ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
HADJICONSTANTINOU AND OTHERS ν. REPUBLIC (1984) 3 CLR 319
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΗ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 1641/2010, 4 Απριλίου 2012
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΗ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 1641/2010 , 31/10/2012
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
Ν. 1/1990 - Ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1990
Ν. 223(I)/2004 - Ο περί Απολαβών των Κρατικών Υπαλλήλων Νόμος του 2003
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 770/2012)
28 Νοεμβρίου, 2013
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΥΓΕΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Μ. Σπανού (κα), για τον Αιτητή.
Μ. Φράγκου (κα) για Α. Ευαγγέλου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:-
Η θεραπεία
Ο αιτητής διορίστηκε στη μόνιμη θέση Διευθυντή στον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας, κλίμακα Α15, από 1.11.2007. Προσβάλλει την απόρριψη από τους καθ' ων η αίτηση του αιτήματός του για τοποθέτησή του σε βαθμίδα που να αντιστοιχεί με τη μισθοδοσία του κατά το χρόνο αφυπηρέτησής του από τη δημόσια υπηρεσία. Ζητά επίσης την κήρυξη ως παράνομης της παράλειψης των καθ' ων η αίτηση να προβούν στην τέτοια τοποθέτησή του.
Τα γεγονότα
Ο αιτητής, πριν το διορισμό του στην πιο πάνω θέση, υπηρετούσε στη δημόσια υπηρεσία στη θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Κλίμακα Α14 συν 2 στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού και η αίτηση για αφυπηρέτηση από 1.11.2007 την οποία υπέβαλε ενόψει ακριβώς του πιο πάνω διορισμού, εγκρίθηκε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας.
Οι όροι υπηρεσίας, οι οποίοι επισυνάφθηκαν στην επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερ. 9.10.2007 με την οποία προσφερόταν στον αιτητή διορισμός στην εν λόγω θέση, περιλάμβαναν και το μισθό της θέσης μαζί με τις βαθμίδες της κλίμακας Α15. Το ίδιο και η επιστολή ημερ. 10.10.2007 για τον εν τέλει διορισμό του αιτητή στη θέση, η οποία ακολούθησε την αποδοχή από μέρους του αιτητή.
Με επιστολή του ημερ. 3.3.2008 ο αιτητής ζήτησε να τοποθετηθεί σε σημείο της κλίμακας Α15, αντίστοιχο της μισθοδοσίας που λάμβανε κατά την υπηρεσία του στο δημόσιο.
Κατόπιν ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Στέλλα Μουστάκα Πλέιπελ κ.α. ν. ΟΑΥ, Προσφυγές αρ. 1697/2007 κ.α., ημερ. 8.8.2009), ο διορισμός του αιτητή στην πιο πάνω θέση ακυρώθηκε και ο αιτητής επαναδιορίστηκε αναδρομικά με απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερ. 28.9.2009. Ο αιτητής ενημερώθηκε για την εν λόγω απόφαση με επιστολή ημερ. 29.9.2009, στην οποία επισυνάπτονταν εκ νέου οι όροι υπηρεσίας και ο μισθός της θέσης μαζί με τις βαθμίδες της κλίμακας Α15. Με επιστολή ίδιας ημερομηνίας, ο αιτητής αποδέχθηκε την προσφορά για διορισμό.
Με νέα επιστολή ημερ. 20.4.2010, ο αιτητής, επικαλούμενος το άρθρο 53 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90, και την ακολουθητέα πρακτική για διατήρηση της μισθοδοσίας υπαλλήλων οργανισμών δημοσίου δικαίου που διορίζονται σε θέσεις στη δημόσια υπηρεσία, ζήτησε και πάλι εξέταση του αιτήματός του για τοποθέτηση σε σημείο της κλίμακας Α15. Ζητήθηκε η γνώμη του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών με κοινοποίηση στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού. Το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, με επιστολή ημερ. 2.5.2011 ενημέρωσε το Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού πως η μισθοδοτική τοποθέτηση μόνιμων υπαλλήλων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου οι οποίοι διορίζονται χωρίς διακοπή στην απασχόληση τους σε δημόσιες θέσεις γίνεται κατ' αναλογία των όσων ισχύουν στην περίπτωση των μονίμων δημόσιων υπαλλήλων που διορίζονται σε άλλες δημόσιες θέσεις και ότι εναπόκειται στο Συμβούλιο του Οργανισμού αν θα υιοθετήσει την ίδια πρακτική για τους υπαλλήλους που διορίζονται στον Οργανισμό χωρίς διακοπή στην απασχόληση τους από δημόσια θέση.
Στη συνεδρία του ημερ. 26.5.2011 το Διοικητικό Συμβούλιο των καθ' ων η αίτηση αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος του αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 7.6.2011.
Ο αιτητής με νέα επιστολή του ημερ. 15.6.2011 ζήτησε την επανεξέταση της εν λόγω απόφασης επικαλούμενος τον περί Απολαβών των Κρατικών Υπαλλήλων Νόμο του 2004 και το προσχέδιο των Κανονισμών του Οργανισμού. Στις 23.6.2011 το Συμβούλιο των καθ' ων η αίτηση αποφάσισε να ζητηθεί νομική συμβουλή για το πιο πάνω αίτημα. Οι νομικοί σύμβουλοι των καθ' ων η αίτηση με επιστολή ημερ. 27.11.2011 τους συμβούλευσαν όπως εγκρίνουν το αίτημα για μισθολογική τοποθέτηση. Λόγω της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε, ο αιτητής με επιστολή του ημερ. 20.1.2012 ζήτησε όπως τύχει απάντησης στο αίτημά του.
Εκ νέου εξέταση του αιτήματος από τους καθ' ων η αίτηση στις 9.2.2012 οδήγησε στην απόρριψή του, ως ακολούθως:-
«Ο Πρόεδρος ενημέρωσε το Συμβούλιο ότι οι Νομικοί Σύμβουλοι του Οργανισμού επανεξέτασαν το θέμα της μισθολογικής τοποθέτησης του κ. Γεωργιάδη και ενόψει νέων στοιχείων που προέκυψαν συνέστησαν όπως το Συμβούλιο απορρίψει το αίτημα του κ. Γεωργιάδη. Ακολούθησε συζήτηση για το θέμα και στο τέλος αποφασίσθηκε όπως υιοθετηθεί η πρόταση των Νομικών Συμβούλων για απόρριψη του αιτήματος. Επίσης αποφασίσθηκε με πλειοψηφία (8-1) όπως αποσταλεί επιστολή στον κ. Γεωργιάδη η οποία να τον πληροφορεί για τη νέα απόφαση του Συμβουλίου».
Ο αιτητής ενημερώθηκε σχετικά με επιστολή ημερ. 29.2.2012 και αυτή αποτελεί την προσβαλλόμενη πράξη.
Η προδικαστική ένσταση
Οι δικηγόροι των καθ' ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση ως προς το έννομο συμφέρον του αιτητή να προσβάλει την επίδικη απόφαση ενόψει της ανεπιφύλακτης αποδοχής της προσφοράς διορισμού του στην εν λόγω θέση στη βάση των όρων υπηρεσίας που του στάληκαν με την επιστολή ημερ. 9.10.2007. Ο δε αιτητής λάμβανε το μισθό του ανεπιφύλακτα τόσο πριν όσο και μετά τον επαναδιορισμό του.
Η δικηγόρος του αιτητή δεν αμφισβητεί πως ο αιτητής είχε ενημερωθεί εξ αρχής για τους όρους υπηρεσίας της θέσης. Εκείνο, όμως, που επισημαίνει, είναι την άγνοιά του ως προς τη βαθμίδα της Κλίμακας Α15 στην οποία τελικά θα τοποθετείτο. Επ' αυτού, οι δικηγόροι των καθ' ων η αίτηση εισηγούνται πως ο αιτητής όφειλε να προσβάλει την επίδικη πράξη εντός των πρώτων 75 ημερών από την ημέρα που του καταβλήθηκε ο πρώτος του μισθός (Hadjiconstantinou and Others v. Republic (1984) 3CLR 319, Γιώργος Χριστοφή ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθεση αρ. 1641/2010, ημερ. 4.4.2012).
Από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου προκύπτει πως η διαμαρτυρία του αιτητή ήταν αρχικά προφορική. Η δικηγόρος του αιτητή παραπέμπει σε επιστολή του Προέδρου των καθ' ων η αίτηση ημερ. 8.8.2011 προς τους νομικούς συμβούλους τους (ερ. 94 στον Προσωπικό Φάκελο του αιτητή, Τεκμήριο 2) με την οποία ζητείτο γνωμάτευση για το επίδικο θέμα και στην οποία καταγραφόταν πως ο αιτητής «με το διορισμό του, με προφορικές αναφορές κατ' αρχήν και στη συνέχεια με επιστολή του ημερομηνίας 3 Μαρτίου 2008 . υπέβαλε αίτημα όπως τοποθετηθεί σε σημείο της κλίμακας της θέσης στην οποία διορίστηκε που να αντιστοιχεί με τη μισθοδοσία που έπαιρνε όταν αφυπηρέτησε από τη δημόσια υπηρεσία και ζήτησε όπως το θέμα τεθεί ενώπιον του Συμβουλίου .».
Η αρχική γνωμάτευση των νομικών συμβούλων των καθ' ων η αίτηση ήταν υπέρ της έγκρισης του αιτήματος στη βάση των προνοιών των άρθρων 2 και 3 του περί Απολαβών των Κρατικών Υπαλλήλων Νόμου του 2004 (Ν. 223(Ι)/2004).
Οι καθ' ων η αίτηση δεν σχολιάζουν την πιο πάνω επιστολή. Δέχομαι τη θέση της δικηγόρου του αιτητή πως η αποδοχή του διορισμού του, όπως προκύπτει από τα ενώπιον του Δικαστηρίου τεθέντα, δεν ήταν ποτέ ανεπιφύλακτη. Εξάλλου, προσβαλλόμενη είναι η απόφαση τής 29.2.2012 απορρίπτουσα το αίτημα και η προσφυγή είναι εντός των, κατόπιν αυτής, 75 ημερών που ασκήθηκε. Δεν θα μπορούσε ευλόγως να θεωρηθεί πως ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει εκτελεστή διοικητική πράξη η οποία εκδόθηκε κατόπιν εξέτασης νέων στοιχείων, όπως οι ίδιοι οι καθ' ων η αίτηση καταγράφουν στην προσβαλλόμενη απόφαση, ως κατάληξη της διερεύνησης του αιτήματος αποτελούσα την τελική διοικητική τοποθέτηση επί των διαμαρτυριών του. Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί και ως εκ τούτου απορρίπτεται.
Οι λόγοι ακύρωσης
Οι νομικοί ισχυρισμοί οι οποίοι προβάλλονται από τους δικηγόρους του αιτητή συνοψίζονται στα ακόλουθα:-
1. Παράβαση και/ή εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 3 του Ν. 223(Ι)/2004
Ο αιτητής επικαλείται τις πρόνοιες του Νόμου 223(Ι)/2004 για να ισχυριστεί πως είναι «πρόσωπο που κατέχει θέση στην κρατική υπηρεσία» ενώ η υπηρεσία του είναι κρατική, εφόσον είναι υπηρεσία σε θέση «αναφορικά με την οποία γίνεται ειδική πρόνοια με νόμο» και ειδικότερα τον περί Προϋπολογισμού του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας Νόμο του 2007 (Ν. 4(ΙΙ)/2007). Συνεπώς, κατά τον ισχυρισμό, η μισθοδοτική τοποθέτηση του αιτητή κατά το διορισμό του στους καθ' ων η αίτηση έπρεπε να είχε γίνει βάσει των ισχυόντων στη δημόσια υπηρεσία για τους δημόσιους υπαλλήλους ώστε να τοποθετείτο στην ίδια κλίμακα με αυτή που κατείχε στη δημόσια υπηρεσία αμέσως πριν το διορισμό του στους καθ' ων η αίτηση.
2. Παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης - παράνομη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας - κατάχρηση εξουσίας
Ο αιτητής ισχυρίζεται πως η εφαρμογή των ισχυόντων στη δημόσια υπηρεσία δεν επιβαλλόταν μόνο από το Ν. 223(Ι)/2004 αλλά και από τους Κανονισμούς που οι ίδιοι οι καθ' ων η αίτηση ενέκριναν και προωθήθηκαν για έγκριση στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Ειδικότερα, ο Καν. 29 των Κανονισμών του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας, οι οποίοι δεν έχουν ψηφιστεί ακόμη, προβλέπει ότι:-
«29. Οτιδήποτε δεν προβλέπεται στους παρόντες Κανονισμούς και μέχρι την ειδική ρύθμιση του από τον Οργανισμό θα εφαρμόζονται κατά το δυνατό τηρουμένων των αναλογιών οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις που ισχύουν στη Δημόσια Υπηρεσία».
Εφόσον, σύμφωνα με τον αιτητή, το θέμα της τοποθέτησης των υπαλλήλων που αφυπηρετούν από τη δημόσια υπηρεσία για να διοριστούν στους καθ' ων η αίτηση δεν τυγχάνει ειδικής ρύθμισης στους εν λόγω Κανονισμούς, το θέμα εμπίπτει στον Καν. 29 και άρα θα έπρεπε να εφαρμόζονται τα ισχύοντα στη δημόσια υπηρεσία. Κατά παράβαση, όμως, των αρχών της χρηστής διοίκησης και ιδιαίτερα των άρθρων 50 και 51 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), στην περίπτωση του αιτητή αγνοήθηκαν τα ισχύοντα στη δημόσια υπηρεσία. Χωρίς νόμιμη αιτιολογία και μάλιστα αντίθετα με γνωμοδότηση που έλαβαν από τους νομικούς τους συμβούλους, οι καθ' ων η αίτηση απέρριψαν το αίτημα του αιτητή.
3. Παράβαση του Άρθρου 28 του Συντάγματος, της αρχής της ισότητας και της ίσης μεταχείρισης
Είναι η θέση του αιτητή πως η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά άνιση μεταχείρισή του έναντι τόσο των δημοσίων υπαλλήλων που καταλαμβάνουν άλλη θέση στη δημόσια υπηρεσία όσο και έναντι των υπαλλήλων νομικών προσώπων ή οργανισμών δημοσίου δικαίου και των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης που καταλαμβάνουν θέση στη δημόσια υπηρεσία. Και αυτό επειδή, όλοι οι πιο πάνω αναφερόμενοι, τοποθετούνται μισθοδοτικά σε τέτοια βαθμίδα της μισθολογικής κλίμακας που εξασφαλίζει ότι θα λαμβάνουν τον ίδιο μισθό που ελάμβαναν αμέσως πριν το νέο διορισμό τους, όπως συμβαίνει στην περίπτωση δημοσίων υπαλλήλων που διορίζονται σε άλλη θέση στη δημόσια υπηρεσία, σύμφωνα με τον Καν. 8(δ) των ΚΔΠ 175/95.
4. Έλλειψη αιτιολογίας - Πλάνη περί το νόμο και/ή περί τα πράγματα.
Ο αιτητής στηρίζει τον ισχυρισμό περί έλλειψης αιτιολογίας και νομική ή πραγματική πλάνη στο γεγονός ότι, ενώ η προσβαλλόμενη απόφαση σύμφωνα με τα σχετικά πρακτικά στηρίχθηκε σε νέα γνωμάτευση των νομικών συμβούλων των καθ' ων η αίτηση, εντούτοις στο φάκελο δεν υπάρχει τέτοια γνωμάτευση. Ούτε συναφώς καταγράφονται οι λόγοι στους οποίους στηρίχθηκε η επικαλούμενη γνωμάτευση των νομικών συμβούλων για απόρριψη του επίδικου αιτήματος. Εγείρεται συνεπώς η πιθανότητα πλάνης, δηλαδή να μην δόθηκε ποτέ τέτοια γνωμάτευση ή αν δόθηκε προφορικά να παρερμηνεύθηκε ή να ήταν λανθασμένη.
Οι δικηγόροι των καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αιτιολογημένη ενώ δεν λήφθηκε υπό πλάνη. Οι καθ' ων η αίτηση έχουν δικαίωμα να προβαίνουν σε κάθε είδους έρευνα, ακόμη και προφορική προτού αποφασίσουν πώς θα χειριστούν τα θέματα που τίθενται ενώπιόν τους. Εν προκειμένω, η νέα γνωμάτευση των νομικών συμβούλων των καθ' ων η αίτηση δόθηκε προφορικά προς τον ίδιο τον Πρόεδρο, ο οποίος την παρουσίασε στο Συμβούλιο.
Η κατάληξη
Πρώτος θα εξεταστεί ο ισχυρισμός περί παραβίασης των προνοιών του Ν. 223(Ι)/2004.
Το άρθρο 3 του Νόμου προβλέπει:-
«Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμού, ο οποίος ρυθμίζει θέματα που αφορούν:
(α) Τη μισθοδοτική τοποθέτηση κρατικού υπαλλήλου που διορίζεται, προάγεται ή αποσπάται. και
(β) τον τρόπο αναπροσαρμογής του μισθού κρατικού υπαλλήλου, του οποίου η θέση αναβαθμίζεται ή υποβαθμίζεται συνεπεία αναθεώρησης μισθών ή αναδιοργάνωσης.
εφαρμόζονται για τα θέματα αυτά, σε σχέση με τους κρατικούς υπαλλήλους, τα ισχύοντα στη δημόσια υπηρεσία για τους δημόσιους υπαλλήλους, όπως αυτά διαλαμβάνονται στους περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμους και στους Νόμους που τους τροποποιούν ή τους αντικαθιστούν, καθώς και στους εκάστοτε ισχύοντες με βάση τους Νόμους αυτούς, Κανονισμούς».
Το άρθρο 2 του Νόμου ορίζει πως «κρατικός υπάλληλος» σημαίνει «πρόσωπο που κατέχει θέση στην κρατική υπηρεσία» ενώ «κρατική υπηρεσία» περιλαμβάνει «υπηρεσία σε οποιαδήποτε θέση αναφορικά με την οποία γίνεται ειδική πρόνοια με νόμο».
Δεν αμφισβητείται από τους καθ' ων η αίτηση πως η δημιουργία της θέσης του αιτητή προβλεπόταν ειδικά στον περί Προϋπολογισμού του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας Ν. 4(ΙΙ)/2007.
Συνεπώς, ενόψει του ότι ο αιτητής διορίστηκε στη θέση Διευθυντή, τότε στη βάση του πιο πάνω άρθρου 2 του Νόμου θεωρείται «κρατικός υπάλληλος» με αποτέλεσμα να ισχύουν και στην περίπτωσή του τα ισχύοντα στη δημόσια υπηρεσία, όπως προβλέπει το άρθρο 3. Ως εκ τούτου, καθίστανται συναφείς με το επίδικο αίτημα, οι περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Απολαβές, Επιδόματα και Άλλα Οικονομικά Ωφελήματα των Δημοσίων Υπαλλήλων) Κανονισμοί του 1995 (ΚΔΠ 175/95), όχι ως ζήτημα διακριτικής ευχέρειας, καθώς αντιλαμβάνομαι, αλλά ως ζήτημα νομοθετικής υποχρέωσης. Ακριβώς στα πλαίσια αυτά κινήθηκε η ζητηθείσα από τους καθ' ων η αίτηση νομική συμβουλή η οποία δόθηκε στις 27.7.2011.
Η πιο πάνω θετική γνωμάτευση υπάρχει καταχωρημένη στο διοικητικό φάκελο. Παρά ταύτα, οι καθ' ων η αίτηση εξέδωσαν την προσβαλλόμενη απόφαση με αναφορά σε αρνητική γνωμάτευση, μη περιεχόμενη στο φάκελο. Δεν αμφισβητείται η δυνατότητα του διοικητικού οργάνου να προβαίνει σε προφορική διερεύνηση ζητημάτων. Στην απουσία όμως, οποιουδήποτε στοιχείου σχετικού προς την τέτοια προφορική διερεύνηση, όπως εν προκειμένω, αναμένεται από τους καθ' ων η αίτηση να παράσχουν, μέσα από την αιτιολογία της απόφασής τους, τα απαιτούμενα τα οποία θα καθιστούσαν εφικτό το δικαστικό έλεγχο, κάτι που δεν συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση. Ιδίως μάλιστα, όταν η νέα «προφορική γνωμάτευση» βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την προηγούμενη.
Ενόψει της κατάληξης αυτής, η εξέταση των υπολοίπων λόγων ακυρότητας παρέλκει. Θεωρώ όμως, πως τα όσα αναφέρθηκαν από τους δικηγόρους του αιτητή αποτελούν το υπόβαθρο για την αιτούμενη θεραπεία 2.
Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ υπέρ του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(γ) του Συντάγματος. Ό,τι παραλείφθηκε έπρεπε να είχε εκτελεστεί.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ