ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδικασθείσες υποθ.Αρ.554/2009, 605/2009 και 802/2009)

 

25 Οκτωβρίου, 2013

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28 και 146 του Συντάγματος

 

Υπόθεση αριθ. 554/2009

ΜΑΡΙΟΣ ΛΥΣΙΩΤΗΣ

                                                              Αιτητής,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω της

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

-----------------------

Υπόθεση αριθ. 605/2009

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΣΟΥΛΙΔΗΣ,

                                                              Αιτητής,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω της

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

-----------------

Υπόθεση αριθ. 802/2009

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ,

                                                              Αιτητής,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω της

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

-----------------------

Χ.Βελάρης, για τον αιτητή στην 554/2009

Μ.Καλλιγέρου, για τον αιτητή στην 605/2009

Γ.Σεραφείμ, για τον αιτητή στην 802/2009

Μ.Σπηλιωτοπούλου, για τους καθ΄ων η αίτηση, για Γενικό Εισαγγελέα

Χρ.Χριστοφίδης για Λ.Παπαφιλίππου, - για το ενδιαφερόμενο μέρος 1 - Σ.Λιασίδη.

---------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  H Eπιτροπή Δημοσίας Υπηρεσίας («η ΕΔΥ»), με απόφαση της ημερ. 19 Μαρτίου 2009, αποφάσισε την προαγωγή των Καλλιόπη Αβραάμ, Σώτου Λιασίδη και Παντελάκη Ηλιάδη στη θέση πρέσβεως, Εξωτερικές Υπηρεσίες της Δημοκρατίας. 

Η απόφαση αυτή ήταν η κορύφωση μιας διαδικασίας η οποία άρχισε, με επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών ημερ. 25 Ιουλίου 2007, με την οποία ζητούσε την πλήρωση μιας κενής θέσης πρέσβη.  Η δημοσίευση της πρόθεσης πλήρωσης της εν λόγω θέσης έγινε στις 31 Αυγούστου 2007.  Στη συνέχεια και συγκεκριμένα στις 27 Αυγούστου 2007 ζητήθηκε η πλήρωση ακόμη δύο κενών θέσεων πρέσβη. 

 

Με απόφαση της ΕΔΥ ημερ. 13 Σεπτεμβρίου 2007 αποφασίστηκε η ένταξη των πιο πάνω θέσεων στην υφιστάμενη διαδικασία, και ο αριθμός, των υπό πλήρωση θέσεων, ανήλθε στις τρεις. 

 

Οι υποβληθείσες αιτήσεις είχαν αποσταλεί στις 26 Οκτωβρίου 2007 στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών υπό την ιδιότητα του ως Προέδρου της Αρμοδίας Συμβουλευτικής Επιτροπής. 

 

Η έκθεση της εν λόγω Επιτροπής υποβλήθηκε στις 18 Απριλίου 2008, περιλαμβάνοντας κατάλογο 12 υποψηφίων. 

 

Η ΕΔΥ με απόφαση της ημερ. 13 Μαϊου 2008 αφού προέβηκε σε παρατηρήσεις επί της πιο πάνω εκθέσεως, παρέπεμψε εκ νέου το θέμα στη Συμβουλευτική Επιτροπή ζητώντας διευκρινίσεις και υποβάλλοντας παρατηρήσεις.  Η νέα, πλέον, έκθεση της Συμβουλευτικής στάληκε στην ΕΔΥ στις 8 Ιουλίου 2008. 

 

Μετά από μελέτη της νέας εκθέσεως της Συμβουλευτικής η ΕΔΥ κάλεσε σε προφορική συνέντευξη τους υποψήφιους.  Αυτή έλαβε χώρα στις 18 και 19 Μαρτίου 2009 στην παρουσία του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών.  Μετά το πέρας της συνεντεύξεως ο τελευταίος αφού μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους και τις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων, σύστησε για προαγωγή τους Αχιλλέα Αντωνιάδη, Μάριο Λυσιώτη και Καλλιόπη Αβραάμ. 

 

Η ΕΔΥ μετά από σύγκριση, αξιολόγηση των υποψηφίων, εξέταση των προσωπικών φακέλων, αποφάσισε όπως μη υιοθετήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή αναφορικά με δύο από τους τρεις προταθέντες και προχώρησε, όπως έχω σημειώσει πιο πάνω, στην προαγωγή στη θέση πρέσβη των Καλλιόπη Αβραάμ, Σώτο Λιασίδη και Παντελάκη Ηλιάδη.  Για σκοπού πληρέστερης εικόνας σ΄αυτό το στάδιο θεωρώ ότι θα πρέπει να παραθέσω το πιο κάτω απόσπασμα από τα πρακτικά:

«Η Επιτροπή δεν υιοθέτησε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή για τους Αντωνιάδη Αχιλλέα και Λυσιώτη Μάριο και, αντ΄αυτών, επέλεξε τους Λιασίδη Σώτο και Ηλιάδη Παντελάκη, οι οποίοι, συγκρινόμενοι με αυτούς, αξιολογηθήκαν σε υψηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση (Εξαίρετοι, ενώ οι συστηνόμενοι ως Πολύ καλός και Πάρα πολύ καλός, αντίστοιχα).

Επιλέγοντας την Αβραάμ Καλλιόπη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, ως Εξαίρετη, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης της ενώ οι ανθυποψήφιοι της που δεν έχουν επιλεγεί αξιολογηθήκαν σε χαμηλότερο επίπεδο..»

 

Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω απόφασης της ΕΔΥ καταχωρήθηκαν οι πιο κάτω προσφυγές:

1.     Προσφυγή αρ.554/2009 από τον Μάριο Λιασίδη (αιτητή) και ενδιαφερόμενους τους Σώτο Λιασίδη («ενδιαφερόμενο 1»), Παντελάκη Ηλιάδη («ενδιαφερόμενος 2») και Καλλιόπη Αβραάμ («ενδιαφερόμενη 4»).  Υπήρχε και ενδιαφερόμενος 3, εναντίον του οποίου η προσφυγή απεσύρθη.

 

2.     Προσφυγή αρ.605/2009 από τον Γεώργιο Κασουλίδη (αιτητή) με ενδιαφερόμενους τους Σώτο Λιασίδη («ενδιαφερόμενο 1») και Παντελάκη Ηλιάδη («ενδιαφερόμενο 2»), και

 

3.    Προσφυγή 802/2009 από τον Αχιλλέα Αντωνιάδη (αιτητή) και ενδιαφερόμενους τους Σώτο Λιασίδη («ενδιαφερόμενο 1») και Παντελάκη Ηλιάδη («ενδιαφερόμενο 2»).

 

Λόγω ταυτότητας πραγματικού και νομικού υποβάθρου οι τρεις προσφυγές συνεκδικάστηκαν.

 

 

Προσφυγή αρ. 554/2009

Ο αιτητής εισηγήθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται ειδικής αιτιολογίας, αναγκαίας στην περίπτωση που η ΕΔΥ αποφάσισε να αποκλίνει από τη προς όφελος του υπάρχουσα σύσταση του Γενικού Διευθυντή. Τα δύο από τα επιλεγέντα πρόσωπα δεν είχαν συσταθεί.

 

Ως προς την επιλογή του ενδιαφερόμενου 1 η ΕΔΥ ανέφερε τα πιο κάτω, ως αιτιολογία για απόκλιση από την εκφρασθείσα προς όφελος του αιτητή σύσταση του Γενικού Διευθυντή.

 

«Η Επιτροπή δεν υιοθέτησε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή για τους Αντωνιάδη Αχιλλέα και Λυσιώτη Μάριο και, αντ΄αυτών, επέλεξε τους Λιασίδη Σώτο και Ηλιάδη Παντελάκη, οι οποίοι, συγκρινόμενοι με αυτούς, αξιολογηθήκαν σε υψηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση (Εξαίρετοι, ενώ οι συστηνόμενοι ως Πολύ καλός και Πάρα πολύ καλός, αντίστοιχα)

.............

Οι επιλεγέντες Λιασίδης Σώτος και Ηλιάδης Παντελάκης, συγκρινόμενοι με τους λοιπούς υποψηφίους, αξιολογηθήκαν από την Επιτροπή, κατά την ενώπίον της προφορική εξέταση, στο υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης της (Εξαίρετοι) ενώ οι ανθυποψήφιοί τους, που δεν έχουν επιλεγεί, αξιολογηθήκαν σε χαμηλότερο επίπεδο, οι Λυσσιώτης Μάριος..ως Πάρα πολύ καλοί..

 

Επιλέγοντας το Λιασίδη Σώτο, η Επιτροπή σημείωσε επίσης ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Πάρα πολύ καλός από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, δηλαδή είτε σε υψηλότερο, είτε στο ίδιο είτε σε ελαφρά χαμηλότερο επίπεδο από τους λοιπούς υποψηφίους.

 

Συγκρίνοντας το Λιασίδη με τους λοιπούς υποψηφίους που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι υπερέχει σε αρχαιότητα από όλους τους υπόλοιπους υποψηφίους. .και αναφορικά με την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψήφιων, με έμφαση σε αυτές της τελευταίας πενταετίας, ο Λιασίδης ουδενός υστερεί ή και υπερέχει.

 

Επιπρόσθετα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ορισμένοι υποψήφιοι που δεν επιλεγήκαν διαθέτουν το επιπρόσθετο προσόν της καλής γνώσης ξένης γλώσσας, ενώ ο Λιασίδης δεν το διαθέτει.

...........

Αναφορικά με τα άλλα ακαδημαϊκά προσόντα, η Επιτροπή σημείωσε ότι οι μη επιλεγέντες διαθέτουν πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα, υπέρτερα του επιλεγέντα Λιασίδη, τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Η Επιτροπή συνεκτίμησε τα εν λόγω προσόντα με τα άλλα στοιχεία και τους απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα, έκρινε όμως ότι αυτά δεν μπορούν να ανατρέψουν την κρίση της ότι ο επιλεγείς είναι καταλληλότερος για τη θέση, δεδομένου ότι απέδωσε σε υψηλότερο επίπεδο στην ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό για θέσεις Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και ψηλά στην ιεραρχία. Σύμφωνα με τη νομολογία η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, ως αρμόδιο όργανο, έχει διακριτική ευχέρεια όπως δώσει ιδιαίτερα μεγάλη βαρύτητα στην προφορική εξέταση όταν η θέση είναι ψηλά στην ιεραρχία.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Λιασίδης έχει αξιολογηθεί σε υψηλότερο από τους μη επιλεγέντες ανθυποψήφιούς του στην ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση, καθώς και το γεγονός ότι τα εν λόγω προσόντα δεν απαιτούνται, ούτε θεωρούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας ως πλεονέκτημα ή/και πρόσθετο προσόν, η Επιτροπή το συνεκτίμησε με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης και, αφού απέδωσε σ΄αυτά την ανάλογη βαρύτητα, έκρινε ότι ο επιλεγείς γενικά υπερέχει.»

 

Εξέταση της προσφυγής αναφορικά με τον ενδιαφερόμενο 1, Σώτο Λιασίδη.

Από τα πιο πάνω, καταφαίνεται ότι, ο αιτητής είχε αξιολογηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως Σχεδόν Εξαίρετος, κατ΄αντίθεση προς τον ενδιαφερόμενο ο οποίος είχε αξιολογηθεί ως Πάρα Πολύ Καλός.  Οι αξιολογήσεις αμφοτέρων κατά τα πέντε τελευταία έτη ήταν ταυτόσημες με βαθμολογία εξαίρετη.  Ο αιτητής είχε προαχθεί στη θέση του Πληρεξουσίου Υπουργού την 1η Μαρτίου 2008, ενώ ο ενδιαφερόμενος την 1η Μαϊου 2002.  Ο αιτητής κατέχει το επιπρόσθετο προσόν της καλής γνώσης της Γαλλικής γλώσσας.  Κατά το στάδιο της προφορικής συνέντευξης ενώπιον της ΕΔΥ ο αιτητής χαρακτηρίστηκε ως Πάρα Πολύ Καλός, ενώ ο ενδιαφερόμενος ως Εξαίρετος.  Τέλος, ο αιτητής, είχε ως προαναφέρθηκε, τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.

 

΄Εχει νομολογιακά καθιερωθεί και αναφέρομαι στην υπόθεση Ματσάγκος ν. ΑΗΚ (2008) 3 Α.Α.Δ. 199 ότι, η σύσταση του Διευθυντή αποτελεί ένα ξεχωριστό και ταυτοχρόνως σημαντικό στοιχείο κρίσης, καθότι, προέρχεται από Λειτουργό της Υπηρεσίας ο οποίος βρίσκεται στην καλύτερη δυνατή θέση να προσδιορίσει τις ιδιότητες και να αξιολογήσει την αξία ενός εκάστου υποψηφίου, πάντοτε με στόχο την κατάλληλη και επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. 

 

Προς το σκοπό αντιστάθμισης αυτού του σημαντικού στοιχείου κρίσης έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι απαιτείται η ύπαρξη ειδικής προς τούτο αιτιολογίας και ταυτοχρόνως παράθεσης πειστικών λόγων.  Βλ. Σπανός ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 432Οι δε λόγοι οι οποίοι οδήγησαν στην απόκλιση από τη σύσταση  θα πρέπει να εμφανίζονται στην αιτιολογία της απόφασης και όχι να συνάγονται απλώς από τα πρακτικά.  (βλ. Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164

 

Εξετάζοντας το περιεχόμενο των πρακτικών. Είμαι της γνώμης, ότι η αιτιολογία που δόθηκε από την ΕΔΥ για απόκλιση από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή δεν ικανοποιεί τις πιο πάνω προϋποθέσεις όπως αυτές τίθενται από τη νομολογία.  Όπως προκύπτει από το σύνολο του πρακτικού, η προσέγγιση της ΕΔΥ εδράζεται στην καλύτερη αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου στην προφορική συνέντευξη, όπου είχε αξιολογηθεί ως εξαίρετος, ενώ ο αιτητής αξιολογήθηκε ως πάρα πολύ καλός.  Τέτοια υπεροχή και μόνο στην προφορική συνέντευξη δεν δικαιολογεί απόκλιση από τη σύσταση του Διευθυντή.

 

Στην υπόθεση Χριστοδούλου ανωτέρω, αναφέρονται επί του προκειμένου τα εξής:

«Το γεγονός ότι η σύσταση η οποία δίδεται σύμφωνα με το Άρθρο 34(Α) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, είναι αναιτιολόγητη, δεν επιδρά στο κύρος της, μια και όπως έχει νομολογηθεί (Κουρσάρου κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 293, 298) από τη στιγμή που δεν απαιτείται η σύσταση του προϊστάμενου ως αξιολογικό κριτήριο να είναι αιτιολογημένη, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μηδενικής αξίας. Η ίδια θέση είχε προηγουμένως τεθεί και στην υπόθεση Δημοκρατία κ.ά. ν. Λαούρη κ.ά. (2006) 3 Α.Α.Δ. 52, 56, όπου επισημάνθηκε ότι το δικαστήριο δεν έχει την εξουσία να διαγράψει από το Νόμο τη σύσταση του διευθυντή ως αξιολογικό κριτήριο, χαρακτηρίζοντας την, σε δεδομένη υπόθεση, ως μηδενικής αξίας, εφ΄όσον δεν απαιτείται αιτιολόγησή της (βλέπε ακόμα Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2007) 3 Α.Α.Δ. 96, 106).

 

Στην πραγματικότητα, στο πρακτικό που τηρήθηκε δεν αναφέρεται ειδικά ο λόγος της παραγνώρισης της σύστασης. Απαριθμούνται όλα τα στοιχεία των δύο υποψηφίων και ύστερα από αναφορά στη διαφορά υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους κατά την αξιολόγηση της συνέντευξης, επιλέγεται. Με άλλα λόγια η μόνη διαφορά υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως αιτιολογία για την παραγνώριση της σύστασης του προϊσταμένου είναι η κατά την αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης διαφορά της από την αιτήτρια.

 

Η διαφορά στην αξιολόγηση της συνέντευξης είναι οριακή, αφού το μεν ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογήθηκε ως «εξαίρετη», ενώ η αιτήτρια ως «πάρα πολύ καλή». Έχει αποφασιστεί, (Σπανός ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 432, 440, 441), ότι σε περίπτωση όπου η Επιτροπή προτίμησε για προαγωγή υποψήφιο, παρά την υπεροχή του αιτητή σε αρχαιότητα και την υπέρ του σύσταση του προϊσταμένου, με μόνη την εντύπωσή της κατά τη συνέντευξη, στην οποία ο αιτητής κρίθηκε ως πολύ καλός και το ενδιαφερόμενο μέρος ως εξαίρετος, η διαφορά αυτή δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο απόκλισης από τη σύσταση. Κρίθηκε ότι η απόκλιση από τη σύσταση δεν είχε, σε μια τέτοια περίπτωση, ειδικά και επαρκώς αιτιολογηθεί, όπως απαιτείται από τη νομολογία.»

 

Περαιτέρω, από το πρακτικό καταφαίνεται ότι οι καθ΄ων η αίτηση δεν είχαν προβεί σε ειδική αναφορά στα προσόντα των υποψηφίων, απλώς σημείωσαν ότι, ο αιτητής διαθέτει πρόσθετα προσόντα τα οποία δεν απαιτούνται ούτε αποτελούν επιπρόσθετο προσόν, δίδοντας τους τη δέουσα βαρύτητα.  Ο τρόπος αντιμετώπισης του θέματος επιλύεται στο πλαίσιο της απόφασης Χριστοδούλου (πιο πάνω), όπου αναφέρεται ότι, απλώς η αναγνώριση ότι το προσόν είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και για το λόγο αυτό λήφθηκε κατάλληλα υπόψη, δεν συνιστά ουσιαστική αξιολόγηση, μια και δεν διαφαίνεται σε ποιο βαθμό επηρέασε ή και κατά πόσο επέδρασε με οποιοδήποτε τρόπο στην κατάληξη της Επιτροπής. 

 

Ένα άλλο σημείο που καταδεικνύει, κατά τη γνώμη μου, τη λανθασμένη προσέγγιση της ΕΔΥ, και τούτο έχει σχέση με την αναφορά, στην προσβαλλόμενη απόφαση, ότι, λήφθηκε υπόψη η αρχαιότητα του ενδιαφερόμενου έναντι του αιτητή από τη στιγμή που όλα τα υπόλοιπα κριτήρια ήσαν ίσα.  Όπως έχω σημειώσει δεν υπήρχε ισοδυναμία μεταξύ των υποψηφίων, όπως ανέφερα πιο πάνω, λαμβανομένης υπόψη και της σύστασης που υπήρχε προς όφελος του αιτητή. 

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω η προσφυγή θα έχει επιτυχή κατάληξη αναφορικά με τον ενδιαφερόμενο Σώτο Λιασίδη.

 

Εξέταση της προσφυγής αναφορικά με τον ενδιαφερόμενο 2 Παντελάκη Ηλιάδη.

Οι καθ΄ων η αίτηση αναφορικά με την επιλογή του ενδιαφερόμενου 2, έναντι του αιτητή, ανέφεραν τα εξής:

 

«Επιλέγοντας τον Ηλιάδη Παντελάκη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε τόσο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, στην τελική της αξιολόγηση, όσο και από την ίδια, κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, ως Εξαίρετος, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης της ενώ οι ανθυποψήφιοί του που δεν έχουν επιλεγεί αξιολογήθηκαν σε χαμηλότερο επίπεδο, οι Λυσιώτης Μάριος. ως Πάρα πολύ καλοί ..ενώ κατά την τελική αξιολόγηση στη Συμβουλευτικής ουδενός υστερεί, αλλά αντίθετα υπερτερεί έναντι όλων, σε μερικές, όμως, περιπτώσεις σε μικρό βαθμό.

 

Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη ότι ο Ηλιάδης διαθέτει το επιπρόσθετο προσόν της καλής γνώσης ξένης γλώσσας στα Γαλλικά, όπως και οι ανθυποψήφιοί του Λυσίωτης Μάριος. οι οποίοι όμως αξιολογήθηκαν σε χαμηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση.

 

Συγκρινόμενος ο Ηλιάδης με τους λοιπούς υποψηφίους που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, σ΄ότι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψήφιων με έμφαση σ΄αυτές της τελευταίας πενταετίας, ο Ηλιάδης υστερεί των εν λόγω ανθυποψηφίων του μόνο κατά ένα στοιχείο, αξιολογηθείς σε 39 σημεία ως Εξαίρετος και σε ένα ως Πολύ ικανοποιητικά. Αναφορικά με το στοιχείο της αρχαιότητας, ο Ηλιάδης υστερεί σε αρχαιότητα των υπολοίπων υποψήφιων πλην του Λυσιώτη Μάριου (ως προς την παρούσα τους θέση).η Επιτροπή, όμως υπογραμμίζει το γεγονός ότι η αρχαιότητα, σύμφωνα με τη νομολογία, έχει περιορισμένη σημασία όταν πρόκειται για σκοπούς πλήρωσης θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής ψηλά στην ιεραρχία.»

 

Όπως καταφαίνεται από τα πιο πάνω, ο κύριος λόγος για τον οποίο οι καθ΄ων η αίτηση δεν υιοθέτησαν τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή ήταν η καλύτερη απόδοση του ενδιαφερόμενου 2 κατά την προφορική εξέταση που έγινε ενώπιον της ΕΔΥ.  Παρέμεινε ουσιαστικώς, ως συγκριτικό στοιχείο, από τη μια η σύσταση προς όφελος του αιτητή και από την άλλη η καλύτερη απόδοση ενώπιον της ΕΔΥ. 

 

Είμαι της γνώμης ότι ούτε στην προκείμενη περίπτωση αναφορικά με την επιλογή του ενδιαφερόμενου 2, οι καθ΄ων η αίτηση παρέθεσαν την απαιτούμενη, με βάση τη νομολογία που αναφέρθηκε πιο πάνω, ειδική αιτιολογία για απόκλιση από τη σύσταση.  Τα αναφερθέντα από την υπόθεση Χριστοδούλου, ανωτέρω, τυγχάνουν εφαρμογής.

 

Συναφώς, η προσφυγή θα έχει επιτυχή κατάληξη και για τον ενδιαφερόμενο 2, Παντελάκη Ηλιάδη.

 

Εξέταση της προσφυγής ως προς το ενδιαφερόμενο μέρος 4, Καλλιόπη Αβραάμ.

Η εν λόγω ενδιαφερόμενη 4 είχε συστηθεί από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών, όπως και ο αιτητής.  Η αξιολόγηση αυτή, στηριζόταν όπως προκύπτει από τις εμπιστευτικές εκθέσεις των πέντε τελευταίων χρόνων, όπου χαρακτηρίστηκε σε όλα εξαίρετη, όπως και ο αιτητής, κατείχε δε το πρόσθετο προσόν της άριστης γνώσης της γαλλικής γλώσσας.  Η αξιολόγηση που έτυχε η ενδιαφερόμενη 4 από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ήταν σχεδόν εξαίρετη, όπως και ο αιτητής.  Η ενδιαφερόμενη είχε διοριστεί στην προηγούμενη θέση την 1η Οκτωβρίου 1997, ενώ ο αιτητής την 1η Μαρτίου 2004.  Τέλος, είναι ενισχυτικό ότι η ενδιαφερόμενη είχε αξιολογηθεί, κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ ως εξαίρετη, ενώ ο αιτητής ως πάρα πολύ καλός.  Υπό τας περιστάσεις, είμαι της γνώμης ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση ήταν ορθή, δεδομένης της υπεροχής της ενδιαφερόμενης, κατά το στάδιο της προφορικής εξέτασης, και της υφιστάμενης αρχαιότητας υπέρ της, όπως έχω σημειώσει πιο πάνω.  Συναφώς η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει έναντι της ενδιαφερόμενης 4, Καλλιόπης Αβραάμ.

 

Προσφυγή αρ.605/2009

Ο αιτητής στην προκείμενη περίπτωση εισηγήθηκε ότι η αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπή πάσχει.  Συγκεκριμένα, έγινε αναφορά στη δοθείσα από τη Συμβουλευτική αιτιολογία, μετά από τις παρατηρήσεις των καθ΄ων η αίτηση, που, όπως αναφέρθηκε, αποτελεί αντιφατική συμπεριφορά. 

 

Η αξιολόγηση και η αιτιολογία που υπήρχε στην αρχική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αναφορικά με τον αιτητή, έχει ως εξής:

«΄Εχει άριστες γνώσεις σε πολιτικά, ευρωπαϊκά και διεθνή θέματα. Απάντησε στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν με ορθότητα, σαφήνεια και πειστικότητα, διεισδύοντας στο βάθος και την ουσία των θεμάτων. Αιτιολόγησε τις θέσεις του με πειστικά επιχειρήματα. Είναι σοβαρός, συγκροτημένος με ισχυρή προσωπικότητα και εκφράζεται με ευγλωττία.

Κρίνεται ως Πάρα Πολύ Καλός.»

 

Οι καθ΄ων η αίτηση είχαν προβεί σε παρατηρήσεις αναφορικά με τους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιήθηκαν για τον αιτητή σε αντιπαραβολή με τον ενδιαφερόμενο 2.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή, με βάση τις εν λόγω παρατηρήσεις, προχώρησε σε αναθεώρηση της αιτιολογίας για τον αιτητή.  Προβλήθηκε από τον αιτητή ότι, με βάση την αρχική αιτιολογία που είχε δοθεί, θα έπρεπε να είχε τροποποιηθεί και ο βαθμός αξιολόγησης του και όχι μόνο η αιτιολογία. 

 

Είμαι της γνώμης ότι η αιτιολογία που δόθηκε δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ότι έγινε κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης.  Δεν θα αναμενόταν αλλαγή του βαθμού αξιολόγησης έτσι ώστε αυτή να συνάδει με την αιτιολογία.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε κρίνει τον αιτητή ως πάρα πολύ καλό.  Η δοθείσα αιτιολογία για την εν λόγω αξιολόγηση θεωρήθηκε από την ΕΔΥ, ότι δημιουργούσε ερωτήματα και η Συμβουλευτική Επιτροπή προέβη σε αναθεώρηση της.  Δεν θα ήταν επιτρεπτό να αλλάξει και το βαθμό αξιολόγησης του αιτητή. 

 

Προβλήθηκε περαιτέρω ως λόγος ακυρώσεως ότι, οι καθ΄ων η αίτηση, είχαν προσδώσει υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ και παράλληλα ότι η δοθείσα αιτιολογία, για επιλογή των ενδιαφερομένων, ήταν αντιφατική.  Επικεντρώθηκε η επιχειρηματολογία στο γεγονός ότι στη σύγκριση μεταξύ του αιτητή και του ενδιαφερομένου υπερίσχυσε η αρχαιότητα του έναντι των πρόσθετων προσόντων του αιτητή, ενώ, στην περίπτωση του ενδιαφερόμενου 2 και άλλων υποψηφίων αγνοήθηκε η αρχαιότητα των ετέρων υποψηφίων έναντι των πρόσθετων προσόντων του ενδιαφερόμενου.  'Ηταν εισήγηση του αιτητή ότι οι διενεργηθείσες προαγωγές έγιναν επιλεκτικά, αιτιολογώντας την επιλογή κάθε ενός από αυτούς χωριστά με διαφορετικό τρόπο και διαφορετικό κριτήριο, δίνοντας ανάλογη βαρύτητα σε αυτά που διέκριναν έκαστο των επιλεγέντων.

 

Ο αιτητής αξιολογήθηκε από την ΕΔΥ ως Πολύ Καλός ενώ ο ενδιαφερόμενος ως Εξαίρετος, ο αιτητής και ο ενδιαφερόμενος 2 είχαν διοριστεί στην προηγούμενη θέση την ίδια ημερομηνία, ήτοι 15 Νοεμβρίου 2004, ενώ ο ενδιαφερόμενος 1 την 1η Μαϊου 2002.  Ο ενδιαφερόμενος 2 κατείχε το επιπρόσθετο προσόν της άριστης γνώσης της γαλλικής γλώσσας, ενώ ο αιτητής είχε πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα. 

 

Δεν συμφωνώ με την εισήγηση ότι η δοθείσα αιτιολογία για την επιλογή των ενδιαφερομένων ήταν αντιφατική.  Στην προβαλλόμενη απόφαση αναφέρεται ότι η επιλογή των ενδιαφερομένων έγινε στη βάση της καλύτερης απόδοσης τους κατά την προφορική συνέντευξη και μετά από αξιολόγηση των προσόντων των υποψηφίων και απόδοσης σ΄αυτά αναλόγου βαρύτητας.  Δεν προκύπτει από την εν λόγω απόφαση ότι δόθηκε βαρύτητα στην αρχαιότητα του ενδιαφερόμενου 1, ενώ αγνοήθηκε η αρχαιότητα άλλων υποψηφίων σε σχέση με τον ενδιαφερόμενο 2.  Οι καθ΄ων η αίτηση στήριξαν την απόφαση τους στην αντίληψη ότι η αρχαιότητα είναι περιορισμένης σημασίας και τούτο φαίνεται ότι δεν προσμέτρησε υπέρ του ενδιαφερόμενου 1, σε αντίθεση με άλλους υποψήφιους. 

 

Με έτερο λόγο ακυρώσεως ο αιτητής πρόβαλε ότι οι καθ΄ων η αίτηση δεν έδωσαν οποιαδήποτε αιτιολογία για παραγνώριση των πρόσθετων ακαδημαϊκών προσόντων που κατείχε.  Προσδιόρισε ότι είναι κάτοχος μεταπτυχιακού και διδακτορικού τίτλου, ενώ ο ενδιαφερόμενος 1 δεν διαθέτει πρόσθετα προσόντα ούτε και συγκεκριμενοποιήθηκε ποια βαρύτητα δόθηκα σ΄αυτά.

 

Όπως έχει αποφασιστεί νομολογιακά, τα πρόσθετα μη απαιτούμενα προσόντα, λαμβάνονται υπόψη, εφόσον είναι συναφή με τα καθήκοντα της θέσης.  Βλ. Πούρος ν. Χ΄Στεφάνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 374

 

Στις υποθέσεις Χριστοδούλου, ανωτέρω, Δημοκρατία ν. Μαυράκη (1999) 3 Α.Α.Δ. 817 και Σακκά ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 468, έχει καθοριστεί ότι το πρόσθετο, μη απαιτούμενο προσόν που δεν αποτελεί κατά το σχέδιο υπηρεσίας πλεονέκτημα, μόνο οριακή σημασία έχει και με αυτό τον τρόπο θα πρέπει να συνεκτιμηθεί με τα υπόλοιπα δεδομένα έτσι ώστε να γίνεται ουσιαστική και όχι μόνο λεκτική εξέταση έναντι των υπολοίπων στοιχείων της υπόθεσης. 

 

Το επιχείρημα ότι δεν αξιολογήθηκαν τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή και συνεπώς δεν καταφαίνεται ποια βαρύτητα είχαν, αν είχαν, στην εκδοθείσα απόφαση, είναι βάσιμο.  Τα όσα έχω αναφέρει για το ίδιο θέμα στο πλαίσιο εξέτασης της προσφυγής αρ.554/2009 πιο πάνω, ισχύει και στην προκείμενη περίπτωση. 

 

Συναφώς, η προσφυγή θα έχει επιτυχή κατάληξη.

 

 

Προσφυγή αριθμ. 802/2009

Το επίκεντρο της επιχειρηματολογίας που προβλήθηκε στο πλαίσιο της παρούσας προσφυγής συνάδει με όσα έχουν λεχθεί στην προσφυγή αριθμός 554/2009 αναφορικά με την έλλειψη ειδικής αιτιολογίας για την παραγνώριση της σύστασης του Γενικού Διευθυντή που υπήρχε προς όφελος του αιτητή.  Ο αιτητής και ο ενδιαφερόμενος είχαν χαρακτηριστεί ως ισάξιοι σύμφωνα με τις υπηρεσιακές εκθέσεις των πέντε τελευταίων χρόνων.  Ο ενδιαφερόμενος υπερείχε σε αρχαιότητα 2.5 περίπου χρόνια και ο αιτητής είχε αξιολογηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως Πολύ Καλός+, ενώ ο ενδιαφερόμενος ως Πάρα Πολύ Καλός.   Ο αιτητής είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου και είχε προς όφελος του τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.  Στο πλαίσιο της αξιολόγησης που έγινε από την ΕΔΥ μετά τη συμπλήρωση της προφορικής εξέτασης ο αιτητής αξιολογήθηκε ως Πάρα Πολύ Καλός, ενώ ο ενδιαφερόμενος ως Εξαίρετος. 

 

Οι καθ΄ων η αίτηση στήριξαν την απόφαση για μη υιοθέτηση της συστάσεως του Γενικού Διευθυντή, στην καλύτερη απόδοση του ενδιαφερόμενου κατά την προφορική συνέντευξη.  Επαναλαμβάνοντας όσα έχω αναφέρει στο πλαίσιο της προσφυγής 554/2009 επί του προκειμένου, θεωρώ ότι η αιτιολογία που δόθηκε δεν συνάδει με το επίπεδο της αναμενόμενης γι΄αυτή την απόκλιση.  Ως εκ τούτου θεωρώ το λόγο αυτό βάσιμο και η προσφυγή θα έχει επιτυχή κατάληξη.

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω, η προσφυγή 554/2009 επιτυγχάνει αναφορικά με τους ενδιαφερόμενους 1 και 2 και απορρίπτεται ως προς την ενδιαφερόμενη 4.

 

Οι προσφυγές 605/2009 και 802/2009 επιτυγχάνουν. 

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται αναφορικά με τους ενδιαφερόμενους 1 και 2 και τα έξοδα της υπόθεσης επιδικάζονται υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ΄ων η αίτηση.  Λαμβανομένου υπόψη ότι οι υποθέσεις αυτές είχαν συνεκδικαστεί, τα επιδικασθέντα έξοδα σε κάθε προσφυγή θα μειωθούν κατά 30%.

 

                                                  Κ. Παμπαλλής,

                                                            Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο