ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Υπóθεση Αρ. 5918/2013

 

 

18 Οκτωβρίου, 2013

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

DIMITRINA MIHAYLOVA ANDONOVA,

 

Αιτήτρια,

 

και 

 

                               ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

                           1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ

                               ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

 

Καθ'ων η αίτηση.

____________________________________________

 

Ενδιάμεση Αίτηση ημερομηνίας 28/8/2013

 

Αλ. Αλεξάνδρου, για την Αιτήτρια.

 

Ελ. Γαβριήλ (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

____________________________________________

 

A Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, η οποία κατάγεται από τη Βουλγαρία, ήλθε στην Κύπρο νόμιμα στις 4/7/2010. Στις 7/10/2010 παντρεύτηκε με πολιτικό γάμο τον Mohammed Nazrul Islam, υπήκοο Μπαγκλαντές, ο οποίος είχε αφιχθεί στην Κύπρο για πρώτη φορά στις 28/2/2003 για σπουδές.

 

Αμέσως μετά την τέλεση του γάμου, ο σύζυγος της αιτήτριας, όντας υπήκοος μη κράτους μέλους, υπέβαλε αίτηση για να του χορηγηθεί Δελτίο Διαμονής ως μέλος οικογένειας Ευρωπαίου πολίτη, αίτηση η οποία όμως, αρχικά απορρίφθηκε.

 

Ένα περίπου χρόνο αργότερα, ο σύζυγος της αιτήτριας συνελήφθη ως παράνομα διαμένων στη Δημοκρατία κατά τη διάρκεια επίσκεψης του στην Αστυνομία Λεμεσού για να υποβάλει κάποιο παράπονο. Αφέθηκε όμως ελεύθερος δύο μέρες μετά τη σύλληψη του, με σκοπό να διευθετήσει την παραμονή του ως σύζυγος Ευρωπαίας πολίτου και παράλληλα να αξιολογηθεί η γνησιότητα του γάμου του με την αιτήτρια.

 

Στις 30/4/2013 ο γάμος του ζεύγους, αξιολογούμενος από την αρμόδια Λειτουργό στη βάση των στοιχείων που είχαν προκύψει κατά τη διάρκεια             της έρευνας που προηγήθηκε, κρίθηκε εικονικός, με αποτέλεσμα το ζεύγος να συλληφθεί στις 23/8/2013, στη βάση ενταλμάτων σύλληψης και απέλασης που εκδόθηκαν στις 26/6/2013. Έκτοτε και οι δύο τελούν υπό κράτηση. Το ζεύγος προσέβαλε την περί εικονικότητας του γάμου τους απόφαση με ιεραρχική προσφυγή που καταχώρισε μετά τη σύλληψη και κράτηση του, ήτοι στις 27/8/2013.

 

Αντιδρώντας το ζεύγος στη σύλληψη και κράτηση του για σκοπούς απέλασης, καταχώρισε ο μεν σύζυγος την Προσφυγή 5917/2013, η δε αιτήτρια την παρούσα προσφυγή. Ως αποτέλεσμα, τα διατάγματα απέλασης του ζεύγους αναστάληκαν, όχι όμως αυτά της κράτησης τους.

 

Στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής, η αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα αίτηση, με την οποία επιδιώκει, μέσω των αιτούμενων θεραπειών, την αναστολή του διατάγματος κράτησης και απέλασης της, όπως και την απόλυση της μέχρι την πλήρη αποπεράτωση της προσφυγής της. Με οδηγίες του Δικαστηρίου αντίγραφο της αίτησης, η οποία να σημειωθεί όταν καταχωρήθηκε ήταν μονομερής, επιδόθηκε στους καθ'ων η αίτηση, οι οποίοι και καταχώρισαν ένσταση.

 

Η αίτηση έχει ως νομικό υπόβαθρο της τους Κανονισμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου 1962, άρθρα 13 και 17-19, όπως και τις πρόνοιες του άρθρου 32 του Νόμου 14/60. Επίκληση γίνεται επίσης «στο κοινοτικό κεκτημένο στον τομέα του ασύλου και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων άρθρα (α) 6, 9, 11, 12, 13, 15, 28, 29, 30, 32 και 146 του Συντάγματος, 6(1) κ και 14, 14(α) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε μέχρι το 2011, 1, 5, 6, 7, 8, 13 και 14 της ΕΣΔΑ, στο άρθρο 26(2) α του Νόμου αρ. 7(1)/2007, στις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου και στο Φυσικό Δίκαιο».

 

Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της αιτήτριας, στην οποία η αιτήτρια αφού αναφέρεται στο ιστορικό του γάμου της και παραθέτει τη δική της εκδοχή αναφορικά με τη θέση των καθ'ων η αίτηση περί εικονικού γάμου, θέση την οποία και απορρίπτει, εγείρει πληθώρα ισχυρισμών στο επίκεντρο των οποίων βρίσκεται η θέση ότι τα διατάγματα κράτησης και απέλασης της πάσχουν από έκδηλη παρανομία, καθώς επίσης και η θέση πως αν δεν ανασταλεί η ισχύς τους θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά. Ισχυρίζεται ότι συνελήφθη και κρατείται για λόγους που δεν της αποκαλύφθηκαν, όπως δεν της αποκαλύφθηκαν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, οι λόγοι για τους οποίους ανακλήθηκε η βεβαίωση εγγραφής της στο ΤΑΠ & Μ, που της είχε χορηγηθεί τον Αύγουστο του 2010. Ισχυρίζεται επίσης ότι τα διατάγματα κράτησης και απέλασης δεν της έχουν κοινοποιηθεί. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσια την παράγραφο 22 της ένορκης δήλωσης της, το περιεχόμενο της οποίας κατοπτρίζει κατά τη γνώμη μου τις θέσεις της αιτήτριας:

 

"22. Ως με συμβουλεύει η δικηγόρος μου έχω καλή υπόθεση εφόσον:

 

(α) Θα υποστώ ανεπανόρθωτη ζημιά σαν αποτέλεσμα της κράτησης και απέλασης μου, διότι -

 

(ι) θα υπάρχει ισχυρός λόγος να πιστεύω ότι εάν απελαθώ στην Χώρα μου θα χάσω όλα τα ένδικα μέσα για υποστήριξη της παρούσας Προσφυγής μου ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και για την ορθή και δίκαιη υπεράσπιση μου.

 

(ιι) Είμαι παντρεμένη με τον Mohammed Nazruz Islam για περίοδο 3 ετών και συζούμε μαζί με την ανήλικη θυγατέρα μου και εκμηδενίζουν και/ή διαγράφουν όλη αυτή την περίοδο της ζωής μου και θέλουν να με διώξουν με αποτέλεσμα να υποστώ ανεπανόρθωτη ψυχική και σωματική βλάβη αλλά και καταστροφικές υλικές ζημιές που επίσης θα είναι ανεπανόρθωτες.

 

(β) Η δικαιοσύνη θα εξυπηρετηθεί καλύτερον αν συνεχίσω να διαμένω στην Κύπρο, εκκρεμούσας της εξέτασης της αίτησης μου, απολαμβάνοντας της ελευθερίας μου.

 

(γ) Ως με συμβουλεύει ο δικηγόρος μου έχω καλή υπόθεση όπως το Δικαστήριο κηρύξει άκυρα τα διατάγματα κράτησης και απέλασης μου μέσω της Προσφυγής μου, σύμφωνα με τα γεγονότα και τους αναφερόμενους λόγους.

 

(δ) Υπάρχουν εξαιρετικοί ανθρωπιστικοί λόγοι, αφού επηρεάζεται και η ανήλικη θυγατέρα μου Zhasmina Emilova Metodieva, η οποία από την ημερομηνία σύλληψης μου, βρίσκεται με το γραφείο ευημερίας, σε ένα άγνωστο περιβάλλον για αυτήν, μακριά από τη μητέρα της και κλαίει συνεχώς και μέρα με την μέρα επηρεάζεται άσχημα ψυχολογικά.

 

(ε) Υπάρχει έκδηλη παρανομία σχετικά με τα διατάγματα κράτησης και απέλασης, τα οποία εκδόθηκαν κατ' αντίθεση προς τους περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμους Κεφ. 105 και τις τροποποιήσεις και τους οικείους Κανονισμούς (Κ.Δ.Π. 242/72).

 

(στ)Ουδέποτε πληροφορήθηκα σύμφωνα με το άρθρο 19 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 242/72) ότι κηρύχθηκα σε απαγορευμένο μετανάστη και συνεπακόλουθα τα διατάγματα κράτησης και απέλασης είναι αδικαιολόγητα.

 

(ζ) Η κράτηση και απέλαση μου παραβιάζει το Φυσικό Δίκαιο.

 

(θ) Συνιστά έλλειψη χρηστής διοίκησης η κράτηση και απέλαση μου ενώ είμαι Ευρωπαία πολίτιδα να συλλαμβάνομαι με σκοπό την απέλαση μου.

 

(ι) Η κράτηση και απέλαση μου είναι αντίθετη με το Νόμο 7(1) του 2007."

 

 

Επίκεντρο των ισχυρισμών που οι καθ'ων η αίτηση εγείρουν στα πλαίσια της ένστασης τους, συνιστούν η θέση ότι καμιά από τις δύο προϋποθέσεις που απαιτούνται για να δικαιολογείται η χορήγηση των αιτούμενων ενδιάμεσων θεραπειών, ήτοι, η προϋπόθεση της έκδηλης παρανομίας και η προϋπόθεση της πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς, ικανοποιούνται, όπως και η θέση ότι οι λόγοι επί των οποίων η αιτήτρια στηρίζει το αίτημα της για έκδοση προσωρινού διατάγματος, συνιστούν λόγους οι οποίοι άπτονται άμεσα της ουσίας της προσφυγής και επομένως, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης σε ενδιάμεση, όπως είναι η παρούσα, διαδικασία.

 

Το δικονομικό πλαίσιο για την παροχή προσωρινής προστασίας σε υποθέσεις διοικητικής φύσης προσφέρεται από τις πρόνοιες του Κ. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Εκείνο που προκύπτει από την πλούσια ομολογουμένως νομολογία          επί του θέματος είναι πως, η άσκηση της παρεχόμενης στο Δικαστήριο σχετικής εξουσίας, τελεί κάτω από δύο προϋποθέσεις∙ αυτή της έκδηλης παρανομίας της πράξης και αυτή της ύπαρξης πιθανότητας πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς, εφόσον δεν δημιουργούνται ανυπέρβλητα εμπόδια στη διοίκηση. Όπως δε έχει εύστοχα επισημανθεί από την Ολομέλεια στην υπόθεση Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Co. Ltd. (2007) 3 Α.Α.Δ. 32, «...... τα δύο καθορισθέντα από τη νομολογία κριτήρια δεν είναι σωρευτικά, αλλά διαζευκτικά, στη διαπίστωση δε της έκδηλης παρανομίας, το στοιχείο της δημιουργίας ανυπέρβλητων εμποδίων στη διοίκηση δεν υπεισέρχεται στην εικόνα και ούτε βέβαια έχει σχέση πλέον η επαπειλούμενη ανεπανόρθωτη ζημιά στον ίδιο τον προσφεύγοντα».

 

Αναφορικά με την έννοια της έκδηλης παρανομίας παραπέμπω στην υπόθεση Α.ΤΗ.Κ. ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 248, 252, 253, στην οποία η έννοια του συγκεκριμένου όρου τέθηκε με αναφορά στην υπόθεση Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233, στην οποία υιοθετήθηκε το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Frangos and Others v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 53 (στη σελ. 57):

 

"Although what amounts to flagrant illegality is nowhere exhaustively defined, it appears to me to involve a clear violation of the procedure envisaged by the law or unquestionable disregard of the fundamental precepts of administrative law. The notion does not encompass any defective exercise of discretionary powers vested in an organ of public administration."

 

 

Σχετικές με την έννοια της έκδηλης παρανομίας είναι και οι αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Economides v. Republic (1982) 3 C.L.R. 837 και Moyo and another v. The Republic (1988) 3 C.L.R. 1203.

 

Σύμφωνα με την ίδια νομολογία, στην οποία έχω ήδη κάμει αναφορά πιο πάνω, ανεπανόρθωτη ζημιά είναι η ζημιά η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί με οποιαδήποτε από τις θεραπείες που μπορούν να παραχωρηθούν με την ακύρωση της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης. Το βάρος απόδειξης ανεπανόρθωτης ζημιάς βρίσκεται στους ώμους του αιτητή, ο οποίος θα πρέπει να περιλάβει στην αίτηση του κατά τρόπο σαφή και λεπτομερή το σύνολο των στοιχείων που συνιστούν την ανεπανόρθωτη ζημιά (Sofocleous v. The Republic (1971) 3 C.L.R. 345).

 

Για σκοπούς ολοκλήρωσης του νομολογιακού πλαισίου που διέπει το θέμα, θα πρέπει να αναφερθεί επίσης πως το προσωρινό διάταγμα του διοικητικού δικαίου διαφέρει από το αντίστοιχο του ιδιωτικού δικαίου και συνεπώς οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960,                     Ν. 14/60, δεν τυγχάνουν εφαρμογής και πως η εξουσία που παρέχεται στο Δικαστήριο από τις πρόνοιες του Κ. 13, του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, θα πρέπει να χρησιμοποιείται με πολλή φειδώ. Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί πως τα στενά πλαίσια της ενδιάμεσης διαδικασίας που προβλέπει ο Κ. 13, δεν προσφέρονται για σκοπούς επίλυσης της ουσίας της διαφοράς ή των νομικών ζητημάτων που εγείρονται. Όπως έχει νομολογηθεί, επίλυση νομικών ζητημάτων στο στάδιο της διαδικασίας για χορήγηση προσωρινού διατάγματος αποτελεί σοβαρή επέμβαση στην πορεία της δίκης και στα επίδικα θέματα τα οποία θα εξεταστούν από το δικάζοντα Δικαστή (Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 837 (απόφαση Ολομέλειας)).

 

Έχοντας συνέχεια κατά νου την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία, διεξήλθα προσεκτικά τόσο την αίτηση και την ένσταση, όπως και τις αντίστοιχες ένορκες δηλώσεις που τις συνοδεύουν, καθώς επίσης και τα έγγραφα που επισυνάπτονται σε αυτές. Κατ' αρχάς κρίνω σκόπιμο να διευκρινίσω ότι οποιαδήποτε αναφορά στην αγόρευση του συνηγόρου της αιτήτριας, η οποία υπενθυμίζω φέρει και το βάρος απόδειξης, σε στοιχεία που ταυτίζονται με την έννοια της έκδηλης παρανομίας, αναφορικά με τα οποία δεν γίνεται αναφορά στην ένορκη δήλωση της, θα αγνοηθεί εφόσον είναι καλά γνωστό πως είναι ανεπίτρεπτο με την αγόρευση των συνηγόρων να τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου νέα στοιχεία. Θα αγνοηθούν επίσης, καθότι δεν αφορούν τα επίδικα θέματα στην παρούσα διαδικασία, αλλά ούτε και τα επίδικα θέματα στην προσφυγή γενικότερα, οι αναφορές και οι ισχυρισμοί της αιτήτριας περί μη εικονικότητας του γάμου της. Αντικείμενο στην προσφυγή είναι η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης της αιτήτριας και όχι η νομιμότητα της απόφασης με την οποία ο γάμος της κρίθηκε εικονικός.

 

Εξέτασα τους προβαλλόμενους από την αιτήτρια λόγους για έκδοση των αιτούμενων θεραπειών και τις θέσεις της. Έλαβα υπόψη το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει την άσκηση των εξουσιών της αρμόδιας αρχής σε συνάρτηση με τις αρχές που διέπουν τη χορήγηση προσωρινών διαταγμάτων, στις οποίες έχω ήδη αναφερθεί πιο πάνω. Παρατηρώ τα πιο κάτω:

 

Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι δεν της έχουν επιδοθεί τα προσβαλλόμενα με την προσφυγή της διατάγματα, όπως και ο ισχυρισμός της ότι δεν της έχει κοινοποιηθεί η απόφαση με την οποία κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, καταρρίπτεται από το γεγονός ότι στη σχετική ειδοποίηση που της έχει επιδοθεί, με την οποία πληροφορείται τόσο για την έκδοση των διαταγμάτων, όσο και για τους λόγους που κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, υπάρχει χειρόγραφη σημείωση υπογραμμένη από την ίδια, με την οποία αναγνωρίζει τόσο την επίδοση των διαταγμάτων, όσο και την ενημέρωση της ως προς τους λόγους που κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης. Αναφορικά με τους υπόλοιπους λόγους που η αιτήτρια επικαλείται για να τεκμηριώσει τη θέση της περί έκδηλης παρανομίας των επίδικων διαταγμάτων, τους οποίους έχω παραθέσει πιο πάνω, περιορίζομαι στη διαπίστωση ότι έκδηλη παρανομία με την έννοια που ο όρος έχει ερμηνευθεί από τη νομολογία μας, ουδόλως προκύπτει από αυτούς, οι δε σχετικοί με αυτούς ισχυρισμοί της αιτήτριας αφορούν νομικά θέματα και μάλιστα θέματα που  σχετίζονται με την ουσία της διαφοράς και συνεπώς τα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας ουδόλως προσφέρονται για σκοπούς επίλυσης τους.

 

Δεν έχω επίσης ικανοποιηθεί ότι η απόρριψη της αίτησης θα προκαλέσει στην αιτήτρια ανεπανόρθωτη ζημιά, με την έννοια που ο όρος αυτός ερμηνεύθηκε από την πιο πάνω νομολογία. Το γεγονός της κράτησης και οι συνεπαγόμενες από τη στέρηση της ελευθερίας της αιτήτριας, επιπτώσεις, δεν στοιχειοθετούν αφ' εαυτών ανεπανόρθωτη ζημιά (Moyo and another (πιο πάνω)). Παρομοίως, η προοπτική αδυναμίας φυσικής παρουσίας της αιτήτριας για σκοπούς προώθησης της υπόθεσης της δεν θεωρείται ανεπανόρθωτη ζημιά, εφόσον αυτή εκπροσωπείται από δικηγόρο και έχει τη δυνατότητα σε περίπτωση επιτυχίας των διαβημάτων της, να επανέλθει. Ας μην μας διαφεύγει ότι στις περιπτώσεις παράνομης παραμονής στη δημοκρατία, δεν υπάρχει συνταγματικό δικαίωμα φυσικής παρουσίας του παρανόμως διαμένοντα, κατά τη δίκη (Moyo and another (πιο πάνω)).

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, η παρούσα ενδιάμεση αίτηση δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ'ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή, θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, θα καταβληθούν όμως στο τέλος της υπόθεσης.

 

Όμως, ενόψει των θεμάτων που εγείρονται και ιδιαίτερα ενόψει του ότι η κράτηση της αιτήτριας συνεχίζεται, θεωρώ πως η εκδίκαση της προσφυγής επείγει, γεγονός που επιβάλλει τον ορισμό της για εκδίκαση σύντομα. Ως εκ τούτου, δίνονται οδηγίες όπως ένσταση καταχωρηθεί εντός 10 ημερών, 7 μέρες μετά να καταχωρηθεί η γραπτή αγόρευση της αιτήτριας, 7 μέρες μετά η γραπτή αγόρευση των καθ'ων η αίτηση και 3 μέρες μετά η απάντηση της αιτήτριας.  Η προσφυγή ορίζεται για διευκρινίσεις στις 20/11/2013, στις 8.45 π.μ.

 

 

                                              Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο