ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1517/2011)

 

1 Νοεμβρίου, 2013

 

[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

          TATSIANA BALASHEVICH

 

Αιτήτρια,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μεσω TΩΝ

1.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.    διευθυντριασ αρχειου πληθυσμου και μεταναστευσησ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

 

_______________

 

Α. Λάντος, για την Αιτήτρια.

Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.:   H αιτήτρια, η οποία κατάγεται από τη Λευκορωσία αξιώνει ακύρωση της απόφασης της διευθύντριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 10.10.2011, με την οποία απορρίπτεται η αίτηση της για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στην Κυπριακή Δημοκρατία. 

 

Η αιτήτρια αφίχθηκε για πρώτη φορά στην Κύπρο στις 23.6.2002 με σκοπό να εργαστεί ως τραπεζοκόμος σε μπυραρία.  Τις 5.8.2002 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας όπου και της παραχωρήθηκε μέχρι τις 30.11.2002.  Σε κάποιο χρονικό διάστημα αναχώρησε για την πατρίδα της και επανήλθε στις 14.6.2003 οπότε και της παραχωρήθηκε άδεια παραμονής ως επισκέπτρια μέχρι 13.7.2003.  Στις 22.7.2003 υπέβαλε και πάλι αίτηση για συνέχιση της παραμονής της ως επισκέπτρια με σκοπό να τελέσει γάμο με Κύπριο υπήκοο.  Ακολούθως στις 5.8.2003 και πριν εξεταστεί ακόμη η αίτηση της αναχώρησε από την Κύπρο και επανήλθε στις 26.8.2003, οπότε και της παραχωρήθηκε κατά την άφιξη της άδεια παραμονής ως επισκέπτρια μέχρι τις 10.9.2003.  Στις 23.9.2003 αναχώρησε και πάλι από την Κύπρο, ενώ η αίτηση για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής ως επισκέπτρια απορρίφθηκε στις 3.10.2003.  Επανήλθε η αιτήτρια στις 20.12.2003 και της παραχωρήθηκε άδεια παραμονής κατά την άφιξη της μέχρι τις 4.1.2004.  Στις 19.1.2004 ο μέλλοντας σύζυγος της με επιστολή του προς το Τμήμα ζήτησε όπως επιτραπεί στην αιτήτρια να αποταθεί για να της παραχωρηθεί άδεια προσωρινής παραμονής, αίτημα το οποίο εγκρίθηκε οπότε ο ενδιαφερόμενος ενημερώθηκε γραπτώς αυθημερόν.  Στις 23.1.2004 υποβλήθηκε αίτηση και παραχωρήθηκε στην αιτήτρια και πάλι άδεια προσωρινής παραμονής ως επισκέπτριας μέχρι 4.4.2004 με την ένδειξη «Τελική».  Η αιτήτρια αναχώρησε στις 3.4.2004 για τη χώρα της ενώ στις 26.2.2005 εφόσον προηγουμένως εξασφάλισε θεώρηση εισόδου επανήλθε στη Δημοκρατία και της παραχωρήθηκε κατά την άφιξη της άδεια παραμονής ως επισκέπτρια μέχρι 25.5.2005.  Στις 25.5.2005, ημερομηνία λήξης της άδειας προσωρινής παραμονής της, τέλεσε το γάμο της με Κύπριο υπήκοο στο Δημαρχείο Αραδίππου ενώ στις 9.6.2005 υποβλήθηκε αίτηση για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής για να παραμείνει στην Κύπρο ως επισκέπτρια με τον Κύπριο σύζυγο της.  Η άδεια παραχωρήθηκε μέχρι τις 30.1.2007.  Στις 16.1.2007 η αιτήτρια υπέβαλε νέα αίτηση για άδεια προσωρινής παραμονής με σκοπό να εργαστεί ως λογίστρια σε Κυπριακή κατασκευαστική εταιρεία στο Παραλίμνι.  Της παραχωρήθηκε άδεια μέχρι 17.1.2008 η οποία ανανεώθηκε διαδοχικώς μέχρι 28.11.2009.  Στις 8.10.2009 όμως, σύμφωνα με επιστολή του κλιμακίου ΥΑΜ ο Κύπριος σύζυγος της σε κατάθεση του ημερομηνίας 30.9.2009 δήλωνε ότι η σύζυγος του εγκατάλειψε τη συζυγική της εστία.  Στις 9.12.2009 ο ίδιος καταχώρισε αίτηση διαζυγίου: Βρισκόταν ήδη σε διάσταση με την αιτήτρια, από τις 6.5.2009, δήλωσε.

Στις 7.1.2010 η αρμόδια αρχή έκανε δεκτή την αίτηση της για παράταση της άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας. Η αιτήτρια είχε ήδη συμπληρώσει τρία χρόνια γάμου με Κύπριο πολίτη.  Της εκδόθηκε άδεια μέχρι τις 7.1.2011 ενώ κατόπιν σχετικής αίτησης της ανανεώθηκε μέχρι τις 20.12.2011.  Εν τω μεταξύ η αιτήτρια είχε ήδη υποβάλει από τις 5.12.2008 αίτηση για εγγραφή της ως Κύπρια πολίτης λόγω γάμου, η οποία όμως απορρίφθηκε την 1.6.2010 λόγω παράνομης παραμονής.  Για την απορριπτική αυτή απόφαση της Αρχής η αιτήτρια κατέθεσε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο με αρ. 1046/2010. 

 

Στις 28.3.2011 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για απόκτηση του καθεστώτος του Επί Μακρόν Διαμένοντος Νόμου, Νόμος 8(Ι)/2007 (στο εξής «ο Νόμος»).  Η Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης σε συνεδρία της εξέτασε το ζήτημα στις 15.6.2011, αίτημα το οποίο και απορρίφθηκε στις 10.10.2011 όπως κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με σχετική επιστολή.  Ο λόγος, παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία από 28.11.2009 που είχε λήξει η άδεια προσωρινής παραμονής της μέχρι 7.1.2010 οπότε είχε υποβάλει τη νέα αίτηση, περίοδος η οποία εμπίπτει εντός των πέντε ετών πριν την υποβολή της αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 18(Η)(1) του Νόμου.  Σημειώνεται ότι στις 4.5.2011 αρμόδιο Δικαστήριο εξέδωσε διαζύγιο και επικύρωσε τη λύση του γάμου της αιτήτριας με τον Κύπριο σύζυγο της. 

 

Η αιτήτρια προβάλλει δύο λόγους ακύρωσης:

(1)  Η προσβαλλόμενη απόφαση έρχεται σε αντίθεση με το Νόμο και

(2)  Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη. 

 

Ο συνήγορος της αιτήτριας προβάλλει ότι εσφαλμένα οι καθ΄ ων η αίτηση βάσισαν την απόρριψη της αίτησης της στο άρθρο 18(Η).  Είναι η θέση του ότι η περίπτωση της δεν εμπίπτει στις κατηγορίες του εν λόγω άρθρου, χωρίς όμως να τοποθετείται θετικά σε ποια κατηγορία εμπίπτει η αιτήτρια. 

 

Όπως επισημαίνει η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, η Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης επιλαμβάνεται αιτήσεων υπηκόων τρίτων χωρών για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος, όπως παρέχεται από το σχετικό Νόμο και τους σχετικούς Κανονισμούς.  Τα άρθρα 18(ΣΤ) και 18(Η) του Νόμου εξουσιοδοτούν την Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης να παραχωρεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος σε υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές νομίμως και αδιαλείπτως κατά τα τελευταία πέντε έτη, αμέσως πριν την υποβολή της σχετικής αίτησης. 

 

Σχετική με την υπό κρίση αίτηση είναι η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/109/ΕΚ η οποία έχει ενσωματωθεί στο εθνικό μας δίκαιο με το Νόμο.  Σύμφωνα με το άρθρο 4(1) της Οδηγίας, για να παραχωρηθεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος σε πολίτες τρίτων χωρών θα πρέπει να διαμένουν νομίμως και αδιαλείπτως τα τελευταία πέντε χρόνια πριν την υποβολή της αίτησης σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Είναι καταληκτικό κατά την κρίση μου ότι όντως η αιτήτρια δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του Νόμου. Με βάση πρόσφατη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακόμα και μια μέρα παράνομης παραμονής εκ μέρους αλλοδαπού στο έδαφος της Δημοκρατίας συνιστά διακοπή της έννοιας του αδιαλείπτου, πόσο μάλλον στην περίπτωση της αιτήτριας η οποία ανκαι το διάστημα μεταξύ 28.3.2006 και 28.3.2011 διέμενε αδιαλείπτως στη Δημοκρατία, όμως για διάστημα ενός μηνός και εννέα ημερών (28.11.2009 μέχρι 7.1.2010), διέμενε παρανόμως.  Γεγονός που διέκοψε το αδιάλειπτο της παραμονής της έστω και αν σε μεταγενέστερο στάδιο οι καθ΄ ων η αίτηση της παραχώρησαν άδεια προσωρινής παραμονής (Δημοκρατία ν. Ζ.Μ., (2011) 3(Α) Α.Α.Δ. 20).  Στην τελευταία απόφαση υιοθετήθηκαν τα όσα επισημάνθηκαν στην Aster Asefaw Araya ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 2097/06, ημερ. 7.2.2008, όπου το Δικαστήριο έκρινε ότι:

«Η Αιτήτρια δεν είχε ποτέ την απαραίτητη πενταετή νόμιμη και αδιάλειπτη παραμονή στη Δημοκρατία αμέσως πριν  από την υποβολή της αίτησής της, όπως απαιτείται στην εν λόγω Οδηγία εφόσον με τη λήξη της άδειας παραμονής της την 9.7.2002 η περαιτέρω παραμονή της στη Δημοκρατία κατέστη παράνομη μέχρι την παραχώρηση νέας άδειας προσωρινής παραμονής την 30.6.2004.  Το διάστημα εκείνο λοιπόν διέκοπτε τη νόμιμη και αδιάλειπτη παραμονή της στη Δημοκρατία για τα απαιτούμενα στην Οδηγία πέντε τελευταία χρόνια αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης.»

 

Όσον αφορά τη θέση που πρόβαλε ο συνήγορος της αιτήτριας ότι το σκεπτικό της πιο πάνω απόφασης αναθεωρήθηκε στην Emma Angelides ν. Κ.Δ. Υπόθεση Αρ. 1408/10, 31.10.2012, υπενθυμίζω εκείνο που άλλωστε τονίστηκε επανειλημμένως: για να μπορέσει το Δικαστήριο να αποστεί από τη δεσμευτική απόφαση της Ολομέλειας θα πρέπει και πάλι να ανατραπεί από την Ολομέλεια και όχι με αντίθετη απόφαση πρωτόδικου Διοικητικού Δικαστή.

 

Στο τέλος της ημέρας η αιτήτρια εξ υπαρχής γνώριζε ότι το καθεστώς που της παραχωρήθηκε ήταν προσωρινού χαρακτήρα με συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης.  Κάθε κυρίαρχο κράτος όπως η Κυπριακή Δημοκρατία παρέχει άδεια παραμονής σε πρόσωπα τρίτων χωρών για συγκεκριμένους λόγους όπως προνοούνται από το νομικό πλαίσιο που διέπει την κάθε περίπτωση.  Και εδώ ο λόγος για τον οποίο παραχωρήθηκε στην αιτήτρια η συνέχιση προσωρινής παραμονής ήταν η σύναψη γάμου της με Κύπριο πολίτη, ο οποίος δύο σχεδόν χρόνια πριν την υποβολή της επίδικης αίτησης: 9.12.2009, είχε ήδη καταχωρήσει αίτηση διαζυγίου με την αιτήτρια (Motilla v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 29).

 

Κατά την κρίση μου οι καθ΄ ων η αίτηση εφάρμοσαν ορθά τη σχετική νομοθεσία στη βάση των πραγματικών γεγονότων και περιστατικών, όπως περιγράφησαν πιο πάνω και ορθώς κατέληξαν ότι η αιτήτρια ενέπιπτε στην κατηγορία προσώπων της παραγράφου 18(Η) του Νόμου με αποτέλεσμα να μην πληροί τις αντίστοιχες προβλεπόμενες προϋποθέσεις. 

 

Ο δεύτερος λόγος ακύρωσης του αναιτιολόγητου της απόφασης δεν ευσταθεί.  Η αιτήτρια δεν πληρούσε τα υπό του Νόμου προαπαιτούμενα. Παρέμενε παράνομα στην Κύπρο και η έκδοση νέας ή νέων προσωρινών αδειών δεν νομιμοποιεί την παρανομία. Τα διαστήματα της παράνομης διαμονής δεν μπορούν να προσμετρήσουν ώστε να συμπληρώσουν την πενταετή περίοδο νόμιμης και αδιάλειπτης παραμονής που συνιστά προαπαιτούμενο πριν την καταχώριση της σχετικής αίτησης (Δημοκρατία ν. Ζ.Μ. (ανωτέρω)). Οι μετέπειτα παρατάσεις της προσωρινής άδειας παραμονής αλλοδαπού δεν νομιμοποιούν την προηγούμενη παράνομη διαμονή του.

 

Από το σκεπτικό της επίδικης απόφασης η οποία ευρίσκεται καταχωρημένη στο φάκελο της Διοίκησης έχω ικανοποιηθεί ότι η αιτιολογία που δόθηκε από το αρμόδιο όργανο για την απόρριψη του αιτήματος ήταν η δέουσα υπό τας περιστάσεις. 

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της αιτήτριας όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

                                                  Δ. Μιχαηλίδου, Δ.

 

/ΦΚ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο