ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 248/2010)
21 Νοεμβρίου, 2013
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 23 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΥΡΙΛΛΗ ΤΤΑΚΚΑ,
Αιτήτρια,
ν.
ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ:
1. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Δώρα Κωνσταντίνου (κα), για Δρα Κύπρο Χρυσοστομίδη, για την Αιτήτρια.
Ελίτα Γαβριήλ (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής ημερομηνίας 2/11/2009, με την οποία η ιεραρχική προσφυγή της αιτήτριας εναντίον της αρνητικής απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής για να της χορηγήσει πολεοδομική άδεια ανέγερσης οκτώ κατοικιών στο Παραλίμνι απορρίφθηκε.
Η αιτήτρια, ιδιοκτήτρια του τεμαχίου αρ. 96 (χωράφι), Φ/Σχ. 2-296-376, Τμήμα 16, στο Παραλίμνι, υπέβαλε, στις 4/12/2006, την υπ' Αρ. ΑΜΧ/0969/2006 Πολεοδομική Αίτηση, στο Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας Αμμοχώστου, (η «Πολεοδομική Αρχή»), για την εξασφάλιση άδειας για την ανέγερση συγκροτήματος οκτώ κατοικιών, η οποία απορρίφθηκε στις 14/01/2008. ΄Οπως σημειώθηκε στη σχετική αρνητική Γνωστοποίηση, το τεμάχιο δε διέθετε προσπέλαση, που να ικανοποιεί τις πρόνοιες της Εντολής 1/1994 του Υπουργού Εσωτερικών, (ο «Υπουργός»), και, κατ' επέκταση, τις πρόνοιες της παραγράφου 1(γ) της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής. Συγκεκριμένα, υποδείχθηκε, ότι αυτό εφάπτεται δημόσιου πεζόδρομου και όχι δημόσιου δρόμου.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης, η αιτήτρια υπέβαλε, στις 19/02/2008, ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό, υποστηρίζοντας ότι, σύμφωνα με τα κτηματολογικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν με την αίτησή της, υπήρχε δημόσιος δρόμος, προσκείμενος στο τεμάχιο, ο οποίος εξασφάλιζε ικανοποιητική προσπέλαση σε αυτό. Σε μεταγενέστερο στάδιο, πριν από την εκδίκαση της ιεραρχικής προσφυγής, υπέβαλε πρόσθετα στοιχεία.
Παράλληλα, ο Δήμαρχος Παραλιμνίου, (ο «Δήμαρχος»), με γραπτό διάβημά του, ημερομηνίας 25/02/2008, προς την Πολεοδομική Αρχή, υιοθέτησε τις θέσεις της αιτήτριας, προσθέτοντας ότι, με την έκδοση Πολεοδομικής ΄Αδειας εντός του κτήματος Αρ. 96, θα μπορεί να προωθηθεί η υλοποίηση του οδικού δικτύου στη βόρεια πλευρά του, για εξυπηρέτηση και αποσυμφόρηση της ευρύτερης περιοχής.
Το Υπουργείο Εσωτερικών, αφού έλαβε υπόψη του τις διιστάμενες απόψεις των αρμοδίων οργάνων - (Πολεοδομική Αρχή - απόρριψη, Διευθυντής Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως - αποδοχή με προϋποθέσεις και Δήμος Παραλιμνίου - αποδοχή) - και τις θέσεις της αιτήτριας, ετοίμασε Σημείωμα, ημερομηνίας 16/10/2009, (το «Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών), το οποίο υπέβαλε στην Υπουργική Επιτροπή, εισηγούμενο την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής.
Η Υπουργική Επιτροπή, σε συνεδρία της στις 2/11/2009, ενεργώντας δυνάμει του ΄Αρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972, (Ν. 90/72), (όπως έχει τροποποιηθεί), (ο «Νόμος»), αφού εξέτασε τα ενώπιόν της τεθέντα, αποφάσισε ομόφωνα να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή. ΄Εκρινε ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής ήταν ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας, της Δήλωσης Πολιτικής και της Εντολής 1/1994 του Υπουργού.
H αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω απόφαση πάσχει, λόγω πραγματικής και νομικής πλάνης, έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, υπέρβασης εξουσίας, κακής άσκησης διακριτικής ευχέρειας, παραβίασης των αρχών της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης και παραβίασης των ΄Αρθρων 23 και 28 του Συντάγματος. Είναι η θέση της ότι οι καθ' ων η αίτηση τελούσαν υπό καθεστώς πραγματικής πλάνης. Εσφαλμένα, υποστηρίζει, πίστευαν ότι ο Δήμος Παραλιμνίου, ως αρμόδια Δημοτική Αρχή, δεν ενέκρινε, και/ή δε συμφώνησε με την προτεινόμενη πολεοδομική ανάπτυξη. Ενώ, συνεχίζει, στο πρακτικό της Υπουργικής Επιτροπής, αναφέρεται ότι εξετάστηκαν, μεταξύ άλλων, και οι απόψεις του Δήμου Παραλιμνίου, οι οποίες, όπως προκύπτει από τη σχετική επιστολή του Δημάρχου ημερομηνίας 25/02/2008, ήταν θετικές, αυτή δεν έδωσε οποιαδήποτε εξήγηση για τη μη υιοθέτησή τους.
Ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί. Ο Δήμαρχος, με την επιστολή του, εξέφρασε τη θέση του Δήμου Παραλιμνίου, συστήνοντας, ουσιαστικά, την αποδοχή της ιεραρχικής προσφυγής και διευκρινίζοντας ότι το συγκεκριμένο τεμάχιο εφάπτεται εγγεγραμμένου δρόμου επί της Λεωφόρου Πρωταρά Κάβο Γκρέκο, με λωρίδα δημόσιας γης πλάτους 6 μέτρων και διαθέτει ικανοποιητική για το Δήμο προσπέλαση. Πρόσθεσε, μάλιστα, πως, με την έκδοση της άδειας, θα καθίστατο δυνατή η προώθηση της υλοποίησης του οδικού δικτύου στη βόρεια πλευρά του κτήματος, με θετικές επιπτώσεις στην ευρύτερη περιοχή. Ενώπιον, όμως, της Υπουργικής Επιτροπής υπήρχαν και οι απόψεις της, κατ' εξοχήν αρμόδιας για το ζήτημα, Πολεοδομικής Αρχής, οι οποίες παρατέθηκαν στο Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών και με τις οποίες διδόταν μια ολοκληρωμένη εικόνα των δημόσιων δρόμων και πεζόδρομων, με τους οποίους εφάπτονται τα τμήματα του συγκεκριμένου τεμαχίου, με αναφορά σε σχέδια και μελλοντικό επηρεασμό του από την υλοποίηση επεκτάσεων και διευρύνσεων του οδικού δικτύου και κατασκευής δημόσιου χώρου πρασίνου. Η Υπουργική Επιτροπή, ως το αποφασίζον όργανο, αξιολόγησε κατάλληλα όλα τα στοιχεία και τις απόψεις των εμπλεκομένων, προτού καταλήξει στην απόφασή της. Ο Κ. 7 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990, (Κ.Δ.Π. 55/90), (οι «Κανονισμοί»), δεν απαιτεί παράθεση οποιασδήποτε αιτιολογίας κατά τη λήψη της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής - (βλ. Ελένη Ιωαννίδου κ.ά. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 20/09 και 222/09, 22/02/13).
Η αιτήτρια εισηγείται ότι η κατάληξη της Πολεοδομικής Αρχής ότι το τεμάχιό της δε διέθετε ικανοποιητική προσπέλαση, γιατί αυτό εφάπτεται πεζόδρομου και όχι δημόσιου δρόμου, είναι εσφαλμένο και δε δικαιολογείται από τα έγγραφα του φακέλου - (το Πιστοποιητικό ΄Ερευνας Ακίνητης Ιδιοκτησίας του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, ημερομηνίας 1/2/2008, τα τοπογραφικά σχέδια που παρουσιάστηκαν με την αίτησή της, το Τοπικό Σχέδιο Παραλιμνίου, η επιστολή του Δημάρχου ημερομηνίας 25/02/2008 και τα επισυναφθέντα στην ιεραρχική προσφυγή της έγγραφα) - στα οποία σημειώνεται ότι το τεμάχιό της εφάπτεται δημόσιου δρόμου. Τα πιο πάνω έγγραφα, υπέβαλε, δεν εξετάστηκαν, με αποτέλεσμα να απουσιάζει η, υπό τις περιστάσεις, δέουσα έρευνα, γεγονός που συνιστά ουσιώδη πλάνη και καθιστά παράνομη την προσβαλλόμενη απόφαση, κατά τα προβλεπόμενα στο ΄Αρθρο 46 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν.158(Ι)/99).
Ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί. ΄Ολα τα πιο πάνω έγγραφα βρίσκονταν ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής και εξετάστηκαν. Το ΄Αρθρο 45(2) του Ν. 158(Ι)/99 παρέχει εξουσία στο αρμόδιο διοικητικό όργανο να διεξάγει έρευνα μέσω άλλου οργάνου ή προσώπου.
Στην Εντολή 1/1994 του Υπουργού, αναφέρεται ότι ικανοποιητική προσπέλαση θεωρείται δημόσιος δρόμος, εγγεγραμμένος στα βιβλία του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, ο οποίος χρησιμοποιείται απρόσκοπτα και άνετα από οχήματα.
Η Πολεοδομική Αρχή, όπως, ήδη, αναφέρθηκε, ασχολήθηκε λεπτομερώς με το ζήτημα της προσπέλασης και τα σχετικά πορίσματά της σημειώνονται στο Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών.
Η άποψη του Δήμου Παραλιμνίου για το θέμα της προσπέλασης αντανακλούσε, όπως είναι φανερό από το λεκτικό της σχετικής επιστολής, τα κριτήρια της τοπικής Αρχής, που, στην προκείμενη περίπτωση, δεν ενεργούσε είτε ως Πολεοδομική Αρχή είτε ως το αποφασίζον όργανο. Στο Πιστοποιητικό Έρευνας Ακίνητης Ιδιοκτησίας ημερομηνίας 1/02/2008, το οποίο είχε τεθεί ενώπιον της Πολεοδομικής Αρχής κατά την εξέταση της αίτησης - (Παράρτημα 3 στην ένσταση) - σημειώνεται ότι το κτήμα «εφάπτεται εγγεγραμμένου πεζόδρομου/δρόμου όπως προκύπτει από τις άδειες οικοδομής 179/07-10-1991 και 880/03-12-1993 ο οποίος αποτελεί προέκταση του οδικού δικτύου της περιοχής». Κατά την εξέταση της ιεραρχικής προσφυγής, τέθηκε από την αιτήτρια ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής ένα μεταγενέστερο παρόμοιο πιστοποιητικό, ημερομηνίας 20/01/2009, στο οποίο σημειώνεται ότι το κτήμα «εφάπτεται εγγεγραμμένου δημοσίου δρόμου όπως προκύπτει από τις άδειες οικοδομής 179/07-10-1991 και 880/03-12-1993 και τη σχετική επιστολή ημερ. 15/01/09 της Αρμόδιας Αρχής». Η σύνδεση του τεμαχίου με δημόσιο δρόμο ήταν σε γνώση τόσο της Πολεοδομικής Αρχής όσο και της Υπουργικής Επιτροπής. ΄Αλλωστε, αυτό είχε υποδείξει και ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως στις απόψεις του, που συμπεριλήφθηκαν μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία στο Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, διευκρινίζοντας, όμως, τα ακόλουθα:-
«Το υπό ανάπτυξη τεμάχιο συνδέεται με δημόσιο δρόμο, ως δεικνύεται με κόκκινο χρώμα στο τοπογραφικό σχέδιο του Παραρτήματος Δ, ο οποίος όμως στο παρόν στάδιο συνδέεται προσωρινά με εγγεγραμμένο δημόσιο δρόμο μέσω του πεζόδρομου που δεικνύεται με τα σύμβολα Α-Β-Γ και λιλά και μπλε χρώμα στο πιο πάνω σχέδιο.»
Η Πολεοδομική Αρχή, όμως, επεσήμανε ότι η προσπέλαση στο ακίνητο, εφόσον η πρόσβαση προς την ανάπτυξη προτεινόταν μέσω του πεζόδρομου, δεν ήταν ικανοποιητική. Ο πεζόδρομος δεν προσφερόταν για «απρόσκοπτη και άνετη» διέλευση οχημάτων.
Ενόψει των πιο πάνω, θεωρώ ότι η έρευνα που έγινε ήταν επαρκής και η Υπουργική Επιτροπή εύλογα κατέληξε ότι ο λόγος της απόρριψης της αίτησης της αιτήτριας, δηλαδή η έλλειψη ικανοποιητικής προσπέλασης, ήταν ορθός και σύμφωνος με τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας, της Δήλωσης Πολιτικής και της Υπουργικής Εντολής 1/1994.
Η απόφαση για το τι θα συνιστούσε, υπό τις περιστάσεις, ικανοποιητική προσπέλαση αποτελεί κατ' εξοχήν τεχνικό ζήτημα, που δεν ελέγχεται από το Αναθεωρητικό Δικαστήριο - (βλ. Στόρεϋ v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 113). ΄Οπως υποδείχθηκε στη Λάμπρου v. Δημοκρατίας κ.ά. (2009) 3 Α.Α.Δ. 79, (σελ. 90), «Το έργο του Δικαστηρίου εξαντλείται στη διαπίστωση του κατά πόσον οι εφεσίβλητοι - καθ' ων η αίτηση διενήργησαν ή όχι την πρέπουσα έρευνα στρέφοντας την προσοχή τους στο κάθε τι που θα ήταν δυνατόν να ήταν σχετικό. Αντικείμενο της αίτησης ακυρώσεως δεν είναι η αναθεώρηση των εκτιμήσεων ή της διαπίστωσης των πρωτογενών γεγονότων, αλλά η επάρκεια της έρευνας.»
Η αιτήτρια προβάλλει, περαιτέρω, ότι, επειδή οι απόψεις των διάφορων αρμοδίων οργάνων ήταν διιστάμενες, υπήρχε διακριτική ευχέρεια αποδοχής της πολεοδομικής της αίτησης και καθήκον αιτιολόγησης της απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής της.
Ούτε αυτός ο ισχυρισμός ευσταθεί. ΄Οπως αναφέρθηκε, το ΄Αρθρο 31 του Νόμου και ο Κ. 7 των Κανονισμών, που διέπουν το ζήτημα της ιεραρχικής προσφυγής, δεν επιβάλλουν ρητή αιτιολόγηση της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής. ΄Αλλωστε, η αιτιολογία μιας απόφασης δεν είναι απαραίτητο να παρουσιάζεται μόνο στο σώμα της, μπορεί να προκύπτει και από τα στοιχεία του φακέλου - (βλ. Κυριακίδης κ. ά. v. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298).
Στην παρούσα περίπτωση, η απαραίτητη αιτιολογία συνάγεται από το περιεχόμενο του φακέλου και, κυρίως, από το Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, στο οποίο περιέχεται, με κάθε λεπτομέρεια, το ιστορικό της υπόθεσης, οι απόψεις των αρμοδίων Τμημάτων και η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής.
Ισχυρίζεται, επίσης, η αιτήτρια ότι οι καθ' ων η αίτηση, ακόμα και αν θεωρούσαν πως το τεμάχιό της δε διέθετε ικανοποιητική προσπέλαση, έπρεπε να της ζητήσουν, στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης και του ΄Αρθρου 51(1) του Ν. 158(Ι)/99, πρόσθετα στοιχεία και όχι να απορρίψουν την αίτησή της.
Ούτε αυτός ο ισχυρισμός ευσταθεί. ΄Οπως διευκρινίστηκε στη Δημοκρατία v. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191, η αρχή της καλής πίστης αποβλέπει στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία. Δεν υπερφαλαγγίζει, όμως, την αρχή της σύννομης λειτουργίας της διοίκησης, που είναι συνυφασμένη, όπως και κάθε κρατική λειτουργία, με την αρχή του κράτους δικαίου, ούτε προεξοφλεί την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται σε διοικητικό όργανο.
Στην παρούσα υπόθεση, οι πρόνοιες της Εντολής 1/1994 του Υπουργού και, κατ' επέκταση, οι πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής δεν επέτρεπαν την αιτούμενη ανάπτυξη, εφόσον το τεμάχιο δε διέθετε ικανοποιητική προσπέλαση και, συνεπώς, η Διοίκηση δεν είχε άλλη επιλογή από την απόρριψη της αίτησης. ΄Ολα τα επιπρόσθετα στοιχεία και οι θέσεις της αιτήτριας είχαν τεθεί ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής και εξετάστηκαν, προτού αυτή καταλήξει στην απόφασή της.
Τέλος, η αιτήτρια θέτει ζήτημα παραβίασης, από την προσβαλλόμενη απόφαση, των ΄Αρθρων 23 και 28 του Συντάγματος. Ισχυρίζεται ότι αυτή παρεμποδίζει την απόλαυση και αξιοποίηση της ιδιοκτησίας της, η οποία βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα τουριστική περιοχή και ότι η αίτησή της δεν αντιμετωπίστηκε όπως άλλες παρόμοιες αιτήσεις.
΄Εχει νομολογηθεί ότι περιορισμοί της πολεοδομίας δε συνιστούν στέρηση ιδιοκτησίας και ότι το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα ιδιοκτησίας δεν έχει ως επακόλουθο και το απεριόριστο δικαίωμα ανάπτυξής της. ΄Αλλωστε, η πολεοδομία καθορίζεται ρητά από το Σύνταγμα, ως λόγος για τον οποίο μπορούν να επιβληθούν, βάσει του νόμου, περιορισμοί στη χρήση της ιδιοκτησίας - (βλ. Δημητριάδη κ.ά. v. Yπουργ. Συμβουλίου κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 85). Ούτε ο γενικός ισχυρισμός για άνιση μεταχείριση ευσταθεί. Δεν έχουν δοθεί συγκεκριμένα στοιχεία, αλλά ούτε έχει προβληθεί τέτοιος ισχυρισμός κατά την εξέταση της ιεραρχικής προσφυγής.
Εντελώς ανεδαφική είναι και η εισήγηση της αιτήτριας όπως κηρυχθούν άκυρες, στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, Πολεοδομική και Οικοδομική ΄Αδεια που χορηγήθηκαν το 2007 και το 2008, αντίστοιχα, σε κάποιο πρόσωπο, σε σχέση με το τεμάχιο 435, Φ/Σχ. 54/43, στα δημοτικά όρια του Δήμου Γερμασόγειας, για την ανέγερση Μουσικής Σχολής/Ωδείου.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΣΦ, ΜΠ