.
Το θέμα απασχόλησε εκ νέου το Συμβούλιο στη συνεδρία του, της 12/3/2010, κατά την οποία αποφασίστηκε, υπό το φως σχετικής γνωμάτευσης των Νομικών Συμβούλων του, ότι η πιο πάνω απόφαση δεν συνιστούσε δεσμευτικό προηγούμενο για την περίπτωση του αιτητή και ως εκ τούτου το αίτημα του θα έπρεπε να απορριφθεί.
Η απόφαση κοινοποιήθηκε στους δικηγόρους του αιτητή με την ακόλουθη επιστολή της δικηγόρου του Συμβουλίου, ημερομηνίας 21/4/2010:
"Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας ενημερώνω ότι το Συμβούλιο κατά τη συνεδρία του ημερ. 12/3/2010 αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα του πελάτη σας για αναγνώριση της προϋπηρεσίας του ως Ωρομίσθιος Κυβερνητικός Εργάτης για σκοπούς υπολογισμού των συνταξιοδοτικών του ωφελημάτων, καθ' ότι η απόφαση Ιωσήφ Μ Ιωσήφ v. ΣΥΛ, υπόθεση αρ. 26/09, ημερ. 3 Δεκεμβρίου 2009 δεν δεσμεύει το Συμβούλιο σχετικά με την περίπτωση του Χαράλαμπου Ασπρόφτα. Εν πάση περιπτώσει ο αιτητής δεν προώθησε την έφεση εναντίον της απόφασης που τον αφορούσε και ως εκ τούτου κωλύεται να ζητεί επανεξέταση του αιτήματος του."
Αντιδρώντας ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή, στα πλαίσια της οποίας προβάλλονται διάφοροι λόγοι ακυρότητας. Σ' αυτούς περιλαμβάνονται ισχυρισμοί για παραβίαση του άρθρου 28 του Συντάγματος και της αρχής της χρηστής διοίκησης, για έλλειψη δέουσας έρευνας και πλάνη περί τα πράγματα, για ανεπαρκή αιτιολογία και τέλος, για εσφαλμένη ερμηνεία των κανονισμών της Κ.Δ.Π. 78/96.
Πρόσθετα και με τη μορφή προδικαστικής ένστασης, το Συμβούλιο προβάλλει τον ισχυρισμό ότι με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται απόφαση μη εκτελεστή, αλλά βεβαιωτική προγενέστερης και πιο συγκεκριμένα της απόφασης του Συμβουλίου ημερομηνίας 14/11/2006 με την οποία είχε απορριφθεί η αξίωση του αιτητή.
Στον αντίποδα ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εκτελεστή γιατί προέκυψε μετά από νέα έρευνα και πάνω στη βάση νέων στοιχείων, ήτοι της απόφασης του Δικαστηρίου στην Προσφυγή αρ. 26/2009 - Ιωσήφ Μάρκου Ιωσήφ (πιο πάνω), την οποία σαφώς και έλαβαν υπόψη οι καθ'ων η αίτηση, αφού σημείωσαν ότι δεν ήταν δεσμευτική γι' αυτούς και αποφάσισαν εν συνεχεία την απόρριψη του αιτήματος του.
Όπως έχει νομολογηθεί, οι βεβαιωτικές πράξεις στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και είναι ανεπίδεκτες προσβολής με αίτηση ακυρώσεως.
Μια απόφαση θεωρείται βεβαιωτική προγενέστερης πράξης όταν εκδίδεται από την ίδια αρχή, απευθύνεται στο ίδιο πρόσωπο, σκοπεί στη ρύθμιση της ίδιας σχέσης, εδράζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση με προεκδοθείσα πράξη και παράγει ταυτόσημα με αυτή νομικά αποτελέσματα.
Επίσης, βεβαιωτική είναι η πράξη που δηλώνει απλή εμμονή της διοίκησης σε προηγούμενη πράξη, έστω κι αν δεν επαναλαμβάνει το περιεχόμενο της. (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 240, Pieris v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 1054, Larkos v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 2189, Θαλασσινός v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 364, Ζίττης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394 και Σαββίδης v. E.T.E.K. (2003) 3 A.A.Δ. 208).
H εισήγηση του αιτητή ότι η έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου στην υπόθεση Ιωσήφ Μάρκου Ιωσήφ (πιο πάνω), που δόθηκε στις 3/12/2009, συνιστούσε νέο στοιχείο, υπό το πρίσμα του οποίου διεξήχθη νέα έρευνα, με κατάληξη νέα εκτελεστή απόφαση του Συμβουλίου στις 12/3/2010, δεν ευσταθεί.
Σημειώνεται αφενός πως με την πιο πάνω απόφαση δεν έχει δημιουργηθεί δεδικασμένο (inter partes) σε σχέση με τον αιτητή και αφετέρου ότι σύμφωνα με την πάγια επί του θέματος νομολογία, όταν μια διοικητική πράξη δεν προσβληθεί εγκαίρως, το γεγονός της ακύρωσης μιας όμοιας πράξης από το Δικαστήριο δε δημιουργεί υποχρέωση στη διοίκηση να επανεξετάσει την πρώτη, ούτε και η απόφαση του Δικαστηρίου συνιστά νέο στοιχείο που να οδηγεί σε νέα έρευνα της υπόθεσης και έκδοση νέας εκτελεστής πράξης (Βλ. Kefalas v. Republic (1972) 3 C.L.R. 225, Zambakides v. Republic (1982) 3 C.L.R. 1017, Ioannou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1661, Η Δράση και ο Έλεγχος της Δημόσιας Διοίκησης, 2η έκδοση, σελ. 132, υπό Nίκου Χρ. Xαραλάμπους).
Στην παρούσα περίπτωση είναι προφανές ότι με την επιστολή των δικηγόρων του αιτητή, ημερομηνίας 11/2/2010 δεν δόθηκαν νέα πραγματικά στοιχεία ικανά να προσδώσουν εκτελεστό χαρακτήρα στη νεώτερη απόφαση του της 12/3/2010, η οποία απλά επιβεβαιώνει την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων, όπως αυτή διαμορφώθηκε με την απόφαση του Συμβουλίου για απόρριψη του αιτήματος ημερομηνίας 14/11/2006. Με άλλα λόγια, η απόφαση της 12/3/2010 δεν αποτελεί παρά μόνο απλή επιβεβαίωση της παλαιότερης απορριπτικής του ιδίου αιτήματος πράξεως. Ως εκ τούτου, στερείται εκτελεστότητας και επομένως απαράδεκτα προσβάλλεται. Συνεπώς η προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει.
Η πιο πάνω κατάληξη μου σφραγίζει και τη μοίρα της προσφυγής σ' αυτό το προδικαστικό στάδιο. Η προσφυγή ως αποτέλεσμα, απορρίπτεται, με έξοδα €1.350, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του Συμβουλίου.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ